ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ.: 239/2023)

 

20 Μαΐου 2024

 

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ,

 

Αιτητής/Εφεσείοντας,

 

v.

 

ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

 

Καθ’ ης η Αίτηση/Εφεσίβλητη.

 

____________________

 

Αίτηση ημερομηνίας 29.01.2024 για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης ημερομηνίας 03.08.2023

 

____________________

 

Λ. Βραχίμης για κ.κ. Ελένη Βραχίμη & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για  Αιτητή/Εφεσείοντα.

Δ. Παπαχρυσοστόμου για κ.κ. Δημήτρης Παπαχρυσοστόμου Δ.Ε.Π.Ε, για Καθ’ ης η Αίτηση/Εφεσίβλητη.

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.:  Στις 03.08.2023, εκδόθηκε, από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας – στο εξής το κατώτερο Δικαστήριο – Δικαιοδοσία Περιουσιακών Διαφορών –υπέρ της εφεσίβλητης και νυν Καθ’ ης η Αίτηση – και εναντίον του εφεσείοντα νυν Αιτητή – απόφαση για το ποσό των €80.122,00 πλέον νόμιμο τόκο από τις 08.06.2017.  Εγερθείσα, πρωτοδίκως, ανταπαίτηση απορρίφθηκε.

 

Την έκδοση της πιο πάνω απόφασης ακολούθησε η καταχώριση έφεσης (η παρούσα) με την οποία ο εφεσείοντας – ως καθ’ ου η αίτηση  στην πρωτόδικη διαδικασία – αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης κατάληξης.

 

Επιπλέον, ο εφεσείοντας καταχώρισε, ως Αιτητής, στις 29.01.2024, Αίτηση – στο εξής η επίδικη αίτηση – με την οποία ζητά, από το Εφετείο, την έκδοση διατάγματος το οποίο να αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του, ημερομηνίας 03.08.2023, μέχρι την εκδίκαση της έφεσης.

 

Η επίδικη αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Αιτητή στην οποία γίνεται αναφορά στο ιστορικό της διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης.  Ως εξηγείται, λόγω προσπαθειών για διευθέτηση της διαφοράς των διαδίκων, μετά την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης, δεν καταχωρίστηκε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης.  Στις 18.10.2023, επισκέφθηκαν το συνεργείο του Αιτητή δικαστικοί επιδότες, προκειμένου να προβούν σε καταγραφή όλου του εξοπλισμού του συνεργείου του, για σκοπούς εκτέλεσης της εκκαλούμενης απόφασης. Ο Αιτητής ενημέρωσε τους επιδότες για την καταχωρισμένη έφεση και πως θα προχωρούσε αμέσως σε καταχώρηση αίτησης για αναστολή εκτέλεσης.  Οι επιδότες του ανέφεραν ότι θα επέστρεφαν στις 24.10.2023 για να καταγράψουν τον εξοπλισμό του συνεργείου.  Στις 24.10.2023, ο Αιτητής καταχώρισε, στο κατώτερο Δικαστήριο, αίτηση για αναστολή εκτέλεσης η οποία, όμως, στις 16.01.2024, απορρίφθηκε.  Στις 23.11.2023, πραγματοποιήθηκε δημόσιος πλειστηριασμός στο συνεργείο του Αιτητή όπου πωλήθηκε εξοπλισμός του συνεργείου και ένα φορτηγό, συνολικής αξίας €7.025,00.  Τον εξοπλισμό τον αγόρασε ο υιός του Αιτητή (και υιός της Καθ’ ης η Αίτηση) ο οποίος εργάζεται με τον Αιτητή, για να μπορούν να συνεχίσουν τις εργασίες τους.  Οι επιδότες ενημέρωσαν τον Αιτητή, ότι ανά πάσα στιγμή, μπορούν να προχωρήσουν με νέο πλειστηριασμό και μόνο εξοπλισμός αξίας €10.000,00 μπορεί να προστατευθεί.  Ο υιός του Αιτητή δεν έχει άλλα χρήματα οπότε σε περίπτωση νέου πλειστηριασμού υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ο Αιτητής να απωλέσει την εργασία του.  Η μόνη περιουσία που έχει ο Αιτητής, ως ισιωτής αυτοκινήτων, είναι, ½ μερίδιο ακινήτου επί του οποίου βρίσκεται το συνεργείο του, - εκεί εργάζεται και ο υιός του, - ένα διαμέρισμα στο οποίο διαμένει, καθώς και κάποια χωράφια στην Πλατανιστάσα.  Αν πωληθεί το κτήριο του συνεργείου, ο Αιτητής θα παραμείνει χωρίς εργασία και αν πωληθεί το διαμέρισμα του, θα παραμείνει χωρίς στέγη. Τα χωράφια του στην Πλατανιστάσα είχαν αξία που δεν υπερβαίνει τις €35.000,00 και έχει ήδη εγγραφεί ΜΕΜΟ επί αυτών, όπως και στα άλλα, προαναφερόμενα, δύο ακίνητα.  Η αξία της ακίνητης περιουσίας στην οποία έχει εγγραφεί ΜΕΜΟ υπερκαλύπτει το ποσό της εκκαλούμενης απόφασης.  Ως ήταν παραδεκτό, πρωτόδικα, η αξία του μεριδίου του στο συνεργείο ήταν €200.000,00 και τώρα έχει αυξηθεί.  Αν επιτραπεί η εκτέλεση της απόφασης τόσο ο Αιτητής όσο και ο υιός του θα βρεθούν σε πολύ δυσμενή θέση, αφού θα καταστραφεί η εργασία του που είναι και η μόνη πηγή εισοδήματος.  Σε περίπτωση δε επιτυχίας της έφεσης δεν θα αποκατασταθούν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα του, με οποιοδήποτε τρόπο, και δεν θα είναι δυνατόν να αποδοθεί δικαιοσύνη στο μέλλον.

 

Η εφεσίβλητη – Καθ’ ης η Αίτηση στην παρούσα διαδικασία – καταχώρισε ένσταση προβάλλοντας ότι η Αίτηση είναι καταχρηστική, καθώς, επί του εφετηρίου, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν ζητά την αναστολή της εκκαλούμενης απόφασης, ότι δεν προβάλλονται επαρκή γεγονότα προς υποστήριξη της Αίτησης, κυρίως απουσιάζουν ισχυρισμοί περί ανικανότητας ή αφερεγγυότητας της Καθ’ ης η Αίτηση να ανταποκριθεί σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης, ή  ότι ο Αιτητής θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη αν απορριφθεί η Αίτηση του.  Επιμένει  δε πως ουδεμία αναφορά γίνεται περί της επιτυχίας στην έφεση.  Εν πάση περιπτώσει, η Καθ’ ης η Αίτηση λέγει ότι είναι φερέγγυα και ικανή να ανταποκριθεί στις οικονομικές της υποχρεώσεις, προς τον Αιτητή, σε περίπτωση που αυτός θα έχει εξοφλήσει το χρέος του πλην όμως επιτύχει η έφεση του.

 

Με ένορκη της δήλωση, η Καθ’ ης η Αίτηση υποστηρίζει τις προαναφερόμενες θέσεις, οι οποίες συνιστούν και τους λόγους ένστασης.  Δηλώνει επίσης ότι είναι φερέγγυα και θα συμμορφωθεί αμέσως με όποια απόφαση του Εφετείου.  Δίδει δε λεπτομέρειες της ακίνητης ιδιοκτησίας την οποία έχει καθώς και το ύψος του μηνιαίου μισθού της από μόνιμη και σταθερή εργασία.

 

Κύρια νομική βάση της Αίτησης αποτελεί το Μέρος 41.7(1)(α) και (β) των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, στο οποίο προνοούνται τα ακόλουθα:

«(1) (α)  Εκτός αν το Εφετείο ή το κατώτερο δικαστήριο διατάξει διαφορετικά, η έφεση δεν επενεργεί ως αναστολή οποιουδήποτε διατάγματος ή απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου.

 

(β) Αίτηση για αναστολή διατάγματος ή απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου γίνεται πρώτα στο κατώτερο Δικαστήριο.»

 

Στην απόφαση μας Μαρία – Ραφαέλα Θεοφάνους v. Κυπριακής Δημοκρατίας δια του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 207/2021, σχετική με Πολιτική Έφεση Αρ. 206/2021, ημερ. 6.9.2023, είχαμε την ευκαιρία να αναφέρουμε τα εξής σε σχέση με το Μέρος 41.7 των νέων Κανονισμών:

«Ως διαφαίνεται η ουσία της ρύθμισης της αναστολής δεν άλλαξε. Δεν παραγνωρίζεται ότι στο Μέρος 41.7 δεν γίνεται πρόνοια για εξουσία του Εφετείου να θέσει όρους κατά την έκδοση διατάγματος αναστολής, ωστόσο παρέχεται τέτοια εξουσία δυνάμει του Μέρους 41.12 (1) όπου προνοείται πως «Σε σχέση με έφεση το Εφετείο έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου δικαστηρίου» παραπέμποντας έτσι, σ’ ό,τι αφορά το ζήτημα της έκδοσης διατάγματος υπό όρους, στο Μέρος 3.1 (3) όπου κατώτερο δικαστήριο δύναται να θέτει όρους κατά την έκδοση διατάγματος. Κατ’ επέκταση η μέχρι σήμερα σχετική, επί του θέματος της αναστολής εκτέλεσης αποφάσεων, νομολογία εξακολουθεί να ισχύει και να αποτελεί δεσμευτικό προηγούμενο.»

 

Τα προλεχθέντα υιοθετήθηκαν και στην πολύ πρόσφατη απόφαση μας Ηλιάδου v. Βασιλείου, Έφεση Αρ. 6/2023 (i-justice), ημερομηνίας 07.03.2024, στην οποία παραπέμψαμε και στην Penderhill Holdings Limited και Άλλοι v. Ιωάννη Κλουκινά και Άλλων  (2011) 1 Α.Α.Δ. 1921 όπου λέχθηκαν τ’ ακόλουθα:

«Με βάση τη νομολογία που ερμήνευσε την πιο πάνω διάταξη (βλ. μεταξύ άλλων Katarina Shipping Inc. v. The Cargo on Board the Ship "Poly" (1978) 1 C.L.R. 355, Essex Overseas Trade Services Ltd v. Legend Shipping Co. Ltd. a.o. (1981) 1 C.L.R. 263, "Phoenix" Greek General Insurance Co. S.A. v. Al Khalaf Exhibition (1981) 1 C.L.R. 673, Μavrochanna a.o. v. Μichael (1984) 1 C.L.R. 760, Αristidou v. Αristidou (1985) 1 C.L.R. 649, Ε.Y.R.I.K. a.o. v. Κotsonis (1986) 1 C.L.R. 617, , Ιωσηφάκης v. Αριστοδήμου (1990) 1 Α.Α.Δ. 284, Ναυτικός Όμιλος Πάφου v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147, A.B.P. Holdings Ltd. κ.ά. v. Κιταλίδη κ.ά. (Aρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 287, Θωμά v. Γενικού Εισαγγελέα (1997) 1 Α.Α.Δ. 797 και Σάββα v. Υπουργού Δικαιοσύνης (αρ. 1) (2002) 1 Α.Α.Δ. 195) το όλο θέμα είναι στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η οποία ασκείται δικαστικά και με βάση τους εξής παράγοντες που θα πρέπει να εξισορροπηθούν με γνώμονα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης:

(α) Ο διάδικος ο οποίος επιτυγχάνει στην υπόθεση του δεν πρέπει να στερείται, χωρίς ουσιαστικό λόγο, του καρπού της επιτυχίας του.

(β) Το ένδικο μέσο της έφεσης, το οποίο ασκείται δικαιωματικά, δεν πρέπει να αποστερείται της αποτελεσματικότητας του.

 

Μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνει υπόψη το δικαστήριο είναι οι προοπτικές επιτυχίας της έφεσης αλλά αυτές είναι μόνο οριακής σημασίας. (Bλ. Ναυτικός Όμιλος Πάφου v. Αρχής Λιμένων Κύπρου, πιο πάνω). Στην υπόθεση Ιωσηφάκη v. Αριστοδήμου, πιο πάνω σελ. 288, ο Δικαστής (όπως ήταν τότε) Πικής διατύπωσε τους πιο πάνω παράγοντες ως εξής:

«Δύο είναι οι παράγοντες που κατά κύριο λόγο διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου για την αναστολή πρωτόδικης απόφασης μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Πρώτο, η διασφάλιση της οριστικότητας (finality) των αποφάσεων του πρωτόδικου δικαστηρίου και την παράλληλη κατοχύρωση των δικαιωμάτων του διάδικου υπέρ του οποίου εκδόθηκε η απόφαση και δεύτερο, η εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για την άσκηση έφεσης.  Οι δυο αυτοί παράγοντες εξισορροπούνται με γνώμονα τα συμφέροντα της δικαιοσύνης.»».

 

(βλ. επίσης Ιωάννης Σάββα v. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης (2002) 1 Α.Α.Δ. 195, Βλάχου v. Οικονόμου (2012) 1 Α.Α.Δ. 1520, Χ’’Ιωάννου v. Gordian Holdings Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 273/2019, ημερ. 8.9.2020, ECLI:CY:AD:2020:A298, DB Technologies BV κ.ά. v. Miltiades Neophytou Civil Engineering Contractors and Developers Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε7/2023, ημερ. 15.01.2024).

 

Πριν εξετάσουμε την ουσία της Αίτησης, οφείλουμε να τοποθετηθούμε επί του λόγου ένστασης με τον οποίο προβάλλεται η θέση ότι, ο Αιτητής, επί του εφετηρίου δεν δήλωσε ότι ζητά αναστολή, ωστόσο καταχώρησε την παρούσα Αίτηση με την οποία ζητά τέτοια θεραπεία.

 

Έχοντας αξιολογήσει τα επιχειρήματα που τέθηκαν ενώπιον μας, για το εν λόγω ζήτημα, και από τις δύο πλευρές, έχουμε καταλήξει πως η παράλειψη του Αιτητή στο Τμήμα 7, επί του εφετηρίου, το οποίο καταχωρίστηκε στη βάση των νέων Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, να δηλώσει ότι ζητούσε και αναστολή εκτέλεση της εκκαλούμενης απόφασης δεν θα πρέπει να έχει αρνητικό ή ακόμη και θανάσιμο αποτέλεσμα.  Ως είναι κατανοητό, μέσα από το αδιαμφισβήτητο ιστορικό της υπόθεσης, η έφεση καταχωρίστηκε στις 14.09.2023.  Κατά αυτή την ημερομηνία, ο Αιτητής δεν μπορούσε να δηλώσει περί αιτήματος αναστολής καθ’ ότι δεν είχε ακόμη αποταθεί για αναστολή εκτέλεσης στο κατώτερο Δικαστήριο, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για καταχώριση τέτοιας αίτησης στο Εφετείο, πράγμα το οποίο έπραξε στις 24.10.2023 και εκδόθηκε, πρωτοδίκως, σχετική απορριπτική, απόφαση στις 16.01.2024.

 

Επομένως, στη βάση των πιο πάνω δεδομένων, δεν ήταν αναμενόμενο, ο Αιτητής να ζητά αναστολή, κατά την καταχώριση της έφεσης, αφού θα μπορούσε το αίτημα του να ικανοποιηθεί από το κατώτερο Δικαστήριο.  Πολύ δε περισσότερο, κατ’ επέκταση των προλεγόμενων, δεν είχε στη διάθεση του το υπόβαθρο γεγονότων ώστε να το παραθέσει στο Τμήμα 8, ως απαιτείται από το Τμήμα 7 του εφετηρίου (Έντυπο αρ. Ε63: Ειδοποίηση Εφεσείοντα).  Συνακόλουθα, ο σχετικός, και υπό συζήτηση, λόγος ένστασης απορρίπτεται.

 

Έχοντας αξιολογήσει κάθετί που τέθηκε ενώπιον μας, τόσο σε επίπεδο μαρτυρίας από τις δύο πλευρές καθώς και σε επίπεδο επιχειρημάτων των ευπαίδευτων συνηγόρων των διαδίκων, κρίνουμε ότι, εφ’ όσον ο Αιτητής αποτάθηκε για αναστολή πρώτα στο κατώτερο Δικαστήριο, ως επιβάλλεται από τον προειρημένο Κανονισμό, νομιμοποιείται να αποταθεί και ενώπιον του Εφετείου.  Περαιτέρω κρίνουμε πως:

 

1.  Στην Αίτηση και τη μαρτυρία που την υποστηρίζει δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά περί των πιθανοτήτων επιτυχίας της έφεσης.  Δεν παραγνωρίζεται ότι ο Αιτητής δηλώνει πως κατόπιν νομικής συμβουλής οι λόγοι έφεσης είναι σοβαροί και ουσιαστικοί.  Αυτή όμως η δήλωση δεν επιτρέπει στο Εφετείο να αξιολογήσει κατά πόσο ο εφεσείοντας – Αιτητής έχει με βεβαιότητα καλές πιθανότητες επιτυχίας.  Επιπλέον, η αναφορά του ότι «είναι για τους πιο πάνω λόγους πέραν των άλλων που αναφέρονται στο εφετήριο που θεωρώ ότι έχω πολύ βάσιμους λόγους έφεσης» δεν αντανακλά σε περιεχόμενο το οποίο να σχετίζεται με πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης.  Ωστόσο, ούτως η άλλως, το θέμα είναι οριακής σημασίας, ως έχει ξεκαθαρίσει η νομολογία, και «μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της έφεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση του θέματος, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου» (βλέπε Ναυτικός Όμιλος Πάφου v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147).  

 

2.  Μέρος των όσων προβάλλει ο Αιτητής περί ανεπανόρθωτης ζημιάς αποτελούν ουσιαστικό λόγο ώστε η Καθ’ ης η Αίτηση να στερηθεί των καρπών της επιτυχίας της από την εκκαλούμενη απόφαση.  Το σοβαρό ενδεχόμενο ανεπανόρθωτης ζημιάς αποκτά σημασία λόγω των ιδιαίτερων περιστάσεων της υπόθεσης, παρ’ ότι η Καθ’ ης η Αίτηση παρουσιάζεται φερέγγυα.  Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Μιχαηλίδης v. Θωμάς Σάββα Λτδ, ECLI:CY:AD:2017:A314, Πολιτική Έφεση Αρ. 285/2016, ημερομηνίας 22.09.2017, ECLI:CY:AD:2017:A314, «Χρηματική ζημιά δεν είναι ανεπανόρθωτη ή δυσεπανόρθωτη ζημιά.  Η ζημιά που δυνατό να θέσει σε κίνδυνο εμπορική επιχείρηση, ή την ικανότητα συντήρησης του αιτητή, ή αιφνίδια αποστέρηση των μέσων βιοπορισμού του ίδιου και της οικογένειας του μπορεί να χαρακτηρισθεί, σε μερικές περιπτώσεις, ως ανεπανόρθωτη».

 

Όπως γίνεται αντιληπτό η εκτέλεση και κατ’ επέκταση εκποίηση με πλειστηριασμό, είτε του μεριδίου που βρίσκεται το συνεργείο του Αιτητή, είτε του διαμερίσματος του στο οποίο διαμένει, συγκεντρώνει αυξημένες πιθανότητες για πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς, αν επιτύχει ο Αιτητής στην έφεση του.  Δεν είναι όμως ορθό να ειπωθεί κάτι αντίστοιχο για την περίπτωση των χωραφιών που έχει ο Αιτητής στην Πλατανιστάσα ή ενδεχομένως να υπάρχουν και οπουδήποτε αλλού.  Κρίνουμε συνεπώς πως ο Αιτητής, αν δεν του παραχωρηθεί η αιτούμενη αναστολή, σε ό,τι αφορά το συνεργείο και το διαμέρισμα του, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να στερηθεί της αποτελεσματικότητας του ένδικου μέσου της έφεσης.  Αν πωληθεί το μερίδιο επί του οποίου ο Αιτητής έχει το συνεργείο του, είτε το διαμέρισμα του, δεν θα είναι εφικτό να επανέλθει σ’ αυτά, εφ’ όσον θα αποξενωθούν σε τρίτα πρόσωπα.  Ταυτόχρονα, συνυπολογίζουμε πως με την μετακίνηση του θα επέλθει οικονομικό κόστος και επίδραση στα εισοδήματα του.  Δεν παραγνωρίζουμε, βέβαια, πως ο Αιτητής θα μπορούσε να ενοικιάσει άλλο υποστατικό και να συνεχίσει την εργασία του.  Άλλωστε, ο αναγκαίος εξοπλισμός για τη συνέχιση της εργασίας του, αξίας μέχρι €10.000,00, δεν κατασχέθηκε.  Κατανοούμε, ωστόσο, πως η όποια μετακίνηση του σε άλλο υποστατικό προϋποθέτει και κάποιο κόστος και χρόνο για ανεύρεση νέου υποστατικού.  Δεν τέθηκε ενώπιον μας οποιαδήποτε μαρτυρία πως ένα τέτοιο εγχείρημα θα ήταν εύκολο και χωρίς αρνητική οικονομική επίδραση.  Όσον αφορά, όμως, στα χωράφια που βρίσκονται στην Πλατανιστάσα κανένα σοβαρό επιχείρημα προβλήθηκε, εκ μέρους του Αιτητή, ούτως ώστε αυτά να περιληφθούν σε αναστολή εκτέλεσης της απόφασης.  Ο ισχυρισμός ότι ενδέχεται να πωληθούν σε χαμηλότερη αξία, είναι πολύ γενικός και αόριστος, χωρίς πειστικά στοιχεία.

 

3.  Επιπλέον, το γεγονός ότι η Καθ’ ης η Αίτηση έχει επιβαρύνει την περιουσία του Αιτητή με ΜΕΜΟ, παρ’ ότι δεν αποτελεί επαρκές στοιχείο για να οδηγήσει στην παροχή της αιτούμενης αναστολής, είναι όμως ένα στοιχείο που οφείλουμε να συνυπολογίσουμε στην τελική μας κρίση.

 

Στο πλαίσιο της εξουσίας του Εφετείου για εξισορρόπηση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων των διαδίκων, και με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μας, συνυπολογιζόμενου και του στοιχείου ότι δεν αναμένεται καθυστέρηση στην εκδίκαση της ουσίας της έφεσης, ασκώντας τη διακριτική μας ευχέρεια, διατάσσουμε την αναστολή εκτέλεσης της εκκαλούμενης απόφασης, μέχρι την ολοκλήρωση της έφεσης, στο βαθμό που αυτή θα αφορά δύο εκ των ακινήτων του Αιτητή, ήτοι του διαμερίσματος του και του μεριδίου του επί του ακινήτου όπου διατηρεί το συνεργείο του, όχι όμως για άλλα ακίνητα, χωράφια, που βρίσκονται στην Πλατανιστάσα ή σε οποιοδήποτε άλλο μέρος, ή για τα δικηγορικά έξοδα (βλέπε Χαραλάμπους vA. PANAYIDES CONSTRACTING LTD (2001) 1 Α.Α.Δ. 1978), αναμένοντας ότι ο συνήγορος του Αιτητή, με δήλωση του, ενώπιον μας, θα αναλάβει ρητή υποχρέωση συμμόρφωσης με οποιαδήποτε οδηγία ή διαταγή του Εφετείου αναφορικά με τα έξοδα της εκδίκασης της έφεσης.  Η προαναφερθείσα αναστολή δίδεται υπό τον όρο ότι ο Αιτητής θα καταθέσει στο Πρωτοκολλητείο του Εφετείου, εντός 45 ημερών από σήμερα, ποσό €10.000,00 ή τραπεζική εγγύηση για ισάξιο ποσό, δεδομένων των συγκεκριμένων περιστάσεων, ως ασφάλεια για το εξ’ αποφάσεως χρέος. 

 

Δεν αγνοήσαμε το γεγονός ότι κατά το στάδιο της ακρόασης ο ευπαίδευτος συνήγορος της Καθ’ ης η Αίτηση υπέδειξε πως το Εφετείο έχει εξουσία για αναστολή όλης της απόφασης και όχι για μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας του Αιτητή.  Η εν λόγω εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους και την απορρίπτουμε.  Η εξουσία αναστολής εκτέλεσης απόφασης αντανακλά επί όλης της ακίνητης ή και κινητής περιουσίας.  Δεν είναι δυνατό να υπάρχει εξουσία για αναστολή εκτέλεσης για όλη την περιουσία και να μην είναι επιτρεπτό να ανασταλεί η εκτέλεση της επί μέρους αυτής. Ισχύει η λογική μέθοδος ερμηνείας ότι «εκ του μείζονος το έλασσον», που, ως κρίνουμε, έτσι προσδιορίζεται το πραγματικό νόημα του νόμου.

 

Το ύψος δε του ποσού των €10.000,00 καθορίστηκε αφού έχουμε λάβει υπόψη ότι τέθηκε ενώπιον μας, ως γεγονός, πως ήδη εισπράχθηκε το ποσό των €7.025,00 από πλειστηριασμό στο συνεργείο του Αιτητή, και ενόψει της επιβάρυνσης με ΜΕΜΟ επί της ακίνητης περιουσίας του Αιτητή που προφανώς, δεδομένου ότι δεν αμφισβητήθηκε σχετική θέση του Αιτητή,  ξεπερνά κατά πολύ το εξ αποφάσεως χρέος.   

 

Όσον αφορά στα έξοδα της παρούσας Αίτησης, παραπέμπουμε σε σχετικό απόσπασμα από την υπόθεση Τσιάτταλος v. Μαρκαντώνη, ECLI:CY:AD:2018:A47, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε151/2017 (σχετ. με Ε152/2017), ημερομηνίας 29.01.2018, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου επί του θέματος των εξόδων έχει ασκηθεί στα ορθά πλαίσια και δεν υπάρχει λόγος επέμβασης του Εφετείου κατ΄αυτής της πτυχής.  Χρήσιμο είναι το απόσπασμα από το Annual Practice 1958, p.1699 στο οποίο αναφέρονται και τα εξής: "costs of applications. - The costs are in the discretion of the court (see Adair ν. Young (1879), 11 Ch.D.136), but as a rule the applicant will be ordered to pay them (Cooper ν. Cooper (1876), 2 Ch.D. 492".  Η πρακτική που ακολουθείται από τα πρωτόδικα Δικαστήρια και στην Κύπρο είναι ότι συνήθως ο αιτητής επιβαρύνεται με τα έξοδα της αίτησης αναστολής, αφού είναι ο ίδιος που επωφελείται από αυτή. {Βλ. Χαραλάμπους ν. Panayides Contraction Ltd (ανωτέρω)}.»

 

 

Κατ’ επέκταση των πιο πάνω νομολογηθέντων, δεν βλέπουμε λόγο, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, να μην επιδικάσουμε έξοδα προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση.  Τα έξοδα της Αίτησης ύψους €1.700,00 πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, επιδικάζονται προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση – εφεσίβλητης και εναντίον του Αιτητή – εφεσείοντα.

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο