ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν.33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)

 

Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ.161/2018

 

21 Φεβρουαρίου, 2024

 

[Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΜΑΡΙΟΣ  ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ

Εφεσείων

και

     ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ  ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Εφεσίβλητη

------------------------

Δ. Παυλίδης, για Δ. Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ ΚΑΙ Σ/ΤΕΣ ΔΕΠΕ, για Εφεσείοντα

Φρ.Σωτηρίου, (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητη

                                               --------------------

Δικαστήριο:  Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί

από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Δοθείσα αυθημερόν)

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  H παρούσα υπόθεση έχει μία ιδιομορφία.  Ο Εφεσείων είχε καταχωρήσει προσφυγή επί απόφασης ημερ. 27.5.2015, με την οποία η Εφεσίβλητη/καθ΄ης η αίτηση δια των αρμοδίων οργάνων, «τον ενημέρωναν ότι έκριναν δικαιολογημένη την εργοδότηση της αλλοδαπής οικιακής βοηθού και ότι περαιτέρω έκριναν δικαιολογημένη την αλλαγή αυτή» παραχωρώντας της σχετική άδεια παραμονής και απασχόλησης σε νέο εργοδότη. 

 

Ο Εφεσείων προέβαλε ποικίλους και πολλούς λόγους ακύρωσης για την απόφαση αυτή.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο ωστόσο έκρινε την υπόθεση επί προδικαστικών ενστάσεων της Εφεσίβλητης ήτοι ότι δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη κατά παράβαση του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος και/ή εν πάση περιπτώσει, ο Εφεσείων δεν είχε έννομο συμφέρον προσβολής της πράξης.  Είναι αναγκαίο να δοθεί το ιστορικό της υπόθεσης, όπως παρατίθεται από το πρωτόδικο Δικαστήριο. 

 

«Ο αιτητής είναι ο πρώην εργοδότης της αλλοδαπής … .. … Sabangan, υπηκόου Φιλιππινών. Η αλλοδαπή αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 18/12/2013, για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός στην οικογένεια του αιτητή. Στις 11/2/2014, η αλλοδαπή κατήγγειλε τους εργοδότες της στο Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων και απηύθυνε παράκληση όπως της επιτραπεί να εξεύρει νέο εργοδότη.

 

Στις 13/2/2014, ο αιτητής απηύθυνε επιστολή προς το Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων, καταγγέλοντας ότι η αλλοδαπή είχε εγκαταλείψει το χώρο εργασίας της. Τα παράπονα εξετάστηκαν από την Επιτροπή Εργατικών Διαφορών και διαφάνηκε ότι ο αιτητής είχε προβεί σε παραβιάσεις, αφού παραδέχτηκε τους ισχυρισμούς της αλλοδαπής αναφορικά με την απασχόληση της κατά τις ημεραργίες της (με πληρωμή) και τη μη ύπαρξη τραπεζικού λογαριασμού. Επειδή δε η αλλοδαπή εγκατέλειψε το χώρο εργασίας και διαμονής της σε πολύ σύντομο διάστημα, έγινε εισήγηση όπως κληθεί να αναχωρήσει από την Κύπρο.

 

Ακολούθησε επιστολή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερομηνίας 13/6/2014, με την οποία κλήθηκε η αλλοδαπή να αναχωρήσει από τη Δημοκρατία και επιστολή προς τον αιτητή με την οποία πληροφορείτο για την πιο πάνω εξέλιξη.

 

Στις 17/2/2015 ο Αρχιεπίσκοπος Μαρωνιτών Κύπρου, αποτάθηκε προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, με αίτημα όπως του επιτραπεί να εργοδοτήσει την αλλοδαπή ως οικιακή βοηθό. Ακολούθησε στις 18/3/2015 σημείωμα προς τον Υπουργό Εσωτερικών για τη περίπτωση και δόθηκαν οδηγίες στις 26/3/2015, όπως επιτραπεί στην αλλοδαπή να υποβάλει αίτηση εργασίας στον Αρχιεπίσκοπο Μαρωνιτών Κύπρου.

 

Στις 5/6/2015, υποβλήθηκε αίτηση για έκδοση άδειας παραμονής της αλλοδαπής, η οποία εκδόθηκε στις 17/7/2015. Στο μεταξύ στις 23/4/2015, ο αιτητής απευθύνθηκε προς τον Υπουργό Εσωτερικών με αίτημα όπως ανακληθεί άμεσα η απόφαση του Υπουργού και του δοθούν εξηγήσεις. Στις 27/5/2015, το Υπουργείο Εσωτερικών απάντησε στον αιτητή ότι το Υπουργείο μελέτησε τα δεδομένα της υπόθεσης και έκρινε δικαιολογημένη την αλλαγή εργοδότη. Ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης».

 

 

΄Εχουμε με προσοχή εξετάσει τα υπό των συνηγόρων τεθέντα επιχειρήματα, σε συνάρτηση με την εκκαλούμενη απόφαση. 

 

Θα μας απασχολήσει πρωτίστως η δεύτερη προδικαστική ένσταση η οποία οδήγησε το πρωτόδικο Δικαστήριο στο συμπέρασμα πως δεν υφίσταται έννομο συμφέρον στο πρόσωπο του Εφεσείοντα.  Θέμα που επανέρχεται με το δεύτερο λόγο έφεσης. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει επ΄αυτού τα εξής:

«Εν προκειμένω, και αν ακόμη γίνει αποδεκτό ότι ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των καθ’ ων η αίτηση, με την οποία εγκρίθηκε το αίτημα του Αρχιεπισκόπου Μαρωνιτών Κύπρου για παραχώρηση άδειας παραμονής και απασχόλησης της αλλοδαπής, όπως αυτό περιλαμβάνεται στην επιστολή ημερομηνίας 2/4/2015, αυτός στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης της προσφυγής του, αφού μεταξύ της διοικητικής πράξης που προσβάλλεται και της βλάβης του αιτητή, παρεμβάλλεται το συμφέρον τρίτου. Όταν παρεμβάλλεται συμφέρον τρίτου, τότε το έννομο συμφέρον δεν είναι άμεσο, αλλά έμμεσο ή εξ αντανακλάσεως, αφού τυχόν ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης δεν θα είχε ως άμεση συνέπεια την επίτευξη του στόχου του αιτητή. Δεν υπάρχει δηλαδή η αμεσότητα της συνδρομής του εννόμου συμφέροντος του αιτητή, αλλά αυτό ανακύπτει αντανακλαστικά.

 

Στην JOANNOU Paraskevaides Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 341, με παραπομπή στην Οικονομίδης v. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας κ.ά (1990) 3 ΑΑΔ 928, τονίστηκαν τα ακόλουθα σχετικά με το θέμα του εννόμου συμφέροντος.

 

Όπως αναφέρεται:

 

«Αυτό σημαίνει ότι δεν αρκεί μόνο να συνδέεται με το πρόσωπο του αιτητή, αλλά θα πρέπει η σύνδεση να γίνεται απευθείας. Θα πρέπει, τη βλάβη που προκαλεί η διοικητική πράξη ή η παράλειψη να υφίσταται ο ίδιος ο αιτητής και όχι άλλο πρόσωπο.

 

Άμεσο, με άλλα λόγια, είναι το έννομο συμφέρον το οποίο ερείδεται ευθέως σε δικαιώματα ή γενικότερα σε έννομες καταστάσεις του αιτητή, μεταξύ δε της διοικητικής πράξης ή παράλειψης που προσβάλλεται και της βλάβης αυτού που επιδιώκει την ακύρωσή της, θα πρέπει να υφίσταται αιτιώδης σχέση, χωρίς να παρεμβάλλεται, όπως στην παρούσα περίπτωση, συμφέρον τρίτου προσώπου. Όταν παρεμβάλλεται συμφέρον τρίτου, τότε το έννομο συμφέρον δεν είναι άμεσο, ακόμη κι' αν ενδέχεται να ζημιωθούν τα έννομα συμφέροντα του αιτητή εμμέσως ή εξ αντανακλάσεως. Το έννομο συμφέρον, σ' αυτή την περίπτωση, δεν είναι άμεσο, αλλά ενδεχόμενο, γιατί τυχόν ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης δεν θα είχε ως άμεση συνέπεια την επίτευξη του στόχου του αιτούντος».

 (Η έμφαση προστέθηκε»).

 

Είναι ορθό το σκεπτικό και η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Πέραν δε των ως άνω, παρατηρούμε πως, ουσιαστικά και τυπικά η σχέση μεταξύ του Εφεσείοντα και της εργοδοτούμενης του έπαψε να υφίσταται, αφού η σύμβαση εργοδότησης προ πολλού είχε ακυρωθεί, ως εκ των εκατέρωθεν καταγγελιών, αλλά και της τυπικής έγκρισης του τερματισμού της με την προηγηθείσα επιστολή της διοίκησης, ημερ. 13.6.2014.  Μάλιστα, η εγγυητική που εδόθη από τον Εφεσείοντα, του επεστράφη.

 

Το ότι η διοίκηση ανέφερε πως η αλλοδαπή, ως εκ του τερματισμού της σχέσης, θα έπρεπε να αναχωρήσει από την Κύπρο, δεν είχε οποιαδήποτε συνέπεια επί της λήξης της εργοδότησης της από τον Εφεσείοντα.

 

΄Οσα δε ανέφερε ο κ.Παυλίδης για τη νομοθεσία και τους Κανονισμούς σε σχέση με την αποδέσμευση εργασίας από αλλοδαπό εργοδοτούμενο, δεν θα μας απασχολήσουν, αφού ακριβώς κρίνουμε ότι, δια των πιο πάνω γεγονότων, η εργοδότηση είχε λήξει.

 

Συνεπώς κανένα απολύτως έρεισμα δεν έχει η θέση περί του εσφαλμένου της πρωτόδικης κρίσης.  Η δε διαπίστωση μας περί της ορθότητας του θέματος για το έννομο συμφέρον οδηγεί στο ανώφελο της εξέτασης του άλλου λόγου  έφεσης. 

 

Η έφεση απορρίπτεται με €2,500 έξοδα εναντίον του Εφεσείοντα.

 

                                                                             Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                                             ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 

                                                                             Η. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο