ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1978/2006)

 

29 Φεβρουαρίου 2008

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΑΡΙΑ ΜΑΥΡΟΥΔΗ,

Αιτήτρια,

- ΚΑΙ -

 

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Α. Κυπρίζογλου, για την Αιτήτρια.

Μ. Μιχαήλ, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Καμιά εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

---------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

            ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Το Κοινοτικό Συμβούλιο Επισκοπής – καθ΄ ων η αίτηση – προκήρυξε προσφορές για την περίοδο 2006-2009 για την εκμετάλλευση των σχετικών σχολικών κυλικείων ενόψει της λήξης των προηγούμενων συμβάσεων τον Αύγουστο του 2006.  Σχετική ανακοίνωση δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο τύπο στις 14.6.06 δίνοντας προθεσμία για την υποβολή των προσφορών μέχρι τις 14.7.06.  Οι προσφορές προκηρύχθηκαν στη βάση σχετικών εγγράφων που περιλάμβαναν οδηγίες προς τους πιθανούς προσφοροδότες, το έντυπο της προσφοράς, το έντυπο για κατάθεση τραπεζικής εγγύησης και τους όρους του προτεινόμενου συμβολαίου. 

 

            Οι καθ΄ ων συνεδρίασαν στα γραφεία τους στις 31.7.06 όπου αφού οι προσφορές που κατατέθηκαν ανοίχθηκαν και  ελέγχθηκαν ότι περιείχαν τα αναγκαία πιστοποιητικά για το είδος αυτό των προσφορών, δηλαδή την εκμετάλλευση σχολικών κυλικείων, διαπιστώθηκε ότι μόνο δύο προσφορές είχαν γίνει, μία από την αιτήτρια και μία από το ενδιαφερόμενο μέρος προς το οποίο και κατακυρώθηκε τελικώς η προσφορά παρά το γεγονός ότι η προσφορά αυτή ήταν κατά £2 λιγότερη ανά μαθητή από την προσφορά της αιτήτριας.  Η προσφορά κατακυρώθηκε μετά από σχετική ψηφοφορία και αφού το κάθε μέλος είχε την ευκαιρία να εκφράσει τις απόψεις του.  Όπως παρουσιάζεται από τα πρακτικά που τηρήθηκαν με αριθμό 2/06, παρόντα ήταν έξι μέλη, απουσίαζαν δε δύο, από δε τα παρόντα μέλη ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος τάχθηκαν υπέρ της αιτήτριας λόγω του ότι ήταν πιο ψηλή η προσφορά της, ενώ τα υπόλοιπα μέλη υποστήριξαν την κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος Χριστίνα Χρυσοστόμου, θεωρώντας ότι  εξυπηρετούσε τους μαθητές χωρίς να είχε δημιουργηθεί πρόβλημα στη δουλειά της.  Όπως παρουσιάζεται από το πρακτικό οι καθ΄ ων χρησιμοποίησαν τον όρο της παρ. 9.1 των προσφορών σύμφωνα με τον οποίο δεν ήταν υποχρεωμένοι ως Σχολική Εφορεία να αποδεχθούν την ψηλότερη προσφορά.

 

            Αποτέλεσμα ήταν η καταχώρηση της υπό εξέταση προσφυγής με την οποία ζητείται η ακύρωση της κατακυρωθείσας  προσφοράς  για  τους  διάφορους   λόγους    που  καταγράφονται  στην  αίτηση   (18 στο σύνολο τους)   και  οι   οποίοι   συνοψίστηκαν   σε   πέντε ουσιώδη σημεία από τον  κ. Κυπρίζογλου κατά την προφορική του αγόρευση ενώπιον του Δικαστηρίου στην οποία και υιοθέτησε τη γραπτή του αγόρευση.  Αυτά θα αναφερθούν στη συνέχεια κατά την ανάλυση της υπόθεσης.  Η αντίθετη θέση που προβλήθηκε από τον κ. Μιχαήλ εκ μέρους των καθ΄ ων ήταν ότι όλα έγιναν νομότυπα, χωρίς απόκλιση από τις ορθές διαδικασίες, η δε διακριτική ευχέρεια των καθ΄ ων ασκήθηκε με τον πρέποντα τρόπο λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον των μαθητών.  Τα ίδια είχε ο κ. Μιχαήλ αναφέρει, κατά συνοπτικό ομολογουμένως τρόπο, και στη δική του γραπτή αγόρευση. 

 

            Τα γεγονότα της υπόθεσης αποτελούν κοινό έδαφος μεταξύ των διαδίκων και δεν αμφισβητούνται, προκύπτουν δε και επιβεβαιώνονται από το διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε ως τεκμ. «Α» ο οποίος και περιέχει όλα τα σχετικά έγγραφα που αφορούν την κατακύρωση της προσφοράς για το κυλικείο του Δημοτικού Σχολείου της Επισκοπής.  Προκύπτει από αυτό το φάκελο ότι και οι δύο προσφοροδότριες είχαν υποβάλει έγκυρες προσφορές συνοδευόμενες η κάθε μια από τα αναγκαία ιατρικά πιστοποιητικά, πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου, καθώς και εγγυητικές επιστολές από τράπεζα και συνεργατικό ίδρυμα αντίστοιχα.

 

            Το πρώτο σημείο που πρέπει να εξεταστεί είναι η θέση της αιτήτριας ότι ο όρος 9.3 των οδηγιών προς τους προσφοροδότες αναφέρει ότι οι καθ΄ ων έχουν δικαίωμα να ακυρώσουν τις προσφορές οποτεδήποτε πριν από την κατακύρωση τους και χωρίς να έχουν ευθύνη έναντι των προσφοροδοτών ή να υποχρεούνται να δώσουν λόγους για την ακύρωση αυτή.  Κατά τον κ. Κυπρίζογλου αυτός ο όρος είναι νομικά ανίσχυρος σε βαθμό που ακυρώνει την ορθότητα της απόφασης των καθ΄ ων απορρίπτοντας την προσφορά της αιτήτριας, ανέφερε δε προς τούτο την υπόθεση Τσουρής ν. Σχολικής Εφορείας Α΄ Περιφερειακού Γυμνασίου Λευκωσίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 671 στην οποία ο Νικήτας, Δ., θεώρησε τέτοιο όρο ανίσχυρο διότι αντιστρατεύεται τη θεμελιακή αρχή ότι η απόφαση για ακύρωση προσφορών υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, ενώ παραβιάζει και την υποχρέωση για αιτιολόγηση.  Το Δικαστήριο εκεί υιοθέτησε προηγούμενη δική του απόφαση στην υπόθεση Sussex Advertising Co. Ltd ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 3061.  Η εξέταση των δύο αυτών αποφάσεων αποκαλύπτει ότι βασίστηκαν σε διαφορετικά γεγονότα που δεν έχουν εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση.  Και στις δύο αυτές υποθέσεις υπήρξε όντως ακύρωση των προσφορών με αποτέλεσμα στην πρώτη να γίνει απευθείας μίσθωση του κυλικείου στο ενδιαφερόμενο μέρος και μάλιστα στη μισή τιμή της προσφοράς του αιτητή, ενώ στη δεύτερη είχε γίνει και πάλι ακύρωση του μειοδοτικού διαγωνισμού για διαφωτιστική εκστρατεία.  Μέσα σε αυτά τα πλαίσια  είναι  που  συζητήθηκαν  και  όροι παρόμοιοι με τον όρο 9.3 (να σημειωθεί ότι στην Τσουρής ο όρος προέβλεπε ακύρωση των προσφορών σε οποιοδήποτε στάδιο), ενώ επήλθαν  και πρακτικά αποτελέσματα από τις ακυρωτικές αποφάσεις των αντιστοίχων οργάνων.  Εδώ, δεν υπήρξε σε οποιοδήποτε στάδιο ακύρωση της προσφοράς ούτως ώστε να τίθεται θέμα δυσμενούς επηρεασμού είτε της αιτήτριας, είτε του ενδιαφερομένου μέρους και μόνο θεωρητικά θα μπορούσε να τεθεί το ζήτημα χωρίς καμιά επίπτωση όμως και χωρίς καμιά πρακτική σημασία.  Η αποδοχή εκ μέρους της αιτήτριας, όπως βέβαια και του ενδιαφερόμενου μέρους, και του όρου αυτού στις οδηγίες με βάση τις οποίες προκηρύχθηκε η προσφορά, δεν επηρέασε με οποιονδήποτε τρόπο την εξέταση των δύο προσφορών από τους καθ΄ ων ούτε και συζητήθηκε η επίπτωση αυτού του όρου.  Επομένως δεν μπορεί να γίνεται επίκληση θεωρητικά και μόνο περί του ανίσχυρου του όρου αυτού από την αιτήτρια επειδή δεν κατακυρώθηκε σε αυτή η προσφορά, ενώ είχε ταυτόχρονα αποδεχθεί τον όρο υποβάλλοντας τη δική της προσφορά.

 

            Το επόμενο θέμα που πρέπει να εξεταστεί είναι η εισήγηση ότι η απόφαση των καθ΄ ων είναι λανθασμένη λόγω του ότι χωρίς να απαιτείται προηγούμενη πείρα από τους προσφοροδότες οι καθ΄ ων ενέκριναν το ενδιαφερόμενο μέρος επί τη βάσει της γνώσης τους ότι είχε προηγούμενη πείρα αναφορικά με την εκμετάλλευση κυλικείου ιδιαίτερα του κυλικείου του Δημοτικού Σχολείου Επισκοπής. Ο κ. Κυπρίζογλου αναφέρθηκε σε νομολογία που κατά τη γνώμη του ενισχύει τη θέση αυτή.  Η νομολογία στην οποία παρέπεμψε δεν είναι όμως ιδιαίτερα βοηθητική ενόψει του ότι η κάθε μια από αυτές στηριζόταν στα δικά της γεγονότα αφενός, αλλά και αφετέρου δεν εξάγεται τέτοιος γενικότερος κανόνας δικαίου από αυτές.  Έτσι στην υπόθεση Μακλώκλα ν. KOA (1992) 4 Α.Α.Δ. 2785, η επίδικη απόφαση είχε ακυρωθεί διότι το διοικητικό όργανο είχε λάβει υπόψη του όχι απλώς την προηγούμενη πείρα του ενδιαφερομένου μέρους αλλά χρησιμοποίησε και υπέρμετρα ευμενή σχόλια γι΄ αυτό, ενώ είχε λάβει υπόψη του και το γεγονός ότι είχαν γίνει δυσμενή σχόλια για προηγούμενο κάτοχο του κυλικείου που δεν είχε καμιά σχέση με τον προσφεύγοντα αιτητή.  Περαιτέρω στα γεγονότα της υπόθεσης εκείνης δεν είχαν ζητηθεί στοιχεία για προηγούμενη πείρα από τους προσφοροδότες.  Από την άλλη στην υπόθεση Κλαίρη Ανδρέου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1155, η προσφυγή είχε απορριφθεί για την εκμετάλλευση του κυλικείου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και στη σύντομη απόφαση του Δικαστηρίου αναφέρθηκε ότι και η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος είχαν πείρα στην εκμετάλλευση κυλικείου χωρίς να φαίνεται από το σκεπτικό κατά πόσο στις προσφορές η προηγούμενη πείρα θεωρείτο ή όχι πλεονέκτημα.  Μάλιστα ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου είχε αξιολογήσει ευνοϊκά την αιτήτρια που δεν είχε πάρει την προσφορά έναντι της ενδιαφερομένης για την οποία διατυπώθηκαν ερωτηματικά.  Η προσφυγή απορρίφθηκε και ενόψει του γεγονότος ότι η προσφορά της ενδιαφερομένης ήταν η υψηλότερη στον πλειοδοτικό διαγωνισμό.  Τέλος, στην άλλη υπόθεση που ανέφερε ο συνήγορος Δήμος Αγίας Νάπας ν. A. Klatsias Constructions Ltd (2006) 3 Α.Α.Δ. 96, η Ολομέλεια θεώρησε ότι «…. πέραν των όρων και προϋποθέσεων μιας προσφοράς, δηλαδή της τυπικής ικανότητας ενός προσφοροδότη να συμμετάσχει στο διαγωνισμό, είναι σύμφυτο στην ίδια τη φύση και την έννοια της διαδικασίας ζήτησης προσφορών ότι ο επιτυχών προσφοροδότης θα πρέπει να είναι και κατάλληλος για να αναλάβει και να φέρει σε πέρας, ικανοποιητικά το έργο.».  Στην έννοια της καταλληλότητας, όπως αναφέρθηκε, περικλείεται και το στοιχείο της προηγούμενης πείρας του προσφοροδότη στην εκτέλεση παρόμοιων έργων, έγινε δε και αναφορά με επιδοκιμασία στην υπόθεση Peppis Co. Ltd ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 314, όπου κρίθηκε πως η γνώση της διοίκησης ότι η εταιρεία είχε αναλάβει έργα του δημοσίου στο παρελθόν που δεν είχε εκτελέσει ικανοποιητικά δεν ήταν εξωγενής παράγοντας, αλλά στοιχείο που προσμετρούσε στην αξιολόγηση της προσφοράς. 

 

            Τα γεγονότα της  υπό  κρίση  υπόθεσης δείχνουν ότι οι καθ΄ ων δεν έλαβαν οποιονδήποτε εξωγενή παράγοντα υπόψη διότι στα έντυπα της προσφοράς που στο σύνολο τους αποτελούνται από 23 σελίδες, σαφώς αναφέρεται στο έντυπο που πρέπει να υποβάλει ο προσφοροδότης μαζί με το συμπλήρωμα Α, ότι πρέπει να καταγραφεί και η «Προηγούμενη πείρα σε συναφείς εργασίες» δίνοντας και σχετική περιγραφή. Ακολουθεί υπεύθυνη δήλωση του προσφοροδότη ως  προς την ορθότητα των στοιχείων που καταγράφονται.  Πρόσθετα, στον όρο 9.1 στη σελ. 7 των οδηγιών προς τους προσφοροδότες αναφέρεται ότι «η σχετική απόφαση λαμβάνεται με γνώμονα την καλύτερη ποιοτικά εξυπηρέτηση των μαθητών και του προσωπικού», ενώ οι καθ΄ ων διατηρούν και το δικαίωμα να καλέσουν τους προσφοροδότες σε συνέντευξη.  Μάλιστα θεωρείται ότι αν ο προσφοροδότης υπήρξε και στο παρελθόν αδειούχος κυλικείου υπό τη δικαιοδοσία των καθ΄ ων, οι τελευταίοι μπορούν να λάβουν υπόψη τους και σε βάρος του προσφοροδότη τυχόν παραβάσεις από μέρους του των όρων της σύμβασης και των όρων αδείας διαχείρισης του κυλικείου.

 

            Σαφώς επομένως ενυπάρχει στον όρο 9.1 αναφορά σε προηγούμενη πείρα τουλάχιστον κατά τρόπο που θα μπορούσε να λειτουργήσει εναντίον ενός προσφοροδότη, ενώ θεωρείται ως ουσιώδες στοιχείο η καλύτερη ποιοτικά εξυπηρέτηση των μαθητών και του προσωπικού.  Εφόσον  στο έντυπο προσφοράς επιβαλλόταν να δοθούν και στοιχεία για τυχόν προηγούμενη πείρα, συνάγεται ότι οι καθ΄ ων δεν έλαβαν κανένα εξωγενές στοιχείο υπόψη τους αλλά εξέτασαν το στοιχείο της πείρας ως ένα από τα δεδομένα τα οποία είχαν ενώπιον τους κατά το άνοιγμα των προσφορών. 

 

            Από το διοικητικό φάκελο αλλά και τα έγγραφα που επισυνάφθηκαν στην ένσταση των καθ΄ ων φαίνεται ότι το μεν ενδιαφερόμενο μέρος είχε προηγούμενη πείρα έχοντας την εκμετάλλευση του συγκεκριμένου κυλικείου για τα έξι προηγούμενα συνεχή χρόνια, ενώ η αιτήτρια δεν είχε καμιά προηγούμενη πείρα σε συναφείς εργασίες, μη έχουσα συμπληρώσει ο,τιδήποτε στο συγκεκριμένο έντυπο.  Όπως παρουσιάζεται από τα πρακτικά της συνεδρίας των καθ΄ ων στην οποία ανοίχθηκαν και εξετάστηκαν οι προσφορές, η απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος λήφθηκε μεν κατά πλειοψηφία, όμως όλοι σημείωσαν ότι έχουν ως γνώμονα το συμφέρον και την εξυπηρέτηση των μαθητών.  Στα πλαίσια της εξέτασης αυτού του γνώμονα που εμπεριέχεται, υπενθυμίζεται, και ως παράμετρος στον όρο 9.1, είναι που καταγράφηκε η θέση της πλειοψηφίας ότι το ενδιαφερόμενο μέρος εξυπηρετούσε προηγουμένως τους μαθητές χωρίς να είχε δημιουργηθεί οποιοδήποτε πρόβλημα. Δεν εκφράστηκε οποιαδήποτε αντίθετη θέση ή διαφωνία, τα δε δύο μέλη που τάχθηκαν υπέρ της προσφοράς της αιτήτριας το έπραξαν με γνώμονα μόνο την πιο ψηλή προσφορά της. 

 

            Κατά τη θέση του Δικαστηρίου κανένας εξωγενής παράγοντας δεν λήφθηκε υπόψη οι δε καθ΄ ων λειτούργησαν εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, με δεδομένο, το οποίο αποδέχθηκαν και οι προσφοροδότες, ότι οι καθ΄ ων δεν ήταν υποχρεωμένοι να αποδεχθούν την υψηλότερη ή οποιαδήποτε άλλη προσφορά σύμφωνα με τον  όρο 9.1, ενώ ταυτόχρονα είχαν και το δικαίωμα σύμφωνα με τον όρο 9.2 να αποδεχθούν ή να απορρίψουν οποιανδήποτε ή όλες τις προσφορές.  Ούτε έχει δίκαιο η αιτήτρια στην παράλληλη θέση της ότι οι καθ΄ ων ενήργησαν με δέσμια και όχι διακριτική εξουσία διότι δεν εξασφαλίστηκε με απρόσωπο τρόπο η συμμετοχή κάθε ενδιαφερομένου ή ότι η επιλογή και η κατακύρωση της προσφοράς δεν έγινε προς το δημόσιο συμφέρον διότι οι καθ΄ ων γνώριζαν εκ των προτέρων το ενδιαφερόμενο μέρος.  Όπως είναι εμφανές από τα πρακτικά οι προσφορές που είχαν ληφθεί ήταν σφραγισμένες, ανοίχθηκαν δε στην παρουσία όλων των μελών και επομένως ήταν αδύνατο για οποιονδήποτε να γνωρίζει από προηγουμένως τα ονόματα των προσφοροδοτών, ενώ πολύ ορθά ο Πρόεδρος είχε καλέσει οποιοδήποτε από τα παρόντα μέλη να αποχωρούσε από τη συνεδρία εάν είχε οποιοδήποτε συμφέρον σε σχέση με την όλη διαδικασία.  Το γεγονός ότι μετά το άνοιγμα των προσφορών διαπιστώθηκε ότι και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν προσφοροδότης το οποίο γνώριζαν τα μέλη από προηγούμενη εκμετάλλευση του κυλικείου, δεν ήταν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο μεμπτό, ούτε και απαγορευόταν με βάση τις οδηγίες και τους όρους της προσφοράς να υποβληθεί εκ νέου αίτηση από προηγούμενο επιτυχόντα προσφοροδότη. 

 

            Συνάγεται από τα πιο πάνω ότι ούτε η μυστικότητα των προσφορών έχει παραβιαστεί.  Το όνομα των προσφοροδοτών έγινε γνωστό μετά το άνοιγμα των προσφορών ενώπιον όλων των μελών των καθ΄ ων.  Δεν υπήρξε ισχυρισμός ούτε και φαίνεται από τα γεγονότα της υπόθεσης ή τα σχετικά πρακτικά ότι στους κατατεθέντες φακέλους των προσφορών υπήρχε οποιοδήποτε διακριτικό στοιχείο που να πρόδιδε το όνομα του προσφοροδότη, όπως έγινε στην υπόθεση Χ»Κυριάκου ν. Δήμου Στροβόλου (1998) 3 Α.Α.Δ. 839, στην οποία αναφέρθηκε ο συνήγορος της αιτήτριας.  Εκεί ο ίδιος ο Δήμος έβαζε διακριτικό αριθμό πάνω στους φακέλους των προσφορών πέραν από τον εξαψήφιο χαρακτηριστικό αριθμό που έβαζε ο ίδιος ο υποψήφιος, έτσι που υπήρχε τρόπος εκ των προτέρων αναγνώρισης της προσφοράς για ένα σημαντικό και περίπλοκο έργο.  Δεν υπήρχε τίποτε στις οδηγίες της προσφοράς εδώ που να καθιστούσε τις προσφορές διαβλητές.  Από την άλλη, όπως αναγνωρίζει και η πιο πάνω απόφαση, εναπόκειται στην αρμόδια αρχή να καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις μιας προσφοράς.  Διερωτάται λοιπόν κανείς τι νόημα  είχε ο όρος ότι οι καθ΄ ων δικαιούνται να καλούν τους προσφοροδότες σε συνέντευξη αν η μυστικότητα των προσφορών είχε την έννοια που αποδίδει ο συνήγορος (όρος 9.1).  Η προσωπικότητα του προσφοροδότη, μαζί με τα απαραίτητα πιστοποιητικά υγείας (όροι 6.1 και 6.2), έχουν ιδιαίτερη σημασία για την ανάληψη ενός σχολικού κυλικείου.  Το απρόσωπο και η μυστικότητα σχετίζονται με το στάδιο της υποβολής των προσφορών ώστε να αποκλείεται η εκ των προτέρων γνώση των διαφόρων προτεινομένων τιμών και όχι με το στάδιο μετά το άνοιγμα τους.  Κριτήριο είναι ο αποκλεισμός του ενδεχόμενου επηρεασμού των αποτελεσμάτων των προσφορών με την εξασφάλιση ίσης μεταχείρισης (δέστε Ν. Χαραλάμπους:  Η Δράση και ο Έλεγχος της Δημόσιας Διοίκησης 2η Έκδ. σελ. 337-8.).

            Ούτε υπήρξε παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης ούτε αντιστρατεύεται η επίδικη απόφαση το δημόσιο συμφέρον.  Η αιτήτρια πρόσφερε περισσότερο ποσό ανά μαθητή αλλά η τιμή δεν είναι το μόνο ή το αποφασιστικό κριτήριο.  Η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους λειτούργησε σαφώς υπέρ του καθώς και η προφανής καλή ποιότητα και εξυπηρέτηση που πρόσφερε προηγουμένως.  Όπως αναφέρθηκε πριν, η αρμόδια αρχή δύναται να λαμβάνει υπόψη την προηγούμενη γνώση της προσφερθείσας ποιότητας εργασίας. (δέστε και Νίκου Χαραλάμπουςsupra – σελ. 338.).  Ουδαμώς  υπήρξε ανισότητα στη μεταχείριση των δύο προσφοροδοτών και δεν συγκεκριμενοποιήθηκε η θέση αυτή ούτε και υπήρχε ανάγκη για την σύσταση τεχνικής ή γνωμοδοτικής επιτροπής ως υπεστήριξε ο συνήγορος ιδιαίτερα για ένα τέτοιο απλό θέμα. Μάλιστα η εισήγηση  (σελ. 8-9 της γραπτής αγόρευσης αιτήτριας), περί της αναγκαιότητας επαφής με τους προσφοροδότες είναι αντίθετη με την επίσης προτεινόμενη θέση περί του απρόσωπου και της μυστικότητας (σελ. 9-10).

 

            Τέλος, η εισήγηση περί αναιτιολόγητης απόφασης δεν είναι ορθή.  Η αιτιολογία μπορεί να είναι σύντομη είναι όμως πλήρης.  Αναφέρεται στην προτίμηση του ενδιαφερόμενου μέρους λόγω της προηγούμενης πείρας και ουσιαστικής καλής ποιοτικής συνεργασίας με τους μαθητές και το προσωπικό, όπως αναφέρει και ο όρος 9.1.  Στον όρο αυτό, περί του γνώμονα δηλαδή της καλύτερης ποιοτικής εξυπηρέτησης μαθητών και προσωπικού, έγινε ρητή επίκληση από τους καθ΄ων, κρίνοντας ότι αυτή η πτυχή υπερτερούσε εκείνη της υψηλότερης προσφοράς από την αιτήτρια, την οποία, επίσης με τον όρο 9.1, που μνημόνευσαν οι καθ΄ ων, δεν ήταν υποχρεωμένοι να αποδεχθούν.  Η υψηλότερη προσφορά κατά £2 ήταν οικονομικά πιο συμφέρουσα αλλά δεν ήταν τέτοια η διαφορά που να θεωρείται άδικη η απόφαση. Όπως έχει κατά κόρον νομολογηθεί, το Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία «…. δεν επεμβαίνει στην εκτίμηση των στοιχείων που βρίσκονταν ενώπιον  της διοίκησης ….. παρά μόνο εάν και όταν διαπιστώσει ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή ότι η διοίκηση έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας με την έννοια ότι τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε δεν ήταν εύλογα επιτρεπτά ενόψει των εν λόγω στοιχείων.».  (δέστε Atreas Enterprises Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 169, 175).

 

            Κρίνεται ότι τίποτε από τα πιο πάνω δεν ισχύει στην υπό κρίση υπόθεση.

 

            Κατά συνέπεια η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000 έξοδα υπέρ των καθ΄ ων και εναντίον της αιτήτριας.

                                                              Στ. Ναθαναήλ,

                                                                             Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο