ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν.33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δ/ριου αρ. 47/2018

(Υποθ. αρ. 4959/2013)

 

11 Ιανουαρίου, 2024

 

[Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ. Δ.Δ.]

 

Άννα Σπανού

Εφεσείουσα

και

 

Μιχαλάκη Κκαϊλή

                          Εφεσίβλητου

                                          και

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

                                Καθ’ ης η Αίτηση

                           

                                            ------------

 

Χρ. Θ. Χριστάκη, για Εφεσείουσα

Χρ. Ηλιοφώτου  (κα), για Χριστάκης Ν. Ματθαίου, για Εφεσίβλητο

Μ. Κυπριανού (κα),   Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ ης η Αίτηση

                                       

Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Στ. Χατζηγιάννη

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.:  Η επίδικη, πρώτου διορισμού μόνιμη θέση Tυπογράφου στο Κρατικό Τυπογραφείο, πληρώθηκε αρχικά το 2008,  με τον διορισμό της Εφεσείουσας.  Με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 16.4.2010 στα πλαίσια της προσφυγής με αρ.  1541/2008 που είχε καταχωρήσει ο Εφεσίβλητος, ο εν λόγω διορισμός ακυρώθηκε λόγω εσφαλμένου ευρήματος της Καθ’ ης η Αίτηση σε σχέση με τα προσόντα της Εφεσείουσας. 

 

        Κατόπιν επανεξέτασης, με απόφαση της ημερ. 1.11.2010, η Καθ’ ης η Αίτηση αποφάσισε τον αναδρομικό διορισμό της Εφεσείουσας από 15.7.2008.  Ο Εφεσίβλητος καταχώρισε την προσφυγή με αρ. 104/2011, στα πλαίσια της οποίας το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφαση του ημερ. 31.10.2012, ακύρωσε ξανά τον εν λόγω διορισμό, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας σε σχέση με τα προσόντα της Εφεσείουσας και αιτιολογίας.

 

        Κατόπιν  δεύτερης διαδικασίας επανεξέτασης που ακολούθησε, η Καθ’ ης η Αίτηση, με απόφαση της ημερ. 15.4.2013, διόρισε ξανά αναδρομικά την Εφεσείουσα από 15.7.2008.  Ο αναδρομικός αυτός διορισμός της Εφεσείουσας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 14.5.2013.

 

        Εναντίον της νομιμότητας της ως άνω απόφασης, ο Εφεσίβλητος καταχώρισε την προσφυγή αρ. 4959/2013.

 

        Το πρωτόδικο Δικαστήριο. αφού εξέτασε τους προβληθέντες λόγους ακύρωσης, κατέληξε πως η Καθ’ ης η Αίτηση ενήργησε υπό ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

        Η κατάληξη αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου οδήγησε στην επιτυχία της προσφυγής και συνακόλουθα στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

        Η Εφεσείουσα θεωρεί εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση και με την παρούσα Έφεση επιδιώκει την ανατροπή της, στη βάση τριών (3) λόγων Έφεσης. 

 

        Ειδικότερα, με τον 1ο λόγο Έφεσης υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα παρέλειψε να εξετάσει αυτεπάγγελτα, κατά πόσο ο Εφεσίβλητος είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει τον επίδικο διορισμό της Εφεσείουσας. 

 

        Περαιτέρω με τους 2ο και 3ο λόγους Έφεσης, οι οποίοι είναι αλληλένδετοι,  προσβάλλει ως εσφαλμένη την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση υπό πλάνη περί τα πράγματα και συγκεκριμένα, κατά την αξιολόγηση του κατά πόσο το απολυτήριο της Εφεσείουσας, Σχολής Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης στο Κλάδο Κεραμικής – Αγγειοπλαστικής με ειδίκευση στην Αγγειοπλαστική – Διακοσμητική, ικανοποιεί την απαίτηση (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας για κατοχή απολυτηρίου στις Γραφικές Τέχνες.

 

        Σε σχέση με τον 1ο λόγο Έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εφεσείουσας υποστήριξε πως ο Εφεσίβλητος δεν έχει προσωπικό, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον να προσβάλει τον διορισμό της Εφεσείουσας. Τούτο γιατί η Καθ’ ης η Αίτηση, ενεργώντας στη βάση του Άρθρου 6(7)(α) του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1998 (Ν. 6(Ι)/98), προέβηκε στην πλήρωση των πέντε κενών θέσεων, διορίζοντας υποχρεωτικά τους πέντε πρώτους υποψηφίους στη σειρά κατατάξης στον Πίνακα, με βάση το σύνολο των μονάδων των υποψηφίων, ανάμεσα στους οποίους και την Εφεσείουσα, η οποία κατείχε την 4η θέση.  Ο Εφεσίβλητος κατείχε την 14η θέση και επομένως, κανένα απολύτως όφελος θα είχε από την ακύρωση του διορισμού της Εφεσείουσας.  Και τούτο, με δεδομένο ότι η Καθ’ ης η Αίτηση καθηκόντως και υποχρεωτικά, μετά την ακύρωση του διορισμού της Εφεσείουσας, θα προέβαινε στον διορισμό του αμέσως επόμενου στη σειρά κατάταξης υποψηφίου, όπως και τελικά έπραξε, αφού με την επιτυχία της προσφυγής 4959/2013, η Καθ’ ης η Αίτηση υποχρεωτικά διόρισε τον 6ο στη σειρά κατάταξης.  Τον εν λόγω διορισμό η Εφεσείουσα προσέβαλε με την προσφυγή 845/2018, η οποία εκκρεμεί.

 

        Εξετάσαμε με κάθε προσοχή τις σχετικές εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου της Εφεσείουσας τις οποίες προέβαλε για πρώτη φορά ενώπιον μας. 

 

        Αποτελεί καθιερωμένη νομολογιακή αρχή ότι το έννομο συμφέρον, αποτελεί ζήτημα που είτε εγείρεται από τα διάδικα μέρη, είτε εξετάζεται αυτεπάγγελτα.  Η ύπαρξη έννομου συμφέροντος αποτελεί υποκειμενική προϋπόθεση για την ανάληψη δικαιοδοσίας από το Δικαστήριο, κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος.  Μόνο αν υπάρχει τέτοιο συμφέρον θα μπορεί το Δικαστήριο  να προχωρήσει και να εξετάσει άλλα θέματα που αφορούν την εγκυρότητα ή όχι της επίδικης διοικητικής πράξης, ακόμα και εκείνου της Συνταγματικότητας.  Διαφορετικά η προσφυγή θα μετατρεπόταν, απαράδεκτα, σε λαϊκή αγωγή (actio popularis), για την έγερση της οποίας ήταν αρκετό το γενικό ενδιαφέρον του πολίτη. (βλ. Χ. Παπαδόπουλος κ.ά. ν. ΡΙΚ (1996) 3 ΑΑΔ 1, Δημοκρατία ν. Α.Κ. Χατζηϊωάννου & Υιοί (2005) 3 ΑΑΔ 467 και  Marfin Investment Group v. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2017) 3 ΑΑΔ 797).

 

        Στη βάση των πιο πάνω, η θέση της Εφεσείουσας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν εξέτασε πρώτα και αυτεπάγγελτα το ζήτημα του έννομου συμφέροντος του Εφεσίβλητου, μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους.  Συνακόλουθα, προχωρούμε στην εξέταση του εν λόγω ζητήματος  κατ’  Έφεση, ως θέμα δημόσιας τάξης που μπορεί να εξεταστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.  Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Δημοκρατία ν. Χ”Παντελή (1989) 3 ΑΑΔ, 961, σελ. 967:

 

«Θέματα δημόσιας τάξης - δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, όπως είναι η εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης, η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος, το εκπρόθεσμο της καταχώρισης της προσφυγής, εξετάζονται και πρέπει να εξετάζονται από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα (ex proprio motu) - (Βλ., μεταξύ άλλων, Eleni Vrahimi & Another and The Republic (Attorney-General) (ανωτέρω), Annika Christodoulou v. Republic (Public Service Commission) (1967) 3 C.L.R. 691, Nicos Lambrakis v. Republic (Educational Service Committee(1970) 3 C.L.R. 72, Cyprus Transport Co. Ltd. And Another v. Republic (Permits Authority) (1970) 3 C.L.R. 163, Razis and Another v. Republic (1982) 3  C.L.R. 45).

 

Σε αριθμό Αναθεωρητικών Εφέσεων η Ολομέλεια εξέτασε αυτεπάγγελτα (ex officio) ζητήματα δημόσιας τάξης - δικαιοδοσίας, όπως έννομο συμφέρον, κ.λ.π., χωρίς να εγερθούν, είτε στο πρωτόδικο Δικαστήριο, είτε από τα μέρη στην έφεση.»

 

 

        Η διαδικασία καταρτισμού Πίνακα διοριστέων, ρυθμίζεται από το Άρθρο 6 του Ν.6(Ι)/1998Ό,τι ενδιαφέρει στην προκείμενη περίπτωση, είναι το Άρθρο 6(7)(α), το οποίο ορίζει ως ακολούθως:

 

«(7)(α) Η διoρίζoυσα αρχή πρoβαίvει στηv πλήρωση τωv κεvώv θέσεωv με τηv πρoσφoρά στoυς υπoψηφίoυς διoρισμoύ  σε αυτές, με βάση τη σειρά κατάταξης τoυς στov Πίvακα και μέχρι τη συμπλήρωση τωv κεvώv θέσεωv:

 

Νoείται ότι η διoρίζoυσα αρχή μπoρεί με αιτιoλoγημέvη απόφαση της vα μηv πρoχωρήσει στηv πλήρωση τωv θέσεωv ή oρισμέvωv από αυτές, αv κρίvει ότι oι υπoψήφιoι πoυ έχoυv σειρά διoρισμoύ δεv είvαι κατάλληλoι για διoρισμό.»

 

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το διοικητικό φάκελο, η Καθ’ ης η Αίτηση σε συνεδρία της ημερ. 29.5.2008, στα πλαίσια της διαδικασίας πλήρωσης πέντε κενών μόνιμων θέσεων Τυπογράφου, επέλεξε, κατόπιν προφορικής εξέτασης 19 υποψηφίων, τους πρώτους πέντε που συγκέντρωσαν την υψηλότερη βαθμολογία, μεταξύ των οποίων και την Εφεσείουσα, η οποία, με βάση τον σχετικό Πίνακα διοριστέων που είχε ετοιμασθεί, κατείχε την 4η θέση.  Ο δε Εφεσίβλητος κατείχε την 14η θέση στον ίδιο Πίνακα, ο οποίος, σημειώνεται, ουδέποτε αμφισβήτησε με προσφυγή την εν λόγω σειρά κατάταξης του. 

 

        Το ερώτημα που εγείρεται υπό τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, είναι κατά πόσο η Καθ’ ης η Αίτηση ήταν δεσμευμένη, ως η εισήγηση της Εφεσείουσας, να προχωρήσει, υποχρεωτικά στην επιλογή των πρώτων πέντε υποψηφίων του Πίνακα κατάταξης.

 

 Η απάντηση είναι θετική.  Όπως προκύπτει από τις ρητές και σαφείς πρόνοιες του Άρθρου 6(7)(α) ανωτέρω, η Καθ’ ης η Αίτηση ήταν υποχρεωμένη να προσφέρει διορισμό για πλήρωση των πέντε κενών θέσεων, «με βάση τη σειρά κατάταξης τους στον Πίνακα».  Με δεδομένη, συνεπώς, την αδιαμφισβήτητη σειρά κατάταξης της Εφεσείουσας στην 4η θέση και του Εφεσίβλητου στην 14η θέση, ως και τον αριθμό των κενών θέσεων, η Καθ’ ης η Αίτηση όφειλε να ακολουθήσει τη σειρά κατάταξης των υποψηφίων στον συγκεκριμένο Πίνακα, όπως και έπραξε, τόσο αρχικά, όσο και μεταγενέστερα στα πλαίσια των δύο επανεξετάσεων που ακολούθησαν,  με την  προσφορά διορισμού στους πρώτους πέντε υποψηφίους, αλλά και στην επανεξέταση που έγινε μετά την επιτυχία της προσφυγής 4959/2013 και τον διορισμό του 6ου στη σειρά υποψηφίου, ως επιλογή που κατέστη πλέον αναπόφευκτη. 

 

        Το δεσμευτικό της Καθ’ ης η Αίτηση για τήρηση της σειράς κατάταξης των υποψηφίων, προκύπτει και από την επιφύλαξη του Άρθρου 6(7)(α) (ανωτέρω), σύμφωνα με την οποία η Καθ’ ης η Αίτηση,  λόγω αυτής της υποχρέωσης της, έχει την δυνατότητα με αιτιολογημένη απόφαση της, να μην προχωρήσει στην πλήρωση των κενών θέσεων «αν κρίνει ότι οι υποψήφιοι που έχουν σειρά διορισμού δεν είναι κατάλληλοι για διορισμό», ακριβώς γιατί δεν έχει την εξουσία να παρακάμψει την σειρά διορισμού, εκτός εάν συγκεκριμένος υποψήφιος που προηγείται, δεν κρίνεται κατάλληλος.

 

        Σχετική επί του θέματος είναι η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ε.  Χατζηγεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2002) 3 ΑΑΔ 861 η οποία αφορούσε τον Ν. 107(Ι)/1995 που καταργήθηκε από το Ν.6(Ι)/1998 και το ακόλουθο απόσπασμα:

 

« Επισημαίνουμε συναφώς ότι αντίθετα με ό,τι θεωρήθηκε πρωτοδίκως, «η επιλογή και σειρά κατάταξης» για την πλήρωση των πρώτων οκτώ θέσεων ήταν δεδομένη. Η Ε.Δ.Υ. ήταν από το Νόμο δεσμευμένη να προβεί σε διορισμούς με τη σειρά που οι υποψήφιοι αναγράφονταν στον Πίνακα, αφού η σειρά καθοριζόταν από τελική βαθμολογία με την οποία εξαντλείτο το σύνολο του έργου της αξιολόγησης»

 

        Η πιο πάνω κατάληξη υιοθετήθηκε και στην υπόθεση Δημοκρατίας ν. Ε. Χατζηγεωργίου κ.ά. (Αρ. 2) (2002) 3 ΑΑΔ 879, η οποία αφορούσε διορισμούς με βάση τον Ν.6(Ι)/1998 και αποφασίσθηκε πως:

 

«Με δεδομένο ότι αυτή η υποψήφια ήταν σε σειρά κατάταξης η αμέσως επόμενη στον Πίνακα, η επιλογή καθίστατο αναπόφευκτη και δεν μπορεί να επικριθεί.»

 

 

        Για όλα τα πιο πάνω, κρίνουμε πως ο Εφεσίβλητος στερείται άμεσου εννόμου συμφέροντος να προσβάλει τον επίδικο διορισμό της Εφεσείουσας. Και τούτο γιατί, αυτός όπως προαναφέραμε, έχει αποδεχθεί την σειρά κατάταξης του στην 14η θέση από το 2008, αφού ουδέποτε την αμφισβήτησε με προσφυγή.  Με δεδομένη την υποχρεωτική εκ μέρους της Καθ’ ης η Αίτηση, τήρηση της σειράς κατάταξης, όπως διαμορφώθηκε στον σχετικό Πίνακα  και την ύπαρξη κατάλληλων για διορισμό, καταλήγουμε ότι ο Εφεσίβλητος σε καμιά περίπτωση, ακόμα και με την επιτυχία του στην προσφυγή 4959/2013 δεν είναι δυνατό να επωφεληθεί, αλλά ούτε και να επηρεαστεί δυσμενώς, αφού μετά την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, με βεβαιότητα θα επωφελείτο, όπως και έγινε εντέλει κατά την επανεξέταση, άλλο πρόσωπο, δηλ. ο 6ος στη σειρά, και όχι ο ίδιος.  Μεταξύ του 6ου στη σειρά προσώπου και της δικής του 14ης σειράς, παρεμβάλλονται τα έννομα συμφέροντα τρίτων προσώπων και συνεπώς, η ακύρωση του διορισμού της Εφεσείουσας στα πλαίσια της προσφυγής 4959/2013 δεν είναι δυνατόν να έχει, ως άμεση συνέπεια, την επίτευξη του στόχου του Εφεσίβλητου, που δεν θα μπορούσε να είναι άλλος, παρά ο δικός του διορισμός. 

 

        Συνακόλουθα, ο 1ος λόγος Έφεσης επιτυγχάνει.

 

        Εφόσον η ύπαρξη έννομου συμφέροντος αποτελεί την αναγκαία υποκειμενική προϋπόθεση παραδεκτού της προσφυγής, δεν θα εξετάσουμε τους 2ο και 3ο λόγους Έφεσης, οι οποίοι αφορούν και σχετίζονται με την νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στην ουσία της. 

 

        Η Έφεση επιτυγχάνει. 

 

        Η πρωτόδικη απόφαση, συμπεριλαμβανομένων και των επιδικασθέντων εξόδων, παραμερίζεται.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.  

 

        Επιδικάζονται έξοδα προς όφελος της Εφεσείουσας και εναντίον του Εφεσίβλητου ύψους €2.500 (πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει).

 

        Σ’ ό,τι αφορά την Καθ’ ης η Αίτηση, με δεδομένη την συμμετοχή της ως παρατηρητής στη διαδικασία, στα πλαίσια της οποίας δεν καταχώρισε περίγραμμα, κρίνουμε πως είναι ορθό να μην εκδώσουμε οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα και αυτή είναι η απόφαση μας.

 

                                                           Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.

 

 

 ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ,  Δ.

 

 

 

  Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

 

/Α.Λ.Ο.

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο