ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 60/2016)

(Σχ. με 61/2016)

 

19 Iουνίου, 2024

 

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

1.     ΚΥΡΙΑΚΟΣ Π. ΚΟΣΙΑΡΗΣ

2.     ΑΒΡΑΑΜ ΖΑΜΠΑΣ

3.     ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΟΥΖΟΥΡΟΥ

 

Εφεσείοντες/Εναγόμενοι 1, 2 & 3

 

ν.

 

ΑΝΔΡΕΑ ΛΕΩΝΙΔΟΥ, ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΩΝ ΣΥΓΓΕΝΩΝ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ ΑΥΤΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΑΣΚΟΥΝ ΤΗ ΓΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΡΙΜΝΑ, ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΑΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ

 

Εφεσίβλητου/Ενάγοντα

 

 

 

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 61/2016)

(Σχ. με 60/16)

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ, ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΩΝ ΣΥΓΓΕΝΩΝ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ ΑΥΤΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΑΣΚΟΥΝ ΤΗ ΓΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΡΙΜΝΑ, ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΑΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ

Εφεσείων/Ενάγων

ν.

 

1.    ΟΜΙΛΟΥ ΧΙΟΝΟΔΡΟΜΩΝ ΚΥΠΡΟΥ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΖΙΓΚΑ, ΩΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ

 

2.    ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΧΙΟΝΟΔΡΟΜΩΝ ΚΥΠΡΟΥ, ΔΙΑ ΤΟΥ

       ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΥΤΗΣ ΠΑΥΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ

 

Εφεσίβλητων/Εναγόμενων 4 και 5

_________________

Ασπ. Ευσταθίου (κα) για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε. και για Χάρης Τσίγκης, για τους Εφεσείοντες στην Πολ. Έφ. 60/2016.

Μ. Ηλία με Α. Κοστέλι για Ηλία & Ηλία Δ.Ε.Π.Ε, για τον Εφεσίβλητο στην Πολ. Έφ. 60/2016.

Μ. Ηλία με Α. Κοστέλι για Ηλία & Ηλία Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα στην Πολ. Έφ. 61/2016.

Κ. Κνώφου για Κώστα Π. Δημητριάδη & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους στην Πολ. Έφ. 61/2016.

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:   Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη  και θα δοθεί από τον Ιωαννίδη, Δ.

_________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ:-  Ο ενάγων, ηλικίας δώδεκα ετών το 2004, ασχολείτο με το χειμερινό άθλημα των χιονοδρομιών και ήταν μέλος του Χιονοδρομικού Ομίλου Τροόδους. Στις 18.1.2004 βρισκόταν στο Τρόοδος, όπου και χιονοδρομούσε. Κατά η ώρα 14:00, όταν  επεδίωξε να μεταβεί, κάνοντας σκι, από τη χιονοδρομική πίστα «ΔΙΑΣ» προς τη χιονοδρομική πίστα «ΗΡΑ», χρησιμοποιώντας μονοπάτι εντός του δάσους Τροόδους, επεσυνέβη δυστύχημα, με αποτέλεσμα αυτός να τραυματιστεί σοβαρά. Για τις περιστάσεις του δυστυχήματος θα παραθέσουμε αυτολεξεί τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως αυτά καταγράφονται στην προσβαλλόμενη απόφαση του.

 

«…Το επίδικο δυστύχημα έγινε στις 18.1.2004, γύρω στις 14:00.  Οι εναγόμενοι 2 και 3 ήταν συνεπιβάτες στο αυτοκίνητο με αριθμό εγγραφής ΕΒΜ911, που οδηγούσε ο εναγόμενος 1.  Είχαν επισκεφθεί τον Όλυμπο και επέστρεφαν όταν λόγω πυκνής τροχαίας κίνησης, ο εναγόμενος 1 αναγκάστηκε να βγάλει το αυτοκίνητο του εκτός του δρόμου.  Εκτός του δρόμου υπήρχε αρκετό χιόνι με αποτέλεσμα το αυτοκίνητο να ακινητοποιηθεί.  Στη συνέχεια οι εναγόμενοι 1, 2 και 3, έχοντας κοινό σχέδιο να χρησιμοποιήσουν τον εργάτη (βίντζι) του αυτοκινήτου, για να απεγκλωβίσουν από το χιόνι το αυτοκίνητο, ενήργησαν συντονισμένα ώστε να τραβήξουν το συρματόσχοινο από τον εργάτη (βίντζι) του αυτοκινήτου, που ήταν τοποθετημένος στο μπροστινό μέρος του και οι εναγόμενοι 1 και 2 να το δέσουν σε πεύκο περίπου 5 μέτρα από το αυτοκίνητο και 7.20 μέτρα σε κάθετη απόσταση από τον δρόμο.  Όταν το συρματόσχοινο που κάλυπτε όλο το πλάτος του χιονοδρομικού μονοπατιού ήταν τεντωμένο και απείχε γύρω 50 cm από το έδαφος, ο ενάγων, ο οποίος χιονοδρομούσε με τον φίλο του Μ.Ε.4 για να μεταβεί από την πίστα «ΔΙΑΣ» προς την πίστα «ΗΡΑ», διά μέσου του χιονοδρομικού μονοπατιού, μήκους γύρω στα 1000 μέτρα που ενώνει τις δυο πίστες, αντιλήφθηκε σε κοντινή απόσταση 3-4 μέτρα το πιο πάνω συρματόσχοινο να βρίσκεται μπροστά του, δεν πρόλαβε όμως να σταματήσει ή να αντιδράσει και κτύπησε στο συρματόσχοινο με την κοιλιά του με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά και να μεταφερθεί στο νοσοκομείο Λεμεσού όπου υποβλήθηκε σε εγχείριση.   Το συρματόσχοινο ήταν χρώματος γκρίζου και πάχους μισής ίντζας και δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό παρά μόνο από πολύ μικρή απόσταση.  Κατά το χρόνο του δυστυχήματος ο ενάγων φορούσε ειδική στολή με επένδυση, κράνος και έφερε μάσκα ομίχλης.  Η ταχύτητα του ήταν γύρω στα 40-50 χλμ ανά ώρα και δεν μπόρεσε να αντιδράσει με το που είδε το συρματόσχοινο στα 3-4 μέτρα.» 

 

 

Ο ενάγων για το εν λόγω δυστύχημα θεώρησε πως είχαν ευθύνη όχι μόνο τα τρία πρόσωπα που είχαν τοποθετήσει το συρματόσχοινο εντός του μονοπατιού (εναγόμενοι 1-3), αλλά και ο Όμιλος Χιονοδρόμων Κύπρου και η Ομοσπονδία Χιονοδρόμων Κύπρου (εναγόμενοι 4 και 5 αντίστοιχα). Για τον μεν εναγόμενο 4, Λέσχη δεόντως εγγεγραμμένη, ο ενάγων είχε δικογραφήσει πως «ήταν υπεύθυνος και είχε κάτω από την ευθύνη και/ή έλεγχό του τη διαχείριση και λειτουργία όλων των χιονοδρομικών εγκαταστάσεων των Εναγομένων 5 στο Τρόοδος, συμπεριλαμβανομένων των αναβατοριών, του καταστήματος ενοικιάσεως σκι, των εντευκτηρίων, καφετεριών κ.λ.π.»  Για την δε εναγόμενη 5, Σωματείο δεόντως εγγεγραμμένο, είχε δικογραφήσει πως αυτή συνιστά την ανώτερη αρχή στην Κύπρο σχετικά με θέματα που απορρέουν ή σχετίζονται με το άθλημα των χιονοδρομιών και πως ο εναγόμενος 4 αποτελεί ειδικό μέλος της εναγόμενης 5.

 

Με αγωγή που καταχώρισε εναντίον όλων των πιο πάνω, πέντε τον αριθμό, αξίωσε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, επικαλούμενος το αστικό αδίκημα της αμέλειας και/ή  παράβαση των εκ του νόμου απορρεόντων καθηκόντων.  

 

Οι εναγόμενοι 1-3, με τρία ξεχωριστά δικόγραφα, αρνήθηκαν την ευθύνη που τους είχε καταλογίσει ο ενάγων και ζήτησαν απόρριψη της αγωγής. Το ίδιο έπραξαν και οι εναγόμενοι 4 και 5, εδώ με κοινό δικόγραφο υπεράσπισης.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, κατά την οποία έδωσαν μαρτυρία τόσο ο ενάγων όσο και οι εναγόμενοι 1-3, αλλά και άλλοι μάρτυρες, βρήκε πως ευθύνη είχαν μόνο οι εναγόμενοι 1-3.  Ακολούθως το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ασχολήθηκε και με το θέμα των αποζημιώσεων, εξέδωσε απόφαση προς όφελος του ενάγοντα και εναντίον των εναγομένων 1-3, αλληλεγγύως και/ή κεχωρισμένως, για το ποσό των €80.000, ως γενικές αποζημιώσεις, και για το ποσό των €4.747, ως ειδικές αποζημιώσεις, πλέον τόκους και έξοδα. Όσον αφορά στον Όμιλο και στην Ομοσπονδία Χιονοδρόμων Κύπρου, εναγόμενοι 4 και 5, βρήκε, για τους λόγους που θα εκτεθούν στη συνέχεια, πως αυτοί δεν είχαν ευθύνη.  Κατ΄ επέκταση, απέρριψε την αγωγή εναντίον τους.

 

Με την έφεση υπ΄ αρ. 60/2016, οι εναγόμενοι 1-3 προσβάλλουν ως εσφαλμένη την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, με την οποία βρήκε πως αυτοί είχαν ευθύνη για τον σοβαρό τραυματισμό του ενάγοντα. Θεωρούν ότι  εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο «κατέληξε ότι παρέβησαν το καθήκον επιμέλειας των έναντι του εφεσίβλητου. Στην πραγματικότητα δεν υφίστατο καθήκον επιμέλειας εν τη εννοία του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου» (Πρώτος Λόγος Έφεσης). Θεωρούν ακόμη πως το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε καταλογίσει συντρέχουσα αμέλεια στον ενάγοντα (Δεύτερος Λόγος Έφεσης).

Ο ενάγων με την έφεση του υπ΄ αρ. 61/2016 προσβάλλει ως εσφαλμένη την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει την αγωγή του εναντίον των εναγομένων 4 και 5.  Θεωρεί ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι αυτοί «δεν είχαν καθήκον επιμέλειας έναντι του, ώστε να λάμβαναν μέτρα, για ν΄ απέτρεπαν την χρήση, του χιονοδρομικού μονοπατιού στο οποίο συνέβηκε το ατύχημα, από αυτόν και κατ΄ επέκταση να τον προστατεύσουν και/ή ότι ουδέν αμελές ή άλλο στοιχείο που συνιστά παράλειψη ή παρέκκλιση από νόμιμο καθήκον τους επέδειξαν οι Εναγόμενοι 4 και 5» (Πρώτος Λόγος Έφεσης). Τον Δεύτερο Λόγο Έφεσης θα τον παραθέσουμε στη συνέχεια.

 

Να σημειώσουμε από τώρα πως το μονοπάτι στο οποίο έλαβε χώρα το δυστύχημα, ήταν δημόσιο μονοπάτι, στο οποίο το ευρύ κοινό είχε δικαίωμα ελεύθερης χρήσης και προσπέλασης. Επρόκειτο για μονοπάτι πλάτους 5-6 μέτρων, χωρίς πεύκα. Μάλιστα, τη συγκεκριμένη ημέρα, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ενάγοντα, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο απεδέχθη, το χιόνι στο μονοπάτι ήταν «πατημένο» και πιο χαμηλό από τις «πλευρές του». Περαιτέρω, ίχνη από χιονοπέδιλα απεκάλυπταν ότι αυτό εχρησιμοποιείτο από χιονοδρόμους, οι οποίοι την ώρα του δυστυχήματος όντως το χρησιμοποιούσαν.

 

Ξεκινούμε από την έφεση των εναγομένων 1-3. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε πως «ένα λογικό και συνετό πρόσωπο θα υπέθετε ότι το μονοπάτι χρησιμοποιείτο από χιονοδρόμους ή άλλα άτομα  και δεν θα ήταν λογικό να απέκοπτε με συρματόσχοινο τη διάβαση στο μονοπάτι». Πόσω μάλλον όταν οι εφεσίβλητοι 1-3 απέκοψαν τη διάβαση στο μονοπάτι τοποθετώντας το συρματόσχοινο κατά τρόπο ώστε αυτό να  καλύπτει όλο το πλάτος του μονοπατιού, με το συρματόσχοινο μάλιστα να είναι τεντωμένο και να απέχει γύρω στα 50 cm από το έδαφος.  Με αυτόν τον τρόπο, δημιούργησαν μία εξαιρετικά επικίνδυνη παγίδα για τους χρήστες του μονοπατιού, στην οποία δυστυχώς ο ενάγων έπεσε. 

 

Καταλήγουμε, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, πως πολύ ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε πως η ενέργεια τους «να δέσουν το συρματόσχοινο στον πεύκο για να απεγκλωβίσουν το αυτοκίνητο τους από το χιόνι, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν παγίδα και κίνδυνο για τον ενάγοντα», ήταν η γενεσιουργός αιτία του δυστυχήματος. Ορθά βρήκε πως αυτοί υπήρξαν αμελείς. Αν χρειάζεται εμείς να προσθέσουμε κάτι στο πιο πάνω δικαιολογημένο συμπέρασμά του, είναι ότι οι εναγόμενοι 1-3 με τη συγκεκριμένη ενέργεια τους, αψήφησαν  απερίσκεπτα (recklessly disregarded) την ασφάλεια όλων όσων χρησιμοποιούσαν το δημόσιο μονοπάτι.

 

Οι εναγόμενοι 1-3 με την έφεση τους παραπονούνται ακόμη πως εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν βρήκε πως ο ενάγων είχε συντρέχουσα αμέλεια. Όπως πρόσφατα επαναλήφθηκε στην Ανδρέας Ν. Σόλου ν. Νιόκα, Πολ. Έφ. 245/2014, ημερ. 20.6.2022, ECLI:CY:AD:2022:D251:

 

«Ως γνωστό, η συντρέχουσα αμέλεια δεν εδράζεται σε καθήκον επιμέλειας που φέρει ο Ενάγων απέναντι στον Εναγόμενο αλλά σε  καθήκον αυτοπροστασίας του με την επίδειξη ανάλογης επιμέλειας (Γεωργική Εταιρεία Πλατώνια Λτδ ν. Sharif (2012) 1(Α) ΑΑΔ, 28).                   Η αμέλεια όπως και η συντρέχουσα αμέλεια είναι θέμα πραγματικό και όχι θεωρητικό.  Η επιμέλεια και η επίδειξη της δέουσας προσοχής εξαρτάται από τις ιδιαίτερες περιστάσεις του κινδύνου που παρουσιάζεται τη δεδομένη στιγμή (Μάρκου ν. Μιχαήλ, Πολιτική Έφεση αρ. 246/12, απόφαση ημερ. 27.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:A310).»

 

 

Ένας ενάγων δεν είναι συνήθως υπόχρεος να προβλέψει ότι τρίτα πρόσωπα μπορεί να επιδείξουν αμέλεια, εκτός εάν η πείρα δείχνει ότι μία συγκεκριμένη αμέλεια είναι συνηθισμένη κάτω από τις περιστάσεις (Χαριλάου ν. Νικολάου (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1460).

  

  Να σημειώσουμε εδώ πως ο εναγόμενος 3, ο οποίος πρωτόδικα εκπροσωπήθηκε από συνήγορο άλλο από τον συνήγορο των εναγομένων 1 και 2, δεν είχε δικογραφήσει λεπτομέρειες συντρέχουσας αμέλειας του ενάγοντα.  (Τιτώνη ν. Χαρ. Πηλακούτας Λτδ (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 479). Οι εναγόμενοι 1 και 2 είχαν δικογραφήσει τις ακόλουθες λεπτομέρειες συντρέχουσας αμέλειας:

 

«Α. Χιονοδρομούσε με υπερβολική ή/και επικίνδυνη υπό τις περιστάσεις τρόπο.

Β. Παρέλειψε να ασκήσει οποιαδήποτε ή/και την πρέπουσα υπό τις περιστάσεις παρατηρητικότητα, προσοχή και επιμέλεια.

Γ.  Παρέλειψε να αντιληφθεί εγκαίρως ή/και καθόλου το όχημα του Εναγομένου αρ.1.

Δ.  Παρέλειψε να λάβει προληπτικά μέτρα για αποφυγή της σύγκρουσης.»

 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, πολύ ορθά σημείωσε πως ο ενάγων δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει ότι το χιονισμένο μονοπάτι στο οποίο έκανε σκι, θα μπορούσε να είχε αποφραχθεί με την τοποθέτηση συρματόσχοινου. Συνεπώς, δεν ετίθετο θέμα έγερσης του εν λόγω κινδύνου στη σκέψη ενός λογικού ανθρώπου (Κώστα ν. Χρυσοστομίδη (1991) 1(Α) Α.Α.Δ. 271), και ειδικότερα ενός λογικού ανθρώπου που έκανε σκι στο εν λόγω μονοπάτι.  Περαιτέρω, το συρματόσχοινο δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό, παρά μόνο από πολύ μικρή απόσταση. Όταν δε ο ενάγων διαπίστωσε την ύπαρξη του συρματόσχοινου, τον χώριζε πολύ μικρή απόσταση από αυτό, τρία-τέσσερα μέτρα. Ως εκ τούτου, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε ότι                   «οι δυνατότητες του ενάγοντα να λάβει οποιοδήποτε μέτρο για να αποφύγει τη σύγκρουση εκμηδενίστηκαν» (Πάφος Στόουν Σ. Εστέιτς Λτδ κ.ά. ν. Βαλαωρίτη κ.ά. (2000) 1(Β) Α.Α.Δ. 1090). Ούτε έχει τεθεί ενώπιον μας οτιδήποτε που να αποκαλύπτει ότι η ταχύτητα με την οποία ο ενάγων έκανε σκι, συνέβαλε στην πρόκληση του δυστυχήματος.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εφαρμόζοντας τις νομικές αρχές στα ιδιαίτερα γεγονότα της υπόθεσης, έκρινε πως ο ενάγων «δεν συνέβαλε καθόλου στην πρόκληση του δυστυχήματος». Επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο εφόσον καταδεικνύεται ότι αυτό εφάρμοσε εσφαλμένη αρχή δικαίου ή παραγνώρισε ουσιώδες γεγονός ή παράγοντα. Ουδέν από τα πιο πάνω συμβαίνει. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν καταλόγισε συντρέχουσα αμέλεια στον ενάγοντα.

Η έφεση των εναγομένων 1-3 είναι αβάσιμη και απορρίπτεται.

 

Προχωρούμε με την έφεση του ενάγοντα, με την οποία αυτός αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απερρίφθη η αγωγή του εναντίον των εναγόμενων 4 και 5. Το πρωτόδικο Δικαστήριο για το θέμα αυτό, σημείωσε τα ακόλουθα:

 

«Σύμφωνα με το άρθρο 51(2)(β) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, υποχρέωση να μην επιδεικνύουν αμέλεια έναντι κάθε προσώπου που τελούσε νόμιμα, εντός, επί ή τόσο πλησίον της ακίνητης ιδιοκτησίας τους ώστε, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επηρεάζεται από την αμέλεια τους.  (βλ. Αντωνίου ν. Συνεργ. Ταμ. Δημ. Υπαλ. Λευκωσίας Λτδ (2004) 1 ΑΑΔ 37, 43).

 

Σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα (βλ. Τεκμ. 33), το δυστύχημα έγινε σε μονοπάτι ή δρόμο εντός του δάσους και εκτός των χώρων που ενοικιάζουν και ελέγχουν οι εναγόμενοι 4 και 5.  Δεν έχουν βέβαια καθήκον επιμέλειας έναντι όσων χρησιμοποιούν το χιονοδρομικό μονοπάτι ώστε να λάβουν μέτρα για να αποτρέψουν τους χιονοδρόμους από το να το χρησιμοποιούν και να τους προστατεύσουν, σύμφωνα με την εισήγηση του δικηγόρου του ενάγοντος (βλ. γραπτή αγόρευση του σελ. 33).  Ενόψει των πιο πάνω οι εναγόμενοι 4 και 5, σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, ουδέν αμελές ή άλλο στοιχείο που συνιστά παράλειψη ή παρέκκλιση από νόμιμο καθήκον τους επέδειξαν και επομένως ουδεμία αιτιώδης συνάφεια αποδείχθηκε μεταξύ πράξεων τους ή παραλείψεων τους και του τραυματισμού του ενάγοντος.» 

 

 Ξεκινούμε από τον δεύτερο λόγο έφεσης, με τον οποίο ο ενάγων διατείνεται ότι «Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα, αυθαίρετα και/ή άλλως πως αδικαιολόγητα εξέλαβε, ότι ο Δικηγόρος του Εφεσείοντα - Ενάγοντα του εισηγήθηκε με την γραπτή αγόρευσή του (παραπέμποντας προς τούτο στην σελίδα 33 της γραπτής αγόρευσής του), πως οι Εναγόμενοι 4 και 5 – Εφεσίβλητοι δεν έχουν καθήκον επιμέλειας έναντι όσων χρησιμοποιούν το χιονοδρομικό μονοπάτι, περιλαμβανομένου του Ενάγοντα – Εφεσείοντα, ώστε να λάβουν μέτρα, για ν΄ αποτρέψουν τους Χιονοδρόμους από του να το χρησιμοποιούν και να τους προστατεύσουν».

 

 

Αναφέρουμε από τώρα πως ο πιο πάνω λόγος έφεσης είναι  αβάσιμος και τούτο γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν παρερμήνευσε τα όσα ο ευπαίδευτος συνήγορος είχε αναφέρει και τα οποία έχουμε μελετήσει. Αυτό που προκύπτει από τα όσα κατέγραψε το πρωτόδικο Δικαστήριο, είναι πως οι εναγόμενοι 4 και 5 δεν είχαν καθήκον επιμέλειας έναντι όσων χρησιμοποιούσαν το μονοπάτι, αφού δεν ήταν χώρος που κατείχαν ή ήλεγχαν οι ίδιοι. Κατ΄ επέκταση, σημείωσε πως οι εναγόμενοι 4 και 5 δεν είχαν υποχρέωση να λάβουν μέτρα για να αποτρέψουν τους χιονοδρόμους από του να χρησιμοποιούν το μονοπάτι, ως εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος, εισήγηση την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε.  Ανεξάρτητα όμως από τα πιο πάνω, θα πρέπει να πούμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε το θέμα στη βάση των ευρημάτων του, στα οποία προέβη κατόπιν αξιολόγησης της μαρτυρίας που είχε τεθεί ενώπιον του, και όχι στη βάση των όσων είχαν καταγραφεί στην αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου.

 

Προχωρούμε με τον πρώτο λόγο έφεσης, στον οποίο έχουμε ήδη κάνει αναφορά.  Όπως ορθά σημειώνουν και οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των εναγομένων 4 και 5, η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «Το σημείο που έγινε το δυστύχημα βρίσκεται σε χώρο που δεν κατέχεται ούτε ελέγχεται από τους εναγόμενους 4 και 5. Βρίσκεται εντός του κρατικού δάσους Τροόδους και ανήκει στην Κυπριακή Δημοκρατία», δεν προσβάλλεται.  Το ίδιο ισχύει και για το εύρημα του ότι «Οι δύο πίστες ήταν οριοθετημένες με πλαστικό δίχτυ που κάλυπτε τα όρια τους, ενώ το χιονοδρομικό μονοπάτι δεν ήταν». Μάλιστα από την αιτιολογία του συγκεκριμένου λόγου έφεσης, φαίνεται πως ο ενάγων δέχεται ως ορθά τα πιο πάνω ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

Να υποδείξουμε ότι στην παρ. 5 της Έκθεσης Απαίτησης, ο ενάγων εξάρτησε την ευθύνη των εναγομένων 4 και 5 από το γεγονός ότι ο χώρος στον οποίο έγινε το δυστύχημα, ήταν χώρος διεξαγωγής των χιονοδρομιών κάτω από τον έλεγχο τους. Παρατίθεται αυτολεξεί η εν λόγω παράγραφος:

 

«Κατά ή περί τις 18/1/04 και περί ώρα 14:00 ο Ενάγοντας χιονοδρομούσε και έκανε κατάβαση με τα σκι μέσα στο δάσος, στο χώρο διεξαγωγής των χιονοδρομιών που ελέγχονται από τους Εναγομένους 4 και 5 ή οποιουδήποτε από αυτούς και μετέβαινε από συγκεκριμένη ειδική δίοδο, από την χιονοδρομική πίστα «ΔΙΑΣ», προς την χιονοδρομική πίστα «ΗΡΑ», οι οποίες απέχουν μεταξύ τους περίπου 250 μέτρα, νόμιμα, κανονικά και με όλη την αναγκαία φροντίδα και προσοχή».

(Η υπογράμμιση γίνεται από το παρόν Δικαστήριο)

 

 

 

Το περιεχόμενο της εν λόγω παραγράφου οι εναγόμενοι 4 και 5 είχαν αρνηθεί με το δικόγραφο τους. Ως ελέχθη, το αδιαμφισβήτητο εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ότι το δυστύχημα δεν έλαβε χώρα «στο χώρο διεξαγωγής των χιονοδρομιών που ελέγχονται από τους εναγόμενους 4 και 5», ως ο ενάγων είχε δικογραφήσει, αλλά σε χώρο «που δεν κατέχεται ούτε ελέγχεται από τους εναγόμενους 4 και 5».  Το θέμα τελειώνει εδώ, και δεν μπορεί τώρα να τίθεται θέμα ευθύνης των εναγομένων 4 και 5, στη βάση πλέον του αδιαμφισβήτητου γεγονότος ότι το ατύχημα δεν έγινε σε χιονοδρομικές πίστες τις οποίες κατείχαν και/ή ήλεγχαν οι εναγόμενοι 4 και 5, αλλά σε δημόσιο μονοπάτι, το οποίο ούτε κατείχαν ούτε ήλεγχαν.    

 

Και η έφεση του ενάγοντα είναι αβάσιμη και απορρίπτεται.   

 

Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται ως ορθή.

 

Κάθε αποτυχών εφεσείων να καταβάλει τα έξοδα της έφεσης που καταχώρισε, και τα οποία καθορίζονται σε €3.500, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, σε κάθε έφεση.

 

 

                                                      Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

 

 

                                                      Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

 

                                                      Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.   

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο