ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2024)

                                                                                               (i-justice)

 

 

16 Ιανουαρίου, 2024

 

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ALPHA PANARETI PUBLIC LTD                    (HE 34103) ΕΚ ΠΑΦΟΥ

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ THE SUNSET BOULEVARD TOURIST AND ESTATE COMPANY LIMITED (HE 3789) ΕΚ ΠΑΦΟΥ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ (Δ.Τ. [   ]) ΕΚ ΠΑΦΟΥ, ΑΝΔΡΕΑ ΙΩΑΝΝΟΥ (Δ.Τ. [  ]) ΕΚ ΠΑΦΟΥ, ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Δ.Τ. [   ]) ΕΚ ΠΑΦΟΥ, ΠΑΝΑΡΕΤΟΥΣ ΤΟΥΛΟΥΠΟΥ ΠΑΠΑΝΕΟΚΛΕΟΥΣ (Δ.Τ. [   ]) ΕΚ ΠΑΦΟΥ ΚΑΙ ΜΑΡΙΝΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (Δ.Τ. [   ]) ΕΚ ΠΑΦΟΥ, ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Ή ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡ. 22/12/2023 ΣΤΗ ΜΟΝΟΜΕΡΗ (EX PARTE) ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 15/12/2023 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΡ. 64/2023 (I-JUSTICE)

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 64/2023 (I-JUSTICE) ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ

_____________________________________________________________________

    

Αλ. Αλεξάνδρου με Α. Κασιανής και Μ. Βασιλείου (κα), για τους Αιτητές.

 

___________________________________________________________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Δοθείσα Αυθημερόν)

 

 

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση οι Αιτητές ζητούν άδεια του Δικαστηρίου για καταχώριση Αίτησης για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari και/ή Mandamus για παραπομπή στο Ανώτατο Δικαστήριο του φακέλου της Γενικής Αίτησης υπ’ αρ. 64/2023 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, με σκοπό την ακύρωση της Απόφασης που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου (εφεξής Κατώτερο Δικαστήριο), ημερ. 22/12/2023, με την οποία απερρίφθη η μονομερής (ex-parte) αίτηση, ημερ. 15/12/2023 και η οποία καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της ως άνω Γενικής Αίτησης και/ή προς αντικατάσταση της με το πιο κάτω Διάταγμα, το οποίο ζητείτο με την εν λόγω μονομερή αίτηση:

 

«(Α) Απαγορευτικό Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει τον Αντώνη Βασιλείου και/ή τους υπαλλήλους του και/ή τους αντιπροσώπους του και/ή τους συνεργάτες του και/ή εντολοδόχο του και/ή οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο που ενεργεί δια λογαριασμό του όπως παύσει να επεμβαίνει με οποιοδήποτε τρόπο σε οποιαδήποτε περιουσία των Εταιρειών ALPHA PANARETI PUBLIC LTD (H.E. 34103) και THE SUNSET BOULEVARD TOURIST AND ESTATE COMPANY LIMITED (H.E. 3789) και/ή της επιχειρηματικής δραστηριότητας τους και/ή να παρακωλύει την εύρυθμη λειτουργία των Εταιρειών και/ή της επιχειρηματικής δραστηριότητας τους μέχρι εκδίκασης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Γενικής Αίτησης και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.»

 

 

Διαζευκτικά του παρακλητικού επιδιώκεται η έκδοση Διατάγματος Mandamus «που να διατάσσει τον Αντώνη Βασιλείου και/ή τους υπαλλήλους του και/ή τους αντιπροσώπους του και/ή τους συνεργάτες του και/ή εντολοδόχο του και/ή οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο που ενεργεί δια λογαριασμό του όπως παύσει να επεμβαίνει με οποιοδήποτε τρόπο σε οποιαδήποτε περιουσία των Εταιρειών ALPHA PANARETI PUBLIC LTD (H.E. 34103) και THE SUNSET BOULEVARD TOURIST AND ESTATE COMPANY LIMITED (H.E. 3789) και/ή της επιχειρηματικής δραστηριότητας τους και/ή να παρακωλύει την εύρυθμη λειτουργία των Εταιρειών και/ή της επιχειρηματικής δραστηριότητας τους μέχρι εκδίκασης της Κυρίως Αίτησης Δια Κλήσεως για την έκδοση εντάλματος Certiorari και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου».

 

Η Αίτηση συνοδεύεται από Έκθεση και από Ένορκη Δήλωση του Ανδρέα Ιωάννου, ενός εκ των Αιτητών.

 

Προτού γίνει αναφορά στους Λόγους επί των οποίων βασίζεται το αίτημα και εξειδικεύονται στην Έκθεση, κρίνεται σκόπιμη, για σκοπούς καλύτερης αντίληψης των περιστατικών της υπόθεσης, η αναφορά στα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης, όπως αυτά καταγράφονται στην Ένορκη Δήλωση του Αιτητή και όπως προκύπτουν από το σύνολο των τεκμηρίων τα οποία επισυνάπτονται στην εν λόγω Ένορκη Δήλωση.

 

Στις 13/12/2023 καταχωρήθηκε από τους Αιτητές η Γενική Εταιρική Αίτηση υπ’ αρ. 64/2023 για διορισμό εξεταστή στις Εταιρείες ALPHA PANARETI PUBLIC LTD και THΕ SUNSET BOULEVARD TOURIST AND ESTATE COMPANY LIMITED, με την οποία εξαιτούντο το διορισμό εξεταστή στις προαναφερόμενες Εταιρείες για σκοπούς εξέτασης των υποθέσεων τους και για να ασκήσει τα καθήκοντα και τις εξουσίες, όπως ο Νόμος ορίζει, σύμφωνα με τα Άρθρα 202Α-202Ν του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.

 

Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Γενική Αίτηση υποβλήθηκε από τους Αιτητές 1-5 υπό την ιδιότητα τους ως διοικητικοί σύμβουλοι, μέτοχοι και εγγυητές των Εταιρειών. Η Εταιρεία ALPHA PANARETI PUBLIC LTD αποτελεί τη μητρική εταιρεία του Ομίλου Εταιρειών ALPHA PANARETI (εφεξής η «μητρική εταιρεία»), ο οποίος δραστηριοποιείται σε ένα ευρύ φάσμα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που περιλαμβάνει τον τομέα αγοράς και ανάπτυξης γης, ενοικιάσεις ακινήτων, εργοληπτικές εργασίες, ξενοδοχεία και τουριστικά καταλύματα, ενώ δραστηριοποιείται επιπλέον και στον τομέα της ενέργειας. Μεταξύ των θυγατρικών εταιρειών και σχετιζόμενων εταιρειών με τη μητρική εταιρεία, είναι και η THΕ SUNSET BOULEVARD TOURIST AND ESTATE COMPANY LIMITED (εφεξής «η σχετιζόμενη εταιρεία»), η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα ενοικίασης ακινήτων και τουριστικών καταλυμάτων. Ανάμεσα στις επιχειρηματικές δραστηριότητες των πιο πάνω Εταιρειών είναι και οι χρονομεριστικές μισθώσεις.

 

Από τις 13/12/2023, ημέρα καταχώρισης της Αίτησης, παραδόθηκαν προς τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως ο Νόμος ορίζει, οι σχετικές ειδοποιήσεις, καθώς και προθεσμία για παράδοση της ειδοποίησης.

 

Με την ανακοίνωση στις 14/12/2023 της καταχώρισης της Γενικής Αίτησης, ο φερόμενος, όπως αναφέρεται, ως Παραλήπτης/Διαχειριστής Αντώνης Βασιλείου, του οποίου το διορισμό δεν αναγνωρίζουν οι Αιτητές, αλλά θεωρούν παράνομο επεμβασία στην περιουσία και επιχειρηματική δραστηριότητα των Εταιρειών, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Αιτητών, εξεμάνη και αύξησε τον αριθμό «μπράβων» για να εισέλθουν τόσο στο ξενοδοχείο της μητρικής εταιρείας PANARETI CORAL BAY, όσο και στα γραφεία της μητρικής εταιρείας, απαγορεύοντας την είσοδο των Αιτητών, καθώς και των υπαλλήλων τους. Οι εν λόγω μπράβοι είχαν επιχειρήσει να μπουν ξανά στην περιουσία των Εταιρειών και ενώ οι Αιτητές τους είχαν εκδιώξει.

 

Η αντίδραση των Αιτητών ήταν να καταγγελθεί η πιο πάνω κατάσταση στην Αστυνομία, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχει κάποιο αποτέλεσμα.

 

Ενόψει των πιο πάνω, δύο μέρες μετά την καταχώριση της Γενικής Αίτησης, ήτοι στις 15/12/2023, οι Αιτητές προχώρησαν με την καταχώριση μονομερούς Αίτησης για την έκδοση Διατάγματος που να απαγορεύει στον Αντώνη Βασιλείου να ενεργεί, όπως οι Αιτητές υποστήριξαν, κατά παράβαση του Νόμου και εις βάρος των συμφερόντων των Εταιρειών.

 

Αποτέλεσε θέση των Αιτητών ότι οι ενέργειες του φερόμενου ως Παραλήπτη/Διαχειριστή και η αύξηση των μπράβων τόσο στο ξενοδοχείο όσο και στα γραφεία της Εταιρείας, δεν είναι μόνο επιζήμια αλλά γίνεται επί σκοπού για να καταστραφεί τελειωτικά η προοπτική επιβίωσης των Εταιρειών ως δρώσας οικονομικής μονάδας.

 

Οι Λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα για άδεια εξειδικεύονται στην Έκθεση.

 

Ειδικότερα προβάλλεται ότι η Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου με την οποία απερρίφθη η μονομερής Αίτηση ημερ. 15/12/2023 για έκδοση απαγορευτικού Διατάγματος, εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση της εξουσίας του Δικαστηρίου και κατά έκδηλη νομική πλάνη, όπως προκύπτει πρόδηλα από το πρακτικό και την Απόφαση, διότι εκδόθηκε χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις πρόνοιες των Άρθρων 202Α-202Ν του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 και ειδικότερα του Άρθρου 202Η[1], δυνάμει του οποίου  κατά την περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας υποβολής της Γενικής Αίτησης για διορισμό εξεταστή μέχρι τη λήξη περιόδου τεσσάρων μηνών, ή την απόσυρση ή απόρριψη της Αίτησης, οι Εταιρείες στις οποίες αφορά η Αίτηση θεωρείται αυτοδικαίως ότι τελούν υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

 

Προβάλλεται, ακόμη, ότι το Κατώτερο Δικαστήριο δεν έλαβε καθόλου υπόψη του το γεγονός ότι σύμφωνα με το Νόμο οι Εταιρείες βρίσκονται υπό την προστασία του και όφειλε να ενεργήσει με τρόπο που να διαφυλάσσεται η συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Άρθρου 202Η και με εμφανή πλάνη περί το Νόμο δεν εφάρμοσε τις επιτακτικές νομοθετικές διατάξεις οι οποίες επιβάλλουν την προσωρινή προστασία από το Δικαστήριο. Περαιτέρω προβάλλεται ότι το Κατώτερο Δικαστήριο αντίκρισε τη μονομερή αίτηση ως μια συνηθισμένη αίτηση για την έκδοση ενός απαγορευτικού διατάγματος, ενώ είχε υποχρέωση να εφαρμόσει τις ρητές και αδιαμφισβήτητες διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, οι οποίες παρέχουν προσωρινή προστασία αυτοδικαίως από της καταχώρισης της αίτησης, παραγνωρίζοντας τη συνεχή και κατάφωρη παραβίαση της νομοθεσίας και των δικαιωμάτων των Εταιρειών από τον Αντώνη Βασιλείου[2].

Προκρίνεται, ακόμη, ότι η προσβαλλόμενη Απόφαση είναι εκτός του πλαισίου του Νόμου και εκτός της διακριτικής ευχέρειας και της εξουσίας του Δικαστηρίου.

 

Ήταν, επίσης, θέση των Αιτητών ότι με την προσβαλλόμενη απορριπτική της Αίτησης Απόφαση, το Κατώτερο Δικαστήριο κάθε άλλο παρά ενήργησε για την προστασία των Εταιρειών, ως όφειλε, σύμφωνα με σαφείς και ρητές νομοθετικές διατάξεις να πράξει, αφήνοντας ελεύθερο τον Αντώνη Βασιλείου να συνεχίζει να παραβιάζει το Νόμο.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητών προώθησαν τους προαναφερθέντες λόγους με γραπτή αγόρευση, αλλά και δια ζώσης κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της Αίτησης.

Έχω διεξέλθει με προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς και ό,τι οι Αιτητές, μέσω των συνηγόρων τους, έχουν θέσει ενώπιον μου.

 

Οι αρχές που διέπουν την έκδοση Προνομιακών Διαταγμάτων είναι παγιωμένες και χιλιοειπωμένες, ώστε να μην χρειάζεται να λεχθούν πολλά υπό το φως της πλούσιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Πρόκειται για δικαιοδοσία που ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ, πάντοτε κατά προνόμιο όταν διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης στην πρωτόδικη διαδικασία (βλ. Αίτηση του Κωνσταντινίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Perrella (Αρ. 2) (1995)                     1 Α.Α.Δ. 692). Ακόμη και αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση δεν χορηγείται άδεια όταν προσφέρεται εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία που συνήθως είναι αυτό της έφεσης, οι δε εξαιρετικές περιστάσεις για να παρακαμφθεί ο πιο πάνω Κανόνας, θα πρέπει να καταδεικνύεται με επάρκεια ότι συντρέχουν (βλ. Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878).

 

Έχει πλειστάκις αναφερθεί στη νομολογία ότι είναι στους ώμους του Αιτητή το βάρος να καταδείξει συζητήσιμη υπόθεση. Ενδιαφέρει η νομιμότητα των ελεγχόμενων ενεργειών, αφού δεν μπορεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας να είναι η ορθότητα, ούτε ο τρόπος άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.

 

Όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1997) 1Β Α.Α.Δ. 925, 935:-

 

«Αντικείμενο της διαδικασίας δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας απόφασης αλλά της νομιμότητας της. Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της άποψης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο, αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με εκείνη του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Δεν εκδίδεται ένταλμα Certiorari ως μανδύας μεταμφιεσμένης έφεσης. Ούτε και μπορεί να χρησιμοποιείται η διαδικασία για την έκδοση τέτοιου διατάγματος προκειμένου να γίνει επανακρόαση του ζητήματος που εγέρθηκε. Και δεν είναι επιτρεπτό να εκδίδεται ένταλμα Certiorari προκειμένου να υπαγορευθεί σε Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να αποφασιστεί ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του ή ακόμα ο τρόπος που θα ασκήσει τη διακριτική του εξουσία. (Βλέπε Re Mareware Shipping, Αίτηση 6/92 / 24.1.92 και Τζεννάρο Περέλλα, Πολιτική 'Εφεση 9169/18.7.95)

 

 

 

Το Κατώτερο Δικαστήριο εξετάζοντας την Αίτηση και, με δεδομένο ότι αυτή είχε καταχωρηθεί μονομερώς, έκρινε ότι δεν συνέτρεχε το στοιχείο του κατεπείγοντος λόγω της ύπαρξης καθυστέρησης και ολιγωρίας από πλευράς των Αιτητών, η οποία δεν αιτιολογήθηκε. Όπως επεσήμανε στην Απόφαση του το Κατώτερο Δικαστήριο, παρά το γεγονός ότι από την ημερομηνία του διορισμού του Παραλήπτη/Διαχειριστή στις 16/11/2023 αυτός, κατά τη θέση των Αιτητών, δημιουργούσε προβλήματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων των Εταιρειών και εμπόδιζε τους Διοικητικούς Συμβούλους να μεταβούν στα γραφεία τους και τους υπαλλήλους στην εργασία τους, παρήλθε περίοδος ενός και πλέον μηνός για να καταχωριστεί η υπό κρίση Αίτηση για ενδιάμεση θεραπεία, χωρίς να δίδεται οποιαδήποτε εξήγηση γιατί αυτό δεν έγινε σε προγενέστερο χρονικό στάδιο. Καταλήγοντας δε το Κατώτερο Δικαστήριο ανέφερε και τα εξής:

 

«Από τα γεγονότα που έχουν εκτεθεί, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να αναδεικνύει επείγουσα ανάγκη έκδοσης του αιτουμένου διατάγματος προς αποτροπή επικίνδυνης κατάστασης που να έχει δημιουργηθεί και με την οποίαν συναρτάται άμεσα η εν λόγω επιδιωκόμενη θεραπεία. Η Γενική Αίτηση μπορεί να εκδικαστεί τάχιστα και στα πλαίσια σύντομης εκδίκασης της μέσα από εξέταση των θέσεων των διαδίκων, δεν αποκλείεται, αν τούτο κριθεί αναγκαίο από το Δικαστήριο, να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του άρθρου 202(1)(α) του Κεφ. 113,[3] οι οποίες εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό μ’ αυτό που μονομερώς επιδιώκεται με την παρούσα ενδιάμεση αίτηση.»

 

Θεώρησε, επίσης, ότι δεν ικανοποιείτο ούτε το στοιχείο της ύπαρξης ιδιαίτερων περιστάσεων. Υπό αυτά τα δεδομένα κατέληξε ότι δεν δικαιολογείτο η απόδοση της αιτούμενης θεραπείας για το λόγο που προβλήθηκε, κατά παρέκκλιση του κανόνα της Φυσικής Δικαιοσύνης, δηλαδή στην απουσία της άλλης πλευράς που στην προκείμενη περίπτωση ήτο ο Παραλήπτης/Διαχειριστής, ο οποίος επηρεάζετο άμεσα από τυχόν έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος.

 

Πέραν και ανεξάρτητα της πιο πάνω κατάληξης, το Κατώτερο Δικαστήριο εξετάζοντας τις προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60, παρά το γεγονός ότι έκρινε ότι πληρείτο η πρώτη προϋπόθεση, για την ύπαρξη, δηλαδή, συζητήσιμης υπόθεσης, θεώρησε ότι δεν πληρείτο η δεύτερη προϋπόθεση, που αφορά στην πιθανολόγηση επιτυχίας και, ενόψει αυτής του της διαπίστωσης, απέρριψε την Αίτηση χωρίς να προχωρήσει στην εξέταση των υπόλοιπων κριτηρίων.

 

Έγινε από πλευράς Αιτητών επίκληση στην απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση της Alpha Bank Cyprus Ltd, Πολιτική Αίτηση Αρ. 123/2017, ημερ. 7/9/2017, ECLI:CY:AD:2017:D282, για να υποστηριχθεί ότι «το Κατώτερο Δικαστήριο αντίκρισε τη μονομερή Αίτηση υπό τη στενή έννοια αίτησης για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, υπερβαίνοντας την εξουσία και δικαιοδοσία του με βάση το Νόμο και δη ειδικότερα τα Άρθρα 202Α και 202Η του περί Εταιρειών Νόμου – Κεφ. 113 και του γεγονότος ότι οι Εταιρείες βρίσκονται από τις 13/12/2023 υπό την προστασία του Δικαστηρίου».

 

Δεν θεωρώ ότι η υπόθεση Alpha Bank (ανωτέρω) βοηθά τους Αιτητές.

 

Στην υπόθεση εκείνη είχε καταχωρηθεί μια Γενική Αίτηση με την οποία επιδιώκετο η έκδοση διατάγματος για διορισμό συγκεκριμένου ατόμου ως εξεταστή των υποθέσεων μιας εταιρείας, καθώς και η έκδοση προσωρινού διατάγματος για να τεθεί η εταιρεία υπό την προσωρινή προστασία του Δικαστηρίου για περίοδο 15 ημερών, με σκοπό να υποβληθεί η έκθεση συγκεκριμένου εμπειρογνώμονα που αποτελεί εκ του Νόμου προϋπόθεση για να εξεταστεί και εκδοθεί διάταγμα διορισμού εξεταστή. Η έκδοση διατάγματος προσωρινής προστασίας στηρίζετο στις πρόνοιες του Άρθρου 202Γ του Κεφ. 113[4], οι οποίες έρχονται στο προσκήνιο όταν χρειάζεται χρόνος για την ετοιμασία της Έκθεσης για τους σκοπούς μιας αίτησης για διορισμό εξεταστή. Είναι στο πλαίσιο αυτό που το Δικαστήριο ανέφερε στην εν λόγω υπόθεση ότι το εκδοθέν διάταγμα προσωρινής προστασίας ήτο ένα sui generis διάταγμα που απέβλεπε «στην παροχή μιας ασπίδας προστασίας από το Δικαστήριο ως ένα μέτρο ανάσας μέχρι να ετοιμαστεί η Έκθεση του εμπειρογνώμονα ελεγκτή για την όλη οικονομική βιωσιμότητα της εταιρείας» και ότι δεν είχε νόημα «το να το αντικρίζει κανείς υπό τις παραδοσιακές έννοιες ενός προσωρινού ή ενδιάμεσου διατάγματος ή τελικού».

 

Τέτοια ήταν, επίσης, και η περίπτωση στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Lani Restaurants Ltd κ.ά. (2015) 1 Α.Α.Δ. 1577[5],  την οποία, επίσης, επικαλέστηκαν οι Αιτητές στην γραπτή Αγόρευση τους, όπου επισημάνθηκε ότι πρόκειται για «ειδική διαδικασία με ειδικό σκοπό», εφόσον αφορούσε σε διάταγμα για να τεθεί η εταιρεία υπό την προστασία του Δικαστηρίου για συγκεκριμένη περίοδο με σκοπό να υποβληθεί έκθεση ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, όπως προνοείται στο Άρθρο 202Γ(1) του Κεφ. 113.

 

Η υπό εξέταση περίπτωση δεν αφορά, βεβαίως, αίτηση για έκδοση διατάγματος προσωρινής θεραπείας εκκρεμούσης της έκθεσης με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 202Γ(1) του Κεφ. 113. Στην υπό κρίση περίπτωση αυτό που επιδιώκετο με τη μονομερή Αίτηση που καταχωρήθηκε ήτο η έκδοση απαγορευτικού Διατάγματος που να διατάσσει τον Παραλήπτη/Διαχειριστή, ο οποίος διορίστηκε στις 16/11/2023 δυνάμει ομολόγου κυμαινόμενης επιβάρυνσης, «όπως παύσει να επεμβαίνει με οποιοδήποτε τρόπο σε οποιαδήποτε περιουσία των Εταιρειών ALPHA PANARETI PUBLIC LTD (H.E. 34103) και THE SUNSET BOULEVARD TOURIST AND ESTATE COMPANY LIMITED (H.E. 3789) και/ή της επιχειρηματικής δραστηριότητας τους και/ή να παρακωλύει την εύρυθμη λειτουργία των Εταιρειών και/ή της επιχειρηματικής δραστηριότητας τους μέχρι εκδίκασης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Γενικής Αίτησης και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου».

 

Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός περί υπέρβασης και/ή έλλειψης εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας δεν μπορεί, στην προκείμενη περίπτωση, να έχει οποιαδήποτε βάση. Όπως είναι νομολογημένο, «εκεί που το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να αποφασίσει ένα ζήτημα, δε θεωρείται ότι έχει εξέλθει του πεδίου της δικαιοδοσίας του απλώς και μόνο γιατί παρεμπιπτόντως ερμήνευσε λανθασμένα ένα νομοθέτημα» (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Γεώργιου Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ 207).

 

Όπως λέχθηκε στην υπόθεση R. v. Minister of Health [1938] 4 All E.R. 32:  

 

“Where the proceedings are regular upon their face and the magistrates had jurisdiction, the superior court will not grant the writ of certiorari on the ground that the court below has misconceived a point of law. When the court below has jurisdiction to decide a matter, it cannot be deemed to exceed or abuse its jurisdiction, merely because it incidentally misconstrues a statute ………………..….”

 

 

Όπως είναι νομολογημένο, Ένταλμα της φύσης Certiorari μπορεί να εκδοθεί όταν έχει εμφιλοχωρήσει νομικό ελάττωμα εμφανές από τη δικογραφία, η ευχέρεια όμως αυτή δεν καλύπτει και τις νομικά εσφαλμένες αποφάσεις. Καλύπτει τις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει φανερά εσφαλμένη ερμηνεία νόμου ή εσφαλμένη εφαρμογή του σε δεδομένη περίπτωση. Δεν είναι αρκετό να υπάρχει σοβαρή πλάνη ή ακόμα και πλάνη σε σχέση με καθιερωμένη νομική αρχή (Watford Petroleum Ukraine Holdings Ltd (2003) 1 Α.Α.Δ. 620). Πρέπει να υπάρχει πλάνη που μπορεί να διακριβωθεί από το Δικαστήριο αμέσως και όχι ύστερα από έρευνα των στοιχείων ή της μαρτυρίας (Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (1996)                 1 Α.Α.Δ. 1066).

 

Είναι πρόδηλο ότι μέσω της προβολής της υπέρβασης και/ή έλλειψης εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας, ό,τι εν προκειμένω επιδιώκεται είναι ο έλεγχος της ορθότητας της Απόφασης του Κατώτερου Δικαστηρίου. Τα όσα οι Αιτητές επικαλούνται, με κάθε σεβασμό, δεν στοιχειοθετούν ούτε για σκοπούς παροχής άδειας ότι το Κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας ή κατά άλλο τρόπο που να καθιστά την απόφαση του ελεγχόμενη ως προς τη νομιμότητα της. Όσα αποδίδονται στην υπό κρίση Απόφαση, ακόμη και αν αξιολογούνταν ως σφάλματα, θα αποτελούσαν νομικά σφάλματα που θα καθιστούσαν την απόφαση του μη ορθή, ελεγχόμενη στο τέλος με έφεση. Δεν θα συνιστούσε, όμως, ακόμη και αν το Κατώτερο Δικαστήριο είχε ασκήσει εσφαλμένα την κρίση του, απόφαση η οποία στερείτο νομιμότητας. Εν προκειμένω, στην πραγματικότητα ό,τι επιδιώκεται, υπό το μανδύα της προνομιακής θεραπείας, είναι ο έλεγχος της ορθότητας της απόφασης και αντικατάσταση της κρίσης που είτε ορθά, είτε λανθασμένα διαμόρφωσε το Κατώτερο Δικαστήριο. Όπως αναφέρεται στη νομολογία, τυχόν λανθασμένη ερμηνεία νόμου ή λανθασμένη αντίληψη του Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με Προνομιακό Ένταλμα Certiorari, αλλά ελέγχεται ως προς την ορθότητα της με το ένδικο μέσο της έφεσης (βλ. Πέτρου Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα, σελ. 127-128, Αίτηση της Μουστερή κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2017, ημερ. 24/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:D367, Αίτηση της Content Union S.A., Πολιτική Αίτηση Αρ. 64/2018, ημερ. 11/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:D286 και Αίτηση Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική Αίτηση Αρ. 24/2020, ημερ. 10/3/2020, ECLI:CY:AD:2020:D96). Το κατάλοιπο εξουσίας δεν αποτελεί μέσο για τον έλεγχο της ορθότητας των αποφάσεων πρωτόδικων Δικαστηρίων και ούτε μπορεί να αφεθεί η διαδικασία να χρησιμοποιηθεί ως έφεση υπό μεταμφίεση (βλ. Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 116, Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Daventree Trustees Ltd (2005) 1(A) Α.Α.Δ. 712).

 

Επιπλέον, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει αντικείμενο έφεσης.

 

 Όπως εξηγείται από τον Κωνσταντινίδη, Δ. στην Hellenger Trading Ltd (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1965, στη σελ. 1975:

 

 «Και εφόσον παρέχεται η δυνατότητα άσκησης έφεσης, που επίσης θα εκδικαστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, και δι' αυτής θα είναι δυνατή η παροχή πλήρους και εξ ίσου αποτελεσματικής θεραπείας, η αίτηση που απευθύνεται στο κατάλοιπο της εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν δικαιολογείται

  

Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μιτέλα, Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2019, ημερ. 2/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:A121, τονίσθηκε ότι «η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος ενεργοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός                       χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης».

 

Στη βάση των πιο πάνω, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και/ή συζητήσιμο θέμα. Ούτε έχω ικανοποιηθεί ότι οι Αιτητές με τα όσα έχουν πιο πάνω αναφέρει και με δεδομένη τη δυνατότητα έφεσης, έχουν καταδείξει την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων που να δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

 

 Ως εκ τούτου, η υπό κρίση Αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

                                      Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

                    Δ.



[1] 202Η.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 202Γ κατά την περίοδο που άρχισε από την ημερομηνία υποβολής αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 202Α και τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 202IΘ, και τελειώνει κατά τη λήξη περιόδου τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία εκείνη ή κατά την απόσυρση ή απόρριψη της αίτησης, οποιοδήποτε γεγονός επέλθει πρώτο, η εταιρεία θεωρείται ότι τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

[2] Δέστε τις πρόνοιες του Άρθρου 202Η του Κεφ. 113 ως προς τις διατάξεις που ισχύουν για όσο χρόνο μία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου:

(2) Για όσο χρόνο μία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

(α) Δεν δύνανται να αρχίσουν εναντίον της εταιρείας οποιεσδήποτε διαδικασίες εκκαθάρισης, ούτε να εγκριθεί ψήφισμα για εκκαθάριση σε σχέση με την εταιρεία εκείνη και οποιοδήποτε ψήφισμα που εγκρίνεται κατά τον τρόπο αυτό δεν έχει αποτέλεσμα,

(β) δεν διορίζεται παραλήπτης επί οποιουδήποτε μέρους της περιουσίας ή της επιχείρησης της εταιρείας ή αν έχει διοριστεί παραλήπτης πριν από την υποβολή αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 202Α, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 202Ι, τέτοιος παραλήπτης μπορεί να συνεχίσει να ενεργεί ως παραλήπτης,

(γ) καμία κατάσχεση στα χέρια τρίτου, μεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση δεν θα λαμβάνει χώρα έναντι της περιουσίας ή των αντικειμένων της εταιρείας, παρά μόνο με την συγκατάθεση του εξεταστή,

(δ) σε περίπτωση που οποιαδήποτε αξίωση εναντίον της εταιρείας εξασφαλίζεται με υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση ή ενέχυρο επί ή που επηρεάζει ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας, των αντικειμένων ή του εισοδήματος της εταιρείας, καμία ενέργεια δεν μπορεί να λάβει χώρα για τη ρευστοποίηση ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους αυτής της εξασφάλισης, παρά μόνο με την συγκατάθεση του εξεταστή,

(ε) δεν δύναται να ληφθούν οποιαδήποτε μέτρα για την ανάκτηση αγαθών που ευρίσκονται στην κατοχή της εταιρείας σύμφωνα με οποιαδήποτε συμφωνία ενοικιαγοράς, παρά μόνο με τη συγκατάθεση του εξεταστή,

(στ) σε περίπτωση που, σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε Νόμου, Κανονισμού ή άλλης ρύθμισης, οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από την εταιρεία είναι υπεύθυνο να καταβάλει όλα ή οποιοδήποτε μέρος των χρεών της εταιρείας -

(ί) καμία κατάσχεση στα χέρια τρίτου, μεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση δεν λαμβάνει χώρα έναντι της περιουσίας ή των αντικειμένων του προσώπου αυτού αναφορικά με τα χρέη της εταιρείας, και

(ii) καμία διαδικασία οποιουδήποτε είδους δεν δύναται να κινηθεί εναντίον του προσώπου αυτού αναφορικά με τα χρέη της εταιρείας,

(ίίί) όταν οποιαδήποτε αξίωση εναντίον του προσώπου αυτού εξασφαλίζεται με υποθήκη, επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη επιβάρυνση ή ενέχυρο επί ή που επηρεάζει ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας, των αντικειμένων ή του εισοδήματος της εταιρείας, καμία ενέργεια δεν μπορεί να λάβει χώρα για τη ρευστοποίηση ολόκληρης ή οποιουδήποτε μέρους αυτής της εξασφάλισης, παρά μόνο με την συγκατάθεση του εξεταστή,

(ζ) κανένα διάταγμα για θεραπεία δεν δύναται να εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 202 έναντι της εταιρείας αναφορικά με παράπονα όσον αφορά τη διεξαγωγή των υποθέσεων της εταιρείας ή την άσκηση των εξουσιών των συμβούλων πριν από την υποβολή της αίτησης,

(η) οποιαδήποτε χρονική περίοδος κατά την οποία μία εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου δεν υπολογίζεται κατά τον καθορισμό της προδιαγραφόμενης περιόδου σύμφωνα με τον περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμο,

(θ) κατά τον καθορισμό της περιόδου των έξι (6) μηνών που προβλέπεται στο άρθρο 301, δεν προσμετράται οποιαδήποτε χρονική περίοδος, κατά την οποία η εταιρεία τελεί υπό την προστασία του Δικαστηρίου.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), καμία άλλη διαδικασία εναντίον της εταιρείας δεν δύναται να αρχίσει, παρά μόνο με την άδεια του Δικαστηρίου και τηρουμένων των όρων που το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει:

Νοείται ότι, το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης του εξεταστή, να εκδώσει τέτοιο διάταγμα, όπως κρίνει ορθό, αναφορικά με οποιεσδήποτε διαδικασίες που ήδη υφίστανται, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής των διαδικασιών αυτών.

 

[3] «Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7) του άρθρου 202Β, σε περίπτωση που κατά την ημερομηνία υποβολής αίτησης σε σχέση με εταιρεία υπάρχει διορισμένος παραλήπτης για ολόκληρο ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης εκείνης της εταιρείας, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα θεωρεί πρέπον συμπεριλαμβανομένου διατάγματος, το οποίο να διατάσσει όπως –

 

      (α) ο παραλήπτης παύσει να ενεργεί ως παραλήπτης από ημερομηνία την οποία θα καθορίσει το Δικαστήριο.»

[4] 202Γ.-(1) Σε περίπτωση που αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 202Α ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι -

(α) λόγω περιστάσεων εκτός του ελέγχου του αιτητή, η έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα δεν είναι διαθέσιμη εγκαίρως για να συνοδεύσει την αίτηση, και

(β) ο αιτητής δεν θα μπορούσε εύλογα να προβλέψει τις περιστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α),

το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και να θέσει την εταιρεία για την οποία γίνεται αίτηση υπό την προστασία του Δικαστηρίου για περίοδο που το Δικαστήριο θεωρεί κατάλληλη, με σκοπό να επιτραπεί η υποβολή της έκθεσης του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα:

Νοείται ότι, αν υπάρχει διορισμένος παραλήπτης σε σχέση με ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης της εταιρείας κατά το χρόνο υποβολής αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 202Α, αναφορικά με την εταιρεία, αυτό δεν αποτελεί από μόνο του, για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, περιστάσεις εκτός του ελέγχου του αιτητή.

 

[5] Όπως επισημάνθηκε στη σελίδα 1589 της υπόθεσης Lani (ανωτέρω):

 

«Επιχειρήθηκε από τους Αιτητές να συνδεθεί το εκδοθέν διάταγμα με άμεση παραβίαση του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60 και του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6, και με την επικαλούμενη παρέκκλιση από τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης που επιτάσσουν στο Δικαστήριο να ακούσει και την άλλη πλευρά πριν αποφασίσει. Ειδικά ετέθη ότι θα έπρεπε το εν λόγω διάταγμα να οριστεί επιστρεπτέο ώστε να έχει ισχύ και ότι αυτή η «παρανομία» καθιστά τη διαδικασία τρωτή ώστε να στοιχειοθετείται το αίτημα για άδεια. Παραβλέπεται όμως, κατά την κρίση μου, ότι το εν λόγω διάταγμα εξεδόθη στα πλαίσια μιας Γενικής Αίτησης και της συναφούς ex parte επίδικης Αίτησης, με βάση το καθορισμένο πλαίσιο που έχω αναφέρει πιο πάνω, όπως προκύπτει από το Κεφ.113. Συνεπώς δεν περιορίζεται η παρούσα διαδικασία στις ειδικές αρχές και προϋποθέσεις που καλύπτουν το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου και του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6. Εν πάση περιπτώσει, η αίτηση δεν περιελάμβανε τα πιο πάνω άρθρα στο νομικό της βάθρο. Σαφώς και πρόκειται για ειδική διαδικασία με ειδικό σκοπό. Εξάλλου η μορφή του διατάγματος εκ της φύσεως του και εκ του περιεχομένου του Νόμου που το καλύπτει είναι συγκεκριμένη χρονικά (15 ημέρες) αλλά και στο είδος της εξουσίας που παραχωρεί, (ετοιμασία έκθεσης εμπειρογνώμονα), και δεν έχει καταδειχθεί οποιαδήποτε παράβαση ως προς τη διαδικασία των πιο πάνω άρθρων.»


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο