ΕΦΕΤΕΙΟ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 90/2019)

 

 15 Ιανουαρίου, 2024

 

[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 ΑΓΙΣ ΜΕΤΑΞΑΣ

                                                                                                              Εφεσείων,

v.

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

                                                                                                         Εφεσίβλητος,

v.

 

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΣ ΣΤΕΓΗΣ

 

                                                                                                  Καθ’ ου η αίτηση.

 

-------------------

Κ. Χαραλάμπους (κα),για ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για τον Εφεσείοντα.

Ι. Σαμαρά (κα), για ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ ΠΑΥΛΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για τον Εφεσίβλητο.

Ι. Χρίστου (κα), για ΣΚΟΡΔΗ & ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για τον Καθ’ ου η αίτηση.

 

-------------------

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Σεραφείμ, Δ.:

-------------------

     ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.: Με την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου (εφεξής το «πρωτόδικο Δικαστήριο») ημερομηνίας 9.4.2019 στην Προσφυγή Αρ. 940/2016, ως αυτή τροποποιήθηκε, η οποία ασκήθηκε από τον άνω εφεσίβλητο, ακυρώθηκε η απόφαση του καθ’ ου η αίτηση ημερομηνίας 10.11.2014, όσον αφορά στην αναδρομική προαγωγή από τις 15.7.2007  (ένεκα της απόφασης στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 93/2009 Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Στέγης ν. Άγι Μεταξά (2013) 3 Α.Α.Δ. 341) του άνω εφεσείοντα στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού του καθ’ ου η αίτηση.

 

Ο εφεσείων άσκησε την παρούσα έφεση, προβάλλοντας δύο λόγους έφεσης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο εφεσείων πρόβαλε τη θέση ότι, «Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι το μεταπτυχιακό δίπλωμα MSc στα Οικονομικά Οικοδομών και Διαχείριση (Building Economics and Management) που κατέχει το Ενδιαφερόμενο Μέρος υπ’ αριθμό 1 δεν έχει συνάφεια με τα καθήκοντα της θέσης», ενώ με το δεύτερο λόγο έφεσης ότι, «Το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε το Πρακτικό ημερομηνίας 10/11/2014 και στην απόφαση του αναφέρει ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν αναφέρει οτιδήποτε στην αγόρευση του για πίστωση ενός έτους στην αρχαιότητα του Ενδιαφερόμενου Μέρους υπ’ αριθμό 1.»

 

Η αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης στην ειδοποίηση έφεσης είναι η ακόλουθη:

 

«1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά τα προσόντα του Ενδιαφερόμενου μέρους 1 κι αγνόησε την αιτιολογία των Εφεσίβλητων/Καθ’ ων η Αίτηση ότι το εν λόγω μεταπτυχιακό «προσθέτει στην αξία τους έναντι του Αιτητή.».

 

2. Όσον αφορά τα πρόσθετα προσόντα ενός λειτουργού, είναι καθορισμένο από τη Νομολογία ότι εναπόκειται στο διορίζον όργανο να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει τη σημασία τους.

 

3. Ακόμα και στην περίπτωση που δεν ήταν στην ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου η αξιολόγηση των πρόσθετων προσόντων του Ενδιαφερόμενου μέρους 1, το Πρωτόδικο δικαστήριο δεν εξέταση (sic) επί της ουσίας το περιεχόμενο του εν λόγω Μεταπτυχιακού Τίτλου και το αξιολόγησε μόνο από τον τίτλο που φέρει. Συγκεκριμένα δεν εξέτασε το γεγονός ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος υπ’ αριθμό 1 παρουσίασε με επιτυχία την διατριβή (thesis) του στο θέμα Housing Finance Policy of Cyprus η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ουσία των καθηκόντων του Ανώτερου Λειτουργού.».

 

 

Η αιτιολογία του δεύτερου λόγου έφεσης στην ειδοποίηση έφεσης έχει ως εξής:

 

«1. Το Σεβαστό Δικαστήριο είχε ενώπιον του στον Διοικητικό Φάκελο του επίδικο πρακτικό ημερομηνίας 10/11/2014 όπου είναι ξεκάθαρο ότι πιστώνεται ένας χρόνος στην αρχαιότητα του Ενδιαφερόμενου Μέρους υπ’ αριθμό 1. Εάν αυτό δεν υποστηρίχτηκε ειδικώς στη γραπτή αγόρευση των Καθ’ ων η Αίτηση, το Σεβαστό Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει το πρακτικό ως το πνεύμα της απονομής της Δικαιοσύνης.

 

2. Συγκεκριμένα, στο εν λόγω πρακτικό από τη σελίδα 3 μέχρι την σελίδα 4 γίνεται η εξής αναφορά: «Όσον αφορά τη θέση του Διοικητικού Λειτουργού/Λογιστικού Λειτουργού (ημερομηνία πρόσληψης στον Οργανισμό0 οι Γεώργιος Νικολαϊδης και Μ[…] Π[…] προσλήφθηκαν την 1.1.1984, ο Άγις Μεταξάς την 9.4.1987, αλλά του πιστώθηκε και ένα έτος πριν διοριστεί για απόκτηση του τίτλου Master, ο Γ[…] Ε[…] την 1.3.1987 και ο Σ[…] Φ[…] την 1.7.1982 (υπογράμμιση δική μας).

 

3. Το Σεβαστό Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ή / και αγνόησε την πιο πάνω αναφορά του εν λόγω πρακτικού με αποτέλεσμα να θεωρήσει εσφαλμένα ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος υπ’ αριθμό 1 δεν έπρεπε να είχε προαχθεί.»

 

Το περίγραμμα αγόρευσης του εφεσείοντα κινήθηκε, κατά το μάλλον ή ήττον, στα πλαίσια της άνω δικογραφημένης αιτιολογίας. Στο εν λόγω περίγραμμα υποδείχθηκε από την πλευρά του εφεσείοντα και ο Κανονισμός 15(2) των περί της Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικοί) Κανονισμών του 1991 (εφεξής «οι Κανονισμοί»), ο οποίος έχει ως ακολούθως:

 

«Ανεξάρτητα από τις πιο πάνω διατάξεις, δημόσιοι υπάλληλοι που απέκτησαν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο μετά από σπουδές στο εξωτερικό, προτού διοριστούν στη δημόσια υπηρεσία, και που υπηρετούσαν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Κανονισμών αυτών διατηρούν το δικαίωμα αναγνώρισης του χρόνου που διανύθηκε για την απόκτηση τέτοιων προσόντων ως υπηρεσίας ή πείρας στη θέση που πρωτοδιορίστηκαν μέχρι δύο έτη κατ’ ανώτατο όριο, εφόσον το προσόν αυτό σχετίζεται με τα καθήκοντα της θέσης τους.»

Η επίκληση του πιο πάνω Κανονισμού έγινε ενόψει του Κανονισμού 14 των περί Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών, Κ.Δ.Π. 167/81, σύμφωνα με τον οποίο  «Εις περιπτώσεις καθ' ας η αρχαιότης αποτελεί σχετικόν παράγοντα εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, αι διατάξεις αι εφαρμοζόμεναι επί υπαλλήλων εν τη δημοσία υπηρεσία της Δημοκρατίας» και του Κανονισμού 12 της Κ.Δ.Π. 167/81, σύμφωνα με τον οποίο  «Αι διεκδικήσεις των υπάλληλων προς προαγωγήν αποφασίζονται βάσει της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας,»

 

 

Από την πλευρά του εφεσίβλητου, το περίγραμμα αγόρευσης του κινήθηκε στη λογική της υπεράσπισης της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.

 

Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν θέσεις υπό το φως του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης και σε συνάρτηση προς τις σχετικές κρίσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, οι οποίες έχουν ως ακολούθως:

 

«Όπως προκύπτει από το πρακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, οι αξιολογήσεις του αιτητή και των ενδιαφερομένων μερών ήταν ίσες ενώ κρίθηκε ότι και οι τρείς κατείχαν τα προσόντα που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας. Όσον αφορά στην αρχαιότητα, ο καθ' ου η αίτηση αναφέρει ότι:

 

 

«[…] και οι πέντε υποψήφιοι έχουν ίση υπηρεσία στην θέση του Λειτουργού Β/Α (από την 1.1.2000). Όσον αφορά την θέση Διοικητικού Λειτουργού/Λογιστικού Λειτουργού (ημερομηνία πρόσληψης στον Οργανισμό), οι Γεώργιος Νικολαΐδης και Μ[…] Π[…] προσλήφθηκαν την 1.1.1984, ο Άγις Μεταξάς την 9.4.1987, αλλά του πιστώθηκε και ένα έτος πριν διορισθεί για απόκτηση του τίτλου Master [.].

 

[...]

 

[…] και το ότι ο Μ[…] Π[…] δεν υστερεί σε αρχαιότητα από τον Γεώργιο Νικολαΐδη (που δεν έχει επιπρόσθετο προσόν) [...], ο δε Άγις Μεταξάς υπολείπεται σε αρχαιότητα οριακά του Γεώργιου Νικολαΐδη […]. »

 

Δηλαδή, ως προς το κριτήριο της αρχαιότητας ο καθ' ου η αίτηση αναγνωρίζει ότι ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους 1 την οποία, όμως, κρίνει ως οριακή. Ο λόγος που αποφάσισαν την επιλογή των ενδιαφερομένων μερών αντί άλλου υποψηφίου καταγράφεται στις ακόλουθες αναφορές:

 

«Όσον αφορά τα προσόντα των υποψηφίων, το Συμβούλιο σημείωσε ότι οι υποψήφιοι Μ[…] Π[…] και Άγις Μεταξάς κατείχαν πέραν του απαραίτητου προσόντος και μεταπτυχιακό τίτλο Master of Science.

 

[...]

 

[…] Έκρινε, ακόμα, ότι ο μεταπτυχιακός τίτλος Master of Science που κατείχαν οι Μ[…] Π[…] και Άγις Μεταξάς πρόσθετε στην αξία τους, έναντι των άλλων υποψηφίων.

 

Με βάση, λοιπόν, το επιπρόσθετο προσόν των Μ[…] Π[…] και Άγι Μεταξά, που πρόσθετε στην αξία τους [...] αποφάσισε να προάξει […] τους Μ[…] Π[…] και Άγι Μεταξά.»

 

Ως προς τα πρόσθετα προσόντα που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας και τον τρόπο αντιμετώπισής τους, το ακόλουθο απόσπασμα από την Πούρος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3Α Α.Α.Δ. 374 συνοψίζει τη θέση της νομολογίας επί του ζητήματος:

 

«Τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα:  αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, η Ε.Δ.Υ. θεώρησε χρήσιμα τα πρόσθετα μεταπτυχιακά προσόντα, "στο βαθμό που προσδίδουν στους κατόχους τους ευρύτητα γνώσης και αντίληψης". Δεν έγινε ειδικός συσχετισμός με τις ευθύνες και τα καθήκοντα της θέσης αλλά, ενόψει της έκτασης τους, η αναφορά στον ορίζοντα γνώσης και αντίληψης προσδιόριζε τη σχέση. Πέρα από αυτό, με δεδομένο ότι ενδείκνυτο η απόδοση κάποιας σημασίας, στα μεταπτυχιακά προσόντα, η δραστική διαφοροποίηση αυτής της σημασίας, ανάλογα με το επίπεδο του ενός ή του άλλου μεταπτυχιακού, δύσκολα νομίζουμε θα δικαιολογείτο, γιατί κινείται κανείς μέσα σε σχετικά στενά περιθώρια. Για να μπορεί το μεταπτυχιακό, στο ανώτατό του όριο, να έχει μεγάλη σημασία, θα πρέπει να προβλέπεται στο σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα. Θεωρούμε επομένως πως η Ε.Δ.Υ., η οποία καθώς φαίνεται δεν προέβη αναφορικά με αυτό το ζήτημα σε ουσιαστικές διακρίσεις, κινήθηκε μέσα σε εύλογα όρια.»

 

Από τους διοικητικούς φακέλους που κατατέθηκαν ως Τεκμήρια 3Α και 4Α προκύπτει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος 1 κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα MSc στα οικονομικά οικοδομών και διαχείριση (Building Economics and Management) και το ενδιαφερόμενο μέρος 2 μεταπτυχιακό δίπλωμα ΜΑ στη δημόσια διοίκηση (Public Administration). Από τα αποσπάσματα που παρέθεσα πιο πάνω, δεν φαίνονται οι λόγοι που ο καθ' ου η αίτηση θεώρησε να εν λόγω προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα των επίδικων θέσεων. Προκύπτει, όμως, ότι ο τίτλος που κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος 2 έχει συνάφεια με τα καθήκοντα της θέσης και επομένως, θεωρώ εύλογη την απόφαση του καθ' ου η αίτηση σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος 2 δεδομένου, μάλιστα, ότι σε όλα τα άλλα κριτήρια αιτητής και ενδιαφερόμενο μέρος 2 ήταν ίσοι.

 

Δεν έχω την ίδια άποψη σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος 1. Στην απουσία μίας εκ πρώτης όψεως συνάφειας του εν λόγω προσόντος με τα καθήκοντα της θέσης και στην απουσία καταγραφής του συλλογισμού του αποφασίζοντος οργάνου που να επεξηγεί πώς το προσόν αυτό είναι συναφές, καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο και οδηγεί σε ακυρότητα την απόφαση σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος 1.

Η απόφαση προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους 1 πάσχει και για ένα πρόσθετο λόγο. Ο καθ' ου η αίτηση δεν αναφέρει οτιδήποτε στη γραπτή του αγόρευση προς υποβοήθηση του Δικαστηρίου ως προς την αναφορά στο ως άνω πρακτικό για πίστωση στο ενδιαφερόμενο μέρος ενός έτους αρχαιότητας πριν τον διορισμό του. Όμως, στον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε ως Τεκμήριο 3Α εντοπίζω επιστολή του ενδιαφερομένου μέρους 1 ημερομηνίας 9.9.1994 με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ο χρόνος που διένυσε για την απόκτηση του μεταπτυχιακού του διπλώματος σαν υπηρεσία στη θέση του Λειτουργού Χρηματοδοτήσεως Στέγης. Εντοπίζω, επίσης, πρακτικό του καθ' ου η αίτηση ημερομηνίας 3.5.1995 με το οποίο «Το Συμβούλιο με βάση Νομική Συμβουλή που πήρε από τους Νομικούς Συμβούλους του Οργανισμού, δεν απεδέχθη το αίτημα του Λειτουργού» (υπογράμμιση δική μου).

 

Συνεπώς, προκύπτει σαφέσταστη πλάνη του καθ' ου η αίτηση ως προς την πραγματική διαφορά σε αρχαιότητα μεταξύ αιτητή και ενδιαφερόμενου μέρους 1 η οποία είναι 3 έτη και 3 μήνες.

 

Δεδομένης της πιο πάνω πραγματικής πλάνης υπό την οποία ενήργησε ο καθ' ου η αίτηση, είναι άγνωστο εάν θα κατέληγαν και πάλι στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή η διαφορά σε αρχαιότητα μεταξύ αιτητή και ενδιαφερομένου μέρους 1 δεν είναι ουσιώδης.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, καταλήγω ότι η προσφυγή επιτυγχάνει μερικώς σε σχέση με την απόφαση προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους 1 και συνεπώς η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται ως προς αυτό το σκέλος αλλά αποτυγχάνει και απορρίπτεται σε σχέση με την απόφαση προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους 2 και συνεπώς η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σε σχέση με αυτό το σκέλος.».

 

Όσον αφορά στον πρώτο λόγο έφεσης (ανωτέρω) η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν ήταν ότι,  το μεταπτυχιακό δίπλωμα MSc στα Οικονομικά Οικοδομών και Διαχείριση (Building Economics and Management) που κατέχει ο εφεσείων δεν έχει συνάφεια με τα καθήκοντα της θέσης, ως διατείνεται ο ίδιος με τον πρώτο λόγο έφεσης του. Συνίσταται στο ότι, δεν παρατηρείται εκ πρώτης όψεως (στη βάση ανάγνωσης του τίτλου του και μόνο) συνάφεια του  με τα καθήκοντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της επίδικης  θέσης και στην απουσία καταγραφής του συλλογισμού του καθ’ ου η αίτηση, με τον οποίο να επεξηγείται πώς το προσόν αυτό είναι συναφές προς τα εν λόγω καθήκοντα δεν μπορεί το Δικαστήριο να ασκήσει έλεγχο. Η παρατήρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως προς την έλλειψη οποιασδήποτε (ούτε καν λιτής) καταγραφής  εκ μέρους του καθ’ ου η αίτηση, κατά πόσο το προαναφερόμενο μεταπτυχιακό του εφεσείοντα είναι συναφές προς τα καθήκοντα της θέσης, είναι ορθή. Η πρωτογενής υποχρέωση του καθ’ ου η αίτηση (και όχι του αναθεωρητικού Δικαστηρίου) για διαπίστωση τέτοιας συνάφειας, πριν την πίστωση (στην παρούσα περίπτωση) ενός έτους αρχαιότητας στον εφεσείοντα, πηγάζει ευθέως από το λεκτικό του Κανονισμού 15 των Κανονισμών (βλ. ανωτέρω) στον οποίο ο  Κανονισμός  14 της Κ.Δ.Π. 167/81  παραπέμπει (βλ. ανωτέρω). Και για τον συνυπολογισμό, όμως, του εν λόγω μεταπτυχιακού του εφεσείοντα για σκοπούς επαύξησης της αξίας του (αφού τα προσόντα λαμβάνονται υπόψη για την επίδικη προαγωγή, βλ. Κανονισμό 12 (2) της Κ.Δ.Π. 167/81), απαιτείται και προϋποτίθεται η διαπίστωση της σχετικότητας του με τα καθήκοντα του οικείου  Σχεδίου Υπηρεσίας, ως η σχετική διαχρονική νομολογία επιτάσσει (βλ. Πούρος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3Α Α.Α.Δ. 374). Ως λέχθηκε εμφαντικά και στην Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλος ν. Mάριου Παπαχριστοδούλου και Άλλης (2002) 3 ΑΑΔ 329, παραπέμποντας προηγουμένως και στην Πούρος (supra):

«Στην παρούσα υπόθεση η Ε.Δ.Υ. δεν έχει προσδιορίσει κατά πόσο το πρόσθετο προσόν είναι συναφές με τα καθήκοντα της θέσης. Επομένως δεν μπορούσε να του δώσει οποιαδήποτε βαρύτητα.»

 

Με δεδομένη, τέλος, την πλήρη ανυπαρξία καταγραφής οποιουδήποτε ευρήματος του καθ’ ου η αίτηση περί της σχετικότητας του μεταπτυχιακού του εφεσείοντα με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, δεν υπήρχε έδαφος για το πρωτόδικο Δικαστήριο να υπεισέλθει στο ζήτημα κατά πόσο, για σκοπούς, έστω, του ελέγχου της επάρκειας της αιτιολογίας, ήταν προφανής (με βάση τον τίτλο του ή άλλως πως) η μή η συγκεκριμένη σχετικότητα του εν λόγω προσόντος, αφού τέτοια σχετικότητα ουδόλως διαπιστώθηκε (έστω ακροθιγώς) πρωτογενώς από τον καθ’ ου η αίτηση και, ως πάγια νομολογημένο, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν δύναται να υποκαταστήσει τη διοίκηση περί τούτου του ζητήματος, αλλά μόνο να την ελέγξει. Αυτή η διαπίστωση μας, όμως, δεν δικαιώνει τον εφεσείοντα, αφού από την εν λόγω λανθασμένη, κατά την κρίση μας, προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ο εφεσείων δεν έχει υποστεί οποιαδήποτε βλάβη, αφού, ως προαναφέρθηκε, άλλη ήταν η κατάληξη του (βλ. ανωτέρω), ήτοι η μη παροχή επεξήγησης περί συνάφειας του εν λόγω προσόντος προς τα επίδικα καθήκοντα από τον καθ’ ου η αίτηση, εύρημα, το οποίο, ως προαναφέρθηκε, κρίνουμε ορθό.

 

Όσον αφορά στον δεύτερο λόγο έφεσης (ανωτέρω), ούτε αυτός, βρίσκουμε, ευσταθεί.  Ως αποφασίστηκε ήδη ανωτέρω, της απόφασης πίστωσης του επίδικου μεταπτυχιακού, η οποία, όντως, λήφθηκε στη συνεδρίαση του καθ’ ου η αίτηση ημερομηνίας 10.11.2014, δεν προηγήθηκε, ως όφειλε, η διαπίστωση της σχετικότητας του προς τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, ενώ επαληθεύεται ως ορθή και η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι, ο καθ’ ου η αίτηση έλαβε προηγούμενη αρνητική απόφαση του περί τούτου ημερομηνίας 3.5.1995 (βλ. ανωτέρω). Το δε πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αγνόησε, αλλά εξέτασε την σχετική απόφαση ημερομηνίας 3.5.1995 σε σχέση με το μεταπτυχιακό του αιτητή, αφού ανέφερε στην απόφαση του ότι (με δική μας υπογράμμιση)  «Ο καθ' ου η αίτηση δεν αναφέρει οτιδήποτε στη γραπτή του αγόρευση προς υποβοήθηση του Δικαστηρίου ως προς την αναφορά στο ως άνω πρακτικό για πίστωση στο ενδιαφερόμενο μέρος ενός έτους αρχαιότητας πριν τον διορισμό του» και είναι σε σχέση με αυτή την αναφορά που προέβη στα σχόλια του στην απόφαση του, σε σχέση με τη μη διαπίστωση της συνάφειας του επίδικου μεταπτυχιακού, αλλά και στην επισήμανση του για ύπαρξη προηγούμενης αντίθετης απόφασης του καθ’ ου η αίτηση.

 

Ως  έχει ανωτέρω επεξηγηθεί, ουδείς εκ των λόγων εφέσεως ευσταθεί. Η πρωτόδικη απόφαση  επικυρώνεται.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται, υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα, στο ύψος των 2500 ευρώ πλέον Φ.Π.Α..

 

 

Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

 

Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.

 

 

 

ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο