ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ   – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

26 Απριλίου 2024

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε147/2019)

 

1.   ΝΑΣΩ ΗΛΙΑΔΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΛΤΔ

2.   ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΗΛΙΑΔΗΣ,

Εφεσείοντες

v.

 

1.   ΑΝΔΡΕΑ Π. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ

2.   ΜΙΧΑΗΛ Κ. ΤΥΛΛΗ

3.   ΑΝΔΡΕΑ Κ. ΤΥΛΛΗ

4.   ΚΥΡΙΑΚΟΣ Μ. ΤΥΛΛΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ

5.   ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,

Εφεσιβλήτων

 

 

 

Θ. Ανδρέου με Στ. Δημητριάδη (κα) για Θεοφάνης Ανδρέου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ για Εφεσείοντες

Σ. Γιορδαμλής με Χρ. Γεωργίου για Ιωαννίδης Δημητρίου ΔΕΠΕ για Εφεσίβλητους

 

------------------------

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

----------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ: Με ενδιάμεση απόφασή του, Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εξέδωσε διάταγμα παροχής, από τους εφεσείοντες προς τους εφεσίβλητους, περαιτέρω και καλύτερων λεπτομερειών, ως ζητείτο σε σχετική αίτηση, υπό τον περιορισμό αυτών σε εκείνες που μπορούσαν να δοθούν υπό τις περιστάσεις.

 

Την ενδιάμεση απόφαση αυτή, οι εφεσείοντες προσβάλλουν με δύο λόγους έφεσης. Προβάλλεται, συναφώς, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε τη σχετική αίτηση χωρίς να έχει εξουσία να πράξει τούτο (1ος λόγος). Η όλη επιχειρηματολογία των εφεσειόντων, επί τούτου, αφορά ισχυριζόμενες παραβάσεις της Δ.30 των σε ισχύ, τότε, Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και λανθασμένη διαχείριση και εξέταση αυτών από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Προβάλλεται, παράλληλα, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, εσφαλμένα αποφάσισε την έκδοση του υπό αναφορά διατάγματος (2ος λόγος) ενόσω ήταν ξεκάθαρη η θέση των εφεσειόντων περί μη κατοχής των ζητούμενων λεπτομερειών, με αποτέλεσμα ένα τέτοιο διάταγμα να καταλήγει να είναι καταπιεστικό.

 

Παρεμβάλλεται σ’ αυτό το σημείο, ότι, με την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας της παρούσας, η έφεση αποσύρθηκε εναντίον του εφεσίβλητου 1, εκ συμφώνου χωρίς έξοδα. Επίσης, προβληθέν, από τους εφεσίβλητους, ζήτημα εκπρόθεσμης καταχώρησης της έφεσης αποσύρθηκε μετά που προέκυψε προηγηθείσα παραχώρηση, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, παράτασης του σχετικού χρόνου καταχώρησης έφεσης.

 

Με το περίγραμμα αγόρευσης των εφεσιβλήτων, εγείρεται θέμα ως προς το ότι η παρούσα έφεση έχει καταστεί αλυσιτελής. Ως προβάλλεται σχετικά, και είναι αποδεκτό από τους εφεσείοντες, μετά την έκδοση του υπό κρίση διατάγματος και λόγω μη συμμόρφωσης με αυτό, οι εφεσίβλητοι αποτάθηκαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο με αίτηση, αποτέλεσμα της οποίας, μετά από ακρόαση, ήταν η αναστολή, αρχικά, και εν τέλει, η απόρριψη της αγωγής των εφεσειόντων. Τη μεταγενέστερη αυτή απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, οι εφεσείοντες εφεσιβάλλουν με άλλη έφεση (την Ε191/2021), χωρίς να περιλαμβάνουν σε αυτήν λόγο έφεσης που αφορά την υπό κρίση στην παρούσα, ενδιάμεση απόφαση.

 

Με αναφορά στη σχετική νομολογία, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων ανέλυσε την επιχειρηματολογία του, καταλήγοντας στο ότι η έφεση έχει παραμείνει χωρίς αντικείμενο, λόγω της απόρριψης της αγωγής, ενώ συνέχιση της συνιστά κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών. Αντίθετη είναι η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των εφεσειόντων, ο οποίος προέταξε την ιδιαιτερότητα της παρούσας περίπτωσης, στην οποία παραμερισμός της υπό κρίση απόφασης θα καταστήσει άνευ αντικειμένου τη μεταγενέστερη έφεση κατά της απορριπτικής της αγωγής απόφασης λόγω μη παροχής των λεπτομερειών. Πρέπει να λεχθεί ότι ακούσαμε τους ευπαίδευτους συνηγόρους και επί της ουσίας της έφεσης.

 

Έχουμε διεξοδικά μελετήσει κάθε τι που τέθηκε ενώπιον μας. Προέχει η εξέταση του πιο πάνω εγειρόμενου θέματος, από το οποίο εξαρτάται η επί της ουσίας εξέταση των λόγων έφεσης.

 

Είχαμε την ευκαιρία να εξετάσουμε ανάλογο ζήτημα στην BROOKEMIL LTD κ.α. ν. NIMMO SMITH, EDWARD OF THE GRAND DUCHY OF LUXEMBOURG κ.α, Πολιτική Έφεση Ε115/2022, ημερομηνίας 26.10.2023, στην οποία υποδείξαμε, με αναφορά στη νομολογία, ότι έφεση κατά ενδιάμεσης απόφασης μπορεί να καταστεί αλυσιτελής, όταν η κύρια διαδικασία στην οποία εκδόθηκε έχει αποπερατωθεί, παρά το ότι εκκρεμεί έφεση κατά της απόφασης στην κύρια διαδικασία (Μετζίτη ν. Παυλίδου κ.α., ECLI:CY:AD: 2023:A200, Πολιτική Έφεση Ε206/2015, ημερομηνίας 7.6.2023, Νικηφόρου ν. Σεβαστός κ.α., ECLI:CY: AD:2023:A208, Πολιτική Έφεση Ε85/2015 σχ. Με Ε86/2015, ημερομηνίας 14.6.2023). Το γεγονός ότι, στην εν λόγω υπόθεση, η μεταγενέστερη απόφαση απόρριψης της αγωγής κατέστη τελεσίδικη, λόγω μη προσβολής της με έφεση, απλώς αποτελούσε περαιτέρω στοιχείο επί του εξεταζόμενου θέματος.

 

          Στη Μετζίτη (ανωτέρω), η ενδιάμεση απόφαση αφορούσε αίτηση τροποποίησης της έκθεσης απαίτησης, ώστε να προστίθετο ισχυρισμός περί πλαστογραφίας διαθήκης. Η απόρριψη της αίτησης είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να προσαχθεί σχετική μαρτυρία κατά τη δίκη. Ως εξηγήθηκε, «μετά την ολοκλήρωση της δίκης, το γεγονός ότι εσφαλμένα δεν επιτράπηκε η προσθήκη ισχυρισμού στη δικογραφία, σημασία μπορεί να έχει μόνο ως σφάλμα που τεκμηριώνει λόγο προσβολής της τελικής απόφασης.  Και αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι η απόρριψη της προσθήκης επηρέασε την έκβαση της τελικής απόφασης κατά τρόπο δυσμενή προς τα συμφέροντα του διαδίκου που παραπονείται για την απόρριψη της τροποποίησης.»

 

          Κατά ανάλογο τρόπο, στην παρούσα υπόθεση, το ενδεχομένως λανθασμένο της υπό κρίση ενδιάμεσης απόφασης θα μπορούσε να είχε σημασία εφόσον διαπιστώνετο πριν την εκδίκαση της μεταγενέστερης αίτησης για αναστολή και απόρριψη της αγωγής λόγω μη συμμόρφωσης με το εκδοθέν διάταγμα. Μετά την εκδίκαση της μεταγενέστερης αίτησης και την απόφαση αναστολής και απόρριψης της αγωγής, ακόμη και λανθασμένο διάταγμα παροχής λεπτομερειών, σημασία έχει ως σφάλμα που τεκμηριώνει λόγο προσβολής της μεταγενέστερης αυτής απόφασης. Δηλαδή, εκτός του πλαισίου της παρούσας.

 

          Λέχθηκε και το εξής στην Μετζίτη (ανωτέρω):

 

«Και η επιμονή στην προώθηση τέτοιας έφεσης όταν έχει ολοκληρωθεί η εκδίκαση της υπόθεσης, όχι μόνο δεν είναι πρόσφορη, αλλά θα δημιουργούσε δυσχέρεια.  Στην περίπτωση που θα φαινόταν ότι η ενδιάμεση απόφαση ήταν εσφαλμένη και η τροποποίηση θα έπρεπε να είχε επιτραπεί, το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε να διορθώσει αυτό που είχε γίνει, δηλαδή τη συνακόλουθη μη παρουσίαση ή μη αποδοχή της σχετικής μαρτυρίας.  Απλά διαπιστώνεται το σφάλμα και ό,τι απομένει είναι να διαφανεί τι αντίκτυπο είχε το σφάλμα, αν είχε, στην τελική απόφαση.  Αυτό δεν μπορεί να διαπιστωθεί εκτός του πλαισίου της έφεσης κατά της τελικής απόφασης και με την προϋπόθεση ότι υπάρχει στην έφεση εκείνη σχετικός λόγος έφεσης.

 

Φαίνεται ότι το πλέον πρόσφορο σε τέτοιες περιπτώσεις είναι στην έφεση κατά της τελικής απόφασης να περιλαμβάνεται λόγος έφεσης που να πλήττει την ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης, όπως ρητά επιτρέπεται από τη διαχρονική επιφύλαξη του Άρθρου 25(1) του Νόμου στις διάφορες μορφές που έχει λάβει, ώστε να παρέλκει η εκδίκαση της έφεσης κατά της ενδιάμεσης απόφασης.  Ακόμα και αν δεν έχει περιληφθεί ανάλογος λόγος έφεσης στην έφεση κατά της τελικής απόφασης, αυτό μπορεί να διορθωθεί μετά από σχετική αίτηση και άδεια ώστε τέτοιος να προστεθεί.»

 

            Στην παρούσα περίπτωση, το αντίκτυπο τυχόν λανθασμένης έκδοσης του υπό κρίση διατάγματος δεν θα μπορούσε να διαπιστωθεί εκτός του πλαισίου της έφεσης κατά της απόφασης που, εν τέλει, απέρριψε την αγωγή. Και στην οποία, δεν αποτελεί θέμα εξέτασης.

 

Δεν είναι χωρίς σημασία η αναφορά στη νομολογία ότι, ακόμη και μη συμπερίληψη ανάλογου λόγου έφεσης στη μεταγενέστερη έφεση, μπορεί να διορθωθεί μετά από σχετική αίτηση και άδεια, ώστε λόγοι έφεσης που αφορούν την ενδιάμεση απόφαση (ως την υπό κρίση) να προστεθούν.

 

Διαπιστώνεται ότι η εξέταση της έφεσης, επί της ουσίας της, δεν θα εξυπηρετούσε οποιονδήποτε σκοπό, ενώ αδόκιμη και επί ματαίω θα ήταν η σε ακαδημαϊκό επίπεδο επίλυση των μεταξύ των διαδίκων διαφορών. Έστω και αν ήθελε κριθεί ότι εσφαλμένα εκδόθηκε το υπό κρίση διάταγμα παροχής περαιτέρω και καλύτερων λεπτομερειών, με δεδομένη την απόρριψη της αγωγής, κανένα πρακτικό αποτέλεσμα δε θα προέκυπτε από την εκδίκαση της παρούσας. Ούτε θα καθιστούσε την έφεση εναντίον της απορριπτικής της αγωγής απόφασης άνευ αντικειμένου, ως το επιχείρημα των εφεσειόντων. Αντιθέτως, είναι, πλέον, στο πλαίσιο εκείνης της έφεσης που αποκτά ουσιαστική σημασία η εξέταση των ουσιαστικών θεμάτων που αφορούν την υπό κρίση ενδιάμεση απόφαση.

 

Η έφεση κρίνεται αλυσιτελής και, ως τέτοια, απορρίπτεται, χωρίς να εξετάζουμε την ουσία της, ήτοι την ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης, ημερομηνίας 24.5.2019. Γι’ αυτό, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραμέτρους που αφορούν τη διαδικασία, θεωρούμε ορθό και δίκαιο να μην επιδικάσουμε έξοδα.

 

Η έφεση απορρίπτεται. Καμία διαταγή για έξοδα.

 

 

 

 

 

                                                    Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.       

 

 

 

Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

 

Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο