ΕΦΕΤΕΙΟ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                           (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 37/2019)

 

13 Μαρτίου, 2024

 

[ΤΟΥΜΑΖΗ, ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

LOGISTICO PARK LTD

                                                                                                     Εφεσείων,

                                                    v.

ΑΝΔΡΕΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ κ.α. (ως ο συνημμένος κατάλογος)

                                                                                                     Εφεσίβλητων.    

v.

KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

                                                                                                    Καθ’ης η Αίτηση

                                                                                                          

--------------------

 

Α. Σ. Αγγελίδης & Σ. Α. Αγγελίδης, για Α.Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για                          Εφεσείοντα

Ι. Γενεράλης & Τ. Μυλωνάς για Δρ. Α. Μυλωνά Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσίβλητους.

Ε. Νεοφύτου (κα) μαζί με Κ. Ονησίλου (ασκούμενος δικηγόρος), για                    Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ’ης η Αίτηση.

--------------------

 

 

ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την              Δικαστή Ευσταθίου - Νικολετοπούλου.

-----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕYΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με απόφασή του στην Προσφυγή Αρ. 78/2015 ημερομηνίας  28/1/2019, ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση της Καθ’ης η αίτηση ημερομηνίας 7/11/2014 να εγκρίνει προς όφελος του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου, προτεινόμενη ανάπτυξη για την ανέγερση και λειτουργία μονάδας παροχής υποστηρικτικών υπηρεσιών στη διαδικασία εντοπισμού και ανόρυξης φυσικού αερίου και πετρελαίου σε βιομηχανικά οικόπεδα στον Δήμο Αραδίππου και στο Καλό Χωριό, στην Επαρχία Λάρνακας.

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης κατεχωρήθη η παρούσα Έφεση από το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο, ενώ η Καθ’ης η αίτηση συμμορφούμενη με το ακυρωτικό αποτέλεσμα προέβη σε επανεξέταση, χωρίς να αμφισβητήσει την πρωτόδικη Απόφαση. 

 

Κατά το στάδιο της ακρόασης της Έφεσης, η συνήγορος της Καθ’ης η αίτηση πληροφόρησε το Δικαστήριο, ότι το Υπουργικό Συμβούλιο στις 7/3/2019 ένεκρινε την Πρόταση ημερομηνίας 5/3/2019 που υπεβλήθη από την Πολεοδομική Αρχή, ώστε να υλοποιηθεί το επίδικο έργο κατ’ απόκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας (2013) με κατάλληλους όρους, προς όφελος του Εφεσείοντα-Ενδιαφερόμενου Προσώπου.  Η νέα δε αυτή απόφαση δεν προσεβλήθη από τους Εφεσίβλητους.

 

Προς τούτο, δόθηκε η δυνατότητα στα μέρη να αναπτύξουν τις θέσεις τους σε σχέση με το κατά πόσο η εκδίκαση της παρούσας Έφεσης εξακολουθεί να έχει αντικείμενο.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσίβλητους υποστηρίζει ότι, με τα πιο πάνω δεδομένα η δίκη καταργείται, αφού το αντικείμενο της προσφυγής έχει εκλείψει και ο Εφεσείων/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο στερείται του απαραίτητου έννομου συμφέροντος  προώθησης της Έφεσης.  Αντικρούοντας την πιο πάνω θέση, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο ισχυρίζεται ότι δόθηκε νέα άδεια στο έργο, η οποία δεν αφορούσε στον ουσιώδη χρόνο που ίσχυε κατά την καταχώρηση της Προσφυγής Αρ. 78/2015.  Διευκρινίζει δε, ότι τη νέα άδεια δεν προσέβαλαν οι Aιτητές/Εφεσίβλητοι.   Μόνο βλαπτικές δε συνέπειες σε βάρος του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου άφησε η κατάσταση που δημιουργήθηκε με βάση την πρωτόδικη Απόφαση, αφού  η αποκατάσταση των δικαιωμάτων του δεν έγινε αναδρομικά, αλλά μεταγενέστερα με τη νέα πράξη. 

Αποτελεί γεγονός, ότι μετά την έκδοση στις 28/1/2019 της πρωτόδικης Απόφασης, η διοίκηση την 21/3/2019 προέβη σε επανεξέταση και χορήγηση νέας πολεοδομικής έγκρισης στον Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο.

 

Όπως αναφέρεται στο σχετικό σημείωμα του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως που συνοδεύει τη νέα άδεια (Αρ. Φακ: ΛΑΡ/322/2014, ΛΑΡ/323/2014), ημερομηνίας 21/3/2019 «….. η Πολεοδομική Αρχή αφού επαναμελέτησε ενδελεχώς την αίτηση, με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που εκδόθηκε η ακυρωθείσα απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, με σχετική επιστολή της προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερομηνίας 05/03/2019, ζήτησε την εν [sic] νέου προώθηση της Ειδοποίησης προς το Υπουργικό Συμβούλιο, ώστε η προτεινόμενη ανάπτυξη να εγκριθεί κατ’ απόκλιση των σχετικών Αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου και των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας.  Στις 07/03/2019, το Υπουργικό Συμβούλιο, ενέκρινε την Πρόταση που υποβλήθηκε, ώστε να υλοποιηθεί το πιο πάνω έργο […]  Ως εκ τούτου, η Πολεοδομική Αρχή μετά από διαδικασία επανεξέτασης για συμμόρφωση ως προς την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, συνηγορεί στην υλοποίηση της προτεινόμενης ανάπτυξης με βάση τα σχέδια που εγκρίνονται με την παρούσα πολεοδομική έγκριση, με τους όρους που αναφέρονται….».

 

Εκ των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι, η νέα άδεια προς όφελος του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου εκδόθηκε κατόπιν επανεξέτασης προς συμμόρφωση με το ακυρωτικό αποτέλεσμα, αμέσως μετά την έκδοση της πρωτόδικης Απόφασης και με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου. 

 

Σύμφωνα με πάγια αρχή του διοικητικού δικαίου, η ατομική διοικητική πράξη από την έναρξη της ισχύος της έως την ακύρωσή της με δικαστική απόφαση ή με διοικητική πράξη ή την ανάκληση ή κατάργηση της ή γενικά την παύση της ισχύος της, παράγει όλα τα έννομα αποτελέσματά της, ανεξάρτητα από το αν έχει τυχόν νομική πλημμέλεια.  Πρόκειται για το τεκμήριο της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων.   Στο σύγγραμμα «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Τόμος 1, 14η έκδοση, του Καθηγητή Επ. Σπηλιωτόπουλου, σελ 113, παρ. 101, αναφέρεται ότι, μεταξύ των συνεπειών του τεκμηρίου της νομιμότητας είναι ότι «ο διοικούμενος ή το διοικητικό όργανο δεν μπορεί να θεωρήσει την πράξη άκυρη ή ανίσχυρη πριν από την ανάκληση ή την ακύρωση ή την κατάργηση της, και αν ακόμα έχει ασκηθεί ένδικο βοήθημα για την ακύρωσή της (ΣΕ 5059/1988)».

 

Εν προκειμένω, η προς όφελος του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου επίδικη άδεια, παρήγαγε όλα τα έννομα αποτελέσματα της από της χορηγήσεως της στις 7/11/2014, μέχρι την ακύρωσή της με την πρωτόδικη Απόφαση στις 28/1/2019.  Ακολούθως, κατόπιν επανεξέτασης ελήφθη νέα απόφαση προς όφελος του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου και το ζητούμενο είναι, υπό τις πιο πάνω περιστάσεις,  ποιο είναι το ζημιογόνο κατάλοιπο που παρέμεινε σε βάρος του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου από την ακύρωση της πράξης, έτσι ώστε αυτός να νομιμοποιείται στη συνέχιση της παρούσας Έφεσης.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, η κατοχή έννομου συμφέροντος δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος για τη νομιμοποίηση της άσκησης ένδικου μέσου, αποτελεί προϋπόθεση που τίθεται από το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος.  Πρόκειται για ζήτημα δημόσιου συμφέροντος, το οποίο το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει ακόμα και αυτεπάγγελτα και μάλιστα κατά προτεραιότητα, λόγω ακριβώς του θεμελιακού του ζητήματος (βλ. Δημοκρατία ν. Α.Κ. Χατζηιωάννου & Υιός (2005) 3 Α.Α.Δ. 467).

 

Είναι επίσης νομολογημένο ότι, η θέση του ενδιαφερόμενου προσώπου και το έννομο του συμφέρον που καθιστά παραδεκτή τη συμμετοχή του στη διαδικασία, είναι ανάλογο προς εκείνο του προσφεύγοντος και ο επηρεασμός από τη δικαστική απόφαση πρέπει να διαγράφεται κατ’ ανάλογο τρόπο προς τον επηρεασμό συμφέροντος που νομιμοποιεί τον αιτητή να προσφύγει.

 

Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιωάννη Σολωμού (2001) 3 Α.Α.Δ. 955, είναι χαρακτηριστικό επί του ζητήματος:

« Διαπιστώθηκε επίσης ότι η θέση του ενδιαφερομένου προσώπου παραλληλίζεται προς εκείνη του παρεμβαίνοντος στο αντίστοιχο Ελληνικό δικαιϊκό σύστημα. Το συμφέρον, που καθιστά παραδεχτή τη συμμετοχή του ενδιαφερομένου προσώπου στη διαδικασία, είναι όπως εξηγείται στη Vorkas, ανάλογο προς εκείνο του προσφεύγοντος. Ο επηρεασμός από τη δικαστική απόφαση πρέπει να διαγράφεται ως άμεσος  κατ' ανάλογο τρόπο προς τον επηρεασμό συμφέροντος που νομιμοποιεί τον αιτητή να προσφύγει στο Δικαστήριο και να ζητήσει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, απόφασης ή παράλειψης.  Το νομιμοποιητικό συμφέρον του προσφεύγοντος πρέπει να υφίσταται, όπως είναι καθιερωμένο και στα τρία κρίσιμα χρονικά στάδια κατά τον αντίστοιχο χρόνο έκδοσης, προσβολής και αναθεώρησης της διοικητικής απόφασης».

 

 

Η ύπαρξη δε του απαραίτητου έννομου συμφέροντος συναρτάται με τη ζωτικότητα του συμφέροντος κατά το στάδιο της λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης και σε όλα τα στάδια της εκδίκασης της προσφυγής περιλαμβανομένης και της έφεσης (βλ. Παρτζίλη ν. Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (2007),  3 Α.Α.Δ. 465, Mercaria Ltd ν.  Δημοκρατίας, ΑΕ Αρ. 105/2012, ημερομηνίας 12/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:C361, Αγγελίδης και Πανεπιστήμιου Κύπρου, ΑΕ Αρ. 27/2013, The Onisi Ltd ν. Δημοκρατίας, (2017) 3 Α.Α.Δ. 103). 

 

Σε σχέση με το ζήτημα της κατάργησης της δίκης, κατατοπιστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την Στράκκα Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (1991) 3 Α.Α.Δ. 643:

«Αποτελεί βασική αρχή του διοικητικού δικαίου ότι η δίκη καταργείται για διάφορους λόγους στους οποίους περιλαμβάνεται η έλλειψη αντικειμένου. Κατά κανόνα η προσφυγή δεν μπορεί να προωθηθεί και πρέπει να διαγραφεί αν μετά την καταχώρηση και πριν την εκδίκασή της επισυμβούν γεγονότα που έχουν ως συνέπεια την εξαφάνιση του αντικειμένου της, όπως π.χ. η ρητή ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της, η σιωπηρά ανάκλησή της η οποία εξυπακούεται από νέα πράξη του ίδιου οργάνου που ρυθμίζει το ίδιο θέμα και η πλήρης ικανοποίηση της αξίωσης του αιτητή. Στις περιπτώσεις αυτές η δίκη καταργείται γιατί η συνέχισή της δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό. Στην περίπτωση όμως που έχουν προκύψει στον αιτητή ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή παράλειψη ενώ αυτή βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται. Εναπόκειται, βέβαια, στον εκάστοτε αιτητή να αποδείξει ότι έχουν ήδη προκύψει σ' αυτόν ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκλησή της ή την ικανοποίηση της αξίωσής του και συντρέχει, επομένως, λόγος για τη συνέχιση της δίκης.».

 

 

Έχει επίσης νομολογηθεί ότι, το κατάλοιπο ζημιάς θα πρέπει να προσδιορίζεται δεόντως και να είναι ειδικά αποδεδειγμένο.  Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου (κατά πλειοψηφία) στην FBME BANK LTD ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (2013) 3 Α.Α.Δ. 761:

«Αυτό μας οδηγεί, αν και δεν είναι αναγκαίο, και σε μία άλλη παρατήρηση που συναρτάται προς τις δύο προδικαστικές ενστάσεις που αφορούν το έννομο του συμφέροντος. Η μόνη αναφορά που γίνεται στην προσφυγή όσον αφορά ενδεχόμενο κατάλοιπου ζημίας της Αιτήτριας είναι στην παράγραφο 13 των γεγονότων ότι:

«Οι τραπεζικές επιχειρήσεις στηρίζονται στην εμπιστοσύνη και κάθε μέρα που απαγορεύεται στους Αιτητές να λειτουργήσουν προκαλεί ανησυχία στους πελάτες τους και ανεπανόρθωτη ζημιά στους αιτητές.»

Τούτο βεβαίως, με αναφορά στη νομολογία, είναι εντελώς ανεπαρκές για σκοπούς του δέοντος προσδιορισμού καταλοίπου ζημίας στην Τράπεζα που να παρέχει στην Αιτήτρια δικαίωμα συνέχισης της προσφυγής μετά από τη λήξη της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης, και η προσφυγή θα ήταν για τούτο εν πάση περιπτώσει απορριπτέα στο στάδιο αυτό».

 

Πρόσφατα δε στην απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Κυριακή Κώστα Λακκοτρύπη και 1. Κοινοτικό Συμβούλιο Πελενδρίου κ.ά. κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 104/2017, ημερομηνίας 12/12/2023, λέχθηκε σε σχέση με το κατάλοιπο ζημιάς ότι, «δεν αρκεί αόριστη επίκληση και πρέπει ο εκάστοτε αιτητής να καταδείξει πως οι συνέπειες θα έπρεπε να είχαν προκύψει ευθέως και αποκλειστικά από την ίδια την προσβληθείσα απόφαση».

 

Στην εξεταζόμενη περίπτωση, ο Εφεσείων/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο, το μόνο που προτάσσει αναφορικά με το κατάλοιπο ζημιάς,  είναι ότι του δόθηκε μεν εκ νέου άδεια, άλλα αυτή δεν αφορούσε στον ουσιώδη χρόνο που ίσχυε κατά την καταχώρηση της Προσφυγής Αρ. 78/2015 και ότι «η καθυστέρηση που υπήρξε για απόκτηση δεύτερης άδειας επέφερε σοβαρότατη βλάβη».

 

Δεν συμμεριζόμαστε τη θέση αυτή.  Όπως έχει λεχθεί, της έκδοσης της νέας άδειας προηγήθηκε επανεξέταση στη βάση του καθεστώτος του ουσιώδους χρόνου, και από της καταχώρησης της Προσφυγής Αρ. 78/2015 μέχρι την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης περιεβάλλετο η χορηγηθείσα υπέρ του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου άδεια, με το τεκμήριο της νομιμότητας.  Σε σχέση δε με το διαρρεύσαν, πολύ μικρής διάρκειας, διάστημα, από την έκδοση της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου μέχρι την έκδοση της νέας άδειας, δεν έχει προταθεί από τον Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο οτιδήποτε ικανό, το οποίο να στοιχειοθετεί την ύπαρξη κατάλοιπου ζημιάς, αφού η αόριστη επίκληση σε καθυστέρηση που επέφερε σοβαρότατη βλάβη, δεν συνιστά δεόντως και ειδικά αποδεδειγμένο προσδιορισμό του κατάλοιπου ζημιάς .

 

Στη βάση των πιο πάνω και υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, διαπιστώνουμε ότι ο Εφεσείων/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο απέτυχε να αποδείξει εκ πρώτης όψεως ότι έχουν προκύψει σ’ αυτόν ζημιογόνες συνέπειες οποιασδήποτε μορφής ώστε να δικαιολογείται η εκδίκαση της ουσίας της Έφεσης, το αντικείμενο της οποίας εξέλειπε με τη μεταγενέστερη έκδοση της άδειας για την προτεινόμενη ανάπτυξη, προς όφελός του.

 

Κατά συνέπεια, η Έφεση απορρίπτεται με €2000 έξοδα υπέρ των Εφεσίβλητων/Αιτητών και εναντίον του Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενου Προσώπου.

 

                  Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.

 

 

                                                        Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                 

                                                          Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο