ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ.: 399/2018)

 

15 Ιουλίου, 2024

 

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

 

BAHAA BADAWI,

 

Εφεσείoντας,

 

v.

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΩΝΙΔΑ ΛΤΔ,

 

Εφεσίβλητη.

 

____________________

 

Ε. Ευαγγέλου για κ.κ. Θέμης Θωμά & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα.

Ε. Ανδρέου (κα) για κ.κ. Ανδρέου, Χατζηχριστοφής Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη.

 

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Τουμαζή, Δ..

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

TOYMAZH, Δ.:  Η έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερομηνίας 26.10.2018, με την οποία απερρίφθη η αγωγή του εφεσείοντα εναντίον της εφεσίβλητης - εργοδότριας του. Ο εφεσείοντας αξίωνε ειδικές και γενικές αποζημιώσεις, επικαλούμενος τραυματισμό του σε εργατικό ατύχημα.

 

Ο εφεσείοντας, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήτο εργοδοτούμενος της εφεσίβλητης, ως συγκολλητής, με μικτό μισθό €320,00 εβδομαδιαίως.

 

Οι θέσεις του εφεσείοντα, ως προς τις συνθήκες του κατ’ ισχυρισμόν εργατικού ατυχήματος, αποτυπώνονται στις παραγράφους 5 και 6 της γραπτής του δήλωσης, και είναι οι ακόλουθες:

 

“5. Κατά την 19/2/2010 ενώ ευρισκόμουν και εργαζόμουνα σε μεταλλική κατασκευή γκαράζ στα Λειβάδια, της Επαρχίας Λάρνακας και ενώ βρισκόμουνα σε σκάλα, εντελώς απότομα έχασα την ισορροπία μου και έπεσα από αυτήν, αφού με χτύπησε το ηλεκτρικό ρεύμα της ηλεκτροκόλλησης, λόγω ελαττωματικότητας και λόγω προβλήματος της και λόγω φθοράς και ζημιάς αυτής και της καλωδίωσης της και άλλως πως

 

6.  Η πολύ κακή κατάσταση των καλωδίων ηλεκτρικού ρεύματος και η ελαττωματικότητα και η φθορά και το πρόβλημα και η ζημιά αυτών, ως επίσης και η πολύ κακή κατάσταση και η ακαταλληλότητα και η φθορά και η παλαιότητα μιας κινούμενης σκάλας από αλουμίνιο που οφείλονταν σε αμέλεια και κακή συντήρηση εκ μέρους της Εναγόμενης εταιρείας, αποτέλεσαν την αποκλειστική αιτία για τους τραυματισμούς που υπέστηκα…».

 

Ο εφεσείοντας καταλόγισε αμέλεια στην εφεσίβλητη για τον τραυματισμό του, λόγω του ότι παρέλειψε να συμμορφωθεί στα επιβαλλόμενα καθήκοντα της, κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας και ισχυρίστηκε ότι τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε και η ανικανότητα για εργασία, προέρχοντο από το ατύχημα που υπέστη, με ευθύνη της εφεσίβλητης.

 

Η πλευρά της εφεσίβλητης  ισχυρίστηκε ότι ουδέποτε κατά τον χρόνο εργασίας του ο εφεσείοντας κτυπήθηκε από ηλεκτρικό ρεύμα της ηλεκτροσυγκόλλησης.  Απέρριψε τους ισχυρισμούς περί ευθύνης της, ως επίσης και τις αξιώσεις για αποζημιώσεις.

 

Ο πρωτόδικος Δικαστής, στην εκκαλούμενη απόφαση, αναφέρθηκε στην υποχρέωση επιμέλειας ενός εργοδότη προς τους εργοδοτούμενους του με βάση το Άρθρο 51 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο, Κεφ. 148 και στην απόφαση Χριστοφή κ.α. v. Θεοδούλου κ.α. (2007) 1 Α.Α.Δ. 512, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Περαιτέρω, οι αρχές με βάση τις οποίες ένας εργοδότης κρίνεται ότι έχει αστική ευθύνη για αμέλεια έναντι των εργοδοτουμένων του για ατυχήματα των εργοδοτουμένων κατά τη διάρκεια της εργασίας τους είναι καλά θεμελιωμένες. Η υποχρέωση επιμέλειας του εργοδότη προς τους εργοδοτουμένους του πηγάζει από το άρθρο 51 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, το οποίο βασίζεται στις αρχές του κοινού δικαίου.  Βασικά ο εργοδότης έχει υποχρέωση να μην εκθέτει τους εργοδοτούμενους του σε περιττούς ή μη αναγκαίους κινδύνους, να εργοδοτεί ικανό προσωπικό, να παρέχει ασφαλή εξοπλισμό, ασφαλές σύστημα εργασίας και ασφαλή χώρο εργασίας.»

 

Ο πρωτόδικος Δικαστής, αφού αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία, απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα ως αντιφατική, μη πειστική και ακροσφαλή.  Ανέφερε ότι δεν προσκομίστηκε αξιόπιστη μαρτυρία, ούτε για το πως προκλήθηκε η ισχυριζόμενη ηλεκτροπληξία, ούτε κατά πόσο η πτώση οφειλόταν στην ηλεκτροπληξία ή στην ακατάλληλη προς χρήση σκάλα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείοντας απέτυχε να αποδείξει οποιανδήποτε αμέλεια της εφεσίβλητης, ή παράλειψη εκτέλεσης οφειλόμενου προς αυτόν καθήκοντος, ούτε και ότι, συνεπεία της αμέλειας, η εφεσίβλητη προκάλεσε σ’ αυτόν σωματικές βλάβες ή ζημιές για τις οποίες να δικαιούται αποζημιώσεις.

 

Η εκκαλούμενη απόφαση προσβάλλεται με έξι λόγους έφεσης.  Με τους λόγους έφεσης 1 και 2 προσβάλλεται η αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Υ.3, διευθυντή της εφεσίβλητης και του εφεσείοντα.

 

Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι έργο κατ’ εξοχήν του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα.  Το Εφετείο κατά κανόνα σπάνια επεμβαίνει. Η επέμβαση του στην αξιολόγηση, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, της μαρτυρίας καθώς επίσης στα ευρήματα στα οποία αυτό έχει οδηγηθεί δικαιολογείται μόνο, όταν τα ευρήματα είναι εξ’ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν είναι παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που έγινε αποδεχτή ως αξιόπιστη.  Εάν ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο Δικαστήριο να κάμει τα ευρήματα τα οποία έκαμε σε σχέση με την αξιοπιστία, το Εφετείο δεν επεμβαίνει (Αθανασίου v. Κουνούνη (1997) 1 ΑΑΔ 614, Σολωμού v. Vineyard View Tourist Enterprises Ltd (1998) 1(Α) ΑΑΔ 300, Γ.Μ.Β v. T.A Έφεση Αρ. 15/2020, 24.11.22 ECLI:CY:DOD:2022:32).

 

Θα ξεκινήσουμε με τον δεύτερο λόγο έφεσης, με τον οποίο προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα, η οποία, κατά τον εφεσείοντα, ήτο σαφής και ξεκάθαρη.

 

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής κατέγραψε με λεπτομέρεια τις αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσε ο εφεσείοντας στη μαρτυρία του, ακόμα και με μάρτυρες τους οποίους ο ίδιος κάλεσε, όπως τη μαρτυρία της Αγάθης Αγαθαγγέλου (Μ.Ε.2), η οποία ήταν η ιατρός που πρώτη εξέτασε τον εφεσείοντα στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας. Παραθέτουμε απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου, όπου καταγράφονται οι εν λόγω αντιφάσεις:

 

«(α) Υπήρξε αντιφατική η μαρτυρία του και αυτή γίνεται αντιληπτή ακόμα και στη Γραπτή Δήλωση του για το πότε έφυγε από την δουλειά του μετά το ισχυριζόμενο ατύχημα. Από τη μια αναφέρει ότι αμέσως μετέβη στο Νοσοκομείο και αλλού ότι παρέμεινε στην εργασία του για δύο επί πλέον ώρες. Όμως μετά από ηλεκτροπληξία και πτώση από ύψος 2 – 2 ½ μ. και τις σωματικές βλάβες που υποστηρίζει ότι υπέστη συνεπεία αυτού, θα ανέμενε κάποιος όπως ανέφερε και ο Δρ. Α. Περδίος, να σφαδάζει από τους πόνους. Σε άλλο σημείο ανέφερε ότι μετέβη πρώτα στο σπίτι του για να κάνει μπάνιο και μετά πήγε στο νοσοκομείο. Παρόλα αυτά ακόμα και η ιατρική μαρτυρία που ο ίδιος παρουσίασε δεν τείνει προς αυτή την κατεύθυνση. Η Δρ Α. Αγαθαγγέλου (Μ.Υ.2), όταν της υποδείχθηκε ο χρόνος που αναγράφεται στο παραπεμπτικό της για αιματολογικές εξετάσεις (Τεκμ. 82) που ήταν η ώρα 23:24 ανέφερε ότι αυτές οι εξετάσεις είναι οι πρώτες στις οποίες παραπέμπεται ένας ασθενής που παραπονείται για ηλεκτροπληξία. Αυτή η μαρτυρία που προήλθε από τον ίδιο τον ενάγοντα φανερώνει ότι αυτός είχε μεταβεί αργά το βράδυ στο νοσοκομείο και όχι αμέσως μετά το ατύχημα του που είχε συμβεί γύρω στις 11:00 – 11:30 ή έστω μετά που πήγε στο σπίτι του και έκαμε μπάνιο. Έχει δε τη σημασία του ο χρόνος αυτός ενόψει της ιατρικής μαρτυρίας ότι με τα συμπτώματα που παραπονέθηκε ότι είχε αυτός συνεπεία του ατυχήματος θα έπρεπε να σφαδάζει από τους πόνους και όχι να είχε μεταβεί στο νοσοκομείο αρκετές ώρες αργότερα. 

(β) Ανέφερε ότι λόγω της κατάστασης της υγείας του δεν αναζήτησε ποτέ μετά το ισχυριζόμενο ατύχημα εργασία συμμορφούμενος και στις υποδείξεις των γιατρών του, όμως στη συνέχεια της ίδιας της δήλωσης του αναφέρει ότι αναζήτησε εργασία. Το γεγονός και μόνο ότι αμέσως μετά την αποφυλάκιση του και από τον Μάϊο του 2010 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους λάμβανε ανεργιακό επίδομα δείχνει ότι ήταν ικανός για εργασία. Ακόμα και πριν πάει φυλακή είχε εργαστεί μετά τη λήξη της άδειας ασθενείας του για δύο μέρες χωρίς να παρουσιάσει πρόβλημα υγείας.

(γ) Ισχυρίστηκε ότι δεν είχε οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας προ της 19.02.2010 όταν η ιατρική μαρτυρία κατέδειξε ότι αυτός είχε προβλήματα με τον σπόνδυλο του πριν από τις 19.02.2010 (βλ. ιατρικά πιστοποιητικά του Δρος Α. Περδίου Τεκμ. 8 και 136 όπως και το MRI Τεκμ. 4 το οποίο καταδεικνύει  εκφυλιστικές παθήσεις στο σπόνδυλο εξελισσόμενες,   αλλά και τη μαρτυρία του κ. Π. Λεωνίδα (Μ.Υ.1) ο οποίος ανέφερε ότι είχε αντιληφθεί τον ενάγοντα από την αρχή της εργοδότησης του στην εναγομένη να φορά ζώνη στήριξης της μέσης του που όπως του είπε ήταν κατόπιν οδηγιών γιατρού καθώς πονούσε τη μέση του.

(δ) Ισχυρίστηκε ότι του συνέστησαν στο νοσοκομείο όταν πήγε στο Τμήμα Α΄ Βοηθειών στις 19.02.2010 να παραμείνει μέχρι την επόμενη για να τον παρακολουθούν και αυτός αρνήθηκε καθώς ένοιωθε καλά και εξήλθε του νοσοκομείου. Αυτόν τον ισχυρισμό του τον διέψευσε η Δρ Α. Αγαθαγγέλου (Μ.Ε.2) η οποία ανέφερε ότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα το έγγραφε στο πιστοποιητικό της (Τεκμ. 2).

(ε) Όταν μετέβη στο νοσοκομείο δεν είχε αναφέρει ότι είχε πέσει από ύψος 2 – 2 ½ μέτρα καθώς αν είχε αναφέρει κάτι τέτοιο θα αναγραφόταν και πάλι στο πιο πάνω πιστοποιητικό της Δρος Α. Αγαθαγγέλου . Δικαιολογήθηκε γι’ αυτή τη παράλειψη ότι ο ίδιος το είχε αναφέρει και ήταν παράλειψη των ιατρών που  δεν το έγραψαν στο πιστοποιητικό. Ούτε όμως και στον ιατρό Σ. Σεργίου (Μ.Ε.7) είχε πει οτιδήποτε περί πτώσης του από ύψος εφόσον κάτι τέτοιο δεν ανεγράφη ούτε στο πιστοποιητικό αυτού του γιατρού (Τεκμ. 35). Η πρώτη φορά που αναφέρει κάτι τέτοιο ήταν στον Δρα Α. Περδίου στις 30.09.2010 (Τεκμ. 8). 

(στ) Ούτε ως προς το έγκαυμα το οποίο επιδεικτικά υπέδειξε κάποιο σημάδι κοντά στον ομφαλό του στο Δικαστήριο δεν ήταν ειλικρινής καθώς κάτι τέτοιο δεν είχαν προσέξει κατά την εξέταση του στο νοσοκομείο και θα ήταν σίγουρα διαφορετική η αντιμετώπιση του εάν είχε τέτοιο έγκαυμα όπως ανέφερε η Δρ Α. Αγαθαγγέλου θα του παρείχοντο αντιβιοτικά και παυσίπονα.

(ζ) Ισχυρίστηκε ότι τη βεβαίωση που είχε υπογράψει προς την εργοδότρια του (Τεκμ. 121), την υπέγραψε υπό εκβιασμό για να του δοθούν τα έντυπα που χρειαζόταν για να τα υποβάλει στα διάφορα κυβερνητικά τμήματα για να λάβει επιδόματα. Όμως, ούτε αυτός ο ισχυρισμός του είναι αληθινός καθώς το έντυπο που επικαλέστηκε δηλαδή το Τεκμ. 9 όπως και το Τεκμ.94, αν και το τελευταίο ο κ. Γ. Λεωνίδα ισχυρίστηκε ότι δεν το υπέγραψε ο ίδιος έχουν ημερομηνία 25.06.2010 μερικούς δηλαδή μήνες αργότερα.»

 

Το Δικαστήριο, στη συνέχεια, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα:

 

«Συνοψίζοντας, η μαρτυρία του ενάγοντος περί ηλεκτροπληξίας και πτώσης από ύψος 2-2½ μ.  δεν γίνεται αποδεκτή για τους ακόλουθους λόγους: (α) Παρόλο ότι αυτό επικαλέστηκε στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας όταν μετέβη εκεί το απόγευμα της ίδιας ημέρας, εντούτοις παρά το γεγονός ότι υποβλήθηκε σε όλες τις ενδεδειγμένες εξετάσεις καμιά από αυτές δεν κατέδειξε ότι είχε υποστεί οποιανδήποτε βλάβη συνεπεία ηλεκτροπληξίας, (β) ακόμα και το σημάδι – έγκαυμα που ισχυρίστηκε ότι του προκάλεσε η εξαγωγή του ηλεκτρικού ρεύματος από το κορμί του σε σημείο κοντά στον ομφαλό του – υποδεικνύοντας το μάλιστα επιδεικτικά από το εδώλιο του μάρτυρος – δεν αναφέρεται σε κανένα ιατρικό πιστοποιητικό.  Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν ελλείψεις από πλευράς μέτρων ή μέσων ασφάλειας ή εργαλείων - ο εργοδότης του τούς έλεγε μάλιστα να αγοράσουν οι ίδιοι μέσα ασφάλειας και εργαλεία – αυτά και αν είναι υπερβολή όπως φρονώ που αποσκοπούσαν στην δημιουργία εντυπώσεων. Αντιπαραβάλλοντας τη δική του μαρτυρία στο ζήτημα της ηλεκτροπληξίας και της ακαταλληλότητας της σκάλας στην οποία ανέβηκε για να εκτελέσει την εργασία του, αποδέχομαι αυτή της εναγομένης, η οποία προήλθε από  τον κ.  Π. Λεωνίδα, γιό του διευθυντή της εργοδότριας εταιρείας, όσο και αυτή του ίδιου του κ.  Γ. Λεωνίδα, διευθυντή της. Κρίνω ότι οι τελευταίοι είπαν την αλήθεια ότι δεν υπήρχε φθαρμένο καλώδιο σε βαθμό που θα το καθιστούσε επικίνδυνο για την ανθρώπινη ασφάλεια καθώς, όπως αφοπλιστικά ανέφερε και ο κ. Γ. Λεωνίδα, δεν θα άφηνε να εργάζονται με τέτοιο κίνδυνο και τα παιδιά του. Παρόμοια σε σχέση με τη σκάλα (τριπόδι) που χρησιμοποιήθηκε για να ανέβει σε μικρό ύψος όπως βρίσκω - καθώς η εργασία που αναμενόταν να εκτελέσει δεν χρειαζόταν να ανέβη σε ύψος 2 – 2 ½ μ., όπως ισχυρίστηκε ο ενάγων, εφόσον το ύψος που βρισκόταν το πασαμάνο που θα κολλούσε από την κάτω πλευρά του δεν υπερέβαινε τα 2.20μ., όπως αυτό  φαίνεται καθαρά στη φωτογραφία του χώρου στο Τεκμ. 134 αλλά και αυτή του Τεκμ. 135,  όπου διακρίνεται και ο κ.Π. Λεωνίδα (Μ.Υ.1), να μετρά το ύψος της κατασκευής, είναι δε θέμα κοινής λογικής ότι απαιτείτο ενδεχομένως να ανέβη 2 με 3 το πολύ σκαλιά στο τριπόδι σε ύψος 60 – 75 εκ. Δεν υπάρχει δε μαρτυρία ότι το τριπόδι δεν ήταν το κατάλληλο μέσο και βάθρο επί του οποίου θα μπορούσε να εκτελεστεί η συγκεκριμένη εργασία. 

…………………………………………………………………………………………

…Δέχομαι επίσης τη μαρτυρία του κ. Π. Λεωνίδα (Μ.Υ.1), ότι το πρωϊνό της 19.02.2010 όταν ο ενάγων μετέβη στην εργασία του δεν αισθανόταν καλά και αυτό το απέδωσε σε επεισόδιο που αφορούσε προσωπική του υπόθεση (κάψιμο της πόρτας του αυτοκινήτου του το προηγούμενο βράδυ), κάτι που δεν διέψευσε όταν αντεξετάστηκε επί τούτου. Δέχομαι επίσης τον ισχυρισμό του ως άνω μάρτυρος ότι μετά που ο ενάγων έπεσε από τη σκάλα και τον πλησίασε του είπε ότι  η πτώση του οφειλόταν σε ζάλη που ένοιωσε. Επιπρόσθετα στα ως άνω συνηγορεί και η ιατρική και διαγνωστική μαρτυρία, η οποία θα εξεταστεί στο επόμενο κεφάλαιο της παρούσας, σύμφωνα με την οποία δεν βρέθηκε εύρημα ηλεκτροπληξίας.»

 

Απορρίπτουμε την εισήγηση του ευπαίδευτου δικηγόρου του εφεσείοντα ότι υπήρχε αντιφατικότητα στις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου. Η αναφορά του Δικαστηρίου, σε σημείο της απόφασης του, ότι ο εφεσείοντας παρέμεινε σταθερός ως προς τον ισχυρισμό του ότι υπέστη ηλεκτροπληξία, αφορούσε την περίληψη των όσων ανέφερε ο εφεσείοντας κατά την αντεξέταση του, επαναλαμβάνοντας τη θέση που προέβαλε στην κυρίως εξέταση ότι υπέστη ηλεκτροπληξία, και ουδόλως αφορούσε τα ευρήματα του Δικαστηρίου, στα οποία προέβη στη συνέχεια της απόφασης του.  Όπως έχει νομολογιακά τονιστεί, η απόφαση του Δικαστηρίου θα πρέπει να κρίνεται ως ενιαίο σύνολο (Kanika Hotels Plc v. Χρυσάνθου, Πολιτική Έφεση Αρ. 305/2015, ημερομηνίας 11.01.2024).

 

Κρίνουμε ότι τα πιο πάνω ευρήματα αξιοπιστίας ήταν εύλογα και δικαιολογημένα.  Ο εφεσείοντας απέτυχε να δώσει μια πειστική εκδοχή ως προς το τι επεσυνέβη στις 19.02.2010.  Δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε δική μας επέμβαση.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο εφεσείοντας παραπονείται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο Γεώργιος Λεωνίδα (Μ.Υ.3), διευθυντής της εφεσίβλητης, ήτο αξιόπιστος μάρτυρας.  Στην αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης υποστηρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε το γεγονός ότι ο Μ.Υ.3 ήτο ο διευθυντής της εφεσίβλητης και συνεπώς είχε προσωπικό συμφέρον στην έκβαση της υπόθεσης και λανθασμένα αποδέκτηκε τις εξηγήσεις που έδωσε  αναφορικά με τα Τεκμήρια 9 και 94, που κατέθεσε ο εφεσείοντας.  Συγκεκριμένα, ο εφεσείοντας ανέφερε στη μαρτυρία του ότι η εφεσίβλητη στις 26.02.2010 είχε υπογράψει και σφραγίσει δια του διευθυντή της, δηλαδή του Μ.Υ.3, το έντυπο για τη Γνωστοποίηση Ατυχήματος στην οποία αναγραφόταν ως η αιτία του ατυχήματος ότι: «είχε πέσει από σκάλα μετά που τον χτύπησε το ρεύμα ηλεκτροσυγκόλλησης» (Τεκμήριο 9).  Επίσης, ήτο η θέση του εφεσείοντα ότι την ίδια ημερομηνία, η εφεσίβλητη εταιρεία, δια του διευθυντή της Μ.Υ.3, είχε υπογράψει αίτηση για παροχή σ’ αυτόν επιδόματος σωματικής βλάβης, με το ίδιο λεκτικό αναγραφόμενο στην αίτηση, ως προς την αιτία του ατυχήματος (Τεκμήριο 94). Ο Μ.Υ.3, όσον αφορά το Τεκμήριο 9, αναγνώρισε σ’ αυτό την υπογραφή του και τη σφραγίδα της εταιρείας του, επεξήγησε όμως ότι όταν του προσκομίστηκε για υπογραφή, δεν ήταν πλήρως συμπληρωμένο και ότι αν έγραφε τη φράση «έπεσε από τη σκάλα γιατί τον χτύπησε το ρεύμα της ηλεκτροσυγκόλλησης», δεν θα το υπέγραφε.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι δεν διέκρινε εκ μέρους του Μ.Υ.3 οποιαδήποτε προσπάθεια κατασκευής μαρτυρίας για να βοηθήσει την εφεσίβλητη και δέχθηκε τη μαρτυρία του, ως προς τις συνθήκες υπογραφής των Τεκμηρίων 9 και 94, λαμβάνοντας υπόψη και τη μαρτυρία του εφεσείοντα ότι είναι η σύζυγος του που συμπλήρωσε τα Τεκμήρια αυτά, την οποία δεν κάλεσε ως μάρτυρα για να υποστηρίξει τη θέση του.

 

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Υ.3, κρίνουμε ότι ήταν εύλογη ως επίσης και το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι τα Τεκμήρια 9 και 94 δεν θα μπορούσαν να αξιολογηθούν, υπό τις περιστάσεις, ως έγγραφα που αποδεικνύουν την εκδοχή του εφεσείοντα, δεδομένης ιδιαίτερα και της ποιότητας της δικής του μαρτυρίας.

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται. 

 

Η κατάληξη μας στον πρώτο και δεύτερο λόγο έφεσης, συμπαρασύρει και τον τέταρτο λόγο έφεσης με τον οποίο προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε τη θέση του εφεσείοντα ότι ήτο αμέλεια της εφεσίβλητης που προκάλεσε σ’ αυτόν σωματικές βλάβες.

 

Ο τέταρτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης υποστηρίζεται πως εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιλήφθηκε ότι ο εφεσείοντας καταλογίζει στην εφεσίβλητη μόνο δύο παραλείψεις οι οποίες συνέβαλαν στην πρόκληση του ατυχήματος του, καθ’ ότι η μαρτυρία του ήταν ξεκάθαρη.

 

Δεν διαπιστώνουμε τέτοιο σφάλμα.  Ήταν η θέση του ίδιου του εφεσείοντα ότι η πολύ κακή κατάσταση των καλωδίων ηλεκτρικού ρεύματος και η πολύ κακή κατάσταση της σκάλας «αποτέλεσαν την αποκλειστική αιτία για τους τραυματισμούς …», δηλαδή στις δύο αυτές παραλείψεις.  Επομένως, ορθή κρίνεται η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Συνεπώς, ο τρίτος λόγος έφεσης δεν έχει έρεισμα, και απορρίπτεται.  

 

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης ουσιαστικά προσβάλλεται ως λανθασμένη η αξιολόγηση της ιατρικής μαρτυρίας και η κατάληξη στο εύρημα ότι οι σωματικές βλάβες δεν προήλθαν από τον τραυματισμό, δηλαδή ότι δεν υπήρχε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των προβλημάτων υγείας του εφεσείοντα και του επεισοδίου στις 19.02.2010.  

 

Η θέση που προώθησε ο εφεσείοντας ήτο ότι υπέστη κάκωση της σπονδυλικής στήλης συνεπεία της πτώσης από ύψος 2 – 2,5 μέτρα με αιτία πτώσης την ηλεκτροπληξία.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέλυσε λεπτομερώς την ιατρική μαρτυρία ενώπιον του.  Απέρριψε τη μαρτυρία των θεραπόντων ιατρών του εφεσείοντα (Μ.Ε.3 και Μ.Ε.4) με το ακόλουθο σκεπτικό:

 

«Επανερχόμενος στην ιατρική μαρτυρία βρίσκω ότι η μαρτυρία των θεραπόντων ιατρών του ενάγοντος, οι οποίοι τον παρακολουθούσαν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα (Μ.Ε.3 και Μ.Ε.4), διεπόταν και χαρακτηριζόταν από την αντίληψη τους ότι ο ενάγων τραυματίστηκε σε εργατικό ατύχημα. Ακόμα όμως και οι γνωματεύσεις τους περί της φύσης των συμπτωμάτων που ένοιωθε ο ενάγων (παράπονα του ίδιου) ή κατά αντικειμενικό τρόπο διαπιστώθηκαν καθ’ όλη την διάρκεια που παρακολουθείτο από  αυτούς υπό το φως της υπόλοιπης ιατρικής μαρτυρίας και ιδιαίτερα της ιατρικής μαρτυρίας γιατρών που εξέτασαν τον ενάγοντα στις 19.02.2010 και στις 22.02.2010 Δρα Α. Αγαθαγγέλου (Μ.Ε. 2), στις 10.03.2010 από τον Δρα Π. Μιλτιάδους (Μ.Ε.6) και στις  14.05.2010  από τον Δρα Σ. Σεργίου (Μ.Ε. 7), δεν βοηθά με οποιοδήποτε τρόπο τον ενάγοντα να αποδείξει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της κατάστασης της υγείας του όπως αυτή διαπιστώθηκε από τους Μ.Ε.3 και Μ.Ε.4 των οποίων οι σχετικές αναφορές απορρίπτονται και στις οποίες εξάλλου όπως κατέδειξε η μαρτυρία τους τόσο κατά την κυρίως εξέταση τους όσο και κυρίως κατά την αντεξέταση τους δεν  επέδειξαν σταθερότητα  και τα ευρήματα τους καθίστανται επισφαλή, στα οποία δεν θα μπορούσε να στηριχθεί το Δικαστήριο για να εξαγάγει ασφαλή συμπεράσματα. Επισημαίνω  ότι η  γνώμη των Μ.Ε.3 και Μ.Ε.4 αναφορικά με την πιθανή σύνδεση με το ισχυριζόμενο από τον ενάγοντα ατύχημα, βασίζεται αποκλειστικά στην δική του αναφορά  και ότι τάχα  η συμπτωματολογία που αντιμετωπίζει ξεκίνησε μετά τις 19.02.2010 καθ’ ότι ήταν ο ισχυρισμός του ότι προηγουμένως έχαιρε άκρας υγείας.»

 

Το Δικαστήριο αναφέρθηκε, επίσης, πως ο Μ.Ε.3, κατά την αντεξέταση, όταν του τέθηκε το γεγονός ότι ο εφεσείοντας δεν παραπονέθηκε για πόνο στην οσφυϊκή μοίρα ή ισχιαλγία την ημέρα του ισχυριζόμενου ατυχήματος, ανέφερε ξεκάθαρα ότι η ιατρική γνώμη που εξέφρασε περί τραυματικής αιτιολογίας ρήξη του μεσοσπονδύλιου δίσκου θα ήταν διαφορετική  αν το γνώριζε, καθότι έπρεπε σχεδόν αμέσως να παρουσιαστεί πόνος.

 

Το Δικαστήριο αποδέχθηκε ως ορθή τη μαρτυρία του ιατρού νευροχειρούργου Περδίου (Μ.Υ.4), ο οποίος επίσης ανέφερε ότι εάν υπήρχε τραυματική αιτιολογία στη ρήξη του μεσοσπονδυλίου δίσκου, τότε θα έπρεπε σχεδόν αμέσως να παρουσιασθεί πόνος και επεξήγησε τους λόγους που τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι η κήλη του μεσοσπονδυλίου του εφεσείοντα δεν οφείλετο στον τραυματισμό του στις 19.02.2010.  Όπως υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο Μ.Υ.4 είχε λάβει υπόψη το ιατρικό πιστοποιητικό του Νοσοκομείου Λάρνακας (Τεκμήριο 2), το παραπεμπτικό του ιατρού Μ.Ε.6 (Τεκμήριο 3), καθώς και την έκθεση του ιατρού Μ.Ε.7 (Τεκμήριο 35), δηλαδή ιατρικές γνώμες και δεδομένα που δεν έλαβαν υπόψη οι Μ.Ε.3 και Μ.Ε.4 όταν έδιδαν την ιατρική τους γνώμη.  Ο Μ.Υ.5 κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα, τα οποία κατέστηκαν και ευρήματα του Δικαστηρίου:

 

«Έχοντας υπόψη ιατρικά πιστοποιητικά  και άδειες ασθενείας  και τις διαγνωστικές εξετάσεις που τέθηκαν υπόψη του και το MRI της 19.05.2010 συμπέρανε ότι αφού την 1η ημέρα του τραυματισμού δεν είχε πόνο, δεν αναφέρεται οποιοδήποτε σύμπτωμα πόνου στην οσφυϊκή ή οποιοδήποτε μέρος της σπονδυλικής στήλης υπήρξε πιθανώς μια θλάση. Η θλάση μπορεί να φανερώσει συμπτώματα την επόμενη μέχρι 24 ώρες. Θλάση όμως δεν σημαίνει δισκοπάθεια, θλάση σημαίνει ρήξη κάποιων ινών στους μυς, στα μαλακά μόρια, η οποία θεραπεύεται το αργότερο σε 3 μήνες χωρίς να αφήσει επακόλουθα και χωρίς επιπλοκές.  Η θλάση, ανέφερε, δεν συνιστά δισκοπάθεια και θλάση αναφέρεται στην οσφυϊκή μοίρα και όχι στη θωρακική μοίρα όπου υπάρχει μια αναφερόμενη δισκοπάθεια στο Ο 9 – Ο10 χωρίς να προκαλεί συμπτώματα. Αυτή προϋπήρχε και υπάρχει και σήμερα χωρίς συμπτώματα.»

 

Κρίνουμε ότι η πιο πάνω αξιολόγηση της μαρτυρίας ήτο εύλογη και δεν δικαιολογείται επέμβαση μας.

 

Με τον έκτο λόγο έφεσης, ο εφεσείοντας παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα παραγνώρισε και/ή δεν έλαβε υπόψη του και/ή δεν σχολίασε το γεγονός ότι ο Μ.Υ.4 ήτο ο ιατρός της ασφάλειας, καθώς επίσης ταυτόχρονα έλαβε μέρος στο Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο που εξέτασε τον εφεσείοντα.

 

Ο Μ.Υ.4 ανέφερε ότι είχε εξετάσει τον εφεσείοντα στις 30.09.2010, και στις 30.10.2017 ενόψει της κατάθεσης του στο Δικαστήριο.  Ανέφερε επίσης ότι τον είχε εξετάσει και στα πλαίσια δευτεροβάθμιου ιατροσυμβουλίου όπου συμμετείχε με άλλους δύο ιατρούς αφού στο μεταξύ είχε κριθεί σε  πρωτοβάθμιο ιατρικό συμβούλιο ως ικανός για εργασία  και ανέφερε ότι είχε κριθεί και από αυτούς ως ικανός για εργασία. Ο πρωτόδικος Δικαστής κατέγραψε τα γεγονότα αυτά στην απόφαση του, και προχώρησε στην αξιολόγηση του εν λόγω μάρτυρα, επικεντρωμένος στην ποιότητα της γνώμης του.  Την αξιολόγηση του ήδη κρίναμε ως εύλογη.  Καταλήγουμε ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε το μεμπτό στην αξιολόγηση του Μ.Υ.4. 

 

Ο έκτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Συνακόλουθα, η έφεση απορρίπτεται.  Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

Επιδικάζονται €4.000,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει, εναντίον του εφεσείοντα και υπέρ της εφεσίβλητης.

 

 

                                                                   Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο