ECLI:CY:AD:2023:B16

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Έφεση Αρ. 117/21)

(σχ. με 118/21)

 

19 Ιανουαρίου, 2023

 

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΨΑΝΑΚΗΣ,

Εφεσείων,

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

---------

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 118/21)

(σχ. με 117/21)

 

ΠΑΨΑΝΑΚΗΣ ΣΩΤΗΡΗΣ ΕΜΠΟΡΙΟ ΠΑΛΑΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΛΤΔ,

Εφεσείουσα,

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

 

------------------

 

Μ. Καούλας για Δημητρίου & Δημητρίου ΔΕΠΕ, για τους εφεσείοντες και στις δύο εφέσεις.

Στ. Στυλιανού (κα) για Μ. Πάσιη (κα), για την εφεσίβλητη και στις δύο εφέσεις.

 

 

T.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.

 

---------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (Δια Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας και Υπουργείου Εργασίας και Τμήματος Πολεοδομίας) κ.α. ν. Λ.Ι.Κ. κ.α., Πολ. Εφ. Αρ. 142/19 κ.α., 21.9.2022, ECLI:CY:AD:2022:A353 ότι:

 

«Oυδείς νοήμων άνθρωπος μπορεί να έχει οποιαδήποτε αμφιβολία για την αξία του περιβάλλοντος και την ανάγκη  προστασίας του,…»

 

Στην ίδια υπόθεση λέχθηκαν περαιτέρω τα ακόλουθα:

«Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει προ πολλού αναγνωρίσει το αυτονόητο ότι «το φυσικό περιβάλλον είναι άρρηκτα συνυφασμένο με το δικαίωμα στη ζωή» (Δημοκρατία v. Κοινότητα Πυργών (1996) 3 Α.Α.Δ. 503). Πολύ πρόσφατα, με αφορμή την ποινική πτυχή του προβλήματος, διακήρυξε ότι «η αυστηρή τιμωρία και η αυστηρή αντιμετώπιση εγκλημάτων που καταστρέφουν ή επιβαρύνουν το φυσικό περιβάλλον αποτελεί ύψιστο καθήκον των δικαστηρίων» (Χρυσόστομος Ιωακείμ v. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. Αρ. 144/2021, ημερ. 26.7.2022, ECLI:CY:AD:2022:B333)

 

          Η ανάγκη για προστασία του φυσικού περιβάλλοντος ορθά έχει καθοδηγήσει τον νομοθέτη ώστε με τους περί Αποβλήτων Νόμους του 2011 έως 2022, Ν. 185(()/2011 ως τροποποιήθηκε (εν τοις εφεξής «ο Νόμος»), να προβλέψει ιδιαίτερα αυστηρές ποινές.  Ειδικότερα για το αδίκημα της παραλαβής και αποθήκευσης μεταλλικών αποβλήτων άνευ εξασφαλίσεως άδειας διαχείρισης αποβλήτων από την αρμόδια Αρχή προβλέπονται ως μέγιστες ποινές η ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια και/ή η χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €500.000 (Άρθρο 49(1)(α)(i) και 49(1)(β)). 

 

Οι εφεσείοντες παραδέχθηκαν την κατηγορία αυτή και το πρωτόδικο δικαστήριο τους επέβαλε την ίδια ποινή, ήτοι €12.000 εις έκαστον, για την ίδια πράξη. 

 

Ακολούθησε η παρούσα έφεση με την οποία οι ποινές προσβάλλονται ως έκδηλα υπερβολικές, υπό το φως των συγκεκριμένων περιστατικών της υπόθεσης.  Ιδιαίτερα για τον εφεσείοντα στην έφεση αρ. 117/21 («ο εφεσείων») προβάλλεται ότι το δικαστήριο δεν αναφέρθηκε καθόλου στις προσωπικές του περιστάσεις.  Παρόμοιο παράπονο υποβάλλεται και σε σχέση με την εφεσείουσα στην έφεση αρ. 118/21 («η εφεσείουσα»), εφόσον αναφέρεται ότι το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τις οικονομικές της δυσκολίες και τις δυσμενείς επιπτώσεις που θα έχει το ύψος της ποινής στην ίδια την επιβίωση της. 

 

Όπως εξαρχής τονίσαμε, η σημασία της τήρησης του Νόμου είναι δεδομένη, όπως δεδομένη είναι και η ανάγκη επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, όπως τούτη προκύπτει από τα όρια των προβλεπομένων ποινών, όσο και από την απαξία που χαρακτηρίζει επιβαρυντικές για το περιβάλλον πράξεις. 

 

Η επιβολή όμως ποινής θα πρέπει να γίνεται με βάση τα συγκεκριμένα γεγονότα κάθε υπόθεσης και λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορούμενου, στο βαθμό που επιβάλλεται.   Στην παρούσα υπόθεση κρίνουμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο καθοδηγήθηκε κατά τρόπο δυσανάλογο από την ανάγκη επιβολής αυστηρής ποινής και από το προβλεπόμενο όριο ποινών, χωρίς να δώσει τη δέουσα σημασία στα συγκεκριμένα γεγονότα της υπόθεσης, αλλά και χωρίς να λάβει υπόψη καθόλου τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα.

 

Η εναπόθεση των μεταλλικών αποβλήτων στις εγκαταστάσεις τους γινόταν για 2-3 ημέρες μέχρι να μαζευτούν και να μεταφερθούν σε αδειοδοτημένες για αποθήκευση εγκαταστάσεις στη Λεμεσό.  Υπό αυτές τις ιδιαίτερες, όπως τις χαρακτήρισε το πρωτόδικο δικαστήριο, περιστάσεις, το κύριο χαρακτηριστικό ήταν, όπως δέχθηκε το δικαστήριο, ότι:

 

«…η παράνομη συμπεριφορά των εφεσειόντων δεν φαίνεται να επηρέασε το φυσικό περιβάλλον, παράγοντα τον οποίο ουσιαστικά διαφυλάττει ο επίδικος Νόμος.» 

 

Επίσης καταγράφονται στην προσβαλλόμενη απόφαση τα ακόλουθα:

«Ναι μεν οι κατηγορούμενοι έχουν καταδικαστεί προ τετραετίας  σήμερα εμφανίζονται ενώπιον μου συμμορφωμένοι και χωρίς να έχουν μολύνει το περιβάλλον.  Φαίνεται δηλαδή να έχουν διαφυλαχθεί τα όσα ο περί Αποβλήτων Νόμος επιχειρεί να διαφυλάξει

 

Σημειώνουμε επιπλέον ότι η αναφορά σε προηγούμενη καταδίκη έγινε χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση. Τα πρακτικά αποκαλύπτουν ότι η εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής απλώς ανέφερε προς το δικαστήριο ότι υπάρχει προηγούμενη καταδίκη.  Δεν ανέφερε ούτε το αδίκημα, ούτε την ποινή που επιβλήθηκε.  Αλλ’  ούτε και ρωτήθηκαν οι εφεσείοντες κατά πόσον αποδέχονται την ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης.  Σε δικό μας πλέον ερώτημα η απάντηση ήταν ότι επρόκειτο «€300 χρηματική ποινή επί του ιδίου Νόμου», ποσό που υποδηλώνει ότι δεν επρόκειτο για σοβαρή παραβίαση. 

 

Εν πάση περιπτώσει το πρώτο δεδομένο είναι ότι δεν επηρεάστηκε το φυσικό περιβάλλον.  Δεύτερον, υπήρξε συμμόρφωση και παραδοχή.  Περαιτέρω, ουδεμία αναφορά έγινε στις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, από τις οποίες θα περιοριστούμε, χάριν προστασίας προσωπικών δεδομένων, να αναφέρουμε πως είναι οικογενειάρχης 58 ετών. 

 

Τέλος, σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, όπου προκύπτει ότι ο εφεσείων, ιδρυτής της εφεσείουσας εταιρείας, είναι το πρόσωπο που θα υποστεί την οικονομική επιβάρυνση από την επιβολή ποινής στην εταιρεία του, η νομολογία υποδεικνύει ότι σε περιπτώσεις μικρών, προσωπικών εταιρειών, όπως προκύπτει ότι ήταν εν προκειμένω η εφεσείουσα, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο κίνδυνος επιβολής, στην πραγματικότητα, διπλής τιμωρίας.  Από την άλλη είναι σημαντικό δια της επιβολής προστίμου στο φυσικό πρόσωπο να μην διαγράφεται η προσωπική του ευθύνη και να μετατίθεται στο νομικό πρόσωπο.  Η ορθή προσέγγιση είναι σε πρώτο στάδιο να καθορίζεται η χρηματική ποινή που αρμόζει και ακολούθως αυτή να κατανέμεται μεταξύ της εταιρείας και του διευθυντή (Rollco Screw and Rivet Co. Ltd [1999] 2 Cr.App.R.(S) 455).[1]  Στην τελευταία αυτή απόφαση ως η αρμόζουσα συνολική ποινή καθορίστηκε το ποσό των £50.000 το οποίο κατανεμήθηκε μεταξύ της μικρής και προσωπικής εταιρείας και των δύο διευθυντών της, πατέρα και γιου, σε £40.000 και £10.000 αντιστοίχως.

 

Εν προκειμένω κρίνουμε ότι το ποσό ήταν ως σύνολο υπέρμετρα υπερβολικό, εφόσον, όπως το δικαστήριο αναγνώρισε, το φυσικό περιβάλλον δεν επηρεάστηκε.  Αυτό είναι το ιδιαίτερο στοιχείο.  Πέραν τούτου υπήρξε συμμόρφωση και παραδοχή.  Από την άλλη, η αυστηρή τήρηση του Νόμου προβάλλει αναγκαία εν πάση περιπτώσει.

 

Υπό το σύνολο των περιστάσεων το αρμόζον συνολικά πρόστιμο καθορίζεται στο ποσό των €15.000, το οποίο κατανέμεται μεταξύ της εφεσείουσας εταιρείας και του εφεσείοντα σε €10.000 και €5.000 αντιστοίχως.

 

                                                          Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

                                                          Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.

 

                                                          Στ. Χατζηγιάννη, Δ.

/φκ



[1] Δέστε και τις R. v. Western Trading and another [2020] EWCA Crim 1234, Sutton and another v. Norwich City Council [2020] UKUT 90 (LC).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο