(2009) 2 ΑΑΔ 148

[*148]27 Φεβρουαρίου, 2009

[ΝΙΚΟΛAΪΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

MOHAMMED JABER AKIL,

Εφεσείων,

v.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινική Έφεση Aρ. 60/2006)

 

Ποινή ― Βιασμός ― Απόπειρα βιασμού ― Διάρρηξη κατοικίας με σκοπό τον βιασμό ― Παράνομη μεταφορά μάχαιρας ― Άσεμνη επίθεση ― Το αδικήματα διαπράχθησαν από τον εφεσείοντα εναντίον αλλοδαπών καλλιτέχνιδων οι οποίες κατοικούσαν και εργάζονταν στην Πάφο ― Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης 8 ετών για το βιασμό, 3 ετών για την απόπειρα βιασμού, 2 ετών για τη διάρρηξη, 9 μηνών για τη μεταφορά μάχαιρας και 1 έτους για την άσεμνη επίθεση ― Επικυρώθηκαν κατ’ έφεση.

Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων ― Αποτελεί κατ’ εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου.

Απόδειξη ― Αντιφατική μαρτυρία ― Επουσιώδεις αντιφάσεις στη μαρτυρία, δεν κλονίζουν την αξιοπιστία μάρτυρα.

Απόδειξη ― Σεξουαλικά αδικήματα ― Μαρτυρία ― Ενισχυτική μαρτυρία ― Πρώτο παράπονο ― Τεκμηρίωση διάπραξης των αδικημάτων από τον κατηγορούμενο.

Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Ευχέρεια του Δικαστηρίου να αποδεχθεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα, η οποία συγκεντρώνει τα απαραίτητα στοιχεία αξιοπιστίας και να απορρίψει την υπόλοιπη.

Γύρω στις 6.00 π.μ. της 6.3.2005 ο εφεσείων εισήλθε στο δωμάτιο της παραπονούμενης Olena Burlachenco, η οποία κατάγεται από την Ουκρανία και κατοικεί σε διαμέρισμα στην οδό Ερωφίλης στην Πάφο [*149]με άλλες τέσσερις καλλιτέχνιδες. Την ώρα εκείνη η Olena κοιμόταν στο κρεβάτι της, ο εφεσείων ξάπλωσε δίπλα της γυμνός και όταν αυτή τον αντελήφθη της είπε να μη φωνάξει. Της είπε επίσης ότι τον έστειλε το αφεντικό της και ότι ήθελε σεξ. Αυτή αντέδρασε, ο εφεσείων όμως τη βίασε μέχρι που εκσπερμάτωσε χωρίς τη χρήση προφυλακτικού και πιέζοντάς την στο πλευρό της με ένα αντικείμενο το οποίο όπως διαπίστωσε αργότερα ήταν πηρούνι. Λίγο αργότερα ακολούθησε και δεύτερη σεξουαλική επαφή του εφεσείοντος με την Olena, η οποία άρχισε με την εισδοχή του πέους του στον πρωκτό της και ολοκληρώθηκε με την εισδοχή του πέους του στον κόλπο της μέχρι που εκσπερμάτωσε. Η Olena τηλεφώνησε του αφεντικού της Γιάννη Θεοδώρου (Μ.Κ.16) και του ανέφερε τι έγινε.

Γύρω στις 3.00 π.μ. της 14.3.2005 ο εφεσείων αποπειράθηκε να βιάσει την καλλιτέχνιδα Inna Retinska η οποία διέμενε στο ίδιο διαμέρισμα με την Olena και άλλες κοπέλες. Ο εφεσείων, για να εξουδετερώσει την αντίδραση της Inna, έβαλε στο λαιμό της μαχαίρι που πήρε από τον πάγκο της κουζίνας, ενώ με το άλλο χέρι άνοιξε το φερμουάρ του παντελονιού της. Ο εφεσείων αποχώρησε μόλις εισήλθε στο διαμέρισμα ο Μ.Κ.13, γκαρσόνι στο ίδιο καμπαρέ όπου εργαζόταν η Inna, στα πλαίσια συνήθους ελέγχου για προστασία των καλλιτέχνιδων.

Στις 14.3.2005 η Tatiana Camburgan η οποία επίσης διαμένει στο διαμέρισμα της οδού Ερωφίλης, ενώ ήταν ξαπλωμένη σε υπνοδωμάτιο που μοιραζόταν με άλλη κοπέλα, άκουσε θόρυβο και αφού άνοιξε η πόρτα εισήλθε στο υπνοδωμάτιο τους ένας άγνωστος άντρας, που ήταν ο εφεσείων. Η Tatiana φοβήθηκε και άρχισε να φωνάζει. Ο εφεσείων την πλησίασε και χωρίς να της μιλήσει, την έπιασε από το γόνατο.

Ο εφεσείων, μετά από ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου, βρέθηκε ένοχος στις κατηγορίες του βιασμού, της απόπειρας βιασμού, της διάρρηξης κατοικίας με σκοπό το βιασμό, της παράνομης μεταφοράς μάχαιρας καταλήγουσας σε μυτερή άκρη εκτός οικίας και της άσεμνης επίθεσης.

Το Κακουργιοδικείο κατέληξε ότι η μαρτυρία της Olena ενισχύετο και από άλλη ανεξάρτητη μαρτυρία όπως αυτή του αφεντικού της Γ. Θεοδώρου (Μ.Κ.16), τον οποίο έκρινε αξιόπιστο, και η μαρτυρία του ικανοποιούσε το κριτήριο του πρώτου παραπόνου, σύμφωνα με το Άρθρο 10 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9. Ενισχυτική μαρτυρία θεωρήθηκε επίσης η μαρτυρία του Ιατροδικαστή Σοφοκλέους. Το Δικαστήριο βασίστηκε επίσης στη μαρτυρία της γιατρού Ν. Χρυσάνθου.

[*150]Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει τόσο την καταδίκη του όσο και την επιβληθείσα σ’ αυτόν ποινή.

Ο συνήγορος του εφεσείοντος υποστήριξε στην έφεση εναντίον της καταδίκης ότι:

Υπήρχαν αντιφάσεις στη μαρτυρία της Olena και γεγονότα που έδειχναν ότι αυτή είχε δώσει τη συγκατάθεσή της.

Εσφαλμένα το Κακουργιοδικείο έκρινε την Olena ως αξιόπιστη μάρτυρα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στις αρχές της νομολογίας που ισχύουν σε σχέση με την πρωταρχική ευθύνη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αξιολογεί τη μαρτυρία και να καταλήγει σε ευρήματα επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων, καθώς και στις προϋποθέσεις που πρέπει να ικανοποιηθούν για να δικαιολογείται η επέμβαση του Εφετείου προς ανατροπή των σχετικών ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, απέρριψε την έφεση εναντίον της καταδίκης και της ποινής και αποφάνθηκε ότι:

1.  Η Olena ορθά κρίθηκε ως αξιόπιστη. Για τον λόγο αυτό είναι ορθή και η κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι αποδεικνύετο η 1η κατηγορία πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

2.  Η ετυμηγορία ενοχής του εφεσείοντος και στις υπόλοιπες κατηγορίες που είναι παραπονούμενη η Inna, υποστηρίζεται και από άλλη μαρτυρία εκτός από τη μαρτυρία του Ζήνωνος (Μ.Κ.14), για κάποια πτυχή της οποίας το Κακουργιοδικείο εξέφρασε κάποιο σκεπτικισμό. Εξ άλλου, σύμφωνα με τη νομολογία είναι επιτρεπτό για το Δικαστήριο να δεχθεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα και να απορρίψει άλλο.

3.  Δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του Εφετείου το οποίο να δικαιολογεί μείωση της επιβληθείσας ποινής, που η σοβαρότερη είναι αυτή των 8 ετών που επιβλήθηκε στην 1η κατηγορία.

Η έφεση τόσο κατά της καταδίκης, όσο και κατά της ποινής απορρίφθηκε.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Woolmington v. Director of Public Prosecutions [1935] AC 462,

[*151]Κουδουνάρης v. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 320,

Ξυδιάς κ.ά. v. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 174,

Πέτρου κ.ά. v. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 76,

Παπαδήμας v. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 251,

Georghiades v. Police (1985) 2 C.L.R. 56,

Νικολαΐδης v. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 271.

Έφεση εναντίον Kαταδίκης και Ποινής.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Kακουργιοδικείου Πάφου (Mιχαηλίδου, Π.E.Δ., Mαλαχτός, A.E.Δ., Λιμνατίτου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 1894/05), ημερομηνίας 27/3/06.

M. Ξ. Ιωάννου, για τον Eφεσείοντα.

Σ. Μάτσας, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, μετά από ακροαματική διαδικασία στην υπόθεση αρ. 1894/05 του Κακουργιοδικείου Πάφου, στις 27/3/06 κρίθηκε ένοχος στις εξής κατηγορίες: Στην 1η για βιασμό της Olena Burlachencο από την Ουκρανία, στη 2η για απόπειρα βιασμού την Inna Retinska από την Ουκρανία, στην 3η για διάρρηξη κατοικίας με σκοπό το βιασμό της Inna Retinska, στην 4η για παράνομη μεταφορά μάχαιρας καταλήγουσας σε μυτερή άκρη εκτός οικίας και στην 6η για άσεμνη επίθεση εναντίον της Tatiana Camburgan από την Μολδαβία. Αντιμετώπιζε και την 5η κατηγορία για διάρρηξη της κατοικίας της Tatiana Camburgan με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος, αλλά σ’ αυτή αθωώθηκε. Αποτέλεσμα της πιο πάνω καταδίκης ήταν να του επιβληθούν οι ακόλουθες συντρέχουσες ποινές φυλάκισης: Στην 1η κατηγορία του βιασμού σε 8 χρόνια, στην 2η της απόπειρας βιασμού 3 χρόνια, στην 3η της διάρρηξης 2 χρόνια, στην 4η για μεταφορά μάχαιρας 9 μήνες και στην 6η 1 χρόνο. Οι ποινές διατάχθηκε όπως αρχίζουν από [*152]την ημερομηνία που ο εφεσείων τελούσε υπό κράτηση για τα εν λόγω αδικήματα δηλαδή από το Μάρτιο του 2005.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει τόσο την καταδίκη όσον και την επιβληθείσα σ’ αυτόν ποινή. Στο εφετήριο, που καταχωρήθηκε από τον ίδιο προσωπικά, ως λόγους έφεσης δήλωσε τα εξής: Im innocent. If the Court find me quilty, the sentence is too much.”.

Μετά από έγκριση αιτήματος του εφεσείοντα για νομική αρωγή, η έφεση του προωθήθηκε μέσω δικηγόρου, ο οποίος με το Διάγραμμα Αγόρευσης του, αναφορικά με την καταδίκη, ισχυρίστηκε ότι δεν αποδείχθηκε η ενοχή του εφεσείοντα, στο απαιτούμενο επίπεδο δηλαδή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, για τους εξής λόγους που παραθέτουμε αυτούσιους:

«1ον Η καταδίκη του Εφεσείοντα εστηρίχθη εξ ολοκλήρου στην μαρτυρία της Olena Burlachenco και οι αντιφάσεις στις οποίες αυτή υπέπεσε δεν ελήφθησαν υπ’ όψη στην εκτίμηση της πειστικότητας της.

2ον Οι εξηγήσεις που έδωσε ο Εφεσείων δεν ελήφθησαν καθόλου υπ’ όψη παρόλο που αυτές απεδείκνυαν τις αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσε η παραπονούμενη.

3ον Το Δικαστήριο δέχθηκε την μαρτυρία της παραπονουμένης ότι ο Εφεσείων κρατούσε ένα αντικείμενο «με το οποίο άγγιζε το αριστερό πλευρό της» αλλά δεν διερωτήθη πως μετά που ακολούθησε ο ισχυριζόμενος βιασμός το αντικείμενο αυτό δεν ανεγνωρίσθη κατά την πρώτη σεξουαλική επαφή.

4ον Το γεγονός ότι μόνη της είχε γδυθεί, δεν είδε ακόμη τι ήταν το αντικείμενο αλλά επεσήμανε ότι δεν εχρησιμοποιήθη προφυλακτικό έπρεπε να δημιουργήσει πολλές αμφιβολίες ως προς τα ισχυριζόμενα από την παραπονούμενη.

5ον Η παραπονούμενη στην ένορκη της κατάθεση παραδέχεται ότι κάπνισαν – μετά την σεξουαλική συνεύρεση, την πρώτη – και αυτό έδειχνε ότι επρόκειτο για ένα κανονικό ζευγάρι που απόλαυσε την σεξουαλική πράξη και ήρεμα κάπνισαν το τσιγάρο τους. Πάλιν καμιά περιγραφή του αντικειμένου που τόσο φοβήθηκε και εξ’ αιτίας του οποίου υπέκυψε στον ισχυριζόμενο «βιασμό».

[*153]6ον Η μαρτυρία της υπεράσπισης δεν ελήφθη σοβαρά υπ’ όψη παρ’ όλο που αυτή συνάδει πλήρως με

(α) την εκδοχή του κατηγορουμένου και

(β) αναδεικνύει την πληθώρα αντιφάσεων στις οποίες περιέπεσε η παραπονούμενη.

7ον Η παράκληση της παραπονουμένης να χρησιμοποιήσει προφυλακτικό, το υποτιθέμενο «όργανο εκφοβισμού» και η όλη συμπεριφορά της παραπονουμένης σχετικά μ’ αυτό το όργανο εξασθενούν πλήρως την πειστικότητα της.

8ον Σε καμιά περίπτωση η παραπονούμενη δεν αντέδρασε στον υποτιθέμενο βιασμό με τον τρόπο που μια απλή κοπέλα θα αντιδρούσε όταν μάλιστα το «φονικό όπλο» ήταν ένα πηρούνι.

9ον Η αναφορά σε μη εντυπωσιασμό από την μαρτυρία του Εφεσείοντα δεν συνάδει με την καλή πίστη ή όχι της όλης μαρτυρίας και την συνέπεια προς τα όσα εξέθεσε τόσον αυτός όσο και η παραπονούμενη.

10ον Το Δικαστήριο, χωρίς να απορρίπτει, μαρτυρία που ενισχύει την θέση του Εφεσείοντα (σελ. 28 της απόφασης) απλώς «βλέπει κάποιο σκεπτικισμό» στην υπόθεση του ξεσκίσματος των λαστίχων του αυτοκινήτου του Εφεσείοντα.»

Στη συνέχεια ο ευπαίδευτος συνήγορος αναφέρεται σε αυθεντίες με ιδιαίτερη έμφαση στην κλασσική επί του θέματος του βάρους απόδειξης αγγλική υπόθεση Woolmington ν. Director of Public Prosecutions [1935] AC 462, και καταλήγει ως ακολούθως:

«Η υπόθεση αυτή αφορά ένα αλλοδαπό ο οποίος δεν έτυχε της δέουσας προσοχής όταν εξέθεσε την υπεράσπιση του ενώπιον του Κακουργιοδικείου και ο οποίος ευρίσκεται στην Φυλακή, στερούμενος της ελευθερίας του, για μακρόν χρονικό διάστημα τώρα, παρ’ όλον ότι άξιζε καλύτερης προσοχής, καλύτερης μεταχείρισης και σοβαρότερης αντιμετώπισης της υπόθεσης του.  Και τούτο αφ’ ενός μεν γιατί δεν ελείφθησαν σοβαρά υπ’ όψη οι αντιφάσεις στην μαρτυρία της παραπονούμενης και αφ’ ετέρου οι πλήρεις εξηγήσεις που έδωσε ο Εφεσείων και η συγκροτημένη και λογική εκδοχή του σχετικά με την υπόθεση αυτή.»

Τους πιο πάνω λόγους επανέλαβε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντος και ενώπιον μας με την προφορική του αγόρευση.

[*154]Παρόλο που ο συνήγορος του εφεσείοντος τόσο στο διάγραμμα του όσο και ενώπιον μας πρόβαλε τον ισχυρισμό περί αντιφάσεων στη μαρτυρία της παραπονουμένης στην 1η κατηγορία Olena Burlachenco (για τις άλλες παραπονούμενες δεν έθιξε τέτοιο θέμα), δεν μας έχουν υποδειχθεί αυτές, ή οποιεσδήποτε αντιφάσεις, οι οποίες μάλιστα να είναι τέτοιας φύσης που να κλονίζουν την αξιοπιστία της εν λόγω παραπονούμενης, που αφορά η 1η κατηγορία. Σύμφωνα με τη νομολογία οι αντιφάσεις πρέπει να είναι ουσιαστικής σημασίας. Αντιφάσεις που αφορούν μικρολεπτομέρειες, όχι μόνο δεν αποδυναμώνουν μια μαρτυρία που γενικά έχει κριθεί ως αξιόπιστη, αλλά αντίθετα την ενδυναμώνουν (βλ. μεταξύ άλλων Κουδουνάρης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 320, 322, Ξυδιάς κ.ά. ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 174, 227 και Πέτρου κ.ά. ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 76, 82).

Αυτά που υπέδειξε ο ευπαίδετος συνήγορος δεν είναι αντιφάσεις, αλλά κάποια γεγονότα, που σύμφωνα με τον ισχυρισμό του καθιστούσαν τη μαρτυρία της παραπονούμενης αφύσικη και ψευδή. Τέτοια γεγονότα, που σύμφωνα με το συνήγορο του εφεσείοντα δείχνουν συγκατάθεση της παραπονούμενης, είναι ότι είχε από μόνη της γδυθεί, ότι δεν χρησιμοποιήθηκε προφυλακτικό και ότι μετά τη «σεξουαλική συνεύρεση», όπως την περιέγραψε, κάθησαν και κάπνισαν το τσιγάρο τους σαν κανονικό ζευγάρι που απόλαυσε τη σεξουαλική πράξη. Τόνισε επίσης το γεγονός ότι η παραπονούμενη δεν είχε αντιληφθεί τι ήταν το αντικείμενο με το οποίο, όπως αυτή είχε πει, άγγιξε ο εφεσείων το πλευρό της, το οποίο μετά αντιλήφθηκε ότι ήταν απλώς ένα πηρούνι.

Σχετικά με όλα τα πιο πάνω και ιδιαίτερα τους λόγους για τους οποίους το Κακουργιοδικείο δέχθηκε αξιόπιστη την προαναφερθείσα μάρτυρα Olena Burlachenco, της οποίας ο βιασμός σύμφωνα με την 1η κατηγορία έλαβε χώραν στις 6/3/05 σε διαμέρισμα στην οδό Ερωφίλης, Πάφο, στην απόφαση του αναφέρει, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

Ότι η παραπονουμένη έφθασε στην Κύπρο από την Ουκρανία στις 8/2/05 και από τις 14/2/05 άρχισε εργασία ως καλλιτέχνιδα στο καμπαρέ «Ιllusion» στη Λεωφόρο Τάφοι των Βασιλέων, ιδιοκτησία του Γιάννη Θεοδώρου (Μ.Κ.16).  Διέμενε μαζί με άλλες τέσσερις καλλιτέχνιδες σε διαμέρισμα της οδού Ερωφίλης. Στις 5/3/05 είχε νοιώσει αδιαθεσία, με έντονο πόνο στην κοιλιά.  Επισκέφθηκε τις Πρώτες Βοήθειες του Νοσοκομείου Πάφου, όπου της χορηγήθηκε ενέσιμη θεραπευτική αγωγή και της δόθηκε και αναρρωτική άδεια μιας μέρας από την γιατρό Νεοφύτα Χρυσάνθου [*155](Μ.Κ.24). Έτσι πήγε στο διαμέρισμα της γύρω στις 21.00 και στο δωμάτιο της για ύπνο. Γύρω στις 06.00 της 6/3/05, ενώ κοιμόταν στο κρεβάτι της, ένιωσε να την αγγίζει κάποιος στον ώμο και ξύπνησε οπότε είδε ένα άνδρα γυμνό, ξαπλωμένο δίπλα της, ο οποίος της είπε να μην φωνάξει. Τον ρώτησε τι ήθελε και αυτός είπε ότι τον έστειλε το αφεντικό της, ο Γιάννης και ότι ήθελε σεξ.  Αυτή του είπε ότι δεν μπορεί, εφόσον ήταν με την περίοδο και αρκετά άρρωστη, οπότε αυτός την ξεσκέπασε και έπεσε από πάνω της. Όπως ήταν ξαπλωμένη ανάσκελα ένιωσε ένα παγωμένο αντικείμενο που κρατούσε ο άντρας αυτός στο πλευρό της. Στο μεταξύ της είχε ανοίξει το πουκάμισο που φορούσε και άρχισε να τη φιλά και να τη δαγκώνει στα στήθη. Αυτή προσπαθούσε να τον απωθήσει, αλλά αυτός πίεζε πιο δυνατά το αντικείμενο που κρατούσε και με το άλλο χέρι άρχισε να της βγάζει το εσώρουχο. Αυτή αντέδρασε, αλλά της είπε ότι αν ήθελε να τελειώσουν όλα καλά, να το βγάλει μόνη της, κάτι που αυτή έκανε και τότε ο άνδρας αυτός εισήλθε στον κόλπο της χωρίς προφυλακτικό. Εκείνη άρχισε να κλαίει, αλλά αυτός συνέχισε να τη βιάζει μέχρι που οκοκλήρωσε. Του ζήτησε να την αφήσει να κάνει μπάνιο, κάτι που της επέτρεψε, αλλά πήγε ξωπίσω της στο μπάνιο κρατώντας συνέχεια ένα αντικείμενο που εκείνη τη στιγμή κατάλαβε ότι ήταν πηρούνι και φαινόταν να ήταν το ίδιο μ’ αυτό που την πίεζε στο πλευρό την ώρα του βιασμού. Αφού εκεί στο μπάνιο σκουπίστηκε με χαρτί τόσο η ίδια όσο και ο εν λόγω άνδρας, αυτή επέστρεψε στο δωμάτιο και κάθισε στο κρεβάτι. Πήγε εκεί και ο κατηγορούμενος και αφού την ξάπλωσε άρχισε να τη χαϊδεύει. Αυτή του ζήτησε τσιγάρο και ενώ κάπνιζε της πέταξε το τσιγάρο και αφού τη γύρισε μπρούμυτα της έβαλε τώρα το πέος του στον πρωκτό, κρατώντας συνέχεια και το πηρούνι. Σε κάποιο στάδιο αποσύρθηκε και συνέχισε στο κόλπο της μέχρι που εκσπερμάτωσε. Σηκώθηκε, την σκέπασε και της είπε να κοιμηθεί, ενώ ο ίδιος αφού ντύθηκε, έφυγε προς την κουζίνα, προσπαθώντας να ανοίξει με κάποια κλειδιά που κρατούσε. Η ίδια τηλεφώνησε του αφεντικού της Γιάννη και του ανέφερε τι έγινε και αργότερα μαζί με το Γιάννη πήγαν στον Αστυνομικό Σταθμό και κατήγγειλαν την υπόθεση στον Μ.Κ.20. Στις 16/3/05 η παραπονούμενη είδε και αναγνώρισε στο γραφείο του ΤΑΕ Πάφου τον εφεσείοντα ως το πρόσωπο που την βίασε.

Το Κακουργιοδικείο, για τους λόγους που εξηγεί, έκρινε αναξιόπιστο τον εφεσείοντα και έτσι απέρριψε τη δική του εκδοχή που είχε ως εξής: Ότι γνωρίστηκε με κάποιον Πανίκο Λαζάρου (Μ.Κ.12) που ήταν ο υπεύθυνος καφενείου απέναντι από τα διαμερίσματα του καμπαρέ «Illusion», το οποίο καφενείο, επίσης ενοικιάζει ο Γιάννης Θεοδώρου και ότι συναντήθηκε με τον εν λό[*156]γω Πανίκο Λαζάρου κατά το βράδυ της 5/3/05 στο κέντρο Ζικ-Ζακ, οπότε ο ίδιος ρώτησε τον Λαζάρου αν έχει κορίτσια.  Συμφώνησαν τότε να πάει ο εφεσείων στην πανσιόν σε ένα από τα κορίτσια για Λ.Κ.30, αλλά αυτό δεν έπρεπε να το γνωρίζει ο εργοδότης τους Γιάννης Θεοδώρου. Έτσι τον οδήγησε ο Πανίκος Λαζάρου, του άνοιξε και την πόρτα και τον πήρε στο δωμάτιο. Τότε έφτασε και το κορίτσι που τον κάλεσε στα Αγγλικά να μπει μέσα και έτσι συναινετικά, ήρεμα και όμορφα έκαναν έρωτα και αφού τέλειωσε έφυγε χωρίς να συμβεί οτιδήποτε.

Το Κακουργιοδικείο σημειώνοντας ότι τον ισχυρισμό αυτό, δηλαδή για την εμπλοκή του Πανίκου Λαζάρου στην όλη υπόθεση ο εφεσείων τον προέβαλε για πρώτη φορά στο δικαστήριο και για άλλους λόγους που εξηγεί στην απόφαση του, έκρινε αναξιόπιστο τον εφεσείοντα.  Αντίθετα το Κακουργιοδικείο έκρινε την παραπονούμενη  αξιόπιστη.  Καταληκτικά το Κακουργιοδικείο ανέφερε τα εξής:

«Δεχόμαστε ως αληθινές τις αναφορές της Olena γύρω από τις συνθήκες βιασμού της από τον κατηγορούμενο όπως τις περιέγραψε η ίδια. Δεν παρατηρήσαμε οποιεσδήποτε αντιφάσεις των καταθέσεων της με την ένορκη μαρτυρία της. Ούτε και με την αντεξέταση κλονίστηκαν οι θέσεις της και παρέμεινε σταθερή σ’ αυτές μέχρι τέλους. Ότι αρχικά υπεβλήθη στην Olena ως κίνητρο, να πάρει λεφτά από τον κατηγορούμενο και όταν δεν τα πήρε να κινηθεί να τον καταγγείλει, ανετράπη στην συνέχεια από τον ίδιο τον κατηγορούμενο ο οποίος εισάγει ως κίνητρο για την καταγγελία τη συνωμοσία μεταξύ Γιάννη Θεοδώρου και Ζήνωνα Ζήνωνος (ΜΚ14). Οι κοπέλες, όπως ισχυρίστηκε ο κατηγορούμενος κατά την αντεξέταση, έλεγαν ότι τους υπέβαλαν τα αφεντικά τους. Στο σημείο αυτό θα επανέλθουμε αργότερα με περαιτέρω αναφορά κατά την εξέταση της κατηγορίας της απόπειρας βιασμού της Inna Retinska, σε αναφορά με τα όσα η Υπεράσπιση αποδίδει στο Ζήνωνα Ζήνωνος.  Δεχόμαστε την μαρτυρία της Olena στο σύνολο της και κάνουμε ανάλογα ευρήματα.»

Πέραν των πιο πάνω, αφού το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι λόγω της φύσης της υπόθεσης, ως θέμα πρακτικής έπρεπε να εξετάσει κατά πόσο υπάρχει και ενισχυτική μαρτυρία, κατέληξε ότι η μαρτυρία της ενισχύετο και από άλλη ανεξάρτητη μαρτυρία όπως αυτή του αφεντικού της Γιάννη Θεοδώρου, τον οποίο έκρινε αξιόπιστο, και η μαρτυρία του ικανοποιούσε το κριτήριο του πρώτου παραπόνου, όπως διαλαμβάνει το Άρθρο 10 του περί Αποδείξεως [*157]Νόμου, Κεφ. 9. Το ίδιο ενισχυτική κρίθηκε η μαρτυρία του Ιατροδικαστή Σοφοκλέους που ήταν τέτοια που ενίσχυε την εκδοχή της παραπονουμένης ότι έτυχε πίεσης με πηρούνι που κρατούσε ο εφεσείων. Το Κακουργιοδιεκίο βασίστηκε επίσης και στην αξιόπιστη μαρτυρία της γιατρού Νεοφύτας Χρυσάνθου, η οποία επιβεβαίωνε τον ισχυρισμό της  παραπονουμένης ότι κατά το βράδυ της 5/3/05 προς τις 6/3/05 ήταν ασθενής. Το Δικαστήριο έλαβε επίσης υπόψη σε συνδυασμό με το θέμα της αδιαθεσίας της παραπονουμένης, και την ώρα του βιασμού, 6.00 π.μ., που ήταν αφύσικο να έλαβαν χώρα τα γεγονότα όπως ο εφεσείων είχε ισχυρισθεί, δηλαδή σεξουαλική επαφή, με τη συναίνεση της παραπονουμένης μέσα στα πλαίσια συμφωνίας του με τον Πανίκο Λαζάρου να του βρει κοπέλλα και μάλιστα αυτή να αρνηθεί παρά τη δική του εισήγηση να κάνει χρήση προφυλακτικού.

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι η όλη επιχειρηματολογία του εφεσείοντα είναι ότι εσφαλμένα το Κακουργιοδικείο έκρινε την παραπονούμεένη Olena Burlachenco ως αξιόπιστη. Σημειώνουμε ότι η αξιοπιστία του πιο πάνω Πανίκου Λαζάρου αλλά και άλλων μαρτύρων κατηγορίας, δεν προσβάλλεται.

Είναι σαφώς νομολογημένο ότι θέματα αξιοπιστίας μαρτύρων ανήκουν βασικά στο πρωτόδικο δικαστήριο. Στην Παπαδήμας ν. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 251, σελ. 260 με αναφορά και σε προηγούμενη νομολογία λέχθηκαν σχετικά τα ακόλουθα:

«Πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι θέματα αξιολόγησης της μαρτυρίας ανήκουν κατά κύριο λόγο στο πρωτόδικο δικαστήριο και το δικαστήριο τούτο επεμβαίνει μόνο στις αραιές περιπτώσεις που καθιέρωσε η νομολογία η οποία είναι πλούσια στο θέμα αυτό. Αρκούμαστε να αναφερθούμε μόνο σε μερικές (βλ. Kolarski v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 205, 209, Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 104, 120, Α. Κοιλιάρης Λτδ. ν. Επαρχιακού Λειτουργού Εργασίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 194, 202, Γιαννίδης ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 143, 156 και Πετράκης ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 455, 457).

Στην Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) σελ. 120 το θέμα διατυπώθηκε ως εξής από τον Γαβριηλίδη Δ.:

«Οι αρχές με βάση τις οποίες το εφετείο επεμβαίνει, για να ανατρέψει ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου που στηρίζονται στην αξιοπιστία των μαρτύρων που κατέθεσαν ενώπιόν του, έχουν καθιερωθεί με σαφήνεια σε σειρά αποφάσεων του.  [*158]Όπως λέχθηκε επανειλημμένα το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο που έχει την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Αν από τη μαρτυρία που δόθηκε ενώπιον του, τα ευρήματα στα οποία κατέληξε το δικαστήριο ήσαν εύλογα, το Εφετείο δεν επεμβαίνει για να τα ανατρέψει. Επεμβαίνει μόνο στην περίπτωση που τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δε δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, θεωρούμενη στο σύνολό της, ή από τα ίδια τα ευρήματα του. Σε τέτοια περίπτωση, το Εφετείο μπορεί να ανατρέψει τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου και να εξάγει τα δικά του συμπεράσματα από τα πρωταρχικά γεγονότα (βλ. μεταξύ άλλων, Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172, Sedora Enter. ν. Διευθ. Κοιν. Ασφαλίσ. (1990) 2 Α.Α.Δ. 282, Αεροπόρος και Άλλοι ν. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 362, Πέτρου κ.ά. ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 76, Μουζάκης ν. Αστυνομίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 220).»

Εξετάσαμε με προσοχή όλα όσα ανάφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, αλλά δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι η παραπονούμενη Olena Burlachenco που αφορά η 1η κατηγορία, εσφαλμένα κρίθηκε αξιόπιστη. Εφόσον δε ορθά κρίθηκε αξιόπιστη, η κατάληξη του Κακουργιοδικείου ότι αποδεικνύετο η 1η κατηγορία πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας είναι επίσης ορθή.

Αναφορικά με την καταδίκη στις υπόλοιπες κατηγορίες, ο συνήγορος ανέφερε ότι αμφισβητείται και αυτή. Εξήγησε ότι δεν έχει επεκταθεί, αλλά προτίμησε και επικεντρώθηκε στην 1η κατηγορία, στην οποία επιβλήθηκε και η πιο αυστηρή ποινή.

Εξετάσαμε και τις υπόλοιπες κατηγορίες. Αυτό που έχει λεχθεί για την αμφισβήτηση τους είναι τα όσα αναφέρονται στον 10ο λόγο του Διαγράμματος ότι δηλαδή «το δικαστήριο, χωρίς να απορρίπτει μαρτυρία που ενισχύει τη θέση του εφεσείοντα (σελ. 28 της απόφασης) απλώς «βλέπει κάποιο σκεπτικισμό» στην υπόθεση του ξεσκίσματος λαστίχων του αυτοκινήτου του εφεσείοντα. Το θέμα αυτό των λαστίχων του αυτοκινήτου του εφεσείοντα σχετίζεται με τις 2η, 3η, και 4η κατηγορίες δηλαδή το αδίκημα της απόπειρας βιασμού της Inna Retinska, διάρρηξη κατοικίας με σκοπό το βιασμό της ίδιας παραπονουμένης και μεταφορά μάχαιρας, αδικήματα που έλαβαν χώρα στις 14/3/05 περί τις 3.00 π.μ.  Ήταν η εκδοχή της εν λόγω παραπονουμένης ότι σχόλασε περί τις 2.45 (αντί 3.00 που συνήθως σχόλαναν) και πήγε στο διαμέρισμα της στο οποίο [*159]διέμενε με 4 άλλες κοπέλλες που εργάζονται στο ίδιο καμπαρέ. Εισήλθε μόνη στο διαμέρισμα και κλείδωσε την εξώπορτα. Σύντομα μετά άκουσε να κτυπούν την πόρτα και νομιζόμενη ότι ήταν οι άλλες κοπέλλες, την άνοιξε, οπότε αντίκρυσε τον εφεσείοντα. Προσπάθησε να κλείσει την πόρτα αλλά αυτός έβαλε το πόδι του και την εμπόδισε. Τον ρώτησε ποιος ήταν και δεν της απάντησε. Η ίδια κινήθηκε προς την κουζίνα-καθιστικό οπότε την ακολούθησε και ο εφεσείων και αφού πήρε μαχαίρι από τον πάγκο της κουζίνας, της το έβαλε στο λαιμό. Αυτή κάθησε στον καναπέ και ο εφεσείων έπεσε από πάνω της έχοντας το μαχαίρι στο λαιμό της και με το άλλο χέρι άνοιξε το φερμουαρ του παντελονιού με πρόθεση να τη βιάσει. Εκείνη τη στιγμή άνοιξε η πόρτα και εισήλθε ο Γιώργος Γεωργίου (Μ.Κ.13), γκαρσόνι στο ίδιο καμπαρέ που εργαζόταν και η ίδια, στα πλαίσια συνήθους ελέγχου για προστασία των καλλιτέχνιδων. Τότε ο εφεσείων σηκώθηκε από πάνω της και έτρεξε προς την πορτα εξόδου. Ο Γεωργίου προσπάθησε να τον αφοπλίσει αλλά ο εφεσείων πρόλαβε και έφυγε. Ειδοποίησε αμέσως ο Γεωργίου τον εργοδότη του Ζήνωνα Ζήνωνος (Μ.Κ.14). Ο Ζήνωνος κατέθεσε ότι όταν πήγε εκεί είδε στο χώρο στάθμευσης ένα αυτοκίνητο που ήταν ζεστο και έτσι έμεινε στο αυτοκίνητο του και περίμενε να δει ποιού ήταν. Σε λίγο είδε ένα άνδρα, που ήταν ο εφεσείων, να μπαίνει στο αυτοκίνητο και να φεύγει με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Τον ακολούθησε και είδε το αυτοκίνητο του εφεσείοντα να κτυπά επανειλημμένα στο πεζοδρόμιο και να ακινητοποιείται οπότε ο εφεσείων το εγκατέλειψε. Ήταν και για την περίπτωση αυτή η θέση του εφεσείοντα ότι η Inna είχε δεχθεί οικειοθελώς ώστε να του προσφέρει έρωτα επ’ αμοιβή, ενώ τελικά όταν τους βρήκε μαζί ο Γεωργίου, τον κατήγγειλε για βιασμό για να μη φανεί ότι δεχόταν πελάτες εν αγνοία του εργοδότη της.

Το Κακουργιοδικείο δέχθηκε ως αξιόπιστη την Inna αλλά και τον Γεωργίου που είπε ότι όταν εισήλθε στο διαμέρισμα είδε τον εφεσείοντα που κρατούσε μαχαίρι, κάτι που αντικρούει τον ισχυρισμό του εφεσείοντα ότι ήταν εκεί για το σκοπό που ανέφερε, με τη συγκατάθεση της Inna.  Η αξιοπιστία του Γεωργίου δεν προσβάλλεται, αλλά ούτε και της Inna.  Απλώς προσβάλλεται έμμεσα η μαρτυρία του Ζήνωνος που είπε ότι το αυτοκίνητο του εφεσείοντα κτύπησε σε πεζοδρόμιο, ενώ η εκδοχή του τελευταίου ήταν ότι κάποιος του έσχισε τα λάστιχα.  Αναφορικά με τον Ζήνωνος, το Κακουργιοδικείο ανέφερε τα ακόλουθα:

«Είδαμε με κάποιο σκεπτικισμό την αναφορά του Ζήνωνος σε ότι αφορά στο ζήτημα των ελαστικών του αυτοκινήτου του κατηγορουμένου. Διαπιστώνεται από τις σχετικές φωτογραφίες [*160]που λήφθηκαν πως ήταν ξεφούσκωτα. Το επιβεβαίωσαν και μάρτυρες αστυνομικοί που είδαν το αυτοκίνητο. Η εισήγηση που ουσιαστικά προέβαλε ο Ζήνωνος πως τα ελαστικά έσκασαν ή ξεφούσκωσαν από κτυπήματα του αυτοκινήτου στα πεζοδρόμια δεν μας ικανοποιεί. Χωρίς να δεχόμαστε την μαρτυρία του κατηγορουμένου πως είδε κάποιο πρόσωπο να σκίζει τα ελαστικά του αυτοκινήτου του στην παρουσία του Ζήνωνος, ενδέχεται πράγματι τα ελαστικά να καταστράφησαν από κάποιο ώστε να εμποδιστεί ο κατηγορούμενος από του να μετακινήσει το αυτοκίνητο από το μέρος μετά που εγκατέλειψε τρέχοντας την σκηνή.

Ακόμη και αν ο Ζήνωνος είχε γνώση της κακόβουλης καταστροφής των ελαστικών του αυτοκινήτου του κατηγορουμένου και το απέκρυψε από το δικαστήριο θα λέγαμε, πως τούτο δεν θα παρέβλαπτε καταλυτικά την αξιοπιστία του μάρτυρα και δεν θα μας εμπόδιζε από του να αποδεχθούμε την μαρτυρία του επί των άλλων πτυχών της.»

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι το Κακουργιοδικείο παρά το σκεπτικισμό που εξέφρασε αναφορικά με αυτή την πτυχή της μαρτυρίας του Ζήνωνος, γενικά ικανοποιήθηκε ότι στο ουσιώδες μέρος της μαρτυρίας του ο μάρτυρας αυτός κατέθεσε την αλήθεια.  Σύμφωνα με τη νομολογία είναι επιτρεπτό για ένα δικαστήριο να δεχθεί μέρος της μαρτυρίας ενός μάρτυρα και να απορρίψει άλλο.  (βλ. μεταξύ άλλων Georghiades v. Police (1985) 2 C.L.R. 56, 63 και Νικολαΐδης ν. Αστυνομίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 271, 285-286).  Επομένως δεν βρίσκουμε κανένα καλό λόγο για να επέμβουμε στην κατάληξη του δικαστηρίου ότι ο εφεσείων ήταν ένοχος στις κατηγορίες που είναι παραπονούμενη η Inna Retinska αφού υπήρχε και άλλη μαρτυρία εκτός από αυτή του Ζήνωνος.

Τέλος αναφορικά με το αδίκημα της 6ης κατηγορίας που αφορά άσεμνη επίθεση της Tatiana Camburgan σε διαμέρισμα της οδού Ερωφίλης στις 14/3/05, έγινε αποδεκτή από το Κακουργιοδικείο η μαρτυρία της παραπονούμενης ότι ενώ ήταν ξαπλωμένη σε υπνοδωμάτιο που μοιραζόταν με άλλη κοπέλλα, την Tatiana Murascko, άκουσε θόρυβο και αφού άνοιξε η πόρτα εισήλθε στο υπνοδωμάτιο τους ένας άγνωστος άνδρας που ήταν ο εφεσείων. Αυτή έχοντας υπόψη και το επεισόδιο με την Olena, φοβήθηκε και άρχισε να φωνάζει για να ακούσουν οι άλλες κοπέλλες. Ο εφεσείων την πλησίασε και χωρίς να της μιλήσει, την έπιασε από το γόνατο. Αυτή άρχισε να φωνάζει και ο εφεσείων έφυγε με το αυτοκίνητο SK95, όπως επιβεβαίωσε άλλη μάρτυρας η Μ.Κ.15. Η εκδοχή του εφεσεί[*161]οντος, που αποδέχθηκε ότι εισήλθε στο υπνοδωμάτιο, ήταν ότι έπιασε την παραπονούμενη από το γόνατο για να αστειευτεί μαζί της, ισχυρισμό βέβαια που το Κακουργιοδικείο ορθά απέρριψε.  Δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον μας που να ανατρέπει την καταδίκη είτε σε αυτή την κατηγορία είτε στις υπόλοιπες που κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων.

Αναφορικά με την επιβληθείσα ποινή που η σοβαρότερη είναι αυτή των 8 ετών που επιβλήθηκε στην 1η κατηγορία, κρίνουμε ότι δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον μας που να καθιστά την ποινή ως έκδηλα υπερβολική.

Ενόψει όλων των πιο πάνω η έφεση τόσο κατά της καταδίκης όσο και της ποινής απορρίπτεται.

Η έφεση τόσο κατά της καταδίκης, όσο και κατά της ποινής απορρίπτεται.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο