ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

i-justice

(Αρ. Αίτησης 54/2024)

 

11 Ιουνίου 2024

 

[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Α.Γ. ΑΔΤ [ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 3ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 2024 ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ/ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ.4156 Ι. ΠΙΡΙΠΙΤΣΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27, 28 ΚΑΙ 29 ΚΑΙ ΝΟΜΟ 29/77 ΑΡΘΡΟ 29(3)

 

 

Μ. Καούλας για Δημητρίου & Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.

Π. Βαρνάβας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ΄ης η Αίτηση.

____________________

 

   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.O Αιτητής ζητά την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari που να ακυρώνει το ένταλμα έρευνας της κατοικίας, των υποστατικών και του αυτοκινήτου του, ημερ. 3.3.2024, που εκδόθηκε από Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, το κατώτερο Δικαστήριο.  Η σχετική άδεια δόθηκε στη βάση ότι το ένταλμα είχε εκδοθεί καθ’ υπέρβαση εξουσίας, χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι τα αναζητούμενα αντικείμενα βρίσκονταν στην κατοικία, στα υποστατικά ή στο αυτοκίνητο του Αιτητή και επομένως ότι δεν τεκμηριωνόταν ούτε αναγκαιότητα για την έκδοση του (Α.Γ., Πολ. Αίτ. Αρ.46/2024, ημερ.9.4.2024).

 

Σύμφωνα με τον όρκο, στη βάση του οποίου εκδόθηκε το ένταλμα, την 3.3.2024 η Αστυνομία έλαβε πληροφορία ότι «σύμφωνα με πηγή υψηλής αξιοπιστίας» ο Αιτητής οργανώνει δολοφονία.  Σύμφωνα με την πηγή, ο Αιτητής ζήτησε από άλλο κατονομαζόμενο πρόσωπο να τον προμηθεύσει με ένα πυροκροτητή, με ένα αυτόματο όπλο και με σφαίρες.  Οι συνομιλίες του Αιτητή με το δεύτερο πρόσωπο ήταν τηλεφωνικές. Την 1.3.2024, η πηγή άκουσε το δεύτερο πρόσωπο να αναφέρει τηλεφωνικά στον Αιτητή ότι θα τα έχει μέχρι το τέλος της ημέρας.  Η πηγή είχε διαπιστώσει ότι το δεύτερο πρόσωπο πράγματι κατείχε ένα αυτόματο όπλο, ένα πιστόλι και μεγάλο αριθμό σφαιρών τα οποία φύλασσε σε συγκεκριμένο αγροτικό υποστατικό.  Μέχρι και την 3.3.2024, που εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας, η πηγή  ανέφερε ότι τα όπλα ήταν ακόμα στο αγροτικό υποστατικό και ότι η παράδοση στον Αιτητή θα γινόταν την επομένη 4.3.2024.

 

Είναι η θέση του Αιτητή ότι το ένταλμα εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση εξουσίας, χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι τα αναζητούμενα αντικείμενα βρίσκονταν στην κατοικία, στα υποστατικά και στο αυτοκίνητο του και επομένως δεν τεκμηριωνόταν  ούτε αναγκαιότητα για την έκδοση του.  Η κατοικία, τα υποστατικά και το αυτοκίνητο του δεν διασυνδέθηκαν με τα αναζητούμενα αντικείμενα.  Αντίθετα, η μαρτυρία ήταν ότι ο οπλισμός βρισκόταν στα υποστατικά του δεύτερου προσώπου και θα παραδιδόταν στον Αιτητή την επομένη. 

Το άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, αναφέρει ότι:

«Όταν δικαστής ικανοποιείται με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει-

(α) οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχτηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχτηκε ή

(β) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος ή

(γ) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος, ο δικαστής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να εκδώσει ένταλμα (το οποίο αναφέρεται στο νόμο αυτό ως “ένταλμα έρευνας”), που εξουσιοδοτεί το πρόσωπο που κατονομάζεται σε αυτό-

(ι) να ερευνήσει τον τόπο αυτό προς ανεύρεση οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος και να κατάσχει και μεταφέρει αυτό ενώπιον του Δικαστηρίου από το οποίο εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας ή ενώπιον άλλου Δικαστηρίου για να τύχει αυτό μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο …».

 

(Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου).

 

Το ένταλμα έρευνας εκδόθηκε με αναφορά όχι μόνο στον οπλισμό, αλλά και σε «κινητά τηλέφωνα – κάρτες κινητής τηλεφωνίας SIM CARD».  

 

Στο περίγραμμα αγόρευσης του και στην ενώπιον του Δικαστηρίου επιχειρηματολογία του, ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα υποστήριξε ότι το ένταλμα έρευνας για την ανεύρεση και περισυλλογή των όπλων και των πυρομαχικών εκδόθηκε αναφορικά με τα υποστατικά του δεύτερου προσώπου, ενώ σε σχέση με τα υποστατικά και αυτοκίνητο του Αιτητή για να ανευρεθούν κινητά τηλέφωνα και κάρτες κινητής τηλεφωνίας.

 

Η θέση είναι αβάσιμη.  Το επίδικο ένταλμα αναφέρεται μόνο στα υποστατικά και αυτοκίνητο του Αιτητή και σε αυτό αναφέρονται και τα όπλα και τα πυρομαχικά.  Εφόσον, όπως φαίνεται, ο επίδικος όρκος χρησιμοποιήθηκε προς υποστήριξη και αίτησης για έκδοση εντάλματος έρευνας και των υποστατικών του δευτέρου προσώπου, θα έπρεπε να διευκρινιστεί σε τί θα αφορούσε το κάθε ένταλμα και βεβαίως το κάθε ένταλμα να είχε περιοριστεί ανάλογα.

 

Στη συνέχεια της παράθεσης των θέσεων του, ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα εισηγήθηκε ότι το ένταλμα είναι έγκυρο στην έκταση που αφορά τα κινητά τηλέφωνα και τις κάρτες κινητής τηλεφωνίας, χωρίς ωστόσο να αποδεχτεί ότι εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση εξουσίας σε σχέση με τον οπλισμό και τα πυρομαχικά.

 

Καθίσταται πρόδηλο ότι το ένταλμα εκδόθηκε με αναφορά στον οπλισμό και τα πυρομαχικά χωρίς να υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι τα όπλα και τα πυρομαχικά βρίσκονταν στην κατοικία, στα υποστατικά ή στο αυτοκίνητο του Αιτητή.  Αντιθέτως, η μαρτυρία ήταν ότι βρίσκονταν αλλού.

 

Καθ’ όσον αφορά «κινητά τηλέφωνα – κάρτες κινητής τηλεφωνίας SIM CARD», δεν αναφέρεται στον όρκο κάτι σε σχέση με αυτά.  Η μόνη σχετικότητα μπορεί να εκπηγάζει από το ότι, σύμφωνα με την πηγή, ο Αιτητής συνεννοείτο με το δεύτερο πρόσωπο τηλεφωνικά, χωρίς ωστόσο να γίνεται αναφορά σε κάποιο κινητό τηλέφωνο ή κάρτα κινητής τηλεφωνίας ή πού τέτοια αντικείμενα θα μπορούσαν να ανευρεθούν.

 

Ορθά υπέδειξε ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα ότι το ζήτημα περιορίζεται στη διασύνδεση τους με την κατοικία, τα υποστατικά και το αυτοκίνητο του Αιτητή.  Χαρακτήρισε τα κινητά τηλέφωνα και τις κάρτες κινητής τηλεφωνίας αντικείμενα καθημερινής χρήσης και αναφέρθηκε σε αριθμό πρωτόδικων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου κρίθηκε ότι τέτοια αντικείμενα εύλογα αναμενόταν να εντοπιστούν στην κατοικία του εμπλεκομένου στην υπό διερεύνηση υπόθεση προσώπου.

    Η κάθε περίπτωση κρίνεται στη βάση των δικών της ιδιαίτερων περιστατικών.  Η φύση του αναζητούμενου αντικειμένου μπορεί να έχει καταλυτική σημασία.  Στη Μ.Θ., Πολ. Αίτ. Αρ.90/2024, ημερ.3.6.2024, μετά την διασύνδεση του ενοίκου της οικίας με το υπό διερεύνηση έγκλημα κρίθηκε ότι «δημιουργείτο πλέον η αναγκαία εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι τα αναζητούμενα αντικείμενα βρίσκονταν στην κατοικία του, ότι δηλαδή τα ενδύματα και υποδήματα που φορούσε κατά τη διάπραξη του εγκλήματος, όπως και τα άλλα αντικείμενα που χρησιμοποίησε, θα βρίσκονταν στην κατοικία του». 

 

    Το κινητό τηλέφωνο είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση.  Κατά κανόνα, ο κάθε ένας μεταφέρει το κινητό του τηλέφωνο μαζί του.  Το κινητό τηλέφωνο κάποιου προσώπου τεκμηριώνεται «εύλογη αιτία να πιστεύεται» ότι θα ανευρεθεί στην κατοικία του ή σε άλλο υποστατικό του ή στο αυτοκίνητο του, στην περίπτωση που η έρευνα διεξαχθεί σε ώρα που το ίδιο το πρόσωπο θα βρίσκεται στην κατοικία του ή στο άλλο υποστατικό του ή στο αυτοκίνητο του (Λ.Ν. κ.ά., Πολ. Αίτ. Αρ.175/2023, ημερ.13.3.2024).  Εν προκειμένω, δεν υπήρχε μαρτυρία ότι ο Αιτητής βρισκόταν στην κατοικία του ή άλλο υποστατικό του ή στο αυτοκίνητο του στο χρόνο που ζητήθηκε και εκδόθηκε το ένταλμα.

    Ένα σενάριο γεγονότων θα μπορούσε να ήταν ότι ο Αιτητής δεν χρησιμοποίησε για τις μαρτυρούμενες επαφές του με το δεύτερο πρόσωπο το προσωπικό του κινητό τηλέφωνο, αυτό που χρησιμοποιεί και μεταφέρει καθημερινά μαζί του, αλλά κάποιο άλλο τηλέφωνο που κατέχει και που είναι πιθανό να αποκρύβεται στην κατοικία του ή σε άλλο υποστατικό του ή στο αυτοκίνητο του.  Εφόσον υφίστατο μαρτυρία προς αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσε ίσως να τεκμηριωθεί η προϋπόθεση του Νόμου για την έκδοση σχετικού εντάλματος έρευνας, όμως ένα ένταλμα δεν μπορεί να εδράζεται σε υποθέσεις και σενάρια που απλά δεν μπορούν να αποκλειστούν, αλλά δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι έλαβαν χώρα.  Το ένταλμα έρευνας δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως εργαλείο για αλίευση μαρτυρίας.

 

    Το επίδικο ένταλμα έρευνας εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση της δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου, εφόσον δεν είχε τεθεί ενώπιον του μαρτυρία που να μπορούσε να δημιουργεί εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στην κατοικία, υποστατικά ή αυτοκίνητο του Αιτητή βρίσκονταν τα αντικείμενα που αναζητούνταν.

 

    Η Αίτηση εγκρίνεται και εκδίδεται προνομιακό ένταλμα Certiorari με το οποίο το ένταλμα έρευνας της κατοικίας, των υποστατικών και του αυτοκινήτου του Αιτητή, ημερ.3.3.2024, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου, ακυρώνεται.

 

    Τα έξοδα της Αίτησης, όπως και τα έξοδα της Αίτησης 46/2024 για την άδεια, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ΄ ης η Αίτηση.

 

 

 

 

Χ. Μαλαχτός, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο