(2009) 4 ΑΑΔ 721

[*721]22 Σεπτεμβρίου, 2009

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 12, 23, 25, 26, 30, 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΗΛΙΑ ΚΥΠΡΙΑΝΙΔΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

ΔΗΜΟΥ ΠΟΛΕΩΣ ΧΡΥΣΟΧΟΥΣ,

Καθ’ ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1521/2006)

 

Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Η υποχρέωση τήρησης άρτιων πρακτικών των συνεδριών τους ― Άρθρο 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/99 ― Περιστάσεις της παραβίασής του στην κριθείσα περίπτωση.

Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση ― Άρθρο 21 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/99 ― Περιστάσεις της παραβίασής του στην κριθείσα περίπτωση.

Η αιτήτρια προσέβαλε την άνακληση της υπέρ της άδειας οικοδομής.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Σύμφωνα με τη νομολογία, η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία, γιατί συνιστά εχέγγυο για χρηστή διοίκηση και αναγκαία προϋπόθεση για την άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων.

    Στην παρούσα υπόθεση, τα πρακτικά της συνεδρίας της 10/7/2006, στην οποία άρχισε να εξετάζεται το επίδικο ζήτημα, τα οποία υπόκεινται σε έλεγχο νομιμότητας, δημιουργούν σύγχυση και ασάφεια, που συσκοτίζει τις συνθήκες λειτουργίας του Δημοτικού Συμβουλίου. Η ύπαρξη αναφορών και η ενσωμάτωση σ’ αυτά, τα οποία είναι ανυπόγραφα, εγγράφων με ασυμβίβαστες ημερομηνίες, αφήνουν αμφιβολίες [*722]ως προς τη νομιμότητα των ενεργειών του Δημοτικού Συμβουλίου ως συλλογικού οργάνου και δεν ικανοποιούν την απαίτηση του Νόμου και της νομολογίας για τήρηση άρτιων και λεπτομερών πρακτικών.

2. Οι εξηγήσεις που δόθηκαν από το συνήγορο του καθ’ ου η αίτηση αποτελούν εκ των υστέρων ισχυρισμούς και επιχειρήματα που προβάλλονται από το συνήγορο του διοικητικού οργάνου και δεν μπορούν να συμπληρώσουν τα κενά, ούτε να διευκρινίσουν τις ασάφειες του πρακτικού και ούτε να ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση της νομιμότητας της συγκεκριμένης συνεδρίας.

3. Το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του Δημοτικού Γραμματέα, με το οποίο επιχειρείται να δικαιολογηθούν τα λάθη που παρατηρήθηκαν δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Ουσιαστικά, με αυτό γίνεται προσπάθεια να εκμηδενιστεί η αξία των πρακτικών της 10/7/2006.  Το αργοπορημένο αυτό διάβημα έρχεται σε αντίθεση με τα επίσημα πρακτικά που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου και αποτελούν τη μόνη πηγή γνώσης ως προς το τι έλαβε χώρα κατά τη συγκεκριμένη συνεδρία του καθ’ ου η αίτηση.  Η πρωτογενής αναζήτηση και ο προσδιορισμός της σημασίας των διαφόρων στοιχείων δεν είναι έργο του ακυρωτικού δικαστηρίου.

4. Ελλιπή και ασαφή είναι, επίσης, τα πιο πάνω πρακτικά σε σχέση με τη σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου. Η παρουσία και η συμμετοχή μη εξουσιοδοτημένου προσώπου - (του Σωτήρη Θεοδώρου) - καθιστά τη σύνθεση παράνομη. Επιπρόσθετα, η εμφάνιση του μέλους Ελευθέριου Παναγή μετά την έναρξη της συνεδρίας, παρά το ότι αυτός αναφερόταν ως παρών κατά την έναρξή της και χωρίς οποιαδήποτε ένδειξη αποχώρησής του, αφήνει ερωτηματικά και αμφιβολίες για το ενδεχόμενο μεταβολής της σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Η προσφυγή επέτυχε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Medcon Construction a.o. v. Republic (1968) 3 C.L.R. 535,

Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550,

Dome Investments Ltd v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αγίας Νάπας κ.ά. (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 741,

Droussiotis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 15,

[*723]Metalock (Near East) Limited v. Republic (1969) 3 C.L.R. 351,

Philop Morris Incorporated Company v. Registrar of Trade Marks (1985) 3(B) C.L.R. 732,

Georghiou a.o. v. Republic (1986) 3(C) C.L.R. 2354,

Liberty P.L.C. v. Registrar of Trade Marks (1986) 3(C) C.L.R. 2564,

JMC Polytrade ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 294,

Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270,

Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 818/98, ημερ. 6.3.2000,

Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145,

Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549.

Προσφυγή.

Δ. Καλλής, για την Αιτήτρια.

Καουτζιάνη (κα) για Άντρη Κακογιάννη (κα), για τον Καθ’ ου η Αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: O Δήμος Πόλεως Χρυσοχούς - (ο «καθ’ ου η αίτηση»), με απόφασή του ημερομηνίας 13/7/2006, ανακάλεσε και ακύρωσε την Άδεια Οικοδομής Αρ. 2867, την οποία είχε εκδώσει στις 21/6/2006 προς όφελος της αιτήτριας. Με την παρούσα προσφυγή, η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης. Ισχυρίζεται, για λόγους στους οποίους θα αναφερθώ πιο κάτω, ότι αυτή είναι παράνομη και, ως τέτοια, πρέπει να ακυρωθεί.

Στις 22/3/1990, η αιτήτρια υπέβαλε την υπ’ Αρ. Β6/90 αίτηση για εξασφάλιση άδειας οικοδομής στο τεμάχιό της Αρ. 125, για την ανέγερση έξι οικοδομικών συγκροτημάτων, με οκτώ διαμερίσματα το κάθε ένα, δύο πισίνες και περίφραξη. Το αίτημά της εγκρίθηκε στις 29/7/1993, όμως η άδεια δεν εκδόθηκε. Το θέμα παρέμεινε σε εκκρεμότητα, επειδή το τεμάχιό της επηρεαζόταν από τη σχεδιαζόμενη διεύρυνση του τοπικού οδικού δικτύου, συγκεκριμένα, από προβλεπόμενη στο Τοπικό Σχέδιο και τη Δήλωση Πολιτικής διαπλάτυνση δρό[*724]μου και από τον προτεινόμενο Νότιο Παρακαμπτήριο Πόλης Χρυσοχούς - Προδρομίου. Στις 21/6/2006, η Εκτελεστική Επιτροπή του καθ’ ου η αίτηση, (η «Εκτελεστική Επιτροπή»), μετά από διάβημα της αιτήτριας, προχώρησε στην έκδοση της σχετικής άδειας οικοδομής.

Στις 12/7/2006, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων ενημέρωσε τον καθ’ ου η αίτηση ότι, ενόψει του πιο πάνω επηρεασμού του τεμαχίου της αιτήτριας από τον παρακαμπτήριο δρόμο Πόλης - Προδρομίου και του γεγονότος ότι δεν είχε προηγηθεί οποιαδήποτε διαβούλευση με το Τμήμα Δημοσίων Έργων, το Υπουργείο θεωρούσε απαράδεκτη την εκδοθείσα άδεια. Με την ίδια επιστολή, κάλεσε τον καθ’ ου η αίτηση να προβεί στη λήψη διορθωτικών μέτρων και τον κατέστησε υπεύθυνο για τυχόν επιπτώσεις από την έκδοση της εν λόγω άδειας. Επιστολή διαμαρτυρίας εναντίον της έκδοσής της απέστειλε, μέσω του δικηγόρου της, και η ιδιοκτήτρια του γειτονικού τεμαχίου αρ. 124, ισχυριζόμενη ότι η παραχώρηση της άδειας στην αιτήτρια έγινε παράνομα και ότι από αυτή θα επηρεαζόταν καταστροφικά η αξιοποίηση της δικής της περιουσίας. Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν ο Δήμαρχος Πόλης Χρυσοχούς να ζητήσει από την Εκτελεστική Επιτροπή να ανακαλέσει και να ακυρώσει την άδεια οικοδομής της αιτήτριας, καθώς και να απορρίψει την εκκρεμούσα από τις 29/7/1993 αίτησή της. Κάλεσε, επίσης, την αιτήτρια όπως μη προχωρήσει σε οικοδομικές εργασίες, ενόψει επικείμενης δημοσίευσης γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης τμήματος του τεμαχίου της.

Σε έκτακτη συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου του καθ’ ου η αίτηση, (το «Δημοτικό Συμβούλιο»), η οποία έγινε στις 13/7/2006, αποφασίστηκε η ανάκληση και ακύρωση της άδειας οικοδομής που είχε παραχωρηθεί, για τους πιο κάτω λόγους:-

«Α) Η άδεια εκδόθηκε μετά πάροδο 16 ετών από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως.

  Β) Η αίτηση του αιτητή εγκρίθηκε κατά ή περί το 1993 υπό όρους και σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου περί Οδών και Οικοδομών.

  Γ) Ο αιτητής μέχρι το 2005 δεν επέδειξε ουσιαστικό ενδιαφέρον για την πληρωμή των δικαιωμάτων έκδοσης της άδειας.

  Δ) Τα νομικά και πραγματικά δεδομένα που επηρεάζουν το τεμάχιο του αιτητή και την περιοχή γενικά έχουν διαφοροποιηθεί σε βαθμό που η υλοποίηση των σχεδίων του αιτητή σύμ[*725]φωνα με την άδεια ανατρέπει και παρεμποδίζει τόσο τη Νομική όσο και την Πραγματική κατάσταση και κυρίως το Τοπικό Σχέδιο και Πλαίσιο ανάπλασης της ευρύτερης περιοχής.

  Ε) Κατά την έκδοση της άδειας δεν προηγήθηκε διαβούλευση με τα Αρμόδια Τμήματα.

 Στ) Από σχετική συμφωνία που διεξήχθη διαφαίνεται ότι η διαδικασία κατασκευής του δρόμου Πόλεως - Προδρομίου ο οποίος επηρεάζει την περιουσία του αιτητή - αδειούχου ευρίσκεται σε προκεχωρημένο στάδιο.

  Ζ) Η αιτήτρια εγνώριζε τα Δημοσιευθέντα σχέδια τα οποία επηρεάζουν το τεμάχιο της. Το καθυστερημένο ενδιαφέρον και η πίεση της για έκδοση της άδειας είναι ανεξήγητα και ισοδυναμούν με προσπάθεια ανατροπής των πραγματικών και νομικών γεγονότων.

  Η) Το Δημοτικό Συμβούλιο θεωρεί ότι η έκδοση της άδειας και η ενδεχόμενη υλοποίηση των σχεδίων της αιτήτριας παραβλάπτει ουσιαστικά το Δημόσιο συμφέρον και ανατρέπει το υφιστάμενο Νομικό και Πραγματικό καθεστώς.

  Θ) Η άδεια εκδόθηκε από τις Τεχνικές Υπηρεσίες του Δήμου, κατόπιν σχετικής διαβούλευσης με την Εκτελεστική Επιτροπή. Η έγκριση της αίτησης όμως αποφασίστηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο κατά το 1993.

   Ι)  Η περίπτωση της αίτησης με αρ. φακ. Β6/90 λαμβανομένου υπόψη του ιστορικού της, της διαφοροποίησης που παρουσιάζεται στις πραγματικές συνθήκες και περιστάσεις στην καθυστέρηση που σημειώθηκε, στο νομικό καθεστώς που ισχύει σήμερα στην περιοχή και της αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου ως αρμόδιας αρχής να παραχωρήσει εξουσιοδότηση στην εκτελεστική επιτροπή σε θέματα του περί Πολεοδομίας Νόμου και Οικοδομών υπό όρους, με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το θέμα κρίνεται και χαρακτηρίζεται ως πολύπλοκο και ως μη αναγόμενο στη δικαιοδοσία της Εκτελεστικής Επιτροπής.

       Τούτο σημαίνει, εν πολλοίς, ότι η έκδοση της άδειας, έγινε από αναρμόδιο όργανο. Το θέμα θα έπρεπε να είχε παραπεμφθεί στο Δημοτικό Συμβούλιο.»

[*726]Ο συνήγορος της αιτήτριας, σε πολυσέλιδη γραπτή αγόρευσή του, προβάλλει σειρά λόγων που, κατά τους ισχυρισμούς του, συνιστούν λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης.  Αφορούν σε ζητήματα μη τήρησης άρτιων πρακτικών και πάσχουσας σύνθεσης του καθ’ ου η αίτηση, έλλειψη αιτιολογίας και πλάνη περί τα πράγματα, κατάχρηση εξουσίας, παραβίαση των αρχών που διέπουν την ανάκληση των νόμιμων διοικητικών πράξεων, των αρχών της καλής πίστης και του δικαιώματος ακρόασης της αιτήτριας και αναρμοδιότητα του οργάνου.

Από τα έγγραφα που έχουν παρουσιαστεί, εισηγείται η αιτήτρια, προκύπτει ότι, πριν από τη συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 13/7/2008, έγινε ακόμη μια συνεδρία στις 10/7/2006. Από τα πρακτικά της εν λόγω συνεδρίας, προκύπτει ότι η ανάκληση της Άδειας Οικοδομής Αρ. 2867 θα λαμβανόταν από την Εκτελεστική Επιτροπή και θα επικυρωνόταν από το Δημοτικό Συμβούλιο. Μετά από σχετική ενημέρωση των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου από το Δήμαρχο αναφορικά με τις ενέργειες και τα διαβήματα που είχαν γίνει, καθώς και αναφορά σε δύο σχετικές επιστολές προς την αιτήτρια και το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, που επισυνάπτονται, με τις οποίες κοινοποιείται ως ήδη ληφθείσα η απόφαση για την ανάκληση και οι οποίες φέρουν ημερομηνία 14/7/2006, δηλαδή μεταγενέστερη της συνεδρίας στην οποία αυτές παρουσιάστηκαν, αποφασίστηκε όπως το θέμα συζητηθεί στις 13/7/2006, στην παρουσία του νομικού συμβούλου του καθ’ ου η αίτηση.

Η αιτήτρια υποβάλλει ότι η ύπαρξη των δύο πιο πάνω επιστολών, των οποίων η ημερομηνία δεν ανταποκρίνεται στην ημερομηνία της συγκεκριμένης συνεδρίας, παραβιάζει το Άρθρο 24(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99), (ο «Νόμος»), και τις συναφείς νομολογιακές αρχές που επιβάλλουν την τήρηση άρτιων πρακτικών.

Επιπρόσθετα, εισηγείται, τίθεται ζήτημα νόμιμης σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου κατά τη συνεδρία της 10/7/2006, γιατί, ενώ στην αρχή του πρακτικού καταγράφονται τα πιο κάτω:-

«ΠΑΡΟΝΤΕΣ:

1. Αγγελος Γεωργίου            Δήμαρχος

2. Ελευθέριος Παναγή          Μέλος Δημοτικού Συμβουλίου

3. Σωτήρης Συμεωνίδης           "             "                "

4. Ανδρέας Συμεωνίδης            "             "                "

5. Χριστόδουλος Χριστοδούλου             "                "     "

[*727]6.  Μάριος Χρυσάνθου    "             "                "

7. Μιχάλης Κλαβάρης                "             "                "

8. Χρίστος Κωνσταντίνου         "             "                "

ΑΠΩΝ: Νεόφυτος Κουταλιανός              Αντιδήμαρχος

ΠΑΡΑΚΑΘΗΜΕΝΟΣ:

1. Δημήτρης Χριστοφόρου   Δημοτικός Γραμματέας

2. Σπύρος Σπύρου                Δημοτικός Μηχανικός»

στη συνέχεια, και ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η συζήτηση για το επίδικο θέμα, αναφέρονται τα εξής:-

«Εισήλθε στην αίθουσα συνεδριάσεων ο κος Ελευθέριος Παναγή.

Ο κος Σωτήρης Θεοδώρου ανέφερε ότι η άδεια εγκρίθηκε το 1993 και εκδόθηκε το 2006.

Ο κος Ανδρέας Συμεωνίδης τόνισε ότι συνεχείς αλλαγές της όδευσης του δρόμου βαρύνουν την Λευκωσία και δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Δήμου αυτός ο δρόμος. Το μέλλον της Πόλης θα εγκλωβιστεί και εάν απορριφθεί η ένσταση μας θα πρέπει ο Δήμος να προτάξει αντίσταση και δεν δεσμεύεται μόνον με την ένσταση που έκανε ο Δήμος και πιθανόν να απορριφθεί.

Ο Δήμαρχος κος Άγγελος Γεωργίου και το Δημοτικό Συμβούλιο απεφάσισαν όπως το θέμα συζητηθεί την επόμενη Πέμπτη 13/7/2006 στην παρουσία του Νομικού Συμβούλου κου Αγάπιου Κακογιάννη.»

Η αιτήτρια ισχυρίζεται, σε σχέση με τα πιο πάνω, ότι έχουν παραβιαστεί τα Άρθρα 21(1) και 22 του Νόμου, γιατί, αφενός, ο Σωτήρης Θεοδώρου, που φαίνεται να συμμετέχει στη συζήτηση, δε συμπεριλαμβάνεται στους παρόντες και η ιδιότητά του παραμένει άγνωστη και, αφετέρου, ο Ελευθέριος Παναγή, ενώ συμπεριλαμβάνεται στα παρόντα κατά την έναρξη της συνεδρίας μέλη, φαίνεται από τα πρακτικά ότι αρχικά απουσίαζε και ότι προσήλθε σε προχωρημένο στάδιο της συνεδρίας, χωρίς να τύχει της αναγκαίας ενημέρωσης.

Ο καθ’ ου η αίτηση, στα πιο πάνω, αντιτείνει ότι ο αναθεωρητικός έλεγχος πρέπει να επικεντρωθεί στα πρακτικά της συνεδρίας της 13/7/2006, κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση και ότι τα κενά και οι ελλείψεις που έχουν παρουσιαστεί στα πρακτικά [*728]της 10/7/2006 οφείλονται σε λάθος κατά τη σύνταξη και τη μεταφορά τους από το αρχείο των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Επικαλείται δε, προς ενίσχυση της θέσης του, ένορκη δήλωση του Δημοτικού Γραμματέα του, (ο «Δημοτικός Γραμματέας»), ημερομηνίας 30/5/2008, στην οποία γίνεται λόγος για, εκ παραδρομής, μεταφορά λανθασμένων στοιχείων και η οποία καταλήγει ότι:-

«4. Τα πρακτικά 10/7/2006 δεν έχουν επικυρωθεί από το Δημοτικό Συμβούλιο και στην πραγματικότητα δεν έχουν καμιά αξία και δεν συνιστούν ‘πρακτικά’.»

Αναφορικά με την παρουσία προσώπου στη συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου ημερομηνίας 10/7/2006 μη μέλους του, ισχυρίζεται ο καθ’ ου αίτηση ότι αυτή δεν επηρεάζει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητα και εγκυρότητα του οργάνου και της απόφασης.

Οι προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης σε σχέση με τα πρακτικά και τη σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου ευσταθούν. Σύμφωνα με τη νομολογία, η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία, γιατί συνιστά εχέγγυο για χρηστή διοίκηση και αναγκαία προϋπόθεση για την άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων - βλ., μεταξύ άλλων, Medcon Construction a.ο. v. Republic (1968) 3 C.L.R. 535 και Χρυσάφη v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550, στην οποία επισημάνθηκε ότι:- (σελ. 553)

«Τα πρακτικά αποτελούν, ως η μόνη αυθεντική πηγή για τα όσα συνθέτουν τη διαδικασία, προϋπόθεση της χρηστής διοίκησης. Χωρίς αυτά καθίσταται εν προκειμένω ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος και η προσβληθείσα διοικητική απόφαση οδηγείται αναπόφευκτα σε ακύρωση.»

Η ίδια αρχή περιέχεται και στο Άρθρο 24(1) του Νόμου, όπου αναφέρεται ότι:-

«24.-(1) Πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία.»

Όπως λέχθηκε από τον Πική, Δ., (όπως ήταν τότε), στη Dome Investments Ltd v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αγίας Νάπας κ.ά. (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 741:- (σελ. 743)

[*729]«Η παράλειψη της Διοίκησης να καταθέσει το φάκελο και τα στοιχεία που συνθέτουν την απόφαση, έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια την ακύρωση της πράξης. Όχι μόνο όταν ελλείπουν τα στοιχεία, αλλά και όταν υπάρχει αβεβαιότητα ως προς το πλαίσιο και τις συνθήκες λήψης της διοικητικής απόφασης η ακύρωση είναι αναπόφευκτη. Η τήρηση πρακτικών και η καταγραφή των ουσιωδών γεγονότων που περιστοιχίζουν τη λήψη της διοικητικής απόφασης αποτελούν υποχρέωση της Διοίκησης που επιβάλλουν οι κανόνες της χρηστής διοίκησης.»

Στην παρούσα υπόθεση, τα πρακτικά της συνεδρίας της 10/7/2006, στην οποία άρχισε να εξετάζεται το επίδικο ζήτημα, τα οποία υπόκεινται σε έλεγχο νομιμότητας, δημιουργούν σύγχυση και ασάφεια, που συσκοτίζει τις συνθήκες λειτουργίας του Δημοτικού Συμβουλίου. Η ύπαρξη αναφορών και η ενσωμάτωση σ’ αυτά, τα οποία είναι ανυπόγραφα, εγγράφων με ασυμβίβαστες ημερομηνίες, αφήνουν αμφιβολίες ως προς τη νομιμότητα των ενεργειών του Δημοτικού Συμβουλίου ως συλλογικού οργάνου και δεν ικανοποιούν την απαίτηση του Νόμου και της νομολογίας για τήρηση άρτιων και λεπτομερών πρακτικών.

Οι εξηγήσεις που δόθηκαν από το συνήγορο του καθ’ ου η αίτηση αποτελούν εκ των υστέρων ισχυρισμούς και επιχειρήματα που προβάλλονται από το συνήγορο του διοικητικού οργάνου και δεν μπορούν να συμπληρώσουν τα κενά, ούτε να διευκρινίσουν τις ασάφειες του πρακτικού και ούτε να ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση της νομιμότητας της συγκεκριμένης συνεδρίας - (βλ. Droussiotis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 15· Metalock (Near East) Limited v. Republic (1969) 3 C.L.R. 351, 359· Philip Morris Incorporated Company v. Registrar of Trade Marks (1985) 3(B) C.L.R. 732, 737· Georghiou a.o. v. Republic (1986) 3(C) C.L.R. 2354· Liberty P.L.C. v. Registrar of Trade Marks (1986) 3(C) C.L.R. 2564· JMC Polytrade ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 294, 301 και Φράγκου v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).

Το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του Δημοτικού Γραμματέα, με το οποίο επιχειρείται να δικαιολογηθούν τα λάθη που παρατηρήθηκαν δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Ουσιαστικά, με αυτό γίνεται προσπάθεια να εκμηδενιστεί η αξία των πρακτικών της 10/7/2006. Το αργοπορημένο αυτό διάβημα έρχεται σε αντίθεση με τα επίσημα πρακτικά που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου και αποτελούν τη μόνη πηγή γνώσης ως προς το τι έλαβε χώρα κατά τη συγκεκριμένη συνεδρία του καθ’ ου η αίτηση.

[*730]Στη Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 818/98, ημερ. 6/3/00, έγινε προσπάθεια διαφοροποίησης των στοιχείων που υπήρχαν ενώπιον του διοικητικού οργάνου και αμφισβητήθηκε η ακρίβεια του σχετικού πρακτικού. Το Δικαστήριο παρατήρησε πως η πρωτογενής αναζήτηση και ο προσδιορισμός της σημασίας των διαφόρων στοιχείων δεν είναι έργο του ακυρωτικού δικαστηρίου. Συναφείς νομολογιακές αρχές αναφορικά με το περιεχόμενο επίσημων πρακτικών και την εκτίμηση των στοιχείων περιέχονται στις Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145 και Ρούσος v. Ιωαννίδη κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549.

Ελλιπή και ασαφή είναι, επίσης, τα πιο πάνω πρακτικά σε σχέση με τη σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου. Η παρουσία και η συμμετοχή μη εξουσιοδοτημένου προσώπου - (του Σωτήρη Θεοδώρου) - καθιστά τη σύνθεση παράνομη. Το Άρθρο 21(1) του Νόμου προβλέπει, σχετικά με τη σύνθεση, τα εξής:-

«21.-(1) Το συλλογικό διοικητικό όργανο πρέπει να συνεδριάζει με νόμιμη σύνθεση. Δεν είναι νόμιμα συντεθειμένο, αν στη συνεδρίασή του παρίσταται πρόσωπο που δεν είναι εξουσιοδοτημένο από το νόμο, έστω και αν δεν έλαβε μέρος στην ψηφοφορία, εκτός αν πρόκειται για υπάλληλο που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών.»

Επιπρόσθετα, η εμφάνιση του μέλους Ελευθέριου Παναγή μετά την έναρξη της συνεδρίας, παρά το ότι αυτός αναφερόταν ως παρών κατά την έναρξή της και χωρίς οποιαδήποτε ένδειξη αποχώρησής του, αφήνει ερωτηματικά και αμφιβολίες για το ενδεχόμενο μεταβολής της σύνθεσης του Δημοτικού Συμβουλίου κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Τα πιο πάνω σε σχέση με τα πρακτικά και τη σύνθεση του Δημοτικού Συμβουλίου αναπόφευκτα οδηγούν σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης και καθιστούν την εξέταση των υπόλοιπων λόγων αχρείαστη.

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με €1.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της αιτήτριας.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο