ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 177/2023)

                                                                                               (i-justice)

 

 

10 Ιανουαρίου, 2024

 

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964), ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ SHAMMI NISANKA PERERA BATADHUWAGE, ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΡΙ ΛΑΝΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟ ΚΕΦ. 105, ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 115/2008/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ:

 

1.  ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ

ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

3.  ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ κ. SHAMMI NISANKA PERERA BATADHUWAGE ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 7, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΚΕΦ. 105 ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΝΟΜΟ 105(Ι)/2016.

 

________________________________________________

 

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή.

 

Α. Ρούσου (κα) και Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόροι της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ’ων η Αίτηση.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

                           (Δοθείσα Αυθημερόν)

 

 

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής αιτείται την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum ώστε να αφεθεί ελεύθερος γιατί, όπως διατείνεται, η διάρκεια κράτησης του για σκοπούς απέλασης καθιστά την κράτηση του παράνομη.

 

Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του ιδίου του Αιτητή.                  Η Δημοκρατία καταχώρισε ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης που υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση  του Ανδρέα Μαζέρη, Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης (εφεξής ΤΑΠΜ).

 

Το αδιαμφισβήτητο ιστορικό, όπως αυτό προκύπτει τόσο μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, όσο και μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση, σε συνάρτηση και με τα σχετικά έγγραφα που κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου είναι, σε γενικές γραμμές, το ακόλουθο:

 

·        Ο Αιτητής είναι υπήκοος Σρι Λάνκας ο οποίος αφίχθη στη Δημοκρατία στις 10/8/2014 με άδεια εισόδου ως οικιακός βοηθός. Μέχρι τις 30/5/2018 κατείχε άδεια διαμονής ως οικιακός βοηθός.

·        Στις 15/6/2016 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας.

·        Στις 4/1/2017 καθότι υπήρχαν υποψίες για εμπλοκή του Αιτητή σε εικονικό γάμο, το γραφείο διερεύνησης γνησιότητας γάμων με επιστολή του ανέφερε ότι, σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης του από την Υπηρεσία Ασύλου να σταλεί εκ νέου ο φάκελος του για εντοπισμό και σύλληψή του.

·        Στις 23/1/2017 απερρίφθη πρωτοβάθμια η αίτηση του για άσυλο. Στις 5/10/2018 απερρίφθη και η προσφυγή που υπέβαλε στην Αναθεωρητική Αρχή. Στις 26/11/2019 απερρίφθη η Προσφυγή υπ’ αρ. 1664/2018 που καταχώρισε στο Ανώτατο Δικαστήριο.

·        Στις 10/10/2020 ο Αιτητής συνελήφθη στη Λεμεσό για παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία.

·        Στις 12/10/2020 ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση ασύλου και τα Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης ακυρώθηκαν.

·        Ο Αιτητής εξέτισε ποινή φυλάκισης μέχρι τις 9/9/2021 για εντάλματα προστίμου.

·        Στις 18/12/2021 απερρίφθη η μεταγενέστερη αίτηση του για άσυλο.

·        Την 1/3/2023 συνελήφθη στη Λεμεσό για παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία.

·        Στις 2/3/2023 εναντίον του Αιτητή εξεδόθη Διάταγμα Κράτησης και Απέλασης δυνάμει του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.

·        Στις 10/5/2023, 3/7/2023, 5/9/2023 και 6/11/2023 εγκρίθηκε από το ΤΑΠΜ η συνέχιση της κράτησης του Αιτητή.

·        Στις 23/6/2023 η Προσφυγή υπ’ αρ. 668/2023 που είχε καταχωρηθεί από τον Αιτητή απερρίφθη από το Διοικητικό Δικαστήριο λόγω απόσυρσής της.

·        Στις 12/10/2023 ο Αιτητής προσέβαλε την απόρριψη του αιτήματος του για επανεξέταση της κράτησης του με την Προσφυγή υπ’ αρ. 1717/2023.

·        Στις 30/5/2023 ο Αιτητής αρνήθηκε να συνεργαστεί για μεταφορά του στο αεροδρόμιο Λάρνακας για εκτέλεση προγραμματισμένης απέλασης του και επαναπατρισμό του.

·        Η διαδικασία απέλασης του Αιτητή αναστάληκε μέχρι την εξέταση του παραπόνου που αυτός υπέβαλε κατά της Αστυνομίας, ημερ. 8/6/2023.

 

Όπως είναι καλά γνωστό, το Προνομιακό Ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημητράκης Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη πράξη, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση για έκδοση του εντάλματος συνιστά η απόδειξη εκ μέρους του αιτούντος του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998)                   1 Α.Α.Δ. 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας δια της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ’ ισχυρισμό τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388,  σελ. 400).

 

Από τα ενώπιον μου στοιχεία είναι σαφές ότι οι Καθ’ων η Αίτηση ενέταξαν την υπό κρίση κράτηση του Αιτητή στις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105.

 

Το Άρθρο 18ΠΣΤ(5)(α) του Κεφ. 105 διαλαμβάνει ότι η διάρκεια της κράτησης στη βάση του Άρθρου 18ΠΣΤ ελέγχεται με αίτηση Habeas Corpus, ενώ ο έλεγχος της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης διενεργείται μέσω προσφυγής με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α) του Νόμου. Εν προκειμένω, παρά το γεγονός ότι τα εκδοθέντα Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης του Αιτητή είχαν προσβληθεί με την Προσφυγή αρ. 668/2023, κατόπιν γραπτής ειδοποίησης του Αιτητή, η εν λόγω Προσφυγή απερρίφθη από το Διοικητικό Δικαστήριο ως αποσυρθείσα (βλ. Τεκμήριο 11 στην ένορκη δήλωση Μαζέρη), με αποτέλεσμα τα εν λόγω Διατάγματα να τεκμαίρονται νόμιμα. Δεδομένων των πιο πάνω, ό,τι θα μπορούσε να προσβάλει ο Αιτητής θα ήταν τη διάρκεια της κράτησης του.

 

Στην υπόθεση Guo Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725 τονίστηκε πως «η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σταθερά αποδέχεται ότι μόνο με αίτηση Habeas Corpus μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης αλλοδαπού από πλευράς της διάρκειας της συμφώνως των προνοιών του Άρθρου 18ΠΣΤ του νόμου».

 

Το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου, εισήχθη με τον τροποποιητικό Νόμο                Ν. 153(Ι)/2011, για σκοπούς εναρμόνισης µε την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 16ης Δεκεµβρίου 2008, σχετικά µε τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη µέλη για την επιστροφή των παρανόµως διαµενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και οι πρόνοιες του είναι επιτακτικές.

 Το εδάφιο (1) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου εξουσιοδοτεί τον Υπουργό Εσωτερικών να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασίες επιστροφής. Αυτό μπορεί να γίνει «μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης». Προβλέπεται ότι «τέτοια κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσο χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια». Περαιτέρω, κάθε διάταγμα κράτησης επανεξετάζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών (α) αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο και (β) σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, κατ’ αίτηση του επηρεαζόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Η κράτηση εξακολουθεί καθόλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του Άρθρου 18ΠΣΤ(1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες[1]. Ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να παρατείνει το χρονικό αυτό διάστημα για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους             12 μήνες σε περιπτώσεις όπου (α) ο υπήκοος τρίτης χώρας αρνείται και συνεργαστεί ή (β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες[2] (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Zoran Todorovic (2013)             1 Α.Α.Δ. 2578).

 

Το Δικαστήριο έχει διεξέλθει με προσοχή όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν θέσει ενώπιον του, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που ανέπτυξαν μέσω γραπτών αγορεύσεων.

 

Αποτελεί θέση του Αιτητή ότι δεν αποκαλύπτεται οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών για επανεξέταση της κράτησης του Αιτητή ανά δίμηνο, όπως είναι η υποχρέωση του βάσει του Άρθρου 18ΠΣΤ(4)(β) του Νόμου και ότι αυτό που προκύπτει από την ένορκη δήλωση Μαζέρη που συνοδεύει την Ένσταση είναι ότι οι αποφάσεις που λήφθηκαν είναι από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και όχι από τον Υπουργό Εσωτερικών. Διατείνεται, επίσης, ότι δεν υπήρξε ουσιώδης αξιολόγηση του κινδύνου διαφυγής  του Αιτητή.

 

Την αντίθετη θέση πρόβαλε η πλευρά των Καθ’ων η Αίτηση επισημαίνοντας ότι συνεχίζουν να υφίστανται οι λόγοι κράτησης κατόπιν και σχετικών επανεξετάσεων που έγιναν μέχρι σήμερα. Όπως συναφώς υποστηρίχθηκε, το σύνολο του μεταναστευτικού προφίλ του Αιτητή καταδεικνύει ότι ο κίνδυνος διαφυγής του σε περίπτωση που αυτός αφεθεί ελεύθερος είναι ορατός και βέβαιος, καθότι ο ίδιος στο παρελθόν ουδόλως συμμορφωνόταν με τους Νόμους της Δημοκρατίας. Επιπλέον προβλήθηκε ότι μετά τη σύλληψη και κράτηση του, έγινε προσπάθεια για επαναπατρισμό του η οποία, ωστόσο, δεν καρποφόρησε λόγω της δικής του άρνησης.

 

Όπως προκύπτει από το Τεκμήριο 10, στις 10/5/2023, 3/7/2023, 5/9/2023 και 6/11/2023 έγιναν επανεξετάσεις της κράτησης του Αιτητή από Λειτουργό του Τμήματος, οι οποίες και εγκρίθηκαν από το Διευθυντή του Τμήματος. Με δεδομένο ότι ο Υπουργός δύναται, δυνάμει του Άρθρου 3(2) του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου του 1962 (Ν. 23/1962), να εξουσιοδοτήσει άλλο πρόσωπο το οποίο κατέχει αρμόδια θέση στην υπηρεσία του να ενασκεί τις εξουσίες εκ μέρους του, θεωρώ ότι εφαρμόζεται, εν προκειμένω, το τεκμήριο της κανονικότητας.

 

Αποτελεί αρχή της νομολογίας ότι η διάρκεια της κράτησης δεν εξετάζεται in abstracto, αλλά στη βάση των συγκεκριμένων γεγονότων της υπόθεσης (βλ. Essa Murad Khlaief (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402 και Habibi Pour Ali Fasel, Πολιτική Έφεση Αρ. 236/15, ημερ. 31/3/2016).

 

Σε σχέση με το βάρος απόδειξης σε τέτοιου είδους αιτήσεις αναφέρονται τα ακόλουθα στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 55, 69-70:

 

«Το βάρος απόδειξης ότι εκ πρώτης όψης μια κράτηση είναι παράνομη, το έχει ο αιτητής. Σαν θέμα τακτικής ο αιτητής πρέπει να αποδείξει μια εκ πρώτης όψης υπόθεση που δημιουργεί ερωτηματικά ως προς τη νομιμότητα της κράτησής του. Όταν η υπόθεση του βασίζεται πάνω σε γεγονότα έχει το αποδεικτικό βάρος (evidential burden) να παρουσιάσει ικανοποιητική μαρτυρία που μπορεί να οδηγήσει στην πιθανότητα ενός ευνοϊκού για τον ίδιο συμπεράσματος. Σε μια τέτοια περίπτωση το νομικό βάρος (legal burden) μεταφέρεται στους ώμους του καθ’ου η αίτηση που καλείται να δικαιολογήσει την κράτηση.»

 

 

Έχοντας εξετάσει τις πιο πάνω εισηγήσεις, θα πρέπει να υπομνηστεί πως η δικαστική κρίση για το εύλογο ή μη του χρόνου κράτησης είναι ζήτημα πραγματικό και συνυφασμένο με τους λόγους που τυχόν δημιουργούν καθυστέρηση και εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης, όπως οι ανωτέρω αποφάσεις εξηγούν.

 

Έχοντας κατά νου τα γεγονότα, όπως έχουν εκτεθεί σε έκταση ανωτέρω, και σημειώνοντας ότι παραμένει χωρίς αμφισβήτηση ότι η διοίκηση προχώρησε σε ενέργειες προς το σκοπό απέλασης του Αιτητή, είναι η κρίση του Δικαστηρίου ότι η υπό εκδίκαση Αίτηση δεν έχει περιθώρια επιτυχίας.

 

Συγκεκριμένα μεσολάβησαν συνεχείς επαναξιολογήσεις κατά τις ημερομηνίες 10/5/2023, 3/7/2023, 5/9/2023 και 6/11/2023 στις οποίες διαπιστώνετο η μη διαφοροποίηση των δεδομένων καθόσον αφορά τον κίνδυνο διαφυγής όπως προέκυπτε από τη μη συμμόρφωση του Αιτητή με απόφαση επιστροφής και τη δήλωση μη συμμόρφωσης με απόφαση επιστροφής, καθώς και από το μεταναστευτικό του ιστορικό[3]. Σε αυτές                τις επαναξιολογήσεις περιλαμβάνονταν και οι προσπάθειες για επαναπατρισμό του Αιτητή, καθώς και η άρνηση από μέρους του να αναχωρήσει με αποτέλεσμα την αναστολή της απέλασης του.

 

Κρίνεται, υπό το φως των πιο πάνω, ότι η διοίκηση σε καμία περίπτωση δεν καθυστέρησε ή εγκατέλειψε το σκοπό κράτησης του Αιτητή ή παρέλειψε να ενεργήσει με τη δέουσα επιμέλεια. Η συμπεριφορά του Αιτητή, ήτοι η άρνηση του για την απέλαση του στις 3/5/2023 και η ανάγκη εξέτασης του παραπόνου που υπέβαλε στις 8/6/2023 εναντίον της Αστυνομίας από την Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας, αναπόφευκτα οδήγησαν στην παράταση του χρόνου κράτησης του. Συνεπώς, το Δικαστήριο συμφωνεί με την πλευρά των Καθ’ων η Αίτηση ότι δεν εντοπίζεται αδικαιολόγητη καθυστέρηση ή υπαιτιότητα εκ μέρους τους, τέτοια που να δικαιολογεί την έκδοση του αιτούμενου Προνομιακού Εντάλματος. Η παράταση της κράτησης πέραν των έξι μηνών, στη βάση του προαναφερθέντος Άρθρου 18ΠΣΤ(8) του Κεφ. 105, ήταν, υπό τις συνθήκες, απόλυτα δικαιολογημένη.

 

Εντέλει, ο Αιτητής δεν απέσεισε το βάρος που έφερε προς απόδειξη ότι η διάρκεια της κράτησης δεν ήταν εύλογη και ότι, ως εκ της διάρκειάς της, κατέστη παράνομη.

 

Καταληκτικά βρίσκω ότι η νομίμως αρξαμένη κράτηση του Αιτητή συνεχίζει να είναι νόμιμη για σκοπούς απομάκρυνσης του από την Κυπριακή Δημοκρατία. Επομένως, οι αιτιάσεις και τα παράπονα του Αιτητή είναι ανεδαφικά.

 

Στη βάση των πιο πάνω, η Αίτηση απορρίπτεται, χωρίς έξοδα.

 

 

 

 

 

 

                                           Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

                       Δ.



[1] (7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) και της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), η κράτηση εξακολουθεί καθ’ όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

[2] (8) Ο Υπουργός Εσωτερικών δε δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) παρά μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή-

(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί, ή

(β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.

 

[3] Δέστε Άρθρο 18ΟΔ του Κεφ. 105.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο