ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν. 33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 81/17)

 

 

25 Ιανουαρίου, 2024

 

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ALPHA PANARETI GOLF CLUB LTD

 

Εφεσείουσα/Αιτήτρια

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

2.   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

3.   ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ

                         

Εφεσίβλητοι/Καθ’ ων η αίτηση

_________________

 

    Α. Σ. Αγγελίδης για Α. Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα.

   Θ. Πιπερή (κα),  Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.

_________________

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα με την αίτηση ακύρωσης, ζητούσε δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των εφεσιβλήτων με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική της προσφυγή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

   Το πρωτόδικο Δικαστήριο, για τους λόγους που εξηγεί στην απόφαση του, απέρριψε την προσφυγή. Επί τούτων όμως, θα επανέλθουμε αργότερα.

 

    Με την παρούσα έφεση, η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης καθότι, το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε να απορρίψει τον ισχυρισμό της εφεσείουσας ότι υπήρξε υπέρμετρη καθυστέρηση στην εξέταση της πολεοδομικής της αίτησης (λόγος έφεσης αρ. 1),  και κατ’ επέκταση το νομικό καθεστώς που θα έπρεπε να εφαρμοστεί ήταν αυτό που ίσχυε κατά την υποβολή της αίτησης και όχι αυτό που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της απόφασης (λόγος έφεσης αρ. 2). Πρόσθετα, προβάλλεται ότι υπήρξε και παραβίαση της αρχής της καλής πίστης, της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς την διοίκηση (λόγος έφεσης αρ. 3).

 

    Κρίνουμε ορθό εξαρχής να εκθέσουμε σε συντομία, τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση, τα οποία έχουν ως ακολούθως:

 

    Η εφεσείουσα, στις 17.7.2008, υπέβαλε στον Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (στο εξής «η πολεοδομική αρχή») αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για τη δημιουργία γηπέδου γκόλφ με παρεμφερείς αναπτύξεις και διαχωρισμό 383 οικοπέδων στις κοινότητες Δωρού και Λιμνάτη.  Η πολεοδομική αρχή στις 6.4.2011, απέρριψε την πιο πάνω αίτηση για σειρά λόγων που καταγράφονται στην σχετική γνωστοποίηση που δόθηκε στην εφεσείουσα.

   

    Ακολούθως, εναντίον της πιο πάνω απόφασης, η εφεσείουσα στις 27.4.2011, υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή προς το Υπουργικό Συμβούλιο.

 

    Σε σχέση με την πιο πάνω ιεραρχική προσφυγή το Υπουργείο Εσωτερικών ετοίμασε  σημείωμα ημερ. 5.9.2011, το οποίο υπέβαλε στην Υπουργική Επιτροπή, στην οποία εκχωρήθηκε η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου για λήψη απόφασης επί ιεραρχικών προσφυγών. 

 

   Η Υπουργική Επιτροπή σε συνεδρία της ημερ. 17.9.2012, αφού εξέτασε την ιεραρχική προσφυγή, την απέρριψε  κρίνοντας ότι η απόφαση της πολεοδομικής αρχής είναι ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας, της δήλωσης πολιτικής καθώς και της απόφασης με αρ. 68.935, ημερ. 3.6.2009, του Υπουργικού Συμβουλίου.  Ως καταγράφεται στην σχετική απόφαση της: 

 

«…  Η Επιτροπή μελέτησε το Σημείωμα αρ. 87/23 του Υπουργείου Εσωτερικών και, αφού εξέτασε τα πραγματικά και νομικά γεγονότα τα οποία σχετίζονται με την υποβληθείσα αίτηση, την απόφαση και τα επιχειρήματα της Πολεοδομικής Αρχής, τους λόγους που επικαλέστηκαν οι αιτητές για υποστήριξη της Ιεραρχικής Προσφυγής, και έλαβε ιδιαίτερα υπόψη ότι,

 

(α) η προταθείσα επίλυση του θέματος της υδροδότησης της ανάπτυξης δεν συνάδει με την ολοκληρωμένη Πολιτική για την παροχή κινήτρων για τη δημιουργία γηπέδων γκολφ στην Κύπρο, που καθορίστηκε-εντός ευλόγου χρόνου εξέτασης της αίτησης- με σχετικές Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, και διαλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ότι καμία ποσότητα νερού θα παραχωρείται από Κυβερνητικά υδατικά έργα/ αποχετευτικά συστήματα, κ.ά, για αναπτύξεις γηπέδων γκολφ,

 

(β) το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, έχει εκφράσει σοβαρές επιφυλάξεις, όσον αφορά την εξουσιοδότηση της προτεινόμενης ανάπτυξης (τμήμα της οποίας εμπίπτει εντός καθορισμένης περιοχής Προστατευόμενου Τοπίου για την προστασία του Φράγματος του Κούρη), λόγω του υψηλού κινδύνου ρύπανσης του νερού του φράγματος, ιδιαίτερα ενόψει του ότι ο ταμιευτήρας του Κούρη αποτελεί την κύρια πηγή ύδρευσης του Κράτους και έχει δηλωθεί, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ως προστατευόμενη περιοχή για πόσιμο νερό, στα πλαίσια της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ, ενώ τα προταθέντα, από τους αιτητές μέτρα για προστασία του φράγματος, τα οποία αξιολογήθηκαν σε λεπτομέρεια από το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, σε συνεργασία με ξένο εμπειρογνώμονα, δεν αποκλείουν τον κίνδυνο ρύπανσης του νερού του ταμιευτήρα και συνεπώς δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά,

 

(γ) το Ταμείο Θήρας, θεωρεί, ότι η προτεινόμενη ανάπτυξη θα επηρεάσει αρνητικά τον ζωτικό χώρο του μόνου επιβεβαιωμένου ζευγαριού γύπα στην Κυπριακή Δημοκρατία, το οποίο αποτελεί είδος υπό απειλή,

 

(δ) η προτεινόμενη ανάπτυξη δεν διαθέτει κατάλληλη, ικανοποιητική, άνετη και ασφαλή δημόσια προσπέλαση, και,

 

(ε) στην προτεινόμενη για ανάπτυξη γη περιλαμβάνονται τεμάχια τα οποία είναι κηρυγμένα σε Αρχαία Μνημεία,

 

Ενεργώντας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, αποφάσισε ομόφωνα να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή, κρίνοντας ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής είναι ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας και της Δήλωσης Πολιτικής, καθώς και της Απόφασης με αρ. 68.935, ημερομηνίας 03.06.2009, του Υπουργικού Συμβουλίου.»

 

 

 

    Την πιο πάνω απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής, η οποία κοινοποιήθηκε στην εφεσείουσα με επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 8.10.2012, είναι που προσέβαλε στο Διοικητικό Δικαστήριο η εφεσείουσα.   

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο, ως αναφέρθηκε, απέρριψε την προσφυγή για τους λόγους που εκτίθενται στην απόφαση του. 

 

    Στο στάδιο των αγορεύσεων για πρώτη φορά τέθηκε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου της εφεσείουσας, ότι έπασχε η σύνθεση της Υπουργικής Επιτροπής.  Σε κατοπινό στάδιο δήλωσε ότι άγνωστη ήταν η σύνθεση της, καθότι δεν υφίσταται άρτιο – συμπληρωμένο - πρακτικό και το Δικαστήριο, ως ανάφερε, ως ζήτημα δημόσιας τάξης, θα πρέπει να το εξετάσει.

    

    Αποτελεί πάγια νομολογιακή αρχή ότι μια διοικητική πράξη για να είναι έγκυρη πρέπει να απορρέει από το αρμόδιο διοικητικό όργανο.  Η έλλειψη αρμοδιότητας από το όργανο που εξέδωσε την απόφαση συνιστά λόγο ακύρωσης (Βλ. Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3Β Α.Α.Δ. 576).   Η σύνθεση του διοικητικού οργάνου ανατρέχει στη ρίζα της νομιμότητας της ληφθείσας απόφασης, ως ζήτημα δημόσιας τάξης και τυχόν διαπίστωση προβλήματος καθιστά την απόφαση άκυρη και το Δικαστήριο δύναται να εξετάσει αυτεπάγγελτα το ζήτημα (Βλ. Αγαθοκλέους ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 359).

 

    Συναφές θέμα είναι και η αναγκαιότητα τήρησης άρτιων πρακτικών με σκοπό τη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου. Η δε ανάγκη αυτή κωδικοποιείται στο άρθρο 24(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158(Ι)/19) το οποίο διαλαμβάνει ότι: «Πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται.  Η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία».  Όπως δε έχει επισημανθεί στην Κυπριανίδου ν. Δήμου Πόλεως Χρυσοχούς (2009) 4 Α.Α.Δ. 721, η τήρηση άρτιων πρακτικών «… συνιστά εχέγγυο για χρηστή διοίκηση και αναγκαία προϋπόθεση για την άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων» (Βλ. επίσης Medcon Construction and Others v. Republic (1968) 3 C.L.R. 535 και Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550).  

 

    Αποτελεί θεμελιωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι, στην απουσία νομοθετικής διάταξης που να ρυθμίζει το θέμα, η μη τήρηση πρακτικών από το συλλογικό όργανο δεν καθιστά αφ’  αυτής, άκυρη την διοικητική πράξη, εκτός αν η απουσία των πρακτικών ή η ασάφεια τους τείνει να στερήσει την πράξη της δέουσας αιτιολογίας.  Το δε βάρος απόδειξης ότι τα πρακτικά δεν είναι πλήρη ή επαρκή το φέρει ο εφεσείων (Βλ. Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345).   

 

    Αναφορικά με την πιο πάνω εισήγηση του συνηγόρου της εφεσείουσας ότι δεν υφίσταται άρτιο – συμπληρωμένο – πρακτικό, επισημαίνουμε ότι το εν λόγω ζήτημα δεν τέθηκε και δεν συζητήθηκε πρωτόδικα.  Αποτελεί σαφή και διαχρονική θέση της νομολογίας ότι, κατά κανόνα, μόνο τα θέματα που εγείρονται πρωτόδικα είναι δυνατό να εγερθούν και να συζητηθούν κατ’  έφεση.  Εξαίρεση αποτελούν τα θέματα δημόσιας τάξης όπως είναι η μη νόμιμη σύσταση του διοικητικού οργάνου.  Σε ακολουθία και του λόγου της Λαμπριανού ν. Δημοκρατίας κ.ά., Α.Ε. 247/12, ημερ. 28.4.2020, ECLI:CY:AD:2020:C131, το συγκεκριμένο ζήτημα  περί της σύνθεσης της επιτροπής τέθηκε κατά τρόπο γενικό, αόριστο και χωρίς να εξειδικεύεται γιατί η εφεσείουσα θεωρεί ότι η σύσταση της Υπουργικής Επιτροπής δεν ήταν νόμιμη με αποτέλεσμα να μην επιτρέπεται η εξέταση του.  Πρόσθετα, δεν τέθηκε κατά την πρωτόδικη διαδικασία ότι δεν υφίστατο άρτιο πρακτικό και  συνακόλουθα, δεν επιτρέπεται η εξέταση του συγκεκριμένου ζητήματος. 

 

     Έτσι, για τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, η σχετική εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της εφεσείουσας απορρίπτεται.

     Η εφεσείουσα προβάλλει ότι, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της ότι, υπήρξε υπέρμετρη καθυστέρηση στην εξέταση της πολεοδομικής της αίτησης και ότι παρήλθε ο εύλογος χρόνος εξέτασης, (λόγος έφεσης αρ.1), και έτσι, λανθασμένα κρίθηκε ότι θα έπρεπε να εφαρμοστεί η Πολιτική του Υπουργικού Συμβουλίου 2009 η οποία ίσχυε κατά την έκδοση της απόφασης του διοικητικού οργάνου και όχι αυτή  του 2005 που ίσχυε κατά την υποβολή της αίτησης (λόγος έφεσης αρ. 2).  Ενόψει της συνάφειας τους οι δύο πιο πάνω λόγοι έφεσης θα εξεταστούν σωρευτικά.

 

    Σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, το κρίσιμο νομικό καθεστώς για την νομιμότητα της διοικητικής πράξης είναι αυτό που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της απόφασης, εκτός βέβαια όπου υπεισέρχεται ο παράγοντας της αδικαιολόγητης καθυστέρησης (Βλ. Δημοτική Επιτροπή Αγ. Δομετίου ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 434, Δήμος Στροβόλου ν. Νίκου Βορκά κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 514 και Χατζηγεωργίου ν. Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.), Ε.Δ.Δ. 17/18, ημερ. 19.12.23).

 

    Ο εύλογος χρόνος είναι ζήτημα πραγματικό το οποίο κρίνεται υπό τις περιστάσεις της κάθε υπόθεσης.  Όπως δε έχει νομολογηθεί, η έκταση της ανάπτυξης και η έκταση της αναγκαίας έρευνας από μέρους των αρχών είναι μερικά από τα στοιχεία τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.   Το κριτήριο του ευλόγου χρόνου είναι αντικειμενικό και τελικός κριτής αυτού το Δικαστήριο ( βλ.    Δημοτική Επιτροπή Αγ. Δομετίου ν. Χριστοφόρου κ.ά. ανωτέρω).

 

    Με βάση όλα τα πιο πάνω, για να καταλήξει το Δικαστήριο ποιο νομικό καθεστώς θα έπρεπε να εφαρμοστεί στο πλαίσιο της σχετικής αίτησης που υποβλήθηκε από την εφεσείουσα, θα πρέπει να εξεταστούν τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης για να διαπιστωθεί αν υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση από τις αρμόδιες αρχές.  Στην περίπτωση που  δεν υφίστατο αδικαιολόγητη καθυστέρηση θα έπρεπε να εφαρμοστεί το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της απόφασης.  Σε αντίθετη περίπτωση, θα έπρεπε να εφαρμοστεί το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που υποβλήθηκε η αίτηση.

 

    Με βάση τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση η εφεσείουσα υπέβαλε την πιο πάνω πολεοδομική αίτηση στις 15.7.2008.   Ο χρόνος αρχίζει να προσμετρά από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης από μέρους της αρμόδιας αρχής ήτοι στις 17.7.2008.  Η αιτούμενη ανάπτυξη αφορούσε την δημιουργία γηπέδου γκολφ με παρεμφερείς αναπτύξεις και διαχωρισμό 383 οικοπέδων.  Η προς ανάπτυξη ιδιοκτησία, με εξαίρεση ένα τεμάχιο το οποίο ενέπιπτε στην ζώνη προστασίας -προστατευόμενο τοπίο - η οποία καθορίστηκε για την προστασία του φράγματος του Κούρρη, ενέπιπτε σε γεωργική ζώνη.  Στη σχετική δήλωση ενδιαφέροντος, που προηγήθηκε της αίτησης, η εφεσείουσα εξασφάλισε την κατ’  αρχάς έγκριση της πολεοδομικής αρχής για την προτεινόμενη ανάπτυξη, με προϋποθέσεις. Σε αυτή ρητά διευκρινίζεται ότι η έγκριση «… δεν προδεσμεύει με κανένα τρόπο την τελική απόφαση της πολεοδομικής αρχής …».   Επιπρόσθετα, λήφθηκε σχετική έγκριση από το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων για την υδροδότηση.   

 

    Η αίτηση μελετήθηκε προκαταρκτικά από την πολεοδομική αρχή η οποία προέβη στις αναγκαίες διαβουλεύσεις και ειδικότερα ζήτησε τις απόψεις 20 προσώπων/τμημάτων.  

 

    Στις 25.5.2009 η πολεοδομική αρχή διαβίβασε στην εφεσείουσα επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Δημοσίων Έργων ημερ. 30.4.2009, με την οποία ζητείτο η υποβολή μελέτης εκτίμησης κυκλοφοριακών επιπτώσεων από την προτεινόμενη ανάπτυξη, καθώς και επίσημα κτηματολογικά σχέδια στα οποία να υποδεικνύεται το οδικό δίκτυο της αιτούμενης ανάπτυξης καθώς και την σύνδεση του με το υφιστάμενο οδικό δίκτυο.   

 

   Ακολούθως, στις 15.6.2009, η πολεοδομική αρχή ζήτησε από την εφεσείουσα να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για εξασφάλιση ικανοποιητικής προσπέλασης και να υποβάλει τις προτάσεις της αναφορικά με τη ύδρευση και άρδευση της ανάπτυξης. Με την πολεοδομική αίτηση προτάθηκε ιδιωτικό οδικό δίκτυο το οποίο όμως δεν αποτελούσε ικανοποιητική προσπέλαση. Στις 6.7.2009 υποβλήθηκαν τροποποιημένα σχέδια σε σχέση με την προσπέλαση της ανάπτυξης καθώς και τροποποιημένα χωροταξικά σχέδια προς αντικατάσταση των αντίστοιχων στην περιβαλλοντολογική μελέτη. Ενώ για το θέμα της υδροδότησης, ο δικηγόρος της εφεσείουσας με επιστολή του ημερ. 20.7.2009 δήλωνε την εμμονή της στην αρχική της πρόταση για ύδρευση και άρδευση της ανάπτυξης.  

 

    Η πολεοδομική αρχή,  με επιστολές της ημερ. 15.7.2009, 29.7.2009, 24.8.2009, 4.9.2009 και 29.9.2009, ζήτησε από την εφεσείουσα την υποβολή των απαιτούμενων στοιχείων και εγγράφων που σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με την κυκλοφοριακή μελέτη, τους εκσυγχρονισμένους τίτλους ιδιοκτησίας και με στοιχεία σε σχέση με την προσπέλαση και άλλα, ώστε να καταστεί δυνατή η περαιτέρω μελέτη και προώθηση της αίτησης τους.  

 

    Η εφεσείουσα, με επιστολή του δικηγόρου της ημερ. 12.12.2009, ζήτησε την εξέταση της αίτησης στη βάση του νομικού  καθεστώτος με βάση την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του 2005. Η πολεοδομική αρχή με απάντηση της ημερ. 4.1.2010, για τους λόγους που εξηγεί, της επισήμανε ότι δεν μπορούσε να εξεταστεί με βάση την πιο πάνω απόφαση. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας επανήλθε με επιστολή του ημερ. 9.1.2010, ζητώντας όπως εξεταστεί η αίτηση και  ληφθεί απόφαση στη βάση της πολιτικής του 2005.

 

    Η εφεσείουσα στις 17.12.2009, υπέβαλε αίτηση στη πολεοδομική αρχή για δημιουργία ηλιοθερμικού πάρκου το οποίο, συνέπιπτε με μέρος του προτεινόμενου γηπέδου γκολφ και γι’  αυτό η πολεοδομική αρχή, με επιστολή της ημερ. 30.3.2010, ζήτησε να ενημερωθεί γραπτώς ποια από τις δύο αιτήσεις θα παρέμεινε για περαιτέρω μελέτη και ποια θα αποσυρόταν. Στις 20.4.2010, υποβλήθηκαν τροποποιημένα σχέδια σύμφωνα με τα οποία η προτεινόμενη ανάπτυξη περιοριζόταν εκτός του χώρου του ηλιοθερμικού πάρκου. Σημειώνεται ότι η αιτηθείσα πολεοδομική άδεια για το ηλιοθερμικό πάρκο χορηγήθηκε στις 14.6.2010. 

    Ο δικηγόρος της εφεσείουσας, με επιστολή του ημερ. 18.1.2011, την ενημέρωνε ότι «… επειδή το χρονικό διάστημα που έχει διαρρεύσει από την υποβολή της πιο πάνω αίτησης είναι υπερβολικά μεγάλο, οι πιο πάνω ονομαζόμενοι πελάτες μας δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να θεωρήσουν ότι η αίτηση τους έχει απορριφθεί».  Η  πολεοδομική αρχή, με επιστολή της ημερ. 25.11.2011, πληροφόρησε τον δικηγόρο της εφεσείουσας ότι ο λόγος που δεν έχει ληφθεί απόφαση αναφορικά με την αίτηση της οφειλόταν στο ότι δεν έχει ανταποκριθεί στις κατά καιρούς επιστολές της πολεοδομικής αρχής για την υποβολή  πρόσθετων στοιχείων, σχεδίων, μελετών απαραίτητων για την περαιτέρω προώθηση και μελέτη της αίτησης.  Εξάλλου, ως επισημαίνεται στην εν λόγω επιστολή, μόλις στις 20.4.2010 υποβλήθηκαν για μελέτη τροποποιημένα σχέδια για την ανάπτυξη, ώστε αυτή να μην συγκρούεται με τα υποβληθέντα σχέδια για το ηλιοθερμικό πάρκο. 

 

    Η εφεσείουσα, για την ίδια έκταση γης που αφορά στο προτεινόμενο γήπεδο γκολφ, υπέβαλε στις 24.1.2011 πολεοδομική αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για κατασκευή ηλιοθερμικής μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η πολεοδομική αρχή με επιστολή της ημερ. 15.2.2011 ζήτησε από την εφεσείουσα να την πληροφορήσει για ποια από τις δύο αιτήσεις επιθυμεί την προώθηση ενόψει ότι οι δύο αναπτύξεις καταλαμβάνουν την ίδια έκταση γης.  

 

    Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, στις 24.1.2011, διαβίβασε στην πολεοδομική αρχή επιστολή της Γενικής Διευθύντριας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ημερ. 14.1.2011, σύμφωνα με την  οποία δεν συναινούσε στην κατασκευή του συγκεκριμένου γηπέδου γκολφ και των παρεμφερών αναπτύξεων του στη συγκεκριμένη θέση για τους λόγους που εκτίθενται σ’  αυτή.   Επίσης, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών στις 2.3.2011, διαβίβασε στην πολεοδομική αρχή επιστολή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ημερ. 31.1.2011, καθώς και τα πρακτικά της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής και κάλεσε την πολεοδομική αρχή να προχωρήσει στη λήψη απόφασης επί της αίτησης.  

 

    Ακολούθως, στις 6.4.2011, η πολεοδομική αρχή απέρριψε την αίτηση για τους λόγους που καταγράφονται στη σχετική γνωστοποίηση άρνησης,  όπως με λεπτομέρεια εκτίθενται πιο πάνω και δεν χρήζουν επανάληψης.

 

    Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας, προς επίρρωση της θέσης του ότι υφίσταται αδικαιολόγητη καθυστέρηση, έκανε αναφορά στην υπόθεση Super Home Center D.I.Y. Ltd v. Νικολάου κ.ά. (2012) 3 Α.Α.Δ. 381.   Με όλο τον δέοντα σεβασμό, τα γεγονότα που περιβάλλουν την πιο πάνω απόφαση  ουσιωδώς διαφέρουν από την παρούσα. Στην εκεί περίπτωση υποβλήθηκε το 2002 αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση μεγάλης υπεραγοράς D.I.Y. και κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης ήταν σε ισχύ το εγκριμένο Τοπικό Σχέδιο Λεμεσού 2000 το οποίο  καθόριζε τον επίδικο χώρο ως χώρο σχολείου.   Υπήρχε όμως απόφαση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού από το 2001 για αποχαρακτηρισμό του τεμαχίου από χώρο σχολείου και επίσης το πολεοδομικό συμβούλιο το 2002 τοποθετήθηκε θετικά για την αποδέσμευση του  τεμαχίου.  Στο πλαίσιο της μελέτης της αίτησης ζητήθηκαν οι απόψεις διαφόρων τμημάτων και υπηρεσιών και εν αναμονή αυτών, η εξέταση της αίτησης παρέμεινε σε εκκρεμότητα μέχρι τις 3.6.2003 που  τελικά διαβιβάστηκε στην πολεοδομική αρχή.  Στο μεταξύ, στις 21.3.2003, δημοσιεύθηκε το τροποποιημένο Τοπικό Σχέδιο Λεμεσού 2003, το οποίο διαφοροποίησε ουσιωδώς τις πρόνοιες για χωροθέτηση μεγάλων υπεραγορών, καθιστώντας ανεπίτρεπτη την έγκριση της αίτησης και επίσης αποχαρακτηρίστηκε το επίδικο τεμάχιο από χώρο σχολείου, καθορίζοντας το για οικιστική ανάπτυξη.          

    Στην υπό εξέταση περίπτωση, η αιτούμενη ανάπτυξη, όπως ορθά υποδεικνύει το πρωτόδικο Δικαστήριο, ήταν μεγάλη και αφορούσε τη δημιουργία γηπέδου γκόλφ με παρεμφερείς αναπτύξεις και  διαχωρισμό 383 οικοπέδων. Ζητήθηκαν δε οι απόψεις από 20 τμήματα.  Και κάτι ακόμη σημαντικό.  Η εφεσείουσα δεν ανταποκρίθηκε στις κατά καιρούς επιστολές της πολεοδομικής αρχής για την υποβολή πρόσθετων στοιχείων και σχεδίων για την περαιτέρω προώθηση και  μελέτη της αίτησης.  Η αίτηση υποβλήθηκε στις 17.7.2008.  Η εφεσείουσα, στις 20.4.2010, υπέβαλε στην αρμόδια αρχή τροποποιημένα σχέδια για την ανάπτυξη ώστε να μην συγκρούεται με τα υποβληθέντα σχέδια για το ηλιοθερμικό πάρκο. Στη συνέχεια, η  εφεσείουσα στις 24.1.2011 υπέβαλε αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για κατασκευή ηλιοθερμικής μονάδας  παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.   Η πολεοδομική αρχή με επιστολή της ημερ. 15.2.2011 της ζήτησε να την πληροφορήσει για ποια από τις δύο αιτήσεις επιθυμεί την προώθηση ενόψει ότι οι δύο αναπτύξεις καταλαμβάνουν την ίδια έκταση γης.   Η πολεοδομική αρχή στις 6.4.2011 απέρριψε την επίδικη αίτηση για σειρά λόγων και ακολούθως η Υπουργική Επιτροπή στις 17.9.2012 απέρριψε την  ιεραρχική προσφυγή η οποία καταχωρίστηκε στις 27.4.2011.

 

    Με βάση τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση, ορθά υποδεικνύει το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι, δεν υφίσταται  αδικαιολόγητη καθυστέρηση από μέρους των εφεσιβλήτων. Αντιθέτως, η εφεσείουσα με τις πράξεις και παραλείψεις της, ως υποδεικνύονται πιο πάνω, ευθύνεται για την όποια  καθυστέρηση επήλθε. Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης, ορθά η αρμόδια αρχή έλαβε υπόψη της το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά την έκδοση της απόφασης και όχι κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.   Συνακόλουθα οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

 

     Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφορικά με το θέμα της προσπέλασης, ανέφερε τα ακόλουθα: «Ορθή είναι και η θέση της καθ’ ης η αίτηση, αναφορικά με το θέμα της προσπέλασης, ότι αυτή κρίθηκε δεν ήταν ικανοποιητική, με βάση τα ενώπιον μου στοιχεία.  Το κατά πόσον αυτή η κρίση ήταν ορθή,   αποτελεί βέβαια τεχνικής φύσεως ζήτημα, στο οποίο το δικαστήριο, σύμφωνα με πάγια, πλέον, νομολογία επί του θέματος, δεν επεμβαίνει».

 

     Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας για πρώτη φορά, στο πλαίσιο των αγορεύσεων, έθεσε ότι, η πιο πάνω αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι αναιτιολόγητη.

    Όπως είναι  νομολογημένο, δεν είναι δυνατή η διερεύνηση θεμάτων  που δεν εγείρονται σαφώς στο περιεχόμενο των λόγων έφεσης, οι οποίοι λόγοι οφείλουν να προσδιορίζουν ειδικά το λάθος του Δικαστηρίου (Βλ. Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Θεοφάνους, Ε.Δ.Δ. 28/17, ημερ. 5.10.2023 και στις εκεί αναφερόμενες αυθεντίες). 

 

     Συνακόλουθα, η μη προσβολή του πιο πάνω ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου, με την παρούσα έφεση, το αφήνει άθικτο  και άτρωτο. Έτσι, για τους λόγους που εξηγούνται, τα όσα σχετικά αναφέρθηκαν από μέρους του ευπαιδεύτου συνηγόρου της εφεσείουσας απορρίπτονται.     

 

    Αναφορικά δε με τον έτερο λόγο έφεσης αρ 3, η εφεσείουσα προβάλλει μεταξύ άλλων ότι, υπέβαλε την αίτηση με την πεποίθηση ότι αυτή θα εξεταζόταν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ότι παρέμεινε πλήρως απροστάτευτη έναντι της αλλαγής των κινήτρων της διοίκησης που η ίδια έθεσε για να προσελκύσει την υποβολή τέτοιων αιτήσεων, αφαιρέθηκαν προσδοκίες, κίνητρα και κεκτημένα δικαιώματα που η ίδια η διοίκηση έθεσε, με αποτέλεσμα να παραβιάζονται οι αρχές της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη στο κράτος.

    Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1993) 3 Α.Α.Δ. 191, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«Ούτε η καλή πίστη συναρτάται με τον υπερακοντισμό της νομιμότητας στη λειτουργία της Διοίκησης. Όπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 A.Α.Δ. 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία.  Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου.  Όπως υποδεικνύεται στην Παμπόρη ν. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 164/95, 15.12.1995, η αρχή της καλής πίστης, δε μεταβάλλει τις αρχές δικαίου που διέπουν την άσκηση των εξουσιών, που εναποτίθενται σε διοικητικό όργανο, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται.  (Βλ. επίσης Vasiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220· Papadopoulou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 332· Droussiotis v. C.B.C. (1984) 3 C.L.R. 546· Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας υπόθεση αρ. 573/94 - 8.3.1996)».

 

 

       Για τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, και δεν χρήζουν επανάληψης, δεν υφίσταται οποιαδήποτε αδικαιολόγητη καθυστέρηση από μέρους της διοίκησης. Αντιθέτως, για την όποια καθυστέρηση δεν ευθύνονται οι εφεσίβλητοι αλλά η εφεσείουσα με τις πράξεις και παραλείψεις της.  Στην υπό εξέταση περίπτωση, ορθή ήταν η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι, η συμπεριφορά της διοίκησης δεν παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης καθώς και την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη στο κράτος.

  

    Συνεπώς, και ο πιο πάνω λόγος έφεσης είναι έκθετος σε απόρριψη.

 

    Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα ύψους €3.500 υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας.

 

         

                                                          Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.

         

                                                          ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 

                                                          Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ.

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο