ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ   – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

15 Απριλίου 2024

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 79/2018)

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΥΠΡΟΥ ΧΩΜΑΤΕΝΟΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΕΛΕΓΚΩΣ ΚΥΠΡΟΥ ΧΩΜΑΤΕΝΟΥ,

Εφεσείων

v.

 

1.   ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

2.   ΚΩΣΤΑ Χ’’ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ

3.   ΑΝΤΩΝΑΚΗ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

4.   ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΟΥΖΟΥΡΟΥ

5.   ΑΝΔΡΕΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΡΟΥΣΟΥ

6.   ΙΩΑΝΝΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΔΙΟΜΗΔΗ

7.   ΑΝΔΡΟΥΛΛΑΣ ΙΩΑΝΝΗ ΔΙΟΜΗΔΗ

8.   ΑΝΔΡΕΑ Χ’’ΚΩΣΤΑ ΚΟΛΙΟΥ

9.   ΕΛΕΝΗΣ ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΛΙΟΥ

10.ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΟΛΥΜΠΙΟΥ,

Εφεσιβλήτων

 

 

 

Α. Δημητρίου για Ανδρέα Θ. Μαθηκολώνη για Εφεσείοντα

Χ. Τσαγγαρός για Ανδρέου, ΧατζηΧριστοφής ΔΕΠΕ για Εφεσίβλητο 1

Μ. Σιακού για Νέστορας Αδάμου Νικηφόρου ΔΕΠΕ για Εφεσίβλητο 10

 

------------------------

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

 

----------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ: Παρά τη συμπερίληψη όλων των εναγομένων στην πρωτόδικη διαδικασία, στον τίτλο της παρούσας έφεσης, αυτή, ακόμη και στην αρχική της μορφή, προσέβαλλε την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εγκρίνει τον υπολογισμό εξόδων προς όφελος των εναγομένων 1, 2, 3, 8, 9 και 10. Αυτό προκύπτει από την ειδοποίηση έφεσης. Ακολούθως, η έφεση αποσύρθηκε εναντίον των εφεσιβλήτων 2, 8 και 9, ενώ κατά την ημέρα της ακρόασης της έφεσης, αποσύρθηκε, λόγω διευθέτησης, και εναντίον του εφεσίβλητου 3. Επομένως, παραμένει να αφορά τους εφεσίβλητους 1 και 10, με την όποια αναφορά σε εφεσίβλητο 6 να κρίνεται στερούμενη ερείσματος.

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η παρούσα έφεση αφορά επιδικασθέντα έξοδα. Πιο συγκεκριμένα, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, εκδικάζοντας την ενώπιον του Αγωγή Αρ. 221/2010, αποφάσισε την απόρριψή της, με έξοδα υπέρ των εναγομένων και εναντίον του ενάγοντα, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Προκύπτει, συναφώς, ότι υπολογίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή και εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο και τα έξοδα που αφορούν τους εφεσίβλητους 1 και 10. Η πρωτόδικη απόφαση με την οποία το Δικαστήριο απέρριψε την ως άνω αγωγή δεν εφεσιβλήθηκε. Ο εφεσείων αποτάθηκε και εξασφάλισε, στις 22.1.2018, από το Ανώτατο Δικαστήριο, στη δευτεροβάθμια δικαιοδοσία του, άδεια άσκησης έφεσης κατά της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εγκρίνει τον υπολογισμό των εξόδων.

 

Ο εφεσείων προβάλλει, με την παρούσα έφεση του, πέντε λόγους έφεσης οι οποίοι αποδίδουν στο πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένη, αδικαιολόγητη, αντινομική ή αυθαίρετη άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας κατά την έγκριση του υπολογισμού εξόδων από τον Πρωτοκολλητή. Ως προκύπτει, τόσο από την αιτιολογία των λόγων έφεσης, όσο και από την επιχειρηματολογία της πλευράς του εφεσείοντα στο περίγραμμα αγόρευσης του, βάση για τους λόγους έφεσης αποτελούν οι αναφερόμενες παραβιάσεις, από πλευράς πρωτόδικου Δικαστηρίου, των ΘΘ 14, 15 και 16 της Δ.59 των, σε ισχύ τότε, Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με αποτέλεσμα να επιδικασθούν, εναντίον του εφεσείοντα, υπερβολικά έξοδα ή πολλαπλάσια έξοδα τα οποία προκλήθηκαν χωρίς ικανοποιητικό λόγο από τους εφεσίβλητους.

 

Έχουμε μελετήσει διεξοδικά τους εγειρόμενους λόγους έφεσης, την αιτιολογία αυτών και την επιχειρηματολογία της πλευράς του εφεσείοντα, αλλά και την αντίθετη επιχειρηματολογία της πλευράς των εφεσιβλήτων 1 και 10, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, προβάλλουν και αναλύουν τη θέση ότι δεν θα πρέπει καν να εξεταστούν οι λόγοι έφεσης που έχουν ως βάση τη Δ.59 ΘΘ. 14 – 16. Η συνάφεια των θεμάτων που προβάλλονται με τους εγειρόμενους λόγους έφεσης, μας επιτρέπει, αν όχι επιβάλλει, την παράλληλη εξέταση τους, μέσω της ενιαίας ουσιαστικής εξέτασης των υπό κρίση θεμάτων.

 

Αφετηρία θα πρέπει να αποτελέσει το γεγονός ότι, στις 22.1.2018, δόθηκε άδεια για καταχώρηση έφεσης στο πλαίσιο της Δ.35 Θ.20. Ως αναφέρθηκε στην εν λόγω απόφαση, στη βάση ισχυρισμών ότι υπήρξε παράβαση προνοιών των κανόνων της πολιτικής δικονομίας. Επομένως, η παρούσα έφεση δεν θα μπορούσε να κριθεί απορριπτέα εξ υπαρχής. Ούτε είναι υπό εξέταση το κατά πόσο ορθά δόθηκε η εν λόγω άδεια. Το αν η εξέλιξη ή διασαφήνιση της νομολογίας επηρεάζει την ουσιαστική πτυχή των λόγων έφεσης, αυτό είναι θέμα προς εξέταση, στην οποία και προχωρούμε.

 

Με απόφαση ημερομηνίας 4.5.2018, το Ανώτατο Δικαστήριο, στη δευτεροβάθμια δικαιοδοσία του, απέρριψε ανάλογη αίτηση του ιδίου του εφεσείοντα, αναφορικά με την έγκριση του υπολογισμού εξόδων, στην ίδια αγωγή, για τους εναγόμενους 4 και 5, αρνούμενο να παραχωρήσει άδεια για καταχώρηση έφεσης. Δεν αγνόησε την ύπαρξη της προηγούμενης απόφασης, ημερομηνίας 22.1.2028 (η οποία αφορά την παρούσα έφεση), στην οποία παραπέμφθηκε, όμως έκρινε ότι δεν μπορεί να ακολουθηθεί λόγω του ότι σ’ αυτήν δεν γίνεται κάποια ιδιαίτερη ανάλυση ως προς τον λόγο που η περίπτωση ενέπιπτε στις πρόνοιες της Δ.35 Θ.20. Πρόκειται για την ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΥΠΡΟΥ ΧΩΜΑΤΕΝΟΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΕΛΕΓΚΩΣ ΚΥΠΡΟΥ ΧΩΜΑΤΕΝΟΥ ν. 1. ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ κ.α., ECLI:CY:AD:2018:B218, Πολιτική Αίτηση 6/2018, ημερομηνίας 4.5.2018. Χρήσιμη κρίνεται η παράθεση αυτούσιων αποσπασμάτων από την εν λόγω απόφαση:

 

«Έχοντας εξετάσει με τη δέουσα προσοχή την υπό κρίση  αίτηση θα πρέπει κατ΄ αρχάς να παρατηρηθεί ότι η σχετική διαταγή του Δικαστηρίου ως προς την επιδίκαση εξόδων, όπως απορρέει από το συνταγμένο κείμενο της απόφασης, ομιλεί για υπολογισμό των εξόδων και όχι επιψήφιση εξόδων, όπως προνοεί η μοναδική σχετική αναφορά που απαντάται στη Δ.59 θ.θ. 14 και 16 που, κατά τον ισχυρισμό του αιτητή, δεν εφαρμόσθηκε κατά τον υπολογισμό και έγκριση των εξόδων.  Τόσο ο θ.14, όσο και ο θ.16 προνοούν για επιψήφιση εξόδων, («taxation»), και όχι για υπολογισμό.  Η έννοια του υπολογισμού είναι άγνωστη στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας όπως έχει υποδείξει η υπόθεση Pugachev Sergei (2006) 1 Α.Α.Δ. 353.  Κατά τα αποφασισθέντα εκεί, η διαταγή Δικαστηρίου για «υπολογισμό» εξόδων ισοδυναμεί με απευθείας «διαταγή του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα όπως αυτά θα εγκριθούν τελικά από το Δικαστήριο, αφού αυτό βοηθηθεί από τον Πρωτοκολλητή ... ο οποίος υπολογισμός των εξόδων από τον Πρωτοκολλητή δεν έχει αυτόνομη ή τελική ισχύ αλλά πρέπει να υποβάλλεται για έγκριση των υπολογισθέντων εξόδων προς το Δικαστήριο το οποίο έχει και την οριστική ευθύνη στο θέμα.».

 

  Όπως οι θ.θ. 14 και 16 της Δ.59 αναφέρουν, σε κάθε επιψήφιση ο επιτετραμμένος Πρωτοκολλητής («Taxing Officer»), θα επιτρέπει εκείνα τα έξοδα, τέλη και δαπάνες όπως φαίνονται στον ίδιο να ήσαν αναγκαία για την απόδοση δικαιοσύνης ή για την υπεράσπιση δικαιωμάτων οποιουδήποτε διαδίκου, αλλά δεν θα επιτρέπονται έξοδα που φαίνονται να είχαν δημιουργηθεί ή μεγιστοποιηθεί από υπερβολική σπουδή ή αμέλεια ή εκ λάθους.  Η επιψήφιση εξόδων σύμφωνα με τους Θεσμούς έχει την έννοια της παρουσίασης και των δύο πλευρών ενώπιον του επιτετραμμένου επιψήφισης εξόδων, δηλαδή, του Πρωτοκολλητή, ώστε όπου υπάρχουν διαφωνίες ο Πρωτοκολλητής να είναι σε θέση να εκδώσει σχετική απόφαση και πιστοποιητικό, («certificate»), το  οποίο μάλιστα δύναται εντός επτά ημερών, κατά τον θ.17, να τύχει αναθεώρησης από το Δικαστήριο σε σχέση με οποιοδήποτε συγκεκριμένο κονδύλι για το οποίο υπήρξε αντιπαράθεση και διαφωνία κατά την επιψήφιση ενώπιον του Πρωτοκολλητή. Το πιστοποιητικό, κατά τα άλλα, του επιτετραμμένου επιψήφισης εξόδων, δηλαδή, ως προς όλα εκείνα τα κονδύλια για τα οποία δεν υπήρξε ένσταση, είναι τελεσίδικο. 

 

        Δεν ακολουθήθηκε η διαδικασία επιψήφισης εξόδων ώστε ο αιτητής εκεί και όπου διαφωνούσε να είχε ως θεραπεία την παρουσίαση ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου ώστε να τύχει αναθεώρησης το εγκριθέν ποσό τουλάχιστο κατά το μέρος για το οποίο θα υπήρχε ένσταση από πλευράς του.  Εδώ το Δικαστήριο ενέκρινε τον υπολογισμό των εξόδων στον οποίο προέβη ο Πρωτοκολλητής.  Επομένως το ερώτημα που τίθεται στα δεδομένα της παρούσας αίτησης είναι κατά πόσο η περίπτωση εμπίπτει στην έννοια της Δ.35 θ.20 ώστε να εγκριθεί η επιδιωκόμενη αίτηση αναφορικά με τον εγκριθέντα από το Δικαστήριο κατάλογο εξόδων όπως  υπολογίσθηκε από τον Πρωτοκολλητή.  Εάν ο αιτητής, ως αποτυχών ενάγοντας ασκούσε έφεση επί της απόφασης του Δικαστηρίου επί της ουσίας, τότε φυσιολογικά μπορούσε να ενσωματώσει στους λόγους έφεσης του και λόγο που να αφορούσε τη διαταγή επί των εξόδων.  Επί μη ασκηθείσας όμως έφεσης έχει αυτοτελές δικαίωμα αναθεώρησης του εγκριθέντος πλέον ποσού;»

 

………

 

«Η Δ.35 θ.20 δεν είχε και δεν μπορεί να έχει την έννοια της παροχής άδειας από το Εφετείο σε περιπτώσεις όπως η παρούσα ώστε το ίδιο το Εφετείο να καθίσταται στην ουσία επιτετραμμένος Πρωτοκολλητής για την επιψήφιση εξόδων, εισερχόμενο δηλαδή, σε κάθε ένα των κονδυλίων που τέθηκαν ενώπιον του Πρωτοκολλητή και του Δικαστηρίου προς έγκριση και τα οποία τελικώς εγκρίθηκαν»

 

……………..

 

«Δεν είναι δυνατόν διά του μηχανισμού του υπολογισμού εξόδων που επικράτησε να ακολουθείται σε πολλές περιπτώσεις, η αμφισβήτηση του ποσού να αναθεωρείται από το ίδιο το Εφετείο, χωρίς δηλαδή, να προσφέρεται ο μηχανισμός αναθεώρησης των εξόδων, κονδύλι προς κονδύλι όσων τουλάχιστον αμφισβητούνται, από το ίδιο το Επαρχιακό Δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση και γνωρίζει πλήρως τα γεγονότα.  Το όποιο κενό στους Θεσμούς πρέπει να αντιμετωπιστεί με σχετική τροποποίηση.»

 

          Καθίσταται αντιληπτό από τα ως άνω ότι, στην απουσία έφεσης επί της ουσίας της πρωτόδικης απόφασης ώστε να μπορούσε να ενσωματωθεί λόγος έφεσης που να αφορούσε τη διαταγή επί των εξόδων, και, εφόσον δεν διατάχθηκε και ακολουθήθηκε διαδικασία επιψήφισης εξόδων, τα όσα προβάλλονται ως παραβιάσεις των διατάξεων της Δ.59 ΘΘ.14 – 16 και που αποτελούν τους εγειρόμενους λόγους έφεσης, δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν βάση για επέμβαση του Εφετείου στον υπολογισμό των εξόδων. Γι’ αυτό, άλλωστε, και δεν δόθηκε άδεια άσκησης έφεσης για ό,τι αφορά τους εναγόμενους 4 και 5. Θα ήταν παράδοξο, στη βάση της κρατούσας νομολογίας, να μην μπορούσε να δοθεί άδεια για καταχώρηση έφεσης και, επί ιδίων γεγονότων και λόγων, να υπήρχε έρεισμα σε εγειρόμενους λόγους έφεσης.

 

          Πρόδηλο καθίσταται το αποτέλεσμα της παρούσας έφεσης.

 

Κρίνουμε, όμως ορθό να υποδείξουμε και τούτο. Από τη στιγμή που η διαταγή επί του οφειλόμενου ποσού εξόδων, οριστικοποιείται με την έγκριση του υπολογισμού του Πρωτοκολλητή από το Δικαστήριο, δεν θα μπορούσε να παραβλεφθεί, στην παρούσα, ότι επρόκειτο για διαφορετικές διαταγές του Δικαστηρίου. Επομένως, εφόσον δεν εφεσιβλήθηκε η πρωτόδικη απόφαση στην ουσία της, και έφεση ασκήθηκε επί αυτόνομης, ξεχωριστής διαταγής, θα αναμενόταν καταχώρηση ξεχωριστών εφέσεων για καθεμιά. Το θέμα δεν ηγέρθη από οποιονδήποτε και, δεδομένης της πιο πάνω κατάληξης, δεν θα μας απασχολήσει περαιτέρω.

 

          Αβάσιμοι κρίνονται όλοι οι λόγοι έφεσης.

 

 

 

 

          Η έφεση απορρίπτεται με €1.500.-, πλέον ΦΠΑ, εάν υπάρχει, έξοδα υπέρ καθενός από τους εφεσίβλητους 1 και 10 και εναντίον του εφεσείοντα.

 

 

 

 

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο