ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 142/2024)

                                                                                                            (i-justice)

 

 

4 Σεπτεμβρίου, 2024

 

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Λ. Λ. ΜΕ ΑΔΤ: [   ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 12/07/2024, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤ.3485               ΣΤ. ΜΠΟΤΣΑΡΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ.155, ΑΡΘΡΑ 18 ΚΑΙ 44.

 

_____________________________________________________________________

 

Β. Ακάμας για Β. Φ. Ακάμας ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

                                [Δοθείσα Αυθημερόν]

 

 

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας υποστηριζόμενης από Ένορκη Δήλωση της Αστ. 3485 Στέλλας Μπότσαρη της Υ.ΚΑ.Ν. Λευκωσίας, Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (εφεξής Κατώτερο Δικαστήριο) εξέδωσε, στις 12/7/2024, Ένταλμα Σύλληψης του Αιτητή κρίνοντας ότι υπήρχαν εύλογες υπόνοιες σύνδεσης του με τα υπό διερεύνηση αδικήματα, ήτοι:

 

1)   Συνωμοσία προς διάπραξη Φόνου, Κεφ. 154, Άρθρο 217.

2)   Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, Κεφ. 154, Άρθρο 371, Κεφ. 154.

3)   Απόπειρα Φόνου, Κεφ. 154, Άρθρο 214, 20.

4)   Απόπειρα καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες,               Κεφ. 154, Άρθρο 325, 20.

5)   Παράνομη κατοχή εκρηκτικών υλών, Κεφ. 54, Άρθρο 4(4), Κεφ. 154, Άρθρο 20.

6)   Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, Άρθρο 63Α, Κεφ. 154.

7)   Συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων Άρθρο 63Β(1)(α), Κεφ. 154.

 

τα οποία διαπράχθηκαν μεταξύ 22/6/2024 και 23/6/2024 στη Λευκωσία.

 

Με την υπό εκδίκαση μονομερή Αίτηση, ζητείται η άδεια του Δικαστηρίου για να επιτραπεί στον Αιτητή να καταχωρίσει Αίτηση διά κλήσεως για ακύρωση του εκδοθέντος Εντάλματος Σύλληψης με Προνομιακό Ένταλμα Certiorari. Η Αίτηση υποστηρίζεται από μακροσκελή Ένορκη Δήλωση του Αιτητή, ενώ συνοδεύεται και από Έκθεση, ως προβλέπεται από το σχετικό Διαδικαστικό Κανονισμό του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Προτού γίνει αναφορά στους Λόγους επί των οποίων βασίζεται το αίτημα και εξειδικεύονται στην Έκθεση, κρίνεται σκόπιμη η αναφορά εν συντομία στα γεγονότα επί των οποίων στηρίχθηκε η Αίτηση της Αστυνομίας για την έκδοση του υπό κρίση Εντάλματος Σύλληψης, τόσο εναντίον του Αιτητή όσο και εναντίον άλλων δύο προσώπων (τον Ύποπτο αρ. 1 και τον Ύποπτο αρ. 2), τα οποία δεν ενδιαφέρουν και, με βάση τα οποία κρίθηκε, από το Κατώτερο Δικαστήριο, δικαιολογημένη και αναγκαία η έκδοσή του, όπως αυτά αναδύονται από την έξι σελίδων Ένορκη Δήλωση της Αστ. 3485 Στέλλας Μπότσαρη.

 

Στις 22/6/2024 και ώρα 04:16, λήφθηκε πληροφορία στο ΤΑΕ Λευκωσίας, από τον Αξιωματικό Υπηρεσίας Λευκωσίας, για έκρηξη στην καφετέρια με την επωνυμία «QBOO», που βρίσκεται στη Λεωφόρο Προδρόμου 51, στο Στρόβολο. Μέλη του ΤΑΕ Λευκωσίας, καθώς και άλλα μέλη μετέβηκαν στη σκηνή. Από τις εξετάσεις που διενεργήθηκαν, διαπιστώθηκε ότι η πλαϊνή είσοδος της καφετέριας υπέστηκε εκτεταμένες ζημίες, πιθανόν από αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό.

 

Σχετικά ενημερώθηκε ο ιδιοκτήτης, Σ.Π., από τον οποίο λήφθηκε γραπτή κατάθεση. Το υποστατικό καλύπτεται από κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, το οποίο επιθεωρήθηκε και καταγράφηκε ο δράστης να εξέρχεται ως συνοδηγός από μικρό μαύρο επιβατικό αυτοκίνητο, το οποίο φέρει άσπρα φώτα μπροστά και ακτινωτές ζάντες, να εισέρχεται στον εξωτερικό χώρο του υποστατικού, να τοποθετεί και να πυροδοτεί τον εκρηκτικό μηχανισμό στην πόρτα του υποστατικού, να φεύγει τρέχοντας και να επιβιβάζεται εκ νέου ως συνοδηγός στο μαύρο αυτοκίνητο αγνώστων λοιπών στοιχείων. Ο δράστης είχε καλυμμένο το κεφάλι του με κουκούλα του φούτερ ανοικτού χρώματος, φορούσε μαύρο παντελόνι τύπου cargo, μαύρα παπούτσια και στα χέρια του χειρουργικά γάντια. Διακρίνεται μόνο ο σωματότυπός του και το βάδισμά του, το οποίο είναι ιδιαίτερο.

 

Κατά τη διερεύνηση της παρούσας υπόθεσης αρχικά επιθεωρήθηκαν κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης που υπάρχουν εγκατεστημένα στην περιοχή της σκηνής του εγκλήματος, από τα οποία έγινε εφικτό να εντοπιστούν οι κινήσεις του υπόπτου οχήματος τόσο όσον αφορά την πορεία του προς τη σκηνή του εγκλήματος, όσο και κατά την αναχώρηση του.

 

Από περαιτέρω εξετάσεις προέκυψε ότι το ύποπτο αυτοκίνητο έφερε πινακίδες εγγραφής ΜΧΚ199. Πρόκειται για αυτοκίνητο μάρκας Mazda Demio, χρώματος μαύρου με εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια τη Δ.Ε. Προέκυψε, επίσης, ότι κατά τις επίμαχες ώρες διάπραξης των αδικημάτων ο κάτοχος του εν λόγω αυτοκινήτου ήταν ο Ν.Σ., ο οποίος διατηρεί δεσμό με τη Δ.Ε. Αμφότερα τα πιο πάνω άτομα συνελήφθησαν και ανακρίθηκαν προφορικά. Με βάση τους ισχυρισμούς του Ν.Σ., κατόπιν που κάποιος Σ.Σ. του ζήτησε το αυτοκίνητο του για να κάνει μια δουλειά, ο Ν.Σ., λόγω του ότι δεν ήθελε να του δώσει το αυτοκίνητο του, παρέλαβε το αυτοκίνητο της Δ.Ε. για να του το παραδώσει. Ως εκ τούτου, το στάθμευσε δίπλα από την οικία του και άφησε τα κλειδιά στον τροχό του αυτοκινήτου για να το παραλάβει το πρόσωπο που θα το παραλάμβανε. Όταν ξημέρωσε και ενημερώθηκε για την έκρηξη βόμβας αντιλήφθηκε ότι ήταν η δουλειά που έκανε ο Σ.Σ. λόγω του ότι γνωρίζει ότι ο Σ.Σ. έχει διαφορές με κάποιον από τους ιδιοκτήτες της καφετέριας «QBOO». Τέλος ανέφερε ότι ο λόγος που έδωσε το αυτοκίνητο της Δ.Ε. στον Σ.Σ. είναι γιατί ο ίδιος χρωστά λεφτά που ο Σ.Σ. στο παρελθόν του δάνεισε.

 

Εναντίον του Σ.Σ. εκδόθηκε δικαστικό ένταλμα σύλληψης και καταζητείται.

 

Η διερεύνηση της υπόθεσης συνεχίστηκε προς την πλήρη εξιχνίαση της υπόθεσης αφού διαφάνηκε να εμπλέκονται και άλλα πρόσωπα, κυρίως όσον αφορά την ανάλυση των δεδομένων που καταγράφηκαν από κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης, αλλά και ως προς τους ισχυρισμούς που έδωσαν η Δ.Ε. και ο Ν.Σ. μετά τη σύλληψή τους. Ως εκ τούτου, πέραν των πιο πάνω προέκυψε και μαρτυρία στην οποία αυτοκίνητο μάρκας TOYOTA Vitz, χρώματος γκρίζου εντοπίζεται δύο ώρες πριν και μια ώρα πριν την έκρηξη βόμβας στην καφετέρια «QBOO» να περνά έξω από την καφετέρια, τηρώντας την ίδια διαδρομή με το αυτοκίνητο που οδηγούσαν οι δράστες, δηλαδή εκείνο της Δ.Ε. Κατόπιν ανάλυσης των δεδομένων από κλειστά κυκλώματα, εντοπίστηκε πλάνο το οποίο κατέγραψε την πλήρη πινακίδα εγγραφής του αυτοκινήτου μάρκας TOYOTA Vitz, χρώματος γκρίζου και πρόκειται για το PPZ 436, εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του οποίου είναι ο Ύποπτος αρ. 1, όμως κατά το χρονικό διάστημα της διάπραξης των αδικημάτων το χρησιμοποιούσε ο Ύποπτος αρ. 2 αφού λήφθηκε υλικό στο οποίο καταγράφηκε να το οδηγεί αυτός.

 

Σε ό,τι αφορά την εμπλοκή του Αιτητή, ο οποίος στον Όρκο αναφέρεται ως ο 3ος Ύποπτος στην υπό διερεύνηση υπόθεση, σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τον Όρκο το οποίο κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί αυτολεξεί:

 

«Επιπλέον στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης και μετά την σύλληψη κάποιων προσώπων, δόθηκαν πληροφορίες στην Αστυνομία, οι οποίες και αξιολογήθηκαν και ως εκ τούτου δημιουργήθηκε εύλογη υπόνοια ότι το πρόσωπο που τοποθέτησε τον εκρηκτικό μηχανισμό στο «QBOO» και ήταν επιβάτης στα οχήματα που χρησιμοποίησαν οι δράστες, είναι ο 3ος ύποπτος αφού σύμφωνα με την πληροφορία το ανέφερε ο ίδιος στο στενό του περιβάλλον και ο πληροφοριοδότης είναι ένας εξ' αυτών. Επίσης από εξετάσεις που έγιναν ο 3ος ύποπτος έχει το ίδιο χαρακτηριστικό βάδισμα με τον δράστη όπως καταγράφηκε από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης της καφετέριας αφού λόγω ατυχήματος που είχε στο παρελθόν έχει ιδιαίτερο βάδισμα. Να σημειωθεί ότι και ο 3ος  ύποπτος ανήκει στο στενό φιλικό περιβάλλον τόσο του Σ. όσο και του 2ου υπόπτου.

 

Επιπλέον όλοι οι ύποπτοι τέθηκαν υπό διακριτική παρακολούθηση από μέλη της ΥΚΑΝ κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι ο 2ος και ο 3ος  ύποπτος συναντιόνται συχνά, ενώ το αυτοκίνητο με αρ. εγγ. ΡΡΖ436, δεν εντοπίζεται πουθενά, ενώ προηγουμένως ήταν σε περίοπτη θέση παρά την οικία του 2ου υπόπτου.»

 

 

Τα πιο πάνω, ήταν ουσιαστικά το βασικό μαρτυρικό υλικό που είχε τεθεί από την Αστυνομία ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου στις 12/6/2024 και ώρα 8.50, υποστηρίζοντας αίτημα της για έκδοση Εντάλματος Σύλληψης τόσο εναντίον του Αιτητή όσο και εναντίον άλλων δύο προσώπων (ο Ύποπτος αρ. 1 και ο Ύποπτος αρ. 2), τα οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, δεν ενδιαφέρουν στην υπό συζήτηση περίπτωση.

 

Έχω θέσει ενώπιον μου τόσο το περιεχόμενο της Ένορκης Δήλωσης όσο και της Έκθεσης και έχω διεξέλθει με προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι ο Αιτητής μέσω                    του ευπαίδευτου συνηγόρου του έχει θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν μέσω γραπτής αγόρευσης. Θα κάνω ειδική αναφορά σε αυτά όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο.

 

Οι αρχές με βάση τις οποίες παρέχεται άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος αυτής της μορφής είναι καλά εδραιωμένες και από μακρού χρόνου αποκρυσταλλωμένες στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου έτσι ώστε να μη χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Τέτοια άδεια παρέχεται όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή συζητήσιμη υπόθεση, ενώ ο έλεγχος σε σχέση με τα εντάλματα σύλληψης, γίνεται σε σχέση με τη νομιμότητα της έκδοσής τους.

 

 Η πιο κάτω περικοπή από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ευδόκα, Πολιτική Έφεση Αρ. 219/2015, ημερ. 29/12/2016, είναι απόλυτα σχετική:  

 

«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).

 

Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).

 

Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006)                1 A.A.Δ. 464)

 

Η εξουσία για την έκδοση εντάλματος σύλληψης παρέχεται από το Άρθρο 11.2 (γ) του Συντάγματος και το Άρθρο 18(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 (όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 10(Ι)/96). Οι πιο πάνω διατάξεις καθιστούν δυνατή την έκδοση εντάλματος σύλληψης από το Δικαστήριο αν υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα. Περαιτέρω, το Άρθρο 18(1) προδιαγράφει και τον τρόπο που πρέπει να αποδεικνύεται η ύπαρξη της εύλογης υπόνοιας. Αυτό πρέπει να γίνεται μέσα από γραπτή ένορκη δήλωση η οποία να ικανοποιεί το Δικαστή «ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα». Πέραν της βασικής, λοιπόν, προϋπόθεσης απόδειξης του στοιχείου της «εύλογης υπόνοιας», το Δικαστήριο προχωρά «στο δεύτερο στάδιο της έρευνας, η οποία αποσκοπεί στη διαπίστωση κατά πόσο τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης καθιστούν ή όχι την έκδοση του [εντάλματος σύλληψης] αναγκαία ή επιθυμητή» (Αναφορικά με την Αίτηση του Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207).

 

Ο Αιτητής προέβαλε ότι ουδεμία μαρτυρία υπήρχε που να δημιουργεί την οποιαδήποτε εύλογη υποψία περί εμπλοκής του και ότι η οποιαδήποτε μαρτυρία υπήρξε αφορούσε άλλα πρόσωπα. Υποστηρίχθηκε ότι η μοναδική αναφορά στον Όρκο που επιχειρεί να «διασυνδέσει» τον Αιτητή με τα υπό διερεύνηση αδικήματα προέρχεται από πληροφορία, η οποία, σε καμία περίπτωση, δεν αποτελεί μαρτυρία αλλά ούτε και ασφαλές υπόβαθρο για στοιχειοθέτηση της απαιτούμενης εύλογης υπόνοιας για εμπλοκή του Αιτητή.

 

Η ύπαρξη εύλογης υποψίας είναι το κρίσιμο ζητούμενο και εναπόκειτο στο Κατώτερο Δικαστήριο στο πλαίσιο εξέτασης του αιτήματος αυτής της μορφής να ικανοποιηθεί, στη βάση της ενώπιον του μαρτυρίας και εξάγοντας το δικό του συμπέρασμα περί της αποκάλυψης εύλογης υπόνοιας. Τότε και μόνο νομιμοποιείται στην έκδοση του εντάλματος. Το βάσιμο της εύλογης αιτίας συναρτάται απόλυτα με το περιεχόμενο του Όρκου που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Η ανάγκη παρουσίασης ενός είδους μαρτυρίας για στοιχειοθέτηση της εύλογης υπόνοιας, βεβαίως δεν σημαίνει καταγραφή στοιχείων με αποδεικτική αξία σε υψηλό επίπεδο. (Βλ. C.P.S. Freight Services Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική Έφεση Αρ. 219/2014, ημερ. 29/2/2016). Έστω και σε χαμηλό επίπεδο, όμως, πρέπει να δοθούν στοιχεία και όχι απλά συμπεράσματα ή καταλήξεις. 

 

Εν προκειμένω, η Αστυνομία δεν έκανε αναφορά σε μια ανώνυμη πληροφορία περί εμπλοκής του Αιτητή στα υπό διερεύνηση αδικήματα. Στον Όρκο γίνεται αναφορά τόσο στο ίδιο το περιεχόμενο της πληροφορίας, δηλ. στα πρωτογενή γεγονότα που συνέθεταν το αποτέλεσμα ότι ο Αιτητής ήταν το πρόσωπο που τοποθέτησε τον εκρηκτικό μηχανισμό, όσο και στο πώς η εν λόγω πληροφορία λήφθηκε καθώς και στην πηγή της (χωρίς, βέβαια, να ήταν απαραίτητο να κατονομάζεται το πρόσωπο που την έδωσε). (Βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του A.D.S. (ανωτέρω) και Αναφορικά με την Αίτηση του Ν. Π., Αρ. Αίτησης 118/2023 (i-justice), ημερ. 26/9/2023). Εν ολίγοις, η εν λόγω πληροφορία είχε συγκεκριμένο περιεχόμενο και προήρχετο από συγκεκριμένο πληροφοριοδότη ο οποίος ανήκε στο στενό περιβάλλον του Αιτητή. Ούτε η Αστυνομία περιορίστηκε μόνο στην πιο πάνω πληροφορία εφόσον, αξιοποιώντας κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, έγινε κατορθωτό να διακριβωθεί ότι ο Αιτητής έχει το ίδιο χαρακτηριστικό βάδισμα με το δράστη, όπως καταγράφηκε από το εν λόγω κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης.

 

Υπενθυμίζεται ότι στο συγκεκριμένο στάδιο δεν καλείται το Κατώτερο Δικαστήριο να αξιολογήσει τη μαρτυρία που τίθεται ενώπιόν του για να προβεί σε εύρημα ότι όντως το πρόσωπο εναντίον του οποίου επιδιώκεται η έκδοση εντάλματος σύλληψης, διέπραξε τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Περί υπονοιών ο λόγος.

 

Το περιεχόμενο του Όρκου που συνόδευε και υποστήριζε το αίτημα για έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης, συνολικά θεωρούμενο, σε αντίθεση με όσα προβάλλει η πλευρά του Αιτητή περί αόριστων και ανεπαρκών στοιχείων, κρίνεται ότι παραθέτει γεγονότα τέτοιας έκτασης και μορφής, από κάθε άποψη επαρκή για απόδειξη του στοιχείου της εύλογης υπόνοιας για ανάμιξη του Αιτητή στη διάπραξη των σοβαρών αδικημάτων που η Αστυνομία διερευνούσε.

 

Όσον αφορά στο ερώτημα κατά πόσο τα ιδιαίτερα γεγονότα καθιστούσαν ή όχι τη σύλληψη του Αιτητή δικαιολογημένη και αναγκαία, η απάντηση είναι και πάλι καταφατική.

 

Είναι αρκετό να σημειωθεί ότι η φύση και η σοβαρότητα των αδικημάτων, η ανάγκη συμπλήρωσης των αστυνομικών εξετάσεων για πλήρη εξιχνίαση, δεδομένων των πληροφοριών που η Αστυνομία είχε στα χέρια της, οι οποίες και οδήγησαν στον εντοπισμό του Αιτητή, χωρίς παράλληλα να υποτιμάται ο κίνδυνος ο Αιτητής να καταστρέψει ή να αλλοιώσει μαρτυρικό υλικό ή ακόμα να επηρεάσει μάρτυρες ή τυχόν άλλους εμπλεκόμενους, αποτελούν παράγοντες που ουσιαστικά επισφράγιζαν την αναγκαιότητα έκδοσης τους επίδικου Εντάλματος Σύλληψης.

 

Όσον αφορά τα όσα λέχθηκαν σε σχέση με τη διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων ως λόγου άγνωστου στο Νόμο, αυτά, με κάθε σεβασμό, οφείλονται σε παρανόηση (Πολιτική Αίτηση Αρ. 146/2022               (i-Justice), Αναφορικά με την αίτηση του ΕΕ για Άδεια Καταχώρισης Αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος, απόφαση ημερ. 30/9/2022). Η διευκόλυνση των ανακρίσεων δεν είναι λόγος άγνωστος για την έκδοση εντάλματος σύλληψης (Cook (Αρ. 2) (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1268, 1272). Η διευκόλυνση ανακρίσεων είναι λόγος άγνωστος για την έκδοση εντάλματος έρευνας, όχι εντάλματος σύλληψης που είναι η υπό κρίση περίπτωση.

 

Ένα άλλο ζήτημα που εγείρει ο Αιτητής αφορά στη μη συμπερίληψη του Άρθρου 19 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, στο Ένταλμα Σύλληψης που εκδόθηκε.

 

Ο τύπος του εντάλματος σύλληψης προνοείται στους περί Ποινικής Δικονομίας Κανονισμούς (Δευτερογενής Νομοθεσία της Κύπρου, Τόμος ΙΙ, 337) και είναι ο Ποινικός Τύπος 4 στη σελ. 344. Καταγράφεται σε παρένθεση «Sections 18 and 43». Η σχετική αναφορά είναι στον τότε ισχύοντα περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 14. Στη σελ. 341, όπου υπάρχει ευρετήριο των ποινικών τύπων, στην δεύτερη στήλη καταγράφεται το άρθρο που προνοεί για τον κάθε τύπο και για το ένταλμα σύλληψης τα Άρθρα 18 και 43Issue of warrant of arrest» και «Summons or warrant for compelling attendance», αντίστοιχα). Σήμερα και στο Κεφ. 155 αντιστοιχούν στα Άρθρα 18 και 44Έκδοση εντάλματος σύλληψης» και «Κλήση ή ένταλμα για εξαναγκασμό παράστασης», αντίστοιχα). Η συμπερίληψη του Άρθρου 19 του Κεφ. 155, που αφορά σε ζητήματα τύπου και περιεχόμενου, δεν προνοείται στο σχετικό Τύπο του εντάλματος σύλληψης με αποτέλεσμα, η σχετική επιχειρηματολογία του Αιτητή να είναι άνευ ερείσματος. (Βλ. Πολιτική Αίτηση Αρ. 47/2022, Αναφορικά με την Αίτηση του Κουδουνιά, ημερ. 3/5/2022).

 

Ο Αιτητής επικαλέστηκε, επίσης, ότι υπήρξε ψευδορκία καθώς και απόκρυψη ουσιαστικών στοιχείων κατά το στάδιο υποβολής του αιτήματος της Αστυνομίας για έκδοση του Εντάλματος.

 

Υποστηρίχθηκε, εν προκειμένω, ότι στον Όρκο που έγινε προς υποστήριξη του αιτήματος για έκδοση του επίδικου Εντάλματος Σύλληψης  (ΤΕΚΜΗΡΙΟ 2, ημερ. 12/7/2024), η Ενόρκως Δηλούσα δεν ανέφερε στο Δικαστήριο και/ή απέκρυψε ότι για την παρούσα υπόθεση είχε συλληφθεί άλλο πρόσωπο για το οποίο, με βάση προγενέστερη ένορκη μαρτυρία, ημερ. 24/6/2014, (ΤΕΚΜΗΡΙΟ 3) που η Ενόρκως Δηλούσα Αστυνομικός έδωσε για σκοπούς έκδοσης διατάγματος προσωποκράτησης, υπήρχε αξιόπιστη πληροφορία ότι άλλος ήταν ο δράστης της βομβιστικής επίθεσης στην καφετέρια. Ειδικότερα, υποστηρίχθηκε ότι η Ενόρκως Δηλούσα δεν ανέφερε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα γεγονότα τα οποία, όπως προβάλλεται, ήταν πολύ σημαντικά σε σχέση με την κρίση του Δικαστηρίου σε ό,τι αφορούσε την έκδοση του προσβαλλόμενου Εντάλματος Σύλληψης:

 

(α) Δεν ανέφερε και/ή απέκρυψε από το Κατώτερο Δικαστήριο ότι για την παρούσα υπόθεση συνελήφθη στις 23/6/2024 άλλο πρόσωπο, για το οποίο, σύμφωνα με το ΤΕΚΜΗΡΙΟ 3, η Αστυνομία είχε αξιόπιστη πληροφορία ότι ήταν ο δράστης της βομβιστικής επίθεσης στις 22/6/2024 στην καφετέρια «QBOO», ρόλος που αποδίδεται στο ΤΕΚΜΗΡΙΟ 2 και στον Αιτητή. Η σκόπιμη παράλειψη της Ενόρκως Δηλούσας αποσκοπούσε στο να καταδείξει στο Κατώτερο Δικαστήριο ότι η πληροφορία της Αστυνομίας για τον Αιτητή ότι ήταν ο δράστης, ήταν πολύ αξιόπιστη και/ή ότι αποτελούσε «μαρτυρία» για την εμπλοκή του Αιτητή.

(β) Δεν ανέφερε και/ή απέκρυψε από το Κατώτερο Δικαστήριο ότι το πρόσωπο που συνελήφθη στις 23/6/2024 ως ύποπτος δράστης της βομβιστικής επίθεσης τέθηκε, στις 24/6/2024, υπό 8ήμερη προφυλάκιση για την παρούσα υπόθεση, στη βάση δικής της Ένορκης Δήλωσης (όρκου) (ΤΕΚΜΗΡΙΟ 3). Όπως τονίσθηκε, «σκόπιμη η παράλειψη της ενόρκως δηλούσας για απόκρυψη από το Δικαστήριο ότι στη βάση πληροφοριών και μόνον, η Αστυνομία παρουσιάζει διάφορα πρόσωπα ως υπόπτους δράστες της τοποθέτησης βόμβας και επιζητεί την στέρηση της ελευθερίας τους, με σκοπό, ουσιαστικά, την ανεύρεση μαρτυρίας ή/και την διαπίστωση περί εμπλοκής υπόπτων».

(γ) Δεν ανέφερε και/ή απέκρυψε από το Κατώτερο Δικαστήριο ότι ο σωματότυπος του ύποπτου προσώπου που συνελήφθη στις 23/6/2024 από την Αστυνομία και στις 24/6/2024 τέθηκε υπό οκταήμερη προφυλάκιση για την παρούσα υπόθεση, προσομοιάζει πολύ με το σωματότυπο του δράστη της βομβιστικής επίθεσης, καθώς επίσης έχει ακριβώς το ίδιο χαρακτηριστικό βάδισμα με το δράστη, ενώ στο ΤΕΚΜΗΡΙΟ 2  η Ενόρκως Δηλούσα ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής έχει το ίδιο χαρακτηριστικό βάδισμα με το δράστη. Η σκόπιμη και πάλι απόκρυψη από την Ενόρκως Δηλούσα αυτού του ισχυρισμού περί ίδιου σωματότυπου και ιδιαίτερου βαδίσματος του δράστη έγινε με σκοπό να παρασύρει την κρίση του Κατώτερου Δικαστηρίου ότι ο Αιτητής έχει κάποιο εξαιρετικά ιδιαίτερο, αποκλειστικό και μοναδικό βάδισμα το οποίο ταυτίζεται με αυτό του δράστη, το οποίο δεν προσομοιάζει με άλλου προσώπου.

(δ) Δεν ανέφερε και/ή απέκρυψε από το Κατώτερο Δικαστήριο κατά πόσο το πρόσωπο που συνελήφθη στις 23/6/2024 ως ύποπτος δράστης της βομβιστικής επίθεσης και τέθηκε στις 24/6/2024 υπό οκταήμερη προφυλάκιση για την παρούσα υπόθεση, αφέθηκε ελεύθερος ή ακόμα κρατείται από την Αστυνομία ή αν είναι ή όχι τελικά ο δράστης, ώστε να επιζητείται η σύλληψη του Αιτητή ως ύποπτου προσώπου - δράστη της βομβιστικής επίθεσης, με σκοπό να παρασύρει την κρίση του Κατώτερου Δικαστηρίου περί αναγκαιότητας σύλληψης του Αιτητή, ως του μοναδικού ύποπτου προσώπου - δράστη, στον οποίο η Αστυνομία κατέληξε μετά από τρεις εβδομάδες ερευνών (στις 12/7/2024).

 

Ο βασικός κανόνας είναι ότι χωρίς επαρκή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων και στοιχείων και δεδομένων τα οποία ενδέχεται να επηρεάσουν την κρίση του Δικαστηρίου, δεν μπορεί να εκδοθεί νόμιμο ένταλμα σύλληψης, έστω και αν άλλες προϋποθέσεις μπορούν να ικανοποιηθούν. Εν ολίγοις, η επαρκής αποκάλυψη είναι βασική προϋπόθεση νομιμότητας σε σχέση με την έκδοση κάθε εντάλματος σύλληψης. Η ένορκη δήλωση που στηρίζει την αίτηση προς το Επαρχιακό Δικαστήριο για την έκδοση του εντάλματος σύλληψης είναι, αναμφίβολα, υψίστης σπουδαιότητας.

 

Ως προς αυτό μόνο τον παράγοντα, κρίνω ότι έχει καταδειχθεί από τον Αιτητή συζητήσιμη υπόθεση και μόνο γι’ αυτό δίδεται σχετική άδεια για καταχώριση δια Κλήσεως Αίτησης. Αυτό, βεβαίως, γίνεται, ως ορίζει η νομολογία, χωρίς περαιτέρω εμβάθυνση στην υπόθεση. (Βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, Char. Theophanous Argyrides (1987) 1 C.L.R. 23 και Sidnell v. Wilson a.o. [1966] EWCA Civ 2, 14/1/1966). Επίσης, εν προκειμένω, δεν συντρέχει άλλη δυνατότητα θεραπείας στον Αιτητή, όπως ωσαύτως εξηγήθηκε από τη Νομολογία.

 

Παρέχεται, συνεπώς, άδεια στον Αιτητή να καταχωρίσει Αίτηση με Κλήση για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος για τον περιορισμένο αυτό λόγο. Κατά τα λοιπά η Αίτηση απορρίπτεται.

 

Η Αίτηση δια Κλήσεως να καταχωριστεί εντός 5 ημερών από σήμερα και αντίγραφο της να επιδοθεί στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ο οποίος δύναται να καταχωρίσει Ένσταση εντός                4 ημερών από την ημερομηνία επίδοσης.

 

Η Αίτηση δια Κλήσεως ορίζεται για οδηγίες στις 18/9/2024, η ώρα           9.00 π.μ.

 

Τα έξοδα της παρούσας Αίτησης θα είναι έξοδα στην πορεία της Αίτησης με Κλήση.

 

 

                                                Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο