(2005) 1 ΑΑΔ 762

[*762]14 Ιουνίου, 2005

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΖΗΝΤΙΛΗ, ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΗ ΥΠΟ ΤΗΝ

ΕΠΩΝΥΜΙΑ ZIPAN TRADING CO,

Εφεσείουσα-Ενάγουσα,

v.

1. ΑΡΧΙΜΗΔΗ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ,

2. ΔΕΣΠΩΣ Α. ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ, ΕΜΠΟΡΕΥOΜΕΝΟΙ

    ΩΣ NEDESAR CO,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 11733)

 

Πολιτική Δικονομία ― Αλλαγή διαδίκων λόγω, μεταξύ άλλων, θανάτου ― Δ.12, θ.θ. 1, 2, 4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ― Κατά πόσο έπρεπε να γίνει τροποποίηση του τίτλου της αγωγής και να προστεθούν ως διάδικοι οι διαχειριστές της περιουσίας αποβιώσαντος-εναγομένου σε διαδικασία για έκδοση διατάγματος πώλησης της ακίνητης περιουσίας του για ικανοποίηση δικαστικής απόφασης που είχε εκδοθεί εναντίον του κατά τη διάρκεια της ζωής του ― Κατά πόσο η Δ.12 περιορίζεται στο προ της αποφάσεως στάδιο.

Την 1.11.1993 εξεδόθη απόφαση υπέρ της εφεσείουσας-ενάγουσας και εναντίον του εφεσίβλητου-εναγόμενου 1 για συγκεκριμένο ποσό.  Ο εναγόμενος 1 απεβίωσε το 1998 και στις 7.12.02 η ενάγουσα καταχώρησε αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος για την πώληση της ακίνητης περιουσίας του. Η αίτηση επιδόθηκε στους διαχειριστές της περιουσίας του εναγόμενου 1 οι οποίοι καταχώρησαν ένσταση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση κρίνοντας ότι με βάση τη Δ.12 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, θα έπρεπε να γίνει τροποποίηση του τίτλου της αγωγής και να προστεθούν οι διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντος-εναγόμενου 1 ως διάδικοι.

Η εφεσείουσα-ενάγουσα εφεσίβαλε την απόφαση, υποστηρίζοντας ότι μετά την έκδοση της απόφασης, δεν ήταν αναγκαίο να συνενωθούν οι διαχειριστές ως διάδικοι.  Επικαλέσθηκε δε, μεταξύ άλλων, το Άρθρο 29 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 και επιπρόσθετα εισηγήθηκε ότι η ένσταση ήταν παράτυπη, αφού δεν αναφέρο[*763]νταν σ’ αυτή οι λόγοι στους οποίους βασιζόταν.

Οι εφεσίβλητοι πρόβαλαν προδικαστικά ότι η έφεση είναι παράτυπη και άκυρη και θα έπρεπε να απορριφθεί, αφού φέρει ως εφεσίβλητο αποβιώσαντα. Επικαλέσθηκαν και την υπόθεση Έλληνας ν. Χριστοδούλου προς υποστήριξη της θέσης τους. Επί της ουσίας υποστήριξαν ως ορθή την πρωτόδικη απόφαση.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Το Άρθρο 29 του Κεφ. 6 δεν βοηθά την υπόθεση της εφεσείουσας.

2.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά αποφάσισε ότι χωρίς την τροποποίηση του τίτλου με προσθήκη των διαχειριστών δεν μπορούσε να προχωρήσει η αίτηση. Αυτό προκύπτει απο τους θ.θ. 1, 2 και 4 της Δ.12. Η Δ.12 δεν περιορίζεται στο προ της αποφάσεως στάδιο. Εφόσον μετά την έκδοση της απόφασης υπάρχει δικαίωμα έφεσης, υπάρχει και “cause or matter” το οποίο συνεχίζει και το οποίο καθιστά αναγκαία τη διεκπεραίωση της διαδικασίας για να αποφασισθούν τελεσίδικα τα επίδικα θέματα, ώστε να είναι δυνατή η επίκληση της Δ.12.

3.  Ασχέτως της εγκυρότητας ή όχι της ένστασης, προέκυπτε σαφώς από την ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση ότι ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 1 είχε αποβιώσει και ως εκ τούτου η θέση της εφεσείουσας ότι η ένσταση έπρεπε να αγνοηθεί και να εγκριθεί χωρίς άλλο η αίτηση, δεν μπορεί να ευσταθήσει, αφού η αντικανονικότητα της αίτησης ήταν προφανής, εν όψει των πιο πάνω.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Έλληνας ν. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 485,

Σπανού άλλως Καφφά κ.ά. ν. Καφφά (1999) 1 Α.Α.Δ. 544,

Salt v. Cooper [1880] 16 Ch.D. 544.

Έφεση.

Έφεση από την ενάγουσα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας που δόθηκε στις 4/7/03 (Αρ. Αγωγής [*764]2849/93) με την οποία αποδέκτηκε την ένσταση των διαχειριστών της περιουσίας του εναγόμενου 1 και απέρριψε την αίτηση της ενάγουσας για εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου ημερ. 1/11/93 για το οφειλόμενο και μηδέποτε καταβληθέν προς αυτή ποσό από τον εναγόμενο 1 επειδή έκρινε ότι η διαδικασία δεν μπορούσε να συνεχίσει εναντίον του εναγομένου 1 ως είχε, αλλά, με βάση τη Δ.12 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, θα έπρεπε να γίνει τροποποίηση του τίτλου της Αγωγής και να προστεθούν οι διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντος-εναγομένου 1 ως διάδικοι.

Ευγ. Ερωτοκρίτου, για την Εφεσείουσα.

Ε. Πελεκάνος με Καπελάκη, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ..

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την 1.11.1993 εξεδόθη απόφαση υπέρ της εφεσείουσας-ενάγουσας και εναντίον του εφεσίβλητου-εναγόμενου 1 για συγκεκριμένο ποσό πλέον τόκους και έξοδα και, σύμφωνα με την ενάγουσα, κανένα ποσό δεν πληρώθηκε έναντι έκτοτε.

Στις 9.1.2001 εξασφαλίστηκε άδεια από το Δικαστήριο για εκτέλεση της απόφασης, γιατί είχαν περάσει 6 χρόνια από την ημερομηνία έκδοσής της και τέτοια άδεια δόθηκε και στις 6.3.2003. Ο εναγόμενος απεβίωσε το 1998 και μετά το θάνατο του, στις 17.12.02, καταχωρήθηκε αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος για την πώληση ακίνητης περιουσίας του. Η αίτηση επιδόθηκε στους διαχειριστές της περιουσίας του εφεσίβλητου-εναγομένου 1, οι οποίοι καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση.

Με απόφασή του ημερομηνίας 4.7.2003 το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση, κρίνοντας ότι η διαδικασία δεν μπορούσε να συνεχίσει εναντίον του εναγομένου 1 ως είχε, αλλά, με βάση τη Δ.12 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, θα έπρεπε να γίνει τροποποίηση του τίτλου της Αγωγής και να προστεθούν οι διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντος-εναγομένου 1 ως διάδικοι.

Με την έφεσή της η εφεσείουσα-ενάγουσα προσβάλλει τη θέση αυτή ως λανθασμένη, υποστηρίζοντας ότι μετά την έκδοση της απόφασης, δεν ήταν αναγκαίο να συνενωθούν οι διαχειριστές ως διά[*765]δικοι. Προς υποστήριξη της θέσης αυτής παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 29 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6, και επιπρόσθετα εισηγήθηκε ότι η ένσταση ήταν παράτυπη, αφού δεν αναφέρονταν σ’ αυτή οι λόγοι στους οποίους βασιζόταν και δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο που, υπό τις περιστάσεις, έπρεπε χωρίς άλλο να εγκρίνει την αίτηση.

Οι εφεσίβλητοι πρόβαλαν προδικαστικά ότι η έφεση είναι παράτυπη και άκυρη και θα έπρεπε να απορριφθεί, αφού φέρει ως εφεσίβλητο αποβιώσαντα.

Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης παρέπεμψαν και στην υπόθεση Έλληνας ν. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 485. Επί της ουσίας της υπόθεσης υποστήριξαν ως ορθή την πρωτόδικη απόφαση.

Η υπόθεση Έλληνας (πιο πάνω) αφορούσε έφεση, με τίτλο που αναφερόταν σε ενάγοντα που είχε αποβιώσει, που ήταν και ο αρχικός τίτλος της αγωγής και όχι με τον τροποποιηθέντα τίτλο της αγωγής, στον οποίο είχε αντικατασταθεί ο διαχειριστής της περιουσίας του αρχικού εναγομένου. Στην παρούσα περίπτωση, αφού η θέση της εφεσείουσας είναι ότι δεν ήταν αναγκαίο να τροποποιηθεί ο τίτλος της αγωγής με προσθήκη των διαχειριστών της περιουσίας στη θέση του αποβιώσαντα ως διαδίκων, για να κριθεί η εγκυρότητα της έφεσης που αφορά τον τίτλο και ειδικά τον εφεσίβλητο, θα πρέπει πρώτα να κριθεί το θέμα αυτό.

Εξετάζοντας την εισήγηση της εφεσείουσας, παρατηρούμε πως το άρθρο 29, στο οποίο μας παρέπεμψε ο συνήγορος της εφεσείουσας, δεν τον βοηθά. Το τι προνοεί το άρθρο αυτό είναι ότι περιουσία που είναι εγγεγραμμένη σε όνομα αποθανόντος μπορεί να πωληθεί χωρίς να παρίσταται ανάγκη εγγραφής της επ’ ονόματι των κληρονόμων προηγουμένως και δεν αφορά ούτε επηρεάζει τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται ενώπιον του Δικαστηρίου.

Οι θθ. 1, 2 και 4 της Δ.12 προνοούν τα ακόλουθα:

«1. A cause or matter shall not become abated by reason of the death or bankruptcy of any of the parties, if the cause of action survive or continue, and shall not become defective by the assignment, creation, or devolution of any estate or title pendente lite, and, whether the cause of action survives or not there shall be no abatement by reason of the death of either party between the termination of the hearing and judgment, but judgment may in such case be given notwithstanding the death.

[*766]

2. In case of the death, or bankruptcy, or devolution of estate by operation of law, of any party to a cause or matter, the Court or a Judge may, if it be deemed necessary for the complete settlement of all the questions involved, order that the personal representative, trustee or other successor in interest (if any) of such party be made a party, or be served with notice in such manner and form as hereinafter prescribed, and on such terms as the Court or Judge shall think just, and shall make such order for disposal of the cause or matter as may be just.

3. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

4. Where by reason of death, bankruptcy, or any other event occurring after the commencement of a cause or matter, and causing a change or transmission of interest or liability, or by reason of any person interested coming into existence after the commencement of the cause or matter, it becomes necessary or desirable that any person not already a party should be made a party, or that any person already a party should be made a party in another capacity, an order that the proceedings shall be carried on between the continuing parties, and such new party or parties, may be obtained ex parte on application to the Court or a Judge, upon an allegation of such change, or transmission of interest or liability, or of any such person interested having come into existence.”

Ερμηνεύοντας τις πιο πάνω πρόνοιες το Εφετείο στην Σπανού άλλως Καφφά κ.ά. ν. Καφφά (1999) 1 Α.Α.Δ. 544 στη σελίδα 548 της απόφασής του αναφέρει τα ακόλουθα:

«Είναι πρόδηλο από τη Δ.12, θ.1 ότι, εφόσον επίδικο θέμα (cause or matter) είναι τέτοιας φύσεως ώστε να επιβιώνει του θανάτου του διαδίκου (δηλαδή, ουσιαστικά, δεν είναι τέτοιας προσωπικής φύσεως ώστε να εξαιρείται του γενικού κανόνα), δεν τερματίζεται (abates) λόγω του θανάτου και δεν επηρεάζεται από αυτό. Στην προκειμένη περίπτωση το επίδικο θέμα, εφόσον δεν εμπίπτει στις εξαιρέσεις των προσωπικής φύσεως απαιτήσεων, επιβιώνει του θανάτου. Η Δ.12, θ.2 ρυθμίζει περαιτέρω ότι, σε τέτοια περίπτωση, ο διαχειριστής αποβιώσαντος μπορεί να γίνει διάδικος ώστε να διεκπεραιωθεί η διαδικασία και να αποφασισθούν τα επίδικα θέματα.  Και η Δ.12, θ.4 ρυθμίζει τα του διατάγματος για συνέχιση της διαδικασίας μεταξύ των υφισταμένων διαδίκων και του καθισταμένου αναγκαίου νέου διαδίκου. [*767]Ούτε περιορίζεται η Δ.12 στο προ της αποφάσεως στάδιο. Και λογικά. Εφόσον μετά την έκδοση αποφάσεως υπάρχει δικαίωμα εφέσεως, όπως και άλλα ζητήματα, υπάρχει και “cause or matter” το οποίο συνεχίζει και το οποίο καθιστά αναγκαία τη διεκπεραίωση της διαδικασίας για να αποφασισθούν τελεσίδικα τα επίδικα θέματα, ώστε να είναι δυνατή η επίκληση της Δ.12.»

(Η υπογράμμιση είναι δική μας).

Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης του το Δικαστήριο παρέπεμψε και στην υπόθεση Salt v. Cooper [1880] 16 Ch.D. 544, C.A., όπου ο Jessel, M.R., στη σελίδα 551 αναφέρει τα ακόλουθα:

“A cause is still pending even though there has been final judgment given . . . ”.

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ορθή.

Περαιτέρω, παρατηρούμε πως, ασχέτως της εγκυρότητας ή όχι της ένστασης, προέκυπτε σαφώς από την ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση ότι ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 1 είχε ήδη αποβιώσει, γεγονός που επισημαίνει και το πρωτόδικο Δικαστήριο και ως εκ τούτου η θέση της εφεσείουσας, ότι έπρεπε να αγνοηθεί η ένσταση και κατά συνέπεια να εγκριθεί χωρίς άλλο η αίτηση, δεν μπορεί να ευσταθήσει, αφού η αντικανονικότητα της αίτησης ήταν προφανής, εν όψει των πιο πάνω.

Κατά συνέπεια, κρίνουμε πως ορθά αποφάσισε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι χωρίς την τροποποίηση του τίτλου με προσθήκη των διαχειριστών δεν μπορούσε να προχωρήσει η αίτηση και συνακόλουθα η έφεση πρέπει ν’ απορριφθεί.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο