ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                                                                              Υπόθεση Αρ. 1788/2018  

                                                  

24 Ιανουαρίου, 2024

 

                                             [Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

Α&Κ AVRAAM BROS LIMITED

Αιτήτρια

v.

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου

Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

                                                                               Καθ' ων η Αίτηση

   

 __________________

 

Ρ. Μαππουρίδης για Ρίκκος Μαππουρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι Αιτήτριας.

Μ. Καλογήρου για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Δικηγόροι των Καθ’ ων η αίτηση.

___________________

                                                

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.: Η αιτήτρια εταιρεία, με την παρούσα προσφυγή ζητά: «Α. Δήλωση και/ή Διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η Απόφαση και/ή Πράξη των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 12.09.2018, με την οποία απορρίφθηκε η Ένσταση της Αιτήτριας Εταιρείας ημερομηνίας 29.12.2017 και η οποία στρέφεται εναντίον της επιβολής Διοικητικού προστίμου ημερομηνίας 27.11.2017 ύψους €2.000 από τους Καθ' ων η Αίτηση προς την Αιτήτρια Εταιρεία για κατ' ισχυρισμό αδίκημα που τελέστηκε κατά παράβαση του άρθρου 85(θ)(1) των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων 2010- 2017, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου συμφέροντος.»

 

Ως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου ο οποίος έχει υποβληθεί στο Δικαστήριο, τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα διαδικασία είναι τα εξής.

 

Η αιτήτρια εταιρεία είναι Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης, δεόντως συσταθείσα στην Κυπριακή Δημοκρατία, με εγγεγραμμένο γραφείο στο Στρόβολο όπου και το κατάστημα της και Διευθυντές και Μετόχους τους Κ. Α. και Α. Α.. Κύρια δραστηριότητα της Αιτήτριας, μεταξύ άλλων σχετικών υπηρεσιών, είναι η λιανική και χονδρική πώληση ειδών υγιεινής.

 

Κατά την 21.11.2017, Επιθεωρητές του Επαρχιακού Γραφείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων Λευκωσίας (Καθ’ων η αίτηση), επισκέφθηκαν το κατάστημα της Αιτήτριας. Κατά τον επιτόπιο έλεγχο εντός του καταστήματος βρισκόταν ο Α. Α., ένας εκ των Διευθυντών και Μετόχων της αιτήτριας εταιρείας και ο Ν.Χ., υπάλληλος της Αιτήτριας. Κατά τον επίδικο χρόνο, οι ως άνω αναφερόμενοι εξυπηρετούσαν πελάτη του καταστήματος όπως, κατά τη θέση των Καθ΄ων η αίτηση το ίδιο έπραττε και ο Γ. Α., πατέρας των Διευθυντών και Μετόχων της Αιτήτριας. Ως είναι η θέση της Αιτήτριας, ο Γ. Α. κατά τον επίδικο χρόνο, βρισκόταν εκεί ως επισκέπτης και παρά τη θέση των επιθεωρητών των Καθ΄ων η αίτηση, ουδεμία σχέση, είτε υπαλληλική, είτε νομική έχει με την αιτήτρια εταιρεία και ουδόλως εκτελούσε εργασία.

 

Οι Καθ’ων η αίτηση, αφού επιθεώρησαν και διενέργησαν έλεγχο επί των νομίμων και απαιτούμενων εγγράφων, συμπεριλαμβανομένου και του μισθολογίου της αιτήτριας εταιρείας, συνέταξαν και παρέδωσαν στον παρόντα Διευθυντή, έντυπο Ειδοποίησης Διαπίστωσης Παράβασης, στο οποίο αναφερόταν ότι η παρουσία του Γ. Α. επί του καταστήματος, συνιστούσε αδίκημα δυνάμει του άρθρου 85(Θ)(1) του Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.  Ο εν λόγω Διευθυντής, εντός της προθεσμίας των πέντε (5) ημερών, προσήλθε στο Επαρχιακό Γραφείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και παρέδωσε συμπληρωματικά έγγραφα, που υποστήριζαν τη θέση της αιτήτριας εταιρείας για μη διάπραξη του υπό αναφορά αδικήματος, λαμβάνοντας και την σχετική απόδειξη παραλαβής.

 

Με επιστολή ημερομηνίας 27.11.2017, επιβλήθηκε από τους Καθ’ων η Αίτηση στην αιτήτρια εταιρεία, πρόστιμο ύψους €2.000 αναφορικά με αδήλωτη εργασία του Γ. Α., με προθεσμία πληρωμής αυτού την 19.01.2018.

Η ειδοποίηση επιβολής του διοικητικού προστίμου παρελήφθη με συστημένη επιστολή από την αιτήτρια εταιρεία στις 20.12.2017. Αμφισβητώντας το ως άνω πρόστιμο, η Αιτήτρια υπέβαλε Ένσταση ημερ. 29.12.2017, την οποία υπογράφει ο εκ των Διευθυντών και Μετόχων της Α. Α..

 

Στις 19.01.2018, η αιτήτρια εταιρεία εξόφλησε, μειωμένο κατά 30%, το πρόστιμο ύψους €2000, καταβάλλοντας μέσω τραπεζικής επιταγής το ποσό των €1400. Σχετική είναι η απόδειξη είσπραξης διοικητικού προστίμου ως έχει εκτυπωθεί από το ηλεκτρονικό σύστημα πληρωμής και εντοπίζεται εντός του διοικητικού φακέλου με την ένδειξη ερυθρούν 44, καθώς και το έγγραφο με την ένδειξη ερυθρούν 43 όπου φαίνεται η 19.01.2018 ως η ημερομηνία εξόφλησης.  Σχετική απόδειξη πληρωμής επισυνάπτεται και ως Παράρτημα Ζ στην προσφυγή της Αιτήτριας, η οποία επιβεβαιώνει τη μείωση του επιβληθέντος προστίμου μειωμένου κατά €600, ήτοι την πληρωμή συνολικού ποσού €1400 στις 19.01.2018.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, με επιστολή τους ημερομηνίας 12.09.2018, ενημέρωσαν την Αιτήτρια ότι στη συνεδρία της ημερομηνίας 17.07.2018, η Επιτροπή Ενστάσεων αποφάσισε ότι τα υποβληθέντα στοιχεία δεν ανατρέπουν το γεγονός της διαπίστωσης της αδήλωτης εργασία του ως άνω προσώπου στην Αιτήτρια και απέρριψε την Ένσταση της, επικυρώνοντας την απόφαση για επιβολή προστίμου.   

Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρείται η παρούσα προσφυγή.  

 

Η Αιτήτρια, υποστήριξε ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε μετά από εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και των κανονισμών ως αποτέλεσμα υπέρβασης της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης, ενώ επιπρόσθετα υποστήριξε ότι, πάσχει ως αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και/ή πλάνης περί τα πράγματα, εφόσον δεν λήφθηκαν υπόψη στοιχεία τα οποία έπρεπε και θα απέβαιναν υπέρ και/ή προς όφελος της, ενώ προωθεί και ισχυρισμό περί μη επαρκούς αιτιολογίας της απόφασης. 

 

Αντίθετα, είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν ισχύουν ο πιο πάνω ισχυρισμοί τους οποίους προωθεί η Αιτήτρια και θα πρέπει να απορριφθούν αφού, όπως υποστηρίζουν, πρωτίστως είναι αποτέλεσμα δέσμιας αρμοδιότητας και όχι διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης, αντιστοίχως δε και η απόφαση της διοίκησης είναι ορθή και νόμιμη επειδή λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα, ενώ αξιολογήθηκαν όλα τα σχετικά γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης.

 

Ωστόσο, τόσο μέσω της γραπτής τους αγόρευση αλλά και στο στάδιο των διευκρινήσεων ενώπιον του Δικαστηρίου μέσω του δικηγόρος των Καθ’ ων η αίτηση, οι Καθ' ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση πως η αιτήτρια εταιρεία στερείται και/ή έχει, διά της συμπεριφοράς της, απωλέσει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη πράξη και/ή απόφαση. Κι αυτό διότι έχει προχωρήσει η ίδια, διά του Διευθυντή της, στην εξόφληση του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου ανεπιφύλακτα. Συνεπώς, ως υποστηρίζουν, εκ της συμπεριφοράς και των ενεργειών της, η Αιτήτρια απεμπόλησε το έννομο της συμφέρον και κωλύεται να εγείρει και/ή να προωθεί την παρούσα προσφυγή, καθ’ ότι παραβιάζει το δόγμα της παράλληλης/ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας μιας πράξης.

 

Το ζήτημα της εν λόγω προδικαστικής ένστασης, η οποία άπτεται ζητήματος δημόσιας τάξης θα μας απασχολήσει, αφού ως έγινε παραδεκτό στο στάδιο των διευκρινήσεων όπου οι δικηγόροι εκατέρωθεν αγόρευσαν επί τούτου, αυτό μπορεί να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο.

 

Η πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση εστιάζει στη πληρωμή του ποσού του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου με ημερομηνία 27.11.2017 στις 19.01.2018, ανεπιφύλακτα. Πουθενά  εντός του διοικητικού φακέλου φαίνεται η πληρωμή να έχει γίνει με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της Αιτήτριας να αμφισβητήσει την επιβολή του.

 

Αντίθετα, ο ευπαίδευτος δικηγόρος της Αιτήτριας σημειώνει ότι στην Ένσταση των Καθ΄ ων η Αίτηση δεν προβάλλεται οποιοδήποτε προδικαστικό ζήτημα, αλλά αυτό εγείρεται δύο χρόνια αργότερα, μέσω της γραπτής αγόρευσης, από διαφορετικό δικηγόρο της Νομικής Υπηρεσίας, ένδειξη, κατά τον ίδιο, του αβάσιμου της θέσης, αφού δεν προωθήθηκε εξαρχής. Επίσης, ως δίνει έμφαση στο στάδιο των διευκρινήσεων, αποτελεί πάγια τακτική να παίρνει έκπτωση κάποιος αν πληρώσει (εμπρόθεσμα) ενώ αν δεν πληρώσει να τίθεται επιβάρυνση, και συνεπώς, η πράξη της αιτήτριας να επωφεληθεί της μείωσης του προστίμου με έγκαιρη καταβολή του, δεν συνεπαγόταν την παραίτηση της από νόμιμο δικαίωμα. Επιπρόσθετα, σημειώνει ότι, στην ίδια την επιβολή διοικητικού προστίμου δεν αναφέρεται πουθενά ότι, αν πληρωθεί χάνεται το δικαίωμα της υποβολής ένστασης. Τέλος, επικαλείται στην απαντητική αγόρευση του ότι, στη κατάληξη της Ένστασης της η Αιτήτρια αναφέρει ότι, «επιφυλάσσεται πάντως νόμιμου δικαιώματος της», φράση η οποία υποστηρίζει ότι καλύπτει και την μεταγενέστερη ενέργεια της να πληρώσει το εν λόγω πρόστιμο.

 

Το ζήτημα της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος από την Αιτήτρια απασχόλησε εκτενώς το Δικαστήριο στο στάδιο των Διευκρινήσεων, και σε κάθε περίπτωση η εξέταση της σχετικής προδικαστικής ένστασης από το Δικαστήριο προέχει της εξέτασης οποιουδήποτε προβαλλόμενου λόγου ακύρωσης.

 

Το ζήτημα της έκλειψης του εννόμου συμφέροντος συνεπεία αποδοχής της προσβαλλόμενης πράξης εκ μέρους του διοικούμενου, έχει απασχολήσει εκτενώς την νομολογία μας.

 

Έχει καταγραφεί κατ’ επανάληψη στις αποφάσεις των Δικαστηρίων μας ότι, μη ανεπιφύλαχτη πληρωμή του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου, στερεί το έννομο συμφέρον προσβολής της επιβολής του εκ μέρους της Αιτήτριας (βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 260-261, Κωνσταντίνου κ.α. ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 282, σελ. 290, Μεσαρίτης ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 121, σελ. 124, Οικονόμου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 256/2012, ημερ. 31.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:C471, ECLI:CY:AD:2018:C471).

 

Ενδεικτικά παραπέμπω στην απόφαση The Onisi Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας A.Ε. 202Α/2010 ημερ. 13.2.2017 όπου τονίζεται ότι:

"Το έννομο συμφέρον θα πρέπει να υπάρχει σ' όλα τα στάδια της διαδικασίας, από την έγερση της προσφυγής, μέχρι την εκδίκαση της και την έκδοση της σχετικής απόφασης περιλαμβανομένης βεβαίως και της έφεσης (βλ. Μαυρουδής κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 123, Δώρα Ανδρέα Κούππα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2QQ9) 3 Α.Α.Δ. 149, Λαμπρατσιώτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 202 και Τσιμεντοποιϊα Βασιλικού Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α., Α.Ε. 66/10 ημερ. 4/6/15). Θα πρέπει να υπάρχει επίσης και κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης. Το έννομο συμφέρον μπορεί να εξαλειφθεί αν ο αιτητής αποδεχθεί την προσβαλλόμενη πράξη και η αποδοχή του είναι ελεύθερη και ανεπιφύλακτη και όχι αποτέλεσμα πίεσης ή απειλής επέλευσης επιβλαβών συνεπειών σ' αυτόν. (βλ. Ν. Χρ. Χαραλάμπους «Εγχειρίδιον Κυπριακού Διοικητικού Δικαίου, 2η έκδ. σελ. 122 και απόφαση στην Κωνσταντίνου κ.α. ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2001) 3 Α.Α.Δ. 282).

Στο σύγγραμμα «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», του Επαμεινώνδα Σπηλιωτόπουλου, (ανωτέρω) παραγ. 458 και 459 αναφέρονται τα εξής για το θέμα:

«458. Το έννομο συμφέρον που υπάρχει κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης ή την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως εκλείπει, παύει να υπάρχει, από αντικειμενικούς λόγους, εάν διακόπηκε ο νομικός δεσμός που συνδέει τον αιτούντα με την προσβαλλόμενη πράξη (ΣΕ 2473/1970), όπως όταν ο απών έχασε, μετά την έκδοση της πράξης, την ιδιότητα με την οποία είχε υποστεί τη βλάβη (ΣΕ 1757/2005), καθώς και με αποδοχή της πράξης από τον αιτούντα (Δ/μα 18/1989, άρθρο 29). Η αποδοχή μπορεί να είναι ρητή, δηλαδή, να προκύπτει από σχετική δήλωση του αιτούντος, ή σιωπηρή, δηλαδή, να συνάγεται από συμπεριφορά του, η οποία δεν αφήνει αμφιβολία για την έννοια της..."

 

Τέλος, όπως καταγράφεται και στο σύγγραμμα του καθηγητή Κώστα Παρασκευά «Κυπριακό Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2020, σελ 160 – 161, (η υπογράμμιση δική μου):

«Η ανεπιφύλακτη πληρωμή φόρου οδηγεί στην απώλεια του εννόμου συμφέροντος προσβολής της αντίστοιχης διοικητικής πράξης. Στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστήριου, Μεσαριτης ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 121, το Δικαστήριο απέρριψε ισχυρισμό του Αιτητή ότι η ανεπιφύλακτη καταβολή του φόρου έγινε υπό το κράτος του επείγοντος της ανάγκης μεταβίβασης οικοπέδων, προς εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων του.»

 

Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν καταγραφεί ανωτέρω.

Η επιβολή του διοικητικού προστίμου έγινε στις 20.12.2017 και αυτό πληρώθηκε στις 19.01.2018.  

Η Ένσταση της Αιτήτριας ημερομηνίας 29.12.2017, την οποία συντάσσει ένας εκ των Διευθυντών της εταιρείας καταγράφει εκτενώς τους λόγους για τους οποίους ενίσταται, ενώ το κείμενο καταλήγει με την εξής φράση, «Ενόψει των ανωτέρω, ζητά από την Επιτροπή την ακύρωση της πράξης επιβολής προστίμου εντός εύλογου χρόνου και επιφυλάσσεται πάντως νόμιμου δικαιώματος της».

Διαβάζοντας την Ένσταση της Αιτήτριας, δεν εντοπίζω να καταγράφεται η πρόθεση αυτής ότι, θα προχωρήσει σε πληρωμή του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου ούτως ώστε να επωφεληθεί της μείωσης του προστίμου κατά 30% ή αντίστοιχα να μην επιβαρυνθεί επιπρόσθετη επιβάρυνση μετά τις 19.01.2018 ημερομηνία η οποία ορίστηκε ως τελευταία ημέρα πληρωμής, όπως υποστηρίζει ο δικηγόρος της. Συνεπώς, δεν μπορώ να συμφωνήσω με τη θέση του δικηγόρου της ότι, επειδή η Ένσταση της πελάτιδάς του ολοκληρώνεται με την ως άνω φράση, με τον τρόπο αυτό έχει προχωρήσει σε επιφύλαξη των δικαιωμάτων της και για την πληρωμή στην οποία προχώρησε αργότερα στις 19.01.2018.

Ούτε διαπιστώνω, από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, να υπάρχει επιστολή ή άλλη ειδοποίηση εκ μέρους της Αιτήτριας ότι θα ακολουθήσει πληρωμή υπό επιφύλαξη ή ότι ναι μεν έγινε η πληρωμή του προστίμου, αλλά η πράξη αυτή γίνεται με επιφύλαξη των δικαιωμάτων της.

Αυτό που ενώπιον του Δικαστηρίου παραμένει αναμφισβήτητο είναι η πληρωμή του ποσού εκ μέρους της Αιτήτριας, έστω και μειωμένου κατά 30% ως η σχετική επιβολή του διοικητικού προστίμου, χωρίς επιφύλαξη του δικαιώματος να το προσβάλει στη συνέχεια.

 

Καταλήγοντας στις διαπιστώσεις μου, κρίνω ότι, ορθώς η πλευρά των Καθ΄ων η Αίτηση έχει εγείρει προδικαστική ένσταση πως η ανεπιφύλακτη πληρωμή του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου εκ μέρους της Αιτήτριας της αποστερεί το έννομο συμφέρον να προωθήσει τη παρούσα προσφυγή.

Υπό το φως των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται, με €1700 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ των Καθ΄ων η Αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.

 

 

Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο