ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ – ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε7/2023)

 

18 Ιουλίου 2024

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

1. DB TECHNOLOGIES BV

2. ANAERGIA INC

Εφεσείοντες/Καθ’ ων η αίτηση

 

v.

 

MILTIADES NEOPHYTOU ENGINEERING CONTRACTORS & DEVELOPERS LTD,

Εφεσιβλήτων/Αιτητών

 

Αίτηση ημερομηνίας 30.4.2024 για Ασφάλεια Εξόδων

 

Δ. Χριστοδούλου (κα) για Ηρακλής Ν. Κυριακίδης ΔΕΠΕ για Αιτητές/Εφεσίβλητους

Τ. Χαχολιάδης για Τεύκρος Χαχολιάδης ΔΕΠΕ για Καθ’ ων η αίτηση/Εφεσείοντες 1 και 2

------------------------

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ:      Η απόφαση Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας σε αίτηση για παραμερισμό απόφασης και διατάγματος με το οποίο δόθηκε άδεια σφράγισης του ειδικώς οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος και επετράπη η επίδοση αυτού εκτός δικαιοδοσίας, καθώς επίσης, για παραμερισμό της επίδοσης στους εφεσείοντες 1 και 2, οδήγησε στην καταχώρηση, από αυτούς, της παρούσας έφεσης. Πιο συγκεκριμένα, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι κανένας από τους λόγους που εξετάζονται σε τέτοιας φύσης αιτήσεις δεν ευσταθούσε ή αιτιολογείτο επαρκώς, ώστε να εδύνατο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ του παραμερισμού. Ήταν περαιτέρω κατάληξή του ότι οι εφεσείοντες δεν έπεισαν, είτε για τη μη έγκαιρη λήψη γνώσης των επιδοθέντων εγγράφων, είτε για την ύπαρξη καλής υπεράσπισης στην οφειλή τους προς τους εφεσίβλητους, δυνάμει των γραμματίων συνήθους τύπου. Στη βάση αυτών, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση.

 

Με οχτώ λόγους έφεσης, οι εφεσείοντες 1 και 2 προσβάλλουν την ως άνω απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Με την υπό εξέταση αίτηση, οι εφεσίβλητοι επιδιώκουν την έκδοση διατάγματος παροχής από τους εφεσείοντες 1 και 2 ασφάλειας εξόδων, για ποσό €6.964.- πλέον ΦΠΑ, για τα έξοδα των εφεσιβλήτων, για ποσό €4.641.- για τα έξοδα των εφεσιβλήτων τα οποία έχουν επιδικαστεί εναντίον των εφεσειόντων στο πλαίσιο της παρούσας έφεσης, με την απόφαση ημερομηνίας 15.1.2024 (απόφαση σε αίτηση αναστολής εκτέλεσης) και για ποσό €16.332,85 για έξοδα τα οποία έχουν επιδικαστεί εναντίον των εφεσειόντων πρωτοδίκως και τα οποία εκκρεμούν ανεξόφλητα. Επιζητείται, επίσης, διάταγμα που να αναστέλλει κάθε διαδικασία στην παρούσα έφεση μέχρι την ικανοποίηση των ως άνω διαταγμάτων και, σε περίπτωση εκπνοής της σχετικής προθεσμίας, χωρίς τέτοια συμμόρφωση, η παρούσα έφεση να θεωρείται αυτοδικαίως ως απορριφθείσα.

 

Ως νομικό υπόβαθρο για την παρούσα αίτηση τίθενται, μεταξύ άλλων, τα Μέρη 26 και 41 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, ενώ το πραγματικό υπόβαθρο προς υποστήριξη της αίτησης τίθεται με ένορκη δήλωση συνηγόρου στο δικηγορικό γραφείο το οποίο εκπροσωπεί τους εφεσίβλητους/αιτητές. Σ’ αυτήν προβάλλεται η θέση ότι μεταξύ των ιδίων διαδίκων, υπήρξαν διάφορες δικαστικές διαμάχες στα Κυπριακά Δικαστήρια, με αποτέλεσμα οι εφεσίβλητοι να έχουν να λαμβάνουν ποσό δικηγορικών εξόδων ύψους €20.973,85. Παρά την αποστολή σχετικής επιστολής, οι εφεσείοντες ουδέν ποσόν κατέβαλαν έναντι των οφειλομένων ποσών. Οι εφεσείοντες 1 είναι εταιρεία με έδρα την Ολλανδία, ενώ οι εφεσείοντες 2, με έδρα τον Καναδά. Δεν διαθέτουν, σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα, οποιονδήποτε περιουσιακό στοιχείο στην Κύπρο το οποίο να δύναται να εξασφαλίσει την πληρωμή του αναφερόμενου ποσού εξόδων και οποιουδήποτε περαιτέρω ποσού που ενδεχομένως να επιδικαστεί υπέρ των εφεσιβλήτων, στο πλαίσιο της παρούσας έφεσης. Διαφαίνεται ότι οι εφεσείοντες δεν έχουν διάθεση να καταβάλουν τα οφειλόμενα ποσά εξόδων, ενώ μη έκδοση των ζητουμένων διαταγμάτων θα διογκώσει το ποσό των εξόδων και ενδεχομένως να μην υπάρχει η δυνατότητα οι εφεσίβλητοι να το λάβουν.

 

Οι εφεσείοντες 1 και 2 , με την ένστασή τους (συνολικά 12 λόγοι ένστασης), προβάλλουν, μεταξύ άλλων, τη θέση ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της νομολογίας και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023 για έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων και το πραγματικό υπόβαθρο της αίτησης είναι ανεπαρκές. Περαιτέρω δε, οι εφεσείοντες 1 κατοικοεδρεύουν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα στην Ολλανδία, διατηρώντας δραστηριότητες και/ή επιχειρηματικά συμφέροντα και/ή περιουσία εντός της επικράτειας  της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εφεσείοντες 2, αν και κατοικοεδρεύουν στον Καναδά, κατέχουν έμμεσα περιουσιακά στοιχεία, τόσο εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας, όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού οι εφεσείοντες 1 αποτελούν θυγατρική τους εταιρεία. Οι εφεσείοντες 1 και 2 διαθέτουν επαρκή περιουσιακά στοιχεία για να αποπληρώσουν τυχόν έξοδα εναντίον τους.

 

Η ένσταση των εφεσειόντων 1 και 2 υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση δικηγορικού συνεργάτη των συνηγόρων αυτών στην οποία, με λεπτομέρεια, αναλύει τα όσα προβάλλονται στους λόγους ένστασης, με αναφορά στους ισχυρισμούς των εφεσειόντων επί των γεγονότων. Αναφέρεται, συναφώς, σε ισχυρισμούς και θέματα που αφορούν την ουσία της μεταξύ των διαδίκων διαφοράς, πρωτόδικης διαδικασίας και έφεσης, ενώ γίνεται, επίσης, επίκληση πληρωμών από τους εφεσείοντες, αλλά και απαιτήσεων αυτών για μεγάλα ποσά.

 

Είναι στη βάση του ως άνω πραγματικού υποβάθρου που διεξήχθη η ακρόαση της παρούσας αίτησης με τους συνηγόρους των δύο πλευρών να επιχειρηματολογούν προς υποστήριξη των θέσεων τους, έχοντας καταχωρήσει γραπτώς την αγόρευσή τους.

 

Έχουμε εξετάσει τις αντίστοιχες θέσεις, όπως αυτές προβάλλουν από τη δικογραφία της αίτησης και τις σχετικές αγορεύσεις των συνηγόρων, σε συνάρτηση πάντοτε και με το πραγματικό υπόβαθρο που τέθηκε στο πλαίσιο της παρούσας.

 

Ως αφετηρία για την εξέταση των υπό κρίση θεμάτων, θα πρέπει να λεχθεί ότι, ισχύ, πλέον, έχουν οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2023. Εφόσον δε, η παρούσα διαδικασία είναι εφετειακή, εφαρμογής τυγχάνει η πρόνοια του Μέρους 41.12 (1) ότι σε σχέση με έφεση, το Εφετείο έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου Δικαστηρίου. Το ζήτημα της ασφάλειας εξόδων διέπεται από το Μέρος 26  το οποίο, στο Μέρος 26.1(1), προνοεί ότι «ενάγων …, ο οποίος έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Κράτους – Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της απαίτησης, να διαταχθεί να παράσχει ασφάλεια εξόδων …»

 

          Αναφορικά με τις γενικές αρχές σχετικά με αιτήσεις ασφάλειας εξόδων κατόπιν της εφαρμογής των Νέων Κανονισμών, στην YIANNOPLAST LIMITED, μέσω του Εκκαθαριστή της Χριστάκη Ιακωβίδη v. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 242/2022, ημερομηνίας 18.9.2023, λέχθηκαν τα εξής:

 

«Μελέτη της ουσίας του ζητήματος, όμως, οδηγεί στο ότι οι παράγοντες που ισχύουν για την άσκηση της κρίσης του Δικαστηρίου κατά την εξέταση αιτήσεως για παροχή ασφάλειας εξόδων δεν έχουν διαφοροποιηθεί ουσιαστικά με την εισαγωγή των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, εφόσον οι πρόνοιες του Μέρους 26.1 εδάφια (1) και (5) είναι ταυτόσημες με τις πρόνοιες της παλαιάς Δ.60. Εκεί που εντοπίζεται η διαφορά είναι στο λεκτικό της παλαιάς Δ.35 Θ.2 η οποία προβλέπει ότι:

«...such deposit or other security for the costs to be occasioned by any appeal shall be made or given as may be directed under special circumstances by the Court of Appeal». 

Είχε τότε εισαχθεί, δηλαδή, με την πιο πάνω πρόνοια το γενικότερο κριτήριο των ειδικών περιστάσεων που, όπως λέχθηκε στην Λεμονιάτης ν Δήμου Λεμεσού, Πολ. Εφ. 436/17, ημερ. 13.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:A364:

 

«Όπως έχει η διατύπωση της υπό εξέταση πρόνοιας της Δ.35 Κ.2 των Κανονισμών ο κανόνας είναι ότι κατά το στάδιο της έφεσης δεν δίδονται οδηγίες για την παροχή ασφάλειας εξόδων. Τέτοιες οδηγίες δίδονται όταν υπάρχουν «ειδικές περιστάσεις οι οποίες δικαιολογούν την άσκηση από το Εφετείο της διακριτικής του ευχέρειας προς τούτο»». 

Ενώ αναφορά σε «ειδικές περιστάσεις» δεν υπάρχει στα Μέρη 26 και 41 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, τα Δικαστήρια επιδιώκουν πλέον την υλοποίηση του πρωταρχικού σκοπού που προβλέπεται στο Μέρος 1 των Νέων Κανονισμών κατά την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας τους παρέχεται από τους Κανονισμούς αλλά και κατά την ερμηνεία οποιουδήποτε Κανονισμού. Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει την εξουσία να πραγματοποιεί οποιοδήποτε άλλο βήμα ή να εκδίδει οποιοδήποτε διάταγμα με σκοπό την προαγωγή του πρωταρχικού σκοπού ως προβλέπεται στο Μέρος 3.1(μ). Δυνάμει του Μέρους 1.2(γ)(iv) το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να χειριστεί την υπόθεση με τρόπο αναλογικό προς τις οικονομικές συνθήκες κάθε διαδίκου. 

 Έχοντας τα πιο πάνω κατά νου θεωρούμε ότι η μέχρι σήμερα Νομολογία με βάση την οποία είχε κριθεί πως το κριτήριο των «ειδικών περιστάσεων» περιλάμβανε την έλλειψη περιουσίας ή την οικονομική ανικανότητα, παρέχει καθοδήγηση κατά την εξέταση αίτησης για παροχή ασφάλειας εξόδων στο πλαίσιο των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023.»

 

                    Από τα ως άνω, ουδόλως καθορίζεται ή εννοείται ότι οι εξουσίες του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο εξυπηρέτησης του πρωταρχικού σκοπού, επιτρέπουν την αλλοίωση των προνοιών των Κανονισμών και την προσθήκη σ’ αυτούς προνοιών που δεν υπάρχουν πλέον. Ο πρωταρχικός σκοπός δέον να εξυπηρετείται κατά την ενάσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου δυνάμει των Κανονισμών και την ερμηνεία αυτών (Μέρος 1.3). Ως είναι, τώρα, οι πρόνοιες των Κανονισμών, αίτηση για ασφάλεια εξόδων στο Εφετείο, δεν διέπεται από τη ρύθμιση που προβλεπόταν στην παλαιά Δ.35 Θ.2. Δεν υφίσταται η βάση των «ειδικών περιστάσεων» η οποία διαφοροποιείτο από τις πρόνοιες και προϋποθέσεις της παλαιάς Δ.60.

 

          Επομένως, αίτηση για ασφάλεια εξόδων, ενώπιον του Εφετείου, διέπεται, πλέον, από τις πρόνοιες του Μέρους 26, προϋπόθεση για εφαρμογή της οποίας είναι ο ενάγων, και στην περίπτωση έφεσης, ο εφεσείων, να έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Κράτους Μέλους αυτής.

 

          Στην προκειμένη περίπτωση, αποτελεί δεδομένο ότι οι εφεσείοντες 1 είναι εταιρεία με έδρα την Ολλανδία. Επομένως, δεν τίθεται θέμα έκδοσης διατάγματος ασφάλειας εξόδων εναντίον της στη βάση του Μέρους 26. Αυτό αποτελεί αποτέλεσμα των ρητών προνοιών των Νέων Κανονισμών. Η αίτηση εναντίον των εφεσειόντων 1 δεν θα μπορούσε να έχει επιτυχή κατάληξη στη βάση αυτού και μόνο.

 

          Τίθεται, αναπόφευκτα, ζήτημα, στην παρούσα, κατά πόσο θα μπορούσε να εκδοθούν τα ζητούμενα διατάγματα μόνο εναντίον των εφεσειόντων 2. Αν και κάτι τέτοιο δεν ζητείται στην αίτηση, μας έχει απασχολήσει το ζήτημα, ιδιαιτέρως ενόψει της ενδεχόμενης δραστικότητας του στην αίτηση.

 

          Σχετικό ζήτημα απασχόλησε το Αγγλικό Εφετείο στην Slazengers Ltd and others v Seaspeed Ferries International Ltd; The Seaspeed Dora, [1987] 3 All ER 967. Η κατάληξη του Δικαστηρίου συνοψίζεται στο ότι δεν υφίσταται δεσμευτικός κανόνας ότι ασφάλεια εξόδων δεν διατάσσεται εναντίον αλλοδαπού ενάγοντα, εφόσον υφίσταται ημεδαπός συνενάγοντας. Αντ’ αυτού, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου επιτρέπει τη διαταγή ασφάλειας εξόδων εναντίον του αλλοδαπού ενάγοντα, εάν αυτό κρίνεται δίκαιο παρά τη συνύπαρξη ημεδαπών και αλλοδαπών εναγόντων. Όμως, το Δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικότητες της υπόθεσης και αν ο εναγόμενος δεν θα είχε δυσκολία να εξασφαλίσει πληρωμή διαταγής για έξοδα διά του ημεδαπού ενάγοντα, θα ήταν άτοπο να διατάξει τον αλλοδαπό ενάγοντα να δώσει ασφάλεια εξόδων.

 

Στην προκειμένη περίπτωση μας, αποτελεί δεδομένο ότι οι εφεσείοντες 2 είναι από κοινού εφεσείοντες με τους εφεσείοντες 1 σε όλες τις πτυχές έφεσης και αίτησης. Κοινή φαίνεται να είναι η ιδιότητα τους και η βάση έφεσης, κοινές και οι διαταγές οφειλής εξόδων. Επομένως, δεν υφίσταται περίπτωση επιτυχίας της έφεσης για τον ένα εφεσείοντα και αποτυχίας της για τον άλλο, ώστε να υφίσταται ενδεχόμενο διαταγής για έξοδα μόνο εναντίον των εφεσειόντων 2. Περαιτέρω, διαπιστώνεται ότι ακόμη και ο ισχυρισμός των εφεσιβλήτων για αδυναμία εξασφάλισης καταβολής των εξόδων, αποδίδεται σε απουσία περιουσιακών στοιχείων στην Κύπρο και όχι εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ στην αγόρευση των εφεσιβλήτων, γίνεται επίκληση της δυνατότητας των εφεσειόντων να καταβάλουν την ασφάλεια εξόδων, αφού είναι δύο εταιρείες διεθνούς εμβέλειας και , μέχρι σήμερα, έχουν προβεί σε διάφορες δικαστικές διαδικασίες στην Κύπρο. Όλα τα πιο πάνω συνδυαζόμενα, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να διαπιστωθεί απουσία προστασίας των εφεσιβλήτων από τους εφεσείοντες 1, εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Επομένως, κρίνουμε ότι, στη βάση των δεδομένων της παρούσας υπόθεσης και των πραγματικοτήτων της, η διακριτική εξουσία του Εφετείου θα πρέπει να ασκηθεί εναντίον της έκδοσης των ζητουμένων διαταγμάτων. Η κρίση μας αυτή καθιστά αχρείαστη τη σε ακαδημαϊκό επίπεδο, πλέον εξέταση οποιουδήποτε άλλου λόγου ένστασης ή συναφούς θέματος στην παρούσα.

 

            Συνακόλουθα όλων των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται με €3.900,00 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, έξοδα υπέρ των εφεσειόντων 1 και 2 και εναντίον των εφεσιβλήτων. Να συμψηφισθούν με τα επιδικασθέντα, αντιστρόφως, έξοδα στην αίτηση, στην παρούσα έφεση, ημερομηνίας 3.5.2023.

 

 

Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.              Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ. Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο