ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

i-justice

(Αρ. Αίτησης 132/2024)

 

6 Αυγούστου 2024

 

[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/64) ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ 2018 ΕΩΣ 2024

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ (ΚΙΚΗΣ) ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΝΑΚΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 14.6.2024 ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗΣ ΔΙΑΘΗΚΩΝ) ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ 279/2024 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 16.5.2024, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΩΝ ΑΠΟΘΑΝΟΝΤΩΝ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 189.

 

---------------------------

 

Κ. Χριστοδουλίδης, Β. Θεοδοσίου (κα) και Ε. Θεοδοσίου (κα) ασκούμενη δικηγόρος,  για την Αιτήτρια:

 

---------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.  Η Αιτήτρια ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για «να ακυρωθεί το Διάταγμα ημερομηνίας 14.6.2024, το οποίο εξεδόθη από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού και/ή από την Πρωτοκολλητή Επικύρωσης Διαθηκών του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού … με το οποίο επικυρώθηκε η διαθήκη και διορίστηκε εκτελεστής της διαθήκης και διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Μάρκου Ηλία ο κος Μιχάλης Παναγίδης», γιατί παραβιάστηκαν οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης.

 

    Η Αιτήτρια ήταν θυγατέρα του αποβιώσαντα, που είχε ακόμη δύο παιδιά και σύζυγο, δηλαδή τέσσερις κληρονόμους.  Ο κ. Παναγίδης είναι δικηγόρος και στη διαθήκη του αποβιώσαντα κατονομάζεται ως ο εκτελεστής της.

 

    Το παράπονο της Αιτήτριας είναι γιατί δεν της γνωστοποιήθηκε η πρόθεση του προτιθέμενου διαχειριστή να καταχωρίσει αίτηση για επικύρωση της διαθήκης και παραχώρηση σε αυτόν εγγράφων διαχείρισης της περιουσίας του αποβιώσαντα.  Αντί της επίδοσης προσωπικά σχετικής ειδοποίησης, αναφέρει η Αιτήτρια, ο προτιθέμενος διαχειριστής προέβηκε σε δημοσίευση σε εφημερίδα περί της προθέσεως του και μάλιστα εκ των υστέρων, αφού η δημοσίευση έγινε την 21.5.2024, ενώ η αίτηση του είχε ήδη καταχωριστεί από 16.5.2024. 

 

    Η Αιτήτρια επιθυμεί να αμφισβητήσει την εγκυρότητα της διαθήκης και προβάλλει ότι εφόσον ειδοποιείτο θα καταχωρούσε ειδοποίηση ανακοπής (caveat) για να αποτρέψει την επικύρωση της διαθήκης και την παραχώρηση εγγράφων διαχείρισης της περιουσίας του αποβιώσαντα στον κ. Παναγίδη. 

 

    Από τα όσα αναφέρει η ίδια η Αιτήτρια, προκύπτει ότι η ύπαρξη της διαθήκης και η πρόθεση προώθησης αίτησης για την επικύρωση της και παροχής εγγράφων διαχείρισης στον κατονομαζόμενο εκτελεστή, γνωστοποιήθηκαν στην Αιτήτρια, μέσω του δικηγόρου της, σύντομα μετά το θάνατο του αποβιώσαντα την 2.3.2024.  Εκκρεμούσε και συνεχίζει να εκκρεμεί αγωγή του αποβιώσαντα και της συζύγου του εναντίον της Αιτήτριας θυγατέρας τους και είναι οι εκεί δικηγόροι του αποβιώσαντα, άλλοι από τον κ. Παναγίδη, που είχαν ειδοποιήσει το δικό της δικηγόρο σχετικά με τη διαθήκη.

 

    Για την επικύρωση της διαθήκης και την παροχή εγγράφων διαχείρισης στον κ. Παναγίδη, η Αιτήτρια έλαβε γνώση την 17.6.2024, στο πλαίσιο της πιο πάνω αγωγής, όταν ο κ. Παναγίδης καταχώρισε αίτηση για να αντικαταστήσει ως ενάγοντας τον αποβιώσαντα.

 

    Η Αιτήτρια αποδίδει στον κ. Παναγίδη δόλο, γιατί αντί να της κοινοποιήσει την πρόθεση του με προσωπική ειδοποίηση, αφού γνώριζε τη διεύθυνση της, επέλεξε τη δημοσίευση η οποία ήταν απίθανο να περιέλθει στην αντίληψη της.  Περαιτέρω, καταχώρισε πρώτα την αίτηση του και μετά έκαμε τη δημοσίευση για να της στερήσει τη δυνατότητα να καταχωρίσει ειδοποίηση ανακοπής. 

 

    Θα πρέπει, ωστόσο, να ειπωθεί ότι η διαθήκη επικυρώθηκε και παραχωρήθηκαν έγγραφα διαχείρισης στον κ. Παναγίδη την 14.6.2024, δηλαδή 23 ημέρες μετά τη δημοσίευση και, εφόσον η Αιτήτρια ελάμβανε γνώση της δημοσίευσης, θα είχε το χρόνο για να καταχωρίσει ειδοποίηση ανακοπής.  Σε κάθε όμως περίπτωση, η βασική της θέση είναι ότι η δημοσίευση δεν ήταν επαρκής ειδοποίηση.

 

    Σύμφωνα με το άρθρο 13 του περί Διαχείρισης Κληρovoμιώv Απoθαvόvτωv Νόμoυ, Κεφ.189, παραχωρητήριο εκδίδεται από Πρωτoκoλλητή Επικύρωσης Διαθηκώv «τηρoυμέvωv τωv oδηγιώv, ειδικώv ή γεvικώv, τoυ Δικαστηρίoυ».  Ο Καν.9 του περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Αποβιωσάντων Κανονισμού του 1955, προβλέπει ότι η αίτηση για την παραχώρηση εγγράφων διαχείρισης υποβάλλεται στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου της επαρχίας όπου διέμενε ο αποβιώσας.  Προβλέπεται και ο σχετικός τύπος της αίτησης που πρέπει να υποβάλλεται (Τύπος 1 του Παραρτήματος Α) και της σχετικής, ανάλογα με την περίπτωση, υποστηρικτικής ένορκης δήλωσης (Τύπος 2 ή 3 του Παραρτήματος Α).  Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι η αίτηση γίνεται με κλήση προς οιονδήποτε, ούτε ότι αυτή πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί σε οιονδήποτε.  Ούτε οι δικηγόροι της Αιτήτριας, στους οποίους τέθηκε το ζήτημα, παρέπεμψαν σε πρόνοια, στο Νόμο ή τον Κανονισμό περί του αντιθέτου.

 

    Η Αιτήτρια εγείρει τρείς λόγους επί των οποίων βασίζει το αίτημα της για θεραπεία.  Όλοι περιστρέφονται γύρω από τη θέση ότι στερήθηκε της δυνατότητας να καταχωρίσει ειδοποίηση ανακοπής.

 

    Καταλογίζει στην Πρωτοκολλητή Επικύρωσης Διαθηκών ότι επικύρωσε τη διαθήκη χωρίς να προβεί σε επαρκή έρευνα προς διαλεύκανση του κατά πόσο όλοι οι κληρονόμοι είχαν λάβει επαρκή γνώση της διαδικασίας μέσω επιδόσεως.  Παραπέμπει στις πρόνοιες του άρθρου 13(2) του Κεφ.189, ότι ο Πρωτοκολλητής δεν εκδίδει παραχωρητήριο « … σε κάθε περίπτωση κατά τηv oπoία φαίvεται σε αυτόv ότι δεv θα έπρεπε vα γίvει έκδoση παραχωρητηρίoυ χωρίς τις oδηγίες τoυ Δικαστηρίoυ» και του άρθρου13(3) ότι «Σε κάθε περίπτωση κατά τηv oπoία o πρωτoκoλλητής επικύρωσης διαθηκώv έχει αμφιβoλίες για τηv απoδoχή ή μη της αίτησης για έκδoση παραχωρητηρίoυ επικύρωσης διαθήκης ή διαχείρισης, ή όταv εγείρεται oπoιoδήπoτε ζήτημα σχετικά με παραχωρητήριo ή αίτηση για έκδoση παραχωρητηρίoυ, o πρωτoκoλλητής επικύρωσης διαθηκώv παραπέμπει τo θέμα στo Δικαστήριo για oδηγίες … ».  Ο Καν.10 του Κανονισμού του 1955 παρέχει την ευχέρεια στον πρωτοκολλητή επικύρωσης διαθηκών να ζητήσει όλες τις διευκρινήσεις που κρίνει απαραίτητες και δεν θα χορηγήσει γράμματα διαχείρισης μέχρις ότου λάβει τις απαντήσεις που τον ικανοποιούν.  

 

    Περαιτέρω, η Αιτήτρια προβάλει ότι υπήρχε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων από τον κατονομαζόμενο εκτελεστή, συνεπεία των οποίων η Πρωτοκολλητής παραπλανήθηκε.  Αναφέρεται και πάλι στο ζήτημα της ενημέρωσης της και ότι ο εκτελεστής της διαθήκης απέκρυψε το γεγονός της εκκρεμούσας εναντίον της αγωγής.  Όμως, αν μη τι άλλο, η εκκρεμοδικία με εναγόμενη την Αιτήτρια, επέβαλε όπως κάποιος τρίτος εκπροσωπήσει την περιουσία του αποβιώσαντα στην αγωγή ως ενάγοντας και επομένως να λάβει έγγραφα διαχείρισης.

 

    Αναφέρεται ακόμα η Αιτήτρια σε νομικό σφάλμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου, αλλά και πάλι παραπέμπει στις ενέργειες της Πρωτοκολλητού να επικυρώσει τη διαθήκη και να εκδώσει το παραχωρητήριο. 

 

    Εν κατακλείδι, αυτό που προβάλλει η Αιτήτρια με την Αίτηση της είναι ότι η Πρωτοκολλητής άσκησε τη διακριτική της ευχέρεια εσφαλμένα, και ό,τι ουσιαστικά προσβάλλει είναι την ορθότητα της απόφασης της να επικυρώσει τη διαθήκη και να χορηγήσει έγγραφα διαχείρισης στον κατονομαζόμενο εκτελεστή της διαθήκης.  Αναφέρει η Αιτήτρια στην Αίτηση της ότι «δεν φαίνεται να προέβη σε εκτίμηση του υλικού που τέθηκε ενώπιον της, προκειμένου να ασκήσει ορθή κρίση και να παραπέμψει το θέμα στο Δικαστήριο για οδηγίες».

    Στην Μιχαήλ (2009) 1(Β) Α.Α.Δ. 1446, η οποία αφορούσε αίτηση για άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση εντάλματος Certiorari για την ακύρωση της απόφασης του Πρωτοκολλητή Επικύρωσης Διαθηκών για τη χορήγηση εγγράφων διαχείρισης, αναφέρθηκε (σελ.1454-5) ότι:

 

«Σύμφωνα με τον περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμο, Κεφ. 189, στο εξής «ο Νόμος», δικαιοδοσία για άσκηση ελέγχου για θέματα που αφορούν την επικύρωση διαθηκών, διατηρεί το Επαρχιακό Δικαστήριο, στην επαρχία του οποίου ο αποθανών είχε τη συνήθη ή τελευταία διαμονή του. Όπου ο πρωτοκολλητής έχει οποιανδήποτε αμφιβολία για την τήρηση των προϋποθέσεων του Νόμου σε σχέση με παραχωρητήρια, παραπέμπει δυνάμει του Άρθρου 13 του Νόμου, οποιοδήποτε θέμα αναφύεται, στο Δικαστήριο για οδηγίες, το οποίο «δύναται να διατάξει τον Πρωτοκολλητή Επικύρωσης Διαθηκών να προχωρήσει επί του θέματος σύμφωνα με τέτοιες οδηγίες ως το Δικαστήριο ήθελεν κρίνει αναγκαίον, ή δύναται να απαγορεύει οποιοδήποτε περαιτέρω δικαστικό μέτρο από τον πρωτοκολλητή επικύρωσης διαθηκών σχετικά με το θέμα, αφήνοντας το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση για την έκδοση παραχωρητηρίου να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο.»

 

Επίσης, το Άρθρο 52 του Νόμου παρέχει εξουσία στο Δικαστήριο να ενεργήσει είτε αυτεπάγγελτα, είτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε προσώπου που έχει συμφέρον στην κληρονομιά, να παύσει οποιονδήποτε εκτελεστή ή διαχειριστή για εσκεμμένη παράλειψη ή παράπτωμα σχετικά με τη διαχείριση της κληρονομιάς, και να χορηγήσει έγγραφο διαχείρισης σε άλλο πρόσωπο

………………………………………………………………………………..

 

Όμως στην παρούσα περίπτωση δεν μπορεί να δοθεί η αιτούμενη άδεια για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari ή prohibition, εφόσον ο Πρωτοκολλητής δεν μπορεί να θεωρηθεί κατώτερο δικαστήριο, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί με τα συγκεκριμένα προνομιακά εντάλματα, τα οποία αποσκοπούν στον έλεγχο της νομιμότητας και όχι της ορθότητας της απόφασης που ελέγχεται».

 

 

    Στην Ιωακείμ (2015) 1(Β) Α.Α.Δ. 1074, που αφορούσε στην αποδοχή από τον Πρωτοκολλητή μεταγενέστερων αιτήσεων για παραχώρηση διατάγματος διαχείρισης, ενώ εκκρεμούσε η αίτηση των αιτητών που είχε καταχωριστεί πρώτη, αναφέρθηκε ότι:

 

«Προκύπτει επομένως ότι η δυνατότητα του αρμοδίου Πρωτοκολλητείου, το οποίο ενεργεί οιονεί δικαστικά και υπό την καθοδήγηση πάντοτε του αρμοδίου Επαρχιακού Δικαστηρίου, ώστε κατά τη νομολογία να έλκει την προνομιακή διαδικασία, (Αίτηση Στέφανης και Ολυμπία Αττεσλή (2009) 1 Α.Α.Δ. 791, Αίτηση Ρίτσας Παναγίδου (2006) 1 Α.Α.Δ. 165 και Αίτηση Νίκου Ευαγγέλου Αργυρού (Αρ. 2) (1993) 1 Α.Α.Δ. 457), να λαμβάνει μεταγενέστερες αιτήσεις όταν εκκρεμεί ακόμη προηγηθείσα αίτηση για παραχωρητήριο, δεν αποτελεί επιλογή».

 

 

    Στην Ιωακείμ το ζήτημα αφορούσε στην αποδοχή της καταχώρισης των αιτήσεων και όχι στην απόφαση για χορήγηση παραχωρητήριου και όλες οι παραπομπές που έγιναν, αφορούσαν ενέργειες του Πρωτοκολλητή σε άλλο πεδίο του δικαίου.

 

    Οι δικηγόροι της Αιτήτριας παρέπεμψαν στην απόφαση της Ολομέλειας στην Kazakov, Πολ. Έφ. Αρ.72/2022, ημερ.17.7.2023, ECLI:CY:AD:2023:A252, όπου επικυρώθηκε η απόφαση Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην πρωτοβάθμια του δικαιοδοσία, με την οποία, με προνομιακό ένταλμα Certiorari, ακύρωσε περιορισμένο παραχωρητήριο, αd colligenda bona, που το κατώτερο Δικαστήριο, είχε χορηγήσει.  Το παραχωρητήριο ακυρώθηκε γιατί είχε εκδοθεί σε διαδικασία κατά την οποία, όπως διαπιστώθηκε, υπήρξε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, αφού δεν είχε ειδοποιηθεί και δεν είχε ακουστεί ο εφεσίβλητος.  Στην Kazakov το παραχωρητήριο είχε χορηγηθεί κατόπιν μονομερούς γενικής αίτησης από το Επαρχιακό Δικαστήριο και όχι από τον Πρωτοκολλητή.  Το ίδιο και στην Ζαχαρία κ.ά., Πολ. Αίτ. Αρ.185/2022, ημερ.22.6.2023, ECLI:CY:AD:2023:D222,[1] στην οποία επίσης παρέπεμψαν οι δικηγόροι της Αιτήτριας.

 

    Στην Τριανταφυλλίδης ν. Κaraoglanian (2010) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2014, 2023 αναφέρθηκε ότι:

 

« … η τρίμηνη προθεσμία σκοπό έχει να βοηθήσει στην ουσία ένα ενιστάμενο πρόσωπο να έχει χρόνο να σκεφθεί κατά πόσο θα πρέπει να εγείρει ή όχι αγωγή. Αυτή η προθεσμία των τριών μηνών με βάση τον Κανονισμό δεν έχει καμία απολύτως σχέση, ούτε και είναι αντίθετη με τη γενικότερη πρόνοια του Άρθρου 3(1)(c) του περί Παραγραφής Νόμου, Κεφ. 15, όπου καθορίζεται δωδεκαετής περίοδος προς έγερση αξίωσης που αφορά την περιουσία αποβιώσαντος προσώπου. Έχει δε προαναφερθεί και στην περικοπή από το σύγγραμμα των Williams and Mortimer: Executors Administrators and Probate - ανωτέρω - ότι  η έγερση  αγωγής σε σχέση με διαθήκη ή διαχείριση εμποδίζει την σφράγιση και τη χορήγηση εγγράφων διαχείρισης παρόλον που δεν επεκτείνει την ισχύ του caveat. Και αυτό ανεξάρτητα από το εάν έχει ή όχι καταχωρηθεί caveat. Αυτό επιβεβαιώνει ότι η ορθή ερμηνεία του Κανονισμού περί τρίμηνης προθεσμίας, όχι μόνο δεν αφαιρεί το δικαίωμα σε ελεύθερη πρόσβαση στο Δικαστήριο, αλλά αντίθετα είναι βοηθητική σε αυτή. Η αγωγή από μόνη της, έστω και χωρίς την καταχώρηση caveat, επενεργεί ανασταλτικά μέχρι την απόφαση του Δικαστηρίου για τη χορήγηση των εγγράφων διαχείρισης στον δικαιούχο». 

 

    Εν προκειμένω, έχουν ήδη χορηγηθεί έγγραφα διαχείρισης, ωστόσο δεν υπήρξε εισήγηση ότι η Αιτήτρια εμποδίζεται από του να προωθήσει διαδικασία στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για την προάσπιση των συμφερόντων της.  

 

    Είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η ορθότητα της απόφασης του Πρωτοκολλητή Επικύρωσης Διαθηκών δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα Certiorari και επομένως δεν μπορεί να χορηγηθεί άδεια για την καταχώριση αίτησης με κλήση.   

 

    Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

   

 

 

 

 

 

 

                                                                   Χ. Μαλαχτός,  Δ.

 

 



[1]    Ανατράπηκε επί άλλου θέματος στην Ζαχαρία κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ.2/2023, ημερ.25.4.2024.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο