ΕΦΕΤΕΙΟ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ.: Ε134/2018)

 

19 Μαρτίου, 2024

 

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΟΛΙΩΝ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΝ (ΑΚΥΡΩΣΗ) ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 62

 

1.  ALEXANDER VLADIMIROVIH GITELSON,

2.  INNA ROUNOVA,

Εφεσείοντες/Καθ’ ων η αίτηση 1 και 4,

 

v.

 

ADNAN ABDULLAEVICH MUZYKAEV,

Εφεσίβλητου/Καθ’ ου η αίτηση.

 

____________________

 

Α. Γεωργίου για κ.κ. Μάριος Γεωργίου και Συνεργάτες, για τους Εφεσείοντες.

Π. Καύκαρος, για κ.κ. Μιχάλης Βορκάς & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσίβλητο.

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.:  Σύμφωνα με απόφαση που εκδόθηκε στη Ρωσία, ο εφεσείοντας 1 διατάχθηκε, στις 04.04.2011, να καταβάλει στον εφεσίβλητο δύο ποσά, 495.000.000 ρούβλια και 50.000 ρούβλια, ως αποζημιώσεις, πλέον τόκους.  Στις 04.11.2016, η εν λόγω απόφαση κατέστη απόφαση κυπριακού Δικαστηρίου με την αναγνώριση και εγγραφή της, κατόπιν αίτησης που οδηγήθηκε σε ακροαματική διαδικασία, στην οποία ο εφεσείοντας 1, ως Καθ’ ου η Αίτηση 1, είχε εκπροσωπηθεί από δικηγόρο προβάλλοντας ένσταση.

 

Στις 16.06.2017 ο εφεσίβλητος καταχώρισε αίτηση – στο εξής η Γενική Αίτηση – στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, ζητώντας την κήρυξη ως δόλιων των διαδοχικών μεταβιβάσεων των μετοχών που κατείχε ο εφεσείοντας 1, στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας Leagros Investments Ltd, η οποία ήταν Καθ’ ης η Αίτηση 2 στην προαναφερόμενη αίτηση, και οι οποίες έλαβαν χώρα (οι μεταβιβάσεις) σε διάφορες χρονικές περιόδους από τις 12.11.2008 και έπειτα.  Ζητήθηκε επίσης η επιστροφή και εγγραφή των μετοχών επ’ ονόματι του εφεσείοντα 1, αλλά και η επιβάρυνση τους, στη βάση του Άρθρου 3 του Ν.3(Ι)/1992.  Την ίδια ημέρα, 16.06.2017, καταχωρίστηκε, εκ μέρους του εφεσίβλητου, και μονομερής αίτηση, για προσωρινά απαγορευτικά διατάγματα, οπότε είχαν εξασφαλιστεί, κατόπιν επίδοσης και ακολούθως ακρόασης, προσωρινά ενδιάμεσα απαγορευτικά διατάγματα.  Οι Καθ’ ων η Αίτηση 2, 3 και 7, στην εν λόγω ενδιάμεση διαδικασία, είχαν καταχωρίσει ένσταση.

 

Η Γενική Αίτηση στρεφόταν εναντίον οκτώ (8) προσώπων (τρία εξ’ αυτών νομικά πρόσωπα) τα οποία καταχώρισαν ένσταση, εκτός από τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 (εφεσείοντας 1) και 4 (εφεσείουσα 2), οπότε το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε τη διαδικασία στην απουσία τους.  Αφού άκουσε την Γενική Αίτηση, για τους υπόλοιπους Καθ’ ων η Αίτηση, εξέδωσε στις 08.06.2018, την απόφαση του η οποία περιελάμβανε και τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 4. 

 

Με τη Γενική Αίτηση, στη βάση της οποίας εκδόθηκε η προαναφερόμενη απόφαση, την οποία οι εφεσείοντες εκκαλούν ενώπιον μας, ζητήθηκε η έκδοση των ακόλουθων, αυτολεξεί παρατιθέμενων, διαταγμάτων:

 

«(Α)  Δήλωση του Δικαστηρίου δια της οποίας να δηλώνεται πως οι Καθ’ ων η Αίτηση 1-8 συνωμότησαν και/ή ενήργησαν δόλια κατά διάφορες χρονικές περιόδους προβαίνοντας σε μεταβιβάσεις και/ή στη διάθεση των μετοχών της Καθ’ ης η Αίτηση 2 με σκοπό να παρεμποδίσουν και/ή καθυστερήσουν τον Αιτητή στην είσπραξη του εξ’ αποφάσεως ποσού το οποίο επιδικάστηκε στον Αιτητή στην υπόθεση υπ’ αρ. 1-26/2011 ημερομηνίας 4/4/2011 που εκδόθηκε από τον Ενοριακό Δικαστήριο του Meshchansky της Μόσχας, στη Ρωσική Ομοσπονδία και εγγράφηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 4/11/2016, στην Γενική Αίτηση 109/2015.

 

(Β)    Απόφαση και/ή διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να κηρύσσεται άκυρη η μεταβίβαση από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ως και η εγγραφή στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση 4 κατά την 12/11/2008, 4,999 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2. 

 

(Γ)     Απόφαση και/ή διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να κυρήσσεται άκυρη η μεταβίβαση από την Καθ’ ης η Αίτηση 4 ως και η εγγραφή στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση 5 κατά την 24/8/2011, 4999 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2.

 

(Δ)    Απόφαση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να κηρύσσεται άκυρη η μεταβίβαση από τον Καθ’ ου η Αίτηση 3 και η εγγραφή στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση 5 στις 24/8/2011, 2,501 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2.

 

(Ε)    Απόφαση και/ή διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να κηρύσσεται άκυρη η μεταβίβαση από την Καθ’ ης η Αίτηση 5 ως και η εγγραφή στο όνομα της Καθ’ ης η Αίτηση 6 κατά την 7/1/2014, 7500 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2.

 

(ΣΤ) Απόφαση και/ή διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να κηρύσσεται άκυρη η μεταβίβαση από της Καθ’ ης η Αίτηση 6 ως και η εγγραφή στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 7 κατά την 1/3/2017, 7,500 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2.

 

(Ζ)     Απόφαση και/ή διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2, οι διευθυντές, ο γραμματέας και οι αντιπρόσωποι αυτής καθώς και ο Καθ’ ου η Αίτηση 7 όπως προχωρήσουν αμέσως στην επανεγραφή των ως άνω 7,500 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2, στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και κοινοποιήσουν τούτο αμέσως στον Έφορο Εταιρειών.

 

(Η)    Δήλωση και/ή απόφαση του σεβαστού Δικαστηρίου ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 συνεχίζει να κατέχει και/ή να έχει εγγεγραμμένες στο όνομα του 2500 συνήθη μετοχές στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2 ενεργώντας δόλια και/ή σε συνωμοσία μετά των Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 8 με σκοπό την καταδολίευση του Αιτητή. 

 

(Θ)    Απόφαση και/ή Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσεται η ακύρωση της εγγραφής επ’ ονόματι του Καθ’ ου η Αίτηση 3 των 2500 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2.

 

(Ι)      Απόφαση και/ή διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσονται οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2, οι διευθυντές, οι γραμματείς και αντιπρόσωποι αυτής ως και ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 όπως προχωρήσουν αμέσως στην εγγραφή των 2500 συνήθη μετοχών στο μετοχικό κεφάλαιο της Καθ’ ης η Αίτηση 2 στο  όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1 και κοινοποιήσουν τούτο αμέσως στον Έφορο Εταιρειών.

 

(ΙΑ)   Διάταγμα επιβάρυνσης επί ολοκλήρου του μετοχικού κεφαλαίου της Καθ’ ης η Αίτηση 2 ήτοι επί των 10000 συνήθη μετοχών ονομαστικής αξίας Ευρώ1 εκάστη (στο εξής «οι μετοχές») σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3(1) του Περί Επιβαρυντικών Διαταγμάτων Ν.31(Ι)/92.

 

(ΙΒ)   Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να απαγορεύεται στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 στους διευθυντές και υπαλλήλους αυτής η μεταβίβαση και/ή πώληση και/ή αποξένωση και η ρευστοποίηση του μετοχικού κεφαλαίου της Καθ’ ης η Αίτηση 2.

 

(ΙΓ)    Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου δια του οποίου να απαγορεύεται στην Καθ’ ης η Αίτηση 2, τους διευθυντές, αντιπροσώπους και υπηρέτες αυτής η πληρωμή οποιουδήποτε μερίσματος και/ή άλλου εισοδήματος σε σχέση με τις μετοχές.»

 

Με την εκκαλούμενη απόφαση εκδόθηκαν τα διατάγματα ως οι παράγραφοι Α, Β, Γ, Δ, Ε, ΣΤ, ΙΑ, ΙΒ και ΙΓ, ανωτέρω, της Γενικής Αίτησης, με τη διαφοροποίηση ότι το επιβαρυντικό διάταγμα ΙΑ, θα επιβαρύνει το 75% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας Leagros Investments Ltd – Καθ’ ης η Αίτηση 2 στην πρωτόδικη διαδικασία – ήτοι τις 7500 μετοχές και όχι το σύνολο των 10000 μετοχών, αφού απορρίφθηκαν τα αιτητικά Η, Θ και Ι που αφορούσαν στην επανεγγραφή των υπόλοιπων 2500 μετοχών προς τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 – εφεσείοντα 1 – οι οποίες κατέχονταν από τον Καθ’ ου η Αίτηση 3.  Επιδικάστηκαν δε έξοδα εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση 1, 2, 5, 6, 7 και 8, ενώ δεν επιδικάστηκαν έξοδα εις βάρος ή προς όφελος του Καθ’ ου η Αίτηση 3.

 

Οι εφεσείοντες 1 και 2 – Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 4 αντίστοιχα στην πρωτόδικη διαδικασία – αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με πέντε (5) λόγους έφεσης.  Προβάλλουν τις θέσεις ότι η πρωτόδικη διαδικασία έγινε λανθασμένα, στη βάση της Δ.48 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και όχι στη βάση της Δ.33 ή Δ.56, όπου προνοείται η διαδικασία εκδίκασης αγωγών και εναρκτήριων αιτήσεων, αντίστοιχα, (1ος λόγος έφεσης), ότι η εκκαλούμενη απόφαση εκδόθηκε ως αποτέλεσμα έκδηλης παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, και κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος, αλλά και του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη, αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο, στις 25.05.2018, αρνήθηκε το δικαίωμα ακρόασης στους εφεσείοντες καθώς και δικαίωμα να υποβάλουν ένσταση στην Γενική Αίτηση (2ος λόγος έφεσης), ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του μαρτυρία, και δη πως ο εφεσείοντας 1 ήταν σε διαδικασία πτώχευσης κατά την εκδίκαση της Γενικής Αίτησης, και λανθασμένα δεν έδωσε τις απαραίτητες οδηγίες για να αντικατασταθεί με τον διαχειριστή της περιουσίας του (3ος λόγος έφεσης), ότι λανθασμένα, το πρωτόδικο Δικαστήριο, θεώρησε τον εφεσείοντα (δεν διευκρινίζεται ποιον από τους δύο) ως πιστωτή του εφεσίβλητου, και άρα αποφάσισε ότι η μεταβίβαση έγινε με σκοπό την καταδολίευση του (4ος λόγος έφεσης) και τέλος, ότι λανθασμένα, το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν έκρινε ως αξιόπιστους τους μόνους μάρτυρες που ακούστηκαν στην υπόθεση, και δεν αποδέχθηκε τη θέση περί πώλησης των 500 μετοχών έναντι του ποσού των €500.000,00 (5ος λόγος έφεσης).

 

Έχουμε αξιολογήσει κάθετί, που οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων έχουν προωθήσει και αναπτύξει, είτε σε επίπεδο πραγματικών είτε σε επίπεδο νομικών επιχειρημάτων, με αναφορά στη μαρτυρία αλλά και σε σχετική νομολογία, καθώς επίσης, και οτιδήποτε τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το οποίο, εν τέλει, αποτέλεσε αντικείμενο ευρημάτων και συμπερασμάτων επί της εκκαλούμενης απόφασης. 

 

Σημειωτέον ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 καταχώρισε ξεχωριστή ένσταση και έτερη ένσταση καταχωρίστηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση 2, 5, 6, 7 και 8.  Η ένσταση του Καθ’ ου η Αίτηση 3 υποστηρίχθηκε από ένορκη του δήλωση και η ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση 2, 5, 6, 7 και 8 υποστηρίχθηκε από ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η Αίτηση 8.  Τόσο ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 όσο και ο Καθ’ ου η Αίτηση 8 αντεξετάστηκαν επί του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης τους.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία τους.   

 

Θεωρούμε ορθό όπως ασχοληθούμε πρώτιστα με τον δεύτερο λόγο έφεσης, λόγω της σημασίας που αυτός ενέχει, και εξηγούμε. Αν κριθεί βάσιμος, αυτός ο λόγος έφεσης, τότε η έφεση θα επιτύχει, υπό την έννοια ότι θα έχει παραβιαστεί ένα θεμελιώδες δικαίωμα των εφεσείοντων, το υπέρτατο δικαίωμα της ακρόασης, σε μία δίκη, ενώ αν, ο δεύτερος λόγος έφεσης, κριθεί αβάσιμος θα προκύψει εύλογα το ερώτημα κατά πόσο νομιμοποιούνται πλέον οι εφεσείοντες να προωθούν ή να εγείρουν τους υπόλοιπους λόγους έφεσης, οι οποίοι αφορούν (α) στη διαδικασία που ακολουθήθηκε πλην όμως αυτοί δεν συμμετείχαν, (β) στο κατά πόσο ορθά αξιολογήθηκαν οι μάρτυρες που παρουσιάστηκαν από άλλους διαδίκους, και προς υποστήριξη της ένστασης τους και όχι προς υποστήριξη των εφεσειόντων που δεν καταχώρισαν ένσταση και δεν έλαβαν μέρος στην ακρόαση της Γενικής Αίτησης, καθώς επίσης (γ) αν έπρεπε να δοθούν οδηγίες για αντικατάσταση του εφεσίβλητου, που ήταν σε πτώχευση, ως ισχυρίζεται, με τον διαχειριστή του, ή ακόμη και επί της ουσίας, (δ) αν ήταν ορθό το συμπέρασμα, του πρωτόδικου Δικαστηρίου, να θεωρήσει τον εφεσείοντα 1 ως πιστωτή του εφεσίβλητου.

 

Κρίνουμε χρήσιμο να αναφερθούμε στα κυριότερα αδιαμφισβήτητα, πραγματικά και νομικά, δεδομένα που υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις 25.05.2018, όταν υποβλήθηκε αίτημα από το συνήγορο των εφεσειόντων για να δοθεί στους τελευταίους άδεια, και χρόνος, να καταχωρήσουν ένσταση, και τα οποία έχουν ως ακολούθως:

 

-      Στις 16.06.2017 καταχωρίστηκε, από τον εφεσίβλητο, η προαναφερόμενη Γενική Αίτηση, για κήρυξη ορισμένων μεταβιβάσεων μετοχών ως δόλιων και κατ’ επέκταση άκυρων.

-      Στις 19.10.2017 εξασφαλίστηκε, κατόπιν αιτήσεως του εφεσίβλητου, διάταγμα για επίδοση της εν λόγω Αίτησης, εκτός δικαιοδοσίας και διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης.  Στο εν λόγω διάταγμα προβλεπόταν ότι οι εφεσείοντες, ως Καθ’ ων η Αίτησης 1 και 4, καταχωρήσουν εντός 30 ημερών από την επίδοση, εμφάνιση στη Γενική Αίτηση, καθώς και ότι σε περίπτωση μη καταχώρισης εμφάνισης, οποιαδήποτε μεταγενέστερη ενδιάμεση ή παρεμπίπτουσα αίτηση, στο πλαίσιο της Γενικής Αίτησης, θα θεωρείται ότι έχει επιδοθεί εάν το αντίγραφο αυτής αναρτηθεί στο πινάκιο του Δικαστηρίου για 7 ημέρες.  Ανάλογα διατάγματα εκδόθηκαν και στις 08.02.2018 αφορώντα μόνο στην εφεσείουσα 2, με προθεσμία εμφάνισης, αυτή τη φορά, 15 ημερών από την επίδοση.

-      Στις 15.11.2017 η Γενική Αίτηση επιδόθηκε, στον εφεσείοντα 1, δια δημοσίευσης της σε ρωσική εφημερίδα, ενώ στις 14.02.2018 και 15.02.2018 η Γενική Αίτηση επιδόθηκε, στην εφεσείουσα 2, δια δημοσίευσης της σε αγγλική και σε ρωσική εφημερίδα αντίστοιχα.

-      Στις 23.02.2018 καταχωρίστηκαν ενστάσεις από τον Καθ’ ου η Αίτηση 3 (ξεχωριστή) και τους Καθ’ ων η Αίτηση 2, 5, 6, 7 και 8.

-      Λόγω παράλειψης των εφεσειόντων, ως Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 4, να καταχωρίσουν εμφάνιση, στις 06.03.2018 καταχωρίστηκε μονομερής αίτηση εναντίον τους για έκδοση απόφασης και ορίστηκε στις 14.03.2018, είχε δε καταχωριστεί στις 13.03.2018 ένορκη δήλωση προς απόδειξη της εν λόγω αίτησης.

-      Στις 14.03.2018 το πρωτόδικο Δικαστήριο επιφύλαξε την απόφαση του, επί της μονομερούς αίτησης που καταχωρίστηκε, για την απόδειξη της Γενικής Αίτησης εναντίον των εφεσειόντων, προκειμένου να την εκδώσει όταν θα εκδικαζόταν η υπόθεση και εναντίον των υπόλοιπων Καθ’ ων η Αίτηση που είχαν καταχωρίσει ένσταση.

-      Στις 04.04.2018 διεξάχθηκε ακρόαση, στη Γενική Αίτηση, για τους Καθ’ ων η Αίτηση που είχαν καταχωρήσει ένσταση, με αντεξέταση των Καθ’ ων η Αίτηση 3 και 8, οι οποίοι είχαν καταχωρίσει ένορκη δήλωση προς υποστήριξη των δύο ξεχωριστών ενστάσεων (του Καθ’ ου η Αίτηση 3 και των Καθ’ ων η Αίτηση 2, 5, 6, 7 και 8) και ακολούθως η υπόθεση ορίστηκε στις 10.05.2018 για αγορεύσεις.

-      Στις 12.04.2018 ωστόσο είχε καταχωριστεί, από τους εφεσείοντες, αίτηση για ακύρωση της εγγραφής της ρωσικής απόφασης, για ακύρωση της Γενικής Αίτησης, για παραμερισμό της επίδοσης της Γενικής Αίτησης και της Κυρίως Αίτησης αλλά και για ακύρωση της Κυρίως Αίτησης. Η εν λόγω αίτηση ορίστηκε για ακρόαση στις 10.05.2018.

-      Στις 10.05.2018 που ήταν ορισμένες οι δύο αιτήσεις, η Γενική, για αγορεύσεις και η αίτηση ημερομηνίας 12.04.2018, των εφεσειόντων, για ακρόαση, το πρωτόδικο Δικαστήριο τις ανέβαλε για τις 17.05.2018, και τις όρισε για τον ίδιο λόγο, καθ’ ότι ούτε οι εφεσείοντες ήταν έτοιμοι για την ακρόαση της αίτηση τους, αλλά ούτε και οι Καθ’ ων η Αίτηση 2, 3, 5, 6, 7 και 8 για τις αγορεύσεις τους ως προς τη Γενική Αίτηση.  Στις 17.05.2018 ήταν ορισμένη για έκδοση απόφασης και η αίτηση του εφεσίβλητου εναντίον των εφεσειόντων που είχε επιφυλαχθεί από τις 14.03.2018.

-      Στις 17.05.2018 το πρωτόδικο Δικαστήριο υπέδειξε στον συνήγορο των εφεσειόντων το γεγονός ότι οι πελάτες του δεν είχαν εμφανιστεί στη Γενική Αίτηση, παρ’ ότι τους επιδόθηκε, και ως εκ τούτου, είχε επιφυλαχθεί απόφαση εναντίον τους, και ο συνήγορος των εφεσειόντων εξέφρασε τη θέση ότι αυτοί δικαιούνταν να καταχωρήσουν την αίτηση, ημερομηνίας 12.04.2018, στη βάση της Δ.16 Θ.9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, χωρίς να χρειαζόταν να καταχωρήσουν εμφάνιση.  Την ημέρα αυτή, 17.05.2018, οι δύο πλευρές, που αφορούν στην αίτηση των εφεσειόντων ημερομηνίας 12.04.2018, παρέδωσαν στο Δικαστήριο γραπτές αγορεύσεις και η εν λόγω αίτηση ορίστηκε για διευκρινίσεις στις 23.05.2018.  Όσον αφορά στη Γενική Αίτηση, το Δικαστήριο, αφού παρέλαβε γραπτές αγορεύσεις από τους δικηγόρους του εφεσίβλητου και του Καθ’ ου η Αίτηση 3, επιφύλαξε την απόφαση του.  Οι συνήγοροι των Καθ’ ων η Αίτηση 2, 5, 6, 7 και 8 δεν εμφανίστηκαν, αυτήν την ημερομηνία.

-      Στις 23.05.2018, το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού άκουσε τις διευκρινίσεις των δύο πλευρών, αναφορικά με την αίτηση των εφεσειόντων, ημερομηνίας 12.04.2018, απέρριψε την εν λόγω αίτηση με ex-tempore απόφαση.  Η εν λόγω απόφαση δεν εφεσιβλήθηκε.

-      Στις 08.06.2018, επιτράπηκε στους δικηγόρους των Καθ’ ων η Αίτηση 2, 5, 6, 7 και 8 να αγορεύσουν προφορικά αφού δεν είχαν καταχωρήσει γραπτή αγόρευση πριν τις 08.06.2018.  Αμέσως μετά ο συνήγορος των εφεσειόντων, ζήτησε οδηγίες και χρόνο για να καταχωρήσει ένσταση στη Γενική Αίτηση, αίτημα με το οποίο ο συνήγορος των εφεσιβλήτων διαφώνησε και το Δικαστήριο απέρριψε.

-      Την ίδια ημέρα, στις 08.06.2018, το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξέδωσε την απόφαση του επί της Γενικής Αίτησης, ήτοι την εκκαλούμενη ενώπιον μας απόφαση.

 

Μέσα από τα πιο πάνω γεγονότα και δεδομένης της έκδοσης διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης, της Γενικής Αίτησης, στους εφεσείοντες, και το οποίο τους διέτασσε να καταχωρήσουν εμφάνιση στη μία περίπτωση εντός 30 ημερών και εντός 15 ημερών στην άλλη,  από την επίδοση, καθίσταται αντιληπτό ότι προβάλλει ύψιστης σπουδαιότητας η απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο καταχωρίστηκε οποτεδήποτε, εκ μέρους των εφεσειόντων, είτε εμφάνιση άνευ όρων, είτε εμφάνιση υπό διαμαρτυρία.  Οι καίριες θέσεις των συνηγόρων των διαδίκων, οι οποίες σχετίζονται με τον δεύτερο λόγο έφεσης, προβάλλουν εκ διαμέτρου αντίθετες.  Οι συνήγοροι των εφεσειόντων υποστηρίζουν τη θέση ότι οι εφεσείοντες καταχώρησαν, τον Απρίλιο του 2018, (χωρίς να συγκεκριμενοποιείται η ημερομηνία) εμφάνιση υπό διαμαρτυρία και ταυτόχρονα την αίτηση παραμερισμού της επίδοσης και της Γενικής Αίτησης.  Ως διατυπώθηκε το επιχείρημα τους, συνίσταται στο ότι, επειδή οι εφεσείοντες απέτυχαν στην αίτηση τους για παραμερισμό της επίδοσης, η εμφάνιση τους κατέστη εμφάνιση άνευ διαμαρτυρίας, ήτοι εμφάνιση χωρίς όρους, συνεπώς το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να τους δώσει οδηγίες για καταχώριση ένστασης, δεδομένης της Δ.16 Κ.7, όπου τους παρέχεται δικαίωμα για εμφάνιση οποτεδήποτε πριν την έκδοση απόφασης. 

 

Έχουμε διεξέλθει με τη δέουσα προσοχή τις θέσεις των δύο πλευρών.

 

Σύμφωνα με τη Δ.16 Κ.7 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας προβλέπονται τα ακόλουθα:

 

«A defendant may appear at any time before judgment. If he appears at any time after the time limited by the writ for appearance, he shall be ordered to pay any costs properly incurred by the plaintiff by his failure to appear within the time limited by the writ.»

 

Ως σχετικά με την καταχώριση εμφάνισης υπό διαμαρτυρία, στο The Annual Practice του 1958 σελ. 198-199 διαβάζουμε τα εξής:

 

«The term “conditional appearance” means an appearance in qualified terms, reserving to the appearing defendant the right to apply to the Court to set aside the writ, or service thereof, for an alleged informality or irregularity which renders either the writ or service invalid or for lack of jurisdiction.  There is no real distinction between the term “conditional appearance” and “appearance under protest”.»

………………………………………………………………………………

«A conditional appearance or appearance under protest is a complete appearance to the action for all purposes, subject only to the right reserved by the defendant to apply to set aside the writ or the service thereof, on any ground which he can sustain.  A defendant has the right to appear conditionally where he has a bona fide intention to dispute the jurisdiction of the Court.  The leave of the Master is required merely to prevent such proceeding from being abused, e.g., where the condition is not inserted in good faith and merely for delay.  The limit of time is inserted for the same purpose. The plaintiff is barred from taking any step based on the appearance (e.g., applying under O.14), until the time fixed as above stated has expired, but he may apply to strike it out.  At the expiration of the time fixed (see last preceding note) if no application is made by the defendant, or if made has been dismissed, the plaintiff may proceed with the action as if an unconditional appearance has been entered.  In considering what is “reasonable time” for the defendant’s application, regard will be had to the circumstances of the case, and to whether the condition was inserted in good faith, or merely for the purpose of delaying the plaintiff.»

 

Εν’ όψει του προαναφερόμενου ιστορικού εξέλιξης της διαδικασίας, καθώς και του πολύ σημαντικού γεγονότος ότι οι εφεσείοντες, ως διαπιστώνεται μέσα από τον πρωτόδικο φάκελο, δεν καταχώρισαν ποτέ εμφάνιση, ως όριζαν τα διατάγματα με τα οποία επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση της Γενικής Αίτησης σε αυτούς, είτε εμφάνιση άνευ όρων είτε υπό διαμαρτυρία,  κρίνεται ότι η απόρριψη της αίτησης τους, ημερομηνίας 12.04.2018, δεν κατέστησε την ανύπαρκτη εμφάνιση υπό διαμαρτυρία ως εμφάνιση άνευ όρων.  Είναι επίσης εξ’ ίσου σημαντικό το γεγονός ότι ουδέποτε αποτάθηκαν, πριν να επιφυλαχθεί η απόφαση εναντίον τους, για να παραμεριστούν τα διατάγματα δια των οποίων επιτράπηκε η υποκατάστατη επίδοση σ’ αυτούς και τούτο αποτελεί εμπόδιο στην προώθηση των θέσεων τους (βλέπε υπόθεση S.P.P. Projects Ltd v. Integral Equipment (1993) Srl 1 A.A.D. 762).  Ό,τι ζητήθηκε, και απορρίφθηκε, με ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 23.05.2018, η οποία σημειωτέον δεν εφεσιβλήθηκε, είναι ο παραμερισμός μόνο των επιδόσεων.  Αίτηση για ακύρωση των διαταγμάτων με τα οποία δόθηκε άδεια για υποκατάστατη επίδοση ήταν απαραίτητη. 

 

Τέλος, η παρουσία συνηγόρου των εφεσειόντων στο Δικαστήριο, στις 23.05.2018, δηλώνοντας ότι εμφανιζόταν υπό διαμαρτυρία δεν υποκαθιστούσε την υποχρέωση των εφεσειόντων να καταχωρίσουν (γραπτή) εμφάνιση, ως διατάχθηκαν με τα διατάγματα ημερομηνίας 19.10.2017 και 08.02.2018. 

 

Περαιτέρω, υπενθυμίζεται πως ένας από τους λόγους που απορρίφθηκε η αίτηση των εφεσειόντων, ημερομηνίας 12.04.2018, ήταν και το γεγονός ότι το πρόσωπο, που προέβη σε ένορκη δήλωση υποστήριξης της αίτησης, δεν ανέφερε ότι ήταν εξουσιοδοτημένο για καταχώρηση της αίτησης προς παραμερισμό της επίδοσης.  Συνακόλουθα, το πρωτόδικο Δικαστήριο ουδέποτε είχε ενώπιον του πρόθεση των εφεσειόντων για να αμφισβητήσουν τη Γενική Αίτηση. Συνεπώς ορθά, το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν παραχώρησε, στους συνηγόρους των εφεσειόντων, δικαίωμα και χρόνο για καταχώριση ένστασης εκ μέρους των εφεσειόντων.  Αν εγκρινόταν τέτοιο αίτημα θα συνιστούσε εκτροπή από την ορθή και νομότυπη πορεία που είχε πάρει η δίκη, υπό την έννοια ότι το Δικαστήριο θα αγνοούσε τα διατάγματα που είχε εκδώσει προγενέστερα, με τα οποία διέταξε την υποκατάστατη επίδοση, και στη βάση της υποκατάστατης επίδοσης είχε επιφυλάξει την απόφαση του, πορεία η οποία θα μπορούσε να αναχαιτισθεί μόνο αν οι εφεσείοντες καταχωρούσαν εμφάνιση.

 

Παρεμβάλουμε δε να επισημάνουμε πως οι εφεσείοντες δεν αποτάθηκαν ούτε για παραμερισμό της απόφασης, ημερομηνίας 08.06.2018, που εκδόθηκε εναντίον τους, και να ζητήσουν την ακύρωση της, δίδοντας εξηγήσεις για το λόγο που δεν καταχώρισαν εμφάνιση και βέβαια να αποκαλύψουν στοιχεία εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης, ώστε να τους παραχωρηθεί δικαίωμα ένστασης.  Υπό τις πιο πάνω επιλογές των εφεσειόντων ασφαλώς δεν είναι επιτρεπτό να στοιχειοθετηθεί παραβίαση του θεμελιώδους δικαιώματος ακροάσεως.  

 

Κρίνουμε, συνακόλουθα των πιο πάνω, πως δεν ήταν θέμα άσκησης, ορθά ή λανθασμένα, της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να εγκρίνει το αίτημα του συνηγόρου των εφεσειόντων, οι οποίοι δεν είχαν καταχωρίσει εμφάνιση.

 

Ενόψει όλων των προαναφερόμενων, απορρίπτεται ο δεύτερος λόγος έφεσης ως αβάσιμος.

 

Δεδομένης της απόρριψης του δεύτερου λόγου έφεσης προβάλλει το εύλογο συμπέρασμα πως, οι εφεσείοντες δεν νομιμοποιούνται να προωθούν τα ζητήματα και τις θέσεις και/ή τα παράπονα τους, περί του ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ακολούθησε λανθασμένη διαδικασία ως προς την εκδίκαση της Γενικής Αίτησης, ή ότι έσφαλε που δεν έδωσε οδηγίες για αντικατάσταση του Εφεσείοντα 1 με τον διαχειριστή του, ως ισχυρίζονται ότι όφειλε, διότι ο πρώτος ήταν πτωχεύσαντας, ή ότι λανθασμένα θεώρησε τον εφεσείοντα 1 ως πιστωτή του εφεσίβλητου, και ότι λανθασμένα δεν έκρινε αξιόπιστους τους μάρτυρες που κατέθεσαν εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση 2, 3, 5, 6, 7 και 8.  Τους δόθηκε η ευχέρεια να προωθήσουν τις θέσεις και την εκδοχή τους, πλην όμως δεν το έπραξαν.  Δεν νομιμοποιούνται εκ των υστέρων να ζητήσουν τον έλεγχο της απόφασης η οποία εκδόθηκε εναντίον τους αλλά αυτοί επέλεξαν να μην εμφανιστούν στη δίκη, ή να μην ζητήσουν τον παραμερισμό της απόφασης, δυνατότητα που τους παρείχε η πολιτική δικονομία. 

 

Συνεπώς ουδείς εκ των λόγων έφεσης υπ’ αριθμό 1, 3, 4 και 5 δύναται να κριθεί βάσιμος.

 

Συνακόλουθα όλων των πιο πάνω αναφερόμενων η έφεση κρίνεται ανεδαφική και αποτυγχάνει.  Η εκκαλούμενη απόφαση επικυρώνεται.  Ως εκ τούτου η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €1.900,00, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, προς όφελος του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων.

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο