ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ  

(Υπόθεση αρ. 1576/2023 (Κ))

                                                                                   (i-Justice)       

 

                          29 Ιανουαρίου 2024

                          [ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

                                    H. S.

 

                                                                                                 Αιτητής,

                                     και

              ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

                    1.Υπουργείου Εσωτερικών

2.Διευθυντή Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης

Καθ’ ων η αίτηση

––––––––––––––––––––––––––––––––

Κυριακή Γιαννακού, για Α. Χρίστου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για τον αιτητή.

Νάταλη Τζιρτζιπή, Δικηγόρος, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση.

 

                             Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΕΛΕΠΕΣΙΗ, Δ.Δ.Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής στρέφεται κατά της νομιμότητας της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 31.8.2023 να κηρυχθεί ως απαγορευμένος μετανάστης καθώς και κατά της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης.

 

Ως προκύπτει από τα γεγονότα της ένστασης και το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, ο αιτητής είναι υπήκοος Συρίας, ο οποίος εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές και στις 3.04.2018 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Με απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 16.10.2019 παραχωρήθηκε στον αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και άδεια διαμονής, η οποία κατόπιν αίτησης του αιτητή, παρατάθηκε, μέχρι τις 31.8.2023.

 

Σύμφωνα δε με έγγραφα, εμπιστευτικές πληροφορίες και επιστολές της ΥΑΜ, καθώς και άλλων Υπηρεσιών της Αστυνομίας, οι οποίες φέρουν τον χαρακτηρισμό «απόρρητα» έγγραφα και οι οποίες κατατέθηκαν κατά τις διευκρινήσεις ως Τεκμήριο 2, ο αιτητής φέρεται να εμπλέκεται, σε κύκλωμα διακίνησης παράτυπων μεταναστών από την Συρία, οι οποίοι οδηγούνται αρχικά στην Τουρκία και ακολούθως δια θαλάσσης μεταφέρονται στην Κύπρο, είτε προς τα κατεχόμενα είτε προς τις ελεύθερες περιοχές.

 

Στις 31.8.23, ο αιτητής κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει της παραγράφου (ζ) του άρθρου 6 (1)  του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου και εκδόθηκαν διατάγματα απέλασης και κράτησης κατά του αιτητή δυνάμει του άρθρου 29 των περί Προσφύγων Νόμων του 2002 έως 2023 και του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου.

 

Κατά της νομιμότητας του διατάγματος απέλασης ο αιτητής καταχώρησε την Προσφυγή αρ. 3261/23 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, η οποία εκκρεμεί και κατά της κήρυξης του ως απαγορευμένου μετανάστη και της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης καταχώρησε την υπό κρίση Προσφυγή.

 

Έχω εξετάσει με προσοχή τις θέσεις των ευπαίδευτων συνηγόρων σε συνάρτηση με το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης  (Τεκμήριο 1) καθώς και του απόρρητoυ φακέλου (Τεκμήριο 2).Προτού υπεισέλθω στην παράθεση και εξέταση των εγειρόμενων εκ του αιτητή ισχυρισμών, προέχει να επισημανθεί ότι κατά το στάδιο των διευκρινήσεων της υπόθεσης, η συνήγορος του αιτητή προέβηκε σε απόσυρση των ισχυρισμών που εγείρονταν και αναπτύσσονταν στη γραπτή της αγόρευση, αναφορικά με το ότι δεν δόθηκε δικαίωμα στον αιτητή να λάβει γνώση του περιεχομένου των απόρρητων εγγράφων καθώς και του λόγου που εγείρετο περί αναρμοδιότητας του οργάνου που εξέδωσε τις προσβαλλόμενες αποφάσεις.

 

Προς ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να κηρύξουν τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη δυνάμει της παραγράφου (ζ) του άρθρου 6 (1) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, η πλευρά του αιτητή ισχυρίζεται ότι αυτή λήφθηκε κατά παράβαση του Νόμου, των Κανονισμών και της Διαδικασίας, κατά κατάχρηση εξουσίας και κατά παράβαση ουσιώδους τύπου και είναι αποτέλεσμα πραγματικής και νομικής πλάνης. Αποτελεί δε κυρία και βασική εισήγηση του αιτητή, ότι οι καθ’ ων η αίτηση καταστρατήγησαν τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου και κατά παράβαση των προβλεπόμενων διαδικασιών που επιτάσσει, κήρυξαν τον αιτητή ως απαγορευμένο μετανάστη χωρίς όμως, ως όφειλαν, να εφαρμόσουν πρώτα τις διατάξεις του άρθρου 5 του Περί Προσφύγων Νόμου και να ανακαλέσουν ή να αποκλείσουν τον αιτητή από το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας το οποίο κατέχει.

 

Έχω μελετήσει επιστάμενα τις θέσεις του αιτητή.

 

Πανομοιότυπο ζήτημα, με αντίστοιχα γεγονότα και ισχυρισμούς, απασχόλησε την αδελφή Δικαστή Ε. Γαβριήλ στην υπόθεση A.A.J v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ.186/23 (Κ), ημερομηνίας 30/3/23) με το σκεπτικό της οποίας, συμφωνώ. Συγκεκριμένα λέχθηκαν, επί του θέματος, τα ακόλουθα:

 

«Ως προς την απόφαση των καθ’ ων η αίτηση να κηρύξουν τον αιτητή απαγορευμένο μετανάστη, η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, διατείνεται στη γραπτή της αγόρευση, πως πεπλανημένα οι καθ’ ων η αίτηση εφάρμοσαν, στην περίπτωση του αιτητή, τις διατάξεις του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, αφού ο αιτητής δεν μπορεί να υπαχθεί στην έννοια του απαγορευμένου μετανάστη ή του παρανόμως παραμένοντα υπηκόου τρίτης χώρας, λόγω του ότι ο ίδιος έχει το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και δικαίωμα διαμονής, το οποίο ουδέποτε ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, οι διατάξεις του οποίου υπερισχύουν του Κεφ. 105, ως ειδικός νόμος[...]

 

«Όπως προκύπτει από το αιτητικό της αίτησης ακυρώσεως, με την υπό κρίση προσφυγή, προσβάλλεται η κήρυξη του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6(1)(δ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, ως αυτή η απόφαση του γνωστοποιήθηκε δια της επιστολής ημερομηνίας 19.1.2023. Παράλληλα, γνωστοποιείται στον αιτητή η έκδοση του διατάγματος απέλασης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου, λόγω της ποινικής του καταδίκης, όπως επίσης και η έκδοση του διατάγματος κράτησης.

 

Σημειώνεται πως η προσφυγή του αιτητή με αρ. 363/2023 κατά της νομιμότητας και ορθότητας του διατάγματος απέλασης ημερομηνίας 19.1.2023, εκκρεμεί, ακόμα, προς εξέταση ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, ενώ σε ερώτηση του Δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο αυτή βρίσκεται, δόθηκε η απάντηση πως δεν είχε ακόμα καταχωρηθεί η γραπτή αγόρευση του αιτητή[...]

 

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος πως το διάταγμα απέλασης είναι καθοριστικό για την υπόσταση του αλλοδαπού στη Δημοκρατία και δεδομένου του γεγονότος πως στον αιτητή είχε αναγνωριστεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό αυτές τις περιστάσεις και μόνον, να εξετάσει το κατά πόσον νόμιμα ο αιτητής έχει καταστεί απαγορευμένος μετανάστης.

 

Τούτο, αφού η κρίση της διοίκησης για το χαρακτηρισμό του αιτητή, δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας, ως απαγορευμένου μετανάστη, προϋποθέτει διοικητική διεργασία στη βάση του περί Προσφύγων Νόμου, διεργασία και χαρακτηρισμός που απέληξε στην έκδοση του διατάγματος απέλασης, η κρίση της νομιμότητας και ορθότητας του οποίου διατάγματος, εξακολουθεί να εκκρεμεί ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου. Ο χαρακτηρισμός του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, αποτέλεσε συνέπεια των διοικητικών διεργασιών που προηγήθηκαν από τη διοίκηση, σε σχέση με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας του αιτητή και εάν αυτό έπαυσε ή ανακλήθηκε, στη βάση των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Το παρόν Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να εξετάσει τη νομιμότητα κήρυξης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη, καθότι αυτό αποτελεί επακόλουθο της όποιας απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, σε σχέση με την άρση ή όχι, ή την ύπαρξη πράγματι δυνατότητας άρσης του καθεστώτος του αιτητή, ζητήματα που εμπίπτουν αποκλειστικά στη δική του δικαιοδοσία, που άλλωστε τίποτε από τα πιο πάνω προκύπτει από το διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 1.

 

Λόγω της αλληλένδετης αλυσίδας των διοικητικών πράξεων, θα έπρεπε να προηγηθεί προς εξέταση η υπόσταση του αιτητή στη Δημοκρατία, αιτητή κατόχου συμπληρωματικής προστασίας, ζήτημα το οποίο θα τύχει εξέτασης από το αρμόδιο προς τούτο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.

 

Στη βάση των πιο πάνω, κρίνεται πως το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία, υπό τις πιο πάνω αναφερόμενες ειδικές και συγκεκριμένες περιστάσεις, να εξετάσει το κατά πόσον ο αιτητής, στον οποίο είχε χορηγηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και δεν προκύπτει από τον φάκελο να έχει αυτό αρθεί, να εξετάσει το κατά πόσον, ορθά κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης, αφού προέχει αυτού του χαρακτηρισμού, κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας που θα πρέπει να προηγηθεί, ως προς το καθεστώς του αιτητή, στον οποίο παραχωρήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, στις 27.11.2020, το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.»

 

Τα πιο πάνω αποφασισθέντα, τα οποία υιοθετώ, τυγχάνουν πλήρους εφαρμογής και στη υπό κρίση υπόθεση.  Για τους ιδίους λόγους, λοιπόν, έχω την άποψη ότι υπό τα ιδιαιτέρα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης και ιδιαιτέρως του γεγονότος ότι στον αιτητή είχε αναγνωριστεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, το οποίο ακόμη διατηρεί, το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει κατά πόσον ο αιτητής νόμιμα έχει καταστεί απαγορευμένος μετανάστης, χωρίς πρώτα να έχει κριθεί από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας η οριοθέτηση του καθεστώτος και της ιδιότητας του αλλοδαπού, η οποία θα εξεταστεί αποκλειστικά στη βάση των άρθρων του Περί Προσφύγων Νόμου, τα οποία επικαλείται ο αιτητής.

 

Δεδομένης της πιο πάνω διαπίστωσης, απομένει η εξέταση των ισχυρισμών του αιτητή κατά της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης. Επί τούτου η πλευρά του αιτητή διατείνεται ότι το εκδοθέν διάταγμα κράτησης είναι προϊόν ελλιπούς έρευνας και ελλιπούς αιτιολογίας αφού δεν προκύπτει η εξατομικευμένη  αξιολόγηση του αιτητή. Πρόσθετα η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, ισχυρίζεται ότι το προσβαλλόμενο διάταγμα παραβιάζει τις αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της χρήστης διοίκησης. Καταλήγει, η πλευρά του αιτητή, ως διευκρινιστικά τονίζει δια της απαντητικής της αγόρευσης, ότι δεν υπάρχει άμεση προοπτική απομάκρυνσης του αιτητή, ένεκα της αναστολής του διατάγματος απέλασης.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, υποστηρίζοντας τη νομιμότητα του προσβαλλόμενου διατάγματος, απορρίπτει τους ισχυρισμούς του αιτητή και αντιτείνει, ότι αυτό εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφ. 105 με σκοπό την απέλαση του αιτητή. Οι καθ΄ων η αίτηση, ως υποβάλλει, έλαβαν υπόψη τόσο τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή όσο και τις απόρρητες επιστολές της ΥΑΜ και της Αστυνομίας και προέβηκαν ορθά στην έκδοση του εν λόγω διατάγματος. Εισηγείται  δε, ότι σε κάθε περίπτωση η αιτιολογία του διατάγματος κράτησης,  συμπληρώνεται από τα όσα καταγράφονται στο διάταγμα απέλασης.

 

Ως έχει ήδη επισημανθεί κατά του αιτητή, ως προσώπου που κατέχει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εκδόθηκε διάταγμα απέλασης δυνάμει του άρθρου 29 του Περί Προσφύγων Νόμου καθότι, σύμφωνα και με τους λόγους που αναφέρονται σε αυτό, ο αιτητής αποτελεί κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας. Ως έχει επίσης καταγραφεί, ο αιτητής έχει καταχωρήσει, κατά της νομιμότητας του εν λόγω διατάγματος απέλασης, Προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, στην οποία, ως με ενημέρωσαν οι συνήγοροι των δυο πλευρών, κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, δεν έχει εκδοθεί ακόμη απόφαση.

 

Εν πρώτοις, παρατηρώ ότι όπως ρητά αναγράφεται και επεξηγείται και στο ίδιο το διάταγμα κράτησης, το  προσβαλλόμενο διάταγμα, εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφ. 105, καθότι κρίθηκε «ότι είναι αναγκαίο ο HUSSAM SHBIB να παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί.»

 

Καθίσταται σαφές ότι το διάταγμα απέλασης του αιτητή αποτέλεσε το υπόβαθρο και το έρεισμα για την έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος κράτησης. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης δεν έχει ακόμα εξεταστεί και δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα απόφαση από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, με αποτέλεσμα αυτή να παραμένει κατά την έκδοση της παρούσας απόφασης δικαστικά αλώβητη, το εκδοθέν διάταγμα κράτησης, το οποίο συνιστά παρεπόμενο και άμεσα συνδεδεμένο της απέλασης διοικητικό μετρό, προς υλοποίηση εκτέλεσης της, τεκμαίρεται νόμιμο.  

 

Απόλυτα σχετικά είναι τα όσα λέχθηκαν, επί τούτου, στην υπόθεση A.A.J v Δημοκρατίας (ανωτέρω). Παραθέτω σχετικό απόσπασμα:

 

«Το προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 19.1.2023, στηρίζεται στο διάταγμα απέλασης, το οποίο, όπως αναφέρθηκε, μέχρι την τυχόν ακύρωσή του από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, στα πλαίσια εκδίκασης της προσφυγής 363/2023, τεκμαίρεται νόμιμο.

 

Τα δύο διατάγματα είναι αλληλένδετα και αλληλοεξαρτώμενα, εφόσον η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης, θα αναδείξει και τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, ως διοικητικού μέτρου στη βάση του Κεφ. 105, το οποίο εκδόθηκε με σκοπό να διαφυλάξει τη δυνατότητα εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης (Α.Ε. 89/15 Α.Ν. v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 3.6.22).

 

Δεν είναι δυνατός ο κατακερματισμός των διοικητικών αυτών ενεργειών, οι οποίες είναι αλληλένδετες, αφού η τύχη του εδώ προσβαλλόμενου διατάγματος κράτησης, εξαρτάται άμεσα από την τύχη του προσβαλλόμενου διατάγματος απέλασης, η νομιμότητα και ορθότητα του οποίου δεν έχει ακόμα εξεταστεί.

 

Με αυτά ως δεδομένα, το επίδικο διάταγμα κράτησης, ως προορισμένο να διαφυλάξει τη δυνατότητα υλοποίησης και εκτέλεσης του διατάγματος απέλασης, ήτοι μίας διοικητικής πράξης που τεκμαίρεται νόμιμη, μέχρι την τυχόν ακύρωσή της από το αρμόδιο Δικαστήριο, κρίνεται πως εκδόθηκε νόμιμα.»

 

Πρόσθετα δεν θα συμφωνήσω με τους ισχυρισμούς του αιτητή περί μη εξατομικευμένης αξιολόγησης των στοιχείων του αιτητή, με αποτέλεσμα το προσβαλλόμενο διάταγμα να καθίσταται αναιτιολόγητο και προϊόν ελλιπούς έρευνας καθώς και περί της παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας και της μη εφαρμογής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

 

Η έκδοση διατάγματος κράτησης για σκοπούς απέλασης, αποτελεί παρεχόμενη εξουσία του άρθρου 14(1) του Κεφ.105, η οποία, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, κρίνω, ότι ασκήθηκε εύλογα επιτρεπτά και χωρίς να εκφεύγει των ορίων της διακριτικής  ευχέρειας των καθ΄ων η αίτηση. Τα όσα δε καταγράφονται στα απόρρητα έγγραφα της ΥΑΜ και στα έγγραφα άλλων Υπηρεσιών της Αστυνομίας περί της φερόμενης ιδιότητας και δράσης του αιτητή ως μέλους κυκλώματος διακίνησης παράτυπων μεταναστών καθώς και τα όσα αναγράφονται στο διάταγμα απέλασης περί του ότι ο αιτητής συνιστά πρόσωπο επικίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας, διάταγμα το οποίο ως υποδείχθηκε τεκμαίρεται καθόλα νόμιμο, υποστηρίζουν πλήρως την έκδοση του διατάγματος κράτησης, καθιστώντας το εν λόγω διάταγμα, υπό τις περιστάσεις, εύλογο και αναγκαίο προς υλοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού της απέλασης (Ε.Α.S.H v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 258/23(Κ, ημερομηνίας 24/4/23).  

 

Ούτε όμως θα συμφωνήσω, ότι δεν υπήρξε η ατομική εξατομίκευση και συναφής αξιολόγηση των στοιχείων του αιτητή πριν την έκδοση του διατάγματος κράτησης. Από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου επιβεβαιώνεται με τρόπο αναντίλεκτο ότι ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση τέθηκαν  όλα τα απαραίτητα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και όλων των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή, ώστε η Πρώτη Διοικητική Λειτουργός που εξέδωσε το προσβαλλόμενο διάταγμα να μπορεί να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Μάλιστα, στην επιστολή της ΥΑΜ προς τη Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης ημερομηνίας 23.8.2023 (ερυθρά 43-36 του διοικητικού φακέλου απόρρητων εγγράφων) στην οποία διενεργείτο ρητή καταγραφή των ευρημάτων της ΥΑΜ για τη φερόμενη δράση του αιτητή, παρατηρώ ότι αναγράφοντο ρητώς και οι προσωπικές περιστάσεις και τα στοιχεία του αιτητή, όπως, μεταξύ άλλων, το μεταναστευτικό ιστορικό του αιτητή, ότι συνιστά πρόσωπο που κατέχει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και διαμένει με σχετική άδεια νομίμως στη Δημοκρατία (MUHAMMAD AMMAR SALEH v. Δημοκρατίας (Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας αρ.4/22, ημερομηνίας 23/6/22).

 

Καταληκτικά επισημαίνω ότι ούτε η αναφορά του αιτητή ότι δεδομένης της αναστολής του διατάγματος απέλασης, ο ίδιος κρατείται χωρίς να υπάρχει άμεση προοπτική απέλασης του, υποστηρίζεται από τα ενώπιον μου στοιχεία, τα οποία δεικνύουν με σαφήνεια ότι ο αιτητής κρατείται για σκοπούς απέλασης καθώς και ότι η αναστολή του διατάγματος απέλασης, έλαβε χώρα, προφανώς, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ήτοι μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1400 εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

 

                              Κελεπέσιη, Δ.Δ.Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο