(2009) 3 ΑΑΔ 149

[*149]2 Απριλίου, 2009

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΔΩΡΑ ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΥΠΠΑ,

Εφεσείουσα - Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Εφεσιβλήτου - Καθ’ ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 151/2006)

 

Έννομο Συμφέρον ― Αιτητή πολεοδομικής άδειας να προσβάλει την χορήγησή της υπό όρους, τους οποίους όμως κατά την διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης της άδειας είχε με την ενεργό συμπεριφορά του αποδεχθεί.

Η εφεσείουσα αμφισβήτησε  με την έφεσή της, την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της κατά της χορήγησης πολεοδομικής άδειας υπό όρους μετά και από άσκηση της σχετικής ιεραρχικής προσφυγής.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Για να μπορεί να εξετασθεί θέμα νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης προέχει η διατήρηση εννόμου συμφέροντος.  Τούτο όμως δεν μπορούσε να υπάρχει εφ’ όσον η ίδια η Εφεσείουσα μέσω του αρχιτέκτονά της είχε, με την υποβολή σχεδίων, συμφωνήσει στους εν λόγω όρους, έστω και αν είχαν προέλθει από την Πολεοδομική Αρχή, και μάλιστα με τρόπο που τους καθιστούσε πλέον μέρος της δικής της πρότασης, αποκλείοντας έτσι εαυτήν από την περαιτέρω δυνατότητα αμφισβήτησης της νομιμότητάς τους. Δεν μπορεί τώρα το Δικαστήριο να εξετάζει αν καλώς ή κακώς είχε πράξει η Εφεσείουσα μέσω του αρχιτέκτονά της, αφού το θέμα αφορούσε την ίδια και μόνο.  Αν η Εφεσείουσα δεν ήταν διατεθειμένη να δε[*150]χθεί τους προταθέντες όρους θα μπορούσε να υπέβαλλε τα σχέδιά της χωρίς αυτούς και, αν η αίτησή της απερρίπτετο, τότε να προσέβαλλε την εμμονή της διοίκησης στους εν λόγω όρους αν τους θεωρούσε, όπως ισχυρίζεται τώρα, παράνομους.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Κωνσταντινίδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 418/05), ημερ. 28.9.06.

Μ. Κυριακίδης, για την Εφεσείουσα.

Δ. Λυσάνδρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Δ. Χατζηχαμπή.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ένα είναι το θέμα που εγείρεται στην έφεση, η ορθότητα απόφασης αδελφού μας Δικαστή ο οποίος, αποδεχόμενος σχετική προδικαστική ένσταση της Δημοκρατίας, απέρριψε προσφυγή της Εφεσείουσας στη βάση ότι αυτή δεν ενομιμοποιείτο να προσβάλει απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής με την οποία απερρίφθη ιεραρχική προσφυγή της Εφεσείουσας εναντίον όρων τους οποίους η Πολεοδομική Αρχή είχε περιλάβει στην πολεοδομική άδεια την οποία εξέδωσε κατόπιν αίτησης της Εφεσείουσας.

Το ιστορικό των εν λόγω όρων συνίστατο στο ότι ο αρχιτέκτονας της Εφεσείουσας, τον οποίο αυτή είχε ορίσει ως αντιπρόσωπο της, στα χωροταξικά σχέδια τα οποία υπέβαλε στα πλαίσια της αίτησης για πολεοδομική άδεια, περιέλαβε τους επίδικους όρους τους οποίους και είχε εισηγηθεί η Πολεοδομική Αρχή υιοθετώντας το αντίστοιχο χωρομετρικό σχέδιο της.  Αυτά τα σχέδια ήταν που εγκρίθησαν για σκοπούς της πολεοδομικής άδειας, σε αυτά παραπέμπουν δε και οι επίδικοι όροι της, ώστε σχέδια και όροι να συσχετίζονται και να συνδέονται ευθέως. Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία στο περίγραμμα του αναλύει σε λεπτομέρεια τα σχέδια τα οποία υπεβλήθησαν από την Εφεσείουσα για να καταδείξει ότι, τόσο στα αρχικώς με την αίτηση κατατεθέντα όσο και [*151]ιδιαιτέρως στα ακολούθως κατατεθέντα σε αντικατάσταση άλλων που δεν έγιναν αποδεκτά, υπήρχε πλήρης συσχετισμός προς το χωρομετρικό σχέδιο της Πολεοδομικής Αρχής στη βάση του οποίου και επεβλήθησαν οι επίδικοι όροι.

Ο αδελφός μας Δικαστής είχε να πει τα ακόλουθα για να καταλήξει στην απόφασή του:

«Αναδεικνύεται συνεπώς ως το ουσιώδες το κατά πόσο, με την υποβολή του χωροταξικού σχεδίου, η αιτήτρια στην πραγματικότητα ζήτησε την έκδοση άδειας υπό τους επιβληθέντες όρους. Αυτό προκύπτει και από τις ίδιες τις θέσεις της αιτήτριας αφού αποδίδει την ετοιμασία του στις υποδείξεις της Πολεοδομικής Αρχής. Μπροστά σε τέτοιες υποδείξεις αντί αντίδρασης ή άρνησης υποβλήθηκε το χωροταξικό σχέδιο στη βάση του οποίου, παραδεκτώς πλέον, τέθηκαν οι όροι. Δεν μπορούσε, άλλωστε, κάτω από τις περιστάσεις, να είχε άλλο νόημα η υποβολή του ή να αναμενόταν έκδοση πολεοδομικής άδειας υπό όρους άλλους, ευμενέστερους από όσα το χωροταξικό σχέδιο περιλάμβανε.  Το οποίο ευθέως έδειχνε και τι η αιτήτρια θα έκαμνε, ασφαλώς με δικές της δαπάνες αφού και αυτά αφορούσαν μέρος της συνολικής ανάπτυξης που προτεινόταν στο χωροταξικό σχέδιο αλλά και τι θα περιερχόταν στο δημόσιο, ως προσδιοριζόμενο σε δρόμο, πεζοδρόμιο, πεζόδρομους και κατά μήκος αυτών, κυρίως στη ζώνη προστασίας της παραλίας, δημόσιο χώρο πρασίνου.  Πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Rutter κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 316, είναι χαρακτηριστική. Εκεί υπήρχε σχέδιο από Τεχνολόγο-Τοπογράφο που περιλάμβανε, εκ μέρους των εφεσειόντων, τη γραμμή που θα όριζε δημόσιο δρόμο, σε βάρος του κτήματός τους.  Παραθέτω την κατάληξη επί του θέματος:

‘Είναι παραδεκτό από τους εφεσείοντες ότι το προαναφερόμενο σχέδιο υποβλήθηκε, εκ μέρους τους (από τον τοπογράφο δηλαδή τον οποίο διόρισε ο αρχιτέκτονας των εφεσειόντων), στο στάδιο των διαβουλεύσεων που γίνονταν μεταξύ εφεσειόντων και εφεσιβλήτων, κατά τον ουσιώδη χρόνο της μελέτης και συζήτησης της πολεοδομικής αίτησης που είχαν υποβάλει οι εφεσείοντες και των όρων που πιθανόν να τους επιβάλλονταν συναφώς.

Οι ισχυρισμοί των εφεσειόντων ότι το σχέδιο αυτό δεν συνιστά, στην ουσία, συγκατάθεση τους για παραχώρηση μέρους του τεμαχίου τους για το μελλοντικό δρόμο (σύμφωνα [*152]με τον όρο που τελικά τους επιβλήθηκε) δεν μας βρίσκει σύμφωνους, εφόσον το σχέδιο υποβλήθηκε για λογαριασμό τους, στα πλαίσια των διαβουλεύσεων για έγκριση της πολεοδομικής τους αίτησης, η οποία, στη βάση των δεδομένων που είχαν οι εφεσίβλητοι ενώπιόν τους, τελικά εγκρίθηκε.

Όσον αφορά τις νύξεις που έγιναν αναφορικά με μη ορθό ή παράτυπο τρόπο με τον οποίο πείσθηκαν οι αντιπρόσωποι των εφεσειόντων, από τους εφεσίβλητους, να υποβάλουν το προαναφερόμενο σχέδιο, παρατηρούμε ότι αυτές παρέμειναν ατεκμηρίωτες εφόσον δεν τέθηκε οτιδήποτε ενώπιον του δικαστηρίου που να τις υποστηρίζει.’»

Η Εφεσείουσα δεν αμφισβητεί την αρχή ότι μπορεί να υπάρξει συναίνεση στην επιβολή όρων στην πολεοδομική άδεια ώστε να εμποδίζεται στη συνέχεια η προσβολή τους, ελλείψει έτσι εννόμου συμφέροντος προς τούτο. Είναι όμως η βασική της θέση ότι, καθ΄όσον η Πολεοδομική Αρχή δεν μπορεί να επιβάλει όρους που δεν περιλαμβάνονται στις εξουσίες της ή βάσει εξουσίας παρεχόμενης εκτός του νομοθετικού πλαισίου, δεν ήταν δυνατό για την Εφεσείουσα νομίμως να συναινέσει σε τέτοιους όρους.  Είναι δε περαιτέρω η εισήγηση της ότι, όχι μόνο οι επίδικοι όροι ήσαν αχρείαστοι και παράλογοι, αλλά και οι πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής στην οποία εβασίσθησαν ήσαν εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του νόμου.  Και επίσης, ότι οι εν λόγω όροι εν πάση περιπτώσει παραβιάζουν το δικαίωμα ιδιοκτησίας της Εφεσείουσας δυνάμει του Άρθρου 23 του Συντάγματος.  Επιχειρηματολογεί δε υποστηρίζοντας ότι η πλάνη τόσο της Πολεοδομικής Αρχής όσο και του Αρχιτέκτονα της Εφεσείουσας ότι οι εν λόγω όροι μπορούσαν νομίμως να επιβληθούν δεν επηρεάζει το δικαίωμα της να αμφισβητήσει τη νομιμότητά τους. 

Οι εισηγήσεις της Εφεσείουσας παραγνωρίζουν την ουσία του πράγματος και ανατρέπουν τις διαστάσεις του.  Για να μπορεί να εξετασθεί θέμα νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης προέχει η διατήρηση εννόμου συμφέροντος.  Τούτο όμως δεν μπορούσε να υπάρχει εφ΄όσον η ίδια η Εφεσείουσα μέσω του αρχιτέκτονα της είχε, με την υποβολή των σχεδίων, συμφωνήσει στους εν λόγω όρους, έστω και αν είχαν προέλθει από την Πολεοδομική Αρχή, και μάλιστα με τρόπο που τους καθιστούσε πλέον μέρος της δικής της πρότασης, αποκλείοντας έτσι εαυτήν από την περαιτέρω δυνατότητα αμφισβήτησης της νομιμότητας τους.  Δεν μπορεί τώρα το Δικαστήριο να εξετάζει αν καλώς ή κακώς είχε πράξει η Εφεσείουσα μέσω του αρχιτέκτονά της, αφού το θέμα αφορούσε την [*153]ίδια και μόνο.  Αν η Εφεσείουσα δεν ήταν διατεθειμένη να δεχθεί τους προταθέντες όρους θα μπορούσε να υπέβαλλε τα σχέδια της χωρίς αυτούς και, αν η αίτησή της απερρίπτετο, τότε να προσέβαλλε την εμμονή της διοίκησης στους εν λόγω όρους αν τους θεωρούσε, όπως ισχυρίζεται τώρα, παράνομους.

Η νομολογία, στην οποία εβασίσθη και ο αδελφός μας Δικαστής, εκφράζει θεμελιακή και πάγια αρχή εφαρμοζόμενη και στην προκειμένη περίπτωση.

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Η Εφεσείουσα θα καταβάλει €2000 έξοδα στη Δημοκρατία.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο