ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 138/2024)

                                                                                                                                                                                   (i-justice)

 

 23 Αυγούστου, 2024

 

 

[Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤON ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ALPHA PANARETI PUBLIC LIMITED (HE34103) EK ΠΑΦΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 95 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΛΩΣΗ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/06/2024 ΤΩΝ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΩΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 06/05/2004 ΚΑΙ 25/10/2010 ΒΑΣΕΙ ΟΜΟΛΟΓΩΝ ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΗΣ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26/04/2004 ΚΑΙ 18/10/2010 ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ALPHA PANARETI PUBLIC LTD ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ALPHA BANK CYPRUS LTD ΠΟΥ ΚΑΤΑΤΕΘΗΚΕ ΚΑΙ/Ή ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΑΠΌ ΤΗΝ ALPHA PANARETI PUBLIC LTD ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΝΤΥΠΟΥ ΗΕ28 ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΔΟΣΗ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ ΚΑΙ ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΊΟ ΠΑΡΑΧΩΡΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΚΥΜΑΙΝΟΜΕΝΕΣ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 06/05/2004 ΚΑΙ 25/10/2010 ΒΑΣΕΙ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/06/2024 ΠΟΥ ΚΑΤΕΘΕΣΕ Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ALPHA PANARETI PUBLIC LTD ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΝΤΥΠΟΥ ΗΕ28 ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ

 

_______________________________________

 

 

Α. Κασιανής για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης ΔΕΠΕ και για Μιχάλης Βορκάς & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την Αιτήτρια Εταιρεία.

 

________________________________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την υπό κρίση Αίτηση η Αιτήτρια ζητά άδεια για την καταχώριση δια κλήσεως αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus αναφορικά με την άρνηση της Εφόρου Εταιρειών να εκδώσει το ζητηθέν από την Αιτήτρια μνημόνιο εξόφλησης του χρέους της για το οποίο παραχωρήθηκαν δύο κυμαινόμενες επιβαρύνσεις δυνάμει ομολόγων επιβάρυνσης προς όφελος της Alpha Bank Cyprus Ltd.

 

Σύμφωνα με την Έκθεση Γεγονότων και τις δύο ένορκες δηλώσεις του διευθυντή της Αιτήτριας που υποστηρίζουν την αίτηση, η Αιτήτρια είχε συνάψει δάνεια με την Alpha Bank (η Τράπεζα) προς εξασφάλιση των οποίων παραχώρησε προς όφελος της Τράπεζας δύο ομόλογα κυμαινόμενης επιβάρυνσης ημερ. 26.4.2004 και 18.10.2010. Οι κυμαινόμενες επιβαρύνσεις ενεγράφησαν στον Έφορο Εταιρειών στις 6.5.2004 και 25.10.2010. Αποτελεί ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι στις 30.9.2018 επήλθε συμφωνία μεταξύ της και της Τράπεζας, δυνάμει της οποίας η Τράπεζα προέβη σε εξόφληση των υφιστάμενων υποχρεώσεων της Αιτήτριας με την παραχώρηση νέων πιστωτικών διευκολύνσεων προς αυτή. Σύμφωνα πάντα με την Αιτήτρια, με την εξόφληση των εν λόγω υποχρεώσεων, εξοφλήθηκαν και οι υφιστάμενες επιβαρύνσεις και δόθηκαν νέες εξασφαλίσεις προς όφελος της Τράπεζας.

 

Στις 20.6.2024 η Αιτήτρια υπέβαλε το σχετικό έντυπο στον Έφορο Εταιρειών συνοδευόμενο από όλα τα απαραίτητα έγγραφα και ένορκες δηλώσεις  του διευθυντή και της γραμματέα της Αιτήτριας. Στις 8.7.2024 η Έφορος Εταιρειών απάντησε στην Αιτήτρια με επιστολή της ημερ. 5.7.2024, με την οποία την πληροφόρησε ότι τα έγγραφα δεν έγιναν αποδεκτά και επιστράφηκαν. Στις 10.7.2024 η Αιτήτρια προέβη σε νέα καταχώριση υποβάλλοντας απαίτηση όπως η Έφορος καταχωρίσει μνημόνιο εξόφλησης προς συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της βάσει του Νόμου.  Την ίδια μέρα η Αιτήτρια απέστειλε επιστολές προς την εταιρεία Sky Cac Ltd και τον ΑΒ, φερόμενο διαχειριστή παραλήπτη της Αιτήτριας, αναφέροντας πως οι κυμαινόμενες επιβαρύνσεις είναι εξοφλημένες. Στις 12.7.2024 η Αιτήτρια καταχώρισε στην Έφορο νέα ένορκη δήλωση στην οποία αναφέρθηκε το πιο πάνω ιστορικό και παρουσιάστηκαν επιπλέον έγγραφα, μεταξύ των οποίων ένορκες δηλώσεις ανώτερου υπαλλήλου της Τράπεζας περί εξόφλησης των υπό κρίση χρεών της Αιτήτριας και έρευνα του Κτηματολογίου στην οποία φαίνεται η εξόφληση και ακύρωση των υποθηκών που αφορούσαν τα χρέη και οι επιβαρύνσεις. Στις 24.7.2024 η Έφορος Εταιρειών ζήτησε από την Sky Cac, ως φερόμενος δικαιούχος των υπό κρίση επιβαρύνσεων, τη συγκατάθεση της για την ακύρωση των ομολόγων επιβάρυνσης η οποία και με επιστολή της ημερ. 31.7.2024 απάντησε στην Έφορο Εταιρειών πως δεν έδιδε τέτοια συγκατάθεση καθότι τα συγκεκριμένα ομόλογα ουδέποτε εξοφλήθηκαν ή ακυρώθηκαν αλλά οι υποχρεώσεις της Αιτήτριας οι οποίες εξασφαλίζονταν με τα εν λόγω ομόλογα και οι επιβαρύνσεις έχουν εκχωρηθεί-μεταβιβαστεί στην Sky Cac δυνάμει δικαστικού διατάγματος ημερ. 7.12.2022. Η εν λόγω επιστολή της Sky Cac κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια από την Έφορο Εταιρειών την 1.8.2024. 

 

Αποτελεί ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι η εξόφληση έλαβε χώρα το 2018, πολύ πριν από την έκδοση του δικαστικού διατάγματος. Εν πάση περιπτώσει, από τη στιγμή που δεν επήλθε οποιαδήποτε αλλαγή εντός της προβλεπόμενης στον Νόμο προθεσμίας στο μητρώο του Εφόρου Εταιρειών στο οποίο φαίνεται η Τράπεζα ως η δικαιούχος των επιβαρύνσεων, τότε αυτές δεν έχουν ισχύ έναντι οποιουδήποτε τρίτου. Ως εκ τούτου, αποτελεί θέση της Αιτήτριας ότι αυτή συμμορφώθηκε πλήρως με τις υποχρεώσεις της βάσει των τότε εν ισχύι Κανονισμών και του εκεί προβλεπόμενου εντύπου, ήτοι με την καταχώριση ένορκης δήλωσης από την Αιτήτρια και των σχετικών εγγράφων, χωρίς να απαιτείτο η γραπτή συγκατάθεση του πιστωτή κάτι το οποίο προστέθηκε με τους τροποποιητικούς Κανονισμούς οι οποίοι τέθηκαν σε ισχύ μετά την εξόφληση. Επομένως, κατά την Αιτήτρια, η Έφορος παράνομα και αυθαίρετα αρνείται την έκδοση του μνημονίου εξόφλησης και ως εκ τούτου η παρούσα Αίτηση θα πρέπει να εγκριθεί.

 

Αξίζει να σημειωθεί πως η Αιτήτρια αποκάλυψε ότι είχε προηγηθεί η καταχώριση μονομερούς αίτησης για χορήγηση άδειας στις 9.7.2024 η οποία απερρίφθη στη βάση του ότι δεν είχε διαφανεί πως η Αιτήτρια είχε ζητήσει από το αρμόδιο όργανο την εκτέλεση του καθήκοντος του και ότι αυτό είχε αρνηθεί να το πράξει, ούτε και είχαν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου στο πλαίσιο εκείνης της αίτησης τα απαραίτητα έγγραφα για να διαπιστωθεί ότι ικανοποιούνταν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. Πρόκειται για την απόφαση ημερ. 9.7.2024 στην Πολ. Αίτηση Αρ. 126/2024.

 

Σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση του διευθυντή της Αιτήτριας, αυτός παρουσιάζει επιστολή του Κτηματολογίου την οποία παρέλαβε στις 19.8.2024 στην οποία αναφέρεται πως μετά από έρευνα στα αρχεία τους «διαπιστώθηκε ότι όλες οι Υποθήκες …, είτε έχουν εξαλειφθεί πριν τις μεταβιβάσεις ακινήτων της εταιρείας σε τρίτα πρόσωπα, είτε έχουν μεταβιβαστεί/μεταφερθεί κατά τις μεταβιβάσεις ακινήτων από την εταιρεία ALPHA PANARETI PUBLIC LTD σε άλλες εταιρείες …, είτε κάποιες από αυτές δεν υπάρχουν στα αρχεία μας και συνεπώς δεν αφορούν πλέον την εταιρεία …».

 

Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Άνθιμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, για τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για Mandamus ο αιτητής θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση.

 

Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ιερόθεου Χριστοδούλου, άλλως Ρόπα (2008) 1 Α.Α.Δ. 43, λέχθηκαν τα εξής:

 

«Συνήθως η θεραπεία με το προνομιακό ένταλμα Mandamus, χρησιμοποιείται για να διαταχθεί κατώτερο Δικαστήριο να ασκήσει συγκεκριμένη εξουσία, μέσα στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του. Όμως η θεραπεία μπορεί να εξασφαλιστεί για να εξαναγκάσει και άλλες αρχές ή όργανα ή πρόσωπα τα οποία ασκούν δημόσια εξουσία, για να εκτελέσουν δημόσιο καθήκον το οποίο επιβάλλει ο Νόμος...[..]. Προϋπόθεση για την παραχώρηση της θεραπείας, είναι ο Αιτητής να έχει δικαίωμα να ζητήσει την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Επίσης, ο Αιτητής θα πρέπει προτού αποταθεί στο Δικαστήριο για άδεια, να έχει αιτηθεί από το δημόσιο όργανο την εκτέλεση του καθήκοντός του, αλλά αυτό να έχει αρνηθεί να συμμορφωθεί.»

 

Η Αιτήτρια επιζητεί την άσκηση της εξουσίας της Εφόρου Εταιρειών να εκδώσει μνημόνιο ολικής εξόφλησης των επιβαρύνσεων που ενεγράφησαν στο μητρώο της, η οποία παρέχεται στο άρθρο 95 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Αυτό προβλέπει τα εξής:

 

«95. Ο έφορος εταιρειών όταν δίνεται απόδειξη σύµφωνα µε τον καθορισµένο τύπο προς ικανοποίηση του αναφορικά µε εγγεγραµµένη επιβάρυνση—

(α) ότι το χρέος για το οποίο παραχωρήθηκε η επιβάρυνση πληρώθηκε ή ικανοποιήθηκε εξολοκλήρου ή µερικώς· ή

(β) ότι µέρος της ιδιοκτησίας που έχει επιβαρυνθεί έχει απαλλαγεί από την επιβάρυνση ή έπαυσε να αποτελεί µέρος της ιδιοκτησίας ή επιχείρησης της εταιρείας,

δύναται να καταχωρίσει µνηµόνιο εξόφλησης, ολικώς ή µερικώς, ή του γεγονότος ότι εκείνο το µέρος της ιδιοκτησίας ή της επιχείρησης έχει απαλλαγεί από την επιβάρυνση ή έπαυσε να αποτελεί µέρος της ιδιοκτησίας ή επιχείρησης της εταιρείας, ανάλογα µε την περίπτωση, και όταν καταχωρεί µνηµόνιο ολικής εξόφλησης, αν του ζητηθεί, παρέχει στην εταιρεία αντίγραφό του.»

 

Η εξουσία της Εφόρου να εκδώσει τέτοιο μνημόνιο εμπίπτει εντός της σφαίρας του ιδιωτικού δικαίου εφόσον ουσιαστικά επηρεάζει την Αιτήτρια και τους πιστωτές της, σύμφωνα με όσα έχουν λεχθεί στις υποθέσεις Hellenic Bank Ltd v. Republic (1986) 3Α C.L.R. 481 και Midland Bank Project Finance Ltd v. Δημοκρατίας (1989) 3Δ Α.Α.Δ. 2099, ούτως ώστε η παρούσα να είναι η κατάλληλη διαδικασία για απόδοση θεραπείας.

 

Η Αιτήτρια έχει έννομο συμφέρον στην καταχώριση της παρούσας καθότι είναι το πρόσωπο που παραχώρησε τις επιβαρύνσεις και επιθυμεί την παροχή δήλωσης εξόφλησης και αποδέσμευσης της περιουσίας της. Σχετικά παραπέμπω στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της TMC Trade Mark AG, Πολ. Αίτηση Αρ. 110/2020, ημερ. 14.4.2021. Επίσης, μετά την έκδοση της απόφασης στην προγενέστερη αίτηση της, έχει υποβάλει διακριτή απαίτηση στον Έφορο Εταιρειών για να της εκδοθεί το αιτούμενο μνημόνιο εξόφλησης, κάτι το οποίο η Έφορος έχει αρνηθεί να πράξει. Για να επιτύχει στην Αίτηση της, η Αιτήτρια θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση όσον αφορά τις θέσεις της.

 

Με βάση όσα έχουν τεθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και τη θέση της Αιτήτριας, διαφαίνεται ότι αυτή έχει καταχωρίσει το προβλεπόμενο έντυπο ΗΕ28 το οποίο προνοείτο στους περί Εταιρειών Κανονισμούς του 2000, καθότι είναι η θέση της πως αυτοί ίσχυαν κατά τον χρόνο αποκρυστάλλωσης της εξόφλησης, ενώ οι Κανονισμοί του 2018 τέθηκαν σε ισχύ μετά τον εν λόγω χρόνο.

 

Η παραπομπή της Αιτήτριας στο άρθρο 10 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, προς υποστήριξη αυτής της θέσης είναι άστοχη. Το εν λόγω άρθρο αναφέρεται στις συνέπειες ακύρωσης από Νόμο άλλου νομοθετήματος, και στην υποπαρ. 1(γ) στις συνέπειες επηρεασμού δικαιώματος ή προνομίου «που εξασφαλίζεται, προέρχεται ή προκύπτει, βάσει νομοθετήματος που ακυρώθηκε με τον τρόπο αυτό». Επομένως, το εν λόγω άρθρο περιορίζεται σε νόμο και όχι σε κανονιστική διοικητική πράξη, όπως αποτελούν οι περί Εταιρειών Κανονισμοί του 2018, ΚΔΠ 368/2018. Οι δύο έννοιες είναι αυτοτελείς και διακριτές και αυτό προκύπτει ξεκάθαρα από την ίδια την ερμηνεία των όρων στο Κεφ. 1, όπου στο ερμηνευτικό άρθρο 2, «Νόµος» σηµαίνει οποιοδήποτε νοµοθέτηµα της αρµόδιας νοµοθετικής εξουσίας της ∆ηµοκρατίας …», ενώ «κανονισμοί» σημαίνει κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με εξουσίες που παρέχονται από νόμο».

 

Επομένως, κατά τον χρόνο υποβολής του αιτήματος της Αιτήτριας προς την Έφορο Εταιρειών για την έκδοση του μνημονίου εξόφλησης, ίσχυαν και εφαρμόζονταν οι περί Εταιρειών Κανονισμοί του 2018. Σύμφωνα με το άρθρο 95 του Κεφ. 113, απαιτείται η καταχώριση του ορθού εντύπου για να τύχει εξέτασης από την Έφορο. Το έντυπο ΗΕ28 που θα έπρεπε να υποβληθεί δυνάμει του άρθρου 95 του Κεφ. 113 και που περιέχεται σε αυτούς τους Κανονισμούς, περιλαμβάνει την απαίτηση για τη γραπτή συγκατάθεση του πιστωτή, κάτι το οποίο σαφώς και ελλείπει στην υπό κρίση περίπτωση. Και τούτο, καθότι οι ένορκες δηλώσεις της υπαλλήλου της Τράπεζας δεν τείνουν να επιβεβαιώσουν πλήρη εξόφληση των υπό κρίση επιβαρύνσεων. Επομένως, η θέση της Αιτήτριας ότι με το προβλεπόμενο στον Νόμο έντυπο δεν απαιτείται η συγκατάθεση των πιστωτών, κρίνεται αβάσιμη.

 

Το άρθρο 95 του Κεφ. 113 παρέχει την εξουσία στην Έφορο να εκδώσει το μνημόνιο εξόφλησης, όχι αυτομάτως, αλλά νοουμένου ότι ικανοποιηθεί πως πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το εν λόγω άρθρο, μια εκ των οποίων είναι η εξόφληση. Από τη στιγμή που στο έντυπο δεν υπήρχε η συγκατάθεση του πιστωτή, ούτε και αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων της υπαλλήλου της Τράπεζας, τότε η Έφορος, στο πλαίσιο άσκησης της εξουσίας της, αποτάθηκε στον πιστωτή προς τούτο. Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο πιστωτής φέρεται να είναι η Sky Cac με βάση το δικαστικό διάταγμα το οποίο εξακολουθεί να ισχύει και δυνάμει του οποίου αυτή προχώρησε στον διορισμό διαχειριστή παραλήπτη της Αιτήτριας.

 

Η παράλειψη γνωστοποίησης της εκχώρησης και ή μεταβίβασης δεν καθιστά αυτομάτως την εγγραφή των επιβαρύνσεων άκυρη από τη στιγμή που τα ίδια το ομόλογα τα οποία παρουσιάζονται ως τεκμήρια, αναφέρουν στην πρώτη παράγραφο ότι η Alpha Bank Cyprus Ltd «εν τοις εφεξής καλουμένη ‘η Τράπεζα’ (φράση η οποία περιλαμβάνει τους διαδόχους και εκδοχείς αυτής)», θεωρείται η Τράπεζα ή οποιοσδήποτε διάδοχος ή εκδοχέας αυτής.

 

Η εγκυρότητα ή μη του διορισμού του διαχειριστή, η οποία αμφισβητείται εκ μέρους της Αιτήτριας και αποτελεί και αντικείμενο εκκρεμουσών δικαστικών διαδικασιών, δεν αφορά την εξουσία της Εφόρου Εταιρειών ως προς τις δικές της ενέργειες. Σχετική είναι η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της TMC Trade Mark AG (ανωτέρω)

 

Υπό το φως των όσων αναφέρονται ανωτέρω, δεν ικανοποιούμαι ότι η Αιτήτρια έχει καταδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση ούτως ώστε να δικαιολογείται η έγκριση της Αίτησης.

 

Η Αίτηση απορρίπτεται.

           

 

                                                                   Ε. ΕΦΡΑΙΜ,

                            Δ.

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο