ΕΦΕΤΕΙΟ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

         (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 176/2019)

 

30 Απριλίου, 2024

 

[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

1.                 Α.X.M. HOLDINGS LTD

2.                 ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΑΛΕΞΑΝΔΕΡ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ

 

                                                                                                          Εφεσείοντες,

   v.

 

                                             ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

 

                                                                                                          Εφεσίβλητου.

-------------------

Κ..Μελάς, για ΜΑΡΚΙΔΗ, ΜΑΡΚΙΔΗ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για τους Εφεσείοντες.

Δρ. Α. Ποιητής και Φ. Χατζηνικολή (κα),για ΔΡ. ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΙΗΤΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για τον Εφεσίβλητο.

-------------------

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ -ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Σεραφείμ, Δ.:

­­--------------------

 

 

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.: Η εξεταζόμενη υπόθεση αφορά το καφεστιατόριο με την εμπορική επωνυμία «Bennigans Grill & Tavern» στην οδό Μακένζυ στην Λάρνακα (εφεξής το «υποστατικό»). Η περιοχή Μακένζυ, στην οποία εμπίπτει το υποστατικό, αποτελεί τουρκοκυπριακή περιουσία, η οποία τελεί υπό τη διαχείριση του Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών (εφεξής «ο Κηδεμόνας»).

 

Ο Κηδεμόνας κατήρτισε στις 4.12.2012 με τον Εφεσίβλητο (εφεξής ο «Δήμος») συμφωνία μίσθωσης (και) του υποστατικού, διάρκειας ισχύος από 1.1.2013 μέχρι και τις 31.12.2015. Ως προβλεπόταν στην εν λόγω συμφωνία (βλ. εκεί παράγραφο 2), μετά τη λήξη της αυτή θα ανανεωνόταν αυτόματα από χρόνο σε χρόνο, εκτός εάν οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη ειδοποιούσε το άλλο μέρος γραπτώς τουλάχιστον δύο μήνες πριν τη λήξη της περιόδου ισχύος της ότι δεν επιθυμεί την περαιτέρω ανανέωση της, οπότε η ισχύς της εν λόγω συμφωνίας θα τερματιζόταν χωρίς άλλη ειδοποίηση. Σημειώνεται ότι, η εν λόγω συμφωνία μίσθωσης επέτρεπε την υπενοικίαση ή υπεκμίσθωση ή εκχώρηση ή παραχώρηση δικαιώματος χρήσης και διαχείρισης ή και εκμετάλλευσης μέρους ή όλου του υποστατικού από τον Δήμο, χωρίς την προηγούμενη άδεια και/ή έγκριση του Κηδεμόνα (βλ. παράγραφο 5 της συμφωνίας).

 

Στις 10.5.2013 ο Δήμος κατήρτισε συμφωνία υπομίσθωσης  του υποστατικού με κάποια εταιρεία «ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΡΟΥΘΟΣ “ΕΣΤΙΑΤΟΡΕΙΟ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ” ΛΙΜΙΤΕΔ» διάρκειας ισχύος από 1.1.2013 μέχρι και τις 31.12.2015, η οποία ανανεώθηκε, ως αναφέρεται στην Ένσταση του Δήμου κατά την πρωτόδικη διαδικασία, μέχρι τις 31.12.2016. Προηγουμένως ο Δήμος, με σχετική επιστολή του ημερομηνίας 9.5.2013 προς την εταιρεία «ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΡΟΥΘΟΣ “ΕΣΤΙΑΤΟΡΕΙΟ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ” ΛΙΜΙΤΕΔ», της παραχώρησε τη συγκατάθεση του για την υπενοικίαση του υποστατικού στην Εφεσείουσα 1 και/ή σε οποιαδήποτε θυγατρική αυτής. Σημειώνεται ότι, σχετική συμφωνία μεταξύ της Εφεσείουσας 1 και της εταιρείας «ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΡΟΥΘΟΣ «ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ ΛΤΔ» για υπενοικίαση του υποστατικού είχε ήδη συναφθεί στις 23.11.2012, για την περίοδο ισχύος από 1.1.2013 έως και την 31.12.2019, η οποία τροποποιήθηκε ανάλογα, μετά την παραχώρηση της άνω συγκατάθεσης.

 

Ακολούθως, με επιστολή του ημερομηνίας 14.10.2016 προς τον Δήμο, ο Κηδεμόνας τον πληροφόρησε ότι, δεν επιθυμούσε την ανανέωση της σύμβασης μίσθωσης μεταξύ τους (και) για το υποστατικό (βλ. ανωτέρω), αλλά απόφαση του ήταν ο τερματισμός της εν λόγω σύμβασης, η οποία έληγε στις 31.12.2016 και ότι πρόθεση του ήταν να προχωρήσει ο ίδιος, από την 1.1.2017, στη σύναψη νέων συμφωνιών με τους δικαιούχους πρόσφυγες, νοουμένου ότι αυτοί θα εξασφαλίσουν μέχρι την πιο πάνω ημερομηνία όλες τις αναγκαίες άδειες (Πολεοδομική και Οικοδομική) για τη λειτουργία και χρήση των υποστατικών που κατείχαν, ως επίσης για όλες τις προσθηκομετατροπές στις οποίες είχαν προβεί.

 

Ενόψει της πιο πάνω εξέλιξης, ο Δήμος, με επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 16.12.2016 προς την εταιρεία «ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΡΟΥΘΟΣ “ΕΣΤΙΑΤΟΡΕΙΟ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ” ΛΙΜΙΤΕΔ», την ειδοποίησε ότι (οι τονισμοί είναι του κειμένου):

 

«Κύριοι,

 

Έχομε εντολή από του πελάτες μας Δήμο Λάρνακας να αναφερθούμε στην μεταξύ σας «σύμβαση υπομίσθωσης» ημερομηνίας 10.05.2013 και στο τεμάχιο […] και συγκεκριμένα στο κέντρο αναψυχής υπ’ αρ.[,,,], με οποιαδήποτε κτήρια, εμπήγματα και εγκαταστάσεις πέραν του κέντρου αναψυχής, τα οποία δυνατόν να υφίστανται και να σας πληροφορήσουμε τα ακόλουθα:

 

(α) Η πιο πάνω περιουσία είναι τουρκοκυπριακή περιουσία και εμπίπτει στις αρμοδιότητες του Κηδεμόνα τουρκοκυπριακών περιουσιών. Ως εκ τούτου, ουδεμία παραχώρηση με οποιοδήποτε τρόπο μπορούσε να γίνει σε οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός μέσω του Κηδεμόνα. Γι’ αυτό η ρηθείσα σύμβαση είναι άκυρη και ως μηδέποτε γενομένη.

 

(β) ενόψει των πιο πάνω οι πελάτες μας τερματίζουν την εκ μέρους σας χρήση ή και κατοχή ή και οποιαδήποτε άδεια ή και άλλη συμφωνία, η οποία εν πάση περιπτώσει θα πρέπει να θεωρηθεί άκυρη και σας καλούν να παραδώσετε ακώλυτη την κατοχή την 31.12.2016. Διαφορετικά, θα ληφθούν εναντίον σας δικαστικά μέτρα.»

 

Οι Εφεσείοντες, στην αίτηση ακυρώσεως τους στην Προσφυγή Αρ. 1603/2017, ισχυρίστηκαν ότι προσήλθαν τον Μάρτιο του 2017 στα γραφεία του Δήμου και αιτήθηκαν τη χορήγηση σ’ αυτούς άδειας πώλησης οινοπνευματωδών ποτών, με δεδομένο ότι, η προηγούμενη περί τούτου σχετική άδεια έληξε ή επρόκειτο να λήξει στις 12.3.2017. Ως προκύπτει, όμως, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφα, αλλά και όπως οι ίδιοι οι Εφεσείοντες φαίνονται να δέχονται, εν τέλει, στην πρωτόδικη γραπτή αγόρευση τους (εκεί σελ. 32), αίτηση για χορήγηση άδειας πώλησης οινοπνευματωδών ποτών για το υποστατικό υπέβαλε μόνο ο Εφεσείων 2, ως φυσικό πρόσωπο και όχι υπό (και) την ιδιότητα του ως διευθυντής της Εφεσείουσας 1 και δη στις 13.1.2017 και όχι τον Μάρτιο του 2017. Ως και πάλιν προκύπτει από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, τα προηγούμενα χρόνια η εν λόγω άδεια εκδιδόταν επ’ ονόματι του Εφεσείοντα 2 προσωπικά.

 

Ο Δήμος, με σχετική επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 17.8.2017 προς την Εφεσείουσα 1 (η ορθογραφία και σύνταξη είναι του κειμένου) υπό τον τίτλο «Αίτηση γι α χρήσης μεγαφών/οργάνων που ενισχύουν τον ήχο στο εστιατόριο BENNIGANS στην παραλία Μακένζυ, στα δημοτικά όρια Λάρνακας») ανέφερε τα εξής:

 

«Έχουμε εντολή από τους πελάτες μας Δήμο Λάρνακας να αναφερθούμε στην πιο πάνω υπόθεση και να σας πληροφορήσουμε ότι οι ίδιοι αδυνατούν να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια λόγω του ότι αμφισβητείται η νομιμότητα της κατοχής εκ μέρους σας του υποστατικού το οποίο εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Κηδεμόνα.

 

Εφ’ όσον το θέμα λυθεί, οι πελάτες μας είναι στη διάθεση σας να εξετάσουν το αίτημα σας.»

 

Η Εφεσείουσα 1 απάντησε στους δικηγόρους του Δήμου με σχετική επιστολή της ημερομηνίας 21.8.2017 και διαλάμβανε τα ακόλουθα (Η ορθογραφία και η σύνταξη είναι του κειμένου):

 

«ΘΕΜΑ: Εκδοση αδειών για το εστιατοριό BENNINGANS GRIL & TAVERN

               (MACKENZY) Λάρνακα της εταιρείας AXM HOLDINGS LTD

 

Αξ. Κύριοι

 

  Σε απάντηση της επιστολής σας ημερ. 17/8/2017 και σε συνεχεια τής επιστολή μας προς τον Δήμο Λάρνακος, εχουμε ζητηση να μας απαντηση τους λογους για τους οποιους δεν εκδιδει τις αδειες του εστιατοριου μας ,που εμπιπτουν στις αρμοδιοτητες του, όπως άδεια ποτου και λειτουργειας , η αδεια μεγαφωνων, εκδιδετε από την Επαρχιακη Διοικηση Λαρνακος, οι οποιοι απαντησαν στην αιτηση μας (2015) και αναφεραν ότι τιθετε θέμα νομιμοτητας της κατοχης μας στο υποστατικο.

 

  Παρακαλω σημειωστε ότι η εταιρεια μας συμμορφωνετε πλήρως σε ολους τους νομους,και υποδειξεις τής τοπικης Αρχης και εχουμε εξασφαλιση όλες τις άδειες ,ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ και άδεια Οικοδομής γιαυτο και και εχουμε εξασφαλιση και την αδεια λειτουργειας από τον Κ.Ο.Τ. τήν οποιαν και επισυναπτουμε, γιαυτο και ο Δημος Λαρνακος πρεπει να εκδοση ΑΜΕΣΩς τις αδειες που εμπιπτουν στις αρμοδιοτητες του

 

  Για ακομα μια φορα αναφερουμε ότι καμια ευθυνη φερουμε για την μη εκδοση των αδειων του εστιατοριου μας και τις επανειλημμενες καταγγελίες τής Αστυνομιας που παρ ολο που γνωρίζουν το πρόβλημα εξακολουθουν ενοχλούν την επειχηρηση μας

 

  Επιφυλασουμε όλα νομιμα δικαιωματα μας για οποιεσδήποτε ζημίες η και ταλαιπωρίες υποστουμε στις αδικες καταγγελιες της Αστυνομίας […]»

 

Ακολούθησε νέα επιστολή των δικηγόρων του Δήμου ημερομηνίας 6.9.2017 προς την Εφεσείουσα 1 (η ορθογραφία και σύνταξη είναι του κειμένου) υπό τον τίτλο «Αίτηση γι α χρήσης μεγαφών/οργάνων που ενισχύουν τον ήχο στο εστιατόριο BENNIGANS στην παραλία Μακένζυ, στα δημοτικά όρια Λάρνακας»), η οποία ανέφερε τα εξής:

 

«Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε να εκδώσουμε οποιαδήποτε άδεια για τον λόγο ότι η εκ μέρους σας κατοχή αμφισβητείται από τον Κηδεμόνα.»

 

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ημερομηνίας 6.9.2017, οι Εφεσείοντες άσκησαν την προαναφερθείσα Προσφυγή Αρ.  1603/2017,  αιτούμενοι ως ακολούθως:

 

«1. Διακήρυξη και/ή Δήλωση ότι η πράξη και/ή απόφαση του Καθ’ ου η Αίτηση, η οποία κοινοποιήθηκε κατά ή περί τις 08.09.2017 στους αιτητές με επιστολή των δικηγόρων του καθ’ ου η αίτηση ημερομηνίας 06.09.2017, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α στην παρούσα, και με την οποία ο Καθ’ ου η Αίτηση απέρριψε την αίτηση που είχαν υποβάλει οι αιτητές για χορήγηση άδειας λιανικής πώλησης οινοπνευματωδών ποτών εντός και εκτός υποστατικού είναι άκυρη και/ή παράνομη και στερείται οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»

 

Στα γεγονότα της αίτησης ακυρώσεως τους, εκεί παράγραφο 6, οι Εφεσείοντες σημειώνουν, μεταξύ άλλων και ότι, «Σημειώνεται ότι εκ παραδρομής και/ή εξαιτίας λανθασμένης διατύπωσης, γίνεται λόγος στο θέμα της επιστολής σε άδεια χρήσης μεγαφώνων/οργάνων που ενισχύουν τον ήχο.». Ο εν λόγω ισχυρισμός των Εφεσειόντων τεκμηριώνεται ως ορθός μέσα από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης. Συγκεκριμένα, με εσωτερικό σημείωμα του Δημοτικού Γραμματέα προς τον Δήμαρχο του Δήμου ημερομηνίας 21.8.2017 (ήτοι, μετά την πρώτη επιστολή των δικηγόρων του Δήμου προς τους Εφεσείοντες ημερομηνίας 17.8.2017, η οποία είχε τον ίδιο τίτλο με αυτόν της επιστολής ημερομηνίας 6.9.2017, βλ. ανωτέρω) σαφώς προκύπτει η ενημέρωση του Δημάρχου ότι, ο δικηγόρος του Δήμου είχε ενημερώσει την Εφεσείουσα 1 γιατί δεν (της) χορηγεί ο Δήμος «άδεια πώλησης οινοπνευματωδών ποτών και άδεια λειτουργίας», ενώ και σχετική επιστολή ημερομηνίας 28.8.2017 των δικηγόρων του Δήμου προς τον Δήμο επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Το πιο πάνω ζήτημα δεν διέλαθε την προσοχή του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο το προσέγγισε στην απόφαση του ως εξής, χωρίς να έχει εντοπίσει τα ανωτέρω από το διοικητικό φάκελο, αλλά καταλήγοντας στο ίδιο αποτέλεσμα (η ορθότητα της κρίσης του δεν αποτέλεσε λόγο έφεσης και, ενόψει του άνω αποτελέσματος μας δεν θα μας απασχολήσει περαιτέρω):

«Προτού υπεισέλθω στην εξέταση της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας και των προβαλλόμενων νομικών ισχυρισμών, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η εν λόγω επιστολή ημερομηνίας 6.9.2017, πέραν των άλλων προβλημάτων που παρουσιάζει και στα οποία θα γίνει αναφορά κατωτέρω, φέρει τίτλο «Θέμα: Αίτηση για άδεια χορήγησης μεγαφώνων/οργάνων που ενισχύουν τον ήχο στο εστιατόριο BENNINGANS στην παραλία Μακένζυ, στα δημοτικά όρια Λάρνακας», ωστόσο τίποτα σε αυτήν δεν αναφέρεται αναφορικά με αίτημα για χορήγηση άδειας λιανικής πώλησης οινοπνευματωδών ποτών εντός και εκτός του εστιατορίου, ως το παράπονο των αιτητών, που απέληξε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής. Η θέση της πλευράς των αιτητών επ' αυτού είναι πως εκ παραδρομής και/ή εξαιτίας λανθασμένης διατύπωσης γίνεται λόγος σε άδεια χρήσης μεγαφώνων/οργάνων που ενισχύουν τον ήχο. Παρόλο που η θέση αυτή των αιτητών ουδόλως ενισχύεται και/ή υποστηρίζεται από το περιεχόμενο της επίδικης επιστολής, αλλ' ούτε από οποιοδήποτε άλλο ενώπιον μου στοιχείο, γίνεται αποδεκτή, δεδομένης και της θέσης του συνηγόρου της άλλης πλευράς, ο οποίος, παρόλο που και αυτός εντοπίζει το πρόβλημα, προχωρεί στην αντίκρουση των εγειρόμενων λόγων ακύρωσης, έχοντας ως δεδομένο ότι η απορριπτική απόφαση του Δήμου Λάρνακας αφορά στο αίτημα των αιτητών για χορήγηση άδειας λιανικής πώλησης οινοπνευματωδών ποτών.»

 

Η Προσφυγή Αρ. 1603/2017 απορρίφθηκε με απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερομηνίας 26.8.2019, ως απαράδεκτη, αφού κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι, οι εφεσείοντες δεν είχαν το απαιτούμενο έννομο συμφέρον προσβολής της επίδικης απόφασης. Το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος εξετάστηκε αναλυτικά από το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού, κατ’ αρχάς, ανέφερε στην απόφαση του εισαγωγικά τα εξής:

 

«Το πρώτο ζήτημα που θα πρέπει να εξεταστεί είναι το κατά πόσον νομιμοποιούνται οι αιτητές προς καταχώρηση και προώθηση της παρούσας προσφυγής. Πρόκειται για το ζήτημα της ύπαρξης του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος των αιτητών, το οποίο ουσιαστικά εγείρει η πλευρά του καθ' ου η αίτηση με τα όσα αναφέρει στη γραπτή της αγόρευση περί τερματισμού των δυο προαναφερθεισών συμβάσεων ((α) μεταξύ Δήμου και Κηδεμόνα και (β) Δήμου και της εταιρείας Ανδρέας Κ. Στρούθος Εστιατόριο Σαμαρίτης Λτδ) (sic), παρόλο που ρητή αναφορά σε έλλειψη εννόμου συμφέροντος δεν γίνεται στη γραπτή αγόρευσή του. Είναι σαφές, ωστόσο, μέσα από τους ισχυρισμούς της πλευράς του καθ' ου η αίτηση, ότι αμφισβητείται η ύπαρξη του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος των αιτητών προς καταχώρηση και προώθηση της υπό κρίση προσφυγής.»

 

 

Η σχετική κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου συνοψίστηκε, εν τέλει, στο ακόλουθο απόσπασμα της απόφασης του:

 

«Κατά συνέπεια, ενόψει των πιο πάνω, είναι σαφές ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο, και η συμφωνία υπενοικίασης μεταξύ αιτητών και της προεκτεθείσας εταιρείας παρέμενε χωρίς έρεισμα, νομικά ανίσχυρη και/ή μετέωρη, μη δυνάμενη ωσαύτως να αποτελέσει τη βάση για την όποια διεκδίκηση εκ μέρους των αιτητών, οι οποίοι, συνακόλουθα, στερούνταν του απαιτούμενου νομιμοποιητικού ερείσματος προς υποβολή αιτημάτων ως αυτό της παρούσας υπόθεσης που, σύμφωνα και με το συνήγορό τους, υπεβλήθη τον Μάρτιο του έτους 2017 (για χορήγηση άδειας λιανικής πώλησης οινοπνευματωδών ποτών), η άρνηση ικανοποίησης του οποίου απέληξε εν τέλει στην καταχώρηση της υπό εξέταση προσφυγής. Και βεβαίως, οι αιτητές στερούνται του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος προς καταχώρηση και προώθηση της παρούσας προσφυγής, δεδομένου ότι το απαιτούμενο προς τούτο νομιμοποιητικό έρεισμα, για τους λόγους που έχουν προεκτεθεί, εξέλιπε.»

 

 

Οι Εφεσείοντες προέβαλαν συνολικά εννιά (9) λόγους έφεσης εναντίον της πρωτόδικης απόφασης στην Προσφυγή Αρ.  1603/2017, με τους πρώτους τέσσερεις (4) εξ αυτών να άπτονται της κρίσεως του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την έλλειψη εννόμου συμφέροντος των Εφεσειόντων και τους υπόλοιπους πέντε (5) να αφορούν λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, οι οποίοι προβλήθηκαν και δεν εξετάστηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ένεκα της απόφασης του περί απαραδέκτου της προσφυγής.

 

Έχουμε, καταρχάς, προσεγγίσει το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος ευρύτερα και όχι μόνο υπό το πρίσμα που εξετάστηκε πρωτόδικα, αφού υποβάλαμε σχετικές ερωτήσεις στους διάδικους κατά την ακρόαση της υπόθεσης  προς λήψη της θέσεως τους. Αυτό, στα πλαίσια της πάγιας ημεδαπής νομολογίας ότι, το έννομο συμφέρον συνιστά ζήτημα δημόσιας τάξεως, το οποίο εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, ανεξαρτήτως αν αυτό εγέρθηκε και εξετάστηκε (και υπό ποιο πρίσμα)  πρωτοδίκως (βλ. Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 24/19 ΣΙΜΟΥ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, απόφαση ημερομηνίας 26.9.2023 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

 

Όσον αφορά την Εφεσείουσα 1, κρίνουμε ότι αυτή δεν έχει «ίδιον» έννομο συμφέρον, ως απαιτείται για την κρίση μίας προσφυγής ως παραδεκτής (βλ. Άρθρο 146.2 του Συντάγματος και Ν. Χαραλάμπους « Εγχειρίδιο Κυπριακού Διοικητικού Δικαίου», έκδοση 2013, σελ. 105, έπ. «ίδιον είναι το συμφέρον όταν είναι άμεσο και προσωπικό»). Αυτό διότι, ως προαναφέρθηκε, δεν είναι αυτή, η οποία υπέβαλε την επίδικη αίτηση για χορήγηση άδειας πώλησης οινοπνευματωδών ποτών για το υποστατικό, αλλά μόνο ο Εφεσείων 2, ως φυσικό πρόσωπο. Άρα, κατ’ ακολουθία, η Εφεσείουσα 1 δεν ήταν ούτε ο πραγματικός αποδέκτης της επίδικης απόφασης. Το οποιοδήποτε δε, συμφέρον της προς έκδοση της επίδικης άδειας επ’ ονόματι του Εφεσίβλητου 2 δεν είναι άμεσο, αλλά αντανακλαστικό, αφού διέρχεται μέσω του συμφέροντος του Εφεσείοντα 2, το οποίο παρεμβάλλεται.

Ως αναφέρεται, σχετικά, στα Πορίσματα. Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929 - 1959, σελ. 259:

 

«Το προσωπικόν συμφέρον όπερ επικαλείται ο αιτών δέον να συνδέηται αμέσως προς το πρόσωπον αυτού. Τούτο σημαίνει ότι εις την αιτιώδη σχέσιν την υφισταμένην μεταξύ της εκδόσεως της προσβαλλομένης διοικητικής πράξεως και της προκαλουμένης εις τον αιτούντα βλάβης δεν πρέπει να [*3145] παρεμβάλληται συμφέρον τρίτου απ' ευθείας υπό της πράξεως ταύτης θιγόμενον, εις τρόπον ώστε η βλάβη του αιτούντος να παρίσταται ως έμμεσος και κατ' αντανάκλασιν συνέπεια της βλάβης του αμέσως υπό της πράξεως θιγομένου.»

 

Όπως, αναφέρεται χαρακτηριστικά και από τον καθ. Μ. Δένδια στο σύγγραμμα του «Διοικητικόν Δίκαιον», Τόμος Γ, Διοικητική Δικαιοσύνη, σελ. 277:

 

«Το έννομον προσωπικόν συμφέρον πρέπει να είναι  ά μ ε σ ο ν  υπό την έννοιαν, ότι, κατά την μεταξύ της εκδόσεως της πράξεως και της εξ αυτής προκαλουμένης εις τον προσφεύγοντα ζημίας αιτιώδη σχέσιν, δεν πρέπει να παρεμβάλληται συμφέρον τρίτου εις τρόπον ώστε η ζημία του προσφεύγοντος να εμφανίζηται ως κατ' αντανάκλασιν συνέπεια της ην υφίσταται ο αμέσως εκ της πράξεως θιγόμενος.»

(βλ. και Ioannou & Paraskevaides Ltd v. Δημοκρατίας (2004) 4 Α.Α.Δ. 52, Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας (1990) 3 Α.Α.Δ. 928, 1. ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ KRÜGER CYBARCO 2. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΜΕΣΟΥ ΑΜΑΘΟΥΝΤΟΣ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω 1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ 2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ, Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δ/ριου αρ. 105/2017, απόφαση ημερ. 6.12.2023, καταναλογία και Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583.)

 

Ως προς το έννομο συμφέρον του Εφεσείοντα 2, αυτός είναι, ως διαπιστώθηκε προηγουμένως, το πρόσωπο, το οποίο υπέβαλε την αίτηση για χορήγηση άδειας πώλησης οινοπνευματωδών ποτών για το υποστατικό, η οποία απορρίφθηκε με την επίδικη απόφαση. Είναι, συνεπώς, ο αποδέκτης της επίδικης απόφασης άρνησης χορήγησης τέτοιας άδειας και, άρα, ο αρνητικά επηρεαζόμενος απ’ αυτήν, ώστε να έχει έννομο συμφέρον να την προσβάλλει, χωρίς να απαιτείται ειδική πιθανολόγηση του από τον προσφεύγοντα (βλ.,συναφώς, σύγγραμμα του Π. Δ. Δαγτόγλου «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο» 6 έκδοση παρ. 551, Γλυκερίας Σιούτη «το Έννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως», 1998, σελ. 54 έπ.,  BLUE PULSE LTD v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 51/18, απόφαση ημερ. 15/3/2024).Εκ πρώτοις όψεως, το έννομο συμφέρον του Εφεσείοντα 2 δεν αντίκειται προς το δίκαιο, αφού η δυνατότητα λήψης της αιτηθείσας άδειας προβλέπεται δια νόμου (περί Πωλήσεως Οινοπνευματωδών Ποτών Νόμος, Κεφ.144, εφεξής «Κεφ. 144»). Ο Δήμος, βεβαίως, υποστήριξε κατά την πρωτόδικη διαδικασία ότι, ο Εφεσείων 2 δεν έχει «έννομο» συμφέρον, επεκτείνοντας την επιχειρηματολογία του στη (νόμιμη) ακύρωση των συμβάσεων που αφορούν στο υποστατικό (βλ. ανωτέρω), ως η θέση που κοινοποίησε στην επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 6.9.2017 ότι «…η εκ μέρους σας κατοχή αμφισβητείται από τον Κηδεμόνα». Ο Εφεσείων 2, ωστόσο, ουδέποτε είχε ο ίδιος κατοχή του υποστατικού (περί του υποστατικού ο λόγος, ως είναι προφανές, παρά την έλλειψη σαφούς αναφοράς στην επιστολή ημερομηνίας 6.9.2017), αλλά ούτε το Κεφ.144, ως τροποποιήθηκε διαδοχικά, φαίνεται να απαιτεί, τουλάχιστον ρητώς, τέτοια κατοχή από τον (ίδιο τον) αιτητή για την έκδοση τέτοιας άδειας, ως η επίδικη. Ούτε, εξάλλου, η έκδοση τέτοιας άδειας σε προηγούμενα χρόνια επ’ ονόματι του Εφεσείοντα 2 προϋπέθετε κατοχή του υποστατικού εκ μέρους του ως φυσικού προσώπου. Άρα, η θέση του Δήμου περί αμφισβήτησης της κατοχής του υποστατικού στο οποίο αφορά η αιτηθείσα άδεια, δεν μπορεί, παρά να ερμηνευθεί ως θέση και αιτιολογία επί της ουσίας του ζητήματος δηλαδή άπτεται του βάσιμου της προσφυγής (η απόδειξη εννόμου συμφέροντος, σε αντιδιαστολή προς τον απλά εύλογο - δηλαδή όχι προφανώς ασύστατο-ισχυρισμό που απαιτεί η εξέταση του παραδεκτού, ανήκει στην εξέταση του βάσιμου της υπόθεσης, βλ. σχετική παραπομπή στο Δαγτόγλου στην Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73), ήτοι ότι η έκδοση της αιτηθείσας άδειας θα ήταν αντίθετη προς το γενικότερο πλέγμα δικαίου (βλ. Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Τόμος 1, 16η Έκδοση, 2023, σελ. 100, παρ. 75 και απόφαση ημερομηνίας 16.1.2024 στην Έφεση Κατά Απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 46/18 ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΛΩΝΟΥ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ κ.α.), ασχέτως της πιθανής πλήρωσης από τον Εφεσείοντα 2 των προϋποθέσεων της ειδικής νομοθεσίας περί του θέματος (Κεφ. 144), λόγω αμφισβήτησης του νομίμου της κατοχής ή της παράνομης κατοχής του υποστατικού (στην περίπτωση, από την Εφεσείουσα 1), στο οποίο αφορά η αιτούμενη άδεια. Καταληκτικά, για σκοπούς πάντοτε του παραδεκτού της προσφυγής, κρίνουμε ότι ευλόγως-και όχι εντελώς ασύστατα- πιθανολογείται το έννομο συμφέρον του Εφεσείοντα 2, ώστε το πρωτόδικο Δικαστήριο να έπρεπε να υπεισερχόταν στην εξέταση του βάσιμου της προσφυγής, εξετάζοντας, στα πλαίσια αυτού και το ζήτημα, αν η έκδοση της επίδικης πράξης αποδεικνυόταν να αντίκειται στο γενικότερο πλέγμα δικαίου, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, εξετάζοντας προς τούτο την νομιμότητα της δοθείσας αιτιολογίας για την άρνηση παροχής της αιτούμενης άδειας. Συνεπώς, όσον αφορά στο μέρος της απόρριψης της   Προσφυγής Αρ.  1603/2017 όσον αφορά τον Εφεσείοντα 2 δεν μας βρίσκει σύμφωνους.

 

Παρά τα όσα επισημάνθηκαν ανωτέρω, δεν απαιτείται, ωστόσο, στην παρούσα περίπτωση, η επιστροφή της υπόθεσης στο πρωτόδικο Δικαστήριο προς εξέταση, στο πλαίσιο των λόγων ακύρωσης που προβλήθηκαν πρωτοδίκως και κατόπιν κατ’ έφεση, του βάσιμου της προσφυγής. Και αυτό διότι, ως προκύπτει από το περιεχόμενο των κατατεθέντων ως τεκμήρια διοικητικών φακέλων, αλλά επιβεβαιώθηκε και από τις σχετικές απαντήσεις των διάδικων ενώπιον μας κατόπιν σχετικών ερωτήσεων του Δικαστηρίου κατά αυτεπάγγελτη εξέταση του θέματος, ως ζήτημα δημόσιας τάξης και δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου (βλ. Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242), δεν τελεί απλά εν αμφιβόλω αν η επίδικη απόφαση αφορούσε, τελικά, τη χορήγηση άδειας λιανικής πώλησης οινοπνευματωδών ποτών ή άδειας χρήσης μεγαφώνων/οργάνων (βλ. ανωτέρω απόφαση μας επί του εν λόγω θέματος), αλλά δεν προκύπτει να έχει ληφθεί οποιαδήποτε σχετική απόφαση ή διενεργηθεί οποιαδήποτε άλλη πράξη ή να υφίσταται οποιαδήποτε ενέργεια του Δήμου είτε για το ένα ζήτημα είτε για το άλλο, αφού ελλείπουν προς τούτο οποιαδήποτε πρακτικά. Το μόνο συναφές που προκύπτει από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης είναι ότι, ο Δήμαρχος του Δήμου είχε δώσει σχετικές οδηγίες για την αποστολή της επίδικης επιστολής ημερομηνίας 6.9.2017 προς τους δικηγόρους του Δήμου. Η παντελής ανυπαρξία πρακτικών όχι μόνο αφαιρεί από το Δικαστήριο τη δυνατότητα ελέγχου του νομίμου της πράξης, αλλά θέτει εν αμφιβόλω και τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης από το μόνο αρμόδιο όργανο προς λήψη της επίδικης απόφασης, ήτοι το Δήμο, μέσω του Συμβουλίου του (βλ. Άρθρο 2 του Κεφ. 144, “Αρχή Αδειών” σημαίνει, όσον αφορά δήμο, το συμβούλιο του δήμου εντός των ορίων του οποίου βρίσκονται τα υποστατικά για τα οποία εκδόθηκε ή θα εκδοθεί άδεια πώλησης οινοπνευματωδών ποτών», σε συνδυασμό με το Άρθρο 17 (6) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158 (Ι)/1999 «Η διοικητική αρμοδιότητα πρέπει να ασκείται από το όργανο στο οποίο έχει ανατεθεί από το νόμο.» Όπως επισημάνθηκε στην απόφαση της Ολομέλειας στην Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων ν. Κολιανδρή (2000) 3 ΑΑΔ 306, ο δικαστικός έλεγχος εκτελεστής διοικητικής πράξης «.είναι εφικτός μόνο όταν παρέχεται η δυνατότητα διαπίστωσης των στοιχείων που καθοριστικά επενέργησαν στη διαμόρφωση της κρίσης και στη λήψη της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης/απόφασης.». Η δε ανυπαρξία κάποιων αναγκαίων στοιχείων αναπόφευκτα δημιουργεί «.. έντονο το στοιχείο της αβεβαιότητας ως προς τις συνθήκες κάτω από τις οποίες λήφθηκε η επίδικη διοικητική πράξη.».

 

Βεβαίως, παρά την έλλειψη των αναγκαίων πρακτικών λήψης της επίδικης απόφασης από το αρμόδιο Συμβούλιο του Δήμου και τις ενδείξεις ότι, αυτή λήφθηκε αναρμόδια από τον Δήμαρχο, τέτοια απόφαση/πράξη, ως η επίδικη, απέκτησε, εν πάση περιπτώσει, οντότητα στο χώρο του διοικητικού δικαίου και, ως εκ τούτου, είναι δεκτική «ακυρωτικής» (διαπιστωτικής, ορθότερα) αποφάσεως του Δικαστηρίου (βλ. σχετικά Phivos Chr. Motors Agency Ltd v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 363, Δημοκρατία ν. Μελέτη (1991) 3 Α.Α.Δ. 433 (σελ. 440) και Σάββα ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Α.Ε. 2322, ημερ. 26 Μαρτίου 1999).

 

Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, η Έφεση απορρίπτεται, όσον αφορά την Εφεσείουσα 1 και, ως προς αυτήν, η πρωτόδικη απόφαση, όσον αφορά στο αποτέλεσμα της, επικυρώνεται. Όσον αφορά στον Εφεσείοντα 2, η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη κρίση, όσον αφορά στον Εφεσείοντα 2 παραμερίζεται, όπως και η πρωτόδικη διαταγή για τα έξοδα. Η επίδικη διοικητική απόφαση ακυρώνεται, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Επιδικάζονται έξοδα, πρωτόδικα και κατ’ έφεση  ύψους 3000 ευρώ επιπλέον Φ.Π.Α. υπέρ του Εφεσείοντα 2 και εναντίον του Εφεσίβλητου.

 

 

Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.

 

 

Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο