ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

i-justice

(Αρ. Αίτησης 66/2024)

 

 

2 Μαΐου 2024

 

 

[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ICR CYPRUS RESORT DEVELOPMENT CO LIMITED ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ  ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΜΟΝΟΜΕΡΕΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 18/04/2024 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ 10/2024 ΜΕΤΑΞΥ (1) ANTHANA LIMITED (2) AETHER ANTHANA LIMITED v ICR CYPRUS RESORT DEVELOPMENT CO LTD

 

____________________

 

 

 

A.    Κουάλης με Χρ. Αχιλλέως (κα) για ARISTODEMOU LOIZIDES YIOLITIS LLC, για την Αιτήτρια.

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Η Αιτήτρια ζητά άδεια για να καταχωρίσει αίτηση με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση του διατάγματος ημερ.18.4.2024, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, το κατώτερο Δικαστήριο, στην Αίτηση Αρ.10/2024.  Ζητά ακόμη την αναστολή της ισχύος του διατάγματος μέχρι την εκδίκαση της αίτησης με κλήση.

 

Η Αιτήτρια εταιρεία διαχειρίζεται το καζίνο και το θέρετρο εντός του οποίου βρίσκεται το καζίνο, με την επωνυμία «City of Dreams Mediterranean», στη Λεμεσό.  Οι Καθ’ ων η Αίτηση εταιρείες Athana Limited και Aether Athana Limited είναι ή ήταν αδειούχες στο θέρετρο και λειτουργούσαν τέσσερα καταστήματα για τα οποία όφειλαν να καταβάλλουν δικαιώματα χρήσης στην Αιτήτρια.  Μεταξύ  της Αιτήτριας και των Καθ’ ων η Αίτηση προέκυψαν διαφορές.  Όπως αναφέρεται, οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν κατέβαλλαν τα δικαιώματα χρήσης των καταστημάτων και η Αιτήτρια με επιστολή της ημερ.12.4.2024 τερμάτισε τη σχετική άδεια.   Οι Καθ’ ων η Αίτηση αποτάθηκαν στο κατώτερο Δικαστήριο, εξασφαλίζοντας μονομερώς το επίδικο διάταγμα, ουσιαστικά αποτρέποντας την Αιτήτρια από του να τους απαγορεύει να έχουν πρόσβαση προς και να κατέχουν και να λειτουργούν τα τέσσερα καταστήματα.

 

Είναι η θέση της Αιτήτριας ότι το επίδικο διάταγμα εξασφαλίστηκε συνεπεία δόλου και ψευδορκίας, αφού υπήρξε σοβαρή παραπλάνηση του κατώτερου Δικαστηρίου.  Υποστηρίζει ακόμη η Αιτήτρια ότι το διάταγμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου, στη βάση των χειρισμών του σε σχέση με τον ορισμό του διατάγματος επιστρεπτέου και των οδηγιών που έδωσε αναφορικά με την απαίτηση, αλλά και στη βάση ότι η μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του, ακόμη και αν δεν ήταν ψευδής, δεν δικαιολογούσε την εκ μέρους του ανάληψη δικαιοδοσίας για την έκδοση του διατάγματος μονομερώς.

 

Για να υποδείξει η Αιτήτρια ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση βασίστηκαν σε ψεύδη και παραπλάνησαν το κατώτερο Δικαστήριο παρουσίασε μέσα από μια πολυσέλιδη ένορκη δήλωση του αντιπροέδρου και γραμματέα της τη δική της εκδοχή ως προς τα γεγονότα.  Επισυνάφθηκε στην ένορκη δήλωση η πολυσέλιδη και λεπτομερής συμφωνία άδειας χρήσης μεταξύ των μερών και έγινε παραπομπή σε κάποιους όρους της και αναπτύχθηκε επιχειρηματολογία για να τεκμηριωθεί η θέση ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση την έχουν παραβιάσει.  Επισυνάφθηκε περαιτέρω αλληλογραφία που είχε ανταλλαχθεί από τους δικηγόρους των μερών για να υποδειχθεί ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν είχαν κάμει πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των γεγονότων της υπόθεσης, όταν αποτάθηκαν μονομερώς στο κατώτερο Δικαστήριο και δεν επέσυραν την προσοχή του κατώτερου Δικαστηρίου στα όσα η Αιτήτρια τους είχε υποδείξει ότι έπρεπε να θέσουν υπόψη του σε τέτοια περίπτωση.

 

    Ο δόλος και η ψευδορκία συνιστούν λόγους για ακύρωση απόφασης ή διαταγής κατώτερου δικαστηρίου.  Θα πρέπει όμως να πρόκειται για σαφή και ολοφάνερη περίπτωση.  Το ζήτημα συζητείται στο σύγγραμμα Προνομιακά Εντάλματα, Π. Αρτέμης, 2004, σελ. 130-6, με παραπομπή στην In re Charalambous (1985) 1 C.L.R. 746, 754-8.  Αναφέρεται ότι δεν τίθεται θέμα προσαγωγής εκατέρωθεν μαρτυρίας και εκτίμησης της, ή έστω εκτίμησης εκατέρωθεν θέσεων επί γεγονότων. Ο δόλος και η ψευδορκία πρέπει να προκύπτουν σαφώς και ολοφάνερα από το ίδιο το πρακτικό της διαδικασίας.

 

    Εν προκειμένω, για να διαπιστωθεί ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν παρουσιάσει ψευδώς τα γεγονότα στο κατώτερο Δικαστήριο, θα πρέπει να εκτιμηθεί η μαρτυρία που παρουσιάζει με την παρούσα Αίτηση η Αιτήτρια.  Να διεξέλθει το Δικαστήριο τους όρους της σχετικής συμφωνίας των μερών και τις θέσεις που είχαν προβληθεί από τα μέρη μέσω της αλληλογραφίας που αντάλλαξαν.  Δεν είναι έργο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της προνομιακής του εξουσίας η εξέταση τέτοιων θεμάτων.  Με τον τρόπο που εξηγείται στη νομολογία, δεν θα μπορούσε να διαπιστωθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση ή συζητήσιμο ζήτημα ότι προκύπτει δόλος ή ψευδορκία κατά τη διαδικασία της έκδοσης του υπό έλεγχο διατάγματος, επομένως δεν μπορεί να χορηγηθεί άδεια σε αυτή τη βάση.

 

    Ούτε η θέση ότι υπήρξε υπέρβαση δικαιοδοσίας γιατί η μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου, ακόμη και αν δεν ήταν ψευδής, δεν δικαιολογούσε την εκ μέρους του ανάληψη δικαιοδοσίας για την έκδοση του διατάγματος μονομερώς, είναι βάσιμη.  Είχε τεθεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου μαρτυρία που εξ αντικειμένου θα μπορούσε να δικαιολογήσει την έκδοση του διατάγματος.  Δεν είναι η περίπτωση όπου διαπιστώνεται παντελής έλλειψη μαρτυρίας που θα επέτρεπε την ανάληψη της δικαιοδοσίας για έκδοση προσωρινού διατάγματος μονομερώς.  Το κατώτερο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και έκρινε ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την έκδοση του διατάγματος χωρίς ειδοποίηση προς την Αιτήτρια και η ορθότητα της απόφασης του δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα.

 

    Το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε πριν την καταχώριση απαίτησης από τις Καθ’ ων η Αίτηση εναντίον της Αιτήτριας.  Αυτό είναι επιτρεπτό από τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023 (Καν.25.2.(1)(α)) υπό προϋποθέσεις (Καν.25.2.(2)(β)) σε τέτοια δε περίπτωση, το Δικαστήριο δίδει οδηγίες για την καταχώριση της απαίτησης (Καν.25.2.(3)).

 

    Το διάταγμα, που εκδόθηκε την 18.4.2024, ορίστηκε επιστρεπτέο την 29.4.2024, Μεγάλη Δευτέρα, εντός των διακοπών του Πάσχα, όπως ενοχλημένη σημειώνει η Αιτήτρια.  Θα ήθελε να είχε οριστεί επιστρεπτέο σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα μετά την έκδοση του.  Επικαλείται υπέρβαση δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου, στη βάση ότι παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6, το οποίο αναφέρει ότι «Κανένα διάταγμα το οποίο εκδόθηκε χωρίς ειδοποίηση δεν θα παραμένει σε ισχύ για χρόνο μεγαλύτερο από τον αναγκαίο για επίδοση ειδοποίησης γι’ αυτό σε όλους όσους επηρεάζονται από αυτό και για παροχή δυνατότητας σε αυτούς να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου και ενστούν σε αυτό … ».

 

    Το διάταγμα, που είχε εκδοθεί ημέρα Πέμπτη, ορίστηκε επιστρεπτέο την μεθεπόμενη Δευτέρα.  Μεσολαβούσαν έξι εργάσιμες ημέρες.  Στις περιστάσεις της υπόθεσης, τη φύση της αντιδικίας και του ιδίου του διατάγματος, δεν έχει καταδειχθεί παραβίαση του άρθρου 9(3) του Κεφ.6, και καμιά υπέρβαση δικαιοδοσίας από το κατώτερο Δικαστήριο μπορεί να τεκμηριωθεί σε αυτή τη βάση.

 

    Υπέδειξε περαιτέρω η Αιτήτρια ότι το κατώτερο Δικαστήριο είχε δώσει οδηγίες για καταχώριση της απαίτησης από τις Καθ’ ων η Αίτηση το αργότερο εντός 12 ημερών και ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν είχαν μέχρι την ημέρα που το διάταγμα ήταν ορισμένο επιστρεπτέο καταχωρίσει την απαίτηση τους εναντίον της, έχοντας την ευχέρεια να την καταχωρίσουν μέχρι το μεσημέρι της 30.4.2024, που εξέπνεε η σχετική προθεσμία.  Αυτό, αναφέρει, της στέρησε τη δυνατότητα να καταχωρίσει την ένσταση της πριν την 29.4.2024, γιατί δεν γνώριζε ποια θα ήταν η απαίτηση των Καθ’ ων η Αίτηση.

 

    Η θέση της δεν είναι βάσιμη.  Στις περιστάσεις της υπόθεσης, και αφού το διάταγμα της είχε επιδοθεί από 19.4.2023, η Αιτήτρια θα μπορούσε, χωρίς δυσκολία, να καταχωρίσει έγκαιρα την ένσταση της έτσι ώστε η υπόθεση να εξεταστεί από το κατώτερο Δικαστήριο την 29.4.2024 που το διάταγμα ήταν ορισμένο επιστρεπτέο.  Το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την παρούσα Αίτηση για άδεια, αποκαλύπτει ότι η Αιτήτρια ήταν σε θέση να καταχωρίσει την ένσταση της στο διάταγμα και να υποστηρίξει τις θέσεις της ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου, με την ίδια λεπτομέρεια και τεκμηρίωση όπως άλλωστε το έπραξε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού.

 

    Είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι κανένας χειρισμός του κατώτερου Δικαστηρίου δεν τεκμηριώνει εκ πρώτης όψεως υπόθεση ή συζητήσιμο ζήτημα υπέρβασης από μέρους του της δικαιοδοσίας του.

 

    Το επίδικο διάταγμα είναι τώρα ορισμένο επιστρεπτέο την 7.5.2024 και όλα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, θα μπορούν να προβληθούν με την ένσταση της Αιτήτριας ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου στην προβλεπόμενη διαδικασία αναθεώρησης του.

 

    Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

                                                           Χ. Μαλαχτός, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο