ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Aίτηση Aρ. 71/2024)

(i-Justice)

13 Μαΐου, 2024 

 

[ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 KAI 9 TΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, Ν. 33/1964.

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Ή PROHIBITION

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΙΜΟΥ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 30/04/2024 ΠΟΥ ΛΗΦΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΥΠ΄ ΑΡ. 13065/22 ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΕΡΡΙΦΘΗ ΑΙΤΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΣΑΣ ΑΡΧΗΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΚΟΜΙΣΗ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΑ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 111 ΤΟΥ ΚΕΦ. 155.

 

_________________

 

Π. Ευθυβούλου (κα) Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

(ΩΡΑ:  8.30 π.μ.)

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:- Ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας εκκρεμεί και εκδικάζεται η Υπόθεση με Αρ. 13065/2022. Είναι σήμερα ορισμένη για περαιτέρω ακρόαση. Οι κατηγορούμενοι, νομικά και φυσικά πρόσωπα, επτά τον αριθμό, αντιμετωπίζουν κατηγορίες για αδικήματα τα οποία φέρονται να έχουν διαπραχθεί μεταξύ των ετών 2017 και 2019, και τα οποία αφορούν και συνδέονται με αιτήσεις πολιτογράφησης βάσει του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος.

 

Αφορμή για την καταχώριση της υπό εκδίκαση μονομερούς αίτησης εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, υπήρξε η ενδιάμεση απόφαση ημερ. 30.4.2024 του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, στο περιεχόμενο της οποίας θα κάνω αναφορά στη συνέχεια. Ο Γενικός Εισαγγελέας αξιώνει τις ακόλουθες θεραπείες, οι οποίες παρατίθενται αυτολεξεί:

 

«Α.  Την Άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, ημερ. 30/04/2024 που λήφθηκε στα πλαίσια της Ποινικής Υπόθεσης υπ΄ αρ. 13065/22 και με την οποία απερρίφθη αίτημα της Κατηγορούσας αρχής για προσκόμιση πρόσθετου μάρτυρα στη βάση του άρθρου 111 του Κεφ. 155.

 

Β. Ενδιάμεσο Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να αναστέλλεται η δικαστική διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, αναφορικά με την ποινική υπόθεση υπ΄ αρ. 13065/22, μέχρι αποπεράτωσης της εκδίκασης της Αίτησης δια Κλήσεως ή μέχρι άλλης διαταγής του Δικαστηρίου.  

 

Γ.  Την Άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Prohibition με το οποίο να απαγορεύεται και/ή εμποδίζεται το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στη συνέχιση της εκδίκασης της ποινικής υπόθεσης υπ΄ αρ. 13065/22, μέχρι αποπεράτωσης της εκδίκασης της Αίτησης δια Κλήσεως ή μέχρι άλλης διαταγής του Δικαστηρίου».

 

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της Ανώτερης Δικηγόρου της Δημοκρατίας, κας Χρίστιας Κυθραιώτου, η οποία είναι η δικηγόρος που εκπροσωπεί την Κατηγορούσα Αρχή στην πιο πάνω ποινική υπόθεση.  Λεπτομέρειες του αιτήματος περιέχονται και σε επισυνημμένη Έκθεση, η οποία καλύπτει πέντε περίπου δακτυλογραφημένες σελίδες. Αναφέρω από τώρα πως έχω θέσει ενώπιον μου τόσο το περιεχόμενο της Έκθεσης όσο και της Ένορκης Δήλωσης. Το ίδιο ισχύει και για την εμπεριστατωμένη αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου.  Θα κάνω ειδική αναφορά σε αυτά όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.

 

Επανέρχομαι στην προσβαλλόμενη ενδιάμεση απόφαση του Κακουργιοδικείου, ημερ. 30.4.2024, στην οποία καταγράφονται και τα ακόλουθα:

 

«8.  Το αρχικό κατηγορητήριο περιλάμβανε 24 μάρτυρες. Είχε δηλωθεί σε προγενέστερο στάδιο ότι οι 13 θα ήταν αναγκαίοι.

 

9.  Κατά την πρώτη ημερομηνία ακροάσεως είχαν προστεθεί άνευ ενστάσεως 4 μάρτυρες.

 

10. Μέχρι σήμερα ακούστηκαν 12 μάρτυρες, 4 εκ των οποίων ήταν οι μάρτυρες που είχαν προστεθεί.    

   

11. Η Κατηγορούσα Αρχή αιτήθηκε την προσθήκη ως μάρτυρα κατηγορίας του κ. Κωνσταντίνου Πετρίδη ο οποίος, τη χρονική περίοδο Μαΐου 2017 και Δεκεμβρίου 2019, ήταν Υπουργός Εσωτερικών και μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου. Σύμφωνα με την ειδοποίηση που απέστειλε στους συνηγόρους Υπεράσπισης στις 17/4/2024 η ουσία της μαρτυρίας του είναι η ακόλουθη …»  (Παρατίθεται το πλήρες κείμενο της ειδοποίησης).

 

 

 

Οι κατηγορούμενοι έφεραν ένσταση στο αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής, προβάλλοντας ισχυρισμούς για επηρεασμό των δικαιωμάτων τους, για πρόκληση καθυστέρησης κ.λ.π.  Είδαν, όμως, και σκοπιμότητα στην υποβολή του συγκεκριμένου αιτήματος αφού υποστήριξαν, ανάμεσα σε άλλα, πως «Αν ο Υπουργός ήταν τόσο σημαντικός μάρτυρας όφειλαν να του λάβουν κατάθεση τότε. Ο λόγος που η Κατηγορούσα Αρχή επιθυμεί να τον κλητεύσει τώρα είναι για να καλύψει κενά των μαρτύρων που κατέθεσαν και αφού αποκαλύφθηκε η γραμμή της Υπεράσπισης.»

 

Το Κακουργιοδικείο, αφού άκουσε και τις δύο πλευρές αποφάσισε. Αναφέρθηκε στις πρόνοιες του άρθρου 111, του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, παραπέμποντας και σε σχετικό απόσπασμα από την υπόθεση Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 22, στο οποίο γίνεται αναφορά πως, «η διαδικασία κλήτευσης πρόσθετων μαρτύρων πρέπει να γίνεται με φειδώ και όχι να παίρνει μεγάλη έκταση σε σύγκριση με τη μαρτυρία που είχε υπόψη του ένας κατηγορούμενος με βάση το μαρτυρικό υλικό με το οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη.»  

 

Παρέπεμψε ακόμη στη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Δ.Κ. (2012) 2 Α.Α.Δ. 440, όπου εκεί ο Γενικός Εισαγγελέας εφεσίβαλε την τελική αθωωτική απόφαση του Κακουργιοδικείου. Με συγκεκριμένο λόγο έφεσης είχε προσβάλει την ενδιάμεση απόφαση του Κακουργιοδικείου, με την οποία απερρίφθη αίτημα της Δημοκρατίας για κλήτευση δύο πρόσθετων μαρτύρων. Το Εφετείο απορρίπτοντας και τον συγκεκριμένο λόγο έφεσης, σημείωσε πως δεν υπήρχε έδαφος για παρέμβαση στην ενδιάμεση απόφαση, για να προσθέσει πως «αποδοκιμάζουμε την επαναλαμβανόμενη προσπάθεια εισαγωγής νέας μαρτυρίας πέραν του κατηγορητηρίου προς πλήρωση υποτιθέμενων κενών».  

 

Εν προκειμένω, το Κακουργιοδικείο, για συγκεκριμένους λόγους που παρέθεσε, και οι οποίοι καλύπτουν τρεις περίπου δακτυλογραφημένες σελίδες, έκρινε ότι το αίτημα ήταν αδικαιολόγητο και το απέρριψε.

 

Παραπονείται ο Γενικός Εισαγγελέας πως «Το Δικαστήριο ενεργώντας καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και κατ΄ παρέκκλιση των προνοιών του άρθρου 111 του Κεφ. 155 αποφάσισε ότι η μη ύπαρξη γραπτού κειμένου κατάθεσης αποτελεί λόγο για απόρριψη αιτήματος για πρόσθετο μάρτυρα.»  Κατ΄ αρχάς, θα πρέπει να σημειώσω πως είναι για αρκετούς λόγους που το Κακουργιοδικείο αποφάσισε να μην εγκρίνει το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής, κάτι που σημείωσε και ενώπιον μου η ευπαίδευτη συνήγορος του Αιτητή. Εν πάση περιπτώσει, εκείνο που το Κακουργιοδικείο εξέφρασε για το συγκεκριμένο θέμα, ήταν αμφιβολία κατά πόσο η πρακτική που ακολουθήθηκε εν προκειμένω, δηλαδή να μην ληφθεί γραπτή κατάθεση από τον πρώην Υπουργό κ. Πετρίδη, «ενδείκνυται λόγω και των κινδύνων που ελλοχεύουν για την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης αν τέτοια πρακτική υιοθετηθεί γενικευμένα. Υπενθυμίζουμε και τις πρόνοιες του άρθρου 108 ΠΔ.»  

  

Η ευπαιδευτη συνήγορος, αγορεύοντας ενώπιον μου, δήλωσε ευθαρσώς πως «είμαστε ενώπιον σας όχι με ελαφρά τη καρδία».  Για να προσθέσει πως, «Θεωρώ ότι είναι από εκείνες τις περιπτώσεις όπου ελλείψει άλλου ένδικου μέσου σε αυτό το στάδιο και μόνο δεν υπάρχει έφεση σε ενδιάμεση απόφαση και γι’  αυτό θεωρώντας ότι τα νομικά σφάλματα για τα οποία θα επιχειρηματολογήσω και για τα οποία ήδη γίνεται αναφορά στο κείμενο της αίτησης είναι τέτοια που δεν άπτονται με οποιοδήποτε τρόπο της ορθότητας της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας.»

 

Στην Αναφορικά με την Αίτηση του Hisham Talem για Άδεια για την Καταχώριση Αίτησης για την Έκδοση Εντάλματος Certiorari και/ή Prohibition, Πολ. Έφ. Αρ. 178/2023, ημερ. 21.12.2023, εξετάστηκε για άλλη μια φορά πότε ενεργοποιείται η συγκεκριμένη δικαιοδοσία του Ανώτατου Δικαστηρίου.  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

 

«Ως γνωστό, η δικαιοδοσία έκδοσης Προνομιακών Ενταλμάτων, ανήκει στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η χορήγησή τους είναι διακριτική (Annual Practice 1988, σελ. 798). Στη Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990)1 Α.Α.Δ. 438, ο Πικής, Δ., όπως ήταν τότε, επανέλαβε πως: «Η χορήγηση των προνομιακών ενταλμάτων (με μία εξαίρεση) είναι προαιρετική. Η έκδοσή τους, καθώς και η παροχή άδειας για τον ίδιο σκοπό, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.»

 

 Η δικαιοδοσία του Ανώτατου Δικαστηρίου για την έκδοση Προνομιακών Ενταλμάτων Certiorari, στοχεύει στη διασφάλιση της νομιμότητας της διαδικασίας μέσω της διερεύνησης του πλαισίου της δικαστικής λειτουργίας και των αρχών βάσει των οποίων αυτή ασκείται. Το ένταλμα Certiorari δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για την εποπτεία της διαδικασίας που λαμβάνει χώρα ενώπιον κατώτερου Δικαστηρίου ή της πρακτικής που ακολουθείται (Χαραλάμπους κ.ά. (Αρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 828). Ούτε στοχεύει στη διόρθωση λανθασμένης απόφασης (Σύγγραμμα «Προνομιακά Εντάλματα» Πέτρου Αρτέμη, σελ. 127-128). Το Ανώτατο Δικαστήριο με το προνομιακό ένταλμα Certiorari, ελέγχει τη νομιμότητα/εγκυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και όχι την ορθότητά της. Όπως εύστοχα τέθηκε στην Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 925, 935:

 

«Αντικείμενο της διαδικασίας δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας απόφασης αλλά της νομιμότητάς της. Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της άποψης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο, αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με εκείνη του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Δεν εκδίδεται ένταλμα Certiorari ως μανδύας μεταμφιεσμένης έφεσης. Ούτε και μπορεί να χρησιμοποιείται η διαδικασία για την έκδοση τέτοιου διατάγματος προκειμένου να γίνει επανακρόαση του ζητήματος που εγέρθηκε. Και δεν είναι επιτρεπτό να εκδίδεται ένταλμα Certiorari  προκειμένου να υπαγορευθεί σε Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να αποφασιστεί ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του ή ακόμα ο τρόπος που θα ασκήσει τη διακριτική του εξουσία. (Βλέπε Re Mareware Shipping, Αίτηση 6/92/24/1/92 και Τζεννάρο Περέλλα, Πολιτική Έφεση 9169/18.7.95).»

 

 

Παρά τη φιλότιμη προσπάθεια της ευπαίδευτης συνηγόρου να με πείσει πως η συγκεκριμένη περίπτωση είναι τέτοια που δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας, θεωρώ πως ο αιτητής αυτό που ουσιαστικά επιδιώκει με την υπό εκδίκαση αίτηση, είναι να ελεγχθεί η ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης για να υποδειχθεί στο Κακουργιοδικείο ο τρόπος με τον οποίο αυτό θα πρέπει να αποφασίσει εκ νέου το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής. Το Κακουργιοδικείο στάθμισε δεδομένα και αποφάσισε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της απόρριψης του αιτήματος, θέμα για το οποίο αδιαμφισβήτητα είχε δικαιοδοσία.  Εάν, ενδεχομένως, ερμήνευσε εσφαλμένα τις πρόνοιες του Νόμου ή προέβη σε λανθασμένη εκτίμηση της βαρύτητας των δεδομένων, αυτό δεν δικαιολογεί τον έλεγχο της ενδιάμεσης απόφασης του με τα επιδιωκόμενα προνομιακά εντάλματα. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος ανέφερε ακόμη, πως η μη προσθήκη του εν λόγω μάρτυρα «θα λειτουργήσει καταλυτικά εν όψει της εξέλιξης της ακροαματικής διαδικασίας με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να μην μπορεί να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη».  Όμως, οι όποιες επιπτώσεις από μία λανθασμένη απόφαση ή προσέγγιση ενός κατώτερου Δικαστηρίου, για θέμα για το οποίο έχει εξουσία ή αρμοδιότητα, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τη χορήγηση των συγκεκριμένων προνομιακών ενταλμάτων.  Όπως σημειώθηκε στη Σιμιλλίδης κ.ά. (Αρ.2) (1996) 1 Α.Α.Δ. 469,  η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, αφορούσε σε απόρριψη αιτήματος για επανάκληση μαρτύρων, «Η ορθότητα μπορεί να αναθεωρηθεί μόνο στο πλαίσιο έφεσης όποιες και αν είναι στο μεταξύ οι επιπτώσεις που δυνατόν να προκύπτουν από μία λανθασμένη προσέγγιση κατώτερου δικαστηρίου».

 

 Τα ίδια ισχύουν και εδώ. 

 

Δεν έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση    και/ή συζητήσιμο θέμα.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                      Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

/ΣΓεωργίου


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο