ΕΦΕΤΕΙΟ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                          (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 139/2023)

 

30 Μαΐου, 2024

 

[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

PANTHEMIS DEVELOPERS LTD

 

                                                                                                         Εφεσείουσα,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

ΔΙΑ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

 

                                                                                                         Εφεσίβλητης.

--------------------

 

 Ε. Ευαγγέλου, για Θ. Θωμά & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για την Εφεσείουσα.

Σ. Χαραλάμπους (κα), για  Γενικό  Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

--------------------

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την υποφαινόμενη. 

-----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η παρούσα Έφεση στρέφεται εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην Προσφυγή Αρ. 766/2018, ημερομηνίας 20/10/2023, με την οποία απερρίφθη αίτηση τροποποίησης ημερομηνίας 12/10/2022 της αιτούμενης θεραπείας της Προσφυγής, που η Εφεσείουσα κατεχώρησε.

 

Με την υπό αναφορά αίτηση, η Εφεσείουσα εξαιτείτο την αντικατάσταση της αιτούμενης θεραπείας με τις ακόλουθες:

 

 «Α. Άδεια και/ή διαταγή που να επιτρέπει την απαλοιφή του επισυναπτόμενου εγγράφου και/ή διοικητικής απόφασης το οποίο επισυνάπτεται επί της Αίτησης της Αιτήτριας ημερομηνίας 06/06/2018 αναφορικά με το άρθρο (α) 146 του Συντάγματος με την αντικατάσταση της ορθής και πλήρους διοικητικής απόφασης ημερομηνίας 28/03/2018 η οποία προσβάλλεται.

Β. Άδεια και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου, το οποίο να επιτρέπει στην Αιτήτρια την τροποποίηση της αιτούμενης θεραπείας υπό σημείο (δ) στην αίτηση προσφυγής της Αιτήτριας ημερομηνίας 06/06/2018 δια της διαγραφής ολόκληρης της παραγράφου και την προσθήκη ως νέα παράγραφος αιτούμενης θεραπείας υπό σημείο (δ) στην αίτηση προσφυγής της Αιτήτριας, η οποία θα αναφέρει τα ακόλουθα:

«Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου πως η απόφαση και/ή η πράξη των Καθ' ων η Αίτηση να ακυρώσουν την εγγραφή της Αιτήτριας στο Μητρώο Φ.Π.Α δυνάμει της παραγράφου 13(3) του Μέρους I του Πρώτου Παραρτήματος των Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000 ως έχει τροποποιηθεί, η οποία γνωστοποιήθηκε στην Αιτήτρια μέσω της επιστολής ημερομηνίας 28/03/2018 είναι άκυρη και/ή ακυρώσιμη και/ή παράνομη και/ή λήφθηκε καθ' υπέρβαση των εξουσιών και/ή συνεπεία παράλειψης διεξαγωγής δέουσας έρευνας και/ή στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

 

 

Επιλαμβανόμενο το πρωτόδικο Δικαστήριο της επίδικης αίτησης, ανέφερε τα εξής:

 

«Όπως έχουμε αναφερθεί ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή καταχωρήθηκε στις 06/06/2018 και προσβάλλει απόφαση του Καθ' ου η Αίτηση ημερομηνίας 28/03/2018. Στις 20/09/2021 καταχωρήθηκε η γραπτή αγόρευση των Καθ' ων η Αίτηση, στην οποία εγέρθηκε προδικαστική ένσταση ότι, με το δικόγραφο της προσφυγής δεν είναι σαφές και/ή ξεκάθαρο ποια πράξη και/ή απόφαση προσβάλλεται και ότι, η περιγραφόμενη στο αιτητικό της προσφυγής πράξη και/ή απόφαση δεν συνάδει με την επισυνημμένη στο δικόγραφο της προσφυγής απόφαση, κατά παράβαση του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) (3/1962). 

 

Αυτή η προδικαστική ένσταση, όπου επισημάνθηκε ότι το αιτητικό της προσφυγής πράξη και/ή απόφαση δεν συνάδει με την επισυνημμένη στο δικόγραφο της προσφυγής απόφαση, οδήγησε στη καταχώρηση της ενώπιον μας αίτηση τροποποίησης στις 12/10/2022. Ωστόσο, από τη στιγμή που αυτό υποδείχθηκε από τους Καθ' ων η Αίτηση στην Αιτήτρια μέσω της γραπτής τους αγόρευσης μεσολάβησε η πάροδος πέραν του ενός έτους και ενός μήνα, ενώ από την ημέρα της καταχώρησης της προσφυγής στις 06/06/2018 μεσολάβησε χρόνος πέραν των τεσσάρων ετών και τεσσάρων μηνών.

 

Η προβαλλόμενη δικαιολογία για τον χρόνο που μεσολάβησε καταγράφεται στην ένορκη δήλωση αλλά και στην γραπτή αγόρευση της Αιτήτριας ως εξής, «Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφέρουμε ότι την παρούσα προσφυγή την έχει μόλις πρόσφατα αναλάβει άλλος δικηγόρος του γραφείου που εκπροσωπεί την Αιτήτρια, ήτοι ο κ. Ευαγγέλου, όπου μέσα από την μελέτη του φακέλου έχει εντοπίσει το καλόπιστο λάθος που προκύπτει.»

 

Η ως άνω δικαιολογία της καθυστέρησης καταχώρησης αυτής της φύσης αίτησης, κρίνω ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο. Όπως φαίνεται από τον διοικητικό φάκελο, όλη την περίοδο των τεσσάρων ετών και τεσσάρων μηνών που μεσολάβησε από την καταχώρηση της προσφυγής μέχρι και την καταχώρηση της αίτησης τροποποίησης της, ήταν το ίδιο δικηγορικό γραφείο που χειρίζονταν την εν λόγω υπόθεση εκ μέρους της Αιτήτριας και αναμενόμενο θα ήταν να διαπιστώσουν και οι ίδιοι το σχετικό «καλόπιστο λάθος» του οποίου επιδιώκουν την διόρθωση. Η δικαιολογία ότι μόλις πρόσφατα είχε αναλάβει άλλος δικηγόρος του γραφείου που εκπροσωπεί την Αιτήτρια και μέσα από την μελέτη του φακέλου έχει εντοπίσει το καλόπιστο λάθος που προκύπτει, κρίνω ότι δεν μπορεί να δικαιολογήσει επαρκώς όλη αυτή την καθυστέρηση. […]

 

Αντίστοιχα και στην παρούσα περίπτωση, εκτιμώ ότι είναι ορθή η θέση των Καθ' ων η Αίτηση ότι υφίσταται υπέρμετρη καθυστέρηση εκ μέρους της Αιτήτριας στην υποβολή της αίτησης τροποποίησης και δεν είναι προς το συμφέρον της απονομής της δικαιοσύνης ως προβλέπεται στον Κανονισμό 19 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, η επιτυχία αυτής της αιτήσεως για τροποποίηση του δικογράφου της προσφυγής.

 

Συνεπεία της κατάληξης μου αυτής, ότι δεν πληρούνται οι νομοθετικές και οι νομολογιακές προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, ως ο υπό 7 και 17 λόγοι Ένστασης, παρέλκει η εξέταση και των άλλων λόγων ένστασης που εγείρει η ευπαίδευτη δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα αίτηση απορρίπτεται, λόγω υπέρμετρης καθυστέρησης στην υποβολή της και μη επαρκούς αιτιολόγησης αυτής της καθυστέρησης, στη βάση των όσων προαναφέρθηκαν….»

 

 

 

Η Εφεσείουσα προβάλλει τέσσερις Λόγους Έφεσης.  Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 1, η Εφεσείουσα υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αίτηση τροποποίησης κατεχωρήθη με υπέρμετρη καθυστέρηση και ότι η καθυστέρηση δεν ήταν επαρκώς δικαιολογημένη.  Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 2, η Εφεσείουσα διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια και με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 3, ότι καταπάτησε τις διατάξεις της Διαταγής 25 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας.  Με τον Λόγο Έφεσης Αρ. 4, προβάλλεται ότι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη.

Η Εφεσίβλητη Κυπριακή Δημοκρατία κατεχώρησε Αντέφεση, προβάλλοντας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει τις προδικαστικές ενστάσεις που ηγέρθησαν από μέρους της, οι οποίες άπτονται ζητημάτων δημόσιας τάξης. Ειδικότερα κατά την εισήγηση, με την αιτούμενη θεραπεία γίνεται προσπάθεια ανεπίτρεπτης μεταβολής του αιτητικού της Προσφυγής, επέκτασης και καταστρατήγησης της ανατρεπτικής προθεσμίας που τάσσει το Σύνταγμα και ότι επιδιώκεται η ολική ανάπλαση της Προσφυγής και προσβολής άλλης διοικητικής πράξης από την αρχικώς προσβληθείσα με την Προσφυγή. 

 

Εξετάζοντας τους συναφείς μεταξύ τους Λόγους Έφεσης, καθώς και τα προβαλλόμενα στην Αντέφεση, και αφού ανατρέξαμε στα αντίγραφα του διοικητικού φακέλου, τα οποία περιέχονται στον δικαστικό φάκελο, διαπιστώνουμε τα ακόλουθα:

 

Στις 13/10/2016, εκδόθηκαν από τον Έφορο Φορολογίας δύο αποφάσεις.  Η μία,

υπό τον τίτλο «Εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α», αφορούσε την εταιρεία Panthemis Developers Ltd, Θέμη Θωμά & Κωνσταντία Θωμά, (εφεξής «κοινοπραξία» - σελ. 102-103 του διοικ. φακ.).  Στην εν λόγω απόφαση αναφέρεται ότι, αρχικά εγγεγραμμένη στο Μητρώτο Φ.Π.Α. ήταν η εταιρεία Panthemis Developers Ltd, ήτοι η Εφεσείουσα, αλλά κατόπιν ελέγχου των αρμοδίων του Τμήματος διαπιστώθηκε ότι οι πωλήσεις ακινήτων γίνονταν τόσο από την Εφεσείουσα όσο και από δύο φυσικά πρόσωπα και ενόψει αυτού κρίθηκε υποχρεωτική η εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α. της κοινοπραξίας.

 

Η δεύτερη απόφαση του Έφορου Φορολογίας, αφορά την Εφεσείουσα και φέρει τον τίτλο «Αναδρομική ακύρωση εγγραφής» (σελ.104-105 του διοικ. φακ.).  Σύμφωνα με το περιεχόμενό της, ενημερώθηκε η Εφεσείουσα ότι κρίθηκε υποχρεωτική η εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α. της κοινοπραξίας (ανωτέρω) και ότι η εγγραφή της Εφεσείουσας στο Μητρώο Φ.Π.Α, ακυρώθηκε αναδρομικά.

 

Εναντίον των δύο πιο πάνω αποφάσεων υπεβλήθησαν ενστάσεις προς τον Υπουργό Οικονομικών στις 14/11/2016.  Μια από την κοινοπραξία (σελ. 96-98 του διοικ. φακ.) και μία από την Εφεσείουσα (σελ. 99-101 του διοικ. φακ.).  Στις 28/3/2018, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών εξέδωσε επί των ενστάσεων, δύο αποφάσεις.  Η μία αφορούσε την κοινοπραξία (σελ. 79 του διοικ. φακ.), την οποία πληροφόρησε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να εξεταστεί η ένστασή της και η άλλη αφορούσε την Εφεσείουσα (σελ. 77-78 του διοικ. φακ.), την οποία πληροφόρησε ότι απορρίπτεται η ένστασή της και ότι ακυρώνεται η εγγραφή της αναδρομικά. 

 

Η Εφεσείουσα με την Προσφυγή της στρέφεται εναντίον της απόφασης ημερομηνίας 28/3/2018, με την οποία, ως την περιγράφει, «ενημερώθηκε η Αιτήτρια ότι η Καθ’ης η Αίτηση δεν θα εξετάσει την ένσταση και/ή την ιεραρχική προσφυγή της».  Επισυνάπτει δε στην Προσφυγή της την πιο πάνω απόφαση της Εφεσίβλητης ημερομηνίας 28/3/2018, που αφορά, ωστόσο, την κοινοπραξία και όχι την ίδια.  Ζήτησε δε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, όπως της επιτραπεί να αντικαταστήσει το αιτητικό της Προσφυγής της, έτσι ώστε να στραφεί εναντίον της απόφασης που την αφορά, ήτοι την απόφαση ημερομηνίας 28/3/2018 «των Καθ’ων η Αίτηση να ακυρώσουν την εγγραφή της Αιτήτριας στο Μητρώο Φ.Π.Α.» και παράλληλα να επισυνάψει στην Προσφυγή της την απόφαση αυτή.

 

Είναι πάγια η θέση της νομολογίας μας, ότι όταν η τροποποίηση προσφυγής αποβλέπει ουσιαστικά στην καταχώρηση νέας προσφυγής εναντίον άλλης διοικητικής απόφασης, η οποία, αν κατεχωρείτο κατά την ημερομηνία της τροποποίησης θα βρισκόταν εκτός της χρονικής προθεσμίας που προνοεί το Άρθρο 146 του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται. 

 

Στην Παντελή & Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 902, συνοψίζεται η εν λόγω θέση ως ακολούθως:

«Στην υπόθεση Kiriaki Tikirou vThe Public Service Commission (1968) 3 C.LR. 515, το Δικαστήριο κατέληξε ότι θα έπρεπε να εξετάσει την ουσία της συγκεκριμένης αίτησης τροποποίησης και αφού αποφάσισε ότι επρόκειτο για καθαρά τυπογραφικό σφάλμα επέτρεψε την τροποποίηση, αποδεχόμενο ότι η τροποποίηση του τυπογραφικού σφάλματος δεν εμποδιζόταν, κάτω από τις περιστάσεις από την προθεσμία που τίθεται από το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος. Εξ άλλου στην υπόθεση Σοφία Παυλίδου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 785, κρίθηκε ότι στην αναθεωρητική δικαιοδοσία η προσέγγιση του δικαστηρίου είναι ότι δεν είναι επιτρεπτό παρατυπίες οποιασδήποτε (ρύσης να εμποδίζουν την άσκηση της μοναδικής αυτής δικαιοδοσίας (βλ. επίσης Menelaos Demetriou etc(C.B.C. Staff Society) v. The Republic (Public Service Commission), 1 R.S.C.C. 99, 105, The Attorney-General of the Republic and Kyriacos Kouppi & 2 Others, 1 R.S.C.C. 115, Antonios Kourris v. The Supreme Council of Judicature (1972) 3 CLR. 390). Στην ίδια υπόθεση αναφέρεται ότι έχοντας υπ' όψη τη φύση της δικαιοδοσίας δεν επιτρέπονται ελαττώματα τύπου και διαδικασίας να εμποδίζουν την απονομή της δικαιοσύνης, ενώ μη συμμόρφωση με τους κανονισμούς πρέπει να θεωρείται ως αντικανονικότητα που μπορεί να θεραπεύεται με την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Τελικά το Δικαστήριο δέκτηκε να θεραπεύσει την παρατυπία της προσφυγής που δεν ήταν άλλη από την παράλειψη υπογραφής της από την αιτήτρια ή το δικηγόρο της, αν και η προσφυγή είχε καταχωρηθεί και σφραγιστεί από τον Πρωτοκολλητή με τη σφραγίδα του δικαστηρίου, ενώ αντίγραφα επιδόθηκαν στους καθ' ων η αίτηση και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Αντίθετα στην υπόθεση Anastasios Antoniou Koumi vThe Republic (1987) 3 C.L.R. 1519,1522, τονίστηκε ότι στην ακυρωτική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η εξουσία να επιτρέψει τροποποίηση με την οποία εισάγεται νέα αιτία προσφυγής υπόκειται στις πρόνοιες του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος που απαγορεύει την έναρξη αναθεωρητικής διαδικασίας ύστερα από την πάροδο 75 ημερών από τη γνώση. Με το ίδιο σκεπτικό απορρίφθηκε αίτηση για τροποποίηση των αιτουμένων θεραπειών και στην υπόθεση Paralimni Bus Co. Ltd v. The Republic (1967) 3 C.L.R. 559. Στην υπόθεση Koumi vThe Republic, ανωτέρω, αναφέρεται ότι αν με την τροποποίηση δεν παραβιάζονται οι διατάξεις του Άρθρου 146.3, το Δικαστήριο μπορεί, λαμβάνοντας υπ' όψη τα ειδικά περιστατικά της υπόθεσης, να επιτρέψει την τροποποίηση των λόγων της προσφυγής, περιλαμβανομένης και της εισαγωγής της νέας αιτίας για αναθεώρηση.

Έχει καθιερωθεί ότι τροποποίηση της προσφυγής δεν επιτρέπεται αν θα συνιστά ουσιαστικά νέα προσφυγή που προσβάλλει άλλη συγκεκριμένη διοικητική πράξη και η οποία αν κατεχωρείτο κατά την ημερομηνία της τροποποίησης θα βρισκόταν εκτός της χρονικής προθεσμίας που προνοεί το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος (βλ. Lanitis Farm Ltd. v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 124, 132,133 και Theodora Alexandrou Kkeli v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 2030).».

 

Eν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι η Εφεσείουσα δια της αιτούμενης τροποποίησης δεν επιζητεί τη διόρθωση τυπογραφικού σφάλματος ή ελαττώματος που αφορά τον τύπο και τη διαδικασία και δεν πρόκειται για αντικανονικότητα ή παρατυπία που θα μπορούσε να θεραπευθεί με την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ή για απλή αναδιατύπωση της θεραπείας στο Αιτητικό της Προσφυγής της.  Ζητείται ουσιαστικά, ανεπίτρεπτα, η εκπρόθεσμη προσβολή άλλης διοικητικής πράξης από την αρχικώς προσβληθείσα.

 

Πρόσθετα, όπως ορθώς υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η υπέρμετρη καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος για τροποποίηση (πέραν των τεσσάρων ετών από την καταχώρηση της Προσφυγής), σε συνάρτηση με τη δικαιολογία που προεβλήθη από την Εφεσείουσα, περί καλόπιστου λάθους το οποίο εντόπισε ο δικηγόρος του ίδιου δικηγορικού γραφείου που ανέλαβε τον χειρισμό της υπόθεσης, δεν αποτελούν παράγοντες ικανούς να αποσείσουν το βάρος το οποίο βαραίνει την Εφεσείουσα για την έκδοση διατάγματος για τροποποίηση της θεραπείας στο Αιτητικό της Προσφυγής της.

 

Έχει νομολογηθεί ότι, κατά την εξέταση του παράγοντα της καθυστέρησης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η συμπεριφορά των μερών, παρόλο που η ευθύνη για τη διασφάλιση του δικαιώματος που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος για τη διεξαγωγή της δίκης μέσα σε εύλογο χρόνο, ως θεμελιώδους δικαιώματος κάθε διαδίκου, βαραίνει το Δικαστήριο.  Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση αναλόγως επαυξάνει και το  βάρος το οποίο πρέπει να αποσείσει ο αιτητής για την έκδοση διατάγματος για την τροποποίηση και εν προκειμένω, τα όσα προβάλλονται από την Εφεσείουσα δεν κρίνονται ικανοποιητικά (βλ. Φοινιώτης ν. Greenman Navigation (1989) 1(E) A.A.Δ. 33, Δημοτικό Συμβούλιο Αγλαντζιάς ν. Σωτηρούλλας Χαριλάου Χαρικλείδη κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1608).

 

Υπό το φως των ανωτέρω, η Έφεση απορρίπτεται και η Αντέφεση επιτυγχάνει.  Επιδικάζονται 1.800 ευρώ έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον της Εφεσείουσας.

 

 

 

 

                                                         Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ. 

                                                                                   

                                                          Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.

 

                                                          Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο