ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Aίτηση αρ. 103/2024)

(i-Justice)

 

26 Iουνίου, 2024

 

[ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 KAI 9 TΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΤΗΜΑΤΟΜΕΣΙΤΩΝ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI Ή/ΚΑΙ PROHIBITION

 

ΚΑΙ

 

ANΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 05.06.2024 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΥΠ΄ ΑΡ. 5218/2024 ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 23 ΤΟΥ Ν. 14/1960

 

_________________

Δρ. Ανδρέας Π. Ποιητής για Δρ. Ανδρέας Π. Ποιητής & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές.

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:-Το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών,  καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας (στο εξής «το κατώτερο Δικαστήριο»), κατηγορητήριο εναντίον φυσικού προσώπου. Σε αυτό εκτίθενται 22 κατηγορίες που αφορούν σε παραβίαση συγκεκριμένων διατάξεων του περί Κτηματομεσιτών Νόμου του 2010, Ν.71(Ι)/2010.  Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των κατηγοριών, όλα τα αδικήματα φέρονται να έχουν διαπραχθεί «κατά ή περί τον Φεβρουάριο του 2024».  Στις λεπτομέρειες των κατηγοριών       1-20 δεν γίνεται αναφορά στον τόπο διάπραξης των αδικημάτων. Στις λεπτομέρειες των κατηγοριών 21 και 22 γίνεται αναφορά πως τα εν  λόγω δύο αδικήματα διαπράχθηκαν στην επαρχία Λεμεσού.

 

Το Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών άμα τη καταχωρίσει του κατηγορητηρίου, καταχώρισε και μονομερή αίτηση ζητώντας προσωρινές θεραπείες, στη βάση των οποίων ο κατηγορούμενος, εάν αυτές είχαν χορηγηθεί, θα εδιετάσσετο να μην ασκεί το επάγγελμα του κτηματομεσίτη και/ή να μην ενεργεί ως κτηματομεσίτης κτλ. «μέχρι την εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης ή μέχρι την εγγραφή του στο Μητρώο Κτηματομεσιτών και την έκδοση της απαραίτητης άδειας άσκησης του επαγγέλματος του κτηματομεσίτη». Η μονομερής αίτηση υποστηριζόταν από Ένορκη Δήλωση λειτουργού του Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της Ένορκης Δήλωσης, τον Φεβρουάριο του 2024 ο ενόρκως δηλών είχε προβεί σε έρευνα στο Facebook, όπου εντόπισε να είχαν αναρτηθεί αγγελίες από τον λογαριασμό «Marinos Michael» για την ενοικίαση ακινήτων. Οι εν λόγω αγγελίες (δύο το 2023 και μία το 2024), αφορούσαν σε  συγκεκριμένα διαμερίσματα στη Λεμεσό. Διευθετήθηκε συνάντηση με τον κατηγορούμενο στη Λεμεσό, όπου και έγινε ξενάγηση σε συγκεκριμένο διαμέρισμα στη Λεμεσό.               Εκεί ο κατηγορούμενος φέρεται να παρουσιάστηκε ως κτηματομεσίτης λέγοντας ότι το γραφείο του βρίσκεται στο παλαιό λιμάνι της Λεμεσού. Ο τελευταίος, σύμφωνα πάντα με την Ένορκη Δήλωση «ήταν βοηθός κτηματομεσίτης στην εταιρεία Malora Realty Ltd, πλην όμως δεν είχε ανανεώσει την εγγραφή του για το έτος 2024».  

 

Ως ελέχθη, στις λεπτομέρειες των κατηγοριών 1-20 δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά στον τόπο διάπραξης των αδικημάτων, αλλά ούτε και στην Ένορκη Δήλωση που υποστήριζε τη μονομερή αίτηση για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Για το θέμα αυτό ο ενόρκως δηλών ουδέν ανέφερε.

 

Με δεδομένο ότι στις λεπτομέρειες των κατηγοριών 21 και 22 γινόταν αναφορά ότι διενεργήθηκε από τον κατηγορούμενο ξενάγηση στην επαρχία Λεμεσού, και με δεδομένο ότι στην Ένορκη Δήλωση που υποστήριζε τη μονομερή αίτηση γινόταν αναφορά σε ακίνητα στη Λεμεσό, σε διευθέτηση συνάντησης με τον κατηγορούμενο στη Λεμεσό και ότι αυτός φέρεται να έχει παράνομα το Κτηματομεσιτικό του γραφείο στη Λεμεσό, το κατώτερο Δικαστήριο ζήτησε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Συμβουλίου όπως έχει τις θέσεις του σε σχέση με το κατά πόσο το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας είναι κατά τόπον αρμόδιο να εκδικάσει τη συγκεκριμένη ποινική υπόθεση. Αφού τον άκουσε, ως όφειλε, και αφού έθεσε ενώπιον του την προσαχθείσα μαρτυρία και το περιεχόμενο του κατηγορητηρίου, κατέληξε, στις 5.6.2024, για συγκεκριμένους λόγους που παραθέτει, πως κατά τόπον αρμόδιο είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού και όχι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας.  Κατ΄ επέκταση, διέκοψε τη διαδικασία και παρέπεμψε την υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για να τύχει, ως ανέφερε, του ανάλογου χειρισμού. Όσον αφορά στο αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής να αποσύρει τις κατηγορίες 17, 18, 21 και 22, καταγράφεται στην απόφαση του πως αυτό «να εξεταστεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στον κατάλληλο χρόνο».

 

Στο σημείο αυτό θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το εδάφιο 4 του άρθρου 23 των περί Δικαστηρίων Νόμων του 1960 έως 2024, το οποίο εισήχθη με τον Τροποποιητικό Νόμο Ν.71(Ι)/2024, ο οποίος δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας μόλις στις 17.5.2024. Είναι αυτή την πρόνοια νόμου που το κατώτερο Δικαστήριο επικαλέστηκε εκδίδοντας την απόφαση του ημερ. 5.6.2024.

 

«(4) Σε περίπτωση, κατά την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εισήχθη ή καταχωρίστηκε η ποινική διαδικασία δεν είναι το κατά τόπον αρμόδιο, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) διακόπτει την ενώπιόν του τεθείσα διαδικασία και παραπέμπει αυτή στο αρμόδιο κατά τόπον Επαρχιακό Δικαστήριο, νοουμένου ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει απαντήσει στην κατηγορία.»

 

 

 

Την ίδια ημερομηνία δημοσιεύθηκε και ο περί Δικαστηρίων (Προσωριναί Διατάξεις) (Καταργητικός) Νόμος του 2024, Ν.70(Ι)/2024. Με τον εν λόγω νόμο καταργείται ο περί Δικαστηρίων (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμος του 1974, Ν.43/1974, ο οποίος είχε ως εξής:

 

«ΝΟΜΟΣ ΑΙΡΩΝ ΩΡΙΣΜΕΝΑΣ ΔΥΣΧΕΡΕΙΑΣ ΑΙΤΙΝΕΣ ΠΡΟΕΚΥΨΑΝ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΑΤΟΥ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ ΕΝ ΚΥΠΡΩ ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗΝ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΕΤΕΡΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ.

 

   Δεδομένου ότι συνεπεία της προσφάτου Τουρκικής εισβολής, καθίσταται αδύνατος η λειτουργία των Δικαστηρίων εις ωρισμένας επαρχίας της Νήσου αίτινες ετέθησαν υπό Τουρκικήν στρατιωτικήν κατοχήν:

 

   Και δεδομένου ότι οι κάτοικοι των ως είρηται επαρχιών έχουν εκτοπισθή εις τάς λοιπάς επαρχίας της Νήσου:

 

   Και δεδομένου ότι είναι επιβεβλημένη η απρόσκοπτος συνέχισις της απονομής της δικαιοσύνης, μη παρακωλυομένης υπό της συνεπεία της εισβολής δημιουργηθείσης καταστάσεως:

 

   Και δεδομένου ότι κατέστη επάναγκες όπως ληφθώσιν επί τούτω νομοθετικά μέτρα μέχρις ού επανέλθη η ομαλότης εις τας ως άνω επαρχίας.

 

   Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

 

1.  O παρών Νόμος δύναται να αναφέρηται ως ο περί Δικαστηρίων (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμος του 1974.

 

2.  Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-

   

  «έκρυθμος κατάστασις» σημαίνει την συνεπεία της Τουρκικής εισβολής δημιουργηθείσαν κατάστασιν η οποία εξακολουθεί να υφίσταται μέχρις ότου το Υπουργικόν Συμβούλιον, διά Διατάγματος δημοσιευομένου εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, κηρύξη ότι η κατάστασις αύτη έπαυσε να υφίσταται.

 

3.     Διαρκούσης της εκρύθμου καταστάσεως και παρά τάς διατάξεις του άρθρου 23 των περί Δικαστηρίων Νόμων του 1960 έως 1972 έκαστον Επαρχιακόν Δικαστήριον κέκτηται δικαιοδοσίαν να εκδικάζη, συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 24, οιονδήποτε αδίκημα διαπραχθέν εν οιαδήποτε επαρχία της Κύπρου.»

 

 

 

Πενήντα περίπου χρόνια μετά την Τουρκική εισβολή και  στρατιωτική κατοχή στη Νήσο Κύπρο, η Βουλή των Αντιπροσώπων κατήργησε τον πιο πάνω Νόμο που θεσπίστηκε ως προσωρινό μέτρο, και ως εκ τούτου «Έκαστον Επαρχιακό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να δικάζει πάντα τα εντός της επαρχίας δι΄ ην το δικαστήριον καθιδρύθη αδικήματα» (Άρθρο 23(1)(α) του Ν.14/60). Περαιτέρω, έκαστον Επαρχιακό Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου καταχωρίστηκε ποινική υπόθεση, έχει εξουσία/αρμοδιότητα να εξετάζει κατά πόσο είναι κατά τόπον αρμόδιο για να εκδικάσει την εν λόγω υπόθεση (δωσιδικία), και αν κρίνει πως είναι κατά τόπον αναρμόδιο, υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο 4 του άρθρου 23 (πιο πάνω), παραπέμπει αυτήν στο κατά τόπον αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Εν προκειμένω, ως ελέχθη, το κατώτερο Δικαστήριο με την απόφαση του ημερ. 5.6.2024, έκρινε πως δεν είχε κατά τόπον αρμοδιότητα και παρέπεμψε την υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, το οποίο έκρινε, στη βάση των όσων είχαν τεθεί ενώπιον του, κατά τόπον αρμόδιο. Οι αιτητές διαφωνούν, και με την υπό εκδίκαση μονομερή αίτηση ζητούν να τους επιτραπεί να καταχωρίσουν αίτηση διά κλήσεως για την έκδοση Προνομιακών Ενταλμάτων Certiorari και Prohibition.

 

Στη Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 126, το Ανώτατο Δικαστήριο κάνοντας δεκτή τη θέση του δικηγόρου του καθ΄ ου η αίτηση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν ουσιαστικά  προϊόν εκτίμησης μαρτυρίας και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να τεθεί θέμα ακύρωσης της με το Προνομιακό Ένταλμα Certiorari, σημείωσε τα ακόλουθα:

 

«Επειδή είμαι της γνώμης ότι ο λόγος αυτός είναι ο βασικότερος και θα οδηγήσει σε τελική απόφαση της παρούσας αίτησης, θα προχωρήσω να τον εξετάσω τώρα.

 

Στην υπόθεση In re Kakos (1985) 1 C.L.R. στη σελ. 259 ο Πικής Δ., αναφέρει τα ακόλουθα:

 

"The process is intended to subject to scrutiny the assumption of jurisdiction and the legality of the order made as opposed to its correctness."

 

Επίσης, στο Halsbury΄s 3rd Ed. Volume 2, p.62, παράγραφος 119, στην οποία αναφέρθηκε και ο ευπαίδευτος συνήγορός του Bodrov, αναφέρονται τα εξής:

 

"Where the proceedings are regular upon their face and the inferior tribunal had jurisdiction, the superior court will not grant the order of certiorari on the ground that the inferior tribunal had mis-conceived a point of law. When the inferior tribunal has jurisdiction to decide a matter, it cannot, merely because it incidentally misconstrues a statute or admits illegal evidence, or rejects legal evidence, or mis-direct itself as to the weight of the evidence, or convicts without evidence be deemed to exceed or abuse its jurisdiction."

 

(Δέστε και R. v. Minister of Health [1938] 4 All E.R. p.32 στη σελ.36).»

 

 

Είχε προηγηθεί η απόφαση της Ολομέλειας στην Αναφορικά με την Αίτηση του Γεώργιου Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα: 

 

«Ο έλεγχος με το ένταλμα certiorari γίνεται για να περιορίζονται τα κατώτερα Δικαστήρια μέσα στη δικαιοδοσία τους και να τηρούν το Νόμο. Το ένταλμα certiorari είναι διορθωτικού χαρακτήρα. Το πρακτικό της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου εξετάζεται και, αν υπάρχει υπέρβαση δικαιοδοσίας ή πλάνη νόμου πρόδηλη στο πρακτικό προκατάληψη ή συμφέρο από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση, ή λήψη της απόφασης με δόλο ή ψευδορκία, η ελεγχόμενη απόφαση ακυρώνεται.»

 

Στην Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, 701, επαναλαμβάνεται ότι:

 

«Η εμβέλεια του προνομιακού εντάλματος certiorari, όπως την αναγνώρισε τελικά η σύγχρονη αγγλική νομολογία, παρέχει δυνατότητα για άσκηση ελέγχου από ανώτερο προς κατώτερο δικαστήριο - όχι όμως αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου - με προοπτική την επέμβαση, είτε όπου το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη είτε όπου προκύπτει στην όψη του "πρακτικού" της απόφανσης του κατώτερου δικαστηρίου προφανές νομικό λάθος έστω και αν αυτό δεν άπτεται της δικαιοδοσίας.»

 

 

Δεν φαίνεται να αμφισβητείται πως το κατώτερο Δικαστήριο στο στάδιο εκείνο μπορούσε να εξετάσει κατά πόσο το ίδιο είχε κατά τόπον αρμοδιότητα. Τέτοια θέση όχι μόνο δεν είχε προβληθεί ενώπιον του, αλλά τουναντίον οι αιτητές ενώπιον του είχαν υποστηρίξει, για συγκεκριμένους λόγους, πως αυτό είχε κατά τόπον αρμοδιότητα. Το κατώτερο Δικαστήριο, εφαρμόζοντας τον νόμο στη βάση των ιδιαίτερων γεγονότων της υπόθεσης, έκρινε πως δεν είχε κατά τόπον αρμοδιότητα, και κατ΄ επέκταση διέκοψε την ενώπιον του διαδικασία και παρέπεμψε την υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για να εκδικαστεί, το οποίο έκρινε κατά τόπον αρμόδιο.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών με την εμπεριστατωμένη γραπτή αγόρευση του ουσιαστικά κάλεσε το Ανώτατο Δικαστήριο να παρέμβει με τη διαδικασία των Προνομιακών Ενταλμάτων, εισηγούμενος, για συγκεκριμένους λόγους που παρέθεσε, πως εσφαλμένα το κατώτερο Δικαστήριο έκρινε πως δεν είχε κατά τόπον αρμοδιότητα. Όπως χαρακτηριστικά καταγράφεται, «Ενόψει, λοιπών, του προσβασίμου του δημοσιεύματος σε όλες τις επαρχίες, είναι φανερό ότι το αναφερόμενο αδίκημα της διαφήμισης ετελέσθη μερικώς σε όλες τις επαρχίες στις οποίες ήταν προσβάσιμη. Έτσι, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπόθεση και δεν είχε δικαιοδοσία να την παραπέμψει αλλού».

 

Με κάθε σεβασμό, αυτό που ουσιαστικά επιδιώκεται τώρα να ελεγχθεί, είναι η ορθότητα της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, το οποίο αφού έθεσε ενώπιον του το μαρτυρικό υλικό και αφού στάθμισε δεδομένα, αποφάσισε πως δεν έχει κατά τόπον αρμοδιότητα. Εάν ενδεχομένως έχει προβεί σε λανθασμένη εκτίμηση του μαρτυρικού υλικού και  των δεδομένων, αυτό δεν δικαιολογεί τον έλεγχο και τον παραμερισμό της απόφασης του με τα επιδιωκόμενα Προνομιακά Εντάλματα, τα οποία χορηγούνται κατά προνόμιο και με ιδιαίτερη φειδώ (Αναφορικά με την Εταιρεία A Panareti Public Ltd κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 2/2024, ημερ. 14.6.2024). Παρόμοια προσέγγιση υπήρξε και στην  Τ. & M. Οικονόμου & Υιός Λτδ (2011) 1(Α) 140, εκεί βεβαίως σε αστικής φύσεως υπόθεση και κατ΄ επίκληση άλλης νομοθετικής πρόνοιας. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

 

«Δεν παρέχεται ενόψει όλων των ανωτέρω, λόγος συζήτησης της ουσίας της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου ως προς την ορθότητα της θέσης του να παραπέμψει απευθείας την αίτηση εκκαθάρισης στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού με τη διαδικασία του προνομιακού εντάλματος. Το έπραξε αυτό στη βάση μιας νομοθετικής διάταξης, που εκ πρώτης όψεως, προσέφερε τη δυνατότητα αυτή. Δεν διαπιστώνεται έκδηλη υπέρβαση δικαιοδοσίας, παρατηρούμενη από το φάκελο της υπόθεσης.»

 

  

Τέλος, ο ευπαίδευτος συνήγορος ανέφερε πως η απόφαση που εξέδωσε το κατώτερο Δικαστήριο δεν εφεσιβάλλεται και ότι η παρούσα διαδικασία είναι η μόνη οδός για την Κατηγορούσα Αρχή. Δεν χρειάζεται να αποφασίσω κατά πόσο η εν λόγω απόφαση εφεσιβάλλεται ή όχι δυνάμει των προνοιών του νόμου, αφού, ως ελέχθη, εν προκειμένω αυτό που καλείται το Ανώτατο Δικαστήριο να αποφασίσει είναι την ορθότητα της απόφασης. Εν πάση περιπτώσει, το Προνομιακό Ένταλμα Certiorari δεν μπορεί να υποκαταστήσει την έφεση ακόμη και εκεί που δεν αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα. Άλλες είναι οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων Προνομιακών Ενταλμάτων. Ούτε οι όποιες επιπτώσεις από μια λανθασμένη απόφαση ή προσέγγιση ενός κατώτερου Δικαστηρίου, για θέμα για το οποίο έχει εξουσία ή αρμοδιότητα να αποφασίσει, μπορούν να δικαιολογήσουν τη χορήγηση των συγκεκριμένων Προνομιακών Ενταλμάτων.

 

Δεν έχω ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και/ή συζητήσιμο θέμα.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

   Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο