ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 78/24)

 

8 Απριλίου 2024

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

Εφεσείων

 

v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

-------------------------------------------------

 

Α. Αλεξάνδρου, για Εφεσείοντα

Ν. Παπούτσα (κα) για Γενικόν Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητη

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: H απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον ΠΙΚΗ Δ.

 

        ΠΙΚΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά του διατάγματος κράτησης του Εφεσείοντος εκδοθέντος στις 22.3.2024, υπό του Μόνιμου Κακουργοδικείου Πάφου, λόγω κινδύνου φυγοδικίας. Ο Εφεσείων μαζί με τον συγκατηγορούμενο του κατηγορείται (α) για αδικήματα κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια απαγορευμένων ναρκωτικών ουσιών, ήτοι 958,96 γραμμάρια κοκαΐνης (κατηγορίες 2 και 3), 10 κιλά και 618,7 γραμμάρια κάνναβης (κατηγορίες 5 και 6), (β) κατοχή ιχνών κοκαΐνης και κάνναβης που ανευρέθηκαν σε ζυγαριές ακριβείας (κατηγορίες 4 και 7), (γ) για την απόκτηση και κατοχή μεγάλου χρηματικού ποσού το οποίο αποτελούσε έσοδα από παράνομες δραστηριότητες (κατηγορία 8), ήτοι 75.020 Ευρώ, $2.340 δολάρια Αμερικής, 970 στερλίνες Η.Β., 4000 ρούβλια, 400 ισραηλινά σεκελ και 100 φιορίνια Ουγγαρίας, (δ) συνωμοσία προς διάπραξη των ανωτέρω αδικημάτων. Επιπρόσθετα, ο Εφεσείων αντιμετωπίζει και αριθμό κατηγοριών (9 - 13) εν σχέσει με την οδική του συμπεριφορά σε φερόμενη προσπάθεια διαφυγής από αστυνομικά όργανα.

 

        Το διάταγμα κράτησης προσβάλλεται με τρεις λόγους έφεσης. Ο πρώτος αφορά ισχυρισμό για μη ύπαρξη μαρτυρίας η οποία να υποστηρίζει την πιθανολόγηση καταδίκης για τις εν λόγω ποσότητες ναρκωτικών, πλην ποσότητας 993,8 γραμμαρίων κάνναβης, η οποία περιλαμβάνεται στις κατηγορίες 5 και 6. Η εν λόγω ποσότητα περιέχετο σε σακούλι το οποίο σύμφωνα με τη μαρτυρία, ο Εφεσείων θεάθηκε από αστυνομικά όργανα να ρίχνει στη στέγη κατεστραμμένης οικίας, κατά την καταδίωξη του από αστυνομικά όργανα. Προβάλλεται επίσης η θέση ότι το Κακουργοδικείο απέτυχε να συσταθμίσει τους υποκειμενικούς και άλλους παράγοντες, οι οποίοι απομάκρυναν την πιθανότητα καταδίκης, μη αποδίδοντας σε αυτούς οποιαδήποτε αξία. Με τον δεύτερο λόγο προσβάλλεται το καταληκτικό σκεπτικό του Κακουργοδικείου στο οποίο στηρίχτηκε το ενδεχόμενο φυγοδικίας, ήτοι ότι ο Εφεσείων είχε πολύ περισσότερα να απολέσει σε περίπτωση μη εγκατάλειψης της χώρας, εν όψει της σοβαρότητας των κατηγοριών και πολυετούς ποινής φυλάκισης η οποία ενδέχεται να επιβληθεί σε περίπτωση καταδίκης. Ο τρίτος λόγος έφεσης αφορά ισχυρισμό για εσφαλμένη εκτίμηση του κινδύνου φυγοδικίας εν όψει της συμπεριφοράς του Εφεσείοντος, ο οποίος καθ’ όν χρόνο καταζητείτο παραδόθηκε στην αστυνομία συνοδευόμενος από τον δικηγόρο του.

 

        Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου για κράτηση υποδίκου ή για απόλυση με εγγύηση πηγάζει από το Άρθρο 157(1) του Κεφ. 155. Τα κριτήρια βάσει των οποίων ασκείται έχουν τεθεί σε μεγάλο αριθμό δικαστικών αποφάσεων και αναλύονται εκτενώς στην απόφαση μας στη Γενικός Εισαγγελέας v. Γ.Ν., Ποιν. Έφ. 145/23, ημερ. 21.7.2023. Ως θέμα αρχής συνταγματικά κατοχυρωμένης σε κάθε αίτημα για κράτηση υποδίκου η πρώτη επιλογή είναι η απόλυση υπό όρους. Η κράτηση αποτελεί μέτρο κατ’ εξαίρεση (βλ. Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130).

 

        Κατά την εξέταση αιτήματος κράτησης λόγω κινδύνου φυγοδικίας το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη (α) τη σοβαρότητα των υπό κατηγορία αδικημάτων, (β) την πιθανολόγηση καταδίκης βάσει του διαθέσιμου μαρτυρικού υλικού εκτιμώμενου στην όψη του, και (γ) την αυστηρότητα της επιβληθησομένης ποινής σε περίπτωση καταδίκης (βλ. μεταξύ άλλων, Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45, Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109, Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48). Η σοβαρότητα των υπό κατηγορία αδικημάτων αποτελεί σημαίνοντα παράγοντα στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου (βλ. Θεοδωρίδης κ.α. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139).

 

        Ως προς την ισχύ της μαρτυρίας, στο στάδιο αυτό δεν εξετάζεται η ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης, ούτε το Δικαστήριο προβαίνει σε οποιαδήποτε κρίση επί της δεκτότητας ή αξιολόγησης του μαρτυρικού υλικού, ούτε σε τελική διαπίστωση γεγονότων ή εξαγωγή συμπερασμάτων. Περί πιθανολόγησης και μόνον ο λόγος (βλ. Νικήτα ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54). Το Δικαστήριο αποφασίζει κατά πόσον η πιθανότητα καταδίκης προκύπτει από το σύνολο του μαρτυρικού υλικού εκτιμώμενου στην όψη του, έστω και αν διαπιστώνεται εύλογη προσδοκία αθώωσης.

 

        Η εκτίμηση της πιθανότητας καταδίκης πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή, ούτως ώστε οι όποιες παρατηρήσεις ή σχόλια για την ισχύ του μαρτυρικού υλικού να μην επηρεάσουν ή προκαταλάβουν οτιδήποτε το οποίο ανάγεται στη δίκη (βλ. Τσεκούρα ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 32, Κοτσούδη ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 131/20 κ.α., ημερ. 20.8.2020, ECLI:CY:AD:2020:B288, Dydi v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 103/20, ημερ. 3.9.2020). Κατ’ εξοχήν αρμόδιο να εκτιμήσει την πιθανολόγηση καταδίκης είναι το πρωτόδικο Δικαστήριο. Επέμβαση του Εφετείου χωρεί μόνο όπου το μαρτυρικό υλικό στερείται αποδεικτικής δύναμης ή η δύναμη του είναι έκδηλα πτωχή (βλ. Georgi Tasev v. Αστυνομίας (Αρ.1) (2016) 2 Α.Α.Δ. 418, Κασίρ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 146/21, ημερ. 29.9.2021, ECLI:CY:AD:2021:B431, Ύψου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 101/22)

 

        Το κίνητρο φυγοδικίας αυξάνεται αναλόγως της σοβαρότητας της υπόθεσης την οποία ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει. Όσο σοβαρότερες είναι οι κατηγορίες, τόσο μεγαλύτερο είναι το κίνητρο του κατηγορούμενου να αποφύγει τη δίκη του (βλ. Τσαπατσάρης ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 600, Σπανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 281).

 

        Με βάση τη νομολογία η εκτίμηση του κινδύνου φυγοδικίας ουδέποτε εξετάζεται με κατά απομόνωση αναφορά στα εν λόγω αντικειμενικά κριτήρια. Πάντοτε λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμώνται υποκειμενικά δεδομένα προερχόμενα από το ιστορικό του υποδίκου, τον χαρακτήρα, την κατοικία, το επάγγελμα, την οικονομική του κατάσταση, τους οικογενειακούς ή άλλους δεσμούς του με την Κύπρο και τις προσωπικές του περιστάσεις (βλ. Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω)). Οι δεσμοί ενός κατηγορούμενου με την Κύπρο δεν επενεργούν από μόνοι τους ως ασπίδα ώστε να υπερφαλαγγίσουν τη σοβαρότητα του αδικήματος ή αδικημάτων για τα οποία διώκεται. «Ό,τι εξετάζεται είναι πάντοτε η επίπτωση που δυνατόν να έχουν οι προσωπικές αυτές συνθήκες επί του κριτηρίου του κινδύνου μη προσέλευσης του υπόπτου στο Δικαστήριο για να αντιμετωπίσει τη δίκη του» (βλ. Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 790, Μemic κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 81/19 κ.α., ημερ. 16.7.2019, ECLI:CY:AD:2019:B314, Τζιοβάννη κ.α. ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 252, ημερ. 18.1.2024).

 

        Εάν κατόπιν συνεκτίμησης των αντικειμενικών και υποκειμενικών δεδομένων, ο κίνδυνος φυγοδικίας δεν μπορεί ευλόγως να αντιμετωπιστεί με την επιβολή κατάλληλων όρων εγγύησης, δικαιολογείται η κράτηση του υποδίκου (βλ. Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Cazanjian v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 423, Αdnan v. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 183, Δημητρίου ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 130). Σε τέτοια περίπτωση «οι επιπτώσεις της κράτησης στην προσωπική, οικογενειακή ή επαγγελματική ζωή του υποδίκου δεν υπερφαλαγγίζουν το γενικό δημόσιο συμφέρον για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης» (βλ. Βασιλείου ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 7).

 

        Συμφώνως της πάγιας νομολογίας η διαταγή κράτησης υποδίκου εμπίπτει στη διακριτική εξουσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το πεδίο επέμβασης του Εφετείου είναι περιορισμένο. Η διαταγή κράτησης δεν αναθεωρείται βάσει της υποκειμενικής κρίσης των μελών του Εφετείου για την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, παρά μόνο εάν διαπιστωθεί ότι η εν λόγω διακριτική εξουσία δεν ασκήθηκε δικαστικά, ή παραγνωρίστηκαν καθιερωμένα νομολογιακά κριτήρια, ή εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία (βλ. Μαυρομιχάλης ν. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 256, Γενικός Εισαγγελέας ν. Bourel κ.α., Ποιν. Έφ. 206/21 κ.α., ημερ. 28.12.21, ECLI:CY:AD:2021:B593). Γενικά το Εφετείο δεν επεμβαίνει «εκτός για πολύ σοβαρούς λόγους και σε εξαιρετικές περιπτώσεις» (βλ. Loucaides and Others v. Police (1988) 2 C.L.R. 119, Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Dydi v. Αστυνομίας (ανωτέρω)).

 

        Στρεφόμενοι τώρα στην πρωτόδικη απόφαση. Το Κακουργιοδικείο προέβη σε παράθεση των ουσιωδών γεγονότων βάσει του ενώπιον του μαρτυρικού υλικού, τα οποία παραθέτουμε εν συντομία:

 

        (1)   Στις 13.2.2024, η κατοικία του συγκατηγορούμενου Μ.Ε. σε χωριό της Επαρχίας Πάφου, τέθηκε υπό διακριτική παρακολούθηση από μέλη της Υ.ΚΑ.Ν., βάσει πληροφορίας ότι ο Μ.Ε. μαζί με τον Εφεσείοντα ασχολούνται με την εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών τα οποία ο πρώτος αποκρύβει στην κατοικία του, και ότι εκείνη τη μέρα επρόκειτο να παραλάβουν πέραν των 10 κιλών κάνναβης.

 

        (2)   Την ίδια μέρα περί ώρα 11:56 ο Εφεσείων θεάθηκε οδηγώντας όχημα ιδιοκτησίας του να εισέρχεται στην αυλή της κατοικίας του Μ.Ε. και μετά από μερικά λεπτά να αναχωρεί με συνοδηγό τον Μ.Ε.

 

        (3)   Περί ώρα 12:29, το εν λόγω όχημα θεάθηκε σταματημένο σε κοντινό σημείο από τη Λεωφόρο Χλώρακας με ανοικτό τον χώρο των αποσκευών και ένας εκ των επιβαινόντων σε αυτό, ο οποίος φορούσε μαύρο φούτερ με άσπρες επιγραφές στο πίσω μέρος, αφού περιφέρθηκε κοντά στο όχημα πλησίον δέντρων, έκλεισε τον χώρο των αποσκευών και το όχημα αναχώρησε.

 

        (4)   Περί ώρα 12:39 το εν λόγω όχημα κατέληξε στην οικία του Μ.Ε., ο οποίος εξήλθε του οχήματος φορώντας μαύρο φούτερ με άσπρες επιγραφές στο πίσω μέρος και αφού έτρεξε προς την οικία επέστρεψε πίσω μετά πάροδο μισού λεπτού, οπότε  Εφεσείων άνοιξε τον χώρο των αποσκευών και έκαστος πήρε μια γεμάτη σακούλα σκουπιδιών χρώματος μπλε και μετέβηκαν εντός της οικίας. Μετά πάροδο δυο λεπτών εξήλθαν της οικίας και αναχώρησαν με το ίδιο όχημα.

 

        (5)   Περί ώρα 13:15, ο Μ.Ε. θεάθηκε να καταφθάνει μόνος στην κατοικία του επιβαίνοντας άλλου οχήματος. Περί ώρα 13:40 το εν λόγω όχημα αποχώρησε καταλήγοντας σε παρακείμενο χωράφι το οποίο βρίσκεται απέναντι από κατοικία στην οποία, βάσει αστυνομικής πληροφόρησης, συνήθως διέμενε ο Εφεσείων. Ο Μ.Ε. εξήλθε του οχήματος και εισήλθε εντός της εν λόγω κατοικίας. Πέρι ώρα 13:45 o Εφεσείων με τον Μ.Ε. θεάθηκαν να εξέρχονται της κατοικίας, να εισέρχονται σε τρίτο όχημα το οποίο ήταν εκεί σταθμευμένο και να αναχωρούν με οδηγό τον Εφεσείοντα.

 

        (6)   Περί ώρα 17:30 το προαναφερθέν (τρίτο) όχημα με οδηγό τον Εφεσείοντα και συνοδηγό τον Μ.Ε. θεάθηκε να σταθμεύει δίπλα στην κατοικία του Μ.Ε. Στο μεταξύ εξασφαλίστηκε δικαστικό ένταλμα έρευνας της οικίας και υποστατικών του Μ.Ε. Στον χώρο αφίχθηκαν μέλη της Υ.ΚΑ.Ν., τα οποία έθεσαν τον αστυνομικό φάρο σε λειτουργία και επιχείρησαν να ανακόψουν το εν λόγω όχημα το οποίο κινείτο προς την έξοδο του περιφραγμένου χώρου της κατοικίας. Κατά την  προσπάθεια διαφυγής, ο Εφεσείων ο οποίος βρισκόταν στη θέση του οδηγού, συγκρούστηκε με τρία υπηρεσιακά οχήματα της Αστυνομίας και χτύπησε σε μέλος της Υ.ΚΑ.Ν., χωρίς ευτυχώς να του προκαλέσει σοβαρό τραυματισμό. Κατά των ελαστικών του οχήματος στο οποίο επέβαινε ο Εφεσείων με τον Μ.Ε., ρίχθηκαν τρεις πυροβολισμοί χωρίς να γίνει κατορθωτή η ακινητοποίηση του.

 

        (7)   Ακολούθησε καταδίωξη με ιλιγγιώδη ταχύτητα εντός του χωριού. Σε κάποιο σημείο ο Εφεσείων μαζί με τον Μ.Ε. εξήλθαν του οχήματος και διέφυγαν τρέχοντας μέσα από χωράφια. Ο Μ.Ε. θεάθηκε σε αυτό το στάδιο να δίνει μια νάιλον τσάντα στον Εφεσείοντα, την οποία ο δεύτερος έριξε στην οροφή κατεστραμμένης οικίας. Η νάιλον τσάντα παραλήφθηκε από την Υ.ΚΑ.Ν. και εντός αυτής εντοπίστηκε η ποσότητα κάνναβης βάρους 993,8 γραμμαρίων.

 

        (8)   Μεταξύ των ωρών 17:50 – 19:10 εκτελέστηκε δικαστικό ένταλμα έρευνας στην κατοικία του Μ.Ε. Κατά την έρευνα εντοπίστηκε σε διάφορες συσκευασίες, κάνναβη συνολικού βάρους 9 κιλών και 624,9 γραμμαρίων, κοκαΐνη συνολικού βάρους 958,96 γραμμαρίων, και τρείς ζυγαριές ακριβείας. Σε σταθμευμένο όχημα εντοπίστηκε χρηματικό ποσό €8.200.

 

        (9)   Στις 14.2.2024 εκτελέστηκε δικαστικό ένταλμα έρευνας κατά της οικίας συνήθους διαμονής του Εφεσείοντος η οποία εφάπτεται και έχει κοινή αυλή με την οικία της γιαγιάς του. Στο πίσω μέρος της αυλής εντοπίστηκε κρυμμένο σε κάλαθο σκουπιδιών νάιλον σακούλι εντός του οποίου υπήρχαν φάκελοι με διάφορα χρηματικά ποσά, ήτοι €67.000, $2.340 δολάρια Αμερικής, 970 στερλίνες, 4000 ρούβλια, 400 σεκελ και 1000 φιορίνια. Τα εν λόγω ποσά δεν ανήκουν στην γιαγιά του Εφεσείοντος, ούτε γνωρίζει για την ύπαρξη τους, σύμφωνα με κατάθεση η οποία της ελήφθη.

 

        (10) Εναντίον του Μ.Ε. και του Εφεσείοντος εξασφαλίστηκαν εντάλματα σύλληψης και δηλώθηκαν ως καταζητούμενα πρόσωπα. Ο μεν Μ.Ε. παραδόθηκε στην Y.KA.N. Πάφου στις 15.2.24, ο δε Εφεσείων στις 18.2.2024. Και οι δυο παραδόθηκαν συνοδευόμενοι από τους δικηγόρους τους. Σε ανακριτικές καταθέσεις οι οποίες τους λήφθηκαν άσκησαν το δικαίωμα σιωπής.

 

        Από τον Εφεσείοντα και τον Μ.Ε. λήφθηκε δείγμα γενετικού υλικού. Κατά τον χρόνο εξέτασης του αιτήματος κράτησης από το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχαν συμπληρωθεί οι επιστημονικές εξετάσεις των παραληφθέντων τεκμηρίων από το Ινστιτούτο Γενετικής και Νευρολογίας.

 

        Αναφορικά με την πιθανότητα καταδίκης για τις κατηγορίες 1 – 8, ο συνήγορος του Εφεσείοντος, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και κατ΄ έφεση, υποστήριξε ότι αυτή περιορίζεται στα 993,8 γραμμάρια κάνναβης τα οποία βρίσκονταν στη νάιλον τσάντα την οποία έριξε κατά την καταδίωξη του από τα αστυνομικά όργανα. Διαφωνώντας με την εν λόγω εισήγηση το Κακουργοδικείο έκρινε ότι τα ξεχωριστά κομμάτια της μαρτυρίας σε συνάρτηση με την αλληλουχία των γεγονότων εκτιμώμενα στην όψη τους, είναι πιθανό σε κατοπινό στάδιο «να συνθέσουν ένα παζλ του οποίου η εικόνα να μην επιτρέπει στα πλαίσια της λογικής άλλο συμπέρασμα από αυτό της κοινής δράσης και κατ’ επέκταση συμμετοχής και/ή εμπλοκής  των δυο κατηγορούμενων στην διάπραξη των αδικημάτων που οι κατηγορίες 1 – 8 τους προσάπτουν». Από την άλλη τονίστηκε ότι η πιθανολόγηση καταδίκης στις προσαπτόμενες κατηγορίες δεν αποκλείει την ύπαρξη εύλογης πιθανότητα αθώωσης, παραπέμποντας στη Νικήτα κ.α. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 54.

 

        Συμφωνούμε με την κρίση του Κακουργοδικείου. Η πιθανολόγηση καταδίκης του Εφεσείοντος στηρίζεται όντως στην αλληλουχία των προαναφερθέντων γεγονότων τα οποία τείνουν να δείξουν μια εικόνα κοινής και συντονισμένης δράσης, η οποία στο μεγαλύτερο της μέρος περιστρέφεται γύρω από την οικία του Μ.Ε. στην οποία εντοπίστηκε η μεγάλη ποσότητα των ναρκωτικών. Η δε φερόμενη ως έκνομη και βίαιη οδηγική συμπεριφορά του Εφεσείοντος στην προσπάθεια διαφυγής από τον χώρο της οικίας του Μ.Ε., όταν επιχειρήθηκε η ακινητοποίηση του οχήματος στο οποίο επέβαιναν από τα μέλη της Υ.ΚΑ.Ν., και η επακολουθήσασα επεισοδιακή καταδίωξη και διαφυγή του, συνεκτιμάται στην πιθανολόγηση καταδίκης. Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση πως η ποσότητα των 993,8 γραμμαρίων κάνναβης την οποία ο Εφεσείων έριξε στην οροφή εγκαταλελειμμένου υποστατικού, για σκοπούς πιθανολόγησης και μόνο, θα πρέπει να ιδωθεί απομονωμένα και αποσυνδεδεμένα από τις υπόλοιπες ποσότητες ναρκωτικών για τις οποίες συγκατηγορείται. Το δε σημαντικό χρηματικό ποσό το οποίο ανευρέθηκε σε κάλαθο σκουπιδιών στην κοινή αυλή της κατοικίας του Εφεσείοντος με την εφαπτόμενη κατοικία της γιαγιάς του, η οποία δήλωσε πλήρη άγνοια, είναι στοιχείο εκ του οποίου δύναται να πιθανολογηθεί καταδίκη για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

 

        Κατά την εξέταση του κινδύνου φυγοδικίας το Κακουργοδικείο ορθώς έλαβε υπόψη τα ισχύοντα νομολογιακά κριτήρια. Πέραν των αντικειμενικών κριτηρίων συνεκτιμήθηκαν τα υποκειμενικά δεδομένα του Εφεσείοντος, τουτέστιν ότι είναι Κύπριος υπήκοος, διαμένει μόνιμα στην Κύπρο, διατηρεί επιχείρηση αγοραπωλησίας οχημάτων και διατηρεί δεσμό με την εδώ και πέντε έτη συμβία του. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η σοβαρότητα των κατηγοριών, η πιθανότητα καταδίκης βάσει του μαρτυρικού υλικού εκτιμώμενου στην όψη του, και οι πολυετείς ποινές φυλάκισης οι οποίες ενδέχεται να επιβληθούν σε περίπτωση καταδίκης, καθιστούν υπαρκτό τον κίνδυνο φυγοδικίας, ο οποίος δεν αντισταθμίζεται από τους δεσμούς του Εφεσείοντος με την Κύπρο και τις προσωπικές του συνθήκες. Ίδια υπήρξε η κατάληξη για τον Μ.Ε. Επί τούτου αναφέρθηκε πως τα όσα οι κατηγορούμενοι έχουν να απολέσουν εν όψει των πολυετών ποινών φυλάκισης τις οποίες αντιμετωπίζουν σε περίπτωση καταδίκης, είναι πολύ περισσότερα συγκριτικά από όσα θα απολέσουν σε περίπτωση φυγοδικίας.

 

        Συμφωνούμε με την προσέγγιση και κατάληξη του Κακουργοδικείου. Όπως αποφασίστηκε από το ΕΔΑΔ στην κλασσική υπόθεση Stogmuller v. Austria, Αίτηση 1602/62, ημερ. 10.11.1969, (παρ. 15), για να δικαιολογείται η κράτηση του υποδίκου πρέπει να υπάρχει μια σωρεία περιστάσεων κατόπιν στάθμισης των αντικειμενικών και υποκειμενικών δεδομένων, οι οποίες να οδηγούν ευλόγως στο συμπέρασμα ότι οι συνέπειες και οι κίνδυνοι φυγοδικίας θα φαίνονται στον ίδιο λιγότερο επαχθείς από τη συνεχόμενη φυλάκιση («…that the consequences and hazards of flight will seem to him to be a lesser evil than continued imprisonment») (βλ. Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) Θεοχάρους ν. Αστυνομίας (ανωτέρω)).

 

        Ο τρίτος λόγος έφεσης άπτεται της παράδοσης του Εφεσείοντος στην Αστυνομία στις 18.2.2024, πέντε ημέρες μετά την φερόμενη επεισοδιακή καταδίωξη και διαφυγή του. Είναι η θέση του Εφεσείοντος ότι η εθελούσια παράδοση του στην Αστυνομία εξοβελίζει τον κίνδυνο φυγοδικίας, ο οποίος εν πάση περιπτώσει μπορεί να αντιμετωπιστεί με κατάλληλους όρους εγγύησης, περιλαμβανομένου μεγάλου χρηματικού ποσού το οποίο ήταν και είναι διατεθειμένος να καταβάλει προς εξασφάλιση της παρουσίας του στη δίκη. Προς υποστήριξη της θέσης του επικαλείται την υπόθεση Παρασκευά ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 607.

 

        Με το ίδιο θέμα είχαμε την ευκαιρία να ασχοληθούμε πρόσφατα στην Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 1/24, ημερ. 2.2.2024, όπου τα γεγονότα ήταν πολύ παρόμοια. Εκρίθη ότι οι συνθήκες παράδοσης του Εφεσείοντος στην Αστυνομία διαφοροποιούντο από την Παρασκευά (ανωτέρω), βάσει των αποφασισθέντων στη Νικήτα (ανωτέρω). Στην Παρασκευά ο κατηγορούμενος, πληροφορηθείς ότι διεξαγόταν έρευνα εναντίον του για σοβαρή υπόθεση ναρκωτικών η οποία τον αφορούσε, επέστρεψε από το εξωτερικό θέτοντας εαυτόν στη διάθεση της αστυνομίας. Ενώ στη Νικήτα εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης του κατηγορούμενου «μετά που αυτός εντοπίστηκε από αστυνομικό στη σκηνή και, συνεπώς, οι δυνατότητες διαφυγής του ήταν περιορισμένες», πράγμα το οποίο ισχύει και στην παρούσα. Η εθελούσια παράδοση στην Αστυνομία δεν εξαλείφει τον κίνδυνο φυγοδικίας προσώπου εναντίον του οποίου εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης, εν όψει της περιορισμένης δυνατότητας διαφυγής του. Σχετική είναι επίσης η παρατήρηση του Κακουργοδικείου ότι κατά τον χρόνο παράδοσης ο Εφεσείων τελούσε υπό το καθεστώς υπόπτου μη γνωρίζοντας την πλήρη έκταση και σοβαρότητα των κατηγοριών που εν τέλει προσάφθηκαν εναντίον του.

 

        Υπό το φως των ανωτέρω δεν διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Κακουργοδικείου να διατάξει την κράτηση του Εφεσείοντος.

 

        Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 

              Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

             Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

             Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο