ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν. 33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 63/18)

 

 

11 Ιανουαρίου, 2024

 

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

2.   ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

 

Εφεσείοντες/Καθ’  ων η αίτηση

ΚΑΙ

 

A.H.T. ADVANCES HEATING TECHNOLOGIES

 

Εφεσίβλητοι/Αιτητές

_________________

 

Μ. Κοτσώνη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Α. Σ. Αγγελίδης για Α.Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.

                                      _________________

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

_________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.:   Με την παρούσα έφεση, αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία, πέτυχε η προσφυγή και παραμερίστηκε η απόφαση του διοικητικού οργάνου καθότι, λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο. Με την τελευταία απόφαση, επιβλήθηκε στην εφεσίβλητη δασμός αντιτάμπιγκ.

 

    Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση σε συντομία έχουν ως ακολούθως:

 

    Tο Τμήμα Τελωνείων, μετά από μεταγενέστερο έλεγχο που πραγματοποίησε στα έγγραφα εισαγωγής προϊόντων που έγινε από μέρους της εφεσίβλητης, διαπίστωσε ότι λανθασμένα κατατάχθηκαν σε συγκεκριμένο κωδικό, ο οποίος επιβαρυνόταν με συντελεστή εισαγωγικού δασμού ύψους 7% και μηδενικό συντελεστή δασμού αντιντάμπιγκ, ενώ αυτά  θα έπρεπε να καταταχθούν  σε κωδικό που επιβαρυνόταν  με εισαγωγικό δασμό ύψους 7% και δασμό αντιντάμπιγκ ύψους 62.90%.   Έτσι, το  Τμήμα  Τελωνείων  με  επιστολή  του,  ημερ. 6.11.2014, η οποία

 

παραλήφθηκε από την εφεσίβλητη στις 28.11.2014, απαίτησε από την τελευταία, την αναδρομική είσπραξη οριστικού δασμού αντιτάμπιγκ ύψους €2.028 καθώς επίσης και χρηματική επιβάρυνση ίση με το 10% του οφειλομένου ποσού που ανέρχεται στο ποσό των €203, πλέον τόκους.  Η πιο πάνω επιστολή υπογράφηκε από την Ε. Μυριάνθους « για Α. Διευθυντή Τελωνείων».

 

     Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, υφίστατο σχετική εξουσιοδότηση, χρονολογίας του 2010, άσκησης αρμοδιότητας του διευθυντή Τελωνείων προς την λειτουργό που υπέγραψε την πιο πάνω απόφαση για τον αναπληρωτή διευθυντή. Ο εν λόγω διευθυντής είχε αφυπηρετήσει και ως αναφέρθηκε, άγνωστο παρέμενε κατά πόσο υπήρχε άλλη εξουσιοδότηση εκ μέρους του νέου αναπληρωτή διευθυντή, αφού νέος διευθυντής δεν διορίστηκε.

 

     Η εφεσίβλητη, με αριθμό λόγων, ζήτησε την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης του διοικητικού οργάνου. Στο στάδιο της πρωτόδικης διαδικασίας, και δη στο στάδιο της απαντητικής αγόρευσης του συνηγόρου της τελευταίας, για πρώτη φορά τέθηκε ότι η επίδικη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο και έτσι, ως ζήτημα δημόσιας τάξης, θα μπορούσε να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.  

   Το πρωτόδικο Δικαστήριο επισήμανε ότι «…στην απουσία οποιασδήποτε έγγραφης καταχώρισης στο διοικητικό φάκελο, στην οποία να φαίνεται ότι η απόφαση λήφθηκε από το αρμόδιο όργανο, οποιαδήποτε κοινοποίηση απόφασης εκ μέρους του ή η έκδοση απόφασης εκ μέρους του, γίνεται αναρμόδια, εκτός αν παρουσιαστεί σχετική εξουσιοδότηση είτε για έκδοση απόφασης είτε για υπογραφή, που στην τελευταία περίπτωση περαιτέρω χρειάζεται να είναι και καταχωρημένη εγγράφως η απόφαση του αρμοδίου οργάνου».                   

 

    Αποτελεί πάγια νομολογιακή αρχή ότι μια διοικητική πράξη για να είναι έγκυρη πρέπει να απορρέει από το αρμόδιο διοικητικό όργανο.  Η έλλειψη αρμοδιότητας από το όργανο που εξέδωσε την απόφαση συνιστά λόγο ακύρωσης (Βλ. Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3Β Α.Α.Δ. 576).   Όπως δε έχει υποδειχθεί στην Dolidze κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 539, η απουσία εξουσιοδότησης προς το πρόσωπο το οποίο εξέδωσε την απόφαση οδηγεί σε ακύρωση της απόφασης λόγω αναρμοδιότητας του οργάνου.   

 

    Σχετική με το υπό εξέταση ζήτημα είναι η υπόθεση Κασσέρα ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 27/16, ημερ. 4.4.2023, ECLI:CY:AD:2023:C130, όπου ο εφεσείοντας προέβαλε ότι η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπασχε αφού, δεν είχε καταρτιστεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 2 και 35Α του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 10/69).   Στην εκεί υπόθεση, παρουσιάστηκε εκχώρηση με την οποία ο αρμόδιος Υπουργός εκχώρησε προς τον γενικό διευθυντή τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει του Νόμου. Ο εφεσείοντας, με δεδομένο ότι η εξουσιοδότηση δόθηκε πριν από πολλά χρόνια από προηγούμενο Υπουργό και όχι από τον εν ενεργεία Υπουργό κατά την περίοδο πλήρωσης των θέσεων, υποστήριξε πως η εξουσιοδότηση αυτή δεν μπορούσε να ισχύει, αφού η κάθε διαδικασία πλήρωσης θέσεων είναι ξεχωριστή και αυτόνομη. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, επισήμανε ότι δεν είναι αναμενόμενο να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος Υπουργός.    

 

     Επίσης σχετική με το υπό εξέταση επίδικο ζήτημα είναι και η πρόσφατη υπόθεση Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, Ε.Ε.Δ. 84/16, ημερ. 2.10.2023,  όπου η εφεσείουσα προέβαλε ότι η σύνθεση της συμβουλευτικής επιτροπής που συστήθηκε για τις προαγωγές ήταν παράνομη καθότι, ο νέος υπουργός, ως εκ της αλλαγής που προέκυψε με τη αντικατάσταση του προηγούμενου, δεν προχώρησε σε επικαιροποιημένη εκχώρηση εξουσιών προς τη νέα γενική διευθύντρια. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, απορρίπτοντας το σχετικό λόγο έφεσης επισήμανε ότι, ο λόγος των αποφάσεων  Κασσέρα (ανωτέρω)  και Συμβούλιο Εφέσεων Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης κ.α v. Παναγή κ.α Α.Ε. 47/2014 ημερ. 25.2.21, ECLI:CY:AD:2021:C71, όπου στην τελευταία υπογραμμίστηκε το θεσμικά συνεχές ενός διοικητικού οργάνου, καλύπτει τα επίδικα ζητήματα, με την πρόσθετη επισήμανση  ότι, «…το γεγονός ότι αντικαταστάθηκε ο Γενικός Διευθυντής, (στον οποίο δόθηκε εκχώρηση…), να μην  επηρεάζει  κατ’ εφαρμογή του ίδιου σκεπτικού (αλλά και κατά κοινή λογική) τα αναλυόμενα».

 

    Στην υπό εξέταση περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλλε. Εξουσιοδότηση υπήρχε. Με αυτήν εξουσιοδοτήθηκε το πρόσωπο που υπέγραψε την σχετική επιστολή και με την οποία απαίτησε την καταβολή των πιο πάνω ποσών. Σε ακολουθία του λόγου τόσο της υπόθεσης Κασσέρα και όσο και της Φωτιάδου (ανωτέρω), δεν είναι αναμενόμενο να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος διευθυντής. Περαιτέρω, δεν είχε τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου οτιδήποτε που να ανακαλεί την εξουσιοδότηση για την οποία γίνεται αναφορά πιο πάνω.

 

     Τα γεγονότα που περιβάλλουν την υποθέση Σβανάς,  στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ουσιωδώς διαφέρουν  από τα υπό εξέταση αφού, στην εν λόγω υπόθεση δεν υπήρχε πουθενά καταγεγραμμένη απόφαση του διευθυντή για απόρριψη της αίτησης, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε έγγραφη βεβαίωση με την οποία να αναφέρεται ότι ο διευθυντής εκχωρεί την εξουσία του αυτή σε άλλα πρόσωπα.

 

    Για τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση, ομού με την σχετική διαταγή για έξοδα, παραμερίζονται.

 

   Η προσφυγή παραπέμπεται στο Διοικητικό Δικαστήριο για εκδίκαση από άλλο Δικαστή,  κατά προτεραιότητα, ενόψει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τους λόγους ακύρωσης λόγω, της πιο πάνω κατάληξης του περί αναρμοδιότητας.

 

 

 

   Επιδικάζονται έξοδα ύψους €3.000 υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον της εφεσίβλητης.  

 

 

                                                          Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                          ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 

                                                          Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

 

 

/EAΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο