[*18] 1985 Ιουνίου 20

 

(ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Α.Ε.Δ., Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ε.Δ.)

 ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΟΣ

Γεώργιος Σταυρή Πιτσιλλίδης,

Ενάγων,

ν.

Μαρίνας Δημητρίου Χαραλάμπους,

Εναγόμενης.

(Αρ. Αγωγής 526/84).

Συμβάσεις - Ψυχική πίεση (undue influence) - Προϋποθέσεις - Ο Περί Συμβάσεων Νόμος, Κεφ. 149, Άρθρο 16.

Συμβάσεις - Απάτη - Ο Περί Συμβάσεων Νόμος, Κεφ. 149, Άρθρο 1 7 (γ) .

Συμβάσεις - Παράβαση συμβάσεως - Θεραπείες - Δωρεά ακινήτου με όρο την περιποίηση του ενάγοντα και την καταβολή σ' αυτόν εφ' όρου ζωής του μισού εισοδήματος από το πιο πάνω κτήμα - Παράβαση όρου από δωρεοδόχο - Κατά πόσο είναι δυνατή η ακύρωση της δωρεάς - Αρνητική απάντηση - Μέτρο αποζημιώσεων - Κατά πόσο είναι η αξία του κτήματος

Αρνητική απάντηση στο ερώτημα - Εφόσον οι προτάσεις στην περίπτωση αυτή δεν καλύπτουν το σωστό μέτρο αποζημίωσης, παρέχονται ονομαστικές αποζημιώσεις.

Αποζημιώσεις για παράβαση συμβάσεως - Μέτρο αποζημιώσεων - Ο Περί Συμβάσεων Νόμος, Κεφ. 149, Άρθρο 73.

Πολιτική Δικονομία - Προτάσεις - Παράβαση συμβάσεως - Σωστό μέτρο αποζημιώσεων μη καλυπτόμενο από τις προτάσεις Παροχή ονομαστικών αποζημιώσεων.

Α. Σταύρου, για τον Ενάγοντα.

Σ. Ποιητή (Κα.), για την Εναγόμενη.[*19]

ΑΠΟΦΑΣΗ

Η απόφαση δόθηκε από:

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝIΔΗ, Α.Ε.Α.:- Την 4.9.1982 ο ενάγοντας μεταβίβασε με δωρεά στην εναγόμενη τα τεμάχια 27/1 και 27/2, Φ/Σχ. L/42 στην Αναφωτία, συνολικής έκτασης έξη σκαλών και ενός προσταθιού. Με την αγωγή αυτή ο ενάγοντας επιδιώκει την ακύρωση της μεταβίβασης επικαλούμενος ψυχική πίεση, δόλο, παράβαση συμφωνίας ή ότι η συναλλαγή ήταν υπέρμετρα επαχθής για τον ίδιο. Διαζευκτικά ο ενάγοντας απαιτεί αποζημιώσεις πέραν των £10,000.- για παράβαση συμφωνίας. Τελικά, ο ενάγοντας απαιτεί £200.- που είναι παραδεκτό ότι του οφείλει η εναγόμενη ως υπόλοιπο δανείου.

Η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι ο ενάγοντας της μεταβίβασε το κτήμα με δωρεά χωρίς κανένα περιορισμό και χωρίς καμμιά ανάληψη οποιασδήποτε υποχρέωσης από την ίδια.

Ο ενάγοντας, ένας ηλικιωμένος άνθρωπος 75 χρονών, ζει εδώ και πολλά χρόνια μόνος σε ένα φτωχικό σπίτι στην Αναφωτία. Βρίσκεται από καιρό σε διάσταση με τη σύζυγο και τα παιδιά του, που τώρα κατοικούν στην Αγγλία. Είναι συνταξιούχος και παίρνει, όπως είπε ο ίδιος, σύνταξη £62.- το μήνα. Ήταν ιδιοκτήτης αριθμού κτημάτων τα οποία με την εξαίρεση δύο που, όμως, όπως ανάφερε δεν έχουν οποιαδήποτε αξία ή εισόδημα αποξενώθηκε κατά την τελευταία πενταετία.[*20] Τα περισσότερα από τα κτήματά του τα δώρησε σε μη συγγενικά του πρόσωπα με την εξαίρεση του σπιτιού στο οποίο κατοικεί, το οποίο δώρησε στη θετή αδελφή του. Το επίδικο κτήμα περιγράφεται ως το πιο προσοδοφόρο από τα κτήματα του ενάγοντα αφού υπάρχουν σε αυτό μεγάλος αριθμός καρποφόρων δένδρων και πλούσιο υδατικό υπόστρωμα που εκμεταλλεύεται με διάτρηση.

Η εναγόμενη είναι νεαρή κάτοικος Αναφωτίας, κόρη φιλικής οικογένειας του ενάγοντα με την οποία στο παρελθόν ο τελευταίος είχε την ευκαιρία να συνεργασθεί στενά. Γύρω στο 1970 ο ενάγοντας μαζί με τον πατέρα της εναγόμενης, όταν η τελευταία ήταν ακόμα παιδί, είχαν καλλιεργήσει το επίδικο κτήμα πάνω σε συνεταιρική βάση.

Η μαρτυρία:

Θα συνοψίσουμε στη συνέχεια τα γεγονότα όπως τα έχουν προβάλει οι μάρτυρες που έχουν κληθεί ενώπιόν μας και ιδιαίτερα ο ίδιος ο ενάγοντας και η εναγόμενη, αρχίζοντας με τον ενάγοντα. Όταν η ηλικία άρχισε να καταβάλλει τον ενάγοντα σε βαθμό που δεν του ήταν πια δυνατό να εργασθεί αποτελεσματικά, άρχισε ο προβληματισμός αναφορικά με την εξασφάλιση των γηρατειών του. Έκρινε πως πριν από οποιαδήποτε απόφαση του θα ήταν επιθυμητό να είχε κάποια επαφή με τη σύζυγό του και τα παιδιά του. Δυο διαδοχικές επισκέψεις του στην Αγγλία για το σκοπό αυτό απέβησαν άκαρπες. Η ιδέα να μεταβιβάσει το κτήμα του σε συγχωριανούς του, που είχε ριφθεί από καιρό, άρχισε[*21] να ωριμάζει. Τελικά, με διαδοχικές δωρεές, όπως έχουμε αναφέρει, μεταβίβασε τα κτήματά του σε διάφορα πρόσωπα. Στην υπόθεση αυτή θα σταθούμε στην επίδικη μεταβίβαση. Είναι η θέση του ενάγοντα ότι είχε ρητά συμφωνήσει τόσο με την εναγόμενη όσο και με τον πατέρα της, με τους οποίους είχε την ευκαιρία να μιλήσει πάνω στο θέμα επανειλημμένα, ότι σε αντάλλαγμα για τη μεταβίβαση των κτημάτων στο όνομα της εναγόμενης η τελευταία θα αναλάμβανε την υποχρέωση μαζί με τις άλλες δωρεοδόχους να περιποιείται τον ενάγοντα, να του παίρνει φαγητό, να του επιτρέπει να καρπούται το μισό εισόδημα του κτήματος και τελικά να γράφει τη συμφωνία αυτή στον τίτλο εγγραφής της.

Τον πρώτο χρόνο μετά τη μεταβίβαση του κτήματος τα πράγματα εξελίχθησαν ομαλά. Η εναγόμενη λιγότερο και μέλη της οικογένειάς της περισσότερο μαζί με δυο άλλα πρόσωπα που είχαν δεχθεί τις δωρεές του ενάγοντα τον περιποιούνταν και του έπαιρναν φαγητό. Κατά το τέλος του πρώτου χρόνου ο ενάγοντας είχε μαζέψει ρόδια από το κτήμα και καρπώθηκε από αυτά το ποσό των £60.- ενώ ο πατέρας της εναγόμενης του κατέβαλε το ποσό των £450.- που αντιπροσώπευε το μισό εισόδημα από τους καρπούς του κτήματος.

Το χειμώνα του 1984 με πολλή του έκπληξη ο ενάγοντας που μετά τον ψεκασμό του κτήματός του, που είχε κάμει μέσα στα πλαίσια των δικαιωμάτων που αισθανόταν ότι είχε, δέχθηκε την αδικαιολόγητη διαμαρτυρία του[*22] πατέρα της εναγόμενης σε καφενείο του χωρίου που συνοδεύθηκε με απειλές και κατάληξε στην κλήση της Αστυνομίας. Ήταν το παράπονο του πατέρα της εναγόμενης ότι ο ενάγοντας είχε ψεκάσει τα δένδρα του κτήματος με δηλητηριώδη ουσία με σκοπό να τα καταστρέψει, πράγμα που κατά τον ενάγοντα ήταν εντελώς φανταστικό. Το βράδυ εκείνο, στην παρουσία Αστυνομικού και του κοινοτάρχη, για πρώτη φορά η εναγόμενη ισχυρίσθηκε ότι λίγο πριν από την πρωτοχρονιά ο ενάγοντας της είχε επιτεθεί άσεμνα όταν του είχε πάρει φαγητό στο οπίτι του. Ο ενάγοντας αρνήθηκε ότι έγινε ποτέ κάτι τέτοιο. Αντίθετα, ισχυρίσθηκε, ο ίδιος είχε λόγους να παραπονείται αφού κατά την περίοδο στην οποία η εναγόμενη τοποθετεί την άσεμνη επίθεση, εκείνη του είχε συμπεριφερθεί με τρόπο όχι σωστό, κατά κάποιο τρόπο παραγνωρίζοντάς τον, γεγονός που τον οδήγησε στο να της επιστρέψει το φαγητό που του έφερε και να μη δεχθεί το τρικό που του δώρησε. Το θέμα σε ότι αφορά την άσεμνη επίθεση έμεινε εκεί. Ο ενάγοντας πρόβαλε τα δικαιώματα που έλεγε ότι είχε πάνω στο κτήμα, γεγονός που προκάλεσε την προσκόμιση του τίτλου εγγραφής που είχε εκδοθεί κατά τη μεταβίβαση του στο όνομα της εναγόμενης. Στην παρουσία του κοινοτάρχη I. Ξενοφώντος (Μ.Υ. 3), όπως είναι και η μαρτυρία του τελευταίου, διαπιστώθηκε ότι κανένα δικαίωμα του ενάγοντα δεν είχε επιφυλαχθεί πάνω στον τίτλο εγγραφής της εναγόμενης. Τα γεγονότα αυτά τους οδήγησαν σε οριστική ρήξη και στην αγωγή αυτή.[*23]

Η υπόθεση του ενάγοντα συμπληρώνεται από τη μαρτυρία του ειδικού εκτιμητή Ν. Πιερίδη (Μ.Ε. 2) που υπελόγισε ότι το κτήμα κατά το 1982 άξιζε £12,000.- ενώ σήμερα αξίζει £15,000.- Σημειώνουμε εδώ και τη μαρτυρία του Α. Σάββα (Μ.Υ.1) συμφωνά με την οποία η αξία κτήματος όπως το επίδικο ανέρχεται σε £1,000.- κατά σκάλα.

Η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι ποτέ δεν ανάλαβε τις υποχρεώσεις που λέγει ο εναγόμενος ότι ανάλαβε. Δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις η ίδια με τον ενάγοντα ούτε και οποιεσδήποτε επαφές πριν από την πραγματοποίηση της δωρεάς. Δεν μπορούσε να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε ο ενάγοντας να της μεταβιβάσει το κτήμα του ούτε και η ίδια είχε συζητήσει μαζί του το θέμα ποτέ. Απλώς της ανακοίνωσε ο πατέρας της την πρόθεση του ενάγοντα να της δωρήσει το κτήμα. Της φάνηκε αψυχολόγητη αυτή η επιθυμία του ενάγοντα αλλά ήταν καθαρό ότι ο ενάγοντας γνώριζε πολύ καλά τι έκαμνε και ότι θα πρέπει να είχε άλλους οικονομικούς πόρους. Μετά την πραγματοποίηση της δωρεάς από καλή καρδιά και μόνο του έπαιρνε φαγητό μαζί με τα άλλα πρόσωπα που είχαν δεχθεί τις δωρεές του ενάγοντα. Δεν γνώριζε οτιδήποτε αναφορικά με την ισχυριζόμενη πληρωμή από τον πατέρα της προς τον ενάγοντα του ποσού των £450. Ένα βράδυ, κατά το τέλος του 1983 όταν πήρε φαγητό στον ενάγοντα, ο τελευταίος της επιτέθηκε άσεμνα με τρόπο που δεν είναι ανάγκη να περιγράψουμε εδώ. Δεν είπε τίποτε σε κανένα γιατί φοβόταν ότι θα ακολουθούσαν σοβαρές συνέπειες και συνέχισαν,[*24] όχι η ίδια αλλά η γιαγιά και η μητέρα της να παίρνουν φαγητό στον ενάγοντα. Μετά από αρκετό καιρό, όταν ο ενάγοντας αποπειράθηκε να καταστρέψει τα δένδρα, αποκάλυψε και την άσεμνη επίθεση προφανώς αδιαφορώντας πια για τις συνέπειες.

Η Αξιολόγηση της Μαρτυρίας:

Έχουμε μελετήσει τη μαρτυρία προσεκτικά. Δεν δεχόμαστε ότι ο ενάγοντας έκαμε την χωρίς κανένα περιορισμό δωρεά που ισχυρίζεται η εναγόμενη. Δεν δεχόμαστε ότι η παροχή φαγητού και περιποίησης από την εναγόμενη στον ενάγοντα που ακολούθησε τη μεταβίβαση του κτήματος οφειλόταν στη γενναιοδωρία της εναγόμενης. Αντίθετα, δεχόμαστε τη μαρτυρία του ενάγοντα αναφορικά με τη σύνδεση της δωρεάς με τη συμφωνία να καρπούται το μισό του εισοδήματος του κήπου και περαιτέρω να τον φροντίζει η εναγόμενη μαζί με τις άλλες δωρεοδόχους που έχουμε αναφερθεί παίρνοντάς του φαγητό και περιποιούμενη τον με τον τρόπο που έχει περιγραφεί. Τα γεγονότα που ακολούθησαν τη μεταβίβαση του κτήματος βρίσκουμε ότι συνάδουν περισσότερο με την ύπαρξη της συμφωνίας παρά με το αντίθετο. Στα γεγονότα αυτά περιλαμβάνεται και η μαρτυρία του ενάγοντα αναφορικά με την πληρωμή από τον πατέρα της εναγόμενης στον ενάγοντα του ποσού των £450.- που αντιπροσωπεύει το μισό της παραγωγής του κτήματος για το χρόνο που ακολούθησε τη μεταβίβαση όπως βέβαια και η μαρτυρία του ενάγοντα ότι ο ίδιος καρπώθηκε τα ρόδια αξίας £60. Δεν αμφισβητήθηκε σοβαρά αυτή η μαρτυρία του ενάγοντα. Δεν κλήθηκε καν να[*25] μαρτυρήσει ο πατέρας της εναγόμενης. Και όμως η μαρτυρία του ήταν καθαρό ότι θα μπορούσε να ήταν σημαντική. Αν δεν υπήρχε η συμφωνία όπως την επικαλείται ο ενάγοντας θα ήταν ανεξήγητη η πληρωμή τέτοιου ποσού από τον πατέρα της εναγόμενης. Η πληρωμή τέτοιου ποσού θα μπορούσε να αποτελέσει ισχυρή απόδειξη της εκδοχής του και έτσι την προσεγγίζουμε τελικά στην απουσία οποιασδήποτε άλλης διαφορετικής μαρτυρίας. Υπάρχει μια λεπτομέρεια στη συμφωνία όπως την περίγραφε ο ενάγοντας που δεν είμαστε ικανοποιημένοι ότι αποδείχθηκε. Αναφερόμαστε στον ισχυριζόμενο όρο σύμφωνα με τον οποίο τα δικαιώματα του ενάγοντα "θα κατοχυρώνονταν βάσει του Τροποποιητικού Νόμου 16/80 του βασικού Νόμου, Κεφ. 224". Με την Έκθεση Απαίτησης αυτός ο όρος εμφανίζεται να ήταν ρητός ή εξυπακουόμενος. Ενώ η αντίδραση του ενάγοντα στην παρουσία του κοινοτάρχη όταν προέκυψε το πρόβλημα του ψεκάσματος των δένδρων συνάδει με την ύπαρξη αντίληψης του ενάγοντα ότι τα δικαιώματά του ήταν κατοχυρωμένα, ο ίδιος κατά την αντεξέτασή του ανάφερε ότι δεν γνώριζε ότι μπορούσε να κατοχυρωθεί με τον τρόπο αυτό όταν έκαμνε τη δωρεά προς την εναγόμενη. Πρέπει ακόμα να πούμε ότι διατηρούμε συγκεκριμένες επιφυλάξεις αναφορικά με το ποια είναι τα γεγονότα που οδήγησαν τους διάδικους σε ρήξη. Από τη μια θα ήταν παρακινδυνευμένο να δεχθούμε ότι ο ενάγοντας διάπραξε το ποινικό αδίκημα της άσεμνης επίθεσης που του αποδίδει η εναγόμενη. Τα γεγονότα[*26] που ακολούθησαν την ισχυριζόμενη επίθεση πρέπει να πούμε ότι δεν συνάδουν με κάτι τέτοιο. Επισημαίνουμε το γεγονός ότι η εναγόμενη δεν είπε τίποτε σε κανένα και ότι συνέχισε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να εκπληρώνει εκείνο που αντιλαμβανόνταν να ήταν εκδήλωση ευγνωμοσύνης. Από την άλλη πλευρά η θέση του ενάγοντα ότι δέχθηκε την έντονη και σχεδόν βίαιη αντίδραση του πατέρα της εναγόμενης εξ αιτίας μιας εντελώς φυσιολογικής και απαραίτητης εργασίας στο κτήμα παραμένει λογικά μετέωρη αν δεχθούμε ότι τίποτε δεν προηγήθηκε. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και στην περίπτωση που θα δεχόμαστε ότι πραγματικά ο ενάγοντας είχε προσπαθήσει να καταστρέψει τα δένδρα, όπως φαίνεται να δέχεται ότι έγινε και ο κοινοτάρχης. Όπως, όμως, και να έχουν τα πράγματα, η κατάσταση αναφορικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμφωνία των διαδίκων δεν διαφοροποιείται. Δεν θα διαφοροποιείτο και αν αποδεικνυόταν ότι ο ενάγοντας είχε διαπράξει την άσεμνη επίθεση που του αποδόθηκε. Η συμφωνία, όπως την δεχθήκαμε, αποτελούσε καθαρά οικονομική ρύθμιση που αποσκοπούσε στην ικανοποίηση των αναγκών του ενάγοντα αφού ο τελευταίος θα δώριζε το καρποφόρο κτήμα του στην εναγόμενη. Ενστάσιμη ή ανήθικη ή και παράνομη συμπεριφορά του ενάγοντα θα μπορούσε να επηρεάσει τις προσωπικές σχέσεις των διαδίκων ή ακόμα και να αποτελέσει αντικείμενο ποινικής υπόθεσης. Δεν θα μπορούσε όμως να αλλοιώσει τις υποχρεώσεις που[*27] ανάλαβε η ενάγουσα δυνάμει της συμφωνίας που πριν από όλα οδήγησε στην εγγραφή στο όνομά της του κτήματος του ενάγοντα.

Ψυχική Πίεση:

Με βάση τα πιο πάνω ευρήματά μας αναφορικά με τα γεγονότα νομίζουμε ότι είναι καθαρό ότι δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ψυχική πίεση ή για συναλλαγή υπέρμετρα επαχθή για τον ενάγοντα έστω και αν δεχόμαστε ότι το τελευταίο θα μπορούσε να αποτελέσει ξεχωριστή βάση αγωγής.

Ο ενάγοντας, απομονωμένος από τη σύζυγο και τα παιδιά του μετά την αποτυχία των προσπαθειών του για την αποκατάσταση κάποιας επαφής όχι άσχετης και με την τύχη της περιουσίας του, προσανατολίσθηκε προς την ιδέα της δωρεάς της περιουσίας του σε συγχωριανούς του. Από τη δική του μαρτυρία προκύπτει αβίαστα πως με ελεύθερη τη βούληση κατάληξε στην απόφαση της δωρεάς αφού τη συνδύασε με τη συμφωνία αναφορικά με την εξασφάλιση κάποιου εισοδήματος αναφορικά με τους καρπούς του κτήματος και αναφορικά με την εξασφάλιση φαγητού και περιποίησης μέχρι το θάνατό του. Πρώτη προϋπόθεση για την ύπαρξη ψυχικής πίεσης, όπως την ορίζει ο Νόμος (Άρθ. 16, Κεφ. 149) είναι η ύπαρξη σχέσης τέτοιας μεταξύ των μερών ώστε το ένα από αυτά να είναι σε θέση να κυριαρχεί πάνω στη θέληση του άλλου. Δεύτερη προϋπόθεση είναι να επωφελείται αυτής της θέσης ο δυνατός από τους συμβαλλόμενους για να[*28] εξασφαλίσει αθέμιτο όφελος σε βάρος του άλλου. Στην υπόθεση αυτή δεν συντρέχουν οι πιο πάνυ προϋποθέσεις. Δεν έχει αποδειχθεί ότι η εναγόμενη ήταν σε θέση να κυριαρχεί πάνω στη θέληση του ενάγοντα και δεν υπάρχουν δεδομένα με βάση τα οποία θα μπορούσε να λεχθεί ότι τεκμαίρεται η ύπαρξη τέτοιας σχέσης με βάση τις πρόνοιες του άρθ. 16(2). Δεν έχει επίσης αποδειχθεί ότι με δοσμένη τη συμφωνία όπως τη δεχθήκαμε και όπως την επικαλείται άλλωστε ο ενάγοντας, η εναγόμενη έχει εξασφαλίσει αθέμιτο όφελος σε βάρος του ενάγοντα. Ο ίδιος ο ενάγοντας ήταν καθαρό ότι ήταν ικανοποιημένος με τους όρους της συμφωνίας, την οποία άλλωστε επανάλαβε και με άλλα πρόσωπα κατά των οποίων κανένα παράπονο δεν έχει προβάλει. Πλεονασματικά αναφέρουμε ότι σε κανένα σημείο της μαρτυρίας του ο ενάγοντας δεν αναφέρθηκε σε οποιαδήποτε πίεση της εναγόμενης ή των συγγενών της ή σε οποιοδήποτε γεγονός άλλο από την επιθυμία του να εξασφαλίσει τα γηρατειά του ως συντελεστικό στη σύναψη της συμφωνίας. Ο ενάγοντας μας έδωσε την εικόνα ανθρώπου με καθαρό μυαλό που μπορούσε θαυμάσια να εκτιμήσει τις συνέπειες εκείνου που από καιρό προγραμμάτισε να κάμει και που έκαμε τελικά αφού ζύγισε όλους τους παράγοντες. Είναι στοιχειώδες ότι η πιθανή άρνηση εκπλήρωσης των συμφωνηθέντων δεν μπορεί να συσχετισθεί με την ελευθερία της βούλησης με την οποία τα μέρη κατάρτισαν τη συμφωνία τους. Καταλήγουμε ότι η συμφωνία έγινε με την ελεύθερη βούληση των μερών χωρίς την άσκηση ψυχικής πίεσης από την εναγόμενη σε βάρος του ενάγοντα.[*29]

Απάτη :

Το επόμενο ζήτημα που πρέπει να εξετασθεί είναι οι ισχυρισμοί για την ύπαρξη απάτης. Ορθά ο ευπαίδευτος συνήγορος του ενάγοντα αναγνώρισε ότι από όλες τις περιπτώσεις απατηλής συμπεριφοράς που αναφέρει το άρθ. 17 του Κεφ. 149 μόνο η αναφερόμενη στην παράγραφο (γ) είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι υπήρξε στην υπόθεση αυτή. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με την παράγραφο (γ) η παροχή υπόσχεσης την οποία ο υποσχόμενος δεν έχει πρόθεση να εκπληρώσει συνιστά απάτη. Δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι αποδείχθηκε ότι πρόθεση της εναγόμενης ήταν από την αρχή να μη εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που ανάλαβε. Δεν υπάρχει τίποτε προς αυτή την κατεύθυνση. Το γεγονός της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων εκ των υστέρων, από μόνο του, σίγουρα δεν είναι αρκετό. Αντίθετα, υπάρχουν ορισμένα γεγονότα που τείνουν να δείξουν το αντίθετο. Αναφερόμαστε βέβαια στο γεγονός ότι η ενάγουσα για κάποιο χρονικό διάστημα σύμφωνα με τη μαρτυρία του ίδιου του ενάγοντα εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει.

Παράβαση Συμφωνίας:

Από όσα έχουμε αναφέρει προκύπτει πως οι διάδικοι είχαν συνάψει συμφωνία έγκυρη και πως η εναγόμενη, αρνούμενη τις υποχρεώσεις που ανάλαβε, την παρέβη. Απομένει να εξεταστεί το ζήτημα της θεραπείας την οποία δικαιούται ο ενάγοντας.[*30]

Πρέπει να πούμε ότι μας φαίνεται συγκεχυμένη και σε βασικά σημεία λανθασμένη η προσέγγιση που κάμνει ο ενάγοντας στο ζήτημα αυτό με την Έκθεση Απαίτησής του. Η παράγραφος (9) της Έκθεσης Απαίτησης που θα μπορούσε να θεωρηθεί η σχετική με την παράβαση της συμφωνίας και τις συνέπειες της έχει ως ακολούθως:

"Λόγω των ρητών παραβάσεων των υποχρεώσεων που ανάλαβε η εναγόμενη με την πιο πάνω προφορική συμφωνία της με τον ενάγοντα και επί πλέον ή διαζευκτικά λόγω του τρόπου συμπεριφοράς της έναντι του ενάγοντα αναφορικά με την μεταβίβαση και εγγραφή του αναφερθέντος ακινήτου, η μεταξύ τους συμφωνία έχει καταστεί άκυρη ή και ακυρώσιμη ή και χωρίς νομικό αποτέλεσμα".

Στη συνέχεια ο ενάγοντας απαιτεί θεραπείες που αποσκοπούν στην ακύρωση της εγγραφής του κτήματος στο όνομα της εναγόμενης και την επανεγγραφή του στο όνομα του ενάγοντα και διαζευκτικά:

"Αποζημιώσεις πέραν των £10,000.-  ...... για παράβαση συμφωνίας εκ μέρους της εναγόμενης όπως αναφέρεται πιο πάνω".

Φαίνεται ότι ο ενάγοντας εξομοιώνει σε ότι αφορά τις δυνατές θεραπείες το δόλο και τη ψυχική πίεση με την παράβαση της συμφωνίας. Όμως, είναι στοιχειώδες[*31] ότι η απλή παράβαση εκπλήρωσης των συμφωνηθέντων ενώ δημιουργεί θέμα αποζημιώσεων δεν μπορεί να συνεπάγεται την εξ υπαρχής ακύρωση της συμφωνίας έτσι ώστε να είναι δυνατή η επαναφορά των πραγμάτων στη θέση που είχαν πριν από τη σύναψή της. Οι συνέπειες από την παράβαση της συμφωνίας δεν μπορεί να είναι αναδρομικές έτσι ώστε, στην περίπτωση που εξετάζουμε, να επιτρέπουν την ακύρωση της εγγραφής του κτήματος και την επανεγγραφή του στο όνομα του ενάγοντα ως να μη είχε γίνει ποτέ η συμφωνία ή η εγγραφή. Πολύ περισσότερο αφού την εγγραφή του κτήματος ακολούθησε εκπλήρωση των συμφωνηθέντων από την εναγόμενη για ορισμένη χρονική περίοδο.

Νομίζουμε ότι είναι καθαρό ότι η παράβαση της συμφωνίας από την εναγόμενη γεννά το δικαίωμα του ενάγοντα για αποζημιώσεις προκειμένου να τοποθετηθεί ο ενάγοντας στη θέση στην οποία θα βρισκόταν αν η εναγόμενη τηρούσε τα συμφωνηθέντα σε όποιο βαθμό αυτό μπορεί να επιτευχθεί με χρήματα. Ο ενάγοντας, με τη διαζευκτική διεκδίκηση αποζημιώσεων για παράβαση συμφωνίας, απαιτεί ποσό πέρα από £10,000.- με βάση, όπως προκύπτει, την ισχυριζόμενη αξία του κτήματος που μεταβίβασε στην εναγόμενη. Ο ενάγοντας φαίνεται να απαιτεί το ποσό αυτό ως υποκατάστατο της θεραπείας για την ακύρωση της εγγραφής και την επανεγγραφή του κτήματος στο όνομά του, προφανώς κάτω από τη λανθασμένη αντίληψη που αναφέραμε και πιο[*32] πάνω, ότι δηλαδή, είναι δυνατό η παράβαση της συμφωνίας να επιτρέπει την επαναφορά των διαδίκων στην κατάσταση που βρισκόταν πριν από τη σύναψη της συμφωνίας. Φοβούμαστε, όμως, ότι δεν μπορεί να είναι αυτό το σωστό μέτρο για τον υπολογισμό των αποζημιώσεων. Δεν νομίζουμε ότι είναι επιτρεπτό να υπολογίσουμε τις αποζημιώσεις με βάση την αξία του κτήματος ή με άλλα λόγια με βάση το όφελος που καρπούται η εναγόμενη. Ποτέ δεν ήταν η πρόθεση των μερών να πάρει η εναγόμενη το κτήμα και να πληρώσει την όποια αξία του. Αν υιοθετούσαμε αυτό το μέτρο για τον υπολογισμό της αποζημίωσης στην πραγματικότητα θα προσδίδαμε αναδρομικότητα στις επιπτώσεις από την παράβαση της συμφωνίας και θα επιφέραμε τα αποτελέσματα που θα επέρχονταν αν η συμφωνία ήταν άκυρη εξ υπαρχής ή αν η συμφωνία των διαδίκων ήταν διαφορετική.

Το μέτρο της αποζημίωσης δεν μπορεί να είναι άλλο από το ύψος της ζημιάς που υφίσταται ο ενάγοντας εξ αιτίας της παράβασης της συμφωνίας από την εναγόμενη ή, όπως το θέτει το άρθρο 73 του νόμου Περί Συμβάσεων Κεφ. 149, το ύψος της απώλειας ή της ζημιάς που έχει υποστεί ο ανυπαίτιος από τους συμβαλλόμενους που φυσιολογικά πηγάζει, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, από την παράβαση ή που οι διάδικοι γνώριζαν όταν κατάρτιζαν τη συμφωνία ότι ήταν πιθανό να προκύψει από την παράβασή της. Ποια είναι η ζημιά αυτή είναι καθαρό από τη συμφωνία των διαδίκων όπως την εξήγησε ο ενάγοντας και όπως την έχουμε δεχθεί. Συνίσταται[*33] στην απώλεια του μισού εισοδήματος από τους καρπούς του κτήματος και του φαγητού και της άλλης περιποίησης που θα του πρόσφερε η εναγόμενη για όλη τη διάρκεια της ζωής του. Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε παρόμοιο θέμα στην υπόθεση Αγνή Κοντού ν. Μαρία Παρούτη, 19 C.L.R. 172. Στην υπόθεση εκείνη η ιδιοκτήτρια οικίας την πώλησε σε τιμή χαμηλότερη από την κανονική αφού συμφωνήθηκε με τον αγοραστή να διαμένει σε αυτή εφ' όρου ζωής πληρώνοντας ενοίκιο ένα σελίνι το μήνα. Ο αγοραστής μετά τη μεταβίβαση της κατοικίας στο όνομά του, προφανώς επειδή η ιδιοκτήτρια έζησε περισσότερο από όσο περίμενε, με το πρόσχημα της κατεδάφισης ετοιμόρροπου μέρους της κατοικίας, την κατέστησε εντελώς ακατάλληλη για κατοίκηση. Κρίθηκε ότι ο αγοραστής είχε παραβεί τη συμφωνία και ότι υποχρεούτο στην πληρωμή αποζημιώσεων. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε ως αποζημιώσεις το ποσό. των £18.- μηνιαίως από το χρόνο της κατεδάφισης μέχρι το θάνατο της ενάγουσας. Αποφασίσθηκε ότι δεν υπήρχε εξουσία για την έκδοση τέτοιας απόφασης, ότι θα έπρεπε να επιδικασθεί ένα ολικό ποσό και ότι το μέτρο της αποζημίωσης θα έπρεπε να ήταν η ενοικιαστική αξία της κατοικίας από την ημέρα της παράβασης της συμφωνίας μέχρι το θάνατο της ενάγουσας. Βρέθηκε ότι η ενοικιαστική αξία της κατοικίας ήταν £13.10σ. το μήνα και με βάση τον υπολογισμό ότι η 80χρονη ενάγουσα αναμενόταν να ζήσει άλλα πέντε χρόνια, επιδικάσθηκε αποζημίωση ύψους £810.[*34]

Η παρούσα υπόθεση ουδέποτε συζητήθηκε πάνω στη βάση αυτή. Καμμιά αναφορά δεν γίνεται στις γραπτές προτάσεις που θα μπορούσε να επιτρέψει την εξέταση του θέματος των αποζημιώσεων μέσα στο πιο πάνω πλαίσιο. Για πρώτη φορά ο κ. Ανδρέου αναφέρθηκε στη διαζευκτική δυνατότητα του υπολογισμού της αποζημίωσης με βάση τα όσα ο ενάγοντας χάνει από τη μη τήρηση των συμφωνηθέντων κατά την τελική του αγόρευση για να ακολουθήσει η δικαιολογημένη αντίδραση της άλλης πλευράς ότι η Έκθεση Απαίτησης δεν αφήνει τέτοια περιθώρια. Στην πραγματικότητα ούτε καν μαρτυρία προορισμένη να καλύψει αυτή την πτυχή της υπόθεσης δεν έχει προσάξει ο ενάγοντας, γεγονός ενδεικτικό και της αντίληψής του αναφορικά με το ότι οι θεραπείες που θα εδικαιούτο αν επετύγχανε θα ήταν διαφορετικές. Την ίδια αντίληψη δείχνει και η προσαγωγή μαρτυρίας αναφορικά με την αξία του κτήματος. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι πέρα από όσα έχουμε αναφέρει, καμμιά μαρτυρία δεν έχει προσαχθεί που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να αποτιμηθεί χρηματικά η απώλεια της διατροφής και της περιποίησης που οφείλει να προσφέρει η εναγόμενη προς τον ενάγοντα και ότι μόνο κατά την αντεξέτασή του αναφέρθηκε ο ενάγοντας στο γεγονός της είσπραξης του ποσού των £450.- από τον πατέρα της εναγόμενης για το μισό του εισοδήματος του κτήματος.[*35]

Οδηγούμαστε στην αναγνώριση της ύπαρξης συμφωνίας και στη διαπίστωση της παράβασής της αλλά ταυτόχρονα και σε αδυναμία να δώσουμε την επιτρεπόμενη θεραπεία. Πρέπει να πούμε ότι δεν βιαστήκαμε να δώσουμε την απόφασή μας εκτείνοντας τη μελέτη μας προς κάθε δυνατή κατεύθυνση προκειμένου να διαπιστώσουμε αν υπάρχει περιθώριο για μια διαφορετική προσέγγιση. Έχουμε καταλήξει, τελικά, πως δεν έχουμε αυτό το δικαίωμα. Οι γραπτές προτάσεις είναι που προσδιορίζουν τα θέματα πάνω στα οποία καλείται το Δικαστήριο να αποφασίσει. Κάθε υπόθεση αποφασίζεται με βάση τα γεγονότα που προβάλλονται από τις γραπτές προτάσεις. Το Δικαστήριο οφείλει να περιορίζεται στα επίδικα θέματα όπως αυτά προκύπτουν από τις γραπτές προτάσεις. Κάθε παρέκκλιση από την προβαλλόμενη βάση αγωγής ή από τη θεραπεία που επιζητείται πρέπει να ακολουθεί τις σχετικές τροποποιήσεις των γραπτών προτάσεων ή τουλάχιστο να συνοδεύεται από αυτές. Αν προχωρούσαμε στον υπολογισμό των αποζημιώσεων με το σωστό τρόπο, όπως τον αντιλαμβανόμαστε, φοβούμαστε ότι θα προσδίδαμε στην υπόθεση μια διάσταση διαφορετική από εκείνη που θέλησε να της προσδώσει ο ενάγοντας, θέμα αποζημιώσεων πάνω στην πιο πάνω βάση δεν έχει εγερθεί και θα φεύγαμε από τα πλαίσια των επίδικων ζητημάτων όπως τα προσδιόρισαν οι διάδικοι με τις γραπτές τους προτάσεις, αν το εξετάζαμε. Καταλήγουμε ότι εν όψει των ανωτέρω, με δεδομένη τη συμφωνία και την παράβασή της, ο ενάγοντας δικαιούται σε ονομαστικές αποζημιώσεις.[*36]

Τελικά, εκδίδεται απόφαση υπέρ του ενάγοντα και εναντίον της εναγόμενης για £10.- ονομαστικές αποζημιώσεις ως ανωτέρω και για £200.- παραδεκτό υπόλοιπο δανείου, όπως αναφέραμε στην αρχή, με έξοδα υπέρ του ενάγοντα και εναντίον της εναγόμενης. Τα έξοδα να υπολογισθούν στην κλίμακα £200.- - £500.

Απόφαση για £210.- με έξοδα

υπέρ του ενάγοντα.