(2008) 1 ΑΑΔ 967

[*967]17 Σεπτεμβρίου, 2008

[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΟΥΡΗΣ,

Εφεσείων - Εναγόμενος,

ν.

1.  ΔΗΜΗΤΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

2.  ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΑΡΤΕΜΗ,

Εφεσιβλήτων - Εναγόντων.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 252/2006)

 

Απόδειξη ― Εμπειρογνώμονες ― Αξιολόγηση μαρτυρίας εμπειρογνωμόνων ― Εμπειρογνώμονας μπορεί να καταθέσει τη γνώμη του, με βάση τη γενική πείρα που διαθέτει, χωρίς να παραβιάζεται ο εξ ακοής κανόνας.

Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αποτελεί ευθύνη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να καταλήγει σε ευρήματα επί της αξιοπιστίας μαρτύρων ― Προϋποθέσεις επέμβασης Εφετείου.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού επιδίκασε στους εφεσίβλητους – ενάγοντες ειδικές αποζημιώσεις, ύψους £6.885,00 πλέον τόκους προς 8% ετησίως για ζημιές που προκλήθηκαν στο ακίνητό τους κατά τη διάρκεια εργασιών εκσκαφής σε δύο τεμάχια γης του εφεσείοντος τα οποία συνορεύουν με το δικό τους τεμάχιο.

Από πλευράς εφεσιβλήτων, κατέθεσε μόνο ένας μάρτυρας (Μ.Ε.1), πολιτικός μηχανικός και από πλευράς εφεσείοντος, δύο μάρτυρες, ο ένας επιμετρητής ποσοτήτων (Μ.Υ.1) και ο άλλος αγρονόμος τοπογράφος (Μ.Υ.2). Ο Μ.Ε.1 κατέθεσε ότι έπρεπε να ανεγερθεί τοίχος αντιστήριξης για να αποκατασταθεί η ζημιά η οποία προκλήθηκε από την παράνομη επέμβαση των εφεσειόντων.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του Μ.Ε.1, αφού διαπίστωσε πως οι γνώσεις, οι εμπειρίες και το επάγγελμά του, τον καθιστούσαν ειδικό για τα όσα κατέθεσε, και απέρριψε τη μαρτυρία των μαρτύρων υπεράσπισης.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση υποστηρίζοντας ότι: (α) η αξιο[*968]λόγηση της μαρτυρίας του Μ.Ε.1 ήταν εσφαλμένη αφού αυτός δεν ήταν σε θέση να δώσει στο Δικαστήριο με βεβαιότητα το μήκος του τοίχου αντιστήριξης και επίσης ότι ο Μ.Ε.1 δεν ήταν ειδικός για το σχεδιασμό και την κοστολόγηση του τοίχου αντιστήριξης και (β) το Δικαστήριο κακώς άφησε τη διαδικασία να προχωρήσει ενόψει του σχόλιου του ότι «.....πολλές από τις ερωτήσεις του ευπαίδευτου δικηγόρου του εναγόμενου, κατά την αντεξέταση, δεν ήταν κατανοητές, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατό, εκ των πραγμάτων, να απαντηθούν με σαφήνεια από το Μ.Ε.1».

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η αποδοχή του Μ.Ε.1 ως ειδικού από το πρωτόδικο Δικαστήριο στηρίζεται σε ασφαλές υπόβαθρο. Εξ άλλου, κατά την αντεξέταση, δεν αμφισβητήθηκε η πραγματογνωμοσύνη του. Αντίθετα ο συνήγορος του εφεσείοντος αντιμετώπισε τον Μ.Ε.1 ως ειδικό.

2.  Εμπειρογνώμονες μάρτυρες δεν αντιμετωπίζονται από το δικαστήριο κατά διαφορετικό τρόπο από τους άλλους μάρτυρες. Η μαρτυρία τους αξιολογείται στη βάση των ίδιων αρχών. Οι εμπειρογνώμονες εφοδιάζουν το δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια, τα οποία θα του επιτρέψουν να ελέγξει την ορθότητα των συμπερασμάτων τους και να διαμορφώσει τη δική του ανεξάρτητη κρίση. Εμπειρογνώμονας μπορεί να καταθέσει τη γνώμη του, με βάση τη γενική πείρα που διαθέτει, χωρίς να παραβιάζεται ο εξ ακοής κανόνας.

3.  Όπως προκύπτει από τα πρακτικά, το Δικαστήριο επενέβαινε, εντός των πλαισίων των εξουσιών του, και δεν επέτρεπε ερωτήσεις οι οποίες δεν ήταν σαφείς ή σχετικές.

Η έφεση απορρίφθηκε με €2.000,00 έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κόκκινου v. Νικολαΐδη (1996) 1 Α.Α.Δ. 436,

Χ" Μιλτή v. Βρόντου (1996) 1 Α.Α.Δ. 523,

Πιττάλης κ.ά. v. Ianira Enter. Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 814,

Τσαγγαρίδης κ.ά. v. Αυγουστή (2000) 1 Α.Α.Δ. 528.

 

[*969]Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Σατολιάς, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 4226/04), ημερομ. 31.5.06.

Γ. Κωνσταντίνου, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Πατσαλίδη, για Σωτήρη Πατσαλίδη, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο εφεσείων - εναγόμενος, με τρεις λόγους έφεσης, αμφισβητεί την ορθότητα απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στην Αγωγή Αρ. 4226/04, με την οποία επιδικάστηκε στους εφεσίβλητους - ενάγοντες, υπό μορφή ειδικών αποζημιώσεων, ποσό £6,885,00, πλέον τόκος προς 8% ετησίως, από 16/7/2004, για ζημιές που προκλήθηκαν ως αποτέλεσμα παράνομης επέμβασης σε ακίνητό τους.

Κατά τη διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο εφεσείων δεν αμφισβήτησε ότι, κατά τη διάρκεια εργασιών εκσκαφής σε δύο τεμάχια γης, των οποίων ήταν νόμιμος κάτοχος και/ή δικαιούμενος να εγγραφεί ως ιδιοκτήτης, και τα οποία συνορεύουν με το τεμάχιο των εφεσιβλήτων, επενέβη σ’ αυτό. Αμφισβήτησε όμως έντονα την πρόκληση της ισχυριζόμενης από τους εφεσίβλητους ζημιάς και ενεργοποίησε τη διαδικασία του τριτοδιαδίκου - (Δ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας), καλώντας ως τριτοδιάδικο τον Πέτρο Χρίστου, από τον οποίο είχε αγοράσει τα ακίνητα. 

Μετά τη συμπλήρωση των δικογράφων και πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, ο τριτοδιάδικος αποδέχτηκε όπως, σε περίπτωση που ήθελε εκδοθεί απόφαση εναντίον του εφεσείοντα για οποιοδήποτε ποσό, συνεισφέρει το ήμισυ της εν λόγω απόφασης.  Η πιο πάνω δήλωση διευκόλυνε τη διαδικασία και περιόρισε τη μαρτυρία που ακούστηκε. 

Από πλευράς εφεσιβλήτων, κατέθεσε μόνο ένας μάρτυρας, ο πολιτικός μηχανικός Κώστας Πισιάρας - (Μ.Ε.1) και, από πλευράς εφεσείοντα, ο επιμετρητής ποσοτήτων Ανδρέας Πολυκάρπου - (M.Y.1) και ο αγρονόμος τοπογράφος Πανίκος Καβάζης - (M.Y.2).  

[*970]Ο πρωτόδικος Δικαστής αξιολόγησε τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 και την αποδέχθηκε ως αξιόπιστη.  Κατά την αξιολόγησή της, μεταξύ άλλων, διαπίστωσε ότι οι γνώσεις, οι εμπειρίες και το επάγγελμά του - πολιτικός μηχανικός - το οποίο ασκεί από το 1989, τον καθιστούν ειδικό για τα όσα κατέθεσε.  Οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματά του ήταν αποτέλεσμα επί τόπου έρευνας.  Ο μάρτυρας προσδιόρισε το είδος και την έκταση των ζημιών που προκλήθηκαν στο οικόπεδο των εφεσιβλήτων, με επάρκεια και λεπτομέρεια, όπως, με λεπτομέρεια, εξήγησε και το σχεδιάγραμμα που ετοίμασε στη βάση μετρήσεων από τις επισκέψεις του επί τόπου. Δικαιολόγησε την αναγκαιότητα της κατασκευής τοίχου αντιστήριξης κατά μήκος όλης της εκσκαφής, στη βάση του ανομοιόμορφου βάθους της και των υψομετρικών διαφορών που δημιουργήθηκαν στο ακίνητο, ως αποτέλεσμα και της μετακίνησης χώματος.  Διαπίστωσε ότι οι ζημιές που προκλήθηκαν στο ακίνητο των εφεσιβλήτων ήταν αποτέλεσμα των παράνομων εκσκαφών και μετακίνησης χώματος που έγιναν από τον εφεσείοντα, όπως και ότι το κόστος αποκατάστασής τους, με την ανέγερση τοίχου αντιστήριξης, ανέρχεται στο ποσό των £6.885,00. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία των μαρτύρων υπεράσπισης, ως αναξιόπιστη.  Δε χρειάζεται να επεκταθούμε, αφού ο εφεσείων δεν παραπονείται για το εσφαλμένο της αξιολόγησής της. 

Θα εξετάσουμε τους λόγους έφεσης σε δύο ενότητες. 

Πρώτη ενότητα - λόγοι έφεσης 1 και 2:

Με τους πιο πάνω λόγους, προσβάλλεται ως εσφαλμένη η ορθότητα της αξιολόγησης της μαρτυρίας του Μ.Ε.1.  Κατά την αντεξέταση, υπέβαλε ο συνήγορος του εφεσείοντα, ο μάρτυρας αυτός δεν ήταν σε θέση να δώσει στο Δικαστήριο με βεβαιότητα το μήκος του τοίχου αντιστήριξης, που κατέθεσε ότι ήταν αναγκαίος για αποκατάσταση της ζημιάς που προκλήθηκε.  Στην κυρίως εξέτασή του το προσδιόρισε σε 30 μ., ενώ, κατά την αντεξέταση, διαφοροποίησε τη θέση του, λέγοντας ότι μπορεί να είναι και μικρότερο - 28 ή 29 μ.

Περαιτέρω, παραπονείται ο εφεσείων ότι ο Μ.Ε.1, στη μαρτυρία του οποίου στηρίχτηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν είναι ειδικός για το σχεδιασμό και την κοστολόγηση του τοίχου αντιστήριξης.  Ως πολιτικός μηχανικός, ανέφερε, γνωρίζει μόνο για τις στατικές μελέτες.  Ο σχεδιασμός είναι έργο του αρχιτέκτονα.  Επίσης, δε γνωρίζει για τις τιμές στις οποίες αναφέρθηκε και ούτε αποκάλυψε τις πηγές της πληροφόρησής του γι’ αυτές.

[*971]Οι αρχές, με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει για να ανατρέψει ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, που στηρίζονται στην αξιοπιστία των μαρτύρων που καταθέτουν ενώπιόν του, έχουν με σαφήνεια καθιερωθεί σε σειρά αποφάσεων.  Όπως έχει, κατ’ επανάληψη, λεχθεί, το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο, το οποίο βρίσκεται σε καλύτερη θέση να εκτιμήσει τη μαρτυρία τους, με την ευκαιρία που έχει να τους παρακολουθήσει.  Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο, σε περίπτωση που τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα, στα οποία το πρωτόδικο δικαστήριο καταλήγει,  αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δε δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, εκτιμώμενη στο σύνολό της ή από τα ίδια τα ευρήματά του - (βλ. Κόκκινου ν. Νικολαΐδη (1996) 1 Α.Α.Δ. 436 και Χ”Μιλτή ν. Βρόντου (1996) 1 Α.Α.Δ. 523).    

Έχουμε εξετάσει τη μαρτυρία του εν λόγω μάρτυρα στο σύνολό της και ιδιαίτερα το σημείο στο οποίο ο συνήγορος μας παρέπεμψε.  Δε διαπιστώνουμε τα όσα εισηγείται.  Ο μάρτυρας δε διαφοροποίησε τη θέση του.  Εκείνο το οποίο ανέφερε ήταν ότι, επί τόπου, όταν μέτρησε το μήκος του τοίχου αντιστήριξης, ήταν 31 μ., για σκοπούς όμως εκτίμησης στην Έκθεσή του έγραψε 30 μ.  Μπορούσε, είπε, να είναι και 29 μ.  Ανεξάρτητα, όμως, από το πιο πάνω, και διαφοροποίηση της θέσης του να υπήρχε, αυτή είναι τόσο επουσιώδης που δεν μπορεί να επηρεάσει την αξιοπιστία του.

Είναι καλά νομολογημένο ότι εμπειρογνώμονες μάρτυρες δεν αντιμετωπίζονται από το δικαστήριο κατά διαφορετικό τρόπο από τους άλλους μάρτυρες. Η μαρτυρία τους αξιολογείται στη βάση των ίδιων αρχών.  Οι εμπειρογνώμονες εφοδιάζουν το δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια, τα οποία θα του επιτρέψουν να ελέγξει την ορθότητα των συμπερασμάτων τους και να διαμορφώσει τη δική του ανεξάρτητη κρίση.  Εμπειρογνώμονας μπορεί να καταθέσει τη γνώμη του, με βάση τη γενική πείρα που διαθέτει, χωρίς να παραβιάζεται ο εξ ακοής κανόνας - (βλ. Πιττάλης κ.ά. ν. Ianira Enter. Ltd κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 814 και Τσαγγαρίδης κ.ά. ν. Αυγουστή (2000) 1 Α.Α.Δ. 528). 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο το Μ.Ε.1 ως ειδικό, ανέφερε τα εξής:-

«Αναμφίβολα, λόγω του επαγγέλματός του, αλλά και των γνώσεων και εμπειριών του (όπως ανέφερε ο ίδιος εργάζεται ως Πολιτικός Μηχανικός από το 1989, οπότε και διατηρεί το Αρχιτεκτονικό Γραφείο με την επωνυμία ‘Ξάνθος και Κώστας Πισιάρας’) η μαρτυρία του είναι βαρύνουσας σημασίας και ως τέτοια θα [*972]προσεγγισθεί από το δικαστήριο (βλ. Philippou v. Odysseos (1989) 1 C.L.R. 1).»

Τα πιο πάνω αποτελούν ασφαλές υπόβαθρο για τη θεώρηση του Μ.Ε.1 ως ειδικού. Άλλωστε, καθώς διαπιστώνουμε, κατά την αντεξέτασή του, η οποία ήταν μακρά, δεν αμφισβητήθηκε η πραγματογνωμοσύνη του. Αντίθετα, από το απόσπασμα που παραθέτουμε στη συνέχεια, προκύπτει ότι αυτός αντιμετωπίστηκε από το συνήγορο του εφεσείοντα ως ειδικός:-

«Ε: Είστε πολιτικός μηχανικός έτσι;

 Α:  Ναι.

 ......................................................................................................................

 Ε:  Ο πιο ειδικός για να υποβάλει τέτοιου είδους εκτίμηση είναι ο πολιτικός μηχανικός ή ο επιμετρητής ποσοτήτων;

 Α:  Είναι και ο πολιτικός μηχανικός.

 Ε:  Έχει την ίδια βαρύτητα;

 Α:  Ο πολιτικός μηχανικός έχει περισσότερη βαρύτητα.

 Ε:  Από τον επιμετρητή ποσοτήτων;

 Α:  Βεβαίως.

 .......................................................................................................................

 Ε:  Κύριε μάρτυρα θέλω να μου πείτε γιατί ο πολιτικός μηχανικός είναι πιο ειδικός σε τέτοιου είδους εκτιμήσεις;

 Α:  Πιο ειδικός ο επιμετρητής είναι και αυτός ειδικός ο επιμετρητής, δεν μπορεί να ξέρει κατά πόσο ένας τοίχος αντιστήριξης πόσο σίδερο θα βάλει μέσα, πόσο το πάχος του τοίχου πρέπει να είναι, πόσο το πάχος του πεδίλου και σε τι βάθος πρέπει να πάει το πέδιλο.  Αυτά τα πράγματα μόνο ο πολιτικός μηχανικός τα γνωρίζει ούτε ο επιμετρητής ούτε ο Αρχιτέκτονας.

 Ε.  Ο επιμετρητής μπορεί να τα γνωρίζει και να τα κάνει;

 Α.  Δεν μπορεί, είναι κατά προσέγγιση.  Ο επιμετρητής έβαλε ένα πάχος πέδιλο, δεν μπορεί να ξέρει πόσο είναι το πάχος του πέδιλου.»

Ούτε το παράπονο του εφεσείοντα σε σχέση με την κοστολόγηση του τοίχου αντιστήριξης ευσταθεί.  Η εμπειρία του Μ.Ε.1, σε σχέση με τις τιμές που ο ίδιος προσδιόρισε, προκύπτει μέσα από τη μακρόχρονη ενασχόλησή του ως πολιτικός μηχανικός. Στην Έκθεση του - Τεκμήριο 2 εξηγεί με λεπτομέρεια πώς κατέληξε στο συνολικό ποσό της δαπάνης για την κατασκευή του τοίχου αντιστήριξης και, κατά την αντεξέταση, δεν αμφισβητήθηκαν οι τιμές που χρησιμοποίησε για να καταλήξει στο συνολικό ποσό.

[*973]Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

Δεύτερη ενότητα - λόγος έφεσης 3:

Με αφορμή σχόλιο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «... πολλές από τις ερωτήσεις του ευπαίδευτου δικηγόρου του Εναγόμενου, κατά την αντεξέταση, δεν ήταν κατανοητές, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατό, εκ των πραγμάτων, να απαντηθούν με σαφήνεια από το Μ.Ε.1», παραπονείται ο εφεσείων ότι κακώς το Δικαστήριο άφησε τη διαδικασία να προχωρήσει.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί.  Προκύπτει από τα πρακτικά ότι το Δικαστήριο, στα πλαίσια των εξουσιών του, όταν οι ερωτήσεις δεν ήταν με σαφήνεια διατυπωμένες ή δεν ήταν σχετικές, επενέβαινε και δεν τις επέτρεπε.  Δεν τίθεται θέμα ασάφειας των απαντήσεων, όπως το θέτει ο συνήγορος του εφεσείοντα.

Η έφεση απορρίπτεται, με €2.000,00 έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

Η έφεση απορρίπτεται με €2.000,00 έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

 

           

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο