ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Άρθρο 23(3)(β)(ι) του Ν. 33/64 – Μεταβατικές Διατάξεις)

 

 

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 113/2018)

 

15 Μαρτίου, 2024

 

 

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

 

PAPOUIS DAIRIES LTD,

Εφεσείοντες,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,

Εφεσίβλητων.

 

_________________

 

Α. Αχιλλέως (κα), για Μάρκος Π. Σπανός & Σία, για τους Εφεσείοντες.

 

Ε. Νεοφύτου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

 

_________________

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από τον Σάντη, Δ.

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της κρινόμενης έφεσης είναι η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 5.7.18 («η Πρωτόδικη Απόφαση») να απορρίψει την Προσφυγή 43/14 («η Προσφυγή») των Αιτητών («οι Εφεσείοντες») με την οποία τούτοι αμφισβήτησαν τη νομιμότητα της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση («οι Εφεσίβλητοι»), να αρνηθούν αίτημα τους για καταβολή χορηγίας ένεκα της συμμετοχής τους στη Διεθνή Έκθεση «Gulfood 2014» («η Έκθεση»). 

Την 19.6.13 οι Εφεσίβλητοι, δυνάμει του Σχεδίου Ενισχύσεων Ήσσονος Σημασίας (de minimis) σε κυπριακές επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό και στις οποίες το Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού («το Υπουργείο») συμμετείχε με κρατικό περίπτερο («το Σχέδιο»), κάλεσαν τους ενδιαφερόμενους να συμμετάσχουν στην Έκθεση με δήλωση συμμετοχής («δήλωση συμμετοχής») μέχρι την 30.8.13.

Οι Εφεσείοντες - οι οποίοι ασχολούνται με την παραγωγή και εμπορία τυροκομικών προϊόντων και ιδίως χαλλουμιού - υπέβαλαν δήλωση συμμετοχής την 28.6.13 υπό την επωνυμία «ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ».

Η ονομασία «ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ» είχε εγκριθεί από τον Έφορο Εταιρειών την 21.5.12.

 Εντούτοις, την 15.10.12 ο Έφορος Εταιρειών αποφάσισε, με αναδρομική ισχύ από την 21.5.12, την ανάκληση της απόφασης του για έγκριση αλλαγής ονόματος των Εφεσειόντων εξαιτίας του κινδύνου παράκαμψης των κανόνων χρήσης των εμπορικών σημάτων για το φρέσκο και ώριμο «ΧΑΛΛΟΥΜΙ - HALLOUMI», ιδιοκτήτες των οποίων είναι οι Εφεσίβλητοι η ανάκληση»).

Η ανάκληση επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Papouis Dairies Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Aρ. 2020/12, ημ. 12.6.15.

Με επιστολή ημερομηνίας 10.7.13, οι Εφεσίβλητοι πληροφόρησαν τους Εφεσείοντες ότι, ως εκ της ανάκλησης, η δήλωση συμμετοχής στην Έκθεση δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή.

Οι Εφεσείοντες κλήθηκαν να υποβάλουν εκ νέου τη δήλωση συμμετοχής, με τα αναγκαία συνοδευτικά στο όνομα Papouis Dairies Limited, μέχρι την 30.8.13, ως και Υπεύθυνη Δήλωση («Υπεύθυνη Δήλωση») ότι δεν θα έκαναν χρήση στην Έκθεση, της επωνυμίας «ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ», ή μέρους ή οποιασδήποτε παραλλαγής, και πως αναγνώριζαν ότι η χρήση της επωνυμίας ενδεχομένως να συνιστά παραβίαση των πιστοποιούντων εμπορικών σημάτων «ΧΑΛΛΟΥΜΙ» για το φρέσκο και το ώριμο χαλλούμι.

Οι Εφεσείοντες με επιστολή των δικηγόρων τους ημερομηνίας 5.8.13 - επικαλούμενοι και προγενέστερη επιστολή τους ημερομηνίας 19.12.12 με την οποία έγινε αποδεκτό για σκοπούς καταβολής χορηγίας για συμμετοχή τους στην Έκθεση «SIAL PARIS 2012», πιστοποιητικό του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας με την επωνυμία «ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ» αφού μπορούσε να εξακριβωθεί από τον αριθμό μητρώου ΦΠΑ ότι ήταν η ίδια εταιρεία - εισηγήθηκαν πως η δήλωση συμμετοχής και οι βεβαιώσεις που υπέβαλαν έπρεπε να λογιστούν κατάλληλες.

Παραλλήλως, οι Εφεσείοντες δήλωσαν ότι δεν προτίθεντο να αναγράψουν επί της συσκευασίας των γαλακτοκομικών προϊόντων που θα χρησιμοποιούσαν στις εκθέσεις το έτος 2013, την επωνυμία «ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ» ή μέρος ή οποιαδήποτε παραλλαγή της, χαρακτηρίζοντας ωστόσο αχρείαστη την υπογραφή της Υπεύθυνης Δήλωσης.

Οι Εφεσίβλητοι, με επιστολή ημερομηνίας 30.8.13, πληροφόρησαν τους Εφεσείοντες ότι για να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της συμμετοχής τους στην Έκθεση θα έπρεπε να υποβάλουν μέχρι την 6.9.13 νέα δήλωση συμμετοχής με όλα τα συναφή και την Υπεύθυνη Δήλωση, που είχε ζητηθεί με την επιστολή 10.7.13 στο όνομα Papouis Dairies Limited.

          Την 6.9.13 οι Εφεσείοντες υπέβαλαν νέα δήλωση συμμετοχής υπό το όνομα Papouis Dairies Limited αναφέροντας σε συνοδευτική επιστολή ότι τα αναγκαία πιστοποιητικά θα προσκομίζονταν μόλις ετοιμάζονταν από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας.

Την 26.9.13 οι Εφεσείοντες παρουσίασαν στους Εφεσίβλητους βεβαιώσεις από το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων, τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τον Έφορο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, όχι όμως και την Υπεύθυνη Δήλωση.

Οι Εφεσίβλητοι με απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε προς τους Εφεσείοντες με επιστολή ημερομηνίας 31.10.13, τους πληροφόρησαν ότι η αίτηση τους για καταβολή της παραπάνω χορηγίας δεν μπορούσε να γίνει δεκτή αφού οι σχετικές βεβαιώσεις είχαν υποβληθεί εκπρόθεσμα, δίχως μάλιστα την Υπεύθυνη Δήλωσηη προσβαλλόμενη απόφαση»).

Το Διοικητικό Δικαστήριο απορρίπτοντας τις αιτιάσεις των Εφεσειόντων και αφού εξέτασε, ως κατέγραψε, τους ισχυρισμούς και θέσεις των διαδίκων -και παραπέμποντας στην Papouis Dairies Ltd ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 6544/13, ημ. 30.3.18 (που εκδόθηκε από διαφορετική σύνθεση του ιδίου Δικαστηρίου), και η οποία αφορούσε σε άλλη προσφυγή των Εφεσειόντων «... εναντίον απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να απορρίψουν, για τους ίδιους λόγους, αίτηση για εξασφάλιση χορηγίας για συμμετοχή σε αντίστοιχη έκθεση ...», διαπίστωσε ταύτιση « των εκεί επίδικων θεμάτων με αυτά που εγείρονται στην υπό εξέταση περίπτωση » παραθέτοντας « αν και εκτενές », ολόκληρο το σχετικό απόσπασμα της απόφασης « ως απολύτως σχετικό » (τα αποσπάσματα είναι αυτούσια όπως και τα υπόλοιπα στο ανά χείρας κείμενο).

Λόγω του ότι η ανέπαφη μεταφορά του συζητούμενου σκεπτικού στην Πρωτόδικη Απόφαση συνθέτει κρίσιμο σημείο αναφοράς για τους Εφεσείοντες, κρίνουμε πρόσφορο να παραθέσουμε και εμείς την περικοπή καθότι τούτη (ως μέθοδος και περιεχόμενο), θα μπορούσε να καταστήσει ακόμη πιο κατανοητή την ανάλυση που ακολουθεί επί των λόγων έφεσης:

«[...] Εν προκειμένω, οι αιτητές υπέβαλαν την αίτηση τους υπό επωνυμία η οποία είχε ήδη ανακληθεί από τον Έφορο Εταιρειών και Επίσημο Παραλήπτη και όταν τους υπεδείχθη στις 9/7/2013, εννέα μήνες δηλαδή από την υποβολή της αίτησης και την ανάκληση της επωνυμίας να προσκομίσουν τα ακριβή στοιχεία, αυτοί επέμειναν ότι ήταν αχρείαστα. Η Υπεύθυνη Δήλωση που ζητήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση, ότι οι αιτητές δεν θα έκαναν χρήση της επωνυμίας που είχε ανακληθεί, αποσκοπούσε ακριβώς στο να παρασχεθεί η δυνατότητα στους αιτητές να προσδιορίσουν την νόμιμη επωνυμία τους, αφού στην αίτηση τους η επωνυμία που αναγράφετο είχε ήδη ανακληθεί.

Αντί δε οι αιτητές να συμμορφωθούν, στην εκπνοή της προθεσμίας των είκοσι ημερών από τις 9/7/2013, ενέμειναν στη θέση τους ότι η ταυτότητα της εταιρείας προσδιορίζεται από τον αριθμό μητρώου της στις αντίστοιχες υπηρεσίες και αρνήθηκαν την υπογραφή της Υπεύθυνης Δήλωσης, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν προτίθενται να αναγράψουν στη συσκευασία των προϊόντων τους την ανακληθείσα επωνυμία.

Με το δεδομένο ότι σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Σχεδίου, εναπόκειται αποκλειστικά στην αρμόδια αρχή η έγκριση για χορήγηση της ενίσχυσης και οποιαδήποτε "ψευδής, ανακριβής, ελλιπής ή παραπλανητική δήλωση" ενέχει κυρώσεις, αυτό που εξετάζεται από το αναθεωρητικό Δικαστήριο, είναι το κατά πόσο η διοίκηση ενήργησε εντός της διακριτικής της ευχέρειας και με χρηστή διοίκηση. Εν προκειμένω, δεν έχω πεισθεί περί του αντιθέτου. Η διοίκηση έδωσε τη δυνατότητα στους αιτητές να υποβάλουν τα ακριβή στοιχεία και παρά ταύτα οι αιτητές ενέμεναν στις θέσεις τους. Συνεπώς δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε κακοπιστία ή έλλειψη χρηστής διοίκησης στις όλες της ενέργειες.

 

Αλλά ούτε και η θέση των αιτητών, ότι εν προκειμένω παραβιάζεται το Άρθρο 25 του Συντάγματος ευσταθεί. Όπως προβλέπεται από τις παραγράφους 2 και 3 του Άρθρου 25, η άσκηση του δικαιώματος που διασφαλίζεται, δύναται να υπαχθεί σε όρους και περιορισμούς, μεταξύ άλλων και για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Ως εκ τούτου, έχει νομολογηθεί ότι το δικαίωμα άσκησης επαγγέλματος δεν είναι απόλυτο όπως είναι άλλα συνταγματικά δικαιώματα (βλ. Σύγγραμμα Α. Λοΐζου, «Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας» σελ. 163, Shistris ν. CTO CLR 72 και Partastampo Shipping and Fishing Ltd v. Δημοκρατίας κ.α., Υπόθ. Αρ. 428/06, 23.4.08 η οποία επικυρώθηκε κατ' έφεση στην Partastampo Shipping and Fishing Ltd v. Δημοκρατίας κ.α. (2011) 3 ΑΑΔ 370).

 

Όπως υπεδείχθη στην Χαραλάμπους κ.ά v. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 192:

 

«Παραβίαση του δικαιώματος διαπιστώνεται να υπάρχει μόνο στις περιπτώσεις όπου τα τεθέντα περιοριστικά όρια άσκησης του δικαιώματος εργασίας, είναι ασυμβίβαστα με την ελευθερία που εγγυάται το Σύνταγμα. Επιβολή ρυθμίσεων που έχουν άμεση σχέση με το κοινωνικό ή οικονομικό περιβάλλον, που κατά καιρούς ισχύει, δεν συνιστά άρνηση του δικαιώματος».

 

Στην εξεταζόμενη περίπτωση, η αναγκαιότητα υπογραφής της Υπεύθυνης Δήλωσης, αποσκοπούσε σε ρύθμιση που είχε άμεση σχέση με το δημόσιο συμφέρον και την αρχή της νομιμότητας. Αυτό απαντά και στον ισχυρισμό των αιτητών ότι ήδη υποβληθέντα από τους αιτητές πιστοποιητικά, θα έπρεπε να τύχουν αναγνώρισης στη βάση του άρθρου 12 του Ν.158(Ι)/1999. Επρόκειτο για πιστοποιητικά, τα οποία αφορούσαν επωνυμία η οποία είχε ήδη ανακληθεί όταν η αίτηση ενδιαφέροντος των αιτητών για την ενίσχυση είχε υποβληθεί.

 

Αυτό είναι το διαφοροποιητικό στοιχείο της παρούσας περίπτωσης από αυτή της έκθεσης SIAL PARIS 2012, στην οποία οι καθ' ων η αίτηση αποδέχτηκαν τη βεβαίωση Φ.Π.Α που υποβλήθηκε με την επωνυμία "ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΤΔ", εφόσον ο αριθμός μητρώου Φ.Π.Α συνέπιπτε με αυτό της "PAPOUIS DAIRIES LTD". Πέραν του γεγονότος ότι στην επιστολή ημερομηνίας 19/12/2012, σημειώνετο ότι η αποδοχή του εντύπου Φ.Π.Α ημερομηνίας 3/12/2012, δεν συνιστούσε αποδοχή της επωνυμίας "ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΤΔ", δηλώθηκε ότι η αποδοχή ήταν αποκλειστικά και μόνο για σκοπούς καταβολής της χορηγίας για συμμετοχή στην έκθεση SIAL PARIS 2012.

 

Πρόσθετα παρατηρώ, ότι η ανάκληση της επωνυμίας "ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΤΔ" έγινε στις 15/10/2012 και η αποδοχή του εντύπου Φ.Π.Α ημερομηνίας 3/12/2012 στο όνομα "ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΤΔ" έγινε στις 19/12/2012, επί μιας αιτήσεως για χορηγία που υποβλήθηκε στις 12/4/2011 από τους αιτητές ως "PAPOUIS DAIRIES LTD". Επρόκειτο για στενά χρονοδιαγράμματα που αφορούσαν την υποβολή στοιχείων για εξασφάλιση χορηγίας του 2012 και οι καθ' ων η αίτηση ασκώντας την διακριτική τους εξουσία, στη βάση των δεδομένων της περιόδου εκείνης, αποδέχτηκαν κατ' εξαίρεση την εν λόγω βεβαίωση.

 

Στην βάση των όσων έχουν αναφερθεί, κρίνω ότι οι καθ' ων η αίτηση ενήργησαν εντός των ορίων της διακριτικής τους εξουσίας, κατά τρόπο ώστε να μην χωρεί οποιαδήποτε επέμβαση του Δικαστηρίου [...]».

 

Το Διοικητικό Δικαστήριο υπογράμμισε προσέτι πως η δυνατότητα εξακρίβωσης της ταυτότητας των Εφεσειόντων βάσει του αριθμού μητρώου στα πιστοποιητικά που υπέβαλαν, δεν τους απάλλασσε από το καθήκον υποβολής της δήλωσης συμμετοχής και των απαιτούμενων πιστοποιητικών, με τη νόμιμη επωνυμία τους. Μήτε και κατέστησε ανεκτή τη (φερόμενα) παράνομη συνέχιση χρήσης του ανακληθέντος ονόματος. Αυτά, πέραν του γεγονότος πως οι Εφεσίβλητοι, ως ιδιοκτήτες των εμπορικών σημάτων «Χαλλούμι-Halloumi», όφειλαν να λάβουν τα χρειαζούμενα μέτρα για να διαφυλάξουν ότι οι χορηγίες δεν θα είχαν ως αποδέκτες, επιχειρήσεις που ενεργούσαν παράνομα και αντίθετα προς τους σκοπούς του Σχεδίου. Το Διοικητικό Δικαστήριο, απορρίπτοντας και σειρά άλλων επιχειρημάτων των Εφεσειόντων, έκρινε πως ποσώς καταδείχθηκε παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης από τους Εφεσίβλητους, ή και παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης - την οποία θεώρησε ως πρεπόντως αιτιολογημένη - όπως ούτε και παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης αφού η απόρριψη της αίτησης των Εφεσειόντων για χορηγία δεν συνιστούσε διοικητική κύρωση ή πειθαρχικής φύσης μέτρο ώστε να παρέχεται τέτοιο δικαίωμα.

Οι Εφεσείοντες εναντιώνονται στην Πρωτόδικη Απόφαση με έντεκα λόγους έφεσης οι οποίοι - και παραθέτουμε την ουσία τους αδρομερώς - αφορούν στην κατ’ ισχυρισμόν έλλειψη δέουσας αιτιολογίας από το Διοικητικό Δικαστήριο, στη βάση, κυρίως, ότι τούτο « έκρινε και/ή υιοθέτησε ευρήματα από την απόφαση στην προσφυγή υπ’ αρ. 6544/2013 χωρίς το ίδιο να προβεί σε ανάλυση των ενώπιον του στοιχείων …», κάτι που επέφερε (κατά την άποψη των Εφεσειόντων πάντοτε) αλυσιδωτές επενέργειες στη δικαστική συλλογιστική επί όλων των ζητημάτων που αποφάσισε το Διοικητικό Δικαστήριο, πέραν και των παρουσιαζόμενων ως δικών του αυτοτελών ευρημάτων εν σχέσει προς τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και τους χειρισμούς των Εφεσίβλητων, υπό τον φακό πάγιων αρχών του διοικητικού δικαίου.

Σε πρώτο στάδιο, και λόγω των δυνητικών παρεπομένων που θα μπορούσε να έχει η αποδοχή τους στην τύχη της έφεσης, θα επιληφθούμε των λόγων έφεσης 1 και 2 σωρευτικώς, αφού τούτοι πλήττουν ευθέως την πρωτόδικη κρίση ως κατ’ ουσίαν απροβλημάτιστη και αυτοματοποιημένη ένεκεν της πιστής μεταφοράς από το Διοικητικό Δικαστήριο του δικαστικού λόγου στην Papouis Dairies Ltd ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 6544/13 (ανωτέρω) προς επίρρωση του κειμένως επίδικου αιτιολογικού.

Δεν μας βρίσκουν σύμφωνους οι θέσεις των Εφεσειόντων.

Το Διοικητικό Δικαστήριο αξιολόγησε πάντα όσα τέθηκαν ενώπιον του ειδικά για τη συγκεκριμένη υπόθεση που είχε να εκδικάσει, εντοπίζοντας συν τω χρόνω και ταυτοσημία, όντως, μεταξύ κάποιων εκ των επίδικων θεμάτων με όσα απασχόλησαν στην Papouis Dairies Ltd ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 6544/13 (ανωτέρω), επικροτώντας το σκεπτικό της τελευταίας και καθιστώντας το τοιουτοτρόπως εκ συνειδητής πρόθεσης ως αναπόσπαστο μέρος του δικού του ανεξάρτητου και αυθεντικού δικαστικού λόγου και συλλογισμού.

Ασφαλώς, η κάθε περίπτωση αποφασίζεται κατά τα δικά της γεγονότα, χωρίς να αποτυπώνονται προς τούτο άτεγκτοι κανόνες και αφορισμοί, με τη νομολογία να αναδείχνει και περιπτώσεις όπου, σε κατ’ αναλογίαν παρόμοιες αδρομερώς περιπτώσεις, πρωτόδικοι χειρισμοί όπως αυτούς που υπονόησαν οι Εφεσείοντες για την Πρωτόδικη Απόφαση, οδήγησαν πράγματι σε εφετειακή ανατροπή ελλείψει ανεξάρτητης πρωτόδικης κρίσης και αιτιολογίας (Ζερβός ν. Euroinvestment & Finance Public Limited (2012) 1(B) A.A.Δ. 1048, 1051-1053, Aspis Holdings Public Company Ltd v. Αθηνοδώρου (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 45, 50-51).

Παρά ταύτα, η Πρωτόδικη Απόφαση πόρρω απέχει από το να μπορεί λελογισμένα να ταξινομηθεί σε μια τέτοια κατηγορία.

Κάθε άλλο.

Μια πρωτόδικη απόφαση, και η προκείμενη δεν αποτελεί εξαίρεση, πρέπει να οράται ολοκληρωτικά και όχι αποσπασματικά (Ιωάννου ν. C.T.C. Automotive Ltd, Π.Ε. 396/14, ημ. 6.10.22, ECLI:CY:AD:2022:A437).

Έτσι είναι που εξετάσαμε και εμείς την Πρωτόδικη Απόφαση, δίχως να διακρίνουμε οτιδήποτε θα μπορούσε να φέρει εφετειακή επέμβαση στα όσα προβάλλονται στους λόγους έφεσης 1 και 2.

Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

Προχωρούμε στους υπόλοιπους λόγους έφεσης τους οποίους, ως εκ της φύσης και περιεχομένου τους, θα εξετάσουμε ενιαία.

Κατά την ακρόαση της έφεσης ανέκυψε ως αποφασιστικής σημασίας το ζήτημα του εκπρόθεσμου υποβολής της δήλωσης συμμετοχής των Εφεσειόντων, δεόντως και πλήρως συμπληρωμένης.

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των Εφεσειόντων, εις πίστιν της, και το επικροτούμε ως ορθή δικηγορία, παραδέχθηκε ότι αναφαίνεται χρονολογικό αποδεικτικό κενό το οποίο οι Εφεσείοντες όφειλαν να καλύψουν αναφορικώς προς την αλλαγή του ονόματος των Εφεσειόντων στα μητρώα του Εφόρου Εταιρειών και της υποβολής της δήλωσης συμμετοχής κατά τρόπο που θα μπορούσε να επιδράσει αρνητικά στην απόληξη πολλών εκ των επιχειρημάτων που προώθησαν οι Εφεσείοντες ενώπιον μας, και πιθανώς της έφεσης στο σύνολο της.

Μολαταύτα, η διαπίστωση δεν ήταν νεοφανής.

Απεναντίας, σε μια γενικότερη διάσταση, εντοπίστηκε στην Πρωτόδικη Απόφαση, με το Διοικητικό Δικαστήριο να τονίζει σχετικώς και τα εξής:

«[...] Απορρίπτω δε ως ατεκμηρίωτους τους ισχυρισμούς της αιτήτριας για μη έγκαιρη έκδοση των επίδικων πιστοποιητικών από τα αρμόδια τμήματα και υπηρεσίες, λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την παράλειψη της αιτήτριας να υποδείξει πότε ακριβώς η ίδια είχε αιτηθεί στα αρμόδια τμήματα τη διόρθωση του ονόματός της και, αφετέρου, ότι στην επιστολή της ημερομηνίας 12.12.2012 προς τους καθ' ων η αίτηση (Παράρτημα Δ στην προσφυγή), υποδεικνύοντας ότι είναι επαρκώς ταυτοποιημένη στον Έφορο Φ.Π.Α. με βάση τον αριθμό μητρώου της, η ίδια είχε δηλώσει ότι δεν προτίθεται να αποταθεί για νέα βεβαίωση από τον Φ.Π.Α. [...]».

 

Η δήλωση συμμετοχής υπήρξε εκπρόθεσμη, μιας και οι Εφεσείοντες αρνήθηκαν να τηρήσουν τους όρους του Σχεδίου, επιμένοντας πως η εταιρική τους ταυτότητα προσδιοριζόταν από τον αριθμό μητρώου στις αντίστοιχες υπηρεσίες, αρνούμενοι να υπογράψουν την Υπεύθυνη Δήλωση.

Συναφώς, οι Εφεσίβλητοι έδωσαν προς τους Εφεσείοντες επανειλημμένες ευκαιρίες να υποβάλουν τα ακριβή τους στοιχεία, αυτοί όμως δεν το έπραξαν.

Συναρτώμενη προς τα πιο πάνω είναι και η θεματική που αφορά στην  ορθότητα και νομιμότητα της επωνυμίας των Εφεσειόντων, με αυτή να συνιστά αυτονοήτως, βάσει των γεγονότων, στοιχείο που έπρεπε εκ των πραγμάτων να είναι ακριβές. 

Το Διοικητικό Δικαστήριο, είπε και αυτά για το υπό συζήτηση:

«[...] Τα ανωτέρω κριθέντα θεωρώ ότι τυγχάνουν απόλυτης εφαρμογής και εν προκειμένω, είναι δε η κατάληξή μου ότι η δυνατότητα εξακρίβωσης της ταυτότητας της αιτήτριας βάσει του αριθμού μητρώου της στα διάφορα πιστοποιητικά που υπέβαλε, δεν την απάλλασσε από την υποχρέωση υποβολής της αίτησης και των απαιτούμενων πιστοποιητικών με τη νόμιμη επωνυμία της, ούτε θα μπορούσε να καταστήσει ανεκτή την παράνομη συνέχιση της χρήσης του ανακληθέντος ονόματός της.

Περαιτέρω, αποδέχομαι τη θέση των καθ' ων η αίτηση ότι, ως θεματοφύλακες του Σχεδίου που σκοπό έχει, μεταξύ άλλων, την προώθηση των κυπριακών προϊόντων, και περαιτέρω ως ιδιοκτήτες των πιστοποιούντων εμπορικών σημάτων «ΧΑΛΛΟΥΜΙ-HALLOUMI», όφειλαν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διαφυλάξουν ότι οι χορηγίες δεν θα δοθούν σε μία επιχείρηση που ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο με τους σκοπούς του Σχεδίου και εκτός των πλαισίων της νομιμότητας.

……………………………………………………………………………………….

Η αιτήτρια αμφισβήτησε μεν με προσφυγή την απόφαση του Εφόρου Εταιρειών να ανακαλέσει την απόφαση για έγκριση της αλλαγής του ονόματός της, πλην όμως η καταχώρηση προσφυγής δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, ούτε η αιτήτρια είχε εξασφαλίσει οποιοδήποτε διάταγμα αναστολής της προσβαλλόμενης απόφασης, ώστε να νομιμοποιείται στη συνέχιση της χρήσης της ανακληθείσας επωνυμίας της.

Από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε παραβίαση εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης, ούτε οποιαδήποτε παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία κρίνω ότι είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, παρατίθενται, δηλαδή, κατά τρόπο που καθιστά εφικτό το δικαστικό έλεγχο οι πραγματικοί και νομικοί λόγοι που οδήγησαν στην έκδοσή της και τα κριτήρια βάσει των οποίων οι καθ' ων η αίτηση έχουν ασκήσει τη διακριτική τους ευχέρεια (Φράγκου ν Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 273) [...]».

 

Συμφωνούμε.

Η θέση των Εφεσειόντων ότι η προθεσμία που είχαν θέσει οι Εφεσίβλητοι για την υποβολή της δήλωσης συμμετοχής δεν ήταν ανατρεπτικής φύσης και πως το επιχείρημα αυτό δεν εξετάστηκε κατά τα δέοντα, εντάσσεται ως δικονομικά καινοφανής δίχως να προβληθεί στο Διοικητικό Δικαστήριο, με αναπόδραστη απόρροια, ως εκ της ανυπαρξίας άλλων νομιμοποιητικών παραμέτρων, την απόρριψη του ως απαράδεκτου (Αντωνίου ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 102/18, ημ. 11.3.24, Withanachi v. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 71/18, ημ. 7.2.24, Κολοκάσης ν. Δημοκρατίας και Άλλου (2010) 3 Α.Α.Δ. 23, 27, Γεωργίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1999) 3 Α.Α.Δ. 674, 680).

Παρεμπιπτόντως - ως ευστόχως υπέδειξαν οι Εφεσίβλητοι στο περίγραμμα τους - η θέση αυτή των Εφεσειόντων αντιφάσκει με άλλη θέση τους πως ο λόγος που καθυστέρησαν να υποβάλουν τα αναγκαία συνοδευτικά έγγραφα απτόταν της καθυστέρησης των δημοσίων αρχών, αποδεχόμενοι έτσι « εμμέσως ότι υπήρχε συγκεκριμένη προθεσμία εντός της οποίας » όφειλαν να ενεργήσουν.

Εν πάση περιπτώσει, η προθεσμία υποβολής των δηλώσεων συμμετοχής ίσχυε για άπαντες τους ενδιαφερόμενους, και, στην απουσία άλλης νομοθετικής πρόνοιας περί του αντιθέτου (δεν μας λέχθηκε έτσι κι αλλιώς κάτι σχετικό), ήταν ανατρεπτική κατά τις πρόνοιες του Άρθρου 11 του Περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 158(Ι)/99 [1] (Δημοκρατία ν. Μ.Ε. Λεωφορεία Αμμοχώστου Λτδ, Ε.Δ.Δ. 57/18, ημ. 9.2.24).

Το Διοικητικό Δικαστήριο ενάσκησε κρίση και επί άλλων ζητημάτων που είχαν εγερθεί ενώπιον του, όπως για την αναγκαιότητα προσκόμισης δεόντως συμπληρωμένης και υπογραμμένης Υπεύθυνης Δήλωσης.

Για παράδειγμα, αναφέρονται στην Πρωτόδικη Απόφαση και τούτα:

«[…] Το προβληματικό σημείο, σύμφωνα με την κα Κλεάνθους, σε σχέση με τα υποβληθέντα από την αιτήτρια πιστοποιητικά, δεν ήταν η ταυτοποίηση του προσώπου στα οποία αυτά αφορούσαν, αλλά η εμμονή της αιτήτριας να χρησιμοποιεί μία ονομασία, η οποία κρίθηκε από τον Έφορο Εταιρειών ότι ήταν ανεπιθύμητη και παράνομη.

Σε σχέση με την προηγούμενη αποδοχή από τους καθ' ων η αίτηση των εκδοθέντων στο όνομα «ΧΑΛΛΟΥΜΙΣ ΠΟΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ» πιστοποιητικών για σκοπούς καταβολής χορηγίας για τη συμμετοχή της αιτήτριας στην Έκθεση «SIAL PARIS 2012», η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση επισημαίνει ότι αυτή έγινε κατ' εξαίρεση και μόνο για τους σκοπούς της συγκεκριμένης έκθεσης, με σκοπό να μην στερηθεί η αιτήτρια της δυνατότητας επιχορήγησης, δοθέντος ότι η αίτηση για συμμετοχή σε αυτήν υποβλήθηκε σε μικρό χρονικό διάστημα από την απόφαση του Εφόρου Εταιρειών. Το γεγονός, όμως, ότι η χρήση ενός παράνομου ονόματος έγινε ανεκτή από τη Διοίκηση ως ένδειξη καλής πίστης απέναντι σε μία επιχείρηση, δεν μπορεί να αποτελέσει, σύμφωνα με τους καθ' ων η αίτηση, θεμέλιο για συνέχιση ή ανοχή της παρανομίας […]».

 

Σε ό,τι αφορά στα του δικαιώματος ακρόασης, συμφωνούμε με την Πρωτόδικη Απόφαση, πως η απόρριψη της δήλωσης συμμετοχής δεν συνιστούσε πειθαρχικής φύσης διοικητικό μέτρο ή είχε χαρακτήρα κύρωσης, πέραν του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση προέκυψε από καθαρώς αντικειμενικά δεδομένα και όχι από εκτίμηση της υποκειμενικής συμπεριφοράς των Εφεσειόντων, δίχως να παραβλέπουμε και το γεγονός πως οι Εφεσείοντες δεν προώθησαν, παρά μονάχα φραστικώς, τη θέση περί παραβίασης του φερόμενου δικαιώματος ακρόασης, χωρίς να παράσχουν προς τούτο επαρκές υπόβαθρο για την επίδραση που θα μπορούσαν να έχουν στα πράγματα οι όποιες θέσεις θα ανέπτυσσαν τούτοι ενώπιον των Εφεσίβλητων αν καλούνταν να υπερασπιστούν τις ενέργειες τους.

Στην Papouis Dairies Ltd ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 79/18, ημ. 15.3.24, είχαμε την ευκαιρία να τονίσουμε και τούτα τα συναφή προς τα αναλυόμενα:

«Αναφορικώς προς τη συζητούμενη πτυχή, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας ανέφερε στην ΣτΕ 4447/12 και τούτα τα κατ’ αναλογίαν σχετικά προς τα υπό ανάλυση, τα οποία ασπαζόμαστε ως προς τις αρχές που εκφράζουν:

« [...] 7. Επειδή, το Σύνταγμα στο άρθρο 20 παράγραφος 2 ορίζει ότι «2. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερόμενου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής η άσκηση του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος της προηγουμένης ακροάσεως - το οποίο προβλέπεται πλέον και στο άρθρο 6 του μη διέποντος την επίδικη περίπτωση Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας Ν. 2690/1999, Α΄ 45 - αποβλέπει στην παροχή της δυνατότητος στον διοικούμενο, τον οποίον αφορά η δυσμενής διοικητική πράξη να προβάλλει συγκεκριμένους ισχυρισμούς ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού οργάνου, ούτως ώστε να επηρεάσει τη λήψη από το όργανο αυτό της σχετικής αποφάσεως ύστερα από διαφορετική εμφάνιση ή εκτίμηση του πραγματικού υλικού, και τούτο, ανεξαρτήτως του αν παρέχεται στον διοικούμενο αυτό η δυνατότητα να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή κατά της διοικητικής πράξεως. Συνεπώς, για το λυσιτελές της προβολής από τον διοικούμενο λόγου ακυρώσεως περί μη τηρήσεως του δικαιώματος προηγουμένης ακροάσεως πριν την έκδοση της δυσμενούς γι’ αυτόν πράξεως απαιτείται και παράλληλη αναφορά και των ισχυρισμών που αυτός θα προέβαλε ενώπιον της Διοικήσεως αν είχε κληθεί. Εξάλλου, όταν βάσει της συγκεκριμένης ειδικής νομοθεσίας που διέπει την έκδοση της δυσμενούς διοικητικής πράξεως προβλέπονται, πέραν της αρχικής προηγουμένης ακροάσεως, και ένα ή περισσότερα στάδια ενδικοφανούς διαδικασίας ενώπιον ανωτέρων οργάνων η μη τήρηση του προβλεπομένου τύπου της προηγουμένης ακροάσεως κατά την διαδικασία εκδόσεως της αρχικής πράξεως καλύπτεται, εφόσον ο ενδιαφερόμενος ασκήσει την ή τις ενδικοφανείς προσφυγές και προβάλει τους κρίσιμους, κατ’ αυτόν, ισχυρισμούς που δεν προέβαλε πριν την έκδοση της αρχικής πράξεως. Στην περίπτωση, μάλιστα αυτή, θα πρέπει να θεωρηθεί ως εκτελεστή διοικητική πράξη η τελικώς εκδιδομένη, μετά την άσκηση από τον ενδιαφερόμενο της ή των ενδικοφανών προσφυγών, διότι ως οριστική διοικητική πράξη είναι η τελικώς εκδιδομένη μετά την εξάντληση της ενδικοφανούς διαδικασίας. Κατά την συγκλίνουσα γνώμη του Αντιπροέδρου Ν. Σακελλαρίου και των Συμβούλων Γ. Παπαγεωργίου, Α. Χριστοφορίδου, Φ. Ντζίμα, Β. Καλατζή, Β. Αραβαντινού και Δ. Μακρή: Η παρ. 2 του άρθρου 20 του Συντάγματος - σε αντίθεση με την παρ. 1 αυτού - αφορά στο δικαίωμα προβολής ισχυρισμών και υποβολής στοιχείων στην Διοίκηση, στην εξουσία της οποίας ανήκει, κατά το άρθρο 26 του Συντάγματος, η ουσιαστική αξιολόγηση αυτών πριν από «κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο» εις βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του διοικουμένου. Κατά τις ανωτέρω, λοιπόν, διατάξεις, στην ουσιαστική εκτίμηση ισχυρισμών και στοιχείων που αποτελούν αντικείμενο του δικαιώματος «προηγουμένης» ακροάσεως δεν δύναται να προβεί το πρώτον (όταν, δηλαδή, δεν έχει παρασχεθεί στον διοικούμενο η δυνατότητα προβολής των ενώπιον της Διοικήσεως) ο δικαστής, κατ’ εξοχήν δε ο ακυρωτικός δικαστής· η λυσιτέλεια, συνεπώς, και, εντεύθεν, η δυνατότητα εξετάσεως λόγου ακυρώσεως περί παραβάσεως του δικαιώματος ακροάσεως δεν δύναται να συναρτάται με την παράλληλη αναφορά και των ισχυρισμών τους οποίους «θα προέβαλλε» ο αιτών, ως διοικούμενος, ενώπιον της Διοικήσεως. Ο λόγος, όμως, αυτός ακυρώσεως είναι οπωσδήποτε απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, εφ’ όσον ο αιτών, ως διοικούμενος, ηδύνατο κατά νόμον να ασκήσει εν συνεχεία ενδικοφανή προσφυγή, αφού δι’ αυτής παρέχεται η δυνατότητα αξιολογήσεως ισχυρισμών και στοιχείων πριν από την έκδοση της, επ’ αυτής εκδιδομένης, τελικής και μόνης εκτελεστής πράξεως, καλυπτομένης, ως εκ τούτου, της μη τηρήσεως του εν λόγω τύπου κατά την έκδοση της αρχικής πράξεως. Περαιτέρω, κατά τη γνώμη του Συμβούλου Μ. Πικραμένου η προηγούμενη ακρόαση όταν καθιερώνεται δυνάμει ειδικής διάταξης νόμου πριν από την έκδοση διοικητικής πράξης με δυσμενές περιεχόμενο για τον ενδιαφερόμενο, συνιστά ουσιώδη τύπο της διοικητικής διαδικασίας, η μη τήρηση του οποίου καθιστά μη νόμιμη την εν λόγω πράξη. Ο τύπος αυτός δεν καλύπτεται από την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, η οποία τυχόν προβλέπεται στην ειδική κατά περίπτωση νομοθεσία, διότι σκοπός του κατά το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης, είναι να ακούσει η Διοίκηση τον ενδιαφερόμενο πριν από την έκδοση δυσμενούς εκτελεστής διοικητικής πράξης, η οποία φέρει το τεκμήριο νομιμότητος και παράγει έννομες συνέπειες, ανεξαρτήτως αν κατ’ αυτής μπορεί να ασκηθεί διοικητική προσφυγή οποιασδήποτε μορφής. Με την τήρηση του ουσιώδους αυτού τύπου τίθενται ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού οργάνου οι τυχόν ισχυρισμοί και τα αποδεικτικά στοιχεία του ενδιαφερομένου, με συνέπεια η τελικώς εκδιδόμενη πράξη να είναι προϊόν εκτίμησης του συνόλου των στοιχείων του φακέλου, τούτο δε αποτυπώνεται στην αιτιολογία της. Έτσι, καθίσταται εν τέλει ευχερέστερος ο ακυρωτικός δικαστικός έλεγχος, που είναι από τη φύση του οριακός, διότι μπορεί, στα πλαίσιά του, να εξετασθεί αν η Διοίκηση συνεκτίμησε τους προβληθέντες ισχυρισμούς και τα προσκομισθέντα στοιχεία από τον ενδιαφερόμενο, ιδίως, μάλιστα, όταν αυτά συνδέονται με τεχνικά ή ουσιαστικά ζητήματα τα οποία ο ακυρωτικός δικαστής δεν έχει την εξουσία να εκτιμήσει πρωτογενώς [...]».

Παρομοίως - και κατά συγκριτική προσέγγιση προς την αντίστοιχη και κατά βάση συγκλίνουσα με τα ως άνω ενωσιακή νομολογία επί του ζητήματος – στην Thyssen Stahl AG v. Commission of the European Communities [2003] EUECJ C-194/99 P (02 October 2003), υπογραμμίστηκαν και αυτά:

«[...] 30 Επιβάλλεται να υπομνηστεί ότι ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας σε κάθε διαδικασία δυνάμενη να καταλήξει στην επιβολή κυρώσεων, ιδίως δε προστίμων ή χρηματικών ποινών, αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου, η οποία πρέπει να τηρείται ακόμη και αν πρόκειται για διαδικασία διοικητικού χαρακτήρα (απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 1979, 85/76, Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1979/I, σ. 215, σκέψη 9).

31 Προσβάλλονται τα δικαιώματα άμυνας οσάκις υφίσταται το ενδεχόμενο, λόγω παρατυπίας εκ μέρους της Επιτροπής, η κινηθείσα από αυτή διοικητική διαδικασία να καταλήξει πιθανώς σε διαφορετικό αποτέλεσμα (απόφαση της 10ης Ιουλίου 1980, 30/78, Distillers Company κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1980/II, σ. 465, σκέψη 26). Η κινούσα δίκη επιχείρηση αποδεικνύει ότι έλαβε χώρα παρόμοια προσβολή εφόσον αποδεικνύει επαρκώς όχι ότι η απόφαση της Επιτροπής θα είχε διαφορετικό περιεχόμενο, αλλ' ότι θα μπορούσε να υποστηρίξει καλύτερα την άμυνά της ελλείψει της παρατυπίας, επί παραδείγματι ως εκ του ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για την άμυνά της έγγραφα στα οποία δεν της επετράπη η πρόσβαση κατά τη διοικητική διαδικασία (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 8ης Ιουλίου 1999, C-51/92 P, Hercules Chemicals κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. I-4235, σκέψη 81, και προαναφερθείσα απόφαση Limburgse Vinyl Maatschappij κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 318) [...]».

 

Απορρίπτουμε και αυτή την θέση των Εφεσειόντων.

Εκτός των άλλων που προείπαμε (και ας συγχωρεθεί η όποια επανάληψη η οποία οφείλεται και στον αλληλεπικαλυπτικό τρόπο δικογράφησης των λόγων έφεσης), οι Εφεσείοντες δεν κατόρθωσαν να στοιχειοθετήσουν, με κάθε σεβασμό, τις αντιθέσεις τους προς την Πρωτόδικη Απόφαση σε σχέση, ενδεικτικώς, προς τα περί κακής πίστης, ένδειας χρηστής διοίκησης και κατάχρησης εξουσίας από τους Εφεσίβλητους, παρερμηνείας ή αστοχίας αποτίμησης γεγονότων που είχαν τεθεί στο Διοικητικό Δικαστήριο διά των διοικητικών φακέλων, της Αίτησης Ακυρώσεως και της Ένστασης - στα οποία ρητώς πρέπει να τονιστεί είναι που αναφέρθηκε το Διοικητικό Δικαστήριο - και διοικητικής πλάνης (βλ. γενικώς, Latomia Estate Ltd και Άλλων v. Δημοκρατίας (1999) 4(A) Α.Α.Δ. 391, 408-430). 

Σε κανένα σημείο, το Διοικητικό Δικαστήριο δεν υποκατέστησε την παρασχεθείσα αιτιολογία για την προσβαλλόμενη απόφαση με δική του δικαστική κρίση, ούτε και ενήργησε καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκτός των ορίων εξουσίας του. Απολήγοντας σε αυτό - και τούτο ίσχυσε οριζοντίως σε κάθε άλλη θεματολογία που επιληφθήκαμε - είχαμε συνεχώς στο μυαλό (δίκην αυτοπροειδοποίησης) τη διαχρονική στάση της νομολογίας πως όταν η Διοίκηση ενασκεί τη διακριτική της ευχέρεια εντός εύλογων και επιτρεπτών πλαισίων (όπως στην προκειμένη), το Δικαστήριο δεν ασκεί κατά κανόνα πρωτογενή έλεγχο και δεν αντικαθιστά την κρίση της με τη δική του εντύπωση (Papouis Dairies Ltd ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 79/18 (ανωτέρω), Αντωνίου ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 102/18, ημ. 11.3.24, Πηλείδης ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 95/17, ημ. 19.12.23, Αρτεμίου-Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, Ε.Δ.Δ. 84/16, ημ. 2.10.23).

Οι λόγοι έφεσης 3 - 11 λοιπόν, απορρίπτονται.

Η έφεση απορρίπτεται.

 

Επιδικάζουμε υπέρ των Εφεσίβλητων και εναντίον των Εφεσειόντων έξοδα ύψους €4.000,00.

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

Μ. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.

/μκε



[1] «11.—(1) Οι προθεσμίες που τάσσονται για έκδοση μιας διοικητικής πράξης είναι ενδεικτικές, εκτός αν ορίζεται ρητά ότι είναι ανατρεπτικές. Όμως η πράξη δεν μπορεί νόμιμα να εκδοθεί, αν από τη λήξη της προθεσμίας πέρασε υπέρμετρο χρονικό διάστημα που επιδρά ουσιαστικά στις νομικές ή πραγματικές προϋποθέσεις έκδοσης της πράξης.

(2) Οι προθεσμίες που τάσσονται για υποβολή αιτήσεων από τους διοικουμένους για ικανοποίηση αιτήματος είναι, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το νόμο, ανατρεπτικές.

(3) Αιτήσεις υποβάλλονται είτε με παράδοση είτε με αποστολή με τηλεομοιότυπο ή οποιοδήποτε άλλο ηλεκτρονικό μέσο είτε με το ταχυδρομείο. Όταν υποβάλλεται αίτηση με το ταχυδρομείο, ως ημέρα υποβολής της αίτησης θεωρείται η ημέρα που στη συνήθη πορεία του ταχυδρομείου η αίτηση θα παραληφθεί.

(4) Υπέρβαση ανατρεπτικής προθεσμίας μπορεί να δικαιολογηθεί για λόγους ανώτερης βίας ή αν υπάρχουν ειδικές συνθήκες και η υπέρβαση δεν παραβλάπτει τα συμφέροντα άλλου διοικουμένου».

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο