ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 19/2024)

                                                                                                            (i-justice)

 

 

 20 Φεβρουαρίου, 2024

 

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Π. Κ. ΜΕ Α.Δ.Τ. [ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 31.01.24, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 115 Λ. ΛΟΙΖΟΥ, ΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΟΙΚΙΑΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ, ΣΤΗΝ ΟΔΟ [ ] ΣΤΗΝ [ ] ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27, 28 ΚΑΙ 29

 

Χρ. Πουτζιουρής, για Χρίστος Πουτζιουρής & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

 

_____________________________________________________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Ex-tempore)

 

 

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας υποστηριζόμενου από Ένορκη Δήλωση του Αστ. 115, Λ. Λοΐζου, του ΤΑΕ (Ε) του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος Αρχηγείου Αστυνομίας, Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εξέδωσε Ένταλμα Έρευνας της οικίας, των υποστατικών και οχημάτων του Αιτητή, επί τη βάσει εύλογης υποψίας ότι σε αυτά παράνομα αποκρύπτονται έξυπνες συσκευές τηλεφώνων (Smart Phones), στις οποίες βρίσκονται αποθηκευμένα βίντεο, φωτογραφίες και αριθμοί τηλεφώνων ή και οτιδήποτε άλλο σχετίζεται με τα υπό διερεύνηση αδικήματα τα οποία αφορούν σε:

 

(1)  Συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος (Άρθρο 371 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154).

(2)  Συνομωσία προς διάπραξη πλημμελήματος (Άρθρο 372 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154).

(3)  Απειλή βιαιοπραγίας (Άρθρο 91 του Ποινικού Κώδικα,                    Κεφ. 154).

(4)  Απειλή (Άρθρο 91Α του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154).

(5)  Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση (Άρθρο 63Α του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154).

(6)  Συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων (Άρθρο 63Β του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154).

 

Το ουσιώδες μέρος από την εν λόγω Ένορκη Δήλωση του Αστυνομικού που τέθηκε ενώπιον του Δικαστή για σκοπούς εξασφάλισης του υπό κρίση Εντάλματος Έρευνας, είχε ως εξής:

 

«Συγκεκριμένα, στις 31/01/2024 λήφθηκε πληροφορία υψηλής αξιοπιστίας, στην οποία αναφέρεται ότι στις 31/01/2024 και μεταξύ των ωρών 02:00 – 02:30, ο κατάδικος των Κεντρικών Φυλακών Γ.Δ @ [ ], Δ.Τ.: [ ], ημερομηνία γεννήσεως [ ], (εφεξής 1ος ύποπτος), ενώ βρίσκονταν στο κελί του με αριθμό [ ] της πτέρυγας [ ], συνομιλούσε στην ελληνική γλώσσα με βιντεοκλήση από κινητό τηλέφωνο (smart phone) που είχε στη κατοχή του, αγνώστου αριθμού κλήσης με άλλο πρόσωπο.

 

Σύμφωνα με την πληροφορία υψηλής αξιοπιστίας, ο 1ος ύποπτος συνομιλούσε με βιντεοκλήση με τον A.B., Δ.Τ.: [ ], ημερομηνίας γεννήσεως [ ], (εφεξής 2ος ύποπτος), ο οποίος διαμένει στην οδό [ ] στην [ ] Επαρχία Λάρνακας, ζητώντας του να διαπράξει εγκληματική ενέργεια εναντίον αγνώστου προσώπου. Ο 1ος ύποπτος την συγκεκριμένη ημέρα και μεταξύ των ωρών όπως αυτό καταγράφεται πιο πάνω, συνομιλούσε με βιντεοκλήση, μιλώντας μεγαλόφωνα και θυμωμένα, ενώ αυτός βρίσκονταν εντός του κελιού του με αριθμό [ ], αναφέροντας «…. πρέπει να πάτε τζιαί να τον κανονίσετε ρε [ ] ….», συνεχίζοντας την συνομιλία του ο                    1ος ύποπτος με βιντεοκλήση του ανέφερε «… ρε [ ] έσιει μέρες που σου το είπα, πιένεται με το φίλο σου, εν ούλα έτοιμα δε τζιαί τις φωτογραφίες τσιαι τα video που σου έστειλα …». Ο 1ος ύποπτος κλείνοντας το τηλέφωνο του ανέφερε, «… τη συμπεθκιά θέλω την, την ώρα που ενανέσσο τούτος …»

 

Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για να καταχωρίσει Αίτηση με κλήση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari προς ακύρωση του εκδοθέντος Εντάλματος Έρευνας, ημερ. 31/1/2024, καθώς και Διάταγμα δια του οποίου να απαγορεύεται στην Αστυνομία ή και το Γενικό Εισαγγελέα η οποιαδήποτε κατοχή και/ή επεξεργασία και/ή διάδοση και/ή χρήση οποιωνδήποτε τηλεπικοινωνιακών δεδομένων και/ή το περιεχόμενο των τεκμηρίων που παρελήφθησαν στο πλαίσιο της εκτέλεσης του επίδικου Εντάλματος μέχρι τελικής εκδίκασης της παρούσας Αίτησης.

 

Η Αίτηση συνοδεύεται από Έκθεση και από Ένορκη Δήλωση του Αιτητή.

 

Οι Λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα εξειδικεύονται στην Έκθεση και θα μπορούσαν να συνοψισθούν ως ακολούθως:

 

(Α) Το Κατώτερο Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας να εκδώσει το επίδικο Ένταλμα Έρευνας, δεδομένου ότι τα στοιχεία της Ένορκης Δήλωσης που τέθηκαν ενώπιον του δεν ήταν ικανά για τη δημιουργία εύλογης υποψίας που απαιτείται ως προϋπόθεση για την έκδοσή του.

 

(Β) Το προσβαλλόμενο Ένταλμα Έρευνας πάσχει από έκδηλη πλάνη νόμου και/ή προφανή υπέρβαση δικαιοδοσίας, λαμβανομένου ότι δεν αναφέρονται στον Όρκο, στη βάση του οποίου εξασφαλίστηκε, τα γεγονότα που έλαβε η Αστυνομία και ούτε αποκαλύπτεται η πηγή πληροφόρησης των πληροφοριών της Αστυνομίας.

 

(Γ) Το Κατώτερο Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας ή εξουσίας να εκδώσει το επίδικο Διάταγμα, δεδομένου ότι δεν είχε τεθεί μαρτυρία ενώπιον του ικανή να εξαγάγει συμπέρασμα ότι εύλογα πιστεύεται ότι βρίσκονταν αντικείμενα στην οικία και στα αυτοκίνητα του Αιτητή, σχετιζόμενα με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.

 

(Δ) Δεν υπήρχε καμία αναφορά στη μαρτυρία που να δημιουργεί την εύλογη αιτία που να εμπλέκει τα υποστατικά με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Το επίδικο Ένταλμα Έρευνας εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναγκαιότητας και αναλογικότητας αφού η «πληροφορία» ήταν εις γνώση της Αστυνομίας στις 31/1/2024 και προωθήθηκε μετά από                20 ώρες. Περαιτέρω, το επίδικο Ένταλμα εκδόθηκε κατά παράβαση των Άρθρων 15 και 16 του Συντάγματος.

 

(Ε) Το επίδικο Ένταλμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας και της αρχής της αναλογικότητας εφόσον ζητήθηκε και δόθηκε η γενική έρευνα στην οικία του Αιτητή σε οποιαδήποτε ώρα, χωρίς να τίθεται οποιαδήποτε συγκεκριμένη χρονική περίοδος.

 

(ΣΤ) Το Κατώτερο Δικαστήριο καθ’ υπέρβαση των Άρθρων 15 και 16 του Συντάγματος εξέδωσε το επίδικο Ένταλμα χωρίς να λάβει υπόψη ότι επρόκειτο για οικία του Αιτητή και εξουσιοδότησε την Αστυνομία να εκτελέσει το Ένταλμα στις 3.00 το πρωΐ.

 

(Η) Το Κατώτερο Δικαστήριο δεν προέβη το ίδιο σε διαπίστωση ότι ικανοποιήθηκε από την ενώπιον του μαρτυρία ότι δικαιολογείτο η έκδοση του Εντάλματος Έρευνας.

 

(Ι) Το Κατώτερο Δικαστήριο εκδίδοντας το επίδικο Ένταλμα παραβίασε τα Άρθρα 15 και 16 του Συντάγματος και το Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ που ορίζουν αυστηρές προϋποθέσεις επέμβασης στην ιδιωτική ζωή και στην οικία ενός αιτητή και της οικογένειάς του.

 

Έχω διεξέλθει με προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι ο Αιτητής μέσω του ευπαίδευτου συνηγόρου του έχει θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν μέσω γραπτής αγόρευσης.

 

Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari έχουν κατ' επανάληψη αναφερθεί στη νομολογία μας. Η πιο κάτω περικοπή από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ευδόκα, Πολιτική Έφεση Αρ. 219/2015, ημερ. 29/12/2016, είναι απόλυτα σχετική:

 

 

«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985)                    1 C.L.R. 250).

 

Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).

 

Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464) 

 

 

Είναι επίσης νομολογημένο ότι ο έλεγχος σε ζητήματα ενταλμάτων έρευνας λαμβάνει χώρα - και είναι η μόνη οδός - μέσω προνομιακών ενταλμάτων με στόχευση, βεβαίως, τη νομιμότητα της διαδικασίας έκδοσης τους (Σιακαλλή (Αρ. 1) (2001) 1 Α.Α.Δ. 282 και Αναφορικά με την Αίτηση του Κληρίδη, Πολιτική Αίτηση Αρ. 172/2021, ημερ. 13/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:D394). Το Certiorari ως δραστικό μέτρο αναχαιτίζει στη ρίζα του το διάταγμα που εκδόθηκε αν προκύπτει έλλειψη νομιμοποίησης προς έκδοση του (Αναφορικά με την Αίτηση του Αρτέμη Κκολού, Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2017, ημερ. 31/1/2017).

 

Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση «Σύνδεσμος για Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα» (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 1014, ένα ένταλμα έρευνας στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση πραγμάτων. Προκειμένου δε να εκδοθεί ένταλμα έρευνας με βάση το Άρθρο 27 του Κεφ. 155, θα πρέπει να στοιχειοθετηθεί η ύπαρξη εύλογης αιτίας συναρτώμενης προς τα αντικείμενα για τα οποία επιδιώκεται η ανεύρεση ώστε να τεκμηριώνεται η απαραίτητη προϋπόθεση δικαιοδοτικής φύσεως.

 

Με βάση τα διαλαμβανόμενα στο εν λόγω Άρθρο το Δικαστήριο πρέπει να ικανοποιείται πως, με βάση τον Όρκο που τίθεται ενώπιον του, υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στα υποστατικά του Αιτητή υπάρχει οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχθηκε ή υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος. Η εύλογη υπόνοια είναι του ίδιου του Δικαστή που εκδίδει το ένταλμα, ο οποίος οφείλει να εξαγάγει το δικό του συμπέρασμα με βάση τα γεγονότα όπως αυτά περιέχονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει το αίτημα και να αιτιολογήσει δεόντως την έκδοση του εντάλματος έρευνας ικανοποιούμενος από τη μαρτυρία που παρουσιάζεται ενώπιόν του ότι η υποψία είναι εύλογη (Αναφορικά με την Αίτηση του Steven James Moran, Πολιτική Έφεση Αρ. 346/2014, ημερ. 31/3/2016 και Ανδρέου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση Αρ. 103/2020, ημερ. 21/4/2021, ECLI:CY:AD:2021:A164).

 

Ειδικότερα σε περιπτώσεις που το αίτημα για έκδοση εντάλματος έρευνας αφορά κατοικία, θα πρέπει να είναι κατά νουν οι πρόνοιες του Άρθρου 16.1 του Συντάγματος, μέσω των οποίων διασφαλίζεται το απαραβίαστο της κατοικίας και το οποίο διαλαμβάνει ότι η είσοδος ή έρευνα εντός της κατοικίας δεν επιτρέπεται. Επιτρέπεται μόνο για τους συγκεκριμένους λόγους που παρατίθενται στο εδάφιο (2) του Άρθρου 16 του Συντάγματος «ειμή ότε και όπως ο νόμος ορίζη και κατόπιν δικαστικού εντάλματος δεόντως ητιολογημένου». Όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Χαράλαμπου Σιακαλλή (2001)                    1 Α.Α.Δ. 282:

 

«……. στην περίπτωση δε κατοικίας είναι μάλιστα αναγκαία η σύνδεση του αντικειμένου με την οικία ώστε να αιτιολογείται δεόντως η έκδοση του εντάλματος όπως απαιτείται από το Άρθρο 16.2. Μόνο όπου η μαρτυρία είναι τέτοια ώστε να δικαιολογεί συγκεκριμένη και εύλογη υποψία ότι το αντικείμενο βρίσκεται στην οικία ή άλλο τόπο, και όχι απλώς γενική και αόριστη υπόθεση ότι θα μπορούσε να βρίσκεται στην οικία ή άλλο τόπο, προκύπτει επαρκής σύνδεση με την οικία ή άλλο τόπο του οποίου ζητείται η έρευνα. Άλλως, η παρεχόμενη από το Σύνταγμα και το νόμο προστασία, ιδιαίτερα της κατοικίας, θα απέληγε ευάλωτη και άνευ ουσίας.» 

 

Όσον αφορά στους Νομικούς Λόγους (Α, Β, Γ, Δ και Η) οι οποίοι αναφέρονται στη μη αποκάλυψη της πηγής γνώσης των πληροφοριών της Αστυνομίας και της μη παράθεσης στοιχείων και πρωτογενών γεγονότων που να οδηγούν στα καταληκτικά συμπεράσματα, πέραν της γενικής αναφοράς σε «πληροφορία υψηλής αξιοπιστίας», σχετική είναι και η υπόθεση στην Αίτηση του Ι. Παύλου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/2020, ημερ. 20/10/2020, ECLI:CY:AD:2020:D356, όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Πρέπει να λεχθεί ακόμη πως ανεξαρτήτως αν καλώς χρησιμοποιείται η λέξη «πληροφορία», σημασία έχει ότι ουδέποτε και πουθενά στον όρκο, η πληροφορία δεν συγκεκριμενοποιείται σε κάτι απτό.  Ακόμη και αν δεν κατονομάζεται ο πληροφοριοδότης (κάτι τέτοιο δεν απαιτείται) θα πρέπει να υπάρξει κάποιου είδους τεκμηρίωση, από πού και με ποίον τρόπο η πληροφορία οδήγησε στα καταληκτικά συμπεράσματα. Στην πράξη, επί του όρκου, μόνο συμπεράσματα καταγράφονται. 

 

Η ανάγκη παρουσίασης ενός είδους μαρτυρίας για στοιχειοθέτηση της εύλογης υπόνοιας, βεβαίως δεν σημαίνει καταγραφή στοιχείων με αποδεικτική αξία σε υψηλό επίπεδο.  (Βλ. C.P.S. Freight Services Ltd v. Γεν. Εισαγγελέα, Πολ. Εφ. 219/14, 29.2.2016). Έστω και σε χαμηλό επίπεδο όμως, πρέπει να δοθούν στοιχεία και όχι απλά συμπεράσματα ή καταλήξεις, όπως συμβαίνει εν προκειμένω

 

 

 Τα πιο πάνω επαναλήφθηκαν και στην πιο πρόσφατη απόφαση Αναφορικά με την Αίτηση του A.D.S., Πολιτική Έφεση Αρ. 340/2021, ημερ. 6/7/2023.

 

Για την επάρκεια του μαρτυρικού υλικού που τίθεται ενώπιον Δικαστηρίου για να μπορέσει το ίδιο το Δικαστήριο να διαμορφώσει τη δική του κρίση, σχετική είναι και η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Σταύρου Βαρνάβα (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1143.

 

Οι Λόγοι (Ε) και (ΣΤ) αφορούν στο ότι το επίδικο Ένταλμα αδικαιολόγητα εξουσιοδοτούσε την έρευνα οποιαδήποτε ώρα, χωρίς να τίθεται οποιαδήποτε συγκεκριμένη χρονική περίοδος.

 

Απόλυτα συναφές προς τους Λόγους αυτούς είναι το Άρθρο 29(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, το οποίο προνοεί ότι:

 

 

«Ένταλμα έρευνας δύναται να εκδοθεί και εκτελεστεί σε οποιαδήποτε ημέρα περιλαμβανομένης Κυριακής ή δημόσιας αργίας, πρέπει δε να εκτελείται μεταξύ της πέμπτης πρωϊνής ώρας και της όγδοης νυκτερινής, αλλά ο Δικαστής δύναται, κατά τη διακριτική του εξουσία, να εξουσιοδοτήσει την εκτέλεση του εντάλματος σε οποιαδήποτε ώρα

 

 

Με το Λόγο (Ι) καταλογίζεται στο Κατώτερο Δικαστήριο ότι με την έκδοση του Εντάλματος παραβίασε τα δικαιώματα του Αιτητή που αφορούν στην ιδιωτική και/ή οικογενειακή ζωή.

 

Δεν χρειάζεται τώρα να ενδιατρίψω στο τεθέν ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρικό υλικό. Στο στάδιο αυτό το Ανώτατο Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της αίτησης, ούτε εξετάζει την υπόθεση σε βάθος. Εξετάζει μόνο αν από το μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον του υπάρχει συζητήσιμο θέμα που να δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας (Ex-parte Costas Papadopoulos (1968) 1 C.L.R. 496, In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 και Sidnell v. Wilson [1966] 1 All E.R. 681).

 

Υπό το φως των πιο πάνω, βρίσκω ότι υπάρχει συζητήσιμο θέμα σε σχέση με τα ζητήματα που εγείρονται στους Λόγους Α - Ι ώστε να χορηγηθεί στον Αιτητή άδεια για να καταχωρίσει αίτηση για Certiorari για ακύρωση του επίδικου Εντάλματος Έρευνας.  Επίσης, είναι φανερό πως δεν παρέχεται άλλο ένδικο μέσο στον Αιτητή προς επιδίωξη οποιασδήποτε θεραπείας.  Ως εκ τούτου, θα παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια.

 

Συνεπώς, δίδεται άδεια για την καταχώριση Αιτήσεως δια κλήσεως, προς το σκοπό έκδοσης Εντάλματος Certiorari σε σχέση με το εν λόγω Ένταλμα Έρευνας. Η Αίτηση δια κλήσεως να καταχωρηθεί εντός 5 ημερών από σήμερα και αντίγραφο της να επιδοθεί στο Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος δύναται να καταχωρίσει Ένσταση εντός 4 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης. Εφόσον καταχωριστεί Αίτηση ως ανωτέρω, ο Πρωτοκολλητής να την ορίσει για Οδηγίες στις 29/2/2024 η ώρα 8.45 π.μ.

 

 

 

 

 

                                      Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

            Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο