ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

     (Υπόθεση αρ. 11/2024 (Κ)

                                                                                   (i-Justice)       

 

                          29 Ιανουαρίου 2024

                         [ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                 N. C. K.

 

                                                                                                 Αιτητής,

                                    και

       ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

              1.Υπουργού Εσωτερικών

2.Διευθυντή Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης

 

Καθ’ ων η αίτηση

                 ––––––––––––––––––––––––––––––––

Π. Χριστοφή (κα),για Έλενα Μυριάνθους, για τον αιτητή.

Σ. Σταύρου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

                              Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Με την παρούσα προσφυγή και μετά την απόσυρση κατά το στάδιο των διευκρινήσεων των αιτητικών της Προσφυγής υπό παραγράφους (Β) (Γ)και (Δ), ο αιτητής ζητεί πλέον την ακόλουθη θεραπεία:

 

«Α. Δήλωση ή/και Απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι τα Διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 1.1.2024 που εκδοθήκαν  από τους Καθ΄ων η αίτηση εναντίον του Αιτητή δυνάμει διατάξεων του άρθρου 6 (1) (Κ) και 14 του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ.105 και του άρθρου 188 (3) του Συντάγματος και του επιδόθηκαν κατά την ίδια ημερομηνία –ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1, είναι άκυρα, αντισυνταγματικά, παρανομώ και στερούντα ιοποιοσδήποτε έννομου αποτελέσματος και όπως διατάξει την ακύρωση τους και την άμεση απελευθέρωση του Αιτητή.»

Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν, ο οποίος αφίχθηκε στη Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών και στη συνέχεια εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές από άγνωστο μέρος και σε άγνωστο χρόνο.

 

Στις 26.3.2019,ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε στις 21.10.2022 από την Υπηρεσία Ασύλου. Κατά της νομιμότητας της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης, ο αιτητής καταχώρησε την Προσφυγή αρ. 7434/22 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, η οποία απορρίφθηκε στις 21.6.2023.

 

Στις 15.6.2023, υποβλήθηκε εκ μέρους του αιτητή σχετικό αίτημα για παραχώρηση ειδικής άδειας εργασίας, το οποίο απορρίφθηκε στις 31.6.2023. Εν συνεχεία, στις 21.11.23, ο αιτητής υπέβαλε πρώτη μεταγενέστερη αίτηση για χορήγηση διεθνούς προστασίας.

 

Ακολούθως την 1.1.2024, ο αιτητής συνελήφθη για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία και την ίδια ημέρα η Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης εξέδωσε τα διατάγματα κράτησης και απέλασης κατά του αιτητή.

 

Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι κατά το στάδιο των διευκρινήσεων της υπόθεσης, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση δήλωσε ότι η υποβληθείσα μεταγενέστερη αίτηση του αιτητή ημερομηνίας 21.11.2023 απορρίφθηκε ως απαράδεκτη από την Υπηρεσία Ασύλου. Προς τούτο κατέθεσε σχετική επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 24.1.2024 δια της οποίας γνωστοποιείτο στον αιτητή η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επί της μεταγενέστερης αίτησης του.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων σε συνάρτηση με το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης.

 

Αποτελεί κύρια και βασική θέση της ευπαίδευτη συνηγόρου του αιτητή, στην οποία εδράζονται οι πλείστοι εκ των λόγων ακύρωσης που εγείρει, ότι τα προσβαλλόμενα διατάγματα κράτησης και απέλασης έχουν εκδοθεί παράνομα διότι ο αιτητής είχε υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, η οποία, κατά την εισήγηση, τον καθιστούσε αιτητή διεθνούς προστασίας και ως εκ τούτου διατηρούσε δικαίωμα νόμιμης παραμονής μέχρι τη λήψη απόφασης από την Υπηρεσία Ασύλου επί της μεταγενέστερης αιτήσεως του.

Ο ισχυρισμός του αιτητή, κρίνεται παντελώς αβάσιμος και απορρίπτεται. Η όλη εισήγηση, στηρίζεται στην εσφαλμένη αντίληψη ότι η υποβολή μεταγενέστερης αίτησης και μόνο προσδίδει στον εκάστοτε αιτητή, καθεστώς αιτητή διεθνούς προστασίας.

 

Το ζήτημα έχει εξεταστεί στη δεσμευτική για το παρόν Δικαστήριο, απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Madberv Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ. 8/22, ημερομηνίας 17/11/22) σύμφωνα με την οποία η υποβολή μεταγενέστερης αίτησης, δεν καθιστά τον εκάστοτε αιτητή ως αιτητή διεθνούς προστασίας, αλλά τουναντίον, ως αποφασίστηκε, κατέχει το καθεστώς που ίσχυε με την απόρριψη της αρχικής αιτήσεως ασύλου που είχε υποβάλει και απερρίφθη.

 

Εν προκειμένω, καθοριστική είναι η διαπίστωση, ότι η αίτηση του αιτητή για πολιτικό άσυλο εξετάστηκε και απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, όπως βεβαίως απορριπτέα κρίθηκε και η Προσφυγή που καταχώρησε ο αιτητής στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας. Η δε υποβολή πρώτης μεταγενέστερης αίτησης, η οποία διενεργήθηκε πριν την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων, προσέδιδε μεν στον αιτητή δικαίωμα παραμονής μέχρι την εξέταση του παραδεκτού της μεταγενέστερης αιτήσεως του, ουδόλως όμως αναιρούσε, ως ορθά υποδεικνύει η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση, την τελεσιδικία που επήλθε επί της αιτήσεως ασύλου του, ώστε να παρέχεται στον αιτητή αφ’ εαυτής και μόνο, αυτόματη ανάκτηση του καθεστώτος αιτητή διεθνούς προστασίας και να αναιρείται άνευ ετέρου η νομιμότητα των εκδοθέντων διαταγμάτων(Ε.Μ v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 729/23, ημερομηνίας 23/6/23), Α.Η v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.2239/22, ημερομηνίας 25/1/23).

 

Έπεται -και σε πλήρη συμφωνία με τη θέση των καθ’ ων η αίτηση- ότι ο αιτητής και επί τη βάση των γεγονότων της υπόθεσης και της εκ μέρους του διαπιστωθείσας παραβίασης της παραγράφου (κ) του άρθρου 6 (1)  του Κεφ. 105, νομίμως κρίθηκε απαγορευμένος μετανάστης, κρίση η οποία καθόλα ορθώς αποτέλεσε το έρεισμα για την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων, την οποία ο αιτητής ουδόλως αμφισβητεί. Συνεπώς όλοι οι ισχυρισμοί  του αιτητή, οι όποιοι βάλλουν κατά της έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων και οι οποίοι έχουν ως έρεισμα τη θεώρηση ότι ο αιτητής νομίμως διατηρούσε καθεστώς αιτητή διεθνούς προστασίας ενόψει της υποβολής μεταγενέστερης αίτησης- η οποία ειρήσθω εν παρόδω εν τέλει κρίθηκε απορριπτέα ως απαράδεκτη- κρίνονται σωρευτικώς ανεδαφικοί και απορρίπτονται στην ολότητα τους. Συγκεκριμένα ως αβάσιμοι και συνεπώς απορριπτέοι κρίνονται οι ισχυρισμοί του αιτητή ότι ένεκα της μεταγενέστερης αιτήσεως του, η διατήρηση σε ισχύ των προσβαλλόμενων διαταγμάτων καθώς και η παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση να εκδώσουν νέα αιτιολογημένη απόφαση για τη διατήρηση της ισχύς τους παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης και συνιστά προϊόν ελλιπούς έρευνας, πλάνης, μη χρήστης διοίκησης και κατάχρησης εξουσίας.

 

Περαιτέρω, η πλευρά του αιτητή ισχυρίζεται ότι το επίδικο διάταγμα κράτησης στερείται επαρκούς αιτιολογίας και δέουσας έρευνας καθότι δεν υπήρξε η εξατομικευμένη αξιολόγηση των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή και δεν προκύπτει πως οι καθ΄ων η αίτηση κατέληξαν στη κρίση ότι δεν θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα, αφ΄ ης στιγμής ουδείς κίνδυνος διαφυγής του αιτητή συντρέχει. Προς τούτο εισηγείται η πλευρά του αιτητή ότι ο αιτητής είναι πατέρας ενός ανηλίκου τεκνού, ουδέποτε έχει καταδικαστεί σε ποινικό αδίκημα και ζει με το παιδί και τη σύντροφο- μητέρα του παιδιού του σε γνωστή διεύθυνση διαμονής.

 

Ουδέν από τα ανωτέρω ευσταθεί. Το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης επιβεβαιώνει με τρόπο αναντίλεκτο, ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβηκαν σε πλήρη έρευνα των περιστατικών της υπόθεσης, δίδοντας επαρκή αιτιολογία για την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων.

 

Εν προκειμένω, όπως ρητά αναγράφεται και επεξηγείται στο ίδιο το διάταγμα κράτησης, διαπιστώθηκε στη βάση του άρθρου18ΠΣΤ (1) (α) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, ότι υφίσταται κίνδυνος διαφυγής του αιτητή, λόγω του ότι δεν συμμορφώθηκε με προηγούμενη απόφαση επιστροφής καθώς και της απροθυμίας του να επαναπατριστεί, χωρίς να υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

 

Έπεται ότι τα όσα ο αιτητής αναφέρει στη γραπτή του αγόρευση με σκοπό να καταδείξει ότι δεν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής, ουδόλως αντικρούουν τα όσα αδιαμφισβήτητα νομίμως καταγράφονται στην ίδια την αιτιολογία του διατάγματος κράτησης, τα οποία επιβεβαιώνονται από τα γεγονότα του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης και τα οποία ο αιτητής ουδόλως αμφισβητεί. Άλλωστε η θέση του αιτητή ότι ουδείς κίνδυνος διαφυγής υφίσταται, παραβλέπει, πρόσθετα, ότι η κήρυξη ενός προσώπου ως παράνομου εμπεριέχει λογικά, ως έχει νομολογηθεί, τον κίνδυνο διαφυγής ανά πάσα στιγμή (Mensah ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 5735/13, ημερομηνίας 09/8/2013), El Khouri v. Δημοκρατίας (Υπόθεση Αρ. 716/2014, ημερομηνίας 24/6/2016) Muhammad v Δημοκρατίας(ΥπόθεσηΑρ.3/2021, ημερομηνίας 24.11.2021), Bibilashvili και Δημοκρατίας (Υπόθεση Αρ. 1954/2022, ημερομηνίας 20/12/22).

 

Ούτε όμως η θέση της συνηγόρου του αιτητή ότι δεν αξιολογήθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση, ότι ο αιτητής είναι πατέρας ανήλικου παιδιού και συμβιώνει με το παιδί και τη σύντροφο- μητέρα του παιδιού του σε γνωστή διεύθυνση διαμονής, ευσταθεί. Και τούτο διότι ήταν ο ίδιος ο αιτητής, ως ορθά υποδεικνύει η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση και ως προκύπτει από τα ενώπιον μου έγγραφα, που κατά το χρόνο σύλληψης του, δήλωνε στους αστυνομικούς της ΥΑΜ ότι δεν έχει οικογένεια. Συναφώς παρατηρώ ότι στην επιστολή της ΥΑΜ Λευκωσίας ημερομηνίας 1.1.24 προς τη Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, καταγράφεται ρητώς ότι ο αιτητής δεν έχει μόνιμη διεύθυνση διαμονής καθώς και ότι: «κατόπιν προφορικής συνέντευξης που έγινε στον αλλοδαπό, αυτός δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του. Ανάφερε ότι διαμένει στην Λάρνακα, είναι καλά στην υγεία του και δεν έχει οικογένεια στη Κ.Δ».

 

Στο σημείο αυτό, δεν θα μπορούσα όμως να μην επισημάνω, ότι ως αναφέρεται στα γεγονότα της ένστασης, οι καθ΄ων η αίτηση σε μεταγενέστερο χρόνο διαπίστωσαν ότι σε προηγούμενο αίτημα του αιτητή για παραχώρηση άδειας εργασίας, είχε αναφέρει ότι είναι πατέρας ενός ανήλικου τέκνου, γεγονός για το οποίο, ως καταγράφεται στα γεγονότα της ένστασης, θα ενημερωθούν οι αρμόδιες αρχές και η Διευθύντρια του Τμήματος, πράγμα που προτρέπω όντως να πράξουν. 

 

Συναφώς ούτε η γενική αναφορά, που περιλαμβάνεται στη γραπτή αγόρευση του αιτητή, ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στη κρίση του Δικαστηρίου ότι η απομάκρυνση του αιτητή θα έχει δυσμενείς συνέπειες στη ζωή του παιδιού του, χωρίς οποιαδήποτε άλλη τεκμηρίωση, μπορεί να επηρεάσει τη νομιμότητα των επίδικων αποφάσεων και συνεπώς απορρίπτεται. Ως προσφάτως λέχθηκε και στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Limon ν. Δημοκρατίας (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.126/21, ημερομηνίας 20/4/22) το δικαίωμα αλλοδαπού να παραμείνει στην επικράτεια μιας χώρας, κατ' επίκληση διατάξεων που προστατεύουν το θεσμό της οικογένειας, δεν διασφαλίζεται ούτε από την ΕΣΔΑ, ούτε από το Σύνταγμα, κατά τον απόλυτο τρόπο που ισχυρίζεται ο αιτητής, ιδιαίτερα δε στην περίπτωση, ως η παρούσα, που ο αλλοδαπός δεν έχει αυτοτελές δικαίωμα παραμονής στη χώρα και παραμένει σ’ αυτή παράνομα (Kedoum ν. Δημοκρατίας, (2005) 3 Α.Α.Δ. 505) (Hasnas Natalia ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 921/2015  ημερομηνίας 23/7/2015).

 

Έπεται ότι στην προκειμένη περίπτωση, η εξουσία έκδοσης διατάγματος κράτησης για σκοπούς απέλασης, η οποία αποτελεί παρεχόμενη εξουσία του άρθρου 14(1) του Κεφ.105 και η οποία σε συνδυασμό με τις πρόνοιες του άρθρου 18 ΠΣΤ(1) επιτρέπεται ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, ασκήθηκε εύλογα επιτρεπτά και εντός των επιτρεπτών ορίων εξουσίας της Διευθύντριας. Συνεπώς τα όσα, ορθά, καταγράφονται στο εν λόγω διάταγμα κράτησης περί διαπίστωσης κινδύνου διαφυγής χωρίς περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, επειδή ο ίδιος δεν συμμορφώθηκε με προηγούμενη απόφαση επιστροφής και ήταν αρνητικός στον επαναπατρισμό του, όχι μόνο δεν αποτελούν προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας αλλά τουναντίον υποστηρίζονται πλήρως από τα ενώπιον των καθ’ ων η αίτηση στοιχεία και το μεταναστευτικό ιστορικό του αιτητή, καθιστώντας το διάταγμα κράτησης επαρκώς αιτιολογημένο(Κ.Α.Α. ν. Δημοκρατίας, (Υπόθεση αρ. 1242/2022 ημερομηνίας  18/8/2022)  GSDAM. ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 626/2023, ημερομηνίας 9/6/23).

 

Προδήλως αβάσιμη και προφανώς απορριπτέα κρίνεται και η αόριστη και ατεκμηρίωτη αναφορά της πλευράς του αιτητή ότι ο αιτητής τηρούσε για περίοδο 4 μηνών πιστά τα εναλλακτικά μέτρα, αφού από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης, ο οποίος συνιστά τον μόνο οδηγό πληροφόρησης ως προς την ύπαρξη δεδομένων και γεγονότων (MEHMET MAHER CEMAL EDDINv Δημοκρατίας (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 97/2019, ημερομηνίας 14/11/23ουδόλως και ουδέποτε προκύπτει να είχαν επιβληθεί εναλλακτικά της κράτησης μέτρα στον αιτητή.

 

Απορριπτέος κρίνεται και ο έτερος ισχυρισμός του αιτητή ότι δεδομένης της αναστολής του διατάγματος απέλασης, η διαδικασία απομάκρυνσης δεν βρίσκεται σε εξέλιξη και επομένως δεν συντρέχει η προϋπόθεση που θέτει το άρθρο 18 ΠΣΤ, το οποίο ορίζει ότι η κράτηση διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται.

 

Επισημαίνεται, ως έχει νομολογηθεί, ότι η μεταγενέστερη αναστολή της εκτέλεσης της απέλασης δεν επιδρά στη νομιμότητα της αρχικής απόφασης για κράτηση του αιτητή, η οποία αποφασίστηκε προς διευκόλυνση της απέλασης (Murat Hudur αλλιώς Αντώνης Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 1311/2016,ημερομηνίας 28/8/2017). Περαιτέρω καθίσταται σαφές από τα ενώπιον μου στοιχεία ότι ο αιτητής κρατείται για σκοπούς απέλασης και επομένως η αναστολή του διατάγματος, η οποία συντελείται προφανώς για περιορισμένο χρονικό διάστημα μέχρι την εκδίκαση της παρούσας Προσφυγής, δεν επηρεάζει την κράτηση (Asad Mohammed Rahal v Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ 741).

 

 

Στη βάση των ανωτέρω, ουδείς εκ των λόγων ακύρωσης ευσταθεί. Κατά συνέπεια, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και οι επίδικες αποφάσεις επικυρώνονται με έξοδα €1200 εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

                      Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο