ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε136/2016)

(Σχ. με Ε137/2016)

 

 

 26 Μαρτίου, 2024

 

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]

 

 

1.     ΟΜΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

2.     ΧΛΟΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΚΑΛΥΨΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Εφεσείοντες/Ενάγοντες,

 

 

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης/Εναγόμενης.

___________________

 

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε137/2016)

(Σχ. με Ε136/2016)

 

1.     ΟΜΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

2.     ΧΛΟΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Εφεσείοντες/Ενάγοντες,

 

 

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης/Εναγόμενης.

 

____________________

 

Χρ. Τριανταφυλλίδης με Ι. Κοτζάπαση (κα) και                                             Ντ. Τριανταφυλλίδου (κα) για Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.

Χρ. Τσεκούρας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο Γενικό Εισαγγελέα.

____________________

 

 

   ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι ομόφωνη.  Η απόφαση της πλειοψηφίας θα δοθεί από τον Ιωαννίδη, Δ..  Με αυτή συμφωνεί η Εφραίμ, Δ.. Διιστάμενη απόφαση θα δοθεί από εμένα.

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Πλειοψηφίας)

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:- Η πτήση, στις 14.8.2005, του επιβατικού αεροσκάφους της εταιρείας ΗΕLIOS AIRWAYS LTD, από Λάρνακα προς Πράγα, με ενδιάμεσο σταθμό το αεροδρόμιο                «Ελευθέριος Βενιζέλος», είχε τραγική κατάληξη. Το αεροσκάφος, ΒΟEING 737-300, αφού εισήλθε στον Ελληνικό εναέριο χώρο, συνετρίβη στο Γραμματικό Αττικής. Δυστυχώς, ουδείς επέζησε. Οι επιβάτες, εκατόν δεκαπέντε τον αριθμό, και τα έξι μέλη του πληρώματος σκοτώθηκαν.

 

Ανάμεσα στους επιβάτες του αεροσκάφους ήταν και οι Ανδρέας και Καλυψώ Χριστοδούλου, σύζυγοι. Τα παιδιά τους, Όμηρος και Χλόη Χριστοδούλου, καταχώρισαν, ως διαχειριστές της περιουσίας τους, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στις 13.8.2007, τις αγωγές 8641/2007 και 8642/2007, μία για κάθε αποβιώσαντα γονέα.

 

Με τις εν λόγω αγωγές αξίωναν εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας αποζημιώσεις «…δια ενέργειες και/ή παραλείψεις αυτής και/ή των υπαλλήλων και/ή αντιπροσώπων και/ή των Οργάνων αυτής αι οποίαι είχαν ως αποτέλεσμα και/ή συνέτειναν και/ή οδήγησαν εις το θάνατο της/του ………. κατά/ή περί την 14/8/2005 ενώ αυτή/αυτός ευρίσκετο υπό την ιδιότητα του επιβάτου εις πτήση της Εταιρείας «Ήλιος» με έναρξη δρομολογίου τον αερολιμένα Λάρνακας και τερματισμό του δρομολογίου το αεροδρόμιο της Πράγας …» .

 

Η Έκθεση Απαίτησης και στις δύο αγωγές, καταχωρίστηκε μετά από μεγάλη καθυστέρηση, και συγκεκριμένα το 2013. Με αυτήν, αξιώνονταν αποζημιώσεις δυνάμει του Άρθρου 34 του περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμου, Κεφ. 189 και δυνάμει του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148. Στις παρ. 5 και 6 της Έκθεσης Απαίτησης, είχαν καταγραφεί τα ακόλουθα:

 

«5.   Η ιδιοκτήτρια Εταιρεία του πεσόντος αεροσκάφους και/ή το ρηθέν αεροσκάφος και/ή οι πιλότοι αυτού ήσαν, κατά τη διάρκεια της πτήσης επί της οποίας επέβαινε η αποβιώσασα δεόντως αδειοδοτημένοι υπό της Κυπριακής Δημοκρατίας και ήτο με βάση το γεγονός αυτό και/ή τη διαβεβαίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας ότι η ιδιοκτήτρια Εταιρεία και/ή το αεροσκάφος αυτής και/ή οι πιλότοι αυτού ικανοποιούσαν τα κριτήρια δια να υφίσταται η ρηθείσα αδειοδότηση και/ή ικανοποιούσαν τα απαραίτητα επίπεδα ασφάλειας και/ή ικανότητας δια να υφίσταται η ρηθείσα αδειοδότηση που οδήγησε την Ενάγουσα να επιβιβασθεί επί του ρηθέντος αεροσκάφους κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

 6.  Είναι η θέση των Εναγόντων ότι η Κυπριακή Δημοκρατία κακώς παρείχε τας ανωτέρω αναφερόμενας αδειοδοτήσεις και/ή κακώς παράστησε και/ή διαβεβαίωσε τον αποβιώσαντα ότι ικανοποιούντο και/ή υφίσταντο τα κριτήρια τα οποία απαιτούνται δια να υφίστανται αι ρηθείσαι αδειοδοτήσεις και/ή ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ήτο αμελής και/δε τήρησε τας υπό του Νόμου και/ή τους Κανονισμούς υποχρεώσεις της όταν παρείχε τας εν λόγω αδειοδοτήσεις και/ή όταν επέστρεψε (sic), κατά τον ουσιώδη χρόνο, εις την ιδιοκτήτρια Εταιρεία και/ή το συγκεκριμένο αεροσκάφος αυτής και/ή τους πιλότους αυτής να διενεργήσουν την υπό κρίση αεροπορική πτήση.»

 

 

Οι ενάγοντες ουδεμία αναφορά είχαν κάνει στην Έκθεση Απαίτησής τους σε δύο έγγραφα ημερ. 4.7.2007 (ένα για κάθε αποβιώσαντα γονέα), τα οποία υπέγραψαν στη Λευκωσία, ένα μήνα περίπου πριν από την καταχώριση των αγωγών, και τα οποία τιτλοφορούνται «Απόδειξη Είσπραξης και Πλήρης και Τελική Γενική Απαλλαγή και Εξόφληση».  Κατ΄ επέκταση, ουδέποτε είχαν εξαρτήσει τις αξιούμενες θεραπείες τους από τα εν λόγω έγγραφα. Στη βάση των δύο αυτών εγγράφων, οι ενάγοντες είχαν εισπράξει το συνολικό ποσό των €1.778.585 (€872.960 για τον θάνατο της μητέρας τους και €905.625 για τον θάνατο του πατέρα τους). 

 

Ο Γενικός Εισαγγελέας στα δικόγραφα υπεράσπισης που είχε καταχωρίσει στις 17.5.2013, αρνούμενος τις αιτούμενες θεραπείες, είχε εγείρει δύο προδικαστικές ενστάσεις. Με την πρώτη, έλεγε πως οι ενάγοντες εμποδίζοντο και δεν ενομιμοποιούντο να εγείρουν τις αγωγές «επειδή ήδη είχαν εισπράξει αποζημίωση προς πλήρη εξόφληση όλων των απαιτήσεών τους σε σχέση με τον θάνατο του/της ……. και δεν δικαιούνται και/ή εμποδίζονται και/ή έχουν εγκαταλείψει το δικαίωμα να απαιτούν αποζημιώσεις για το ίδιο αγώγιμο δικαίωμα, για το οποίο έχουν ήδη αποζημιωθεί και/ή αποζημιωθεί πλήρως …»  Με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, συναφής με την πρώτη, η θέση του Γενικού Εισαγγελέα ήταν ότι οι ενάγοντες είχαν εγείρει τις αγωγές καταχρηστικά, αφού αυτοί είχαν ήδη αποζημιωθεί πλήρως από Ασφαλιστική Εταιρεία.

 

Ας δούμε όμως τι είχαν αναφέρει οι ενάγοντες στην «Απάντηση στην Υπεράσπιση» όταν ο Γενικός Εισαγγελέας είχε κάνει αναφορά στην ύπαρξη των εν λόγω εγγράφων. Οι θέσεις τους  ήταν δύο. Η μία, πως «Η όποια αποζημίωση ελήφθη από τους ενάγοντες ελήφθη άνευ βλάβης δικαιωμάτων» και η άλλη, πως «εν πάση περιπτώσει, αυτή δεν καλύπτει το σύνολο των αποζημιώσεων που αυτοί δικαιούνται να λάβουν».

 

Το 2015 οι αγωγές συνενώθηκαν, κατόπιν αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα, με διάταγμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου που εξεδόθη εκ συμφώνου. Ακολούθησε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα αίτηση διά κλήσεως για την εκδίκαση των πιο πάνω προδικαστικών ενστάσεων. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των εναγόντων δήλωσαν στις 11.11.2015 ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, πως δεν θα καταχωρούσαν ένσταση στην αίτηση, και πως θα προέβαιναν σε παραδεκτά γεγονότα για να μπορέσει έτσι το πρωτόδικο Δικαστήριο να αποφασίσει επί των πιο πάνω προδικαστικών ενστάσεων. Πράγματι, στις 25.11.2015 δηλώθηκαν εκ συμφώνου παραδεκτά γεγονότα για σκοπούς εκδίκασης της αίτησης. Τα παραθέτουμε αυτολεξεί από την πρωτόδικη απόφαση:

 

«1.  Οι Ενάγοντες στην Αγωγή 8641/2007, Όμηρος Χριστοδούλου και Χλόη Χριστοδούλου είναι αμφότεροι τέκνα του αποβιώσαντα Ανδρέα Χριστοδούλου και ενεργούν και/ή εγείρουν την παρούσα αγωγή υπό την ιδιότητα τους ως Διαχειριστές της περιουσίας του, με βάση διάταγμα διαχείρισης, στην Αίτηση Διαχείρισης με αριθμό 585/2005.

 

 2. Οι Ενάγοντες στην Αγωγή 8642/2007, Όμηρος Χριστοδούλου και Χλόη Χριστοδούλου είναι αμφότεροι τέκνα της αποβιωσάσης Καλυψώς Χριστοδούλου και ενεργούν και/ή εγείρουν την παρούσα αγωγή υπό την ιδιότητα τους ως Διαχειριστές της περιουσίας της, με βάση διάταγμα διαχείρισης, στην Αίτηση Διαχείρισης με αριθμό 584/2005 .

 

3.   Η πιο πάνω αγωγή  εγείρεται εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας  δια μέσω του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας με βάση το άρθρο 57 του Περί Δικαστηρίων Νόμου Ν.14/60.

 

 4.   Οι αποβιώσαντες Ανδρέας Χριστοδούλου και Καλυψώ Χριστοδούλου, ήταν επιβάτες της πτήσης του επιβατικού αεροσκάφους της Εταιρείας «HELIOS AIRWAYS LIMITED», τύπου B737-300, με στοιχεία νηολόγησης 5B-DBY και πτήση με αριθμό ZU522, την 14/08/2005, από Λάρνακα προς Πράγα.

 

5.    Οι πιο πάνω αποβιώσαντες, απεβίωσαν στο αεροπορικό ατύχημα του πιο πάνω αναφερόμενου αεροσκάφους ένεκα και συνεπεία του ατυχήματος που επεσυνέβη στο αεροσκάφος την 14/08/2005.

6.    Την 04/07/2007, καταβλήθηκε στους Ενάγοντες χρηματικό ποσό από την Ασφαλιστική εταιρεία της εταιρείας πρώην HELIOS AIRWAYS LTD και νυν AJet Aviation Ltd, ένεκα του θανάτου των γονέων τους που επήλθε συνεπεία του αεροπορικού ατυχήματος της πτήσης με αριθμό ZU522.  Η καταβολή του πιο πάνω ποσού έγινε μέσω των εν Λονδίνω δικηγόρων των ασφαλιστών, ήτοι κ.κ Gates & Partners LLP.

 

7.   Συγκεκριμένα την 04/07/2007, καταβλήθηκαν στους Ενάγοντες το ποσό των €905,625 (εννιακόσιων πέντε χιλιάδων εξακόσιων είκοσι πέντε ευρώ) συμπεριλαμβανομένων δικηγορικών εξόδων και δικηγορικών αμοιβών, σε σχέση με τον θάνατο του αποβιώσαντα Ανδρέα Χριστοδούλου , ο οποίος επήλθε ένεκα του αεροπορικού ατυχήματος της πτήσης ZU522 και οι Ενάγοντες αποδέχθηκαν και έλαβαν το πιο πάνω ποσό , υπογράφοντας το Έγγραφο με ημερομηνία 04/07/2007. Αντίγραφο του Εγγράφου, κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1.

 

8.    Επίσης την 04/07/2007 καταβλήθηκαν στους Ενάγοντες το ποσό των €872,960 (Οκτακόσιων Εβδομήντα Δύο Χιλιάδες και εννιακόσια εξήντα ευρώ) συμπεριλαμβανομένων δικηγορικών εξόδων και δικηγορικών αμοιβών, σε σχέση με τον θάνατο της αποβιώσασας Καλυψώς Χριστοδούλου, ο οποίος επήλθε ένεκα του αεροπορικού ατυχήματος της πτήσης ZU522 και οι Ενάγοντες αποδέχθηκαν και έλαβαν το πιο πάνω ποσό, υπογράφοντας το Έγγραφο με ημερομηνία 04/07/2007. Αντίγραφο του εγγράφου κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 2.»

 

 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στη βάση των πιο πάνω παραδεκτών γεγονότων, κλήθηκε να αποφασίσει, και αποφάσισε, τις προδικαστικές ενστάσεις. Με την απόφασή του ημερ. 4.3.2016, και αφού έθεσε ενώπιον του και το περιεχόμενο των εγγράφων που οι ενάγοντες υπέγραψαν (Τεκμήρια 1 και 2), έκανε δεκτές τις προδικαστικές ενστάσεις και απέρριψε τις αγωγές, καταδικάζοντας τους ενάγοντες στα έξοδα της διαδικασίας. Οι ενάγοντες δεν έμειναν ικανοποιημένοι από την πρωτόδικη απόφαση, εξού και η καταχώριση της υπό εκδίκαση έφεσης.  Με πέντε λόγους έφεσης, ζητούν τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης ως εσφαλμένης. Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε τους λόγους έφεσης, χωρίς την αιτιολογία τους:

 

«1(α)  Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα απεφάσισε ότι δεν υφίσταται «διαφορά» σε σχέση με την ερμηνεία των Τεκμηρίων 1 και 2.

         […]

2(α)   Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα προχώρησε εις την εκδίκαση της Αίτησης η οποία αποτελεί το αντικείμενο της απόφασης η οποία προσβάλλεται με την παρούσαν Έφεση.

         […]

3(α)   Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα προχώρησε και ερμήνευσε τα Τεκμήρια 1 και 2.

         […]

4(α)   Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα απέδωσε το όφελος που προκύπτει από τα Τεκμήρια 1 και 2 εις τους Εφεσίβλητους.

         […]

5(α)   Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα απεφάσισε ότι αι παρούσαι δικαστικές διαδικασίες περιλαμβάνονται εις εκείνες με τις οποίες σχετίζονται τα Τεκμήρια 1 και 2.»

 

Τα έγγραφα ημερ. 4.7.2007 (Τεκμήρια 1 και 2), και τα οποία, ως ελέχθη, τιτλοφορούνται «Απόδειξη Είσπραξης και Πλήρης και Τελική Γενική Απαλλαγή και Εξόφληση», προνοούν, ανάμεσα σε άλλα, τα ακόλουθα:

 

«ΣΕ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΤΩΝ …………. Δηλώνουμε με την παρούσα, υπό την ιδιότητα μας ως των μόνων Διαχειριστών της Περιουσίας/Κληρονομίας ……….. ότι παρέχουμε με την παρούσα εξόφληση και απαλλαγή από κάθε ευθύνη στην εταιρεία πρώην “HELIOS AIRWAYS LIMITED” και ήδη “A-JET AVIATION LIMITED” ………………………………………………..

καθώς και σε οποιαδήποτε άλλα φυσικά πρόσωπα, εταιρείες ή νομικές οντότητες, οποιασδήποτε μορφής, είτε αυτά είναι γνωστά είτε όχι, τα οποία είναι ή πιθανόν να είναι ή φέρονται κατ΄ ισχυρισμόν ως υπεύθυνα, εν όλω ή εν μέρει, για τον θάνατο του ανωτέρω αποθανόντος, καθώς και στους προκατόχους, διαδόχους, προμηθευτές, εκδοχείς και αντιπροσώπους των πιο πάνω φυσικών ή νομικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων αλλά μη περιοριζομένων σε όλες τις παρούσες και προγενέστερες μητρικές, θυγατρικές ή εξαρτώμενες εταιρείες ……………… (εφεξής στο παρόν καλουμένους μαζί σωρευτικά  “οι Απαλλασσόμενοι”), αναφορικά με οποιαδήποτε και όλες τις απαιτήσεις και αξιώσεις, χρηματικά ποσά, αγωγές, δικαιώματα, νομίμους λόγους δικαστικής επιδίωξης οποιασδήποτε πρόσθετης θεραπείας, υποχρεώσεις και ευθύνες, είτε γνωστές είτε άγνωστες, οποιουδήποτε είδους ή φύσεως εν γένει, τις οποίες εμείς οι Απαλλάσσοντες έχουμε, είχαμε ή ισχυριζόμαστε ότι είχαμε ή τώρα έχουμε στο μέλλον και έχουν ως αιτία γένεσης ή με οποιονδήποτε τρόπο, είτε άμεσα είτε έμμεσα, συνδέονται ή σχετίζονται προς διατεινόμενες ζημίες, τις οποίες υπέστησαν εμείς οι Απαλλάσσοντες ως αποτέλεσμα του θανάτου του πιο πάνω Αποθανόντος ή συνεπεία του αεροπορικού ατυχήματος της 14ης Αυγούστου 2005 ……………………………………………….

        

[…]

«Οι Απαλλάσοντες επιβεβαιώνουν ότι αποτελεί σαφή και καθαρή πρόθεση τους, εκφραζόμενη με την παρούσα, να παράσχουν και παρέχουν πλήρη απαλλαγή αναφορικά με οποιεσδήποτε και όλες τις απαιτήσεις και αξιώσεις τους οποιουδήποτε είδους ή φύσης και εναντίον οποιωνδήποτε και όλων των μερών, τα οποία πιθανόν να έχουν ευθύνη για το θάνατο των αποθανόντων σε οποιαδήποτε δικαιοδοσία ή χώρα συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε απαιτήσεων τις οποίες οι Απαλλάσσοντες δεν γνωρίζουν σήμερα ή δεν εικάζουν ότι υφίστανται κατά τον χρόνο υπογραφής της παρούσας εξόφλησης.

 

[…]

 

Η παρούσα Εξόφληση ρητά απαλλάσσει για πάντα αναφορικά με οποιαδήποτε αιτία αγωγής σε οποιαδήποτε δικαιοδοσία ή χώρα βασιζόμενη σε θάνατο εξ αδικοπραξίας, νόμο περί επιβίωσης, αστικό δίκαιο, κοινό δίκαιο ή θρησκευτικό δίκαιο (συμπεριλαμβανομένης της Σαρία-Sharia) ή σε οποιοδήοτε άλλο νόμο, κώδικα, διεθνή σύμβαση ή νομοθετικό, δικαστικό ή εκτελεστικό διάταγμα ή νόμο, που θα μπορούσε να επιδιωχθεί από τους Απαλλάσσοντες ως αποτέλεσμα του Ατυχήματος της πτήσης Νο. ΖU522 της Εταιρείας “HELIOS AIRWAYS”.

 

[…]

 

Περαιτέρω συμφωνείται και γίνεται αντιληπτό ότι οι Εξοφλούντες θα αποζημιώσουν τους Απαλλασσόμενους αναφορικά με κάθε είδους αξιώσεις εκ μέρους οποιουδήποτε τρίτου μέρους, συμπεριλαμβανομένης της Κυπριακής Κυβέρνησης αλλά χωρίς περιορισμό σε αυτήν, για συνεισφορά, αποζημίωση ή αποκατάσταση οποιασδήποτε ζημιάς, που προκύπτει από τον θάνατο των Αποθανόντων». 

 

 

Τέλος, στη σελ. 11 των εγγράφων, καταγράφονται τα ακόλουθα:

 

«Η παρούσα εξόφληση θα ερμηνεύεται και εκτελείται σύμφωνα με το δίκαιο της Ελλάδος και τα μέρη συμφωνούν ότι σε περίπτωση οποιασδήποτε αμφισβήτησης ή διαφοράς αναφορικά με την παρούσα, θα συναινούν και θα παραπέμπουν την διαφορά αυτή στην αποκλειστική δικαιοδοσία οποιουδήποτε αρμοδίου Δικαστηρίου στην πόλη των Αθηνών, Ελλάδα.»

 

 

  

Το περιεχόμενο των εγγράφων που οι ενάγοντες υπέγραψαν, δεν υποστηρίζει ότι οι αποζημιώσεις είχαν ληφθεί άνευ βλάβης οποιωνδήποτε δικαιωμάτων των εναγόντων. Ουδεμία αναφορά γίνεται σε επιφύλαξη δικαιώματος για έγερση οποιασδήποτε απαίτησης εναντίον οποιουδήποτε. Τουναντίον, οι ενάγοντες «σε αντάλλαγμα του ποσού που λαμβάνουν» απαλλάσσουν τους πάντες και μάλιστα αναλαμβάνουν να εγκαταλείψουν, χωρίς επιφύλαξη,  εκκρεμούσες δικαστικές διαδικασίες σε σχέση με τον θάνατο των γονέων τους.  Συγκεκριμένα, στη σελ. 7 των εγγράφων, καταγράφεται πως «Οι Απαλλάσσοντες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να παραιτηθούν, προκαλέσουν την απόρριψη και/ή ανακαλέσουν επίσημα την αγωγή, την επ’ αυτής έφεση και οποιεσδήποτε άλλες συναφείς αγωγές το συντομότερο δυνατό». 

 

Όσον αφορά στη θέση των εναγόντων, ότι οι καταβληθείσες αποζημιώσεις δεν είχαν καλύψει το σύνολο των αποζημιώσεων που αυτοί εδικαιούντο, σημειώνουμε τα ακόλουθα. Όχι μόνο πρόκειται περί γενικής και αόριστης θέσης αφού δεν διευκρινίζουν ποιες συγκεκριμένες αποζημιώσεις είχαν εξαιρεθεί από τις καταβληθείσες αποζημιώσεις, αλλά από το περιεχόμενο των εγγράφων που υπέγραψαν, ουδόλως αποκαλύπτεται πως άφησαν ανέπαφη οιανδήποτε αξίωσή τους εναντίον οιουδήποτε, συμπεριλαμβανομένης της Κυπριακής Δημοκρατίας, για τον θάνατο των γονέων τους. Μάλιστα ρητά καταγράφεται στα έγγραφα που υπέγραψαν, πως εγκαταλείπουν ακόμη και αξιώσεις τις οποίες δεν γνωρίζουν κατά τον χρόνο υπογραφής των εγγράφων.

 

Το μόνο που φαίνεται να επιφυλάσσουν, είναι το δικαίωμα τους να παραστούν «ως πολιτικώς ενάγοντες σε τυχόν ποινική δίκη, η οποία ήθελε αρχίσει στην Ελλάδα εναντίον οποιωνδήποτε ατόμων ή νομικών προσώπων που ήθελαν θεωρηθεί ότι είχαν ευθύνη για το ατύχημα.» (σελ. 7 των εγγράφων).  Αλλά και γι΄ αυτή την επιφύλαξη, τα έγγραφα που υπέγραψαν προνοούν τα ακόλουθα:

 

 «Οι Απαλλάσσοντες επαναλαμβάνουν και επιβεβαιώνουν με την παρούσα ότι έχουν αποζημιωθεί πλήρως και ολοσχερώς αναφορικά με όλες τις απαιτήσεις τους οποιουδήποτε είδους ή φύσεως, τις σχετιζόμενες προς τον θάνατο του Αποθανόντος στο Ατύχημα και ότι η πιο πάνω ελαχίστη επιφύλαξη δεν σημαίνει και δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως υποδηλούσα ότι αυτοί διατηρούν οποιαδήποτε πρόσθετη απαίτηση σχετιζόμενη με τον Αποθανόντα ή το Ατύχημα.»

 

 

  Οι εφεσείοντες, επικαλούμενοι τη δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων και χωρίς να βασίζονται επί των πιο πάνω εγγράφων που υπέγραψαν, αξίωσαν αποζημιώσεις εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας δυνάμει των Κυπριακών Νόμων. Κατ΄ επέκταση, ουδέποτε ήταν η θέση τους πως υπάρχει διαφορά ή αμφισβήτηση εν τη εννοία των εγγράφων ημερ. 4.7.2007. Συνεπώς, στο πλαίσιο εκδίκασης των εν λόγω αξιώσεών τους, δεν μπορεί να τίθεται θέμα προσαγωγής μαρτυρίας για το Δίκαιο της Ελλάδος. Με άλλα λόγια, δεν νοείται οι εφεσείοντες να ισχυρίζονται ότι στη βάση των εγγράφων που υπέγραψαν, θα έπρεπε να είχε τεθεί ενώπιον του Κυπριακού Δικαστηρίου μαρτυρία για το Δίκαιο της Ελλάδος για να ερμηνεύσει τα εν λόγω έγγραφα, τη στιγμή που η θέση τους είναι πως οι αξιώσεις τους στις δύο αγωγές, ουδεμία σχέση έχουν με τα εν λόγω έγγραφα. 

 

Από την άλλη, ο Γενικός Εισαγγελέας ουδέποτε επικαλέστηκε τις πρόνοιες του Δικαίου της Ελλάδος, για να διεκδικήσει δυνάμει αυτού οιανδήποτε θεραπεία (Bullock κ.ά ν. Gorsoan Limited κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. Ε40/2013, ημερ. 20.7.2021). Αυτό που ισχυρίστηκε με τα δικόγραφά του, ήταν πως κακώς είχαν εγερθεί αγωγές εναντίον του, αφού στη βάση των εγγράφων ημερ. 4.7.2007, οι εφεσείοντες τον είχαν απαλλάξει. Ούτε βεβαίως αυτός επικαλέστηκε τα έγγραφα για να υποστηρίξει ότι υπάρχει αμφισβήτηση ή διαφορά, για να τίθεται θέμα παραπομπής της διαφοράς «στην αποκλειστική δικαιοδοσία οποιουδήποτε αρμοδίου Δικαστηρίου στην πόλη των Αθηνών, Ελλάδα», ως ο                                         κ. Τριανταφυλλίδης εισηγήθηκε. Αλλά ούτε και θα μπορούσε, αφού ουδέποτε αυτός συμφώνησε να παραπεμφθεί οποιαδήποτε  διαφορά στην αποκλειστική δικαιοδοσία αρμόδιου Δικαστηρίου των Αθηνών.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε, ανάμεσα σε άλλα, πως          «… το κύριο επιχείρημα του κ. Τριανταφυλλίδη περιστρέφεται γύρω από τη θέση του ότι μεταξύ των διαδίκων στις παρούσες αγωγές υπάρχει «διαφορά» σε σχέση με την ερμηνεία των Τεκμηρίων 1 και 2 οπόταν και εφαρμόζονται για την επίλυση της, τα όσα στα έγγραφα αυτά σαφώς  καθορίζονται σε ότι αφορά την Δικαιοδοσία και το Δίκαιο με το οποίο πρέπει να ερμηνευτούν. Διαφωνώ με τη θέση αυτή».

 

Συμφωνούμε με την πιο πάνω διαφωνία του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο ορθά παρέπεμψε και στην υπόθεση Tradax v. Gueensea Maritime Co (1986) 1 C.L.R. 559.  Επαναλαμβάνουμε, πως η διαφορά προϋποθέτει διαφωνία ως προς συγκεκριμένα γεγονότα που σχετίζονται με την ευθύνη. Κάτι τέτοιο όμως εδώ δεν συνέβαινε. 

 

Περαιτέρω, δεν νοείται να τίθεται εν προκειμένω θέμα ερμηνείας των εγγράφων δυνάμει του Δικαίου της Ελλάδος, απογυμνωμένης της ερμηνείας από διαφορά. Το Δίκαιο της Ελλάδος θα εφαρμοζόταν, εάν και εφόσον είχε παραπεμφθεί από τα μέρη συγκεκριμένη διαφορά σε αρμόδιο Δικαστήριο των Αθηνών για να την επιλύσει σύμφωνα με το εν λόγω Δίκαιο. Με άλλα λόγια, η εφαρμογή του Δικαίου της Ελλάδος, προϋποθέτει παραπομπή διαφοράς στη δικαιοδοσία αρμόδιου Δικαστηρίου των Αθηνών. Για ό,τι αξίζει, να σημειώσουμε πως οι εφεσείοντες ουδέποτε υποστήριξαν με τα δικόγραφά τους πως προέκυπτε διαφορά από τα έγγραφα ημερ. 4.7.2007 που υπέγραψαν. Απαντώντας στις προδικαστικές ενστάσεις του Γενικού Εισαγγελέα, το μόνο που ανέφεραν ήταν πως «… η όποια αποζημίωση ελήφθη από τους Ενάγοντες ελήφθη άνευ βλάβης δικαιωμάτων και/ή εν πάση περιπτώσει, αυτή δεν καλύπτει το σύνολο των αποζημιώσεων που αυτοί δικαιούνται να λάβουν».

 

Όχι τυχαία, και οι δύο πλευρές έθεσαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου τα έγγραφα ημερ. 4.7.2007 για να τα μελετήσει και ουσιαστικά αποφασίσει κατά πόσο από το περιεχόμενο αυτών προέκυπτε απαλλαγή της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως η θέση του Γενικού Εισαγγελέα, ή κατά πόσο ευσταθούσαν οι θέσεις των εφεσειόντων, ότι δηλαδή εισέπραξαν τις αποζημιώσεις άνευ βλάβης και ότι αυτές δεν είχαν καλύψει το σύνολο των αποζημιώσεων που αυτοί εδικαιούντο. Το Δίκαιο της Ελλάδος δεν είχε θέση σε αυτά τα θέματα. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο είχε κληθεί να αποφασίσει τα πιο πάνω, δικαιολογημένα βρήκε πως οι εφεσείοντες με τη λήψη των αποζημιώσεων είχαν απαλλάξει και την Κυπριακή Δημοκρατία, εναγόμενη στις αγωγές. Το θέμα τελείωνε εδώ.  

 

Ως εκ τούτου, δικαιολογημένα έκανε δεκτές τις προδικαστικές ενστάσεις, σημειώνοντας πως οι εφεσείοντες, έχοντας υπογράψει τα έγγραφα ημερ. 4.7.2007 και έχοντας εισπράξει τις συγκεκριμένες αποζημιώσεις, δεν ενομιμοποιούντο και δεν εδικαιούντο να αξιώνουν αποζημιώσεις και από την Κυπριακή Δημοκρατία για τον θάνατο των γονέων τους. Κατ΄ επέκταση, ορθά απέρριψε τις αγωγές.

 

Όλοι οι λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται ως ορθή.

 

Οι εφέσεις απορρίπτονται. Τα έξοδα επιδικάζονται προς όφελος του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

                                                      Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

                                                      Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

/ΣΓεωργίου

 


 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε136/2016)

(σχ. με Ε137/2016)

 

 

 26 Μαρτίου 2024

 

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]

 

 

1.    ΟΜΗΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

2.    ΧΛΟΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

 

Εφεσείοντες,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητη.

 

___________________

 

 

Χρ. Τριανταφυλλίδης με Ι. Κοτζάπαση (κα) και Ντ. Τριανταφυλλίδου (κα) για Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.

Χρ. Τσεκούρας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

 

____________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Διιστάμενη)

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Είχα την ευκαιρία να διαβάσω την απόφαση των αδελφών Δικαστών της πλειοψηφίας.  Με κάθε σεβασμό, διατηρώ διαφορετική άποψη σε καταλυτικό για την έκβαση της έφεσης ζήτημα, που θα οδηγούσε στην επιτυχία της έφεσης, όπως εξηγείται στο κείμενο της απόφασης μου που ακολουθεί. 

 

Οι Εφεσείοντες είναι αδέλφια και μαζί οι διαχειριστές των αποβιωσάντων γονιών τους, που σκοτώθηκαν σε αεροπορικό δυστύχημα, που επεσυνέβηκε στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 2005.  Οι αποβιώσαντες επέβαιναν αεροσκάφους της εταιρείας Helios Airways Ltd που κατέπεσε.  Οι αγωγές, μια για κάθε αποβιώσαντα, στρέφονταν εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας στη βάση ενεργειών ή και παραλείψεων που της αποδίδονταν και είχαν ως αποτέλεσμα, συνέτειναν ή οδήγησαν στο θάνατο των αποβιωσάντων.  Αξιώνονταν αποζημιώσεις δυνάμει του Άρθρου 34 του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου, Κεφ.189  και του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ.148.

 

Οι αγωγές είχαν καταχωριστεί το 2007, αλλά οι Εκθέσεις Απαίτησης μόλις το 2013.  Καταχωρίστηκαν στη συνέχεια Υπερασπίσεις από τη Δημοκρατία με τις οποίες εγειρόταν ζήτημα ότι οι Εφεσείοντες εμποδίζονταν και δεν νομιμοποιούνταν ή δεν δικαιούνταν να εγείρουν τις αγωγές, αφού είχαν εισπράξει αποζημίωση προς πλήρη ικανοποίηση όλων των απαιτήσεων τους από την ασφαλιστική εταιρεία της αερογραμμής.  Οι Εφεσείοντες, που δεν αρνούνταν την είσπραξη συγκεκριμένου ποσού για κάθε περίπτωση, δικογραφούσαν στις Απαντήσεις τους ότι η αποζημίωση είχε ληφθεί άνευ βλάβης δικαιωμάτων και σε κάθε περίπτωση ότι δεν κάλυπτε το σύνολο των αποζημιώσεων που δικαιούνταν να λάβουν.

 

Ακολούθησε το 2015 η συνένωση των αγωγών και η αίτηση της Εφεσίβλητης για να αποφασιστεί, όπως αναφερόταν, το ζήτημα προδικαστικά.  Για να καταστεί έτσι δυνατή η εξέταση του έγιναν παραδεκτά γεγονότα και κατατέθηκαν εκ συμφώνου τα δύο έγγραφα που οι Εφεσείοντες είχαν υπογράψει όταν έλαβαν τις σχετικές αποζημιώσεις.  Η ερμηνεία τους, ήταν το κυρίαρχο ζήτημα γύρω από το οποίο περιστράφηκε η επιχειρηματολογία των διαδίκων και η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι Εφεσείοντες είχαν με την υπογραφή τους απαλλάξει τους πάντες, περιλαμβανομένης και της Εφεσίβλητης από οιαδήποτε απαίτηση αναφορικά με το θάνατο των αποβιωσάντων.  Βρήκε βάσιμες τις προδικαστικές ενστάσεις και εξέδωσε διάταγμα αποσυνένωσης των αγωγών για σκοπούς απόρριψης τους.

 

Οι Εφεσείοντες προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη με πέντε λόγους έφεσης.  Μια από τις θέσεις που προβάλλεται είναι ότι τα δύο έγγραφα θα έπρεπε να είχαν ερμηνευτεί με βάση το Ελληνικό δίκαιο, για το οποίο καμιά μαρτυρία δεν είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου (λόγος έφεσης 3).

 

Τα δύο έγγραφα ήταν ουσιαστικά πανομοιότυπα.  Τιτλοφορούνταν «Απόδειξη Είσπραξης και Πλήρης και Τελική Γενική Απαλλαγή και Εξόφληση» και εμπεριείχαν όρο ότι:

 

«Η παρούσα εξόφληση θα ερμηνεύεται και εκτελείται σύμφωνα με το δίκαιο της Ελλάδος και τα μέρη συμφωνούν ότι σε περίπτωση οποιασδήποτε αμφισβήτησης ή διαφοράς αναφορικά με την παρούσα, θα συναινούν και θα παραπέμπουν την διαφορά αυτή στην αποκλειστική δικαιοδοσία οποιουδήποτε αρμοδίου Δικαστηρίου στην πόλη των Αθηνών, Ελλάδα».

 

 

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι η Εφεσίβλητη, που δεν ήταν «συμβαλλόμενο μέρος σε αυτά τα έγγραφα», δεν ήταν «μέρος» και επομένως, η όποια διαφορά μεταξύ της και των Εφεσείοντων δεν μπορούσε να συνιστά «διαφορά των μερών».  Επομένως, δεν ετίθετο ζήτημα για το οποίο θα είχε αποκλειστική αρμοδιότητα Δικαστήριο της Αθήνας.  Ανέφερε ότι:

 

« … είναι κατά την άποψη μου φανερό ότι εδώ δεν υπάρχει διαφορά των μερών σε κανένα από τα ζητήματα αυτά.  Έχω τη θέση λοιπόν ότι το ζήτημα υπό εκδίκαση, δηλαδή οι προδικαστικές ενστάσεις που έχουν εγερθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία στην Υπεράσπιση της δεν αποτελούν «διαφορά» των μερών με βάση τα Τεκμήρια 1 και 2, και θεωρώ ότι τα σχετικά επιχειρήματα του κ. Τριανταφυλλίδη περί ύπαρξης «διαφοράς» η οποία επιλύεται αποκλειστικά σε αρμόδιο Δικαστήριο της Αθήνας και κατ΄ εφαρμογή των προνοιών του Ελληνικού Δικαίου δεν ισχύουν στην παρούσα περίπτωση γι΄ αυτό και δεν συμφωνώ με τη θέση του ότι το παρόν Δικαστήριο εμποδίζεται από του να προχωρήσει στην εξέταση των προδικαστικών ενστάσεων λόγω των θεμάτων αυτών». 

 

   

    Ωστόσο, η Εφεσίβλητη επικαλείτο τα δύο έγγραφα, ότι το περιεχόμενο τους επηρέαζε την αξίωση των Εφεσείοντων εναντίον της, και ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι καλείτο να ερμηνεύσει το περιεχόμενο τους.  Και παρά το ότι δεν υφίστατο διαφορά των μερών που είχαν καταρτήσει τα έγγραφα, εφόσον τα μέρη σε αυτά είχαν επιλέξει το Ελληνικό δίκαιο για την ερμηνεία του, οιοσδήποτε θα ήθελε να τα επικαλεστεί, ακόμα και τρίτος προς τα έγγραφα, θα τα επικαλείτο όπως αυτά θα ερμηνεύονταν σύμφωνα με το  Ελληνικό δίκαιο. 

 

    Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε ενώπιον του μαρτυρία για το Ελληνικό δίκαιο.  Είναι γνωστό ότι το ξένο δίκαιο, όπως κάθε άλλο πραγματικό θέμα, αποδεικνύεται με μαρτυρία (Bank of Scotland v. Geodrill Ltd κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 753, 759-60).

 

    Στην Bullock κ.ά. v. Gorsoan Limited κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ.Ε40/2013, ημερ.20.7.2021, γίνεται μια ανασκόπηση της νομολογίας αναφορικά με τον κανόνα ότι το αλλοδαπό δίκαιο, εφόσον δεν αποδεικνύεται, τεκμαίρεται ότι είναι το ίδιο με το ημεδαπό (Georgiades v. Kaminaras (1958) 23 C.L.R. 276, Vlachos v. Dorothea (1980) 1 C.L.R. 113, Williams and Glyn's Bank v. Του Πλοίου Μαρία (1992) 1 C.L.R. 309, Standard Fruit Company v. Gold Seal Shipping (1997) 1 Α.Α.Δ. 489 και Trafalgar Developments Ltd κ.ά. ν. Uralchem Holdings P.L.G., Πολ. Έφ. Αρ. 331/2017, ημερ.21.2.2019, ECLI:CY:AD:2019:A49) με ιδιαίτερη αναφορά στην τάση της πιο πρόσφατης αγγλικής νομολογίας για την εισαγωγή περισσοτέρων εξαιρέσεων στον κανόνα (Shaker v. Al Bedrawi and Others (2002) 4 All E. R. 835, AIG Financial Products Corp & Others v. Tobias Gruber and 22 others (2020) EWCA Civ 31).

 

    Στη Bullock στο πλαίσιο εξέτασης ενδιάμεσου διατάγματος αποφασίστηκε ότι εφόσον οι εφεσίβλητοι στήριζαν τις αξιώσεις τους σε αδικοπραξίες με την επίκληση προνοιών του Ρωσικού Δικαίου, όφειλαν να προσκομίσουν σχετική μαρτυρία  και όχι να αναμένουν να εφαρμοστεί το τεκμήριο της αυτόματης εφαρμογής του Κυπριακού Δικαίου.

 

    Στην προκειμένη περίπτωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν κατέληξε ότι το Ελληνικό δίκαιο εφαρμοζόταν.  Εφάρμοσε το Κυπριακό δίκαιο.  Ακόμα όμως και αν είχε κρίνει ότι εφαρμοζόταν το Ελληνικό δίκαιο, δεν θα μπορούσε να εκλάβει, στην απουσία μαρτυρίας, ότι αυτό ήταν το ίδιο με το Κυπριακό ώστε, παρά την εσφαλμένη πρώτη κρίση, η εν κατακλείδι εφαρμογή των κανόνων του Κυπριακού δικαίου να ήταν ορθή.  Επρόκειτο για αίτηση όπου ζητείτο να αποφασιστεί ζήτημα προδικαστικά, δηλαδή εκτός του πλαισίου της δίκης όπου οι διάδικοι έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν τη μαρτυρία τους.  Εφόσον η απόρριψη των συνενωμένων αγωγών εδραζόταν στην ερμηνεία των εγγράφων με τον τρόπο που εισηγείτο η Εφεσίβλητη και η ερμηνεία έπρεπε να δοθεί εφαρμόζοντας το Ελληνικό δίκαιο, στην απουσία μαρτυρίας για το Ελληνικό δίκαιο, η αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί και οι αγωγές να οδηγηθούν σε δίκη.

 

    Στη βάση που προσπάθησα να εξηγήσω, ο λόγος έφεσης 3 θα ήταν βάσιμος με επακόλουθο την χωρίς άλλο επιτυχία της έφεσης και τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης.

 

 

                                                          Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

                                                         

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο