ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση Aρ. 63/2024)

(i-justice)

 

17 Mαΐου, 2024

 

[Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 9 ΚΑΙ 11 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΑΡ. 33/64

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗN ΛΕΜΕΣΟ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ HABEAS CORPUS

 

KAI

ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 33, 35, 53(4), 144, 146, 152 ΚΑΙ 158 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΑΡΘΡΟ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 3, 5 ΤΟΥ Ν. 14/60

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ ΚΑΙ ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΘΡΩΝ 3, 9, 11 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΑΡ. 33/64, ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 144 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 33, 35, 53(4), 144, 146, 152 ΚΑΙ 158 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΑΡΘΡΟ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 3, 5 ΤΟΥ Ν. 14/60.

_________________

 

Mούζουρου Λουΐζα (κα) με Ιωάννα Νεοφύτου (κα) για Μούζουρου & Νεοφύτου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.

Πέτρος Βαρνάβα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ΄ ου η Αίτηση.

_________________

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Δοθείσα αυθημερόν)

 

    Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:  O αιτητής, στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεσης 10798/2014, καταδικάστηκε στις 31.8.2015, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού, για ποινικά αδικήματα τα οποία αφορούσαν, μεταξύ άλλων, σε απόπειρα φόνου εναντίον μελών της Αστυνομίας Κύπρου. Την ίδια ημέρα του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 20 ετών, η οποία θα άρχιζε, με διαταγή του Κακουργιοδικείου, από τις 29.4.2014.

 

Δεν αμφισβητείται πως την 1.3.2018, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, με προεδρική απόφαση, παραχώρησε χάρη στον αιτητή, με αποτέλεσμα το ύψος της επιβληθείσας από το Κακουργιοδικείο ποινής να μειωθεί κατά ¼, δηλαδή σε 15 έτη, τα οποία, ειρήσθω εν παρόδω, δεν έχουν παρέλθει από τις 29.4.2014. Περαιτέρω, σύμφωνα με επιστολή ημερ. 4.4.2024, που υπογράφεται από τον Επόπτη Γραφείου Παραλαβών και Απολύσεων, του Τμήματος Φυλακών, και η οποία απεστάλη στους δικηγόρους του αιτητή, εις απάντηση της επιστολής του ημερ. 26.3.2024, «Με τα σημερινά δεδομένα πιθανή ημερομηνία αποφυλάκισης του είναι στις 27/04/2025».      

 

Ο αιτητής, ως έχει κάθε δικαίωμα, διαφωνεί. Η θέση του είναι πως έπρεπε να είχε αποφυλακιστεί από τις 12.3.2024, και τούτο γιατί πέρα από την προεδρική χάρη που έλαβε, η ποινή του θα έπρεπε να μειωθεί περαιτέρω, αφού, ως ο ίδιος αναφέρει στην Ένορκη Δήλωσή του που υποστηρίζει την αίτηση, αυτός έχει επιδείξει καλή διαγωγή και εργατικότητα στις Φυλακές όπου κρατείται. Πιο συγκεκριμένα, η θέση του είναι πως:  

 

«… σύμφωνα με το άρθρο 12 (1) και (2) του Περί Φυλακών Νόμου, Ν. 62(1)/96, εξασφαλίζω μείωση της ποινής μου αν επιδείξω καλή διαγωγή και εργατικότητα, την οποία και επέδειξα. Αυτή η μείωση υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Πίνακα που εκτίθεται στο Παράρτημα Α το ιδίου Νόμου.

[…]

Το σύνολο της μείωσης της ποινής είναι 1872 ημέρες. Δεδομένου ότι το 2016 και το 2020 ήταν δίσεκτα έτη οι ημέρες μείωσης της ποινής είναι 1874 ημέρες. Υπολογιζόμενης της ποινής σε ημέρες αυτή αποτιμάται σε 5475 ημέρες μείον 1874 ημέρες ως έχει υπολογιστεί ανωτέρω, απομένουν 3601 ημέρες, οι οποίες ισούνται σε 9 χρόνια, 10 μήνες και 12 ημέρες. Με δεδομένο ότι η ημερομηνία έναρξης της ποινής είναι η 28/04/2014, η ημερομηνία απόλυσης μου ήταν η 12/03/2024.»  

 

Κατ΄ επέκταση, θεωρεί πως κρατείται παράνομα στις Κεντρικές Φυλακές από την πιο πάνω ημερομηνία, εξού και με την υπό εκδίκαση αίτηση, την οποία καταχώρισε στις 24.4.2024, ζητά από το Ανώτατο Δικαστήριο να παρέμβει με την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum, δυνάμει κυρίως των διατάξεων του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος.  

Πρόκειται για διαδικασία με την οποία επιδιώκεται η άμεση απελευθέρωση ενός αιτητή από παράνομη  ή αδικαιολόγητη κράτηση, σε φυλακή ή σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη (Δημητράκης Χ”Σάββας (1993) 1 ΑΑΔ, 102 και XXX Al Lakoud v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση αρ. 77/20, απόφαση ημερ. 8.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:A231).  Το Ανώτατο Δικαστήριο όταν εξετάζει μια τέτοια αίτηση, περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης (Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 Α.Α.Δ. 858).

 

O καθ΄ ου η αίτηση, με οδηγίες του Δικαστηρίου, καταχώρισε ένσταση. Με αυτήν υποστηρίζει πως ο αιτητής κωλύεται και/ή δεν νομιμοποιείται να προωθεί την παρούσα αίτηση, αφού αυτός συνεχίζει να τελεί υπό νόμιμη κράτηση δυνάμει ποινής φυλάκισης που του έχει επιβληθεί, χωρίς το χρονικό διάστημα της επιβληθείσας ποινής να έχει παρέλθει. Κατ΄ επέκταση, η θέση του είναι ότι η κράτηση του αιτητή είναι νόμιμη και δικαιολογημένη. Η ένσταση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του κ. Γ. Παπαφυλακτού, ο οποίος δηλώνει «επόπτης γραφείου παραλαβών και απολύσεων και μέρος των καθηκόντων του είναι η εποπτεία του γραφείου παραλαβών και απολύσεων όπου τηρούνται οι προσωπικοί φάκελοι όλων των κρατουμένων».  

 

Σύμφωνα με το περιεχόμενο της Ένορκης Δήλωσης του                      κ. Γ. Παπαφυλακτού, ο αιτητής έχει κριθεί ένοχος μετά από δική του παραδοχή για αρκετά πειθαρχικά παραπτώματα που διέπραξε εντός των Φυλακών. Προς τούτο επεσύναψε ως Τεκμήριο 1 την απόφαση της ποινής που του επέβαλε η Διευθύντρια Τμήματος Φυλακών ημερ. 20.5.2022. Στην εν λόγω απόφαση, αφού παρατίθενται τα διαπραχθέντα πειθαρχικά παραπτώματα, καταγράφονται και τα ακόλουθα από τη Διευθύντρια:

 

«Έχω μελετήσει τα γεγονότα της υπόθεσης, έχω λάβει υπόψη μου την παραδοχή και απολογία του, τον περιορισμό του στο κελί για την πιο πάνω περίοδο, και μη παραγνωρίζοντας τη μη ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης για πειθαρχικά παραπτώματα, καταλήγω ότι η ποινή που αρμόζει είναι εκείνη της απώλειας χάριτος 50 ημερών.

 

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω, στον κατηγορούμενο επιβάλλεται η ποινή της απώλειας χάριτος 50 ημερών. Σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος δεν διαπράξει άλλο πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι την ημερομηνία αποφυλάκισης του, η ποινή στέρησης χάριτος των 50 ημερών δύναται να ακυρωθεί σύμφωνα με τον Κανονισμό 161(4) των Περί Φυλακών (Γενικών) Κανονισμών 1997 έως 2018. Κατά την επιβολή της ποινής λήφθηκαν υπόψη και οι πειθαρχικές υποθέσεις αρ. 24/22, 25/22, 26/22, 27/22, 28/22, 29/22, 30/22 και 31/22.»

 

 

Είναι ακόμη η θέση του κ. Γ. Παπαφυλακτού πως «για άγνωστο λόγο» η Κατηγορούσα Αρχή, στο πλαίσιο της Ποινικής Υπόθεσης του Κακουργιοδικείου Λεμεσού 10798/2014, δεν έκανε αναφορά στην προηγούμενη καταδίκη του αιτητή στην Ποινική Υπόθεση 1678/2010, η οποία αφορούσε στο αδίκημα της απόδρασης κρατουμένου από νόμιμη κράτηση. Η συγκεκριμένη παράλειψη, συνεχίζει, «δεν διαφοροποιεί την ύπαρξη της προηγούμενης καταδίκης στην Υπόθεση 1678/2010. Τουναντίον, προκύπτει πως ο αιτητής στα πλαίσια επιβολής της ποινής στην ποινική υπόθεση 10798/2014, επωφελήθηκε με περισσότερη επιείκεια από όση θα εδικαιούτο αφού η καταδίκη του στην υπόθεση 1678/2010 δεν λήφθηκε υπόψη». 

 

Εν κατακλείδι, είναι η θέση του κ. Γ. Παπαφυλακτού πως ο υπολογισμός της αποφυλάκισης του αιτητή, γίνεται «με βάση την δεύτερη στήλη του πίνακα στο παράρτημα Α του άρθρου 12(2) του Περί Φυλακών Νόμου».  Κατ΄ επέκταση, «από τα δεκαπέντε έτη που θα πρέπει να εκτίσει ο αιτητής, θα πρέπει να αφαιρεθούν συνολικά 1512 ημέρες. Από αυτές τις 1512 θα πρέπει να αφαιρεθούν οι 50 ημέρες απώλειας χάριτος που του έχουν επιβληθεί. Άρα ο αιτητής δικαιούται με τα σημερινά δεδομένα μείωση ποινής 1462 ημέρες. Πιθανή ημερομηνία αποφυλάκισης του είναι στις 27.4.2025.»

 

Έχω θέσει ενώπιον μου το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που υποστηρίζει την αίτηση και την ένσταση, μέρος του οποίου έχω ήδη παραθέσει πιο πάνω. Το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των γραπτών αγορεύσεων των ευπαίδευτων συνηγόρων, οι οποίοι αγόρευσαν ενώπιον μου και με τον προφορικό λόγο.

 

Λίγα λόγια για την Ποινική Υπόθεση 1678/2010, για την οποία έγινε πολύς λόγος στο στάδιο των προφορικών αγορεύσεων. Στην πιο πάνω υπόθεση, ο αιτητής καταδικάστηκε από Κακουργιοδικείο, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, για το αδίκημα του άρθρου 128(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Στην έφεση που ο αιτητής καταχώρισε στη συνέχεια (Oνουφρίου ν. Αστυνομίας (Αρ. 1) (2012) 2 Α.Α.Δ. 728), το Εφετείο σημείωσε τα ακόλουθα:

 

«Ο Εφεσείων προσέβαλε τόσο την καταδίκη, όσο και την ποινή που του επιβλήθηκε. Κατά τη διάρκεια της έφεσης, ο Εφεσείων απέσυρε την έφεση κατά της καταδίκης, με την αντίληψη βεβαίως ότι η καταδίκη θα πρέπει να καταχωρηθεί με την ανάλογη τροποποίηση στο Άρθρο 128(β) και όχι στο Άρθρο 128(α) του Κεφ. 154.  Σε αυτό κατατείνουν όλα τα δεδομένα που έχουμε ενώπιον μας.

 

Το Άρθρο 128 του Ποινικού Κώδικα, προβλέπει ότι:-

 

«128. Αυτός που βρίσκεται υπό νόμιμη κράτηση για κάποιο ποινικό αδίκημα, αν αποδράσει καθίσταται ένοχος-

(α) κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση επτά χρόνων, προκειμένου για κατηγορούμενο ή καταδικασθέντα για κακούργημα· και

(β) πλημμελήματος, σε κάθε άλλη περίπτωση.»

 

Όπως έχουμε ήδη υποδείξει, η κατηγορία και η ακόλουθη καταδίκη κακώς βασίστηκαν στο Άρθρο 128(α), εφ' όσον ο Εφεσείων δεν ήταν κατηγορούμενος ή καταδικασθείς, διότι κατηγορήθη κατά πρώτον στις 3.5.2010. Στις 20.4.2010 λοιπόν, ημερομηνία στην οποία αναφέρεται η κατηγορία, δεν ήταν κατηγορούμενος ούτε καταδικασθείς, παρά μόνο ύποπτος ώστε να καλύπτεται από την αναφορά σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση του Άρθρου 128(β).  Δεν επηρεάζεται βεβαίως το θέμα της καταδίκης ως προς την οποία, εν πάση περιπτώσει, έχει αποσυρθεί η έφεση, επηρεάζεται όμως θεμελιακά το θέμα της ποινής εφ' όσον το αδίκημα που είχε να αντιμετωπίσει ο Εφεσείων ήταν της φύσης του πλημμελήματος. Η ποινή που είχε υπ' όψη του το Δικαστήριο επιβάλλοντας την ποινή των 4 ετών ήταν σε συνάρτηση με τα 7 έτη που προνοούνται ως ανωτέρω στο Άρθρο 128(α). Η ποινή όμως που θα μπορούσε να επιβάλει το Δικαστήριο, δυνάμει του Άρθρου 128(β), ως ανώτατη ποινή πλημμελήματος, δεν θα υπερέβαινε τα δύο χρόνια.

 

Ο Εφεσείων έχει ήδη εκτίσει ποινή πέραν της επιβληθησόμενης για πλημμέλημα και έτσι διατάσσουμε όπως αφεθεί πάραυτα ελεύθερος.»

 

 

Ως ελέχθη, ο αιτητής έχει καταδικαστεί από Δικαστήριο και εκτίει ποινή φυλάκισης που του έχει επιβληθεί. Η επιβληθείσα εικοσαετής ποινή φυλάκισης, ναι μεν μειώθηκε σε δεκαπέντε έτη, με προεδρική χάρη, πλην όμως, ως ελέχθη, δεν έχουν παρέλθει τα δεκαπέντε έτη από τις 29.4.2014.

 

Στη Φανιέρος ν. Διευθυντή Φυλακών (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 937, σημειώθηκαν τα ακόλουθα για το Ένταλμα Habeas Corpus, όταν η αίτηση υποβάλλεται από πρόσωπο που κρατείται δυνάμει ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε:

 

«Το ένταλμα Habeas Corpus δεν εκδίδεται για πρόσωπα τα οποία έχουν καταδικαστεί και εκτίουν την ποινή τους (Ex parte Lees [1858] E. B & E. 828. Βλέπε ακόμα Halsbury's Laws of England, 3η έκδοση, τόμος 11, παραγρ. 62). Πιθανόν η μόνη περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει ένα τέτοιο ένταλμα να είναι, αν ικανοποιηθεί ότι ο φυλακισμένος κρατείται πέραν του χρόνου της ποινής που του έχει επιβληθεί ή κρατείται ενώ το χρονικό διάστημα της επιβληθείσας ποινής έχει παρέλθει (Κατά το Λόρδο Goddard, C.J. στην υπόθεση Re Featherstone [1953] 37 Cr. App. Rep. 146, D.C.).»

 

 

 

Παρόμοια θέματα εξετάστηκαν και αποφασίστηκαν στην Πολ. Έφ. Αρ. 80/2006, Ονουφρίου ν. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (2006) 1(Α) Α.Α.Δ. 621, στην οποία ούτε η μια πλευρά ούτε η άλλη  με παρέπεμψε. Είχε προηγηθεί η πρωτόδικη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, με την οποία η Αίτηση για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus απερρίφθη ως πρόωρη (Ονουφρίου (2006) 1 (Α) Α.Α.Δ. 148). Στην πιο πάνω έφεση, η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου, σημείωσε τα ακόλουθα:

 

«Ο εφεσείων καταχώρισε αίτηση για την έκδοση διατάγματος Habeas Corpus, με την εισήγηση πως έχει εκτίσει την ποινή του και κατά συνέπεια η κράτηση του στις φυλακές είναι παράνομη. Προβάλλει τη δική του ερμηνεία ως προς την έκπτωση του χρόνου της ποινής φυλάκισης, όπως προβλέπεται στον Πίνακα του Παραρτήματος «Α» του Νόμου 62(Ι)/96, ερμηνεία με την οποία διαφώνησε ο συνάδελφος μας, που δίκασε πρωτόδικα την αίτηση. Η κατάληξη του ήταν πως η θέση του διευθυντή των φυλακών ως προς την ημερομηνία απόλυσης του εφεσείοντα είναι ορθή και ότι η επίδικη αίτηση ήταν πρόωρη, γιατί, και αν ακόμη γινόταν δεκτή η θέση του εφεσείοντα εναπόκειτο στο διευθυντή των φυλακών να αποφασίσει, κατά τον χρόνο που ο νόμος ορίζει, κατά πόσο ο εφεσείων επέδειξε καλή διαγωγή και εργατικότητα ώστε να εφαρμόζονται σωρευτικά, κλιμακωτά δηλαδή, η μείωση της ποινής που αναφέρεται στον Πίνακα του Παραρτήματος «Α»  του Νόμου.

Εμείς δεν θα ασχοληθούμε με την ουσία του ζητήματος, την οποία συζήτησε ο συνάδελφος μας πρωτοδίκως, γιατί κρίνουμε πως δεν έχουμε δικαιοδοσία επ' αυτού. Το διάταγμα Habeas Corpus εκδίδεται στις περιπτώσεις όπου έκδηλα κρατείται κάποιος παράνομα. Εδώ δεν υπάρχει τέτοια παράνομη κράτηση.                  Ο εφεσείων ισχυρίζεται, αποδίδοντας τη δική του ερμηνεία στο νόμο και με το δικό του υπολογισμό, πως έχει εκτίσει την ποινή του. Διαφορετική είναι η θέση του διευθυντή των φυλακών, της αρμόδιας δηλαδή διοικητικής αρχής. Δεν τίθεται θέμα παράνομης κράτησης. Ενδεχομένως να προκύψει αυτή η διαφωνία κατά τον πρέποντα νομικά χρόνο, η οποία και θα επιλυθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο που θα διερευνήσει την υπόθεση

 

[Η υπογράμμιση γίνεται από το παρόν Δικαστήριο]

 

Τα πιο πάνω ισχύουν και εδώ. Συνεπώς δεν χρειάζεται να πω οτιδήποτε για τα όποια δικαιώματα του αιτητή να προσβάλει, μέσω της νόμιμης οδού, τις όποιες αποφάσεις του Διευθυντή των Φυλακών, με τις οποίες έχει κάθε δικαίωμα να διαφωνεί.  Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για τον τρόπο που ο αιτητής ερμηνεύει την απόφαση του Εφετείου στην Ονουφρίου ν. Αστυνομίας (Αρ. 1) (2012) 2 Α.Α.Δ. 728.

 

Θα προσθέσω μόνο πως ο αιτητής δεν φαίνεται να έχει ακόμη εξασφαλίσει την αιτιολογημένη απόφαση του Διευθυντή Φυλακών που εκδίδεται κατ΄ επίκληση του άρθρου 12(1) και (2)[1] του περί Φυλακών Νόμου του 1996, Ν.62(1)/1996. Η εξουσία αυτή του Διευθυντή έχει διακριτικό χαρακτήρα και αποτελεί προϋπόθεση για οιανδήποτε μείωση ποινής φυλάκισης (Ευαγγέλου (Αρ. 3) (2000) 1(Β) Α.Α.Δ. 913).

 

Υπό το φως των πιο πάνω, η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί και απορρίπτεται.

 

 Ουδεμία διαταγή για έξοδα.

 

 

 

                                                                   Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 

 



[1] Μείωση της ποινής λόγω καλής διαγωγής και εργατικότητας

12.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κρατούμενος ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης εξασφαλίζει μείωση της ποινής του, αν επιδείξει καλή διαγωγή και εργατικότητα, εκτός αν του έχει επιβληθεί η ποινή της διά βίου φυλάκισης.

(2) Η ποινή του κρατουμένου μειώνεται με αιτιολογημένη απόφαση του Διευθυντή και η μείωση υπολογίζεται σύμφωνα με τον Πίνακα που εκτίθεται στο Παράρτημα Α, ανάλογα με τον αριθμό των προηγούμενων περιόδων ποινής φυλάκισης με τις οποίες αυτός βαρύνεται. Για κάθε μήνα φυλάκισης, όπως εκτίθεται στην πρώτη στήλη του Πίνακα, η ποινή μειώνεται κατά την αντίστοιχη περίοδο που εκτίθεται στη δεύτερη στήλη, ανάλογα με την περί πτωση:

Νοείται ότι η μείωση αυτή υπολογίζεται σωρευτικά πάνω στο σύνολο της ποινής του κρατουμένου, εφαρμοζομένων των μειώσεων που εκτίθενται στη δεύτερη στήλη για κάθε περίοδο φυλάκισης που εκτίθεται στην πρώτη στήλη, μέσα στα όρια της οποίας εμπίπτει το αντίστοιχο μέρος της ποινής του κρατουμένου.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο