(1997) 4 ΑΑΔ 173
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 174/94
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 146, 23, 26 και 28 του Συντάγματος.
Μεταξύ
:ARMONIA ESTATES LTD
Αιτητώ ν
- και -
Συμβουλίου Βελτιώσεως Τάλας
Καθού η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 23.1.1997ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
:Για τους αιτητές : Α. Σ. Αγγελίδης.
Για το καθού η αίτηση : Α. Ευσταθίου.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος 1 : Λ. Κυθραιώτης.
Για τα ενδιαφερόμενα μέρη 2 και 3: Μ. Κυπριανού.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές στην παρούσα προσφυγή ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:
“1. Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα η άδεια οικοδομής που ο καθ΄ ου εξέδωσε την 17.1.94 στο φάκελλο Β320/93 στους Ιωάννη Γ. Περικλέους, Ανδρέα Ιωάννου Γεωργίου και Ελένη Νεοφύτου Στυλιανού αναφορικά προς νέο οικοδομικό συγκρότημα στο τεμ. 15 Φ/ΣΧ. 45/43 στη Τάλα, ως έκδηλα παράνομη και/ή πλήττουσα συνταγματικά δικαιώματα των αιτητών.”
Στη γραπτή τους ένσταση οι καθών η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση και ισχυρίζονται ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την απόφαση των καθών η αίτηση καθότι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων 1972 και/ή δεν νομιμοποιούνται στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
Συνοπτικά τα γεγονότα τα οποία οδήγησαν τους αιτητές στην καταχώρηση της προσφυγής αυτής είναι τα ακόλουθα:
Οι αιτητές είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Με πλήρη συμμόρφωση προς τις οδηγίες και αποφάσεις των αρμοδίων Αρχών κατασκεύασε οικοδομικό έργο στο χωριό Τάλα της Επαρχίας Πάφου γνωστό σαν Stephanie Gardens.
Στις 2.4.1992 υποβλήθηκε από τα ενδιαφερόμενα μέρη αίτηση στην Πολεοδομική Αρχή με την οποία εζητείτο η εξασφάλιση άδειας για την ανάπτυξη του Τεμαχίου 15 Φ/ΣΧ. 45/43 με οργανωμένη οικιστική ανάπτυξη. Η Πολεοδομική Αρχή τελικά στις 21.10.1992 χορήγησε την αιτούμενη άδεια με βάση το νομικό καθεστώς που ίσχυε στις 22.7.1992, ημερομηνία που τα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν τροποποιητικά σχέδια όπως τους είχε ζητηθεί.
Οι αιτητές, για τη χορήγηση αυτής της Πολεοδομικής Άδειας, διαμαρτηρήθησαν δι΄ επιστολής, αλλά δεν έλαβαν κανένα άλλο νομικό μέτρο. Ακολούθως η αρμοδία Αρχή εξέδωσε την άδεια οικοδομής την 17.1.1994.
Εναντίον αυτής της απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Θεωρώ σκόπιμο όπως επιληφθώ της προδικαστικής ένστασης η οποία εάν γίνει δεκτή θα κρίνει την τύχη ολόκληρης της προσφυγής. Όπως ανέφερα στην αρχή της απόφασης η προβαλλόμενη από τους καθών η αίτηση προδικαστική ένσταση αφορά αυτή ταύτη τη νομιμοποίηση των αιτητών στην έγερση της προσφυγής, γιατί, κατά τους ισχυρισμούς τους, οι αιτητές στερούνται του εννόμου συμφέροντος που απαιτείται από το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος.
Έννομο είναι το συμφέρον που όχι μόνο δεν αντίκειται στο δίκαιο, αλλά και αναγνωρίζεται από αυτό ως άξιο έννομης προστασίας. Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο, δηλαδή να ανήκει απ΄ ευθείας στον ασκούντα το ένδικο βοήθημα και όχι σε τρίτο πρόσωπο. Επίσης το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι παρόν (ενεστώς), δηλαδή υπαρκτό κατά το χρόνο ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος. “Παρόν” όμως θεωρείται και το συμφέρον που απειλείται με βεβαιότητα στο άμεσο μέλλον (Βλέπε: Π. Δ. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Δεύτερη Έκδοση, αναθεωρημένη και συμπληρωμένη, 1994, παραγρ. 537-545.)
Στο ίδιο σύγγραμμα του Δαγτόγλου (ανωτέρω) επιχειρείται η διάκριση ως προς το βαθμό απόδειξης του εννόμου συμφέροντος μεταξύ της περίπτωσης εκείνου στον οποίο αφορά η προσβαλλόμενη πράξη και εκείνου τον οποίο δεν αφορά η προσβαλλόμενη πράξη. Σύμφωνα με τις παραγράφους 551-555:
“Η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος τεκμαίρεται από τον ίδιο το νόμο αν η αίτηση ακυρώσεως ασκείται από αυτόν τον οποίο ‘αφορά’ η προσβαλλόμενη πράξη, αυτόν δηλαδή στον οποίο απευθύνεται ονομαστικώς ή υπό την ιδιότητα του ως ιδιοκτήτη συγκεκριμένου ακινήτου ή οχήματος .... Αντιθέτως, εκείνος τον οποίο δεν ‘αφορά’ η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει πάντοτε να πιθανολογήσει έννομο συμφέρον .... Όταν ο αιτών δεν είναι ο αποδέκτης της πράξεως, αλλά τρίτος, πρέπει να ισχυρισθεί ευλόγως ότι εντούτοις θίγονται δικά του συμφέροντα. Στην περίπτωση αυτήν πρέπει να γίνει διάκριση ανάλογη με τον ευμενή ή δυσμενή για τον αποδέκτη της χαρακτήρα της πράξεως.
Ευμενείς για τον αποδέκτη τους πράξεις μπορεί να έχουν δυσμενή αποτελέσματα για τρίτους, τα συμφέροντα των οποίων βρίσκονται αντικειμενικά σε άμεση αντίθεση με τα συμφέροντα του αποδέκτη της ευμενούς πράξεως. Τις πράξεις αυτές έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλλουν οι τρίτοι με την αιτιολογία της αντικειμενικής παρανομίας. Έτσι π.χ. γείτονες ενός ακινήτου για το οποίο εγκρίθηκε η εγκατάσταση εργοστασίου ή λειτουργία επιχειρήσεως, οι επιχειρηματικοί ή επαγγελματικοί ανταγωνιστές του αποδέκτη μιας άδειας λειτουργίας επιχειρήσεως ή ασκήσεως επαγγέλματος, οι συνυποψήφιοι κατά την κατάληψη μιας θέσεως ή την παραχώρηση ενός προνομίου, οι συμμετέχοντες σε μια δημοπρασία κοκ έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλουν την ευμενή για τον αποδέκτη της πράξη (οικοδομική άδεια, άδεια εγκαταστάσεως βιομηχανίας, λειτουργίας επιχειρήσεως, ασκήσεως επαγγέλματος, διορισμό σε δημόσια θέση, παραχώρηση ενός προνομίου, κατακύρωση δημοπρασίας κοκ).
Δυσμενείς για τον αποδέκτη τους πράξεις θεμελιώνουν το έννομο συμφέρον του αποδέκτη για την προσβολή τους. Έννομο συμφέρον μπορεί όμως, να έχουν και τρίτοι, στους οποίους επεκτείνεται ή επιρρίπτεται το δυσμενές αποτέλεσμα της προσβαλλόμενης πράξεως.”
Το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος διέπει το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος το οποίο είναι ανάλογο με την αντίστοιχη ελληνική νομοθετική διάταξη του άρθρου 48 του Νόμου 3713/1928. (Βλέπε
Neophytou v. Republic (1964) CLR 280, 292, Chrysostomides ν. The Greek Communal Chamber (1964) CLR 397 και Papasavvas v. Republic (1967) 3 CLR 111).Έχει νομολογηθεί ότι το συμφέρον που απαιτείται από το Άρθρο 146.2 για τη νομιμοποίηση προσώπου να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο πρέπει να έχει νομικό έρεισμα. (Βλέπε: K. & M. (Transport) Ltd. v. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, Α.Ε. 1233, ημερομηνίας 18.5.1995).
Η προσβαλλόμενη πράξη δεν αφορά άμεσα την αιτήτρια εταιρεία. Προκύπτει επομένως το ερώτημα κατά πόσο έχει πιθανολογήσει έννομο συμφέρον με το να ισχυρισθεί ότι θίγονται δικά της συμφέροντα. (Βλέπε Δαγτόγλου, παράγρ. 551, 553 ανωτέρω). Θεωρώ ότι για την επίλυση του επίδικου ερωτήματος πρέπει να ανατρέξουμε στους ισχυρισμούς της αιτήτριας. Το πρώτο νομικό σημείο στην προσφυγή που κατέθεσε η αιτήρια εταιρεία αναφέρει:
“α. Η απόφαση παραβλάπτει συνταγματικά προστατευόμενα δικαιώματα των αιτητών.”
Η παράγραφος 4 δε των γεγονότων που παραθέτει η αιτήτρια εταιρεία αναφέρει:
“4. Είναι φανερό ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη προωθούν την υλοποίηση της κατασκευής που θα επιφέρει τις βλαπτικές συνέπειες στους καθ΄ων και σ΄ όσους έχουν αγοράσει από αυτούς υποστατικά.”
Προφανώς με τη φράση “στους καθ΄ ων” νοείται ότι αναφέρεται στην αιτήτρια εταιρεία.
Όσον αφορά αυτούς που αναφέρονται στα γεγονότα της προσφυγής “σ΄ όσους έχουν αγοράσει από αυτούς (την αιτήτρια εταιρεία) υποστατικά” η αιτήτρια εταιρεία δεν νομιμοποιείται γιατί δεν έχει “ίδιο ενεστώς συμφέρον”. Για τη θεμελίωση της νομιμοποιήσεως απαιτείται να αποδειχθεί ότι το θιγόμενο έννομο συμφέρον ανήκει πράγματι στον ασκούντα το ένδικο μέσο (ενεργητική νομιμοποίηση) και ότι εθίγη πράγματι από την εναγομένη διοίκηση (παθητική νομιμοποίηση). Επομένως, η νομιμοποίηση ανήκει στην ουσιαστική θεμελίωση της προσφυγής και η έλλειψή της καθιστά το ένδικο μέσο όχι απαράδεκτο, αλλά αβάσιμο. (Βλέπε Δαγτόγλου (ανωτέρω) παράγρ. 549).
Κατά το Π. Δ. Δαγτόγλου
, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, τόμος Γ΄1, Έκδοση 1981, στη σελίδα 258, “η δεύτερη κατηγορία περιπτώσεων που απαιτείται ειδική πιθανολόγηση του εννόμου συμφέροντος του αιτούντος αφορά τις πράξεις που απευθύνονται σε πρόσωπο άλλο από τον αιτούντα. Όταν ο αιτών δεν είναι ο αποδέκτης της πράξεως, αλλά τρίτος, πρέπει να ισχυρισθεί ευλόγως ότι εντούτοις θίγονταν δικά του συμφέροντα...”.Εκείνο το οποίο θα πρέπει να εξετασθεί στην παρούσα περίπτωση είναι αν η ευμενής για τον αποδέκτη της (ενδιαφερόμενα μέρη) πράξη έχει όντως δυσμενή αποτελέσματα για την αιτήτρια εταιρεία.
Όσον αφορά το πιο πάνω ερώτημα η αιτήτρια εταιρεία εντελώς αόριστα αναφέρει ότι η υλοποίηση της σχετικής άδειας οικοδομής θα επιφέρει βλαπτικές συνέπειες σ΄ αυτή και σ΄ όσους έχουν αγοράσει απ΄ αυτήν υποστατικά. Δεν εξειδικεύεται ούτε στη γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου δικηγόρου της αιτήτριας από πού θα προκληθούν αυτές οι βλαπτικές συνέπειες και φυσικά ποιες θα είναι αυτές. Δεν εξειδικεύονται, ούτε καν έμμεσα αναφέρονται, αυτές οι βλαπτικές συνέπειες από την οικοδόμηση μιας οργανωμένης οικιστικής ανάπτυξης.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω λεχθέντα κρίνω ότι η αιτήτρια εταιρεία δεν έχει πιθανολογήσει έννομο συμφέρον μέσα στην έννοια του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος και κατά συνέπεια δεν νομιμοποιείται στην έγερση της παρούσας προσφυγής η οποία είναι εκ των πραγμάτων αβάσιμη.
Η προσφυγή ως εκ τούτου αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα τα οποία να υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΧΤΘ