ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 88/2024)

 

 

 21 Ιουνίου, 2024

 

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964)

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ALI KHALEDI BATRASHI ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΤΩΝ ΑΠΑΤΡΙΔΩΝ ΩΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΓΙΑ ΕΝΑ ΕΝΙΑΙΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ Ή ΓΙΑ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΑΡΕΧΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟ (ΚΕΦ. 105) ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2008/115/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ:

1.   ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

2.   ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ ALI KHALEDI BATRASHI ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 9ΣΤ (1), 21 ΚΑΙ 29 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 33 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2011/95/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΤΩΝ ΑΠΑΤΡΙΔΩΝ ΩΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΓΙΑ ΕΝΑ ΕΝΙΑΙΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ Ή ΓΙΑ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΑΡΕΧΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 14 ΚΑΙ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤ’ ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 13, 15 ΚΑΙ 16 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ.

________________________________________________________________

 

Ν. Χαραλαμπίδου (κα) για Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

 

Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Καθ’ ου η Αίτηση.

 

______________________________________________________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής αιτείται την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum ώστε να αφεθεί ελεύθερος γιατί, όπως διατείνεται, η διάρκεια κράτησης του για σκοπούς απέλασης καθιστά την κράτηση του παράνομη.

 

Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της Αργυρώς Μιχαήλ, Δικηγόρου στο γραφείο των Δικηγόρων του Αιτητή Νικολέττα Χαραλαμπίδου ΔΕΠΕ. Η Δημοκρατία καταχώρισε ειδοποίηση πρόθεσης Ένστασης που υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του Μιχάλη Ιωάννου, Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

Το αδιαμφισβήτητο ιστορικό, όπως αυτό προκύπτει τόσο μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, όσο και μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση, σε συνάρτηση και με τα σχετικά έγγραφα που κατατέθηκαν ως Τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου είναι, σε γενικές γραμμές, το ακόλουθο:

 

·        Ο Αιτητής, ALI KHALEDI BATRASHI, είναι υπήκοος του Ιράν, κάτοχος διαβατηρίου με αριθμό [ ], με ημερομηνία γέννησης την [ ].

·        Ο Αιτητής αφίχθηκε παράνομα στη Δημοκρατία.

·        Στις 28/9/2007 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για παροχή καθεστώτος διεθνούς προστασίας, μαζί με την κα ABIAT SADIGHEH, πρώην σύζυγό του.

·        Στις 21/4/2008 ο Αιτητής εξασφάλισε από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, άδεια προσωρινής παραμονής στη Δημοκρατία, η οποία ανανεώθηκε μέχρι και τις 7/7/2009.

·        Στις 11/6/2009 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση ασύλου που υπέβαλε ο Αιτητής με την πρώην σύζυγο του.

·        Την 1/7/2009 ο Αιτητής και η πρώην σύζυγος του καταχώρισαν διοικητική προσφυγή κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία απορρίφθηκε στις 27/5/2011.

·        Ακολούθως, στις 22/7/2011, η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 27/5/2011, κοινοποιήθηκε στον Αιτητή και την πρώην σύζυγό του.

·        Στις 19/8/2011 τα στοιχεία του Αιτητή καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων του Αρχηγείου της Αστυνομίας.

·        Την 1/9/2011 ο Αιτητής και η πρώην σύζυγος του υπέβαλαν αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου τους και επανεξέτασης του αιτήματος τους για παραχώρηση διεθνούς προστασίας στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων. Στις 14/9/2011 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων αποφάσισε να παραχωρήσει στον Αιτητή, την πρώην σύζυγο του και τη θυγατέρα τους καθεστώς προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, για περίοδο έξι μηνών, ήτοι μέχρι τις 14/3/2012.

·        Στις 18/10/2011 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε ειδική άδεια παραμονής στον Αιτητή για ανθρωπιστικούς λόγους μέχρι και τις 14/3/2012.

·        Στις 13/3/2012 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων αποφάσισε την ανανέωση της άδειας προσωρινής διαμονής του Αιτητή και των μελών της οικογένειας του για ανθρωπιστικούς λόγους.

·        Στις 30/7/2012 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε ειδική άδεια παραμονής στον Αιτητή, για ανθρωπιστικούς λόγους, μέχρι και τις 31/12/2012.

·        Στις 2/12/2012 τα στοιχεία του Αιτητή καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων, καθότι εναντίον του εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης για αδίκημα που τελέστηκε στις 24/11/2012 στη Λεμεσό.

·        Στις 5/12/2012 ο Αιτητής προσήλθε για διαβατηριακό έλεγχο (αφίξεων) στον Αερολιμένα Λάρνακας και διαπιστώθηκε ότι τα στοιχεία του βρίσκονται εντός του ευρετηρίου αναζητούμενων προσώπων. Στη συνέχεια ο Αιτητής συνελήφθη.

·        Στις 15/1/2013 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων αποφάσισε την ανανέωση της άδειας προσωρινής διαμονής του Αιτητή και των μελών της οικογένειας του, για ανθρωπιστικούς λόγους, μέχρι και τις 31/12/2013.

·        Στις 26/5/2014 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε ειδική άδεια παραμονής στον Αιτητή για ανθρωπιστικούς λόγους, μέχρι και τις 31/12/2014.

·        Στις 2/7/2014 το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε διαζύγιο για τη λύση του γάμου του Αιτητή με την κα ABIAT SADIGHEH.

·        Στις 26/9/2014 ο Αιτητής τέλεσε πολιτικό γάμο με την κα Leila Nasihati Belsabneh, υπήκοο του Ιράν.

·        Σημειώνεται ότι η σύζυγος του Αιτητή, κα Leila Nasihati Belsabneh, είναι αναγνωρισμένη πρόσφυγας από τις 23/6/2004.

·        Ακολούθως, στις 20/1/2015, ο Αιτητής εξασφάλισε άδεια προσωρινής διαμονής στη Δημοκρατία, ως εξαρτώμενο πρόσωπο αναγνωρισμένου πρόσφυγα, με ισχύ μέχρι την 1/7/2017.

·        Στις 2/6/2015 το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε διάταγμα με το οποίο ανατέθηκε στον Αιτητή η γονική μέριμνα των ανήλικων τέκνων του.

·        Στις 12/10/2016 ο Λειτουργός του Τμήματος ενημέρωσε με επιστολή τον Αιτητή ότι τα στοιχεία του αφαιρέθηκαν από τον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων.

·        Στις 25/11/2016, η ΥΑΜ απέστειλε σχετική επιστολή σύμφωνα με την οποία αναφέρετο ότι εξετάζετο εναντίον του Αιτητή ποινική υπόθεση από τον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Ιωάννη για το αδίκημα της παράνομης απασχόλησης, αδίκημα που διαπράχθηκε στις 11/11/2016 στη Λεμεσό.

·        Στις 10/1/2018 ο Αιτητής εξασφάλισε άδεια προσωρινής διαμονής στη Δημοκρατία, ως σύζυγος αναγνωρισμένου πρόσφυγα, με ισχύ μέχρι τις 10/1/2021.

·        Επιπρόσθετα, στις 16/6/2021, ο Αιτητής εξασφάλισε άδεια προσωρινής διαμονής στη Δημοκρατία, ως αναγνωρισμένος πρόσφυγας, με ισχύ μέχρι τις 16/6/2024.

·        Στις 13/1/2022 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε ταξιδιωτικό έγγραφο στον Αιτητή με ισχύ μέχρι τις 13/1/2027.

·        Στις 4/11/2023, ο Αιτητής συνελήφθη δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης για σκοπούς διερεύνησης ποινικής υπόθεσης αναφορικά με τη διάπραξη αδικημάτων που αφορούσαν, μεταξύ άλλων,  συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του Άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση κατά παράβαση του Άρθρου 63Α του Κεφ. 154, συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων κατά παράβαση του Άρθρου 63Β του Κεφ. 154.

·        Στις 19/11/2023 εκδόθηκε εναντίον του Αιτητή Διάταγμα Απέλασης δυνάμει του Άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου.

·        Στις 14/12/2023 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης αποφάσισε την ακύρωση της άδειας διαμονής του Αιτητή και του ταξιδιωτικού εγγράφου που του χορηγήθηκαν στη βάση αναγνώρισης του καθεστώτος αναγνωρισμένου πρόσφυγα.

·        Στις 20/12/2023 η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε εκ νέου Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης του Αιτητή δυνάμει των παραγράφων (ζ) και (κ) του εδαφίου (1) του Άρθρου 6 και του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, αφού προηγουμένως ακύρωσε στις 20/12/2023 τα Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης, ημερ. 19/11/2023.

·        Στις 29/12/2023 ο Αιτητής καταχώρισε την υπ’ αρ. 2183/2023 Προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο κατά της Απόφασης ημερ. 20/12/2023, η οποία αφορούσε την κήρυξη του ως απαγορευμένου μετανάστη, καθώς και των Διαταγμάτων Απέλασης και Κράτησης ιδίας ημερομηνίας που εκδόθηκαν εναντίον του.

·        Στις 6/2/2024 το Διοικητικό Δικαστήριο εξέδωσε Απόφαση στην Προσφυγή με αρ. 2183/2023 με την οποία η Προσφυγή του Αιτητή απερρίφθη. Εναντίον της εν λόγω Απόφασης ασκήθηκε  η Έφεση υπ’ αρ. 11/2024 η οποία εκκρεμεί.

·        Στις 29/4/2024 η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης με επιστολή της ενημερώνει το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών για τις ενέργειες που λαμβάνουν χώρα και τις διαδικασίες που ακολουθούνται σε σχέση με την απέλαση κρατουμένων, μεταξύ των οποίων και ο Αιτητής. Στην εν λόγω επιστολή επισυνάπτεται κατάσταση η οποία αφορά τον Αιτητή και στην οποία καταγράφεται ότι γίνονται προσπάθειες για εντοπισμό του διαβατηρίου του Αιτητή.

 

Κατόπιν αιτήματος των Καθ’ων η Αίτηση καταχωρίστηκε συμπληρωματική ένορκη δήλωση, στην οποία αναφέρθηκε ότι στις 14/6/2024 οι προσπάθειες για εντοπισμό του διαβατηρίου του Αιτητή είχαν καρποφορήσει, εφόσον το διαβατήριο του, το οποίο είχε εκδοθεί από τις Ιρανικές Αρχές στις 2/11/2021 με ισχύ μέχρι τις 2/11/2026, είχε εντοπιστεί. Ακολούθησε στη συνέχεια συμπληρωματική ένορκη δήλωση και από μέρους του Αιτητή, στην οποία αναφέρθηκε ότι αυτό που είχε εντοπιστεί δεν ήταν το πρωτότυπο διαβατήριο του Αιτητή, αλλά απλό αντίγραφο το οποίο, όπως προβλήθηκε, θα πρέπει να ήταν στην κατοχή των Καθ’ων η Αίτηση εξ αρχής όταν είχαν προβεί σε έρευνες στο σπίτι και στο όχημα του εδώ και επτά μήνες.

Όπως είναι καλά γνωστό, το Προνομιακό Ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημητράκης Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη πράξη, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση για έκδοση του εντάλματος συνιστά η απόδειξη εκ μέρους του αιτούντος του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας δια της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ’ ισχυρισμό τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388, σελ. 400).

 

Το Δικαστήριο έχει διεξέλθει με προσοχή όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν θέσει ενώπιον του, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που ανέπτυξαν τόσο γραπτώς όσο και δια ζώσης.

 

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι η διάρκεια της κράτησης, σε αντίθεση με τον έλεγχο της νομιμότητας της έκδοσης των ιδίων των Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης ως διοικητικής πράξης, ελέγχεται με Habeas Corpus. Το παράπονο του Αιτητή επικεντρώνεται στη διάρκεια της κράτησης η οποία άρχισε με την έκδοση των σχετικών Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης (των αρχικών) στις 19/11/2023 και έκτοτε συνεχίζεται.

 

Ο Αιτητής έχει κριθεί ως απαγορευμένος μετανάστης στο έδαφος της Δημοκρατίας κατά τα διαλαμβανόμενα στα Άρθρα 6 (1)(ζ) και (κ)[1] λόγω του ότι η προσωπική του συμπεριφορά κρίθηκε από τα εντεταλμένα και συντεταγμένα όργανα της Πολιτείας ότι είναι τέτοια που να τον κατατάσσει ως πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της Δημοκρατίας και εναντίον του εξεδόθησαν  Διατάγματα Απέλασης και Κράτησης δυνάμει του Άρθρου 14 του Κεφ. 105, ημερ. 20/12/2023. Το Άρθρο 14 διαλαμβάνει συναφώς τα ακόλουθα:

 

«14.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού και των όρων οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης που χορηγήθηκε βάσει του Νόμου αυτού ή οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδόθηκαν βάσει αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου, ο Ανώτερος Λειτουργός Μετανάστευσης δύναται να διατάξει οποιοδήποτε αλλοδαπό ο οποίος είναι απαγορευμένος μετανάστης ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, αφού εισήλθε στη Δημοκρατία με άδεια να παραμείνει σε αυτή για περιορισμένη περίοδο, παραμένει στη Δημοκρατία μετά την παρέλευση της περιόδου αυτής ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο περιλαμβάνεται εντός της κατηγορίας που απαριθμείται στην παράγραφο (9) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 να απελαθεί από τη Δημοκρατία και, εν τω μεταξύ, να τεθεί υπό κράτηση.»

 

 

          (Ο τονισμός είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

 

Όπως προκύπτει από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, η κράτηση του Αιτητή βασίστηκε στο λόγο που αφορά στον κίνδυνο διαφυγής (στη βάση του Άρθρου 18ΠΣΤ(1)).

 

Είναι φανερό από τις πιο πάνω πρόνοιες ότι η κράτηση διατάσσεται ούτως ώστε να επιτευχθεί η απέλαση.

 

 

Αποτέλεσε θέση της συνηγόρου του Αιτητή ότι η κράτηση του για σκοπούς απέλασης έχει καταστεί παράνομη από απόψεως διάρκειας εφόσον, όπως υποστηρίχθηκε, δεν υφίσταται οποιαδήποτε προοπτική απέλασης, ενώ δεν επιδεικνύεται η δέουσα επιμέλεια εκ μέρους των Καθ' ων η Αίτηση και ότι ούτε η ανεύρεση αντιγράφου του διαβατηρίου του Αιτητή συνιστά ενέργεια η οποία υποδηλώνει δέουσα επιμέλεια. Υποστηρίχθηκε, επίσης, ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η κράτηση του Αιτητή επανεξετάστηκε αυτεπαγγέλτως κάθε δύο μήνες σύμφωνα με το Νόμο, ούτε υπάρχει απόφαση για παράταση της διάρκειας κράτησης πέραν των έξι μηνών, κατά κατάφορη παραβίαση των ελάχιστων εγγυήσεων που ο ίδιος ο Νόμος και η Οδηγία 2008/115/ΕΚ θέτουν.

 

Την αντίθετη θέση πρόβαλε η συνήγορος για τους Καθ’ ων η Αίτηση επισημαίνοντας ότι η διαδικασία απομάκρυνσης του Αιτητή βρίσκεται σε εξέλιξη, γεγονός το οποίο ενισχύεται από την εξεύρεση του διαβατηρίου του, το οποίο δύναται να χρησιμοποιηθεί με σκοπό την εκτέλεση του Διατάγματος Απέλασης.  Υποστηρίχθηκε, συναφώς, ότι ο εντοπισμός του διαβατηρίου του Αιτητή, ακόμη και σε αυτό το στάδιο, επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια με την οποία οι Καθ’ ων η Αίτηση ενεργούν προς το σκοπό της απέλασης του Αιτητή. Όπως τονίσθηκε, η πάροδος του χρόνου κράτησης του Αιτητή συνδέετο άρρηκτα με τον μη εντοπισμό του διαβατηρίου του.

 

Η κράτηση, ως περιορισμός του δικαιώματος της ελευθερίας το οποίο διασφαλίζεται όχι μόνο από το Σύνταγμα (Άρθρο 11), αλλά και από την ΕΣΔΑ (Άρθρο 5), δεν μπορεί να καθίσταται αυτοσκοπός με την επ' αόριστο αναβολή της απέλασης. Όπως χαρακτηριστικά τέθηκε στην υπόθεση Khlaief ν. Δημοκρατίας (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402

 

«Η κράτηση είναι περιορισμός του συνταγματικού δικαιώματος της ελευθερίας. Η απόκλιση επιτρέπεται από το Άρθρο 11.2(στ) "προς το σκοπό απελάσεως". Δεν μπορεί να καθίσταται αυτοσκοπός με την επ' αόριστο αναβολή της απέλασης, ούτε να απολήγει ουσιαστικά σε αδικαιολόγητη κράτηση. Γενομένη με την προοπτική της απέλασης, εξυπακούεται ότι η απέλαση θα γίνει εντός του ευλόγου χρόνου που απαιτείται προς διευθέτηση της. Άλλως, ο λόγος της συνέχισης της καταρρέει. Τούτο επιτάσσει δε όχι μόνο το όλο πνεύμα του Άρθρου 11 προς το σκοπό προστασίας των δικαιωμάτων του αλλοδαπού αλλά και η ίδια η επιδίωξη της απέλασης που είναι η άνευ χρονοτριβής αποκατάσταση της νομιμότητας με το ακραίο και αποτελεσματικό μέτρο της απομάκρυνσης του διαπιστωθέντος μη δικαιούμενου να ευρίσκεται στη Δημοκρατία αλλοδαπού.»

 

 

Υπάρχει πλούσια νομολογία αναφορικά με τις αρχές που διέπουν τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης σε περιπτώσεις απέλασης. Ό,τι βασικά προκύπτει είναι ότι η κράτηση για σκοπούς απέλασης πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να δικαιολογείται η διατήρηση της ή η παράταση της, ενόσω οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν ενέργειες για την απέλαση και επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια, ενόσω, βεβαίως, υφίσταται εύλογη προοπτική απομάκρυνσης. Εν ολίγοις, η κράτηση προσώπου εναντίον του οποίου εκκρεμεί διαδικασία απελάσεως δεν πρέπει να παρατείνεται για δυσανάλογο χρονικό διάστημα, ήτοι δεν πρέπει να υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.

 

Όπως έχει αναφερθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση Khoshorauli, Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2019, ημερ. 21/1/2019

 

«Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του ΕΔΑΔ το κατά πόσο η διάρκεια των διαδικασιών απέλασης μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα της κράτησης, εξαρτάται αποκλειστικά από τα γεγονότα της υπόθεσης με δεδομένο πάντοτε ότι η κράτηση δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά διενεργείται με σκοπό την απέλαση

 

 

Αποτελεί αρχή της νομολογίας ότι η διάρκεια της κράτησης δεν εξετάζεται                     in abstracto, αλλά στη βάση των συγκεκριμένων γεγονότων της υπόθεσης               (βλ. Essa Murad Khlaief (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402 και Habibi Pour Ali Fasel, Πολιτική Έφεση Αρ. 236/2015, ημερ. 31/3/2016).

 

Σε σχέση με το βάρος απόδειξης σε τέτοιου είδους αιτήσεις αναφέρονται τα ακόλουθα στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 55, σελ. 69 - 70:

 

«Το βάρος απόδειξης ότι εκ πρώτης όψης μια κράτηση είναι παράνομη, το έχει ο αιτητής. Σαν θέμα τακτικής ο αιτητής πρέπει να αποδείξει μια εκ πρώτης όψης υπόθεση που δημιουργεί ερωτηματικά ως προς τη νομιμότητα της κράτησής του. Όταν η υπόθεση του βασίζεται πάνω σε γεγονότα έχει το αποδεικτικό βάρος (evidential burden) να παρουσιάσει ικανοποιητική μαρτυρία που μπορεί να οδηγήσει στην πιθανότητα ενός ευνοϊκού για τον ίδιο συμπεράσματος. Σε μια τέτοια περίπτωση το νομικό βάρος (legal burden) μεταφέρεται στους ώμους του καθ'ου η αίτηση που καλείται να δικαιολογήσει την κράτηση.»

 

 

 

Έχοντας εξετάσει τις πιο πάνω εισηγήσεις, θα πρέπει να υπομνηστεί πως η δικαστική κρίση για το εύλογο ή μη του χρόνου κράτησης είναι ζήτημα πραγματικό και συνυφασμένο με τους λόγους που τυχόν δημιουργούν καθυστέρηση και εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης, όπως οι ανωτέρω αποφάσεις εξηγούν.

 

Στην υπόθεση Al Lakoud, Πολιτική Έφεση Αρ. 95/2020, ημερ. 8/6/2021, ECLI:CY:AD:2021:A232,  όπου η κράτηση είχε διαταχθεί για λόγους εθνικής ασφάλειας, υποδείχθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως: 

 

«Όπως ορθά επισημάνθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, στην προκείμενη περίπτωση ο έλεγχος της διάρκειας της κράτησης δεν εξετάζετο μεμονωμένα, αλλά στο πλαίσιο των γεγονότων της υπόθεσης, επισημαίνοντας ότι εξετάζεται κατά πόσο οι ανάλογες και σχετικές διοικητικές διαδικασίες που διεξάγονται, εξετάζονται και συνδέονται με το λόγο κράτησης και ότι αυτές εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις

 

 

 

Από τα ενώπιον μου στοιχεία είναι σαφές ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση ενέταξαν την υπό κρίση κράτηση του Αιτητή στις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105.

 

Το Άρθρο 18ΠΣΤ(5)(α) του Κεφ. 105 διαλαμβάνει ότι η διάρκεια της κράτησης στη βάση του Άρθρου 18ΠΣΤ ελέγχεται με αίτηση Habeas Corpus, ενώ ο έλεγχος της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης διενεργείται μέσω προσφυγής με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α) του Νόμου.

 

Στην υπόθεση Guo Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725 τονίστηκε πως, «η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σταθερά αποδέχεται ότι μόνο με αίτηση Habeas Corpus μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης αλλοδαπού από πλευράς της διάρκειας της συμφώνως των προνοιών του Άρθρου 18ΠΣΤ του νόμου».

 

Το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου, εισήχθη με τον τροποποιητικό Νόμο                                  Ν. 153(Ι)/2011, για σκοπούς εναρμόνισης µε την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας µε τίτλο «Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 16ης Δεκεµβρίου 2008, σχετικά µε τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη µέλη για την επιστροφή των παρανόµως διαµενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και οι πρόνοιες του είναι επιτακτικές.

 

Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Zoran Todorovic (2013) 1 Α.Α.Δ. 2578, «ο πρωταρχικός σκοπός της Οδηγίας ήταν να προβλέψει για τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου για κάθε περίοδο κράτησης είτε αρχική, είτε επί παράταση».

 

Το εδάφιο (1) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου εξουσιοδοτεί τον Υπουργό Εσωτερικών να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασίες επιστροφής. Αυτό μπορεί να γίνει «μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης». Προβλέπεται ότι «τέτοια κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσο χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια».

 

Η κράτηση προσώπου για σκοπούς απέλασης πρέπει, με βάση το Άρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου «να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια». Περαιτέρω, κάθε διάταγμα κράτησης επανεξετάζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών (α) αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο και (β) σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, κατ’ αίτηση του επηρεαζόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Η κράτηση εξακολουθεί καθόλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του Άρθρου 18ΠΣΤ(1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες[2]. Ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να παρατείνει το χρονικό αυτό διάστημα για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες σε περιπτώσεις όπου (α) ο υπήκοος τρίτης χώρας αρνείται και συνεργαστεί ή                 (β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες[3] (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Zoran Todorovic (ανωτέρω)).

 

Στην υπό συζήτηση περίπτωση διαπιστώνεται απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας ότι η κράτηση του Αιτητή έτυχε οποιασδήποτε επανεξέτασης με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 18ΠΣΤ,  ήτοι ανά δίμηνο. Το μόνο που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου είναι μια επιστολή ημερ. 29/4/2024 από την ΥΑΜ με την οποία ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ενημερώνεται γενικά για διάφορα πρόσωπα τα οποία κρατούνται στο Χώρο Κράτησης Απαγορευμένων Μεταναστών πέραν των δύο μηνών μέχρι τις 30/4/2024, για σκοπούς ενημέρωσης και βοήθειας στην επανεξέταση της κράτησης τους και στη λήψη απόφασης στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του Διευθυντή, μεταξύ άλλων και του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105 (Τεκμήριο 32 στην Ένορκη Δήλωσης της Ένστασης). Ούτε υπήρξε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι η κράτηση του Αιτητή μετά την εκπνοή των έξι μηνών από το αρχικό Διάταγμα ημερ. 19/11/2023, έχει παραταθεί από τον Υπουργό. Δεδομένης της μη προσκόμισης οποιασδήποτε μαρτυρίας τόσο σε σχέση με την επανεξέταση από τον Υπουργό του Διατάγματος Κράτησης ανά δίμηνο, όσο και σε σχέση με απόφαση για παράταση μετά την εκπνοή των έξι μηνών, αναμφίβολα προκύπτει παραβίαση των επιτακτικών προνοιών του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105.  Πέραν αυτού ουδεμία ουσιαστική μαρτυρία τέθηκε ως προς τις ενέργειες που έγιναν προς επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού της απέλασης. Κατ’ ακρίβειαν ουδέν συγκεκριμένο αναφέρεται ως προς ενέργειες που η διοίκηση έκαμε για την προετοιμασία επιστροφής και την απομάκρυνση του Αιτητή στο πλαίσιο της δικής της υποχρέωσης να εξελίσσει και να εκτελεί τη διαδικασία απομάκρυνσης «με τη δέουσα επιμέλεια» (Άρθρο 18ΠΣΤ(1) του Νόμου). Η απλή αναφορά ότι γίνονταν προσπάθειες για εντοπισμό του διαβατηρίου του δεν επαρκεί, εφόσον δεν αποκαλύπτεται τι διαβήματα είχαν εν τω μεταξύ λάβει χώρα προς υλοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού της απέλασης.

 

Σχετική με τα πιο πάνω είναι η ακόλουθη περικοπή από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Muhammad Ashfaq (2014) 1 Α.Α.Δ. 173,                    σελ. 183:

    «Μέσα στα πλαίσια του ελέγχου της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης εντάσσεται και η υποχρέωση του Υπουργού Εσωτερικών να επανεξετάζει ανά δίμηνο την κράτηση. Η εξέταση αυτή ασφαλώς και δεν είναι ένα απλό εσωτερικό διοικητικό μέτρο που δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη κατά την εισήγηση της Δημοκρατίας. Δεν εξετάζεται εδώ διοικητική απόφαση. Οι όποιες ενέργειες του Υπουργού δυνάμει του Άρθρου 18ΠΣΤ(4), εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο ελέγχου της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης. Με σκοπό τη διασφάλιση ότι η κράτηση δεν θα υπερβαίνει τους έξι μήνες, και αυτό μόνο για καλό λόγο, είναι που ο Υπουργός οφείλει να επανεξετάζει ανά δίμηνο έκαστη περίπτωση κράτησης. Στα πλαίσια αυτά, η εξέταση δεν είναι επαρκής εάν είναι τυποποιημένη. Θα πρέπει η τυχόν έγκριση για παράταση ή συνέχιση της κράτησης να αιτιολογείται με αναφορά στα κριτήρια που θέτει το εδάφιο (1) του Άρθρου 18ΠΣΤ και να καταγράφεται ότι η κράτηση παραμένει αναγκαία πάντοτε για σκοπούς της προετοιμασίας επιστροφής ή της διαδικασίας απομάκρυνσης για συγκεκριμένους λόγους οι οποίοι θα πρέπει να εξειδικεύονται. Εδώ πέραν από την παντελή έλλειψη ένδειξης ότι δόθηκε έγκριση και μάλιστα από τον Υπουργό, δεν στοιχειοθετείται και κανένας συγκεκριμένος λόγος γιατί η παράταση της κράτησης είναι αναγκαία. Η απλή αναφορά ότι ο αιτητής δεν κατέχει διαβατήριο δεν επαρκεί, εφόσον έπρεπε να εξηγηθεί τι διαβήματα έγιναν, για παράδειγμα, για την εξασφάλιση ταξιδιωτικού εγγράφου ή άλλου τρόπου απομάκρυνσης.

 

Η ύπαρξη διοικητικών μέτρων κράτησης και απέλασης λόγω του ότι ο αιτητής κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του Άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, δεν εξουδετερώνει την αναγκαιότητα για το συνεχή έλεγχο που θα πρέπει να γίνεται από τις διοικητικές και δικαστικές αρχές ως προς τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης.»

 

 

Εν κατακλείδι, λαμβάνοντας υπόψιν το σύνολο των περιστάσεων που περιβάλλουν την υπό κρίση περίπτωση, η συνέχιση της κράτησης του Αιτητή δεν δικαιολογείται. Επιβάλλεται, ως εκ τούτου, η παρέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Η Αίτηση εγκρίνεται.

 

Εκδίδεται Ένταλμα Habeas Corpus ad subjiciendum και διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση του Αιτητή.

 

Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Δημοκρατίας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

                                                    Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

Δ.



[1] 6.-(1) Τα ακόλoυθα πρόσωπα θα είvαι απαγoρευμέvoι μεταvάστες και, τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv διατάξεωv πoυ δυvατό vα περιέχovται σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv δυvάμει αυτoύ ή σε oπoιoδήπoτε Διάταγμα τoυ Υπoυργικoύ Συμβoυλίoυ, δεv θα επιτρέπεται η είσoδoς στη Δημoκρατία σε:-

……………………………………………………………………………………………………………………

(ζ) oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo φαίvεται από μαρτυρία τηv oπoία τo Υπoυργικό Συμβoύλιo δυvατό vα θεωρήσει επαρκή, ότι εvδέχεται vα συμπεριφερθεί κατά τέτoιo τρόπo πoυ vα καταστεί επικίvδυvo στηv ησυχία, δημόσια τάξη, έvvoμη τάξη ή δημόσια ήθη ή vα πρoκαλέσει έχθρα, μεταξύ τωv πoλιτώv της Δημoκρατίας και της Αυτής Μεγαλειότητας ή vα ραδιoυργήσει εvαvτίov της εξoυσίας της Αυτής Μεγαλειότητας και αρχής στη Δημoκρατία·

………………………………………………………………………………………………………………..

(κ) oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo εισέρχεται ή διαμέvει στη Δημoκρατία κατά παράβαση oπoιασδήπoτε απαγόρευσης, όρoυ, περιoρισμoύ ή επιφύλαξης πoυ περιλαμβάvεται στo Νόμo αυτό ή σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή σε oπoιαδήπoτε άδεια πoυ παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv Καvovισμώv αυτώv·

[2] (7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) και της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), η κράτηση εξακολουθεί καθ’ όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

[3] 8) Ο Υπουργός Εσωτερικών δε δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) παρά μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή-

(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί, ή

(β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο