ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΊΤΗΣΗ ΑΡ. 93/2023

(i-justice)

 

13 Μαΐου, 2024

 

(Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ GOLUB GETHOUSE REALTY COMPANY LIMITED (ΗΕ 292601) ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Ή  MANDAMUS

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13.6.2023 ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ’  ΑΡ. 1276/2023

---------------------------

 

Μ. Αγαθοκλέους (κα) με Ελ. Προδρόμου (κα) για George Pamboridis, για την Αιτήτρια

Μ. Κυπριανού με Α. Λύτρα, για τον Καθ’  ου η Αίτηση

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Κατόπιν αδείας, η αιτήτρια, εταιρεία εγγεγραμμένη στην Κύπρο, ζητά την έκδοση δύο προνομιακών ενταλμάτων. Με το πρώτο ένταλμα, τύπου certiorari, επιδιώκει την ακύρωση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος, (το προσωρινό διάταγμα). Τούτο εκδόθηκε εναντίον της, ως εναγομένης στην αγωγή αρ. 1276/2023 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, (το Δικαστήριο), στις 13.6.2023. Το εν λόγω ασφαλιστικό μέτρο εκδόθηκε με πρωτοβουλία των καθ’ ων η αίτηση, στην παρούσα αίτηση, εναγόντων στην πιο πάνω αγωγή. Με το ένταλμα certiorari, ζητείται η ακύρωση του προσωρινού διατάγματος για δύο, βασικά, λόγους που θα αναφερθούν πιο κάτω. Με το δεύτερο ένταλμα, τύπου mandamus, η αιτήτρια ζητά να διαταχθεί το Δικαστήριο να προβεί σε σύντομη εκδίκαση του προσωρινού διατάγματος.

 

        H αιτήτρια, ζητά την έκδοση των δύο πιο πάνω ενταλμάτων, κατ’ επίκληση της εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος. Πρόκειται για αναθεωρητικής φύσεως εξουσία διά της οποίας το Ανώτατο Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα αποφάσεων, κατά κύριο λόγο, κατώτερων Δικαστηρίων, μέσω των θεραπειών που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο και περιλαμβάνει τα υπό αναφορά δύο εντάλματα.  Διευκρινίζεται, στο σημείο αυτό, ότι οι οδηγίες του Δικαστηρίου στο πλαίσιο προγραμματισμού του προσωρινού διατάγματος και των λοιπών αιτητικών της μονομερούς αίτησης για ακρόαση, δεν αποτελούσαν απόφαση για να υπόκειντο σε ακύρωση, (βλ. Γεωργίου (2001) 1 Α.Α.Δ. 1152).  Εξετάζεται, όμως, το περιεχόμενο, των συγκεκριμένων οδηγιών, υπό το πρίσμα των σχετικών λόγων ακύρωσης, ως προς την επίδραση που αυτές μπορεί να είχαν στο δικαίωμα της αιτήτριας για δίκαιη δίκη. Εννοείται, στο πλαίσιο των προνοιών του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, προκειμένου να εξεταστεί η νομιμότητα του προσωρινού διατάγματος, από την άποψη αυτή.

 

Επιπρόσθετα, επισημαίνονται και τα εξής:  Προφανώς, η έκδοση του εντάλματος mandamus θα έχει σημασία εάν δεν εκδοθεί το ένταλμα certiorari, οπότε το προσωρινό διάταγμα θα πρέπει να εξεταστεί επ’  ακροάση.  Ακόμα και τότε, θα μπορεί, όμως, να εκδοθεί ένταλμα mandamus, εάν τούτο θα δικαιολογείται υπό τις περιστάσεις της  υπόθεσης. Εν πάση περιπτώσει, σε σχέση με το ένταλμα για certiorari, ως εκ της μερικής έγκρισης της αίτησης για άδεια, με την υπό εξέταση αίτηση, βασικά, προωθούνται δύο λόγοι για την ακύρωση του προσωρινού διατάγματος με την εν λόγω θεραπεία. Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι το Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας να απαγορεύσει σε εταιρείες εγγεγραμμένες στην Πολωνία να λάβουν αποφάσεις και/ή ψηφίσματα αφορώντα στη λειτουργία και/ή στις εργασίες τους. Σημειώνεται, για οποιαδήποτε σημασία μπορεί να έχει τούτο, πως εκ πρώτης όψεως, η απαγόρευση που επιβάλλει το προσωρινό διάταγμα στρέφεται κατά της αιτήτριας, εναγόμενης στην αγωγή, η οποία φέρεται να είναι εγγεγραμμένη στην Κύπρο. Ο δεύτερος λόγος ακύρωσης, περισσότερο σχετικός με την παρούσα διαδικασία, αφορά στον έλεγχο της νομιμότητας του προσωρινού διατάγματος, στη βάση ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 9(3) του Νόμου, Κεφ.6. Τούτο έχει ως εξής: 

«9(3) Κανένα διάταγμα το οποίο εκδόθηκε χωρίς ειδοποίηση δεν θα παραμένει σε ισχύ για χρόνο μεγαλύτερο από τον αναγκαίο για επίδοση ειδοποίησης γι’ αυτό σε όλους όσους επηρεάζονται από αυτό και για παροχή δυνατότητας σε αυτούς να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου και ενστούν σε αυτό0 κάθε τέτοιο διάταγμα παύει να ισχύει, μετά τη λήξη της περιόδου αυτής, εκτός αν το Δικαστήριο, αφού ακούσει τους διαδίκους ή οποιοδήποτε από αυτούς, διατάξει διαφορετικά0 και κάθε τέτοιο διάταγμα τυγχάνει μεταχείρισης κατά την αγωγή όπως το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο».

 

Επομένως, ο τελευταίος λόγος, ανωτέρω, θα εξεταστεί πρώτος.  Όπως προκύπτει από τις πρόνοιες του πιο πάνω εδαφίου, αυτό προβλέπει τη διαδικασία που ακολουθείται όταν ένα διάταγμα εκδίδεται χωρίς να προηγηθεί ειδοποίηση του διάδικου εναντίον του οποίου, αυτό, στρέφεται. Δηλαδή, όταν εκδίδεται στο πλαίσιο μονομερούς αίτησης. Στην προκειμένη περίπτωση, το προσωρινό διάταγμα εκδόθηκε, μονομερώς, στις 13.6.2023 και ορίστηκε επιστρεπτέο στις 26.6.2023. Επιδόθηκε στην αιτήτρια, εναγόμενη στην αγωγή, προφανώς σε πολύ σύντομο χρόνο, μετά την έκδοσή του. Κατά την τελευταία πιο πάνω ημερομηνία, τα μέρη εκπροσωπήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου από δικηγόρους.  Το Δικαστήριο τους άκουσε σε σχέση με ό,τι είχαν να το πληροφορήσουν ή να εισηγηθούν, ως προς τις, αντίστοιχες, θέσεις τους και την ακολουθητέα διαδικασία. Τα όσα ανέφεραν, σχετικά, καταγράφονται στο πρακτικό, το οποίο έχει ως εξής:

 

«κα Αγαθοκλέους: Ζητώ χρόνο να καταχωρίσω Ένσταση. Παρακαλώ όπως οριστεί για ακρόαση ενόψει και της δραστικότητας του Διατάγματος.

 

κ. Λύτρας: Εισηγούμαι όπως οριστεί για οδηγίες με την έναρξη του Δικαστικού Έτους καθότι υπάρχει και το ενδεχόμενο να κριθεί ότι χρειάζεται η καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης δήλωσης μετά που θα δούμε την Ένσταση της άλλης πλευράς».

 

Ακολούθησε η έκδοση οδηγιών από το Δικαστήριο. Αναφέρονταν με αυτές τα εξής:

 

«Δικαστήριο:  Το Προσωρινό Διάταγμα και τα υπόλοιπα αιτητικά της αίτησης ορίζονται για ακρόαση σύμφωνα με το πρόγραμμα του Δικαστηρίου, στις 24.10.2023 και ώρα 9:00 π.μ., με γραπτές αγορεύσεις. Παράλληλα παραμένει για οδηγίες στις 13.9.2023 και ώρα 9:00 π.μ.

 

Η Ένσταση να καταχωρηθεί εντός 45 ημερών.

 

Το Διάταγμα παραμένει σε ισχύ».

 

Προς συμπλήρωση της εικόνας, στις 12.7.2023 καταχωρίστηκε εκ μέρους της αιτήτριας η μονομερής αίτηση για άδεια προώθησης ό,τι αφορά, τελικώς, η παρούσα δια κλήσεως αίτηση. Ωστόσο, στο πλαίσιο της αίτησης για άδεια, δεν εγκρίθηκαν τα αιτήματα για αναστολή της ισχύος του προσωρινού διατάγματος και της διαδικασίας της αγωγής, αιτητικά Β και Γ, αντίστοιχα.  Επομένως, δεν είναι γνωστό τι έλαβε χώρα στις 13.9.2023, αλλά και μεταγενέστερα.

 

Εν πάση περιπτώσει, με τα όσα καταγράφονται στο πρακτικό, το Δικαστήριο, αναμφίβολα, χειρίστηκε την πτυχή που αφορούσε στην έκδοση του προσωρινού διατάγματος, όπως, ακριβώς, προβλέπεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9. Τούτο, προκύπτει αβίαστα από τον ορισμό του στις 26.6.2023, σε  σύντομο, σχετικά, χρόνο από την έκδοση του, στις 13.6.2023, προκειμένου αυτό να επιδίδετο στην αιτήτρια.  Στις 26.6.2023 αυτή εμφανίστηκε στο Δικαστήριο, εκπροσωπούμενη, από δικηγόρο, και δήλωσε ότι θα είχε ένσταση.  Το Δικαστήριο, τότε, όρισε, εκ νέου το προσωρινό διάταγμα για οδηγίες, στις 13.9.2023, λαμβάνοντας, έτσι,  υπόψη την εισήγηση, συναφώς, του δικηγόρου των καθ΄ ων η αίτηση. Συγχρόνως, έδωσε χρόνο 45 ημερών στην αιτήτρια να καταχωρίσει την ένσταση της.  Το επόμενο, στο οποίο αφορούσαν οι οδηγίες, ήταν ο ορισμός του προσωρινού διατάγματος και των λοιπών αιτητικών της μονομερούς αίτησης για ακρόαση, στις 24.10.2023.

        Το Δικαστήριο, δίδοντας τις πιο πάνω οδηγίες, πέραν της γνώσης που, σαφώς, είχε των προνοιών του εδαφίου(3) του άρθρου 9, είχε και τη συναίνεση προς τούτο των δικηγόρων που εκπροσώπησαν ενώπιον του τους διάδικους. Εμφανώς, ενήργησε αφού άκουσε ό,τι αυτοί είχαν να πουν, όπως τούτα καταγράφονται στο πρακτικό. Ειδικά, η πλευρά της αιτήτριας, δεν έδειξε να διαφωνούσε με το χρόνο των 45 ημερών που δόθηκε για την καταχώριση ένστασης από μέρους της, την ημερομηνία 13.9.2023 για οδηγίες, και, εν τέλει, τον ορισμό του προσωρινού διατάγματος για ακρόαση στις 24.10.2023. Μάλιστα, παρά την αναφορά και στη δραστικότητά του, εντούτοις δεν ζήτησε από το Δικαστήριο να το ορίσει σε πιο σύντομη ημερομηνία, ενώ δεν ζήτησε και τυχόν αύξηση της, ήδη, παραχωρηθείσας εγγύησης κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, μονομερώς, σύμφωνα με το άρθρο 9(2) του Νόμου Κεφ. 6.  Επομένως, με δεδομένες τις πιο πάνω οδηγίες, όπως καταγράφονται στο πρακτικό,  κατ’ αρχάς, δε διαπιστώνεται να υπήρξε οποιαδήποτε παραβίαση των προνοιών του άρθρου 9(3) του Νόμου, Κεφ.6.  Το Δικαστήριο δε, ενήργησε, ως προς τον μετέπειτα ορισμό του προσωρινού διατάγματος, υπό το φως των τοποθετήσεων των δικηγόρων των μερών και της εμφανούς συναίνεσης τους, ειδικά, της πλευράς της αιτήτριας. Συνακόλουθα, η εισήγηση της τελευταίας για παραβίαση του δικαιώματος της σε δίκαιη δίκη, υπό τις περιστάσεις, δεν ευσταθεί. Κατά συνέπεια, ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να επιτύχει.

 

Με τον άλλο λόγο, για τον οποίο, επίσης, επιδιώκεται η θεραπεία του certiorari, υπενθυμίζεται πως ζητείται η ακύρωση του προσωρινού διατάγματος, στη βάση ότι το Δικαστήριο προέβη στην έκδοση του, χωρίς να έχει, προς τούτο, δικαιοδοσία, όπως η θέση αυτή εξηγείται, πιο πάνω.  Η απόδοση θεραπείας, ως η προαναφερθείσα, δεν είναι επιτρεπτή, ούτε και ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, αν υπάρχει άλλη εναλλακτική θεραπεία η οποία προβλέπεται, σχετικά, από το νόμο.  Αυτός είναι ο κανόνας. Δεν ακολουθείται, εφόσον καταδειχθεί η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, (βλ. Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41).  Τούτο, ακόμα και αν η θέση ότι υπήρξε παραβίαση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, καταδεικνύει την ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης, μία από τις προϋποθέσεις του άρθρου 32(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/1960· δεν αποτελεί και πάλι, εξαιρετικές περιστάσεις.   Όπως κρίθηκε στην υπόθεση Ανθίμου, ανωτέρω, έτσι και εν προκειμένω, με δεδομένη την υποβολή ένστασης σε σχέση με το προσωρινό διάταγμα και τα λοιπά αιτητικά της μονομερούς αίτησης, η υπόθεση πρέπει να εκδικαστεί και να αποφασιστεί από το κατώτερο Δικαστήριο.  Το τελευταίο, βεβαίως, είχε πάντοτε καθήκον να ενεργήσει, άμεσα, προς την κατεύθυνση αυτή.  Επομένως, υπό το φως της μη έγκρισης και της θεραπείας για ένταλμα certiorari, δεν δικαιολογείται η έκδοση ούτε και του εντάλματος mandamus.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των καθ’  ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €5.000.-, πλέον Φ.Π.Α. 

 

 

                                                               Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

/γκ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο