ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση αρ. 3/2023)

 

19 Απριλίου, 2024

 

[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]

 

Γ. Π.

  Εφεσείοντα

v.

 

Μ. Ν.

Εφεσίβλητης

-----------------------------

 

Λάμπρος Κολατσής για Λ.Π. Κολατσής Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα. 

Μαρία Χατζηλευτέρη (κα) για Γεώργιος Λ. Σαββίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη.

 

          ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Στυλιανίδου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

         

          ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.:  Κατόπιν άδειας που του δόθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 20.12.2022, ο Eφεσείων καταχώρισε έφεση η οποία στρέφεται αποκλειστικά εναντίον της διαταγής του  Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού αναφορικά  με τα έξοδα.

 

      Με τον μοναδικό λόγο έφεσης  προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν επιδίκασε έξοδα υπέρ του Εφεσείοντα, ο οποίος ήταν ο Αιτητής στην πρωτόδικη διαδικασία διαζυγίου. Ο Εφεσείοντας επεδίωξε λύση του γάμου λόγω κλονισμού που οφειλόταν στο πρόσωπο και των δύο συζύγων, ενώ η Εφεσίβλητη καταχώρισε υπεράσπιση και ανταπαίτηση με την οποία ζητούσε τη λύση του γάμου στηριζόμενη σε ισχυριζόμενη αποκλειστική υπαιτιότητα του Εφεσείοντα.

 

      Εκδόθηκε απόφαση τόσο στην αίτηση όσο και στην ανταπαίτηση με την οποία λύθηκε ο γάμος των διαδίκων λόγω κλονισμού της έγγαμης σχέσης για λόγους που αφορούσαν το πρόσωπο και των δύο διαδίκων.

 

      Εν όψει της ως άνω κατάληξης, ότι δηλαδή ο κλονισμός του γάμου προήλθε από λόγους που αφορούσαν και τους δύο συζύγους, τόσο στην αίτηση όσο και στην ανταπαίτηση, αποφασίσθηκε όπως η κάθε πλευρά καταβάλει τα έξοδα της.

 

      Ο Εφεσείοντας εστίασε τα επιχειρήματα του σε δύο πυλώνες. Πρώτο, στο ότι ενώ ο ίδιος περιόρισε εξ αρχής την αίτηση του στον λόγο ότι ο κλονισμός οφειλόταν στο πρόσωπο και των δύο συζύγων, η Εφεσίβλητη επέμενε σε αποκλειστική υπαιτιότητα του συζύγου και γι’ αυτό διεξήχθη ακροαματική διαδικασία με μάρτυρες προς υποστήριξη της θέσης της. Δεύτερο, στο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη συμπεριφορά της Εφεσίβλητης, στην οποία θα αναφερθούμε πιο κάτω.

 

      Όπως προκύπτει από τη νομολογία η γενική αρχή ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα αποτελεί γνώμονα για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να εκδώσει διαταγή ως προς τα έξοδα (βλ. Νικολάου ν. Βασιλείου (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566). Το Δικαστήριο δύναται να μην ακολουθήσει αυτή την οδό, νοουμένου ότι ασκεί δικαστικά τη διακριτική του εξουσία όπως προβλέπεται από το Άρθρο 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 (όπως τροποποιήθηκε, «ο Νόμος»).

      Εν προκειμένω, στην πρωτόδικη διαδικασία πέτυχαν και η αίτηση και η ανταπαίτηση με την έννοια ότι και οι δύο αποσκοπούσαν στη λύση του γάμου. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν γίνει δεχτή η θέση του Εφεσείοντα ότι ο επιτυχών διάδικος ήταν ο Εφεσείοντας με την έννοια ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχτηκε την δική του εκδοχή των γεγονότων, διαπιστώνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε δικαστικά την διακριτική του εξουσία  δίδοντας βαρύτητα στην επιτυχία των εκατέρωθεν αιτήσεων ενώπιον του, τόσο της αίτησης όσο και της ανταπαίτησης. Είναι προφανές ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και κατέληξε στην κρίση του, δυνάμει των πιο πάνω δεδομένων. Είμαστε της άποψης ότι ο λόγος αυτός αποτελεί βάσιμο λόγο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου εφόσον αποτελεί εσωγενή παράγοντα της δίκης.

 

      Υιοθετούμε το πιο κάτω απόσπασμα από την Pούσος Mάριος και Άλλη (1999) 1 ΑΑΔ 360:

 

«Η ευχέρεια αυτή ασκείται δικαστικά με αναφορά στους εσωγενείς παράγοντες της δίκης που περιλαμβάνουν το αποτέλεσμα της υπόθεσης και κάθε γεγονός που άπτεται του χειρισμού της από τους διαδίκους, όπως εξηγείται στη Θρασυβούλου v. Arto Estates Ltd (1993) 1 A.A.Δ. 12.

 

Εφόσον το σφάλμα, το οποίο επικαλείται ο αιτητής, υπέρ του αιτήματός του, ανάγεται σε εσωγενή παράγοντα, το Δικαστήριο δεν επιτρέπει την έφεση.»

 

      Επιπρόσθετα, ο Εφεσείοντας εισηγείται επίσης ότι η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη εφόσον δεν έλαβε υπόψη την συμπεριφορά της Εφεσίβλητης. Η Εφεσίβλητη απέρριψε  πρόταση που υπέβαλε ο Εφεσείοντας ενώπιον του Δικαστηρίου για άμεση έκδοση διατάγματος λύσεως του γάμου εξ υπαιτιότητας και των δύο διαδίκων με κάθε πλευρά να επωμίζεται τα έξοδά της. Εξ αιτίας της απόρριψης η υπόθεση προχώρησε σε εκδίκαση με μάρτυρες και για τις δύο πλευρές. Είναι η θέση του Εφεσείοντα ότι η απόρριψη της πιο πάνω πρότασης από την Εφεσίβλητη σε συνδυασμό με το ότι το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε σκόπιμη από μέρους της παράθεση μόνο μέρους μηνύματος που της απέστειλε ο Εφεσείοντας, δεικνύει κακόπιστη συμπεριφορά από μέρους της, παράγοντα που το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη.

 

      Ο Εφεσείοντας παραπέμπει στην Goldstein v. Walsh, [2019] ONSC 3174, απόφαση του Superior Court of Justice του Οντάριο του Καναδά, στην οποία λήφθηκε υπόψη σε σχέση με την επιδίκαση εξόδων, η κακόπιστη στάση διαδίκου και η απόρριψη πρότασης συμβιβασμού, ειδικά σε υποθέσεις της δικαιοδοσίας των οικογενειακών δικαστηρίων. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια με σκοπό την αποτροπή και τιμωρία απρεπούς συμπεριφοράς από διάδικο.

 

      Εν πρώτοις παρατηρούμε ότι εν προκειμένω, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποφάσισε ότι η Εφεσίβλητη επέδειξε εν γένει κακόπιστη ή παράλογη συμπεριφορά. Ως προς τη θέση της Eφεσίβλητης για αποκλειστική υπαιτιότητα του συζύγου, αποφάσισε ότι αυτή δεν τεκμηριώθηκε με οποιοδήποτε τρόπο, κυρίως εφόσον στηρίζονταν σε εξ ακοής μαρτυρία. Σημειώνουμε επίσης ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέρριψε τη μαρτυρία της Εφεσίβλητης στην ολότητά της. Μάλιστα στηρίχθηκε και σε δικές της παραδοχές και θέσεις για να καταλήξει στο συμπέρασμα του ότι ο κλονισμός οφειλόταν και στους δύο διαδίκους. Επομένως, τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης διακρίνονται ουσιαστικά από αυτά της πιο πάνω απόφασης του Δικαστηρίου του Καναδά.

 

      Εν πάση περιπτώσει, επαναλαμβάνουμε ότι οι πιο πάνω παράγοντες που επικαλείται ο Εφεσείοντας, είναι εσωγενείς παράγοντες της διαδικασίας τους οποίους το  πρωτόδικο Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να τους λάβει υπόψη αλλά δεν υποχρεούται να το πράξει.

 

      Στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τους πιο πάνω παράγοντες, αλλά έλαβε υπόψη το δεδομένο της έκβασης των εκατέρωθεν αιτημάτων για λύση του γάμου, ασκώντας την εξουσία του δικαστικά, όπως απαιτείται από τον Νόμο και τη νομολογία. Η προσέγγιση του δεν δημιουργεί έδαφος για επέμβαση μας ως προς την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας.

 

      Η έφεση αποτυγχάνει με έξοδα εναντίον του Εφεσείοντα και υπέρ της Εφεσίβλητης όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει.

 

 

                                                                                                           

                                                                                     Αλ. Παναγιώτου, Π.

 

 

                                                                    Μ. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

                                                                    Ι. Στυλιανίδου, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο