ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Άρθρο 23(3)(β)(i) του Ν. 33/64 - Μεταβατικές Διατάξεις)

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 51/18)

15 Μαρτίου, 2024

[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

BLUE PULSE LTD,

   Εφεσείουσα,

ν.

 

 

   ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, 

2.   ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,

 

Εφεσίβλητων.

______________________

 

Γ. Γεωργίου και κ. Κ. Λεωνίδου, για Πανίκο Α. Λεωνίδου & Σία, για την Εφεσείουσα.

Δ. Μ. Εργατούδη (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.

_______________________

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από την
Καλλιγέρου, Δ.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.: Με την προσφυγή που καταχωρήθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο και εκδικάστηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο, οι εφεσείοντες είχαν αιτηθεί όπως ακυρωνόταν η απόφαση ημερομηνίας 6/7/2015, της οποίας έλαβαν γνώση στις 28/7/2015, και με την οποία η καθ’  ης η αίτηση είχε αποφασίσει ότι τα άτομα τα οποία είχαν προσκομίσει τίτλο δίπλωμα ‘Beach Lifeguard’ από τους αιτητές και ή την σχολή των αιτητών, δεν μπορούσαν να προσληφθούν από την καθ’  ης η αίτηση ως ναυαγοσώστες, ήταν άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Όπως προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους, η εφεσείουσα εταιρεία, η οποία ανάμεσα σε άλλα, δίδασκε ναυαγοσωστική και εξέδιδε σχετικά διπλώματα, απέστειλε στις 22/6/2015 επιστολή στην Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού εξηγώντας ως προς τις εργασίες της και τα διπλώματα τα οποία εκδίδει, καθώς και την αναγνωρισιμότητά τους.

 

Μερικές ημέρες αργότερα, και δη στις 26/6/2015, υπεβλήθη αίτημα από τρίτο πρόσωπο ονόματι Μιχάλης Τζιαπούρας για να προσληφθεί ως ναυαγοσώστης στην Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού. Το προσόν ναυαγοσωστικής που παρουσίασε είχε αποκτηθεί από την εφεσείουσα εταιρεία.

 

Όταν στη συνέχεια, μετά από διενέργεια έρευνας στην Κυπριακή Ομοσπονδία Ναυαγοσωστικής, η Επαρχιακή Διοίκηση απέρριψε την αίτηση του κ. Τζιαπούρα, μη αποδεχόμενη το δίπλωμα ναυαγοσωστικής που είχε προσκομίσει, η εφεσείουσα εταιρεία επανήλθε με επιστολή της ημερομηνίας 1/7/2015 και ζήτησε να μάθει γραπτώς τους λόγους για τους οποίους δεν έγινε αποδεκτό το δίπλωμα του μαθητή της κ. Τζιαπούρα και της δυνατότητας πρόσληψής του ως ναυαγοσώστη. 

 

Η εφεσείουσα εταιρεία απέστειλε στη συνέχεια και δεύτερη επιστολή, ημερομηνίας 4/7/2015, διαμαρτυρόμενη για το γεγονός ότι απορρίφθηκε το δίπλωμα ως μη αποδεκτό, αναφέροντας ότι τα δύο νομοθετήματα που ρυθμίζουν τα θέματα που αφορούν την παραλία και τη θάλασσα, δηλαδή ο περί Προστασίας της Παραλίας Νόμος, Κεφ. 59 και ο περί Προστασίας των Λουομένων εν τη Θαλάσση Νόμος του 1978 (Ν.72/1968), (καθώς και τα σχετικά διατάγματα που εκδόθηκαν βάσει αυτού), δεν περιείχαν οποιαδήποτε πρόνοια που να αφορούσε σε ναυαγοσώστες ή που να ρύθμιζε θέματα που αφορούσαν την εκπαίδευση και το επάγγελμα της ναυαγοσωστικής στην Κύπρο. Περαιτέρω, ότι σε καμία περίπτωση ο Κυπριακός Σύνδεσμος Ναυαγοσωστικής δεν ήταν φορέας αξιολόγησης διπλωμάτων ναυαγοσωστικής και κακώς η Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού απευθύνθηκε κοντά τους, με το ερώτημα κατά πόσον αναγνωρίζουν το δίπλωμα του παγκόσμιου οργανισμού PADI, ο οποίος παρέχει το δίπλωμα το οποίο εξέδιδαν οι ίδιοι, επεξηγώντας ότι ο εν λόγω οργανισμός ακολουθεί πιστά τις προδιαγραφές βάσει του ISO και ILS. Συμπλήρωσαν ότι ανάμεσα σε άλλα αλόγιστα, η Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού αποφάσισε να μην αποδεχτεί το δίπλωμα το οποίο παρείχε η εταιρεία τους, πλήττοντας έτσι τα συμφέροντα τόσο της εταιρείας όσο και του Οργανισμού PADI στο τομέα της ναυαγοσωστικής.

 

Ο υπογράφων την επιστολή της εφεσείουσας εταιρείας, κος Μιχάλης Κυπριανού, εξηγούσε σε συγκεκριμένη παράγραφο της εν λόγω επιστολής, ότι ο ίδιος είναι άριστος γνώστης όσον αφορά τα θέματα ναυαγοσωστικής, αφού ήταν μέλος του Rescue Commission του ILS (International Lifesaving Association), ότι ήταν ο συγγραφέας του μοναδικού βιβλίου ναυαγοσωστικής στην Κύπρο, το οποίο μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιούσε ο Σύνδεσμος Ναυαγοσωστικής για τη διδασκαλία των ναυαγοσωστών, ότι ήταν υπεύθυνος της ναυαγοσωστικής μονάδας Λεμεσού μέχρι τον Ιούλιο του 2014, ότι ήταν εκπαιδευτής και εξεταστής του Κυπριακού Συνδέσμου Ναυαγοσωστικής, καθώς επίσης και μέλος των εθνικού κριτή για τη γαλάζια σημαία και εκπαιδευτής ναυαγοσωστικής και καταδύσεων της PADI. Κατέληγε η επιστολή του με το ακόλουθο απόσπασμα:

 

«Τα πιο πάνω τίθενται υπόψη σας για σκοπούς ενημέρωσης ζητώντας επίσης, αφού διερευνηθεί το θέμα, να τύχει άμεσης επίλυσης και να αποκατασταθεί έτσι το όνομα της εταιρείας μου αφού έχει δοθεί η εντύπωση από την Επαρχιακή Διοίκηση ότι το δίπλωμα το οποίο παρέχεται από την εταιρεία μου δεν είναι αναγνωρισμένο».  

 

Οι εφεσίβλητοι απάντησαν στις 6/7/2015, με την ακόλουθη επιστολή τους, της οποίας το περιεχόμενο αποτέλεσε το αντικείμενο της προσφυγής:

 

     «Παροχή διπλωμάτων Ναυαγοσωστικής

 

Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερομηνίας 22/6/2015, σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ πως, το Γραφείο μου ζήτησε τις απόψεις της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ναυαγοσωστικής, κατά πόσον άτομα που έχουν προσκομίσει Δίπλωμα «Beach Lifeguard» από την εταιρείας σας, μπορούν να προσληφθούν από το Γραφείο μου ως ναυαγοσώστες.

 

2. Η Ομοσπονδία ενημέρωσε το Γραφείο μου ότι αδυνατεί να επιβεβαιώσει το συγκεκριμένο δίπλωμα ώστε άτομα που το κατέχουν να μπορούν να προσληφθούν ως ναυαγοσώστες.

 

3. Σύμφωνα με τα πιο πάνω και εφόσον το Γραφείο μου πάντα δρούσε, με βάσει τις κατευθυντήριες γραμμές της Ομοσπονδίας, δεν μπορεί να προσλάβει ναυαγοσώστες που κατέχουν Δίπλωμα της Εταιρείας σας.»

 

Στα πλαίσια εκδίκασης της προσφυγής, τέθηκε εκ μέρους των εφεσίβλητων προδικαστική ένσταση, ότι η επίδικη απόφαση στερείτο εκτελεστότητας, καθότι ήταν πληροφοριακή, νοουμένου ότι αυτός που υπέβαλε το αίτημα για να προσληφθεί ως ναυαγοσώστης ήταν ο κ. Τζιαπούρας. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε ότι το ζήτημα αυτό, όπως και το ζήτημα του έννομου συμφέροντος για προώθηση της προσφυγής εκ μέρους της εφεσείουσας, θα έπρεπε να εξεταστούν κατά προτεραιότητα, ζητήματα τα οποία εξετάζονται αυτεπάγγελτα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ως ζητήματα δημοσίας τάξης.

 

Αφού αναφέρθηκε στη νομολογία για την απαίτηση όπως ο αιτητής σε προσφυγή κατέχει «ίδιον ενεστώς έννομο συμφέρον», το Δικαστήριο κατέληξε ότι προσφυγή μπορούσε να καταχωρήσει το πρόσωπο στον οποίο αναφερόταν η πράξη και του οποίου προσβάλλονταν ευθέως και άμεσα τα έννομά του συμφέροντα, εν προκειμένω, ο αιτητής για εγγραφή του ως ναυαγοσώστης, κ. Τζιαπούρας.

 

Ειδικότερα, αποφάσισε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, η επίδικη πράξη που προκάλεσε την αιτήτρια να αποστείλει προς τους καθ’ ων η αίτηση την επιστολή ημερομηνίας 22/6/2015, προκειμένου να λάβει την απάντηση των καθ’  ων η αίτηση με την προσβαλλόμενη απόφαση ημερομηνίας 6/7/2015, ήταν η μη αποδοχή της αίτησης που είχε υποβάλει ο κος Μιχάλης Τζιαπούρας προκειμένου να εργοδοτηθεί ως εποχικός ωρομίσθιος ναυαγοσώστης στην Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού. Η μη αποδοχή της αίτησης του κου Τζιαπούρα και/ή η μη πρόσληψή του, απευθυνόταν και επηρέαζε άμεσα μόνον τον ίδιο τον μη προσληφθέντα. Αποδέκτης της πράξης επομένως, ήταν το πρόσωπο το οποίο αιτήθηκε την πρόσληψή του ως ναυαγοσώστης.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε περαιτέρω ότι το συμφέρον της αιτήτριας δεν ήταν ούτε προσωπικό, αλλά ούτε και άμεσο. Στερείτο του χαρακτήρα εκείνου που είναι απόλυτα αναγκαίος προκειμένου η αιτήτρια να νομιμοποιείτο στην βάση του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος να προωθήσει την καταχωρηθείσα προσφυγή και να ζητήσει από το Δικαστήριο την άσκηση δικαστικού ελέγχου.

 

Επιπλέον το Δικαστήριο αποφάσισε πρωτόδικα, ότι το συμφέρον που είχε θιγεί από την προσβαλλόμενη πράξη, δεν άνηκε απευθείας στην αιτήτρια, αλλά σε τρίτο, ήτοι στον κο Τζιαπούρα και ως εκ τούτου, η αιτήτρια δεν ενομιμοποιείτο να εγείρει την αίτηση ακυρώσεως. Το ό,ποιο συμφέρον της αιτήτριας, επερχόταν δια αντανακλάσεως, λόγω παρεμβολής συμφέροντος τρίτου, ήτοι του προσώπου που αιτήθηκε πρόσληψη στην υπηρεσία των καθ’  ων η αίτηση. Για τους λόγους αυτούς το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή.

    

Με την υπό κρίση έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πιο πάνω απόφασης. Υποστηρίζει η εφεσείουσα ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της, κρίνοντας ότι δεν είχε οποιοδήποτε άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον να προωθήσει αυτήν, καταλήγοντας στο εσφαλμένο και/ή πεπλανημένο συμπέρασμα, αποδεχόμενο τον ισχυρισμό των εφεσίβλητων, ότι εάν υπήρχε κάποια διοικητική πράξη, τη νομιμότητα της οποίας θα μπορούσε να εξετάσει το Δικαστήριο, αυτή θα ήταν η απόρριψη της αίτησης του κου Μιχάλη Τζιαπούρα που υπέβαλε προς την Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού προκειμένου να εργοδοτηθεί ως ναυαγοσώστης και όχι η επιστολή ημερομηνίας 6/7/2015, με την οποία οι εφεσίβλητοι απέρριψαν εν γένει όλα τα διπλώματα που παρείχε η εφεσείουσα.  

 

Μετά από προσεκτική μελέτη του διοικητικού φακέλου, διαπιστώνεται ότι της αίτησης του κ. Τζιαπούρα για εγγραφή του ως ναυαγοσώστης, προηγήθηκε (κατά μερικές ημέρες) η αποστολή επιστολής των εφεσειόντων ημερομηνίας 22/6/2015,  αφού η αίτηση του κ. Τζιαπούρα υπεβλήθη στις 26/6/2015 και φέρει ως συνημμένο το δίπλωμα ναυαγοσωστικής που εξεδόθη από τους εφεσείοντες ίδιας ημερομηνίας (26/6/2015). Στη συνέχεια και αφού πληροφορήθηκαν οι εφεσείοντες για την απόρριψη του αιτήματος του κ. Τζιαπούρα, επανήλθαν ζητώντας εξηγήσεις και λεπτομέρειες για τη λήψη τέτοιας απόφασης σε σχέση με την αίτησή του.

 

Με την απάντηση που τους δόθηκε, ημερομηνίας 6/7/2015, η οποία τους κοινοποιήθηκε αργότερα, ενημερώθηκαν ότι η Κυπριακή Ομοσπονδία Ναυαγοσωστικής, μετά από αίτημα της για λήψη απόψεων σε σχέση με το θέμα της πρόσληψης ναυαγοσωστών με το συγκεκριμένο δίπλωμα, δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει το συγκεκριμένο δίπλωμα.

 

Καταλήγοντας στην επιστολή η κα Έσθη Παναγίδου, για Έπαρχο, απάντησε στην επιστολή των εφεσειόντων ότι εφόσον το γραφείο (της Επάρχου) πάντα δρούσε με βάσει τις κατευθυντήριες γραμμές της Ομοσπονδίας, δεν μπορούσε να προσλάβει ναυαγοσώστες που κατείχαν δίπλωμα της εταιρείας τους.

 

Επομένως, το ζήτημα που πρωτίστως πρέπει να κριθεί, είναι κατά πόσον εντοπίζονται εκτελεστές διοικητικές πράξεις, οι οποίες θα μπορούσαν να προσβληθούν με προσφυγή.

 

Η μόνη εκτελεστή διοικητική πράξη που εντοπίζεται στην σειρά των γεγονότων, είναι η απόφαση για απόρριψη του αιτήματος του κ. Τζιαπούρα να εργοδοτηθεί ως ναυαγοσώστης. Επρόκειτο για απόφαση η οποία εκδόθηκε από την Επαρχιακή Διοίκηση στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της και αφού είχε προκηρύξει θέσεις για ναυαγοσώστες, έχοντας το σχετικό κονδύλι εγκεκριμένο από το αρμόδιο Υπουργείο.

 

Την απόφαση αυτή θα μπορούσε να είχε προσβάλει ο ίδιος ο αποδέκτης της πράξης, ο κ. Τζιαπούρας.

 

Έχοντας υπόψη ότι η απόρριψη του αιτήματος του βασιζόταν στην μη αναγνώριση του κύριου προσόντος του, αυτό της ναυαγοσωστικής, αιτήτρια στην προσφυγή του ίδιου του κ. Τζιαπούρα θα μπορούσε να είναι ως ομόδικος και η εταιρεία των εφεσειόντων που εξέδιδε τα πιστοποιητικά, η οποία πληττόταν από την επίδικη απόφαση και όσες θα ακολουθούσαν, αφού σε προπαρασκευαστική έρευνα που έγινε προς λήψη της τελικής απόφασης, λήφθηκε απόφαση για αποκλεισμό των υποψηφίων προς εργοδότηση ως ναυαγοσώστες, οι οποίοι κατείχαν το εν λόγω δίπλωμα.

 

Ο κύριος αποδέκτης της απόφασης κ. Τζιαπούρας, δεν προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο με καταχώριση προσφυγής και ή και αν ακόμα προσέφυγε, αυτό δεν γνωστοποιήθηκε στο Δικαστήριο και ούτε περιλαμβάνεται κάποια τέτοια πληροφόρηση στον διοικητικό φάκελο.         

 

Η προσφυγή όμως που καταχώρισαν οι εφεσείοντες προσβάλλει την απόφαση που περιλαμβάνεται στην επιστολή ημερομηνίας 6/7/2015, με την οποία πληροφορήθηκαν τους λόγους για τους οποίους δεν αναγνωρίστηκε το δίπλωμά τους, απαντώντας στη δική τους επιστολή ημερομηνίας 22/6/2015. Το αίτημα για αναγνώριση των διπλωμάτων της εταιρείας από την Επαρχιακή Διοίκηση που υποβλήθηκε με την εν λόγω επιστολή, ημερομηνίας 22/6/2015, δεν εδράστηκε σε οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη, σύμφωνα με την οποία η Επαρχιακή Διοίκηση προκρίνει και αποφασίζει (βάσει θεσμοθετημένων διαδικασιών), τα διπλώματα που θα τύχουν αναγνώρισης για σκοπούς εργοδότησης ναυαγοσωστών.

 

Είναι προφανές πως η εφεσείουσα εταιρεία έχοντας υπόψη την υποβολή του αιτήματος του μαθητή της, απέστειλε προηγουμένως επιστολή με επεξηγήσεις, αναμένοντας ότι το αίτημα του μετά την επιστολή τους θα είχε εγκριθεί και ο ίδιος να εργοδοτηθεί. Επομένως, η απόφαση εις απάντηση των ερωτημάτων τους, η οποία προσβλήθηκε με την προσφυγή, ήταν πληροφοριακή σε σχέση με τα γεγονότα που οδήγησαν στην έκδοση της εκτελεστής διοικητικής πράξης, με την οποία είχε απορριφθεί το αίτημα του κ. Τζιαπούρα για εργοδότησή του.

 

Οι θέσεις της εταιρείας θα μπορούσαν να είχαν προβληθεί πριν τον καθορισμό των όρων της προκήρυξης, σε σχέση με τα απαιτούμενα προσόντα των ναυαγοσωστών, στο χρόνο δηλαδή εκείνο που καθορίζονταν οι όροι και προδιαγραφές που πρέπει να πληρούνται για σκοπούς εργοδότησης και όχι μετά την σχετική προκήρυξη, ως εν προκειμένω.

 

Επομένως, δεν εντοπίζουμε κάποιο σφάλμα στην τελική κατάληξη του Δικαστηρίου, ότι οι αιτητές δεν κατείχαν έννομο συμφέρον προσωπικό και άμεσο, ασχέτως ότι οι εφεσείοντες επικαλούνται πλάνη του Δικαστηρίου ως προς το ποιά ακριβώς απόφαση προσέβαλαν. Η απόφαση η οποία προσβλήθηκε δεν είχε τον χαρακτήρα της εκτελεστής διοικητικής πράξης για τους λόγους που εξηγήθηκαν, αλλά ήταν πληροφοριακή και μη προσβλητή με προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η έφεση αποτυγχάνει με €4.000 έξοδα, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας.

 

Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

Μ. ΚΑΛΛΙΓΕΡΟΥ, Δ.

 

/ΓΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο