ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

i-justice

(Αρ. Αίτησης 118/2024)

 

  6 Αυγούστου 2024

 

[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΕΩΣ (ΑΡ.3) ΤΟΥ 2022

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ 2018 ΚΑΙ 2024

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ RECOLTA ENTERPRISES LIMITED (HE 130578) ΓΙΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI KAI PROHIBITION

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΡΕΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 6/12/2023 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΡ.6/2016, ΚΑΤΟΠΙΝ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 17/11/2023 ΤΟΥ Δρ ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΛΗΡΙΔΗ, ΕΝΔΙΑΜΕΣΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ FOLANTEZ INVESTMENTS LTD (HE 260997) ME TO ΟΠΟΙΟ ΕΓΚΡΙΘΗΚΕ Η ΤΙΜΗ ΠΩΛΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΔΙΚΗΣ ΕΠΑΥΛΗΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΔΟ STAUFENBERGSTRABE 50A, BADEN-BADEN ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΣΟ ΤΩΝ €8.542.500 ΕΞΑΙΡΟΥΜΕΝΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΠΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΔΙΚΗΣ ΕΠΑΥΛΗΣ

____________________

 

Μ. Μάρκου με Γ. Τουμαζή (κα) για Σκορδής, Παπαπέτρου & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για την Αιτήτρια.

 

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

    ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:  Η Αιτήτρια ζητά άδεια για να καταχωρίσει αίτηση με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση του διατάγματος ημερ.6.12.2023, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, το κατώτερο Δικαστήριο, στην Αλλοδαπή Αίτηση Αρ.6/2016, με το οποίο εγκρίθηκε η τιμή πώλησης μιας έπαυλης στη Γερμανία για το ποσό των €8.542.500. 

 

    Δεν έχει ζητηθεί επέκταση του χρόνου για την καταχώριση την 25.6.2024 της Αίτησης για άδεια, αφού είναι η θέση της Αιτήτριας ότι έλαβε γνώση του διατάγματος την 22.5.2024 (Καν.5(1) των περί του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Κανονισμών του 2018 έως 2024).

    Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, η Αιτήτρια έχει προς όφελος της ενεχυριασμένες τις μετοχές της κυπριακής εταιρείας Folantez Investments Ltd η οποία είναι η ιδιοκτήτρια της έπαυλης.  Η ενεχυρίαση παραχωρήθηκε προς εξασφάλιση δανείου ποσού €12.000.000  από τον Gennady Vasiliev, τελικό δικαιούχο (ultimate beneficial owner) της Αιτήτριας, προς τον Igor Mikchailovich Bakay, τελικό δικαιούχο της Melipest Trading Ltd, από τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, που κατέχει τις μετοχές της Folantez.  Η Αιτήτρια έχει καταχωρίσει αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (Αγωγή Αρ.3927/2017) με την οποία αξιώνει, μεταξύ άλλων, διακήρυξη αναφορικά με την εγκυρότητα της προς όφελος της ενεχυρίασης.

 

    Η Αλλοδαπή Αίτηση, στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε το επίδικο διάταγμα, είχε καταχωριστεί από την RCB Bank Ltd, τώρα Finstella Ltd, για την αναγνώριση, εγγραφή και εκτέλεση αλλοδαπής διαιτητικής απόφασης που η RCB είχε εξασφαλίσει εναντίον του Bakay.  Με την καταχώριση της Αλλοδαπής Αίτησης εξασφαλίστηκαν, την 16.5.2016, προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα σε σχέση με την έπαυλη και διάταγμα προσωρινού διορισμού του δικηγόρου Δρ Χρ. Κληρίδη ως ενδιάμεσου παραλήπτη της περιουσίας του Bakay, περιλαμβανομένης και της έπαυλης.  Η Αιτήτρια παρέμβηκε στη διαδικασία των προσωρινών διαταγμάτων, αλλά η αίτηση της για την ακύρωση τους απορρίφθηκε την 21.6.2017.  Στη συνέχεια, αυθημερόν, τα διατάγματα κατέστησαν απόλυτα.  Στην έφεση (Πολ. Έφ. Αρ.Ε145/2017) που η Αιτήτρια καταχώρησε αναφορικά με την απόρριψη της αίτησης της, έχει επιφυλαχθεί απόφαση. 

 

    Η Αιτήτρια παρέμβηκε και σε άλλη διαδικασία, όταν ο  ενδιάμεσος παραλήπτης ζήτησε διεύρυνση των εξουσιών του, προκειμένου να πωλήσει την έπαυλη.  Την 16.6.2023, το Ε.Δ. Λεμεσού διεύρυνε μερικώς τις εξουσίες του και η Αιτήτρια καταχώρησε και εναντίον αυτής της απόφασης έφεση (Πολ. Έφ. Αρ.103/2023) που εκκρεμεί.

 

    Σε σχέση με το επίδικο διάταγμα, προκύπτει από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση, ότι είχε κοινοποιηθεί στην Αιτήτρια σχετική επιστολή ημερ.6.9.2023, με συνημμένη έκθεση εκτίμησης ημερ.30.6.2023 αναφορικά με την έπαυλη και ειδοποίηση από τον παραλήπτη για την πρόθεση του να πωλήσει την έπαυλη για το ποσό των €8.542.500 σε συγκεκριμένο αγοραστή.  Η Αιτήτρια αντέδρασε με την καταχώριση αίτησης ημερ.25.9.2023 για τον παραμερισμό της επιστολής και της ειδοποίησης.  Η αίτηση αυτή αναβλήθηκε σε διάφορες ημερομηνίες και αναφέρθηκε ότι ήταν ορισμένη την 26.6.2024 για προγραμματισμό.

    Παραπονείται η Αιτήτρια ότι ενώ η αίτηση της για παραμερισμό της επιστολής και της ειδοποίησης εκκρεμούσε, εκδόθηκε το διάταγμα ημερ.6.12.2023, χωρίς να της δοθεί η ευκαιρία να ακουστεί.  Είναι η θέση της ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, εφόσον η αίτηση του ενδιάμεσου παραλήπτη «εξ ορισμού τύγχανε χειρισμού δια κλήσεως».  Πρόκειται για τον Τρίτο Λόγο στον οποίο στηρίζεται το αίτημα για προνομιακή θεραπεία.  Στον Πρώτο Λόγο αναφέρεται ότι η έκδοση του διατάγματος «σε μονομερή βάση» ήταν νομικά εσφαλμένη και προϊόν νομικής πλάνης.  Αυτό δεν προσθέτει οτιδήποτε στα όσα αναφέρονται στον Τρίτο Λόγο.  Ωστόσο, αναφέρεται ακόμα στον Πρώτο Λόγο ότι το διάταγμα εκδόθηκε ως αποτέλεσμα σοβαρής απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων στα έγγραφα που καταχωρίστηκαν με την αίτηση του ενδιάμεσου παραλήπτη.  Τέλος, στο Δεύτερο Λόγο αναφέρεται ότι το διάταγμα εκδόθηκε ως αποτέλεσμα σοβαρής παράβασης του καθήκοντος ειλικρίνειας και αποκάλυψης εκ μέρους του ενδιάμεσου παραλήπτη.

 

    Με την Αίτηση ζητείται και η αναστολή της ισχύος του διατάγματος έγκρισης της τιμής πώλησης, ως επίσης και η αναστολή της διαδικασίας πώλησης.  Παρόλο που, όπως αναφέρθηκε από τους δικηγόρους της Αιτήτριας, η έπαυλη έχει ήδη πωληθεί και το προϊόν της πώλησης έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο.  Επομένως, σε καμιά περίπτωση δεν θα εξυπηρετούσε να εκδοθούν τέτοια διατάγματα.

 

    Προέχει η εξέταση της εισήγησης της Αιτήτριας ότι δεν υπάρχει άλλο διαθέσιμο και αποτελεσματικό ένδικο μέσο «και/ή υφίστανται ειδικές περιστάσεις και/ή το στοιχείο του κατεπείγοντος που δικαιολογούν την χορήγηση της επιζητούμενης άδειας».

 

    Με τον τρόπο που προσεγγίζει η Αιτήτρια το ζήτημα είναι εμφανές ότι δεν εισηγείται ότι δεν υφίσταται άλλο ένδικο μέσο.   Αντίθετα το πρώτο θέμα που επισημαίνει είναι ότι δεν θα μπορούσε να καταχωρίσει αίτηση παραμερισμού του διατάγματος γιατί η πώληση της έπαυλης έχει πραγματοποιηθεί.  Το δεδομένο της πώλησης, εξ αντικειμένου μπορεί να περιορίζει το πρακτικό όφελος από την ακύρωση του διατάγματος, όποια διαδικασία και αν επέλεγε να ακολουθήσει η Αιτήτρια.  Επομένως, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί σε αυτή τη βάση η ανάγκη για την αναζήτηση θεραπείας κατ’ επίκληση της προνομιακής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου αντί άλλης δικονομικής οδού.

 

    Ό,τι άλλο εισηγήθηκε η Αιτήτρια αφορούσε στον κίνδυνο διάθεσης του προϊόντος της πώλησης της έπαυλης.  Αναφέρθηκε ότι, λόγω των διευρυμένων εξουσιών του ενδιάμεσου παραλήπτη, υφίσταται κίνδυνος αποξένωσης του προϊόντος της πώλησης και ακόμη ότι ο ενδιάμεσος παραλήπτης «ενδεχομένως να προβεί και σε άλλες αυθαίρετες ενέργειες».  Η διαδικασία για την έκδοση προνομιακού εντάλματος, αναφέρει, είναι το μοναδικό αποτελεσματικό ένδικο μέσο.  Δεν έχει ωστόσο εξηγηθεί γιατί η Αιτήτρια δεν έχει αποταθεί ή δεν αποτείνεται στο δικαστήριο στο οποίο βρίσκεται κατατεθειμένο το προϊόν της πώλησης και να αναζητήσει εκεί θεραπεία αναφορικά με τον κίνδυνο αποξένωσης που επικαλείται.

 

    Επομένως, τα ζητήματα που εκτίθενται στους λόγους στους οποίους στηρίζεται το αίτημα για προνομιακή θεραπεία, μπορούν να εγερθούν σε διαδικασία ενώπιον του ίδιου του κατώτερου Δικαστηρίου.

 

    Στο πλαίσιο αυτής της ενότητας επαναλαμβάνεται το ζήτημα της παραβίασης των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.  Πρόδηλα στη βάση ότι η τεκμηρίωση τέτοιας παραβίασης συνιστά, στις περιστάσεις της υπόθεσης, εξαιρετικές περιστάσεις, ώστε να μπορεί να χορηγηθεί προνομιακή θεραπεία, παρά την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου.

 

    Αναφορικά με το γεγονός ότι το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε στη βάση μονομερούς αίτησης του ενδιάμεσου παραλήπτη, δεν είναι η θέση της Αιτήτριας ότι η αίτηση επιβάλλεται να καταχωρείται με κλήση, ούτε ότι το δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εκδώσει τέτοιο διάταγμα σε μονομερή αίτηση ή ότι υπερβαίνει τη δικαιοδοσία του εφόσον το πράξει. 

 

    Η Αιτήτρια παρέπεμψε στην αγγλική πρακτική, που εισηγείται ότι πρέπει να ακολουθείται.  Μνημόνευσε τη Δ.69.6 των αγγλικών θεσμών πολιτικής δικονομίας,[1] αναφέροντας ότι «όταν ο ενδιάμεσος παραλήπτης ζητά μέσω αιτήσεως οδηγίες από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει τον παραλήπτη να επιδώσει  σε οποιοδήποτε πρόσωπο τις οδηγίες και την αίτηση για οδηγίες».  Επιχειρηματολόγησε ακόμα ότι από τις σχετικές οδηγίες πρακτικής[2] «προκύπτει ξεκάθαρα ότι οποιοδήποτε αίτημα του ενδιάμεσου παραλήπτη για τη λήψη οδηγιών από το Δικαστήριο μπορεί να γίνει δια κλήσεως και ότι ιδιαίτερα σε αμφισβητούμενες περιπτώσεις (…) τέτοια αίτηση ή τέτοιες οδηγίες πρέπει να επιδίδονται σε όλα τα επηρεαζόμενα μέρη».

 

    Προκύπτει ότι αυτό που η Αιτήτρια καταλογίζει στο κατώτερο Δικαστήριο είναι ότι ενήργησε εσφαλμένα και δεν άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια κατά ορθό δικαστικό τρόπο, στη βάση ότι εκκρεμούσε η αίτηση της ημερ.25.9.2023, που αφορούσε το ίδιο ζήτημα και που είχε προγραμματιστεί για να ακουστεί κατά προτεραιότητα.  Το ζήτημα αφορά λοιπόν στην ορθότητα και όχι στη νομιμότητα της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου.

 

    Είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι δεν υφίσταται αδυναμία προσφυγής με άλλα ένδικα μέσα για τον παραμερισμό της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου και στις περιστάσεις της υπόθεσης, δεν έχουν καταδειχτεί εξαιρετικές περιστάσεις που θα δικαιολογούσαν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari.

 

    Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                          Χ. Μαλαχτός, Δ.  



[1]     Receiver’s application for directions

(1) The receiver may apply to the court at any time for directions to assist him in carrying out his function as a receiver.

(2) The court, when it gives directions, may also direct the receiver to serve on any person –

(a) the directions; and

(b) the application for directions.

 

[2]     Receiver’s application for directions

8.1  An application by a receiver for directions may be made by filing an application notice in accordance with Part 23.

8.2  If the directions sought by the receiver are unlikely to be contentious or important to the parties, he may make the application by letter, and the court may reply by letter. In such cases the receiver need not serve his letter or the court’s reply on the parties, unless the court orders him to do so.

8.3  Where a receiver applies for directions by letter, the court may direct him to file and serve an application notice.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο