ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 124/2015)

(Σχ. με 125/2015)

 

29 Απριλίου, 2024

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]

 

ΜΑΡΙΟΣ Σ. ΠΟΥΛΛΑ

Εφεσείων/Ενάγων

ν.

 

ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΚΛΕΟΠΑ

 

Εφεσίβλητου/Εναγόμενου 2

 

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 125/2015)

(Σχ. με 124/2015)

 

ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΚΑΛΑΘΑ

Εφεσείων/Εναγόμενος 1

ν.

 

ΜΑΡΙΟΥ Σ. ΠΟΥΛΛΑ

Εφεσίβλητου/Ενάγοντα

____________________

Ευαγγελία Πουλλά-Μακαρούνα (κα) με Έβελιν Πουλλά (κα), για τον Εφεσείοντα, στην Πολ. Έφ. 124/2015.

Σοφία Χατζηνεοφύτου για Γ. Χατζηνεοφύτου & Σία ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο, στην Πολ. Έφ. 124/2015.

Στέλιος Στυλιανού με Αφροδίτη Παρασκευά (κα), για Α. Στυλιανού ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα, στην Πολ. Έφ. 125/2015.

Ευαγγελία Πουλλά-Μακαρούνα (κα) με Έβελιν Πουλλά (κα), για τον Εφεσίβλητο, στην Πολ. Έφ. 125/2015.

_______________________

 

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:   Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και   θα δοθεί από τον Ιωαννίδη, Δ.

_______________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Η εκσκαφή και αφαίρεση χώματος από χωράφι στο χωριό Στρουμπί της επαρχίας Πάφου, το έτος 2007, ήταν το αντικείμενο αγωγής που καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου. Ενάγων ο ιδιοκτήτης του χωραφιού και εναγόμενοι αυτοί που κατά τον ιδιοκτήτη είχαν προβεί, χωρίς την συγκατάθεσή του, στην εκσκαφή και αφαίρεση του χώματος. Με γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, που καταχωρίστηκε το 2009, αξιώνονταν οι ακόλουθες θεραπείες:

 

«(Α) Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι Εναγόμενοι κανένα δικαίωμα δεν είχαν, ούτε έχουν να επεμβαίνουν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στο τεμάχιο του Ενάγοντα με αρ. εγγραφής [ ] του Φ/Σχ. [ ], τεμ.215, εκτάσεως 0εκτ-33δεκ-345τ.μ. του χωριού Στρουμπί.

(Β)   Διάταγμα του Δικαστηρίου ότι οι Εναγόμενοι κανένα δικαίωμα δεν είχαν, ούτε έχουν να επεμβαίνουν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στο τεμάχιο του Ενάγοντα με αρ.εγγραφής [ ] του Φ/Σχ.[ ], τεμ.215, εκτάσεως 0εκτ-3δεκ-345τ.μ του χωριού Στουμπί.

(Γ)   Επαναφορά του τεμαχίου του Ενάγοντα με αρ.εγγραφής [ ] του Φ/Σχ.[ ], τεμ.215, εκτάσεως 0εκτ-3δεκ-345τ.μ του χωριού Στρουμπί στην προτέρα κατάσταση πριν την παράνομη επέμβαση των Εναγομένων.

(Δ)   Διαζευκτικά ποσό €5.000.- αξία αφαιρεθέντος χώματος σαν αποζημιώσεις για παράνομο επέμβαση και/ή σαν αποζημιώσεις.

(Ε)   Διαζευκτικά ποσό €25.000.- σαν αποζημιώσεις για μείωση της αξίας του προαναφερομένου τεμαχίου.

(Στ)  Παραδειγματικές αποζημιώσεις.»  

 

 

Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης, η οποία καταχωρίστηκε στις 7.12.2011, οι εναγόμενοι και/ή οι αντιπρόσωποι και/ή υπάλληλοι και/ή εργοδοτούμενοί τους, κατά/ή περί το έτος 2007 «παράνομα και αυθαίρετα και χωρίς οποιαδήποτε άδεια και/ή εξουσιοδότηση και/ή συγκατάθεση του ιδιοκτήτη και/ή των αντιπροσώπων του επενέβησαν στο τεμάχιο ιδιοκτησίας του ενάγοντα και αφαίρεσαν από αυτό τεράστιες ποσότητες χωμάτων, οι οποίες ανέρχονται στο ποσό των 850 κυβικών μέτρων».

 

Ήταν η δικογραφημένη θέση του ενάγοντα ότι «για την επαναφορά του τεμαχίου στην προτέρα κατάσταση απαιτούνται 975 κυβικά μέτρα χώματος και χρειάζονται 50 φορτηγά για τη μεταφορά του και ένας εκσκαφέας/φορτωτήρας για την επίστρωσή του».

 

Ήταν ακόμη η δικογραφημένη θέση του πως «από την αφαίρεση των όγκων του χώματος, το υψόμετρο του τεμαχίου είχε χαμηλώσει σε τέτοιο επίπεδο που δεν έχει πλέον καμιά θέα και χωρίς να δύναται να αξιοποιηθεί με αποτέλεσμα να μειωθεί η αξία του».  Η επιζήμια επίδραση, σύμφωνα πάντα με την Έκθεση Απαίτησης, ανήρχετο σε ποσοστό 20%. Στη βάση όλων των πιο πάνω, αξιώθηκαν αποζημιώσεις, αλλά και διάταγμα επαναφοράς του ακινήτου στην κατάσταση που αυτό βρισκόταν πριν από την κατ΄ ισχυρισμόν παράνομη επέμβαση.

 

Οι εναγόμενοι, εκπροσωπούμενοι όχι από τον ίδιο δικηγόρο,  καταχώρισαν ξεχωριστά δικόγραφα υπεράσπισης σε διαφορετικές ημερομηνίες. Η θέση του εναγόμενου 1 με το δικόγραφό του, το οποίο καταχώρισε στις 28.2.2012, ήταν πως ο ίδιος ουδεμία ανάμειξη είχε στην αφαίρεση του χώματος από το τεμάχιο του ενάγοντα και ότι η αγωγή εναντίον του καταχωρίστηκε λανθασμένα και κακόβουλα. Άνευ βλάβης των πιο πάνω θέσεων του, είχε ισχυριστεί πως τα ποσά που ο ενάγων αξίωνε, ήταν αυθαίρετα, υπερβολικά και δεν αντικατόπτριζαν την πραγματική έκταση της κατ΄ ισχυρισμόν ζημιάς.

 

Και ο εναγόμενος 2 με το δικόγραφό του, το οποίο καταχώρισε στις 25.6.2013, είχε αρνηθεί ότι ο ίδιος ή οι υπάλληλοι ή οι εργοδοτούμενοί του είχαν επέμβει με οιονδήποτε τρόπο στο τεμάχιο του ενάγοντα και κατ΄ επέκταση ουδέποτε αφαίρεσαν ποσότητα χώματος από αυτό. Ήταν περαιτέρω η θέση του πως κατά τον επίδικο χρόνο ήταν κάτοχος εκσκαφέα, τον οποίο εκμίσθωσε σε τρίτο πρόσωπο με το όνομα Χαράλαμπος Κλεόπα, τον οποίο ο ενάγων, ως ανέφερε, γνώριζε. Τέλος, ήταν η δικογραφημένη θέση του πως όταν αυτός παρέλαβε τις επιστολές του ενάγοντα ημερ. 6.9.2007 και 15.1.2008, για τις οποίες γίνεται αναφορά στην Έκθεση Απαίτησης, επικοινώνησε με τον ενάγοντα και/ή αντιπροσώπους του «και πληροφορήθηκε ότι το άτομο το οποίο πράγματι προέβη σε επέμβαση στο τεμάχιο του ενάγοντα ήταν έτοιμο να επαναφέρει το ακίνητο στην προτέρα του κατάσταση και ότι η αποστολή των επιστολών έγινε εκ λάθους και/ή αμέλειας». 

 

Προσπάθειες που έγιναν για επίλυση της διαφοράς, απέβησαν άκαρπες και έτσι η αγωγή οδηγήθηκε σε ακρόαση. Μάλιστα, δεν έλειψαν ούτε και οι αντεγκλήσεις. Συγκεκριμένα, όταν η ακροαματική διαδικασία διεκόπη στις 14.1.2014 για ένα ολιγόλεπτο διάλειμμα, το πρωτόδικο Δικαστήριο, όταν συνεδρίασε μετά το διάλειμμα, σημείωσε τα ακόλουθα: «Δεν πρόλαβα να κλείσω την πόρτα του γραφείου. Είναι το γραφείο μου δίπλα και άκουγα τις φωνές μέχρι που βγήκατε στο δρόμο». Μάλιστα η δικηγόρος του εναγόμενου 2, αναφερόμενη στο επεισόδιο που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του διαλείμματος, μεταξύ του πατέρα του ενάγοντα και του μάρτυρα που κατέθετε, σημείωσε τα ακόλουθα:  «Εάν το Δικαστήριο μας δώσει και άλλα δέκα λεπτά σίγουρα θα γίνει κάτι το ίδιο».  Το Δικαστήριο βεβαίως καθηκόντως προχώρησε στην περαιτέρω εκδίκαση της αγωγής και στις 30.1.2015 εξέδωσε την τελική απόφασή του.

 

 Κατά την ακροαματική διαδικασία κατέθεσαν εκ μέρους του ενάγοντα, τοπογράφος μηχανικός (Μ.Ε.1), πολιτικός μηχανικός και εκτιμητής ακινήτων (Μ.Ε.2), ο Αστ. 3136, Κυριάκος Παύλου (Μ.Ε.3), ο πατέρας του ενάγοντα (Μ.Ε.4) και ο Νέαρχος Νεάρχου, συγχωριανός με τον πατέρα του ενάγοντα (Μ.Ε.5). Ο ενάγων δεν κατέθεσε ως μάρτυρας, όμως, όπως ορθά σημείωσε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, το γεγονός αυτό δεν θα μπορούσε να είχε καθοριστική σημασία στην έκβαση της υπόθεσης, νοουμένου ότι η εν λόγω παράλειψη δεν άφηνε κενό στην υπόθεσή του.

 

Οι εναγόμενοι 1 και 2, οι οποίοι έδωσαν μαρτυρία, κάλεσαν ως κοινό μάρτυρα υπεράσπισης τον Χαράλαμπο Κλεόπα (Μ.Υ.1). Ουσιαστικά ο εν λόγω μάρτυρας παραδέχθηκε πως αυτός και/ή η εταιρεία Δ. Χ. Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ, της οποίας ήταν Διευθυντής, ήταν που είχαν προβεί σε αφαίρεση χώματος από το ακίνητο του ενάγοντα, για λόγους που εξήγησε. Περαιτέρω, για τον εναγόμενο 1 κατέθεσε ως  μάρτυρας ο          Γιώργος Φακοντής, υπάλληλος στην Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου (Μ.Υ.2), ενώ για τον εναγόμενο 2 κατέθεσε ο Αστ. 1985, Μάριος Παπαγεωργίου (Μ.Υ.2).  Η μαρτυρία του εν λόγω αστυφύλακα ερχόταν σε πλήρη σύγκρουση με τη μαρτυρία του Αστ. 3136, Κυριάκου Παύλου (Μ.Ε.3).

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρέθεσε σε γενικές γραμμές τη μαρτυρία  εκάστου μάρτυρα και αναφέρθηκε στο αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης σε ακίνητη ιδιοκτησία (άρθρο 43(1) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148), παραπέμποντας σε σχετική νομολογία. Στη συνέχεια προχώρησε σε αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας, σημειώνοντας, ανάμεσα σε άλλα, πως «παρακολούθησα τον τρόπο που οι μάρτυρες έδιδαν μαρτυρία, τις απαντήσεις που έδιδαν, τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα». 

 

Ορθά σημείωσε πως «κύρια διαφωνία και αντικείμενο προς επίλυση είναι η εμπλοκή των εναγομένων 1 και 2 σε σχέση με αυτά που ο ενάγοντας τους καταλογίζει ως προς την δική τους ανάμιξη και πράξεις που συνιστούν επέμβαση στην επίδικη περιουσία». Στη βάση της μαρτυρίας που απεδέχθη, προέβη σε συγκεκριμένα ευρήματα, για να καταλήξει ως ακολούθως σε σχέση με την ευθύνη του εναγόμενου 2:

 

«Σε ότι αφορά τον εναγόμενο 2, δεν υπάρχει στοιχείο, πέραν της ιδιοκτησίας του οχήματος που χρησιμοποιήθηκε για τις εργασίες, ότι είχε άλλη ανάμιξη και συμμετοχή στις πράξεις της Χ. Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ, της Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ, του εναγομένου 1 και του Μ.Υ.1.»

  

Όσον αφορά στον εναγόμενο 1, βρήκε πως αυτός είχε ευθύνη. Το σκεπτικό του θα το παραθέσουμε στη συνέχεια.

 

Στη βάση των πιο πάνω, εξέδωσε απόφαση υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου 1 για το ποσό των €3.736,85 με νόμιμο τόκο από 7.11.2011 (ημερομηνία καταχώρισης της Έκθεσης Απαίτησης), πλέον έξοδα στην κλίμακα €1.000-€5.000.

 

Η αγωγή εναντίον του εναγόμενου 2 απερρίφθη «με έξοδα υπέρ του και εναντίον του ενάγοντα τα οποία όμως θα αφορούν τα έξοδα μετά την καταχώρηση της εμφάνισης από μέρους του και αυτά θα είναι στο ½ της πιο πάνω κλίμακος καθότι υπήρχε εν μέρει κοινή με τον εναγόμενο 1 προώθηση της υπεράσπισης τους κατά την ακρόαση της υπόθεσης.»

 

Ούτε ο ενάγων ούτε ο εναγόμενος 1 έμειναν ικανοποιημένοι από την πρωτόδικη απόφαση, εξού και η καταχώριση εκ μέρους τους εφέσεων.        Ο ενάγων με τη δική του έφεση (Πολ. Έφ. Αρ. 124/2015) προσβάλλει με πέντε λόγους έφεσης την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει την αγωγή εναντίον του εναγόμενου 2. Θα σταθούμε στον πρώτο λόγο έφεσης, ο οποίος έχει ως εξής:

 

«Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κακά και εσφαλμένα προβαίνει στην αξιολόγηση της μαρτυρίας των μαρτύρων τόσον του Ενάγοντα όσον και των Εναγομένων και των Τεκμηρίων που κατετέθησαν και/ή η αξιολόγηση αντιστρατεύεται την κοινή λογική και/ή τα ευρήματα του δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία θεωρούμενη στο σύνολο της ή από τα ίδια τα ευρήματα του και/ή τα ευρήματα του ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων δεν ήταν εύλογα επιτρεπτά πράγμα που πλήττει το θεμέλιο της διαδικaσίας».

 

Ουσιαστικά προσβάλλει συλλήβδην τα ευρήματα αξιοπιστίας στα οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο, στη βάση των οποίων, ειρήσθω εν παρόδω, εξασφάλισε απόφαση εναντίον του εναγόμενου 1.

 

Ο εναγόμενος 1, με τη δική του έφεση (Πολ. Έφ. Αρ. 125/2015), με  επτά λόγους έφεσης, προσβάλλει την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εκδώσει απόφαση εναντίον του. Υπάρχει όμως και αντέφεση εκ μέρους του ενάγοντα, ο οποίος με τον πρώτο λόγο αντέφεσης επαναλαμβάνει αυτολεξεί τον πρώτο λόγο έφεσης στη δική του έφεση, που αφορά, ως ελέχθη, στα ευρήματα αξιοπιστίας. Με τον δεύτερο λόγο αντέφεσης, το παράπονο του αφορά στην ημερομηνία έναρξης του τόκου σε σχέση με την απόφαση που εξεδόθη προς όφελός του. Θεωρεί πως ο τόκος θα έπρεπε να άρχεται από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής και όχι από την ημερομηνία καταχώρισης της Έκθεσης Απαίτησης, ως απεφάσισε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Παράπονο εκφράζει και για το γεγονός ότι το τελευταίο διέταξε όπως τα έξοδα υπολογιστούν στην κλίμακα €1.000-€5.000, υποστηρίζοντας πως τέτοια κλίμακα δεν υφίστατο κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

Αναφέρουμε από τώρα πως έχουμε θέσει ενώπιον μας το περιεχόμενο όλων των λόγων έφεσης, αντέφεσης και την αιτιολογία αυτών. Θα κάνουμε ειδική αναφορά σε αυτούς, όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο. Θα παρακάμψουμε προς το παρόν τους λόγους με τους οποίους προσβάλλονται τα ευρήματα αξιοπιστίας.    

 

Με την έφεσή του ο ενάγων παραπονείται ότι κακώς το πρωτόδικο Δικαστήριο τον καταδίκασε στο ½ των εξόδων όταν απέρριπτε την αγωγή του εναντίον του εναγόμενου 2 (πέμπτος λόγος έφεσης). Η θέση του είναι ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δεν ασκήθηκε δικαστικά. Δεν διευκρινίζει βεβαίως κατά πόσο η θέση του είναι ότι το Δικαστήριο δεν έπρεπε να τον καταδικάσει στα έξοδα. Στο περίγραμμα αγόρευσης που καταχωρίστηκε στις 25.11.2019, καταγράφονται τα ακόλουθα σε σχέση με τον πέμπτο λόγο έφεσης:

 

«Ο εφεσίβλητος εμφανίστηκε στη διαδικασία τέσσερα χρόνια μετά την επίδοση σε αυτόν της αγωγής στις 31.7.2009 και ενώ είχε καταχωρηθεί εναντίον του αίτηση για απόφαση. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα έπρεπε να ασκηθεί δικαστικά. Δεν είναι δυνατόν να εμφανίζεται κάποιος όποτε θυμηθεί στην δικαστική διαδικασία και το αθώο μέρος να καταδικάζεται στα έξοδα έστω και κατά το ήμισυ. Η όλη περιφρονητική συμπεριφορά του Εφεσίβλητου προς το Δικαστήριο και τις διαδικασίες θα έπρεπε να τύχει της ανάλογης αντιμετώπισης.»

 

 

 

Με κάθε σεβασμό, διαφωνούμε. Εάν το πρωτόδικο Δικαστήριο έπραττε αυτό που ο εφεσείων εισηγείται, τότε θα διέπραττε σφάλμα. Ο χρόνος κατά τον οποίο ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 2 είχε καταχωρίσει σημείωμα  εμφάνισης, δεν μπορούσε να είχε οιανδήποτε συνέπεια στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου σε σχέση με τα έξοδα.  Άλλωστε ουδέποτε το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε έξοδα για την περίοδο πριν από την ημερομηνία καταχώρισης σημειώματος εμφάνισης. Όχι μόνο δεν καταδίκασε τον αποτυχόντα ενάγοντα σε όλα τα έξοδα, κάτι για το οποίο δεν θα χρειαζόταν ούτε αιτιολογία να παραθέσει, αλλά περιόρισε τα έξοδα στο ½ «καθότι υπήρχε εν μέρει κοινή με τον εναγόμενο 1 προώθηση της υπεράσπισης τους κατά την ακρόαση της υπόθεσης». Δεν αποφασίζουμε τώρα κατά πόσο η εν λόγω προσέγγισή του ήταν ορθή, αφού δεν υπάρχει παράπονο εκ μέρους του εφεσίβλητου-εναγόμενου 2. Καταλήγουμε, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, πως ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης είναι αβάσιμος και δεν δικαιολογείται παρέμβαση του Εφετείου στο συγκεκριμένο τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο οποίος ασκήθηκε προς όφελος του αποτυχόντα διαδίκου (Νικολάου ν. Βασιλείου (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566).

 

Προχωρούμε με τον τέταρτο λόγο έφεσης, σύμφωνα με τον οποίο «Το Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε το αίτημα του Εναγομένου 2 να καταθέσει Υπεράσπιση στις 25/6/2013 ενώ η αγωγή του επεδόθηκε στις 31/7/2009 κατά παράβαση των διαδικαστικών κανονισμών.»

 

Πρόκειται περί επίσης αβάσιμου λόγου έφεσης. Ο ενάγων καταχώρισε την 1.3.2012 μονομερή αίτηση για απόφαση εναντίον του εναγόμενου 2 επειδή αυτός δεν είχε καταχωρίσει μέχρι τότε σημείωμα εμφάνισης. Την εν λόγω αίτηση απέσυρε άνευ βλάβης στις 29.3.2012. Στις 23.5.2013 ο εναγόμενος 2 καταχώρισε σημείωμα εμφάνισης. Την ίδια ημέρα ο ενάγων καταχώρισε μονομερή αίτηση, ως το περιεχόμενο της αίτησης ημερ. 1.3.2012. Η αίτηση ορίστηκε για τις 7.6.2013. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία, η κα Πουλλά απέσυρε την αίτηση, με έξοδα, αφού ως ανέφερε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, είχε καταχωριστεί σημείωμα εμφάνισης εκ μέρους του εναγόμενου 2. Ακολούθησε η καταχώριση Υπεράσπισης εκ μέρους του εναγόμενου 2 και στη συνέχεια η καταχώριση Απάντησης στην Υπεράσπιση. Και βεβαίως η αγωγή οδηγήθηκε εν τέλει σε ακρόαση και για τους δύο εναγομένους.

 

Ουδέν μεμπτόν, και αδικαιολόγητα τίθεται τέτοιο θέμα με συγκεκριμένο λόγο έφεσης.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο ενάγων διατείνεται ότι: «Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε κατάθεση εγγράφων που δεν αποκαλύφθηκαν από τους Εναγόμενους με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ισότητα των όπλων κατά την δικαστική διαδικασία».

 

 Το παράπονο του ενάγοντα φαίνεται να αφορά στην κατάθεση εγγράφου από τον Αστ. 1985, Μάριο Παπαγεωργίου (Μ.Υ.2). Το έγγραφο αυτό αφορούσε στο ημερολόγιο του Αστυνομικού Σταθμού Στρουμπιού, το οποίο ο μάρτυρας εντόπισε στην αποθήκη του Αστυνομικού Σταθμού της Πόλης Χρυσοχούς. Με το εν λόγω ημερολόγιο, ήταν ηλίου φαεινότερον, πως κατερρίπτετο η μαρτυρία του Αστ. 3136, Κυριάκου Παύλου (Μ.Ε.3). Ο εν λόγω μάρτυρας ισχυρίστηκε πως το ημερολόγιο είχε καταστραφεί και ότι σε αυτό είχε ο ίδιος προβεί σε συγκεκριμένες καταχωρίσεις, στις οποίες είχε κάνει αναφορά.

 

Αρχικά η κα Πουλλά είχε ένσταση να κατατεθεί το συγκεκριμένο έγγραφο ως τεκμήριο. Αφού άκουσε όμως και την άλλη πλευρά, η οποία ισχυρίστηκε ότι το έγγραφο δεν ήταν στην κατοχή της και ότι δεν υπήρχε πρόθεση απόκρυψης εκ μέρους της, δήλωσε τα ακόλουθα: «Δεν θα φέρω ένσταση αλλά επιφυλάσσω τα δικαιώματα μου να παρουσιάσω επιπρόσθετη μαρτυρία αναφορικά με αυτό που θα παρουσιαστεί τώρα. Να αιτηθώ.»   

 

Το Δικαστήριο επέτρεψε την κατάθεση του ημερολογίου, το οποίο και σημείωσε ως Τεκμήριο 23. Ο Αστ. 1985, Μ. Παπαγεωργίου (Μ.Υ.2), αντεξετάστηκε επί του εν λόγω τεκμηρίου, χωρίς βεβαίως να αμφισβητηθεί από τον ενάγοντα ούτε η γνησιότητά αλλά ούτε  και το περιεχόμενο του. Του υποβλήθηκε απλώς από την κα Πουλλά, πως η ενημέρωση που είχε η ίδια από τον Λοχία κ. Σταμάτη, και από την κα Χριστιάνα, του Αστυνομικού Σταθμού Στρουμπιού, ήταν ότι: «Τα βιβλία έχουν καταστραφεί και δεν υπάρχουν στον Αστυνομικό Σταθμό».                 Ο μάρτυρας ορθά απήντησε πως «Μπορείτε να τους ρωτήσετε τους ιδίους.  Εγώ πώς να απαντήσω σε απαντήσεις συναδέλφων;»  

 

Στη βάση των πιο πάνω, αδικαιολόγητα εγείρεται θέμα «ότι δεν υπήρξε ισότητα των όπλων κατά την ακροαματική διαδικασία».

 

Και αυτός ο λόγος έφεσης είναι αβάσιμος.

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης έχει ως εξής: «Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κακά και λανθασμένα και χωρίς έρεισμα στον Νόμο, την Νομολογία, την όλη μαρτυρία και το δικόγραφο του Εναγομένου 2 αναφέρει ότι απορρίπτεται η αγωγή εναντίον του Ενάγοντα με έξοδα εναντίον του κατά το ήμισυ.»

 

Πρόκειται περί γενικού και αόριστου λόγου, και ως εκ τούτου δεν θα μας απασχολήσει.

  

Προχωρούμε με τους λόγους έφεσης και αντέφεσης που αφορούν στα ευρήματα αξιοπιστίας. Αρχίζουμε από τη μαρτυρία του Αστ. 3136, Κυριάκου Παύλου (Μ.Ε.3), η μαρτυρία του οποίου ήταν ουσιώδης για τη στοιχειοθέτηση ευθύνης κατά των εναγομένων. Ο ενάγων θεωρεί πως εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του εν λόγω μάρτυρα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δικαιολογημένα ανάλωσε αρκετές σελίδες σε σχέση με τον εν λόγω μάρτυρα, τη μαρτυρία του οποίου εν τέλει απέρριψε.

 

Ο εν λόγω μάρτυρας, στην κυρίως εξέτασή του, ισχυρίστηκε πως σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε και με τους δύο εναγομένους, αυτοί του παραδέχθηκαν πως είχαν προβεί σε «εξόρυξη χαβάρας από το εν λόγω τεμάχιο και ότι προτίθενται να προβούν σε επικοινωνία με τον ιδιοκτήτη μέσω του Δημητράκη Ππαλά από το Στρουμπί ο οποίος είναι συνάδελφός τους». Ισχυρίστηκε ακόμη πως και οι δύο του ανέφεραν ότι το συγκεκριμένο όχημα που βρισκόταν στο τεμάχιο «είναι δικό τους και οι χειριστές και υπεύθυνοί του είναι μόνο αυτοί».  Να σημειώσουμε εδώ ότι οι εναγόμενοι είχαν αρνηθεί κατηγορηματικά την αλήθεια των πιο πάνω ισχυρισμών του.

 

Αντεξεταζόμενος από τον ευπαίδευτο δικηγόρο του εναγόμενου 1, ερωτήθηκε κατά πόσο είχε προβεί σε οιανδήποτε καταχώριση στο Logbook του σε σχέση με τα πιο πάνω, για να απαντήσει ως εξής: «Βεβαίως, καθώς επίσης και στο Ημερολόγιο Παραπόνων-Συμβάντων του Αστυνομικού Σταθμού Στρουμπιού».  Ακολούθησαν οι εξής ερωτήσεις και απαντήσεις:

 

«Ε.   Θα μπορούσες να φέρεις αυτό το Log Book για το συγκεκριμένο μήνα στο Δικαστήριο, έτσι;

Α.    Όχι.

Ε.    Δεν θα μπορούσες.

Α.    Ενόψει του γεγονότος ότι παρήλθε μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτά ελέγχονται και καταστρέφονται.

Ε.    Άρα υπάρχει μόνο αναφορά του παραπόνου έτσι, μέσα στο βιβλίο παραπόνων του Αστυνομικού Σταθμού Στρουμπιού.

Α.    Και η αναφορά και η αναζήτηση μαρτυρίας.

[…]

Ε.    Άρα πρέπει να έρθει όλο το βιβλίο εδώ στο Δικαστήριο και να το ανοίξουμε και να διαβάσουμε τις σχετικές σελίδες.

Α.    Το ημερολόγιο καταστράφηκε κύριε επειδή παρήλθε μεγάλο χρονικό διάστημα.

[…]

Ε.    Άρα έτσι για να ξεκαθαρίσουμε, σχετικά με αυτή την καταγγελία που έκαμε ο κ. Σάββας Πουλλάς στον Αστυνομικό Σταθμό Στρουμπιού, δεν υπάρχει τίποτε.

Α.    Αναφορά, δηλαδή παράπονο καταγραφή του έχει γίνει, αλλά μετά πάροδο τεσσάρων ετών τα ημερολόγια καταστρέφονται.»       

 

 

 

Αντεξεταζόμενος από την ευπαίδευτη δικηγόρο του εναγόμενου 2, του υποβλήθηκαν οι ακόλουθες ερωτήσεις και έδωσε τις ακόλουθες απαντήσεις:

 

«Ε.   Δηλαδή πήγατε επιτόπου στο ακίνητο και όταν επιστρέψετε πίσω στο σταθμό καταγράψετε στο ημερολόγιο;

Α.    Ναι.

Ε.    Μπορείτε να μου πείτε ακριβώς τι καταγράψατε;

Α.    Ότι τη συγκεκριμένη ημερομηνία και περί ώρα τάδε λήφθηκε τηλεφώνημα στο σταθμό από τον τάδε ο οποίος ανάφερε στο σταθμό ότι εντός του τεμαχίου του που βρίσκεται στην τοποθεσία τάδε υπάρχει σταθμευμένο βαρίου τύπου όχημα και το οποίο προβαίνει σε χωματουργικές εργασίες και επιθυμία του όπως η Αστυνομία επισκεφθεί το μέρος ως προς εντοπισμό των εργοδηγών.

Ε.    Μόνο αυτά γράψατε;

Α.    Όχι. Μετά το παράπονο ο αστυφύλακας 3136 μετέβηκε στο μέρος και διαπίστωσε ότι εντός του τεμαχίου υπάρχει ένα βαρίου τύπου όχημα το οποίο μετά από εξετάσεις που έκανε διαπίστωσε ότι χειρίζεται από τους Χριστάκη Καλαθά και Χριστάκη Κλεόπα. Σχετικά ενημερώθηκε και ο παραπονούμενος ο οποίος τοποθετήθηκε ότι προτίθεται να προβεί σε πολιτική αγωγή εναντίον τους και ότι θα προσέλθει σε μελλοντικό στάδιο για να ενημερωθεί και να παραλάβει στοιχεία τα οποία θα παραδώσει σε δικηγόρο. Ενόψει του γεγονότος ότι βρίσκεται εκτός επαρχίας. Καταχώρηση για ενημέρωση.»  

 

Ο Αστυφύλακας όμως Μ. Παπαγεωργίου, που κλήθηκε ως μάρτυρας από τον εναγόμενο 2, η μαρτυρία του οποίου, ως ελέχθη, δεν αμφισβητήθηκε από τον ενάγοντα, και έγινε δεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρουσίασε το εν λόγω ημερολόγιο (Τεκμ. 23), το οποίο δεν είχε καταστραφεί. Το περιεχόμενο του εν λόγω τεκμηρίου, διέψευδε πλήρως την προφορική μαρτυρία που έδωσε ενώπιον του Δικαστηρίου ο αστυφύλακας Παύλου (Μ.Ε.3), ο οποίος στο εν λόγω έγγραφο είχε καταγράψει τα ακόλουθα για το θέμα:

 

Πρώτη Καταγραφή:

«Την 5.8.2007 και περί ώρα 12:00 καταγγέλθηκε στον Σταθμό από τον Σάββα Πουλλά ότι την ίδια ημέρα 5.8.2007 και μεταξύ των ωρών 07:00-1200 άγνωστος (οι) έκλεψαν από το χωράφι του που βρίσκεται στην τοποθεσία «Λεμονάρι» έδαφος Στρουμπιού μεγάλη ποσότητα χώματος/χαβάρας προκαλώντας ζημιά στο δάπεδο του χωραφιού του. Η υπόθεση διερευνάται.»

 

 

Δεύτερη καταγραφή:

 

«Αναφορικώς πιο πάνω Π/Η που αφορά ισχυρισμό επέμβασης σε περιουσία που έγινε την 5.8.2007 και μεταξύ των ωρών 07:00-12:00  σε χωράφι ιδιοκτησίας του Σάββα Πουλλά κάτοικου Στρουμπιού που βρίσκεται στην τοποθεσία «Λεμονάρι» τοποθεσία Κ. Στρουμπιού μετά από εξετάσεις που έγιναν διαπιστώθηκε ότι αυτός προέβηκε σε συμφωνία με το χωριανό του Δημήτρη Παλλά, κάτοικο Γιόλους ο οποίος ασχολείται με χωματουργικές εργασίες όπως αφαιρέσει χαβάρα για να αποκτήσει το χωράφι ευθύγραμμο δάπεδο. Λόγω του ότι ο παραπονούμενος δεν αποζημιώθηκε καταλλήλως από τον δεύτερο εξέφρασε παράπονο αλλά πρόκειται για μη αστυνομικής φύσης υπόθεση και αυτός συμβουλεύει όπως προβεί σε πολιτική αγωγή. Να σημειωθεί ότι η συμφωνία έγινε στην παρουσία του Κώστα Θεοδούλου, κάτοικου Στρουμπιού. Εν όψει πιο πάνω καμιά άλλη ενέργεια θέμα θεωρείται λήξας

[Η υπογράμμιση γίνεται από το παρόν Εφετείο]

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο πολύ ορθά επεσήμανε τα πιο πάνω, και άκρως δικαιολογημένα απέρριψε τη μαρτυρία του Αστ. 3136, Κυριάκου Παύλου (Μ.Ε.3), σε σχέση με την κατ΄ ισχυρισμόν εμπλοκή και παραδοχή των εναγομένων που κατά τον ίδιο είχαν προβεί.

 

Για τον μάρτυρα υπεράσπισης Χαράλαμπο Κλεόπα, που είχαν καλέσει και οι δύο εναγόμενοι, τη μαρτυρία του οποίου απεδέχθη το πρωτόδικο Δικαστήριο, σημείωσε τα ακόλουθα:

 

«Το γεγονός ότι ο Μ.Υ.1 Χαράλαμπος Κλεόπα επισκέφθηκε τον Μ.Ε.4 αμέσως μετά τα γεγονότα της επέμβασης και προέβη σε συμφωνία μαζί του, την οποία όμως δεν παραγνωρίζω πως δεν τήρησε, καταδεικνύει τουλάχιστον, ότι οι εναγόμενοι δεν σκαρφίστηκαν διάφορα και δεν ενέπλεξαν το πιο πάνω πρόσωπο για να αποφύγουν τις υποχρεώσεις τους όταν κινήθηκε η αγωγή εναντίον τους. Το γεγονός δηλαδή ότι ο Μ.Υ.1  Χαράλαμπος Κλεόπα, ευθύς παραδέχτηκε προς τον πατέρα του ενάγοντα προτού ακόμη σταλεί οποιαδήποτε επιστολή από τον δικηγόρο του προς τους εναγόμενους 1 και 2, ότι ο ίδιος ήταν που επενέβη στο επίδικο τεμάχιο καταδεικνύει την γνησιότητα κάποιον από τους ισχυρισμούς των εναγομένων.»

 

 

Αξιόπιστους όμως έκρινε και τους εναγομένους, οι οποίοι αρνήθηκαν ότι είχαν επέμβει στο χωράφι του ενάγοντα με την αφαίρεση χώματος ή άλλως πως. Αυτό που φαίνεται να μην αποδέχθηκε από τη μαρτυρία του εναγόμενου 1, ήταν τη θέση του ότι «δεν γνώριζε οτιδήποτε για το ακίνητο του ενάγοντα και την προέλευση του χώματος». Στα υπόλοιπα ευρήματα αξιοπιστίας στα οποία προέβη δεν χρειάζεται να αναφερθούμε.

 

Έχοντας μελετήσει την προσαχθείσα μαρτυρία στο σύνολό της, υπό το φως και των όσων προβάλλονται στους σχετικούς λόγους εφέσεων και αντέφεσης, σε συνάρτηση πάντα με τα επιχειρήματα των ευπαίδευτων δικηγόρων, καταλήγουμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέθεσε καλούς και πειστικούς λόγους για τους οποίους απεδέχθη ή απέρριψε τη μαρτυρία των μαρτύρων που κατέθεσαν ενώπιόν του. Ούτε ο ενάγων, αλλά ούτε και ο εναγόμενος 1 κατάφεραν να καταδείξουν πως η αξιολόγηση στην οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν εσφαλμένη για να δικαιολογείται η παρέμβαση του Εφετείου (Σωκράτους ν. Suphire (Venture Capital) Ltd κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 134/2015, ημερ. 8.11.2023). Όλοι οι λόγοι με τους οποίους προσβάλλονται τα ευρήματα αξιοπιστίας, είναι αβάσιμοι.

 

Εν κατακλείδι, όσον αφορά στην αγωγή εναντίον του εναγόμενου 2, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο τη μαρτυρία του, και απορρίπτοντας τη μαρτυρία του Αστ. 3136, Κυριάκου Παύλου (Μ.Ε.3),  δικαιολογημένα βρήκε πως αυτός δεν είχε «κάποια προσωπική σχέση με το έργο, αλλά και την περιουσία του ενάγοντα», και ότι «η μόνη ανάμιξή του ήταν να παραχωρήσει προς τον Μ.Υ.1 και στην εταιρεία του Μ.Υ.1 οχήματος βαρετού τύπου που ανήκε στη δική του εταιρεία για τους σκοπούς των εργασιών της εταιρείας του Μ.Υ.1». Κατ΄ επέκταση, ορθά απέρριψε την αγωγή εναντίον του εναγόμενου 2.

 

Προχωρούμε να εξετάσουμε το μέρος της πρωτόδικης απόφασης που αφορά στην έκδοση απόφασης εναντίον του εναγόμενου 1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο για να καταλήξει πως είχε ευθύνη ο εναγόμενος 1, κατέγραψε τα ακόλουθα:

 

«Στην προκειμένη περίπτωση, θα ήταν ορθό θα έλεγα η αγωγή να είχε κινηθεί και εναντίον της εταιρείας Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ, της εταιρείας Δ.Χ. Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ και του Χαράλαμπου Κλεόπα (Μ.Υ.1).

 

Όπως έχει νομολογηθεί ο διευθυντής μιας εταιρείας είναι μεν αξιωματούχος της αλλά ταυτόχρονα και αντιπρόσωπος της. Στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι ο εναγόμενος 1 με βάση την δική του προσωπική εμπλοκή, ως αντιπρόσωπος όμως της εταιρείας Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ είχε ανάμιξη στην εργασία που ανάλαβε η πιο πάνω εταιρεία. Όπως διαφάνηκε μέσα από την μαρτυρία ο εναγόμενος 1 εκπροσωπούσε και ενεργούσε σε όλα τα στάδια της εκτέλεσης του έργου την εταιρεία Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ. Η ίδια η εταιρεία είχε αναλάβει μεταξύ των άλλων εργασιών που της ανατέθηκε δυνάμει της συμφωνίας ημερομηνίας 19.3.2007 την εκτέλεση από την ίδια των χωματουργικών εργασιών στο έργο, εργασία την οποία όμως μέσω του αντιπροσώπου της ανάθεσε σε τρίτο πρόσωπο στην εταιρεία Δ.Χ. Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ. Υπό τις περιστάσεις, η εταιρεία Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ απεναντι στον εργοδότη ήτοι το Κοινοτικό Συμβούλιο Στρουμπιού ήταν υπόλογη για όλες τις εργασίες ακόμα και για αυτές που εκτελούντο από την εταιρεία Δ.Χ Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ καθότι σε περίπτωση ελαττωματικής εργασίας ή ελλιπούς εργασίας έστω και αυτή εκτελειτο από την εταιρεία Δ.Χ. Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ ευθύνη με βάση την συμφωνία και την προσφορά (Τεκμήρια 11 και 20 αντίστοιχα) είχε η εταιρεία που είχε αναλάβει την εκτέλεση του έργου. Συνεπώς από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η εταιρεία Δ.Χ Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ ήταν εργοδοτούμενη της εταιρείας Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ. Η εταιρεία Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ δεν μπορεί παρά να είχε υποχρέωση να χρησιμοποιήσει στο έργο νόμιμα εξορυγμένα και κατάλληλα υλικά και συνεπώς όφειλε να ελέγξει την προέλευση τους τούτο προβλέπεται και στη συμφωνία/προσφορά σελ 28 και επόμενες (τεκμήριο 20).

 

Σύμφωνα με την ενώπιον μου μαρτυρία, ο εναγόμενος 1, είχε επαφή με το εργοτάξιο και τον χώρο που εκτελείτο το έργο και οι εργασίες ενώ το τεμάχιο του ενάγοντα από το οποίο αφαιρέθηκε η χαβάρα και μεταφερόταν στο έργο βρισκόταν πλησίον και σε κοντινή απόσταση από το εργοτάξιο. Επίσης, ο εναγόμενος 1, είχε καθημερινή επαφή με τον Μ.Υ.1, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μ.Ε.5, αφού καθημερινά επισκέπτονταν το καφενείο του κατά τον χρόνο εκτέλεσης των εργασιών. Από τα πιο πάνω, αλλά και από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μου και την άμεση αντίδραση του εναγόμενου 1, προκύπτει ότι είχε γνώση από πού το χώμα έβγαινε και μεταφερόταν στο εργοτάξιο.

 

Παρά το ότι στην έκθεση απαίτησης του ενάγοντα δεν υπάρχει ισχυρισμός για ευθύνη της Χρ. Καλαθάς και Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ, υπάρχει ισχυρισμός ότι οι εναγόμενοι οι και/ή οι αντιπρόσωποι και/ή οι υπάλληλοι και/ή οι εργοδοτούμενοι τους, κατά την εκτέλεση χωματουργικών εργασιών στην περιοχή Στρουμπί, παράνομα επενέβηκαν στην επίδικη περιουσία.

 

Συνεπώς, η προσωπική ευθύνη του εναγόμενου 1, δεν μπορεί να απεμποληθεί από το γεγονός ότι ενώ γνώριζε, αυτός ενεργούσε ως διευθυντής μιας εταιρείας η οποία είχε αναλάβει να εκτελέσει το έργο.

 

Συνεπώς, από όλα τα πιο πάνω δεν μπορεί παρά να προκύπτει ευθύνη του εναγόμενου 1 σε σχέση με τις πράξεις της εταιρείας Δ.Χ. Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ η οποία ήταν εργοδοτούμενη της εταιρείας του Χρ. Καλαθάς και της Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ και για την οποία ενεργούσε ως αντιπρόσωπος.» 

 

 

Κατ΄ αρχάς, η γνώση του εναγόμενου 1 «από πού το χώμα έβγαινε», δεν τον καθιστά υπεύθυνο για την αφαίρεση του χώματος. Ούτε ήταν επίδικο θέμα κατά πόσο η Χρ. Καλαθάς & Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ, είχε παραβεί τη συμβατική υποχρέωσή της «να χρησιμοποιήσει στο έργο νόμιμα εξορυγμένα και κατάλληλα υλικά και συνεπώς όφειλε να ελέγξει την προέλευσή τους», ως το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε. Εν πάση περιπτώσει, o ενάγων στην Έκθεση Απαίτησής του ουδεμία αναφορά είχε κάνει σε ύπαρξη εταιρειών, και κατ΄ επέκταση ουδέποτε ήταν η δικογραφημένη του θέση πως συγκεκριμένες εταιρείες είχαν προβεί σε παράνομη αφαίρεση χώματος. Oύτε βεβαίως στην Έκθεση Απαίτησής του γινόταν αναφορά ότι για την παράνομη αφαίρεση του χώματος είχε ευθύνη η εταιρεία του εναγόμενου 1, Χρ. Καλαθάς & Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ, και κατ΄ επέκταση, αυτός (φυσικό πρόσωπο) είχε ευθύνη «σε σχέση με τις πράξεις της εταιρείας Δ. Χ. Κλεόπα Εκσκαφές Λτδ, η οποία ήταν εργοδοτούμενη της εταιρείας του (Χρ. Καλαθάς & Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ) και για την οποία ενεργούσε ως αντιπρόσωπος». Αυτά δεν ήταν επίδικα θέματα στην αγωγή. Επίδικα θέματα ήταν κατά πόσο οι  εναγόμενοι ως φυσικά πρόσωπα είχαν επέμβει στο τεμάχιο του ενάγοντα. Αυτήν τη θέση προέβαλε ο ενάγων και κατά την ακροαματική διαδικασία μέσω του Αστ. 3136, Κυριάκου Παύλου (Μ.Ε.3), ο οποίος όμως κρίθηκε αναξιόπιστος από το πρωτόδικο Δικαστήριο.    

 

Η απουσία των πιο πάνω ουσιωδών γεγονότων από την Έκθεση Απαίτησης, στέρησε από τον εναγόμενο 1 τη δυνατότητα να τοποθετηθεί, με το δικόγραφό του, σε σχέση με τις εν λόγω εταιρείες και τον ρόλο αυτών. Ορθά ο εναγόμενος 1, με συγκεκριμένο λόγο έφεσης σημειώνει, ανάμεσα σε άλλα, «πως δεν υπήρχε υπόβαθρο νομικό στο δικόγραφο του ενάγοντα ότι ο εναγόμενος 1 ήτο εκ προστήσεως υπόλογος για τις ενέργειες της εταιρείας Χρ. Καλαθάς & Υιός Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ ή οποιασδήποτε εταιρείας».  Για τη σημασία των δικογράφων θα αρκεστούμε να παραπέμψουμε στην Βραχίμη ν. Κουλουμπρή (1992)1 Α.Α.Δ. 836 και στην ΧΧΧ Πηλίνα ν. Pascal Education Ltd, Πολ. Έφ. 222/2015, ημερ. 22.11.2023.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, διαφωνούμε, με τον προσήκοντα σεβασμό, με την πιο πάνω προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η οποία δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί από το περιεχόμενο των δικογράφων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε απορρίψει την αγωγή και εναντίον του εναγόμενου 1. H έφεση του τελευταίου γίνεται δεκτή, χωρίς να χρειάζεται να εξεταστούν οι υπόλοιποι λόγοι έφεσής του.

 

Εν κατακλείδι, η πρωτόδικη απόφαση σε σχέση με την απόρριψη της αγωγής εναντίον του εναγόμενου 2 επικυρώνεται ως ορθή. Η έφεση  124/2015, κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εναγόμενου 2 και εναντίον του ενάγοντα, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η έφεση 125/2015 επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση που εξεδόθη εναντίον του εναγόμενου 1 παραμερίζεται και η αγωγή εναντίον του  απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του και εναντίον του ενάγοντα, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου και εγκριθούν από το οικείο Δικαστήριο.

Τα έξοδα της έφεσης επίσης επιδικάζονται υπέρ του εναγόμενου 1 και εναντίον του ενάγοντα, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η αντέφεση απορρίπτεται, χωρίς περαιτέρω διαταγή για έξοδα.

 

 

                                                         Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

 

Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο