ΕΦΕΤΕΙΟ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ.: 8/2018)

 

6 Μαρτίου, 2024

 

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

 

ΣΑΒΒΑΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΜΙΧΑΗΛ,

Εφεσείοντα,

v.

 

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητου.

 

____________________

 

Ι. Παπαμιλτιάδους – Γκέϊστ (κα) για κ. Χρίστο Μ. Τριανταφυλλίδη, για τον Εφεσείοντα.

Χρ. Τσεκούρας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.

 

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.:  Στις 11.07.2011 συνέβη έκρηξη στη Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί. Την ημέρα εκείνη ο εφεσείοντας βρισκόταν στην περιοχή της έκρηξης και τραυματίστηκε ενώ επέβαινε σε όχημα.  Αξίωσε, ως εκ τούτου, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, γενικές και ειδικές αποζημιώσεις καθώς και απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων.  Στο πλαίσιο παραδεκτών γεγονότων, που δηλώθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, συμφωνήθηκε μέρος των επίδικων ζητημάτων, περιλαμβανομένου και του θέματος της ευθύνης, για τον τραυματισμό του εφεσείοντα, την οποία ο εφεσίβλητος αποδέχθηκε ότι φέρει εξ ολοκλήρου.  Ειδικότερα δηλώθηκαν παραδεκτά γεγονότα, και ως εκ τούτου αποτέλεσαν ευρήματα του Δικαστηρίου, τα πιο κάτω:

 

«(α) Στις 11.7.11 έλαβε χώρα έκρηξη στην Ναυτική Βάση Ευάγγελος Φλωράκη στο Μαρί. Η Κυπριακή Δημοκρατία φέρει την πλήρη ευθύνη για την εν λόγω έκρηξη από την οποία ο ενάγοντας τραυματίστηκε και υπέστη μόνιμες βλάβες και ζημιές και ειδικότερα υπέστη ακουστικό τραύμα δεξιά και μικρότερο αριστερά με πτώση ακοής στις ψηλότερες συχνότητες και εμβοές ωτών (βλ. Τεκ.1). Σε επανεξέταση που του έγινε στις 13.10.12 η κατάσταση του θεωρήθηκε μόνιμη και μη αναστρέψιμη. Οι εμβοές στα αφτιά θα συνεχίσουν. Ο ιατρός Α. Χ»Παναγής του συνέστησε αποφυγή έκθεσης σε έντονους θορύβους.  

Περαιτέρω ο ενάγοντας αναβιώνει τα συμβάντα τα οποία είναι βασανιστικά. Διακατείχετο από άγχος. Απομονώθηκε στο σπίτι του και δεν έχει ιδιαίτερες προσδοκίες για το μέλλον. Περαιτέρω έχει δυσκολίες επέλευσης και διατήρησης του ύπνου δυσκολίες, δυσκολίες συγκέντρωσης και υπερβολική απάντηση στο ξάφνιασμα τα οποία δεν υπήρχαν πριν το συμβάν. Σύμφωνα δε με την έκθεση του ιατροσυμβουλίου όλα τα πιο πάνω και η συνέχιση των προβλημάτων, τον επηρέασαν στην προσωπική, οικονομική, κοινωνική και επαγγελματική του ζωή και ενόψει του χρόνου που διέρρευσε από το συμβάν, θεωρείται ότι η διαταραχή είναι χρόνια. Ο ενάγοντας πάσχει από χρόνιο μετατραυματικό στρες (βλ.Τεκ.4).

 

(β)   Περαιτέρω συνεπεία της πιο πάνω έκρηξης, ο ενάγοντας υπέστη ειδικές ζημιές οι οποίες ανέρχονται στο συνολικό ποσό των €3.191.-.

 

(γ)   Ο εβδομαδιαίος μισθός του ενάγοντα κατά το έτος 2011 ανερχόταν στο ποσό των ΛΚ245,83 και μετά τις σχετικές αποκοπές στο ποσό των ΛΚ213,90 (βλ.Τεκ.3).»

 

Παρέμειναν, εν όψει των παραδεκτών γεγονότων, προς εκδίκαση η έκταση και η σοβαρότητα των τραυμάτων του εφεσείοντα, για τον καθορισμό των γενικών αποζημιώσεων αλλά και την απώλεια μελλοντικών του εισοδημάτων.

 

Κατόπιν προσκόμισης μαρτυρίας, εκ μέρους των διαδίκων, για τα εναπομείναντα επίδικα θέματα, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση, προς όφελος του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσίβλητου, ως ακολούθως:

 

«(α) για το ποσό των €100.000.- ως γενικές αποζημιώσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η απώλεια μελλοντικών απολαβών.

 

(β)   για το ποσό των €3.191.- ως ειδικές αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο  από την καταχώριση της αγωγής μέχρι εξόφλησης.

 

(γ)   νόμιμο τόκο επί ποσού €80.000.- από 11.7.11 μέχρι εξόφλησης.

 

(δ)   νόμιμο τόκο επί ποσού €20.000.- από σήμερα μέχρι εξόφλησης.»

 

Σημειώνεται ότι το ποσό των €100.000,00 προκύπτει από τις €80.000,00 για τον πόνο και την ταλαιπωρία και από τις €20.000,00 για την απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων.

 

Επιπλέον επιδικάστηκαν έξοδα, προς όφελος του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσίβλητου, ως θα υπολογίζονταν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκρίνονταν από το Δικαστήριο.

 

Ο εφεσείοντας εκκαλεί την προαναφερόμενη απόφαση με δύο λόγους έφεσης. Πρώτον ότι το ποσό των €80.000,00, που του επιδικάστηκε υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων, είναι έκδηλα και/ή παράλογα χαμηλό, και δεύτερο, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα επιδίκασε, κατ’ αποκοπή, μόνο το ποσό των €20.000,00 για απώλεια μελλοντικών απολαβών.

 

Κύρια αιτιολογία, προς υποστήριξη του πρώτου λόγου έφεσης, αποτελεί η θέση πως οι σωματικές βλάβες του εφεσίβλητου ήταν πολύ σοβαρές, στοιχείο που δεν αξιολογήθηκε δεόντως, όπως και το γεγονός ότι, συνεπεία του ατυχήματος, ήρθε στην επιφάνεια πρόβλημα σπονδυλολίσθησης, αλλά και το γεγονός ότι αυτός δεν δύναται πλέον να ασκήσει το επάγγελμα του οικοδόμου.  Όσον αφορά δε στον δεύτερο λόγο έφεσης, προωθείται η θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγαγε λανθασμένα συμπεράσματα, και/ή προέβη σε λανθασμένους συλλογισμούς, αναφορικά με τη δυνατότητα του εφεσείοντα να βρει εργασία και/ή να ζήσει ομαλή και/ή συνήθη προσωπική ζωή, όπως συνέβαινε πριν το επίδικο ατύχημα.  Ακόμη, ότι ήταν λανθασμένη η κρίση, του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι ο εφεσείοντας υπερέβαλλε όταν μαρτύρησε ή όταν ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να χορεύει ή να βγει έξω, λόγω του τραυματισμού του.  Παρέλειψε επίσης να λάβει υπόψη του την κατάσταση των τραυμάτων του εφεσείοντα, και δη ότι, πέραν από τα αυτιά, υπήρχε και το χρόνιο μετατραυματικό στρες και η σπονδυλολίσθηση.  Τέλος, αγνόησε, κατά τον καθορισμό του κατ’ αποκοπή ποσού, ότι ο εφεσείοντας  είχε εξαρτώμενα, ήτοι συμβία και παιδί.

 

Το κύριο σκεπτικό, του πρωτόδικου Δικαστηρίου, με το οποίο κατέληξε στο ποσό των €100.000,00 ως αποζημιώσεων, γενικών και απώλειας μελλοντικών εισοδημάτων, και το οποίο παρατίθεται στη σελίδα 12 της απόφασης του, έχει ως ακολούθως:

 

«Ο ενάγοντας, νεαρό πρόσωπο, ηλικίας τότε 28 ετών, ενώ περνούσε πλησίον του στρατοπέδου στο Μαρί επισυνέβη έκρηξη με αποτέλεσμα να τραυματιστεί. Αποκλειστική ευθύνη για το πιο πάνω ατύχημα το φέρει η Δημοκρατία. Τα πιο σημαντικά και συνάμα πιο τραγικά γι' αυτόν είναι η μόνιμη απώλεια μέρους της ακοής όπως έχει εκτεθεί με λεπτομέρεια πιο πάνω ως επίσης και οι εμβοές οι οποίες είναι βασανιστικές και επηρεάζουν τη διάθεση του. Τα πιο πάνω προβλήματα είναι μόνιμα και μη αναστρέψιμα. Δεν χρειάζεται να τονίσω την αξία της αίσθησης της ακοής στον άνθρωπο και το μέγεθος της απώλειας και μειονεξίας που συνοδεύει κάποιον που δεν διαθέτει το ζωτικό και φυσικό τούτο χάρισμα (βλ. Δήμος Λεμεσού ν.Τουμάζου, ανωτέρω). Περαιτέρω όπως έχει ήδη επισημανθεί, θα πρέπει να αποφεύγει να εκτίθεται σε έντονους θορύβους. Επίσης ο ενάγοντας αναβιώνει τα συμβάντα τα οποία είναι βασανιστικά γι΄ αυτόν και διακατείχετο από άγχος. Απομονώθηκε στο σπίτι του και δεν έχει ιδιαίτερες προσδοκίες για το μέλλον. Περαιτέρω έχει δυσκολίες επέλευσης και διατήρησης του ύπνου, δυσκολίες συγκέντρωσης και υπερβολική απάντηση στο ξάφνιασμα τα οποία δεν υπήρχαν πριν το συμβάν. Όλα τα πιο πάνω και η συνέχιση των προβλημάτων, τον επηρέασαν στην προσωπική, οικονομική, κοινωνική και επαγγελματική του ζωή. Ο ενάγοντας, συνεπεία του πιο πάνω ατυχήματος, πάσχει από χρόνιο μετατραυματικό στρες.  Επίσης πάσχει από σπονδυλολίσθηση όπως εκτίθεται πιο πάνω. Το εν λόγω πρόβλημα προϋπήρχε και ήλθε στην επιφάνεια μετά το ατύχημα. Διαπιστώνεται ότι ο επίδικος τραυματισμός του ενάγοντα ήταν σοβαρός. Τα δε κατάλοιπα του εξακολουθούν να τον δυσχεραίνουν και να τον εμποδίζουν να απολαμβάνει τη ζωή όπως ο ίδιος επιθυμεί.

Έχοντας υπόψη τα ευρήματα σε σχέση με τη φύση των σωματικών βλαβών του ενάγοντα, τις μόνιμες επιπτώσεις και σταθμίζοντας όλους τους σχετικούς παράγοντες, κρίνω ως εύλογη και δίκαιη αποζημίωση το ποσό των €100.000.- ως γενικές αποζημιώσεις στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η απώλεια μελλοντικών απολαβών η οποία καθορίζεται σε €20.000.-.»

 

Δέον είναι να σημειωθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, προτού καταλήξει στα προαναφερόμενα ποσά αναφέρθηκε σε νομολογία, ως προς το ύψος των γενικών αποζημιώσεων, για τον πόνο και την ταλαιπωρία του εφεσείοντα, οπότε επιδίκασε το ποσό των €80.000,00.  Ως προς το ζήτημα της απώλειας των μελλοντικών εισοδημάτων, κατέληξε ότι δεν ήταν επιτρεπτό να υιοθετήσει κάποιον πολλαπλασιαστή και, ως εκ τούτου, επέλεξε την επιδίκαση κατ’ αποκοπή ποσού, και δη των €20.000,00.

 

Εξετάζοντας την ορθότητα του ύψους των γενικών αποζημιώσεων, για τον πόνο και την ταλαιπωρία εξαιτίας του τραυματισμού, με τα δεδομένα, όλα, που περιβάλλουν την περίπτωση του εφεσείοντα, ειδικότερα η ηλικία του, η σοβαρότητα, η μονιμότητα των τραυμάτων και τα κατάλοιπα αυτών, ως διαπιστώθηκαν πρωτόδικα και διατυπώθηκαν στην απόφαση, κρίνουμε πως το ποσό των €80.000,00 είναι εύλογο και δίκαιο.  Δεν προβάλλει έκδηλα ανεπαρκές, ως ισχυρίζεται ο εφεσείοντας, ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση μας.  Παρατηρούμε δε πως δεν μας υποδείχθηκε, από την ευπαίδευτη συνήγορο του εφεσείοντα, κάποια αυθεντία με παρόμοια δεδομένα στην οποία να επιδικάστηκε μεγαλύτερο ποσό γενικών αποζημιώσεων. Βέβαια το γεγονός αυτό δεν εμποδίζει το Εφετείο, στην απουσία παρόμοιας υπόθεσης, να καθορίσει ή να επέμβει στο επιδικασθέν ποσό αν αυτό επιβάλλεται από τις περιστάσεις της υπόθεσης. Έχοντας όμως υπόψη γενικότερα τον σκοπό των αποζημιώσεων, θεωρούμε ότι δεν δικαιολογείται, υπό τις περιστάσεις, επέμβαση μας για αύξηση του επιδικασθέντος ποσού.

 

Σημειώνουμε επίσης πως δεν παραγνωρίσαμε τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν, από τη συνήγορο του εφεσείοντα, αναφορικά με το πρόβλημα της σπονδυλολίσθησης για το οποίο προφανώς, έστω και αν ήρθε στην επιφάνεια με το ατύχημα, ο εφεσίβλητος οφείλει να αποζημιώσει τον εφεσείοντα (βλέπε Λάζαρος Χατζηφόραδος & Υιοί Λτδ v. Λουκά, ECLI:CY:AD:2019:D43, Πολιτική Έφεση Αρ. 48/2013, ημερομηνίας 15.02.2019, ECLI:CY:AD:2019:D43) καθώς και το πρόβλημα του χρόνιου μετατραυματικού στρες.  Οι σχετικές αναφορές, επί της πρωτόδικης απόφασης, για τα εν λόγω προβλήματα θεωρούμε πως υποδηλώνουν ότι έχουν συμπεριληφθεί στον υπολογισμό και καθορισμό του ποσού των €80.000,00 ως εύλογου ποσού. Άλλωστε είναι εμφανές ότι λήφθηκαν υπόψη και από τη νομολογία, στην οποία παρέπεμψε το πρωτόδικο Δικαστήριο, στην οποία δόθηκαν μικρότερα ποσά, πλην όμως δεν συνέτρεχε η σοβαρότητα των τραυμάτων και των εν λόγω προβλημάτων του εφεσείοντα αλλά και ο βαθμός αρνητικής επίδρασης στη ζωή του. Αλλιώς δεν θα δικαιολογείτο η επιδίκαση του ποσού των €80.000,00.

 

Συνακόλουθα, ο πρώτος λόγος έφεσης δεν κρίνεται βάσιμος και απορρίπτεται.

 

Όσον αφορά στο έτερο ζήτημα, της απώλειας μελλοντικών εισοδημάτων, αν και η επιλογή για επιδίκαση κατ’ αποκοπή ποσού είναι ορθή, εξ’ άλλου δεν εφεσιβάλλεται αυτό το πρωτόδικο συμπέρασμα, θεωρούμε πως τα δεδομένα που υπήρχαν, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δικαιολογούσαν επιδίκαση μεγαλύτερου ποσού, ως πιο εύλογου και αντιπροσωπευτικού της απώλειας των μελλοντικών εισοδημάτων του εφεσείοντα.  

 

Φρονούμε πως η σχετική νομολογία, επί του θέματος του καθορισμού κατ’ αποκοπή ποσού για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων, ενισχύει το συμπέρασμα μας για την ανάγκη αύξησης του επιδικασθέντος ποσού.

 

Στην υπόθεση Κωμιάτη v. Πόλιτσου κ.α. (2001) 1 Α.Α.Δ. 226 ο εφεσείοντας ήταν ηλικίας 35 ετών, ανειδίκευτος εργάτης, που δεν απώλεσε την ικανότητα του για εργασία πλην όμως αυτή μειώθηκε σε μεγάλο και ουσιαστικό βαθμό.  Επειδή δεν υπήρχαν στοιχεία για να εφαρμοστεί ο πολλαπλασιαστής και ο πολλαπλασιαστέος, πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε στον εφεσείοντα, κατ’ αποκοπή, ποσό ΛΚ15.000,00 για μελλοντική απώλεια εισοδήματος και το εφετείο αύξησε το ποσό σε ΛΚ30.000,00 (€51.258,04 περίπου).

 

Στην υπόθεση Κωνσταντίνου v. Παναγιώτου (2011) 1 Α.Α.Δ. 1585 όπου ο εφεσείοντας ήταν ανήλικος, πλην όμως εκπαιδευόταν με την προοπτική να εργαστεί ως οικοδόμος και μετά το ατύχημα, έστω με κάποιες ταλαιπωρίες, το κατ’ αποκοπή ποσό των €40.000,00, ως απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων, κρίθηκε ανεπαρκές και αυξήθηκε σε €60.000,00. 

 

Στην υπόθεση Αντωνίου v. A. Panagides Contracting Ltd, ECLI:CY:AD:2017:A333, Πολιτική Έφεση Αρ. 259/2011, ημερομηνίας 04.10.2017, ECLI:CY:AD:2017:A333, όπου ο εφεσείοντας ήταν 40 ετών, με επιπτώσεις στη δυνατότητα για εργασία, αφού εργαζόταν ως σιδεράς, το κατ’ αποκοπή ποσό των €35.000,00 για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων, κρίθηκε ανεπαρκές κατ’ έφεση και αυξήθηκε στο ποσό των €50.000,00 (επί πλήρους ευθύνης).

 

Στην υπόθεση Κουμή v. Κυριάκου, ECLI:CY:AD:2019:A184, Πολιτική Έφεση Αρ. 81/2013, ημερομηνίας 14.05.2019, ECLI:CY:AD:2019:A184, επικυρώθηκε, ως δίκαιο και εύλογο, το ποσό των €80.000,00 ως κατ’ αποκοπή ποσό, για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του εφεσίβλητου, ο οποίος ήταν ηλικίας 20 ετών, κατά το χρόνο του δυστυχήματος (και 26 ετών κατά το χρόνο της δίκης – απόφασης) ο οποίος δεν μπορούσε να ασκήσει το επάγγελμα του οικοδόμου ή του εργάτη στις οικοδομές που ασκούσε προηγουμένως.

 

Αναμφίβολα τα σχετικά ευρήματα, όπως διαπιστώθηκαν πρωτόδικα, δικαιολογούν συμπέρασμα ότι η εισοδηματική ικανότητα του εφεσείοντα έχει επηρεασθεί σημαντικά και σε μεγάλο βαθμό.  Προς τούτο συνηγορεί, ειδικότερα, και το γεγονός ότι, πέραν των όσων παρατέθηκαν πιο πάνω, αποτέλεσε εύρημα, προερχόμενο από ιατρική μαρτυρία, ότι ο εφεσείοντας πρέπει να αποφεύγει την ορθοστασία, την άρση βάρους, τις χειρωνακτικές εργασίες, τις οικιακές εργασίες, και γενικά τη σωματική κόπωση, καθώς επίσης ότι υπάρχουν σοβαροί περιορισμοί σε άλλους τομείς της ζωής του, μεταξύ αυτών και η οδήγηση, αλλά και ότι η ορθοστασία και η καθιστική ζωή, για πολλή ώρα, του επιδεινώνουν την κατάσταση του.  Καθίσταται συνεπώς εύλογα αντιληπτό πως οι δυνατότητες που παραμένουν στον εφεσείοντα για ανεύρεση εργασίας (και για πόσες ώρες και ανάλογα τι εισοδήματα) είναι σημαντικά μειωμένες.

 

Με δεδομένο το σεβασμό μας στον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή, το ποσό των €20.000,00 κρίνεται έκδηλα ανεπαρκές. Ο δεύτερος λόγος έφεσης κρίνεται βάσιμος.  Κατ’ επέκταση κρίνεται επιβεβλημένη η παρέμβαση μας.  Αυτό δικαιολογείται λόγω του νεαρού της ηλικίας του εφεσείοντα, 31 ετών κατά την έκδοση της απόφασης, αφού η ημερομηνία της δίκης είναι κατά κανόνα ο πλέον πρόσφορος χρόνος για την πρόγνωση της απώλειας των μελλοντικών απολαβών (βλ. Καραλούκας v. Πάρπα (1998) 1 Α.Α.Δ. 767).  Η ελαφρότερη εργασία που θα μπορούσε να κάνει ο εφεσείοντας, αφού μετά τον τραυματισμό του δεν ήταν σε θέση να ασκήσει το επάγγελμα του οικοδόμου ή του εργάτη σε οικοδομές, θα του αποδίδει ουσιωδώς μειωμένα εισοδήματα, δεδομένου ότι είναι χωρίς κάποια μόρφωση, με το γεγονός αυτό να αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα για τις μελλοντικές εισοδηματικές προοπτικές (βλ. υπόθεση Καϊλάς v. Παπαχαραλάμπους (2009) 1Α Α.Α.Δ. 596).  Είναι κάποιας σημασίας βέβαια το γεγονός ότι ο εφεσείοντας είναι λήπτης Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ) με μηνιαίο εισόδημα €823,00, ωστόσο σημειώνεται πως το εν λόγω ποσό δεν αφορά μόνο τον εφεσείοντα αλλά και τη συμβία του και ένα παιδί του (περί τα €450,00 αναλογούν στον εφεσείοντα). 

 

Έχοντας κατά νου τα πρωτόδικα ευρήματα, ως παρατίθενται πιο πάνω, ιδιαίτερα την ηλικία του εφεσείοντα, 31 ετών, κατά τη δίκη, και το γεγονός ότι αυτός είναι ικανός ουσιαστικά μόνο για ελαφριά εργασία, αλλά και ότι δεν είναι μορφωμένο άτομο, τα δε κατάλοιπα που έχουν παραμείνει σ΄ αυτόν είναι μόνιμα, κρίνεται πως το ποσό των €60.000,00 είναι δίκαιο και εύλογο, υπό τις περιστάσεις, ως κατ΄ αποκοπή ποσό, για την απώλεια των μελλοντικών του εισοδημάτων. 

 

Συνακόλουθα όλων των πιο πάνω η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.  Εκδίδεται απόφαση με την οποία το ποσό των €20.000,00, ως απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του εφεσείοντα,  αντικαθίσταται με το ποσό των €60.000,00 και η πρωτόδικη απόφαση διαφοροποιείται ανάλογα.  Παραμένει ωστόσο η πρωτόδικη απόφαση ως έχει για τα υπόλοιπα θέματα, ήτοι των γενικών αποζημιώσεων, των τόκων και των εξόδων. 

 

Επιδικάζονται, προς όφελος του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσίβλητου, έξοδα έφεσης ύψους €4.200,00 πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει.

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο