ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 169/2023)

 

16 Φεβρουαρίου, 2024

 

[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 154.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33 του 1964

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Χ. Χ. ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 15, 16 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 27, 28, 32 ΚΑΙ 33 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 29(3)(α)(β) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΝΟΜΟΥ 29/77

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΚΑΤΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΝ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΙΣ 13/11/2023 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟΝ 150/2023 ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΚΡΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΤΕΚΜΗΡΙΩΝ ΩΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ

Αλ. Σαουρής, για Α. Σαουρής & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΦΡΑΙΜ, Δ.       Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων ημερ. 13.11.2023 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.

Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση είναι ουσιαστικά οι ακόλουθοι:

(i)    Η περιουσία που κατακρατήθηκε δυνάμει του υπό κρίση διατάγματος δεν αφορούσε σε ελεγχόμενα φάρμακα για τα οποία είχε εκδοθεί το ένταλμα έρευνας το οποίο και εξουσιοδοτούσε την παραλαβή μόνο τέτοιων φαρμάκων.

 

(ii)      Δεν αναγράφεται στη νομική βάση της αίτησης κατακράτησης το άρθρο 33 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, το οποίο θα έδιδε εξουσία στο Δικαστήριο να διατάξει την κατακράτηση περιουσίας η οποία δεν αναφέρετο στο ένταλμα έρευνας.

 

(iii)     Δεν προέκυπταν εύλογες υπόνοιες για τη διάπραξη του υπό διερεύνηση αδικήματος της παράνομης κατοχής περιουσίας ώστε να ήταν αναγκαία η έκδοση του υπό κρίση διατάγματος κατακράτησης της ανευρεθείσας περιουσίας.

 

Στην Έκθεση και στην ένορκη δήλωση του Αιτητή οι οποίες συνοδεύουν την Αίτηση, αναφέρεται ότι την 1.11.2023 εκδόθηκε ένταλμα έρευνας στις εκεί αναφερόμενες οικίες, υποστατικά και όχημα όπου πιστεύεται ότι ο Αιτητής φύλαγε και διακινούσε ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α και Β. Σύμφωνα με τον Αιτητή, ενώ το ένταλμα εξουσιοδοτούσε την κατάσχεση ελεγχόμενων φαρμάκων και ή εγγράφων που έχουν σχέση με αυτά, κατά την έρευνα ανευρέθηκαν και κατασχέθηκαν μεγάλή ποσότητα ρολογιών, κοσμημάτων, ασημικών, νομισμάτων και χαρτονομισμάτων ξένων χωρών, μια φωτογραφική, ένας φορητός ηλεκτρονικός υπολογιστής και άλλα. Όπως αναφέρεται στην αίτηση κατακράτησης τεκμηρίων, για τα εν λόγω αντικείμενα ο Αιτητής δεν έδωσε επαρκείς εξηγήσεις ως προς το νόμιμο της κατοχής τους. Σύμφωνα με την αίτηση, ακολούθως κλήθηκαν άτομα στα γραφεία του ΤΑΕ Λεμεσού τα οποία αναγνώρισαν μέρος αυτών ως κλαπείσα περιουσία τους. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι τα εν λόγω αντικείμενα δεν συνδέονται με διαρρήξεις και κλοπές αλλά η Αστυνομία θεώρησε ότι τα κατείχε παράνομα και επαναλαμβάνει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η Αίτηση.

Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Χρήσιμη αναφορά γίνεται στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Πέτρου Ευδόκα (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3018, στην οποία επαναλήφθηκε ότι σε τέτοιας φύσης αιτήσεις, το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση. Τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ’  εξαίρεση όταν διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, είτε πλάνη περί τον Νόμο, είτε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.

Όπως φαίνεται από τα όσα τέθηκαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, την 1.11.23 εκδόθηκε ένταλμα έρευνας με το οποίο εξουσιοδοτείτο η Αστυνομία και η ΥΚΑΝ Λεμεσού να ερευνήσουν τις εκεί αναγραφόμενες οικίες, υποστατικά και όχημα για ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α και Β. Στις 13.11.23 καταχωρίστηκε αίτηση για κατακράτηση τεκμηρίων η οποία αφορούσε στα προαναφερόμενα αντικείμενα, όπως αυτά περιγράφονται αναλυτικά στα συνημμένα στην αίτηση Παραρτήματα Α-Δ. Η αίτηση συνοδευόταν από ένορκη δήλωση Αστυνομικού ο οποίος ανέφερε ότι διερευνούσε υπόθεση παράνομης κατοχής περιουσίας. Ο ενόρκως δηλών αναφέρθηκε στην επ’  αυτoφώρω σύλληψη του Αιτητή την 1.11.23 για τα αδικήματα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, παράνομης κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β και με σκοπό την προμήθεια, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, παράνομης κατοχής περιουσίας, παράνομης κατοχής συσκευών που εκτοξεύουν επιβλαβή αέρια και παράνομης κατοχής εκρηκτικών υλών.  Ακολούθως ο ενόρκως δηλών αναφέρεται στην εκτέλεση του εντάλματος έρευνας ημερ. 1.11.23, στα πλαίσια του οποίου εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν τα προαναφερόμενα αντικείμενα τα οποία περιγράφονται στα εν λόγω Παραρτήματα, για τα οποία ο Αιτητής δεν έδωσε επαρκείς εξηγήσεις ως προς το νόμιμο της κατοχής τους. Ο Αιτητής συνελήφθη δυνάμει δικαστικού εντάλματος και εναντίον του εκδόθηκε διάταγμα οκταήμερης προσωποκράτησης. Σύμφωνα πάντα με τον ενόρκως δηλούντα, στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης κλήθηκαν και μετέβησαν στα γραφεία του ΤΑΕ Λεμεσού παραπονούμενοι διαφόρων υποθέσεων διαρρήξεων κατοικιών και κλοπών για επιθεώρηση της εν λόγω κατασχεθείσας περιουσίας και κάποιοι εξ αυτών αναγνώρισαν αυτή, σε συνολικά εννέα υποθέσεις. Ο ενόρκως δηλών ανέφερε επίσης ότι στις 8.11.23 ο Αιτητής συνελήφθη δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης και τόσο στην ανακριτική κατάθεση όσο και στη γραπτή κατηγορία δεν έδωσε επαρκείς απαντήσεις για την προέλευση και το νόμιμο της κατοχής της περιουσίας. Το Δικαστήριο εξέδωσε το αιτούμενο διάταγμα για την κατακράτηση των τεκμηρίων μέχρι την συμπλήρωση των αστυνομικών εξετάσεων και την αποπεράτωση οποιασδήποτε ποινικής διαδικασίας δύναται να διεξαχθεί σε σχέση με αυτά.

Με βάση την αίτηση κατακράτησης τεκμηρίων, είναι σαφές πως το ένταλμα έρευνας είχε εκδοθεί και περιορίζετο σε ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α και Β. Προκύπτει επίσης πως κατά τη διεξαγωγή της έρευνας δυνάμει του εν λόγω εντάλματος, εντοπίστηκε μεγάλη ποσότητα περιουσίας, ως αυτή περιγράφεται ανωτέρω, για την οποία ο Αιτητής φέρεται να μην είχε δώσει επαρκείς εξηγήσεις ως προς το νόμιμο της κατοχής τους. Ο Αιτητής συνελήφθη επ’  αυτοφώρω για, μεταξύ άλλων, το εν λόγω αδίκημα. Ακολούθως διεφάνη ότι μέρος της εν λόγω περιουσίας αναγνωρίστηκε ως η κλοπιμαία περιουσία από τους παραπονούμενους διαφόρων υποθέσεων διαρρήξεων κατοικιών και κλοπών. Αφού συνελήφθη, ο Αιτητής συνέχισε, στο πλαίσιο λήψης ανακριτικής κατάθεσης και γραπτής κατηγορίας του, να μην δίδει επαρκείς εξηγήσεις ως προς την προέλευση και το νόμιμο της κατοχής τους.

Το σύνολο της περιουσίας όπως αυτό καταγράφεται αναλυτικά στα Παραρτήματα Α-Δ αφορά μια πολύ μεγάλη ποσότητα αντικειμένων, συνολικά 277, συμπεριλαμβανομένων 25 ρολογιών, 19 ζευγαριών μανικετόκουμπων και πάνω από 85 δακτυλίδια, καρφίτσες, βραχιόλια και καδένες λαιμού.

Στο πλαίσιο της αίτησης για κατακράτηση τεκμηρίων και υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, και κυρίως της ποσότητας και του είδους της περιουσίας, μετά τον εντοπισμό και τη μη επαρκή επεξήγηση ως προς το νόμιμο της κατοχής της εν λόγω περιουσίας, εύλογα δημιουργείτο υποψία για την πιθανή διάπραξη του αδικήματος της παράνομης κατοχής περιουσίας από τον Αιτητή. Σύμφωνα με το άρθρο 309 του περί Ποινικού Κώδικα Νόμου, Κεφ. 154, το αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας διαπράττεται όταν κάποιος έχει στην κατοχή του περιουσία για την οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι είναι κλοπιμαία, εκτός αν αποδείξει με τρόπο που ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι απέκτησε νόμιμα την κατοχή τους. 

Στη βάση αυτής της εύλογης υποψίας, η Αστυνομία είχε εξουσία να κατακρατήσει την εν λόγω περιουσία χωρίς την ύπαρξη εντάλματος, με βάση το άρθρο 25 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.  

Με βάση όσα αναφέρονται ανωτέρω, διαφαίνεται ότι μέρος της περιουσίας η οποία ανευρέθηκε κατά την έρευνα και για την οποία ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς εξηγήσεις ως προς την προέλευση και νόμιμο της κατοχής τους αναγνωρίστηκε ως προϊόν διαρρήξεων κατοικιών και κλοπών από τους παραπονούμενους.

Επομένως, η εισήγηση του Αιτητή ότι δεν προέκυπταν εύλογες υπόνοιες πως η εν λόγω περιουσία συνδέεται με το υπό διερεύνηση αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας και πως είναι προϊόν διαρρήξεων και κλοπών δεν ευσταθεί.

Η εξουσία του Δικαστηρίου να εκδώσει διάταγμα κατακράτησης περιουσίας η οποία δεν αναφέρεται στο ένταλμα έρευνας παρέχεται από το άρθρο 33 του Κεφ. 155, το οποίο προνοεί ως ακολούθως:

«33. Αν κατά την έρευνα κάποιου τόπου δυνάµει εντάλµατος, ο εξουσιοδοτηµένος να διεξάγει την έρευνα βρει περιουσία που δεν αναφέρεται στο ένταλµα αλλά σε σχέση µε την οποία υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι διαπράχτηκε ή σκοπεύεται να διαπραχτεί ποινικό αδίκηµα, αυτός δύναται να κατάσχει την περιουσία αυτή και να τη µεταφέρει ενώπιον του ∆ικαστή που έκδωσε το ένταλµα, ο οποίος δύναται να εκδώσει τέτοιο διάταγµα αναφορικά µε την κατακράτηση ή διάθεση της περιουσίας ως ήθελε φανεί σε αυτόν σκόπιµο.»

 

Η αίτηση δυνάμει της οποίας εκδόθηκε το υπό κρίση διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων στηριζόταν στα άρθρα 25-27 και 32 του Κεφ.155. Τα άρθρα 25-27 αφορούν στη διεξαγωγή έρευνας και στην έκδοση εντάλματος έρευνας ενώ το άρθρο 32 αφορά την έκδοση διατάγματος κατακράτησης πραγμάτων που κατασχέθηκαν δυνάμει εντάλματος έρευνας.

Ενόψει της απουσίας του άρθρου 33 του Κεφ. 155 από τη νομική βάση της αίτησης, εγείρεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση αναφορικά μόνο με αυτόν τον λόγο.

Ως εκ τούτου παρέχεται άδεια στον Αιτητή να καταχωρίσει δια κλήσεως αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά μόνο με τον λόγο υπ΄ αρ. 3. Η αίτηση να καταχωριστεί σε πέντε μέρες και να επιδοθεί στον Γενικό Εισαγγελέα τουλάχιστον τρεις μέρες πριν τη δικάσιμο. Εφόσον καταχωριστεί, η Πρωτοκολλητής να την ορίσει στις 4.3.24 στις 08:30 για οδηγίες.

Η Αίτηση ως προς τους υπόλοιπους λόγους απορρίπτεται.

Τα έξοδα της Αίτησης θα είναι έξοδα στην πορεία της δια κλήσεως αίτησης.

 

 

                                                                     Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο