ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ   – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

20 Μαΐου 2024

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 97/2018)

 

ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ ΣΑΒΒΑ,

Εφεσείων

v.

 

G.  H. SKATES LTD, ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΣ ΚΑΙ/Ή ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΩΝΥΜΙΑ EXTREME PARK,

Εφεσιβλήτων

 

Δ. Μιχαηλίδης για Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης ΔΕΠΕ για Εφεσείοντα

Στ. Γεωργιάδου (κα) για Γ. Γεωργιάδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ  για Εφεσίβλητους

 

------------------------

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ: Πτώση του εφεσείοντα από την καρέκλα επί της οποίας καθόταν, παρευρισκόμενος σε παιγνιδότοπο, με την ευκαιρία των γενεθλίων της εγγονής του, είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του. Διαπιστώθηκε ότι το πίσω αριστερό πόδι της καρέκλας είχε ανοίξει ελαφρά προς τα πίσω.

 

Ο εφεσείων καταχώρησε, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων, ιδιοκτητών του εν λόγω παιγνιδότοπου, ζητώντας αποζημιώσεις για τις σωματικές βλάβες και τις ειδικές ζημιές που υπέστη, ως αποτέλεσμα της πτώσης του. Ήταν ο ισχυρισμός του ότι το ατύχημά του οφειλόταν στην αποκλειστική αμέλεια των εφεσιβλήτων και/ή την από μέρους τους παράβαση των εκ του νόμου απορρεόντων καθηκόντων τους.

 

Η ευπαίδευτη πρωτόδικη Δικαστής, για τους λόγους που ανέλυσε στην απόφασή της, κατέληξε ότι οι εφεσίβλητοι δεν ήταν αμελείς, θεωρώντας ότι αυτοί είχαν λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα έπιπλα και το υποστατικό να είναι ευλόγως ασφαλή.

 

Την απόφαση αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο εφεσείων προσβάλλει με έξι, συνολικά, λόγους έφεσης. Οι πρώτοι τέσσερεις λόγοι αφορούν συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί της ευθύνης, ενώ οι τελευταίοι δύο λόγοι αφορούν συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί των αποζημιώσεων, αναφορικά με το κόστος και αναγκαιότητα, αντιστοίχως, μελλοντικής χειρουργικής επέμβασης.

 

Έχουμε μελετήσει διεξοδικά τους εγειρόμενους λόγους έφεσης, την αιτιολογία αυτών και την επιχειρηματολογία της πλευράς του εφεσείοντα, αλλά και την αντίθετη επιχειρηματολογία της πλευράς των εφεσιβλήτων. Προχωρούμε με την εξέταση αυτών, προβαίνοντας σε παράλληλη εξέταση συγκεκριμένων λόγων έφεσης, όπου κρίνεται ορθό, ως αποτέλεσμα συνάφειάς τους επί της ουσίας.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης, προβάλλεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη και έρχεται σε αντίθεση με το εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων ήταν προσκεκλημένος και υπήρχε καθήκον του κατόχου προς αυτόν να λάβει φροντίδα ώστε το υποστατικό να είναι ευλόγως ασφαλές. Ως είναι η θέση του εφεσείοντα, εφόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι το πίσω αριστερό πόδι της καρέκλας είχε ανοίξει ελαφριά προς τα πίσω και ότι ο εφεσείοντας έπεσε από καρέκλα στον παιγνιδότοπο που ανήκει στους εφεσίβλητους, αυτοί, ως κάτοχοι του χώρου, παρέβηκαν το ως άνω καθήκον και επομένως ευθύνονται για την πτώση και τραυματισμό του εφεσείοντα. Με τον συναφή δεύτερο λόγο έφεσης, ο εφεσείων προβάλλει τη θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η καρέκλα δεν ήταν υπό τον συνεχή αποκλειστικό έλεγχο των εφεσιβλήτων και/ή ήταν υπό τον έλεγχο του εφεσείοντα. Ως εξηγείται, εφόσον ο εφεσείων ήταν προσκεκλημένος στον παιγνιδότοπο των εφεσιβλήτων και η καρέκλα ανήκε σ’ αυτούς, αυτοί είχαν τον αποκλειστικό έλεγχο της καρέκλας και όχι ο εφεσείων, ο οποίος κάθισε σ’ αυτήν για λίγες ώρες μόνο.

 

Δεν μας βρίσκουν σύμφωνους η συλλογιστική και η ουσιαστική τοποθέτηση των ως άνω λόγων έφεσης. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως προκύπτει από την πρωτόδικη απόφαση, δεν είναι αποτέλεσμα αυθαίρετης θεώρησης της κατάστασης πραγμάτων που τέθηκε ενώπιον του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέθεσε την προσκομισθείσα, από τις δύο πλευρές, μαρτυρία και προχώρησε με την αξιολόγηση της. Στο πλαίσιο αυτό, έκρινε αναξιόπιστο τον εφεσείοντα, για τους λόγους που αναλύει, ως επίσης και τον άλλο μάρτυρα που κατέθεσε προς υποστήριξη του εφεσείοντα ως προς την πτώση, κρίνοντας, μάλιστα, ότι δεν είδε την πτώση. Έκρινε, παράλληλα, καθ’ όλα αξιόπιστους τους μάρτυρες που η υπεράσπιση παρουσίασε. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας, στο σύνολο της, και τα συναφή συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν έχουν εφεσιβληθεί.

 

Ως αποτέλεσμα της εν λόγω αξιολόγησης, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε ανάλογα συμπεράσματα, τα οποία συνόψισε στο ότι «ο ενάγοντας ο οποίος παρευρέθηκε στα γενέθλια της εγγονής του έπεσε από καρέκλα του τύπου του Τεκμηρίου 9 στον παιγνιδότοπο «Extreme Park» που ανήκει στην εναγομένη.  Αυτό συνέβη περίπου στο μέσο του πάρτι το οποίο είχε αρχίσει στις 6:00, γύρω στις 7:30 μ.μ.  Ο ΜΥ1 διαπίστωσε πως το πίσω αριστερό πόδι της καρέκλας είχε ανοίξει ελαφριά προς τα πίσω.  Σύμφωνα με τον ΜΥ2 η καρέκλα του Τεκμηρίου 9 είναι φτιαγμένη για βαρετού τύπου χρήση και είχε αγοραστεί δύο χρόνια προηγουμένως.  Περαιτέρω, σύμφωνα με τον ΜΥ2 αν το πόδι της καρέκλας είχε χαλάσει λόγω καθημερινής κακής χρήσης η καρέκλα θα κατέρρεε ευθύς μόλις καθόταν ο πελάτης και όχι αργότερα.  Από την πτώση ο ενάγοντας κτύπησε.  Το προσωπικό του Extreme Park φροντίζει να προβαίνει σε καθημερινό ενδελεχή έλεγχο του εξοπλισμού και του χώρου γενικότερα, ο δε εξοπλισμός ήταν άριστης ποιότητας και ανθεκτικός.»

 

Υπό αυτά τα δεδομένα, δεν βρίσκουμε έρεισμα στους πρώτους δύο λόγους έφεσης. Η ιδιοκτησία του χώρου και της καρέκλας από τους εφεσίβλητους και το γεγονός ότι ο εφεσείων ήταν προσκεκλημένος δεν οδηγούν, δίχως άλλο, σε αποκλειστικό έλεγχο της καρέκλας και, κατά συνέπεια, ευθύνη των εφεσιβλήτων, ως οι σχετικοί λόγοι έφεσης.

 

Ως αβάσιμοι, απορρίπτονται οι λόγοι έφεσης 1 και 2.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, εσφαλμένα δεν κατέληξε σε εύρημα ότι, στην παρούσα υπόθεση, τυγχάνει εφαρμογής η αρχή res ipsa loquitur. Είναι η θέση του εφεσείοντα ότι αυτός κατάφερε να αποδείξει εκ πρώτης όψεως αμέλεια σε σχέση με τους εφεσίβλητους, την οποία αυτοί απέτυχαν να αποσείσουν. Με τον τέταρτο, συναφή, λόγο έφεσης, προβάλλεται σφάλμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο να καταλήξει σε εύρημα ότι αν η καρέκλα ήταν ελαττωματική, αυτή θα έσπαζε αμέσως με το κάθισμα του εφεσείοντα σ’ αυτήν. Ελλείψει μαρτυρίας ότι ο εφεσείων δεν καθόταν κανονικά στην καρέκλα, προκύπτει το συμπέρασμα ότι η καρέκλα ήταν ελαττωματική.

 

Είναι και πάλι χρήσιμο να ανατρέξουμε στην πρωτόδικη απόφαση, από την οποία προκύπτει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, επαρκώς, ανέλυσε τη νομική πτυχή του εξεταζόμενου θέματος. Είναι καλώς γνωστό ότι το Άρθρο 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 ενσωμάτωσε στο Κυπριακό Δίκαιο, την Αγγλική νομολογιακή αρχή res ipsa loquitur. Ως εξηγείται στην ΣΕΝΤ ΜΑΡΙΝΑ ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ ΠΡΟΜΟΣΙΟΝΣ ΛΤΔ ν. ΚΕΗ (ΚΥΡΙΑΚΗ) ΦΙΛΙΠΠΟΥ (2004) 1 ΑΑΔ 1330:

 

«Στην Morides v. Ioannou (1973) 1 C.L.R. 117 έγινε εκτεταμένη ανάλυση της αρχής του res ipsa loquitur με αναφορά στην Αγγλική Νομολογία (βλ. Lloyde v. West Midlands Gas Board [1971] 2 All E.R. 1240, 1246). Λέχθηκε ότι το αρ. 55 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 καθιερώνει την αρχή του res ipsa loquitur του Αγγλικού Κοινοδικαίου ως μέρος και του Κυπριακού Δικαίου.

Σύμφωνα με τα λεχθέντα στην Lloyde (πιο πάνω) η αρχή του res ipsa loquitur σημαίνει «ότι ο ενάγων αποδεικνύει εκ πρώτης όψεως αμέλεια όπου: (ι) Δεν είναι δυνατό για τον ίδιο να αποδείξει επακριβώς ποιά ήταν η σχετική πράξη ή παράλειψη η οποία έθεσε σε κίνηση τα γεγονότα τα οποία οδήγησαν στο ατύχημα· πλην όμως (ιι) επί της μαρτυρίας ως έχει κατά τον σχετικό χρόνο είναι περισσότερο πιθανό ότι η πραγματική αιτία του ατυχήματος ήταν μια πράξη ή παράλειψη του εναγομένου ή κάποιου για τον οποίο ο εναγόμενος είναι υπεύθυνος, η οποία πράξη ή παράλειψη συνιστά παράλειψη επίδειξης επιμέλειας για την ασφάλεια του ενάγοντα»*.»

 

          Το εκ πρώτης όψεως συμπέρασμα αυτό μπορεί να ανατραπεί από τη μαρτυρία που ο εναγόμενος θα προσκομίσει. Ως τέθηκε στην Lloyde (ανωτέρω): «The res, which previously spoke for itself, may be silenced, or its voice may, on the whole of the evidence, become too weak or muted.» Το βάρος μετατίθεται στον εναγόμενο να αποδείξει ότι δεν υφίστατο αμέλεια για την οποία αυτός να ευθύνεται σε σχέση με το συμβάν το οποίο οδήγησε στη ζημιά. Υπενθυμίζεται ότι, με βάση το λεκτικό του Άρθρου 55 του Κεφ. 148, πέραν του ότι ο ενάγοντας στερείται γνώσης ή μέσων γνώσης των πραγματικών περιστατικών τα οποία προκάλεσαν το συμβάν το οποίο οδήγησε στη ζημιά, θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι η ζημιά προκλήθηκε από ιδιοκτησία επί της οποίας ο εναγόμενος είχε πλήρη έλεγχο και να κρίνεται από το Δικαστήριο ότι η επέλευση του συμβάντος που προκάλεσε τη ζημιά, συνδέεται περισσότερο με το γεγονός ότι ο εναγόμενος παρέλειψε να καταβάλει εύλογη επιμέλεια παρά προς την καταβολή τέτοιας επιμέλειας.

 

          Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέφρασε την άποψη ότι η καρέκλα δεν ήταν υπό τον συνεχή αποκλειστικό έλεγχο των εναγομένων και/ή ήταν υπό τον έλεγχο του εφεσείοντα, ο οποίος είχε καθίσει επί αυτής για περίπου μιάμιση ώρα. Συνέχισε, όμως, εξηγώντας, στη βάση των συμπερασμάτων του επί των γεγονότων, ότι «Ακόμη όμως και αν αποφάσιζα πως η επίδικη καρέκλα βρισκόταν στον πλήρη και αποκλειστικό έλεγχο των εναγόμενων θεωρώ ότι με βάση την ενώπιον μου αξιόπιστη μαρτυρία η εναγομένη έχει αποσείσει το βάρος να αποδείξει ότι δεν είχε καμία σχέση με το ατύχημα και τη ζημιά που υπέστη ο ενάγοντας και ότι συνεπώς, δεν ήταν αμελής.  Θεωρώ πως οι εναγόμενοι είχαν λάβει όλα τα αναγκαία μέρα ούτως ώστε τα έπιπλα και το υποστατικό να είναι εύλογα ασφαλή.  Σύμφωνα με τη μαρτυρία οι καρέκλες ήταν σχεδόν καινούριες, φτιαγμένες για βαρετού τύπου χρήση και επιθεωρούνταν κανονικά.  Δεν έχει τεθεί ενώπιον μου μαρτυρία για οποιαδήποτε τυχόν ένδειξη ή γνώση των εναγομένων για ελαττωματικότητα της καρέκλας η φθορά, ως η εισήγηση του κου Μιχαηλίδη, ενώ σύμφωνα με τον ΜΥ2 αν η καρέκλα ήταν ελαττωματική αυτή θα έσπαζε αμέσως με το κάθισμα του ενάγοντα σ΄ αυτήν.»

 

          Δεν εντοπίζουμε οποιοδήποτε σφάλμα, είτε στην προσέγγιση του θέματος από το πρωτόδικο Δικαστήριο, είτε στην κατάληξή του. Όπως έχουμε υποδείξει, η αξιολόγηση της μαρτυρίας εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου και τα συμπεράσματά του επί των γεγονότων δεν έχουν εφεσιβληθεί. Επομένως, προκύπτει να ήταν καθ’ όλα επιτρεπτά και δικαιολογημένα τα πιο πάνω συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Με ορθή δε εφαρμογή των προνοιών του Άρθρου 55 του Κεφ. 148, δικαιολογημένα και εντός των ορίων της ευχέρειας του, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε ότι οι εφεσίβλητοι απέσεισαν το βάρος απόδειξης του ότι δεν ήταν αμελείς και δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση με το ατύχημα και τη ζημιά που υπέστη ο εφεσείοντας.

 

          Αβάσιμοι, συνεπώς, κρίνονται και οι λόγοι έφεσης 3 και 4 και, ως τέτοιοι, απορρίπτονται.

 

          Η απόρριψη των λόγων έφεσης 1, 2, 3 και 4 αναπόφευκτα καθιστά αχρείαστη τη σε ακαδημαϊκό επίπεδο ενασχόληση του εφετείου με τους λόγους έφεσης 5 και 6, οι οποίοι αφορούν θέματα αποζημιώσεων.

 

          Η παρούσα έφεση απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα, €2.400.-, πλέον ΦΠΑ, εάν υπάρχει, έξοδα.  

 

 

 

                                                    Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.       

 

 

 

Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

 

Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο